Μνήμες βαρβαρότητας
Στην Μπούτσα, όπου ο μισός πληθυσμός της πριν από το 1939 ήταν Εβραίοι, όλα τα σημάδια από την εβραϊκή παρουσία 400 χρόνων εκεί είχαν σβηστεί. Όπως σε τόσες και τόσες άλλες πόλεις στην περιοχή, μαζικοί τάφοι που δεν είχαν εντοπιστεί περικύκλωναν και από τις δύο πλευρές την Μπούτσα: σε αυτή την περίπτωση, επρόκειτο για περίπου 7.000 Εβραίους θαμμένους στους δύο αντικριστούς λόφους σε μικρή απόσταση από το κέντρο της πόλης. Η πόλη ήταν μικρή, καταθλιπτική και εγκαταλελειμμένη. Εκτός από μερικά κτίρια του 18ου αιώνα, το όμορφο (αλλά ερειπωμένο) δημαρχείο, το Μοναστήρι του Βασιλείου, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία (η οποία αργότερα ανακαινίστηκε), ελάχιστα είχαν απομείνει από τη δόξα της πόλης την πολυσέλιδη «βιογραφία» της οποίας είχε γράψει με τόση πολλή αγάπη ο συγγραφέας Shmuel Yosef Agnon την επαύριον του Ολοκαυτώματος.
Επέστρεψα στην Μπούτσα τον Ιούνιο του 2004. Η πόλη δεν είχε αλλάξει στο μεταξύ, μα το τοπίο φάνταζε διαφορετικό, όπως και στα ταξίδια που ακολούθησαν ορισμένα από τα επόμενα καλοκαίρια. Η πράσινη Ουκρανία άνθιζε. Έκανα τη διαδρομή από το Zotok Złoty (τώρα Zoloty Potik) στην Μπούτσα από έναν χωματόδρομο και φαντάστηκα ότι αυτή θα μπορούσε να ήταν η πορεία που είχαν ακολουθήσει ο παππούς μου και η γιαγιά μου με την άμαξά τους στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, από το προηγούμενο σπίτι τους κατά μήκος του χρυσού ρυακιού και του πατρογονικού χωριού Kośmierzyn (Kosmyryn) ώς τις όχθες του Δνείστερου. Θυμήθηκα τα παραμύθια που μου έλεγε ο παππούς μου, καθώς μεγάλωνα σε μια σκονισμένη και επαρχιακή πόλη του Ισραήλ, τέλη δεκαετίας 1950, αρχές 1960, για δάση και αρκούδες, λύκους και νάνους, που τίποτε απ’ αυτά δεν είχα δει ποτέ στις ακρογιαλιές της Μεσογείου. Συνειδητοποίησα πόσο πολύ είχε αγαπήσει την Ουκρανία αλλά και πόσο πολύ του έλειπε, παρ’ όλο που ποτέ δεν το είχε πει τόσο καθαρά. Θυμήθηκα τη μητέρα μου να μου λέει που πήγαινε στο δάσος με τις ουκρανές φίλες της να μαζέψουν μανιτάρια και βατόμουρα και πώς όλες μαζί είχαν φάει για μεσημεριανό μαμαλίγκα και ψάρι στις όχθες του ποταμού Czeremosz (Τσερεμός), όταν επισκέφτηκαν το χωριό της μητέρας της, το οποίο βρισκόταν κοντά στα τότε σύνορα με τη Ρουμανία, καθώς και πώς παρακολουθούσαν όλες μαζί τα κούτσουρα να επιπλέουν στον Δνείστερο, η άλλη όχθη του οποίου με δυσκολία διακρινόταν, όταν επισκέφτηκαν το χωριό του παππού της, όπου εκείνος είχε υπηρετήσει ως διευθυντής του αγροκτήματος που ανήκε στην πανάρχαια πολωνική οικογένεια Potocki.
