Σύνδεση συνδρομητών

Τεύχος 99

Εμφάνιση άρθρων Books' Journal βάσει ετικέτας

Νίκος Δαββέτας, Η Εβραία νύφη. Μυθιστόρημα, Πατάκη, Αθήνα 2019, 286 σελ. 

Μια νέα γυναίκα, η Νίκη, επιχειρεί να ανιχνεύσει το γερµανόφιλο παρελθόν του πατέρα της και ιδιαίτερα τον βαθµό ανάµειξής του στον αφανισµό των Ελλήνων Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Συµπαραστάτης της, ο σύντροφός της, που βασανίζεται από τις δικές του ενοχές όταν πληροφορείται την οικογενειακή του ιστορία στα χρόνια του Εµφυλίου. Δέκα χρόνια μετά την πρώτη εμφάνισή του, επανακυκλοφορεί το πολυσυζητημένο βιβλίο του Νίκου Δαββέτα. Από το Books' Journal #99, Ιούνιος 2019.

1. 

Στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, ιδέες, ειδήσεις, συμπεριφορές αλλά και χρήματα ή εμπορεύματα, διακινούνται με απίστευτη ταχύτητα. Χωρίς σειρά, χωρίς ιεράρχηση, χωρίς αξιολόγηση. Ιδού όμως το παράδοξο: Όλοι οι συντελεστές παραγωγής αγαθών, τεχνολογίας, ιδεών κ.λπ. έχουν το δικαίωμα να κινούνται ελεύθερα. Δρακόντεια όμως μέτρα υπάρχουν για την ελεύθερη διακίνηση και των ανθρώπων που «παράγουν» την ιστορία. Η συνέπεια είναι όλοι να είμαστε υποκείμενα σχεδόν ασύνδετων και ασύμπτωτων εικόνων, που μας έρχονται από διαφορετικούς τόπους και χρόνους, αλλά και ανθρώπους. Με βάση τα θραύσματα αυτού του «σπασμένου» καθρέφτη  προσπαθούμε ο καθένας χωριστά να δώσουμε νόημα σ’ ένα χάος που μας περιβάλλει. Και μάλιστα σε μια μακρά και παρατεταμένη περίοδο. Και αυτό, σε πλανητικό επίπεδο.

 

2.

Ζούμε σε μια καθοδική εποχή: Ο άνθρωπος χάνει σιγά σιγά την αίσθηση της πραγματικότητας, της μόνης που μπορεί να του διασφαλίσει μια ισόρροπη σχέση με το περιβάλλον. Η τέχνη δεν έμεινε αδιάφορη από τα συμβαίνοντα στην κοινωνία. Και δεν πήρε μόνο την ευθύνη της αξιόπιστης καταγραφής των γεγονότων, όπως άλλωστε το οφείλει, έμμεσα πήρε και το ρόλο του συν-διαμορφωτή των συνειδήσεων, ένα ρόλο –γιατί όχι;– παιδαγωγού. Με το μυθιστόρημα Η Εβραία νύφη, ο Νίκος Δαββέτας επιχειρεί ένα θεαματικό άλμα προς μια διπλή στόχευση. Αποφεύγει την κλασική αρχή της αφήγησης που απαιτεί αρχή μέση και τέλος (συνήθως καλό) και, προκειμένου να εκταθεί σε όλο το μήκος του αιώνα που μόλις έφυγε, επιλέγει ενσταντανέ διάσπαρτα, δήθεν ασύμβατα και ασύμπτωτα, που όμως συνδέονται μεταξύ τους με ένα ισχυρό νήμα, το νόημα του οποίου καλείται να διαβάσει και ο αναγνώστης. Πρόκειται, θα έλεγα, για μια θεαματική πρόκληση δημιουργικής όχι μόνο γραφής, αλλά και ανάγνωσης.

 

3.

Με άλλα λόγια, ο Νίκος Δαββέτας μας προσκαλεί –και μας προκαλεί– να δώσουμε νόημα σε μια σειρά από θραύσματα που απεικονίζουν «στιγμές, σχέσεις και καταστάσεις» από διάφορους τόπους, από διάφορους χρόνους, από διάφορους ανθρώπους. Και, μέσα από διαυγή –διαυγέστερα δεν γίνεται– ενσταντανέ, μας καλεί να επαναβιώσουμε το εύρος και το βάθος της βαρβαρότητας με την οποία αναπάντεχα και απροειδοποίητα σφραγίστηκε ο 20ός αιώνας. Μας προτείνει, δηλαδή, με τα θραύσματα του συγκεκριμένου, εμείς με την ευθύνη μας να συνθέσουμε τη σειρά των γεγονότων, την ένταση των σχέσεων, τις ρίζες τους και τις προεκτάσεις των συνεπειών τους. Να ανασυνθέσουμε ένα σκόπιμα διάχυτο υλικό, ώστε να συναντήσει το αυθεντικό νόημά του. Να προσεγγίσουμε τις ρίζες του που ανατρέχουν πολύ πίσω από τα ίδια τα γεγονότα και τις συνέπειές του που εξακολουθούν να καθορίζουν αρνητικά και το δικό μας παρόν, όσο και εκείνο ίσως των παιδιών μας. Γιατί η βαρβαρότητα δεν αποτελεί ένα απλό επεισόδιο της ιστορίας που εγκλωβίζεται στην παρένθεσή του. Είναι ένα πολυπλόκαμο δηλητηριασμένο δίχτυ που πλήττει πρώτα απ’ όλα την ορθολογική σκέψη. Καταστρέφει τον πυρήνα του λογικού σχεδόν οριστικά. Και κατ’ επέκταση, το σύνολο των ανθρώπινων σχέσεων. Μερικά ενσταντανέ από το βιβλίο του Νίκου Δαββέτα θα καταδείξουν, ελπίζω, του λόγου το αληθές.

