Σύνδεση συνδρομητών

Τα νοήματα της εκδίκησης

Κυριακή, 28 Αυγούστου 2022 08:20
Η Μαρί Ντιάι. Περίπλοκη και γοητευτική συγγραφέας, η τεχνική της οποίας αποφεύγει οποιαδήποτε μεγαλειώδη αφήγηση που θα κατέληγε σε εύκολες αναγωγές.
Traumrune / Wikimedia Commons
Η Μαρί Ντιάι. Περίπλοκη και γοητευτική συγγραφέας, η τεχνική της οποίας αποφεύγει οποιαδήποτε μεγαλειώδη αφήγηση που θα κατέληγε σε εύκολες αναγωγές.

Marie NDiaye, Η εκδίκηση είναι δική μου, μετάφραση από τα γαλλικά: Αλεξάνδρα Κωσταράκου, Πόλις, Αθήνα 2022, 264 σελ.

Ένα κοινωνικό συμβάν, μια τριπλή παιδοκτονία, απασχολεί όπως ήταν αναμενόμενο τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, αντηχώντας αναπόφευκτα τη (μισογυνική) απόδοση της επίκαιρης στην Ελλάδα ιστορίας της Ρούλας Πισπιρίγκου. Η πολυβραβευμένη Μαρί Ντιάι, αποφεύγοντας τις αναγωγές, με μια «γραφή της αμφισημίας», φωτίζει τις κοινωνικές και τις προσωπικές σχέσεις της παιδοκτόνου. Αλλάζοντας συνεχώς εστιάσεις στην ιστορία, η συγγραφέας αποτρέπει τις αξιολογικές κρίσεις, τα αντιθετικά σχήματα ή την απόδοση δικαιοσύνης, με οποιονδήποτε τρόπο. Διότι είναι εμπεδωμένο ότι η συνθετότητα των πραγμάτων είναι η δουλειά της. [ΤΒJ]

Από το 1985, που η Μαρί Ντιάι, σε ηλικία 18 ετών, δημοσίευσε το πρώτο μυθιστόρημά της Quant au riche avenir, στις εκδόσεις Minuit, τα μυθιστορηματικά, θεατρικά έργα και τα σενάριά της βρίσκονται συχνά στην επικαιρότητα της καλλιτεχνικής κριτικής στη Γαλλία. Το 2001 αποσπά το βραβείο Fémina για το μυθιστόρημά της Rosie Carpe και το 2009 το καθιερωτικό Goncourt για το έργο Trois femmes puissantes. Σε συνέχεια των δηλώσεών της με αφορμή τη βράβευση αυτή, ξέσπασε μια ενδιαφέρουσα πολιτική διαμάχη: ο Ερίκ Ρουώ, βουλευτής του UMP, ενοχλημένος από τις δηλώσεις της για την αστυνομοκρατούμενη και τερατώδη Γαλλία του Σαρκοζί, κατέθεσε γραπτό ερώτημα για την παραβίαση του καθήκοντος της εμπιστευτικότητας από μια βραβευμένη με Γκονκούρ. Στη χώρα του Ντιντερώ, οι διαμάχες για την πολιτική διάσταση της καλλιτεχνικής παραγωγής δεν εκπλήσσουν: ακολούθησαν η απάντηση του υπουργού Πολιτισμού Φρεντερίκ Μιτεράν και η δήλωση των μελών της Ακαδημίας Γκονκούρ, που υπερασπίστηκαν το δικαίωμα της συγγραφέα στην ελευθερία του λόγου. Το 2020, το σύνολο έργο της  αποσπά το Βραβείο Mαργκερίτ Γιουρσενάρ.

Στις συνεντεύξεις και στις δημόσιες εμφανίσεις της, η Μαρί Ντιάι παρουσιάζεται μετρημένη, αποστασιοποιημένη και λιτή ως προς τις δεοντικές και αξιακές παραδοχές. Συχνά, η συζήτηση μαζί της παρεκκλίνει από το έργο αυτό καθαυτό και φυλετικοποιείται με αναφορές στην αφρικανική καταγωγή της, που γίνεται ερμηνευτικό πεδίο για την πρόσληψή του. Η συγγραφέας ωστόσο αποστασιοποιείται τακτικά από την «αφρικανικότητά» της, όπως και από οποιαδήποτε μεγαλειώδη αφήγηση που θα κατέληγε σε εύκολες αναγωγές.  «Η γραφή της αμφισημίας» την οποία διεκδικεί, επικυρώνεται με την αποφυγή της αναγωγής, ενώ η αμφισβήτηση των επικυρωτικών αιτιακών σχημάτων στον πυρήνα του έργου της διασφαλίζει το σεβασμό στην πράξη της ανάγνωσης και στην ελευθερία των αναγνωστ-ρι-ών της.