Αυτή η γλυκιά αναπόληση και η φυσική ομορφιά της χώρας την οποία διέσχισα πολλές φορές εκείνη, αλλά και την επόμενη δεκαετία, αναμειγνύονταν με την ολοένα αυξανόμενη γνώση και κατανόηση των τερατωδιών που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της σοβιετικής κατοχής των ετών 1939-1941 και της γερμανικής 1941-1944. Η έρευνα που διεξήγαγα, και η οποία κατέληξε στο βιβλίο μου Anatomy of a Genocide (Anatomy of a Genocide, The Life and Death of a Town Called Buczacz, Simon & Schuster 2019), είχε να κάνει με το ερώτημά μου, πώς μια κοινότητα διεθνοτικής συνύπαρξης Πολωνών, Ουκρανών και Εβραίων μετασχηματίζεται σε κοινότητα γενοκτονίας, όπου γείτονες στρέφονται εναντίον γειτόνων, ασφαλώς εντός ενός πλαισίου ξένης κατοχής και καθεστώτων βασισμένων στην καταπίεση και την εξόντωση. Το κενό μεταξύ μνήμης, νοσταλγίας και απόλυτης ομορφιάς από τη μια πλευρά, ασύλληπτης απανθρωπιάς, βαρβαρότητας και αναισθησίας για τις ανθρώπινες υπάρξεις από την άλλη, ήταν αγεφύρωτο.
Ο πόλεμος, η γενοκτονία των Εβραίων, η εθνοκάθαρση των Πολωνών και η επιβολή ενός καταπιεστικού και εκδικητικού σοβιετικού καθεστώτος έμοιαζαν να έχουν βάλει τέλος σε αυτόν τον κόσμο των παραμεθόριων περιοχών που κράτησε αιώνες και που, παρά τα πολλά στραβά του, τις προκαταλήψεις, την τεράστια φτώχεια, την εξοντωτική ανισότητα και τα περιστασιακά ξεσπάσματα φρικτής βίας, υπήρξε επίσης γενέθλιος τόπος πολλής ομορφιάς και δημιουργικότητας, ακριβώς εξαιτίας της ανάμειξης πολιτισμών, θρησκειών και εθνοτήτων. Ακριβώς επειδή ήταν ένας κατά πολύ ελκυστικότερος κόσμος από αυτόν που είχα περιγράψει στο Anatomy of a Genocide, προσπάθησα να ανασυστήσω ορισμένα από τα στοιχεία του σε ένα νέο βιβλίο, το Tales from the Borderlands (Tales from the Borderlands, Making and Unmaking the Galician Past, Yale University Press), το οποίο δεν ανιχνεύει τόσο τις απαρχές της γενοκτονίας όσο προσπαθεί να ανασυγκροτήσει τον κόσμο που προηγήθηκε της μεγάλης εξόντωσης – στο μύθο, στη λογοτεχνία, στις βιογραφίες, περιλαμβανομένης εκείνης της δικής μου οικογένειας. Ήταν, αναμενόμενα, πολύ πιο ευχάριστο να γράφεις ένα τέτοιο βιβλίο από τη στιγμή που έλεγε μια ιστορία συνύπαρξης και κοινής ελπίδας για έναν καλύτερο κόσμο, απ’ ό,τι να προσπαθείς να ανιχνεύσεις την πορεία προς την εξόντωση και την καταστροφή. Εντούτοις, αυτή η ανασυγκρότηση παραμένει απλώς αυτό. Είναι αυτό που κάνουμε ως ιστορικοί. Αλλά επίσης, ζούμε στο παρόν και είμαστε πολίτες του κόσμου.