 

4.

Στον στοιχειώδη και ελλειπτικό αυτό καμβά, εικονογραφούνται με ένα ανάμεικτο στυλ προφορικού και γραπτού λόγου,  και πάντα ελλειπτικά, γεγονότα όπως διαμορφώνονται κάτω από την πίεση της ιστορίας. Και όμως, κάτω από τις ερπύστριες της ιστορίας που τείνει να αφανίσει κάθε ίχνος ιδιαιτερότητας, με την ευθύνη του συγγραφέα, αναδύεται η ατομική ευθύνη. Αναδύεται η πειθώ του ορθού λόγου, ο οποίος παραμένει πάντα «εν αρχή». Ακόμη και κάτω από τις ερπύστριες της βαρβαρότητας. Πράγματι, σε όλη τη διαδρομή του σπασμένου χρόνου του μυθιστορήματος, οι άνθρωπο «τρώγονται». Πολιτισμένα ή όχι, λίγη σημασία έχει. Και όταν δεν τρώγονται, δεν δένονται. Απλά, αλληλοχρησιμοποιούνται. Ή, αμοιβαία, εργαλειοποιούνται. Προς ίδιον όφελος. Μαζί τους καταρρέουν και βασικοί κώδικες καθολικών και οικουμενικών αξιών. Και όμως, σε αυτή τη γενικευμένη κατάρρευση, ο κώδικας των αξιών επιβιώνει. Λεηλατημένος, τραυματισμένος. Επιβιώνει, όμως, και, όπως ο πολικός αστέρας καθοδηγούσε άλλοτε τους ναυτικούς για την ορθή πορεία τους,  έτσι  και αυτός ο κώδικας υπενθυμίζει στο δημιουργικό αναγνώστη πως, ναι, υπάρχει ελπίδα.

 

5.

Στο βάθος του μυθιστορήματος  του Νίκου Δαββέτα αναμετριούνται η ιστορία και οι άνθρωποι. Η ολότητα και τα άτομα. Αναμετριούνται σε μια σχέση εξάρτησης και συμπληρωματικότητας:  η ιστορία  διαμορφώνει το άτομο, αλλά και το άτομο  διαμορφώνει την ιστορία. Στο μυθιστόρημα του Νίκου Δαββέτα δυο είναι τα κύρια άτομα: η Νίκη και ο σύντροφός της. Και στα δυο άτομα βαραίνει ο πρόγονος με μια ανυπόφορη αμφιθυμία: θέλουν να είναι καλός. Πανταχού η νοσταλγία της ευκλεούς ρίζας. Σαν αντίδοτο θαρρείς στη βαρβαρότητα που τους περιβάλλει. Και τους αναζητούν. Και, αν και διαψεύδονται διαρκώς, συνεχίζουν. Θαρρείς σαν το θύμα που κυνηγά το θύτη του.  Μια ενδεικτική επιλογή θραυσμάτων από το μυθιστόρημα του Νίκου Δαββέτα θα προσπαθήσω να τεκμηριώσω τους ισχυρισμούς μου:

α.- «Πρώτη φορά αναστατωμένο είδα τον πατέρα μου», διηγείται ένα πρόσωπο του μυθιστορήματος,  «μονάχα όταν του σπάσανε το μαγαζί και το λεηλάτησαν. Όχι οι Γερμανοί, οι δικοί μας. Juden unerwunscht (ανεπιθύμητοι)».

β.- «Μας κλείσανε στο γκέτο (όχι οι δικοί μας τώρα, αλλά οι άλλοι), κι ύστερα από μια βδομάδα μας πήραν από τους πρώτους με τα τραίνα για την Πολωνία. Εφτά μέρες, ένα μαρτύριο. Χωρίς νερό, χωρίς ψωμί, χειρότερα κι απ’ τα ζώα. Έπεσε ο ένας να φάει τον άλλο. Δεν ήσαστε πολιτισμένοι, λένε κάποιοι εκ των υστέρων. Ποιος πολιτισμός. Κλείσε σαράντα ακαδημαϊκούς μας σ’ ένα βαγόνι για μερικές μέρες χωρίς τροφή, κι αν δε φάει ο ένας τον άλλο, εμένα να μου τρυπήσετε τη μύτη. Θα τον φάει πολιτισμένα βέβαια».