 

Μια τριπλή παιδοκτονία στην πρώτη σελίδα

Στο μυθιστόρημα Η εκδίκηση είναι δική μου, αφετηρία είναι ένα κοινωνικό συμβάν παιδοκτονίας, το οποίο απασχολεί τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, αντηχώντας αναπόφευκτα τη (μισογυνική) απόδοση της ιστορίας της Ρούλας Πισπιρίγκου. Η εκκίνηση από ένα «μικρό αληθινό γεγονός» ή το χρονικό και η μυθοπλαστική παραγωγή του θυμίζουν το nouveau roman στην εκδοχή της Ναταλί Σαρρώτ, παρά τη σαφή απομάκρυνση των σύγχρονων συγγραφέων από τις δοκιμιακές επιδιώξεις των nouveaux romanciers.

Η Μαρλίν Πρενσιπό, μυθοπλαστικό πρόσωπο στο έργου της Μαρί Ντιάι, τοποθετεί νεκρά τα τρία παιδιά της στο συζυγικό κρεβάτι αφού τα έχει πνίξει στο μπάνιο. Ο σύζυγος της, ο κ. Πρενσιπό, επισκέπεται τη μέτριας εμβέλειας δικηγόρο Συζάν  για να  αναλάβει την υπεράσπισή της, αλλά αυτή η πρώτη συνάντησή τους αναμοχλεύει ένα καθοριστικό στιγμιότυπο της παιδικής ηλικίας της κ. Συζάν: μια συνομιλία με ένα νέο πολλά χρόνια πριν, σε ένα «υπέροχο» σπίτι όπου είχε συνοδεύσει τη μητέρα της για να σιδερώσει τα ρούχα της οικογένειας. Ο κ. Πρενσιπό μοιάζει να είναι ο νέος άντρας που τη γοήτευσε και τον εντυπωσίασε, χωρίς ωστόσο να καθίσταται σαφές σε όλη τη διάρκεια του κειμένου ούτε πώς λειτούργησε αυτή η συνάντηση, ούτε αν όντως ήταν ο νέος άντρας ούτε ποια νοήματα βγήκαν τότε και ποια βαρύτητα έχουν στο παρόν της μυθοπλαστικής αφήγησης. Δεν θα μάθουμε ποτέ ποιος και τι ήταν ο Ζιλ Πρενσιπό για την κ. Συζάν, παρά τις προσπάθειές της να κατανοήσει τι ακριβώς σημαίνει εκείνο το απόγευμα στο Κοντεράν, πώς η συνομιλία μεταξύ τους «είχε οδηγήσει χωρίς μεγάλο κόπο αυτό το κοριτσάκι να γνωρίσει τον εαυτό του ή να διακρίνει πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί» (σ. 40). Το ερώτημα παραμένει αναπάντητο τόσο για τους / τις αναγνώστ-ρι-ες όσο και για την κ. Συζάν. Στις συναντήσεις μαζί της, η «σκοτεινή ηρωίδα» (σ. 141), η παιδοκτόνος, παραληρεί επαναλαμβάνοντας τα αντιθετικά «αλλά», που ενισχύουν την ερμηνευτική σύγχυση της θέσης και της πράξης της, εφόσον επιβεβαιώνουν την πράξη και ταυτόχρονα αναδεικνύουν τις περιπλοκές της: παραιτείται από το αίτημα του συζύγου της για υπεράσπιση, καταφεύγει στο μικρό κρεβάτι του κελιού «που είναι εντελώς δικό της» (σ. 124), (σαν να ήταν το δικό της δωμάτιο) και τονίζει τις καταστροφικές συμβάσεις της οικογενειακής ζωής. «Μητέρα υψηλού επιπέδου», η οποία εγκαταλείπει τη δουλειά της μετά τη γέννηση των παιδιών της, την πιάνει φόβος στην ιδέα ότι ο Ζιλ Πρενσιπό θα επιστρέψει στο σπίτι (σ. 72), καθώς «δεν άντεχε να είναι όλα μαλλιά κουβάρια» (σ. 71) αλλά δεν θέλει πια καμιά σχέση μαζί του και, αντί για τα παιδιά, «τον κ. Πρενσιπό έπρεπε να πνίξει στο βρώμικο νερό του μπάνιου» (σ. 135).