Προσπάθειες ανασυγκρότησης
Κατά τις προηγούμενες δύο δεκαετίες, η πρόσφατα ανεξαρτητοποιημένη Ουκρανία έχει υποστεί πολλές αλλαγές και έχει αντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες. Είναι, όπως καλά γνωρίζουμε, ακόμη βυθισμένη σε μεγάλη διαφθορά. αγωνίζεται να ανορθώσει την οικονομία της και να φροντίσει τον λαό της και τις υποδομές της. Υπάρχουν τεράστιες διαφορές μεταξύ των περιφερειών της χώρας, αυτών που βρίσκονται στα ανατολικά και είναι υπό τη ρωσική επιρροή, και αυτών που βρίσκονται στα δυτικά και είναι πολύ εγγύτερα στην Ευρώπη. Αυτός ο διχασμός έχει βαθιές ιστορικές ρίζες: σε αντίθεση με την υπόλοιπη χώρα, η Δυτική Ουκρανία δεν βρέθηκε ποτέ υπό ρωσική κυριαρχία και βρέθηκε υπό τη σοβιετική για πρώτη φορά το 1939. Ήταν επίσης η γενέτειρα του ουκρανικού εθνικισμού. Ακόμη και σήμερα, οποιοσδήποτε διασχίζει τον ποταμό Zbrucz (Ζμπρουτς) από τα δυτικά προς τα ανατολικά αντιλαμβάνεται αμέσως αυτόν τον πολιτισμικό διχασμό.
Αλλά κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, επίσης, η Ουκρανία έχει κάνει ηρωικές προσπάθειες ανασυγκρότησης με πάμπολλους τρόπους. Η Επανάσταση της πλατείας Μαϊντάν το 2014 ήταν ένα μείζον βήμα στην κατεύθυνση της εγκαθίδρυσης μιας αληθινής δημοκρατίας σε μια χώρα όπου για αιώνες η καταπίεση και ο χλευασμός από ξένους δυνάστες και γειτονικές χώρες ήταν ο κανόνας. Και η θριαμβευτική νίκη του Βολοντίμιρ Ζελένσκι στις εκλογές του 2019 αποτέλεσε ένα ακόμη πελώριο βήμα όχι μόνο προς τη δημοκρατία, μα επίσης, προς τον πλουραλισμό, την ποικιλομορφία και το σεβασμό προς όλες τις εθνοτικές ομάδες που τώρα κατοικούν αυτή τη χώρα, αλλά και πηγή δικαιολογημένης υπερηφάνειας για πολλούς από τους πολίτες της. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σκοτεινά εθνικιστικά, ρατσιστικά, αντισημιτικά και βίαια στοιχεία στην Ουκρανία, κι όχι μόνο στις δυτικές περιφέρειές της. Αληθεύει επίσης ότι η Ουκρανία ακόμη δυσκολεύεται να συνδιαλλαγεί με το παρελθόν της, το οποίο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων πραγμάτων, τη συνεργασία μεταξύ των μαχητών της ουκρανικής ανεξαρτησίας με τα ναζιστικά κατοχικά στρατεύματα. Έχω κάνει το μερίδιο της προσπάθειας που μου αναλογεί προκειμένου να εκθέσω αυτό το παρελθόν, και αυτό δεν με έχει καταστήσει πάντοτε δημοφιλή στην Ουκρανία. Αλλά, βέβαια, η Ουκρανία δεν είναι μοναδική απ’ αυτή την άποψη. Απλώς ας σκεφτούμε ότι στη Γαλλία, μια ευημερούσα δημοκρατία που αρέσκεται να θεωρεί τον εαυτό της οικουμενικό φάρο των ανθρώπινων δικαιωμάτων, πήρε πενήντα χρόνια να αναγνωρίσει την ευθύνη για τον ρόλο του καθεστώτος του Βισύ και άλλων κρατικών υπηρεσιών υπό γερμανική κυριαρχία στον εκτοπισμό των Εβραίων στα στρατόπεδα εξόντωσης. Υπό σοβιετική κυριαρχία έως το 1991, η Ουκρανία όφειλε να υποταγεί στη σοβιετική αφήγηση η οποία περιθωριοποιούσε τη μοίρα των Εβραίων, όπως επίσης και το ρόλο των ντόπιων συνεργατών στην εξόντωσή τους. Η αναβίωση του ουκρανικού εθνικισμού πραγματοποιήθηκε με τίμημα την άρνηση των πιο σκοτεινών όψεων της εθνικής μνήμης. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια υπάρχουν ολοένα και περισσότερα σημάδια για την ύπαρξη μιας νεότερης γενιάς ουκρανών ιστορικών και διανοουμένων που πασχίζουν να συνομιλήσουν με αυτό το παρελθόν. Αυτό θα είναι μακρά διαδικασία, όπως αντίστοιχα στη Γαλλία και τη Γερμανία, για να μη μιλήσουμε για χώρες όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία ή η Λιθουανία. Αλλά υπάρχει λόγος να ελπίζουμε.