Προλαβαίνω μερικά σχόλια: Σε μια κοινωνία που πριν από τον πόλεμο οι λέξεις είχαν για όλους τα ίδια σχεδόν νοηματικά περιεχόμενα, μετά την έλευση της βαρβαρότητας αυτό που έμεινε στις λέξεις είναι μόνο η εκφορά. Το ντύμα, δηλαδή. Το περίβλημα. Κι αυτό ίσως από συνήθεια. Γιατί περιεχόμενο στα δυο παραπάνω «θραύσματα» του μυθιστορήματος απλώς δεν υπάρχει. «Ποιοι, αλήθεια, είναι οι δικοί μας;» Και ποιοι «οι άλλοι»; Ποιοι οι φίλοι και ποιοι οι εχθροί; Από παντού η ίδια αποτρόπαια βία. Και η απέραντη κοινωνική μοναξιά.

Ένα ακόμη απόσπασμα:

γ.- «Όταν γύρισα πια στη Θεσσαλονίκη το ’45 και ήρθα τρέχοντας ώς την αγορά, στη θέση του εργαστηρίου μας βρήκα ένα γαλακτοπωλείο. Ο νέος  του μάλιστα ιδιοκτήτης, εκ Σερρών, είχε όπως μου είπε και τίτλους ιδιοκτησίας. «Από ποιους» τον ρώτησα, «μα από τiς γερμανικές aρχές», μου απάντησε με τον φυσικότερο τρόπο. Λες και οι Γερμανοί στην πόλη μας δεν είχαν χάσει τον πόλεμο».

Τι σχόλιο να κάνουμε σε αυτό, εκτός από το μακάριοι οι κατέχοντες. Αυτοί είναι που ορίζουν και το δίκαιο και την ηθική. Αλλά και την ιστορία, αφού για τον ιδιοκτήτη του γαλακτοπωλείου ο πόλεμος δεν… έληξε και οι Γερμανοί δεν νικήθηκαν. Πρόκειται για κατάρρευση της λογικής ή για κουτοπόνηρο καταφύγιο της απληστίας.

Κι ένα ακόμη απόσπασμα:

δ.- Τις προάλλες μού έφεραν το πετρέλαιο. Μέτρησα τη δεξαμενή με τη βέργα από τα πριν. Ύστερα μετά το γιόμισμα. «Τόσα λίτρα τόσα λεφτά». Λειψό μου φαίνεται, λέω του νεαρού. Πρώτη φορά τον έβλεπα. Μουτράκι. Άστραψε και βρόντησε. Κομμένα τα χαμόγελα και ο πληθυντικός. «Κυρά μου, χατίρι σου κάνουμε κι ερχόμαστε. Αν δε σ’ αρέσει, τράβα αλλού». Είπε, είπε, και τι δεν είπε το στόμα του. Θα ξεθυμάνει σκέφτηκα. Μαθημένος σ’ αυτά είναι. Ώσπου μου έδωσε τη χαριστική βολή. «Εσείς οι Εβραίοι δεν πρέπει να παραπονιέστε, φιλοξενούμενοι είστε εδώ»

Εμείς φιλοξενούμενοι; Πώς τόλμησε να μου πει κάτι τέτοιο κατάμουτρα. Πεντακόσια χρόνια είμαστε εδώ, με το νυχάκι σου να σκάψεις θα  βρεις τα κόκαλά μας. Η μισή πόλη πάνω στους τάφους μας χτίστηκε.

Αν η «επιχειρηματολογία» που κάνει το «μουτράκι» του πετρελαίου ήταν μοναδική, το πρόβλημα θα ήταν μικρό. Μήπως όμως η προστασία του παραλογισμού δεν είναι απλά  προσωπική ασθένεια του κοινού κλέφτη αλλά είναι η αναπόφευκτη συνέπεια της αδάμαστης  απληστίας που πλήττει τον σύγχρονο άνθρωπο. Ο οποίος πρώτα επιλέγει την εκτροπή και ύστερα ψάχνει για την επιχειρηματολογία. Με συνέπεια, εκτός από την εκτροπή να καταργεί και κάθε έννοια λογικής.