Τα εξίσου παραληρηματικά «γιατί» του «ήπιου, εύπιστου, φιλήσυχου και αφελούς» (σ. 174) κ. Πρενσιπό αιτιολογούν την προτίμησή του για μια ζωή «χωρίς παιδιά» (σ. 139). Στην οικογενειακή «επιχείρηση μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα» (σ. 142) φαίνεται «λιγότερο συντετριμμένος από τον θάνατο των παιδιών του και περισσότερο πρόθυμος να απαλλάξει τη Μαρλίν από την αρνητική γνώμη του κόσμου» (σ. 60).

Στη διάρκεια της ανάγνωσης, οι αντιλογίες και οι αντιθέσεις εναλλάσσονται με αιτιολογήσεις και διερωτήσεις και η πλοκή πυκνώνει από τις επιπτώσεις του «μικρού αληθινού γεγονότος» στις ζωές των εμπλεκόμενων προσώπων. Ενώ η ενοχή της Μαρλίν παραμένει σταθερή, οι διαφορετικές εστιάσεις αποτρέπουν τις αξιολογικές κρίσεις, τα αντιθετικά σχήματα ή την απόδοση δικαιοσύνης, με οποιονδήποτε τρόπο.  Τα νοήματα αλληλοαναιρούνται σε μια επίμονη αναζήτηση, που γίνεται όλο και πιο πολυσχιδής. Η γεωγραφία της πλοκής στο σκοτεινό Μπορντώ της βροχής, της παγωνιάς και της ομίχλης μας μεταφέρει στην πολυπρισματικότητα των συναισθημάτων και των σχέσεων, ενώ η αβεβαιότητα κυριαρχεί στις κρίσεις και δυσχεραίνει τα συμπεράσματα. Άλλωστε, η κ. Συζάν,  μέσα από την οπτική γωνία της οποίας εκτυλίσσεται η πλοκή, «δεν έκρινε κανέναν» (σ. 50), σε βαθμό που αμφέβαλε σχετικά με την υπεράσπιση που αναλαμβάνει: αφορά τον κ. Πρενσιπό, τη Μαρλίν, την απροσδιόριστη ανάμνηση της συνάντησής της στο Καντερόν ή τη μέτρια δικηγορική πορεία της; (σ. 41)

 

Η πολυμορφία των σχέσεων

Οι οικογενειακές σιωπές και οι κακοποιητικές σχέσεις εξάρτησης, οι μαίανδροι της γονεϊκότητας, οι ζοφεροί λαβύρινθοι των υπερεκτιμημένων ερωτικών σχέσεων, η μετα-αποικιοκρατική προσέγγιση της αφρικανικής υπαγωγής, αλλά και η συνεχής ματαίωση της δικηγορικής καριέρας αποδίδονται με αμφιλογίες, με τη  συνεχή αλλαγή στο φωτισμό των συμβάντων και την παρατεινόμενη άρνηση κάθε αναγωγής. Η ταξική υπαγωγή είναι ίσως το μοναδικό αιτιακό σχήμα που επανέρχεται (π.χ. η προλεταριακή καταγωγή της κ. Συζάν συνδέεται με τη μέτρια επαγγελματική πορεία της, τη σχέση της με τον Ρουντί, τις τύψεις της στη χρήση των οικιακών υπηρεσιών της Σαρόν, την καθοριστική επίσκεψη στο θαυμάσιο σπίτι στα προάστια του Μπορντώ, κ.λπ.), χωρίς να εργαλειοποιείται καταγγέλλοντας τις κοινωνικές ανισότητες ή τις κοινωνικές ιεραρχήσεις και χωρίς να ερμηνεύει μονοδιάστατα οποιαδήποτε κοινωνική συνθήκη: εμπεδώνεται στην παρουσίαση των μυθιστορηματικών προσώπων σε μια προσπάθεια να αναδειχθεί η κατά τα άλλα απρόβλεπτη πολυμορφία των σχέσεών τους.

Με το έργο Η εκδίκηση είναι δική μου, η αναγνωστική εμπειρία παρατείνεται μετά το πέρας της ανάγνωσης αυτής καθαυτής, αφού η συγγραφέας μάς αναθέτει να αναμοχλεύσουμε τις όψεις ή τα νοήματα της εκδίκησης.

 

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.