Η Ουκρανία είναι η αρχή
Ωστόσο, όλα αυτά θα ακυρωθούν αν η επιχειρούμενη ρωσική ανακατάληψη της Ουκρανίας επιτύχει. Εδώ δεν υπάρχει κανείς λόγος για εύκολες αναλογίες μεταξύ του Χίτλερ και του Πούτιν. Ο Πούτιν επιδιώκει την επίτευξη παραδοσιακών ρωσικών αυτοκρατορικών και σοβιετικών στόχων. Οι προθέσεις του είναι ξεκάθαρες και διάφανες. Αγωνίζεται να ελέγξει τα λιμάνια των ζεστών νερών· τους δυτικούς γείτονες της Ρωσίας· τους πολίτες, τόσο τους δικούς του όσο και εκείνους των υπολοίπων γειτονικών χωρών, οι οποίοι παλεύουν και αγωνίζονται για ελευθερία από την καταπίεση. Δεν υπάρχει κάτι που να προκαλεί έκπληξη στις πολιτικές του Πούτιν. Μα αν επιτύχει, όχι μόνο η Ουκρανία θα βυθιστεί ξανά πίσω στην ιστορία των πλέον σκοτεινών περιόδων της, αλλά και η υπόλοιπη Ευρώπη θα βυθιστεί στις πιο σκοτεινές μέρες του Ψυχρού Πολέμου ή, πράγματι, στην εποχή που ο Πούτιν νιώθει πιο άνετα να επιστρέψει, σε αυτή του τσαρικού ελέγχου της Φινλανδίας, των Βαλτικών κρατών, της Πολωνίας, της Ουκρανίας, πιθανόν ακόμη και των Βαλκανίων. Αυτός δεν είναι ένας κόσμος στον οποίο είμαστε διατεθειμένοι να επιστρέψουμε, ακόμη κι αν υπάρχουν στοιχεία στις δυτικές κοινωνίες, κι όχι μόνο στις ΗΠΑ, που φαίνεται να ελκύονται από τέτοιες πολιτικές αυταρχισμού και καταπίεσης.
Από αυτή τη σκοπιά, η μοίρα της Ουκρανίας θα καθορίσει εκείνη της υπόλοιπης Ευρώπης και θα έχει μείζονα αντίκτυπο και στον υπόλοιπο κόσμο, των ΗΠΑ περιλαμβανομένων. Για τον Πούτιν, η Ουκρανία είναι μόνο η αρχή. Αν τα καταφέρει εκεί, θα θυμίσει στον κόσμο τις ρωσικές μειονότητες που καταπιέζονται στις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ· θα υπενθυμίσει ότι η Πολωνία ήταν μια επικράτεια υπό ρωσική κυριαρχία· θα επικαλεστεί την αλληλεγγύη των Σλάβων των Βαλκανίων· και θα θυμίσει στον κόσμο τα ερείπια που προκάλεσε η Γερμανία στην ΕΣΣΔ. Όπως όλοι οι δικτάτορες, ο Πούτιν εννοεί όσα λέει, και θα συνεχίσει να πιέζει όσο δεν απωθείται.
Για όλους αυτούς τους λόγους, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η Ουκρανία δεν θα χαθεί. Ως ένας από τους πολλούς ανθρώπους σε όλο τον κόσμο οι ρίζες των οποίων πηγαίνουν πίσω στην Ουκρανία, στέκομαι δίπλα της και θα κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου προκειμένου να προστατεύσω την ανεξαρτησία της.
μετάφραση: Βασίλης Μπογιατζής
To παρόν άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε στον ιστότοπο https://newfascismsyllabus.com/contributions/my-ukraine-is-not-yet-lost/ στις 27/2/2022