Κι ένα τελευταίο απόσπασμα:

Σε ένα από τα «θραύσματα» του μυθιστορήματος ένας διαπορεί, για λογαριασμό όλων μας φαντάζομαι: Και διαπορεί όχι στον τότε χρόνο, αλλά στον παρόντα: «Μα γιατί κάθε Εβραίος, όπου γης», αναρωτιέται εύλογα ο «ήρωας» του μυθιστορήματος, «ευθύνεται για τις πράξεις του Ισραήλ; Γιατί πρέπει διαρκώς ν’ απολογείται για τις σφαίρες του κάθε Ισραηλινού λοχία;»

Πράγματι, στη σχεδόν ανεξέλεγκτη δυναμική της παγκοσμιοποίησης, όλα ή σχεδόν όλα, εμπορεύματα, κεφάλαια επώνυμα ή και ανώνυμα ακόμη, ατομικά δικαιώματα και άλλα, κινούνται ελεύθερα και σχεδόν ανεξέλεγκτα, με ό,τι σημαίνει αυτό για την παγκόσμια οικονομία και δικαιοσύνη.

Η ευθύνη όμως ως ατόμων για τις πράξεις μας, θεωρητικά τουλάχιστον, παραμένει αδιαπραγμάτευτα ατομική. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον πράττοντα. Δεν μεταβιβάζεται ούτε ακόμη μέσα στην οικογενειακή κοινότητα. Κάθε εκτροπή από το αξίωμα αυτό βλάπτει καίρια την έννοια της ηθικής, της δικαιοσύνης και βέβαια και της δημοκρατίας. Και όμως, στο βωμό της απληστίας θυσιάζεται με περισσή ευκολία ολόκληρος ο κώδικας αξιών που λάμπρυνε το ανθρώπινο γένος.

Τελειώνοντας, θα έλεγα ότι ο Νίκος Δαββέτας δεν αφηγείται απλώς. Παραθέτει μια σειρά από εκρηκτικές αιχμές, από ερωτήματα-τεκτονικούς σεισμούς που ταρακουνούν κατεστημένους τρόπους σκέψης, από καταλύτες που θέτουν υπό αμφισβήτηση τις τσιμεντοποιημένες ψευδαισθήσεις μας.

Δυο κορυφαίοι κίνδυνοι απειλούν τον σύγχρονο κόσμο έλεγε ο Βαλερύ: η τάξη και το χάος.

Ας βάλουμε πλώρη για τ’ ανάμεσά τους.

17 Φεβρουαρίου 2023

Μια άγνωστη συνέντευξη του Άρη Αλεξάνδρου στον Ρένο Αποστολίδη. ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ BOOKS' JOURNAL - τχ. 99

25 Νοεμβρίου 2021

Μαξίμ Γκόρκι, Οι Αρταμάνοφ, μετάφραση από τα ρωσικά: Άρης Αλεξάνδρου, Πατάκη, Αθήνα 2018, 525 σελ.

Φιοντόρ Ντοστογιέβσκη, Έγκλημα και τιμωρία, μετάφραση από τα ρωσικά: Άρης Αλεξάνδρου, Γκοβόστη, Αθήνα 2014, 896 σελ.

Φιοντόρ Ντοστογιέβσκη, Οι δαιμονισμένοι, μετάφραση από τα ρωσικά: Άρης Αλεξάνδρου, Γκοβόστη, Αθήνα 2014, 784 σελ.

Τα ρωσικά ήταν η μητρική (κυριολεκτικά) γλώσσα του Άρη Αλεξάνδρου. Ο Αριστοτέλης Βασιλειάδης (αυτό ήταν το πραγματικό του όνομα), γιος Έλληνα εμπόρου και εσθονικής καταγωγής Ρωσίδας, γεννήθηκε στο Πέτρογκραντ και ήρθε στην Ελλάδα έξι χρονών· έτσι πήγε στην πρώτη δημοτικού χωρίς να ξέρει λέξη ελληνικά. Μια πρώτη λοιπόν παρατήρηση είναι ότι είχε άριστη γνώση της ρωσικής, της γλώσσας του πρωτοτύπου όσον αφορά τις μεταφράσεις του Γκόρκι, του Ντοστογιέφσκι, του Τσέχοφ κ.λπ. Είναι, όμως, επίσης αξιοσημείωτο το ότι απέκτησε τόσο καλή αίσθηση, αντίληψη και γνώση των ελληνικών, ώστε να δώσει εξαιρετικές μεταφράσεις, ποιήματα και το Κιβώτιο, μυθιστόρημα από τα σημαντικότερα της μεταπολεμικής ελληνικής πεζογραφίας. Προσωπικά ως μεταφραστής πιστεύω ότι εν τέλει πιο σημαντικό είναι να γνωρίζεις άριστα τη γλώσσα προορισμού, τη γλώσσα προς την οποία μεταφράζεις, παρά τη γλώσσα του πρωτοτύπου. Προφανώς κινδυνεύεις να κάνεις λάθη και παρανοήσεις, αν δεν καταλαβαίνεις καλά το πρωτότυπο, ή ακόμα πιθανότερο να προδώσεις το ύφος· από την άλλη, αν δεν χειρίζεσαι καλά τη γλώσσα προορισμού, εν προκειμένω τα ελληνικά, θα προκύψει αναπόφευκτα ένα κακό βιβλίο, ανεξαρτήτως πρωτοτύπου, κάτι που θα είναι προφανώς αντικειμενικά εις βάρος του κειμένου και του συγγραφέα του.

ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ ΒΟΟΚS' JOURNAL - τχ. 99

25 Νοεμβρίου 2021

Μαξίμ Γκόρκι, Οι Αρταμάνοφ, μετάφραση από τα ρωσικά: Άρης Αλεξάνδρου, Πατάκη, Αθήνα 2018, 525 σελ.

Λίγο μετά τα είκοσι, μεταφράζει για τον Γκοβόστη από τα αγγλικά και (δευτερευόντως) από τα ρωσικά. Όπως εύστοχα έχει πει ο Δημήτρης Ραυτόπουλος, ο Άρης Αλεξάνδρου ως δεσμώτης είναι ελεύθερος δημιουργός και ως «ελεύθερος» πολίτης δέσμιος της μετάφρασης. [1]

ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ ΒΟΟΚS' JOURNAL - τχ. 99

 

Η ταύτιση του Άρη Αλεξάνδρου σε μεγάλο βαθμό με το Κιβώτιο και τις μεταφράσεις από Ρώσους συγγραφείς συχνά αφήνει στη σκιά την υπόλοιπη μεταφραστική θητεία του. Πρόκειται για μεταφραστή πάνω από 60 τίτλων, ο οποίος, πάνω από 60 χρόνια μετά την κορύφωση της μεταφραστικής του παραγωγής, παραμένει ορατός μέσω ανατυπώσεων και εμπλουτισμένων επανεκδόσεων όσο κανείς της γενιάς του στα κεντρικά βιβλιοπωλεία. Εκτός από τις γνωστές σε οποιονδήποτε αναγνώστη μεταφράσεις των μειζόνων (τεσσάρων) έργων του Ντοστογιέφσκι είναι υπεύθυνος για την επανεγγραφή έργων του  Τουργκένιεφ, του Τολστόι, του Γκόρκι, του Τσέχοφ, του Έρενμπουργκ, της Αχμάτοβα, του Μαγιακόφσκι, αλλά και του Ο’Νιλ, του Λώρενς, της Περλ Μπακ, του Λιούις, του Ουάιλντ, του Κίπλινγκ, του Φώκνερ, του Στάινμπεκ, του Λόντον, του Σω, του Κάλντγουελ, της Καρλάυλ, όπως και του Βολταίρου, του Αραγκόν, του Σεμπρούν, του Μαλρώ και του Μπαλζάκ (στα στερνά του). Κι ακόμα είναι μεταφραστής του Πετρωνίου, του Τσβάιχ (από διάμεση γλώσσα), ποικίλων ποιημάτων και πολλών εγκυκλοπαιδικών έργων και βιογραφιών, μεταξύ άλλων. Σχεδόν τα μισά του μεταφράσματα κυκλοφορούν επανεκδομένα σήμερα. Ωστόσο (ή μάλλον εδώ και χρόνια), ο Αλεξάνδρου είναι πολύ λιγότερο γνωστός και πολύ λιγότερο παρών σε κεντρικά βιβλιοπωλεία για τις μεταφράσεις του Ντ.Χ. Λώρενς (τον οποίο πρωτοεισάγει), του Ευγένιου Ο’Νιλ, της Περλ Μπακ, του Κίπλινγκ και του Όσκαρ Ουάιλντ σε σχέση με τους συγγραφείς που έγραψαν στη (σχεδόν) μητρική του γλώσσα, τα ρωσικά.

Με τα λόγια του Δημήτρη Ραυτόπουλου: «Δεν μπορούμε να δούμε στο μεταφραστικό έργο του Αλεξάνδρου ένα “σχέδιο” ή πρόγραμμα προσωπικό. Ούτε οι συνθήκες οι γενικές ούτε η εκδοτική μας πραγματικότητα επέτρεπαν κάτι τέτοιο».[2] Τα πρώτα του χρόνια ως μεταφραστή αφορούν έργα γραμμένα στα αγγλικά, η έξοδός του στο στίβο του μεταφραστικού βιοπορισμού (με τη μεσολάβηση του Ρίτσου) και οι πρώτες δουλειές του στον Γκοβόστη είναι κυρίως εκ του αγγλικού. Σχεδόν όλη η πρώτη μεταφραστική του περίοδος αφορά εισαγωγές αγγλόφωνων συγγραφέων. Η δεκαετία του 1940 είναι, εξάλλου, μια περίοδος που η αγγλομάθεια δεν είναι αυτονόητη όσο σήμερα. Υπάρχουν λοιπόν κάπως διακριτές περίοδοι στο μεταφραστικό έργο του[3] και αξίζει να έχουμε στο μυαλό μας και την ηλικία του: λίγο μετά τα είκοσι μεταφράζει για τον Γκοβόστη από τα αγγλικά και (δευτερευόντως) από τα ρωσικά. Όπως εύστοχα έχει πει ο Δημήτρης Ραυτόπουλος, ο Άρης Αλεξάνδρου ως δεσμώτης είναι ελεύθερος δημιουργός και ως «ελεύθερος» πολίτης δέσμιος της μετάφρασης. Τα περισσότερα έργα από τα αγγλικά τα μεταφράζει, λοιπόν, λίγο μετά τα είκοσί του χρόνια. Τα πρώτα δέκα χρόνια της μεταφραστικής του θητείας δεσπόζουν οι εκ του αγγλικού εκδόσεις. Έπειτα, λίγο μετά τα τριάντα του, ακολουθεί η κυκλοφορία των γνωστών μεταφράσεων μειζόνων έργων του Ντοστογιέφσκι και άλλων ρώσων συγγραφέων. Η θητεία του στον Γκοβόστη κορυφώνεται στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Γύρω στα σαράντα του έχει ολοκληρώσει το μεγαλύτερο μέρος του μεταφραστικού του έργου. Τα τελευταία χρόνια περιορίζει την ποσότητα και στρέφεται σε μεταφράσεις από τη γαλλική, όντας σαφώς και πιο επιλεκτικός, όπως μαρτυρά το αρχείο του.

Κατά μια έννοια, που σήμερα μοιάζει παράδοξη, περισσότερο αποτελεί πρώτο εισηγητή του Ο’Νιλ,[4] παρά του Ντοστογιέφσκι στην Ελλάδα. Ούτε εισάγει αποκλειστικά συγγραφείς, τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια, oύτε προηγείται πάντα (Ντοστογιέφσκι –όχι πολλά έργα–, Γκόρκι, Τσέχοφ, Ουάιλντ π.χ. είχαμε ήδη μεταφρασμένους σε αυτοτελείς εκδόσεις και σε σελίδες περιοδικών και εφημερίδων, συχνά από διάμεσες γλώσσες). Αν με έναν συγγραφέα (με περιπετειώδη εκδοτική πορεία στην Ελλάδα) είχε μεταφραστική εμμονή και ξέρουμε ότι αλληλογραφεί συστηματικά, βάζοντας σε κίνδυνο και την περιουσία του την ίδια, αυτός είναι ο Έρενμπουργκ.

Υπάρχει αναλογία με τη θητεία προηγούμενων συγγραφέων, όπως ο Παπαδιαμάντης π.χ., που είναι πρώτα μεταφραστής (προς βιοπορισμόν) και έπειτα πεζογράφος πρωτότυπων έργων. Και υπάρχει σύνδεση με τους δεκάδες (ιδίως αριστερών φρονημάτων) αναγκαστικά πολλές φορές ζώντες από τη μετάφραση και αναγκαστικά ζώντες από την πένα τους, που δραστηριοποιήθηκαν στο χώρο αυτό συχνά ελλείψει άλλης προοπτικής τα χρόνια μεταξύ εμφυλίου και χούντας. Και για να μείνουμε στην εποχή του, από άλλο μετερίζι ο Αλέξανδρος Κοτζιάς μεταφράζει επίσης δεκάδες βιβλία, από πολλές κουλτούρες, αν όχι γλώσσες, αφετηρίας, για τα προς το ζην.

 

Η ανάδυση του μεταφραστή

Αρκετά πρόσφατα, την τελευταία δεκαετία, παλαιότερες μεταφράσεις έχουν αρχίσει και κυκλοφορούν ξανά, ανατυπωμένες και επιμελημένες. Πρόκειται κυρίως για μεταφράσματα που κυκλοφόρησαν στους ογκώδεις τόμους της σειράς «Βασική βιβλιοθήκη της παγκόσμιας κλασσικής λογοτεχνίας», που εκδίδεται από τις εκδόσεις Αφοί Συρόπουλοι και Κ. Κουμουνδουρέας, επιχείρησης τελείως διαφορετικής σε σχέση με τον Γκοβόστη, ειδικευμένης στη διάθεση κυρίως εγκυκλοπαιδικών ή εκλαϊκευτικών πολύτομων έργων μέσω πλασιέ. Ο Αλεξάνδρου έχει συνεργαστεί ξανά με τον Κουμουνδουρέα σε τόμους του γνωστού εκείνη την εποχή (κι ακόμα παρόντος σε παλαιές βιβλιοθήκες) πολύτομου έργου του Will Durant, Ιστορία του Παγκόσμιου Πολιτισμού, και σχεδιάζει στα στερνά του μια Ιστορία της Ελλάδας μέσω της γελοιογραφίας. Η σειρά αυτή αρχίζει φιλόδοξα το 1959 (και μάλλον απότομα τελειώνει). Οι τέσσερις (συν ένας) τόμοι συστεγάζουν παλαιότερους και σύγχρονους κλασικούς: Θερβάντες, Βολταίρο, Φλωμπέρ, Ζιντ, Φώκνερ, Γκόρκι και πολλούς ακόμα.[5] Ο Αλεξάνδρου συμμετέχει στο εγχείρημα με μεταφράσεις από τρεις γλώσσες (Φώκνερ, Λιούις, Γκόρκι, Βολταίρο). Σε έναν τόμο συνυπάρχουν μεταφράσματα του Πέτρου Χάρη και του Άρη Αλεξάνδρου. Η συστέγαση ετερόκλητων κειμένων, συγγραφέων, γλωσσών προέλευσης και μεταφραστών είναι χαρακτηριστική για τον κόσμο της μαζικής στόχευσης και της τυχαιότητας. Έπειτα από λίγα χρόνια, το 1964, προστίθεται ένας ακόμα τόμος, που περιλαμβάνει Μωπασάν, Τσέχοφ και Τολστόι, πάλι σε μεταφράσεις Αλεξάνδρου, οι οποίες επανακυκλοφόρησαν την τελευταία δεκαετία.

Έχει ενδιαφέρον, λοιπόν, πέρα από τα κυκλοφορούντα και εξαντλημένα βιβλία του Γκοβόστη, ότι τα τελευταία χρόνια βγαίνει στο αφρό, εκτός από τη διαρκή επαναφορά στα μείζονα πεζά και ποιητικά και την ανάδειξη ελασσόνων δοκιμιακών έργων του και επιστολών του, η διάσταση του Αλεξάνδρου ως μεταφραστή. Πλάι στον Ντοστογιέφσκι, τον Τουργκένιεφ και στον Σεμπρούν, πέρα από τις επανεκδόσεις του Γκοβόστη, πωλούνται ευρέως και κρίνονται ευμενώς τα θαμμένα για χρόνια μεταφραστικά επιτεύγματα του Αλεξάνδρου. Έχουν ξανακυκλοφορήσει αυτοτελώς έργα που θεωρούνταν χαμένα όπως το ενδιαφέρον και λογοκριμένο φορτισμένο ιδεολογικά, Σιδερένιο Τακούνι (Γκοβόστης 2012) του 1946, που σωζόταν μόνο σε χειρόγραφο, αλλά και μεταφράσεις από τη δεμένη σειρά Κουμουνδουρέα: Τσέχοφ (Γκοβόστης 2012), Μωπασάν (Γκοβόστης 2013) αλλά και της Άννας Καρένινα (Άγρα 2010), και πολύ πρόσφατα του Γκόρκι (Πατάκη 2018), πλαισιωμένο με πολύ ενδιαφέρον επίμετρο του Γιώργου Τσακνιά, προερχόμενες από τους αγνοημένους ώς πρόσφατα τόμους Συρόπουλου-Κουμουνδουρέα, που είναι προσιτοί μόνο σε παλαιοβιβλιοπωλεία.

Σύμφωνα με την αινιγματική παιγνιώδη μαρτυρία του ίδιου σε έρευνα της Επιθεώρησης Τέχνης για την κρίση του βιβλίου στις αρχές του 1964, που παρατίθεται στο επίμετρο της πρόσφατης έκδοσης των Αρταμάνοφ, έχουμε ένα σκηνικό όχι ιδιαίτερα τιμητικό για το επάγγελμά του. Γράφει ο Αλεξάνδρου:

Προς το παρόν, ο μόνος τρόπος να «προστατεύσουμε τη δουλειά μας απέναντι στους επιχειρηματίες του βιβλίου» είναι να γίνουμε εκδότες. Φυσικά, η πρότασή μου έχει δύο βασικά μειονεκτήματα: Πρώτον χρειαζόμαστε χρήματα που δεν έχουμε. Δεύτερον, αν γινόμουνα ποτέ μου εκδότης, θα έπαυα να μεταφράζω και θα κατέφευγα στους «νέους και ανεύθυνους μεταφραστές» αναλαμβάνοντας επωνύμως την «επιμέλεια» της μεταφράσεως, όπως κάνουν και τώρα μερικές «λογοτεχνικές φίρμες» οι οποίες ‒πράγμα γνωστό σε όλους εκτός από το «απροστάτευτο» κοινό‒ μια και μόνη σχέση έχουν με τον εκδότη τους: Εισπράττουν το αντίτιμο για την μέσω του ονόματός των διαφήμιση του εμπορεύματος, όπως παλιότερα διαφημίζανε τα σιγαρέτα Καραβασίλη ο Ξενόπουλος και η Κοτοπούλη κι όπως διαφημίζει σήμερα τον Παπαστράτο η Τζέιν Μάνσφιλντ.

Περιγράφεται εδώ με ειρωνεία και με ενάργεια ένας πιεστικός για τους μεταφραστές κόσμος, που λόγω της έλλειψης οργανωμένης βιβλιογραφίας (όπως στον 19o αιώνα, χάρη στην ομάδα Ηλιού-Πολέμη, ή στα πρόσφατα χρόνια, χάρη στο διαδίκτυο) είναι ακόμα ερευνητικά ανεξερεύνητος.

 

Μια ιστορία της μετάφρασης

Είναι λοιπόν ακόμα ανοιχτό θέμα η ανασύνθεση του μεταφραστικού κόσμου του Άρη Αλεξάνδρου, παρά τη σχετική έλλειψη τεκμηρίων για τις πρώτες τρεις δεκαετίες της μεταφραστικής του δραστηριότητας στο πλούσιο αρχείο του στο ΕΛΙΑ (το οποίο, όπως είναι αναμενόμενο, περιλαμβάνει υλικό κυρίως από τα τελευταία χρόνια της ζωής του).[6] Yπάρχει σίγουρα ο Αλεξάνδρου-εξαίρεση του κανόνα, ο μεταφραστής με την πυγμή, κυρίως των τελευταίων χρόνων της σύντομης ζωής του, ο εμμονικός εισηγητής, ο συνειδητοποιημένος μεταφραστής, με τις ιδιαίτερες επιλογές και τους δικούς του ρυθμούς. Αλλά υπάρχει και ο Αλεξάνδρου-κανόνας μιας εποχής, ο σκληρά εργαζόμενος με αναθέσεις, ο μεταφορέας των πρώτων χρόνων, με τους δεκάδες τίτλους και τις πολλές κουλτούρες-πηγή σε λίγα χρόνια. Είναι ίσως ακόμα πιο ανοιχτό θέμα το εκδοτικό σκηνικό και το μεταφραστικό πεδίο τα πρώτα μεταπολεμικά έτη – και όχι μόνο, με τον Άρη Αλεξάνδρου κανόνα και εξαίρεση, λειτουργικό πρίσμα για μια ολόκληρη εποχή, στο πλαίσιο ενός διαρκούς ζητουμένου: μιας ιστορίας εκδοτών, μεταφραστών και μεταφράσεων.

 

[1] Ελαφρώς επεξεργασμένη μορφή από την παρουσίαση του βιβλίου, Μαξίμ Γκόρκι, Οι Αρταμάνοφ, της νέας σειράς sub rosa, στο βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων Πατάκη, στις 15/4/2019.

[2] Δημήτρης Ραυτόπουλος, «Ο μεταφραστής Άρης Αλεξάνδρου», περιοδικό Μετάφραση ’96, σ. 142-153.

[3] Εδώ δεν θα σταθώ καθόλου σε πληροφορίες για καθοριστικές στιγμές της ζωής του, όπως η φυλάκιση και η εξορία (1947-51, 1953-1958, 1967-έως το τέλος της ζωής του το 1978), ούτε στο πολύ σημαντικό πρωτότυπο έργο του.

[4] Μεταξύ 1944 και 1946 μεταφράζονται τα έργα Ο αυτοκράτορας Τζόουνς, Ο μεγάλος θεός Μπράουν, Ερημιά, Το φεγγάρι των καραϊβικών νησιών,Το χρυσάφι, Ντυναμό, Το σιντριβάνι, Ο πρώτος άνθρωπος, Μέρες δίχως τέλος, Τα εκατομμύρια του Μάρκο Πόλο, Στις θάλασσες του Βορρά και άλλα δυο μονόπρακτα, Ο Λάζαρος γέλασε.

[5] ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: τ. 1 Σταντάλ: Το κόκκινο και το μαύρο. Μετάφρασις Πέτρ. Χάρη· Ονορέ ντε Μπαλζάκ: Μπάρμπα Γκόριο. Μετάφρασις Νικολάου Βρεττάκου· Μαξίμ Γκόρκι: Οι Αρταμάνωφ. Μετάφρασις Άρη Αλεξάνδρου· Γιόρκε Αμάντο: Οργισμένη γη. Μετάφρασις Νίκου Βώκου. ‒ τ. 2 Μπέττυ Εμίθ: Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν. Μετάφρασις Δέσποινας Δετζώρτζη· Γουίλλιαμ Φώκνερ: Οι αδούλωτοι. Μετάφρασις Άρη Αλεξάνδρου· Σίνκλερ Λιούις: Μπάμπιτ. Μετάφρασις Άρη Αλεξάνδρου· Βολταίρου: Ο αγαθούλης. Μετάφρασις Άρη Αλεξάνδρου. ‒ τ. 3 Μιγκέλ Θερβάντες: Ο Δόν Κιχώτης. Μετάφρασις Κ. Καρθαίου - Κ. Κουλουφάκου· Αλμπέρ Καμύ: Ο ξένος. Μετάφρασις Κούλα Φραγκιά· Αντρέ Ζιντ: Ποιμενική συμφωνία. Μετάφρασις Α. Αλκαίου. ‒ τ. 4 Γουσταύου Φλωμπέρ: Μαντάμ Μποβαρύ. Μετάφρασις Κ. Κουλουφάκου· Ανατόλ Φρανς: Το νησί των πιγκουΐνων. Μετάφρασις Ν. Παπαρρόδου· Φρανσουά Μωριάκ: Κόμπος από οχιές· Αντρέ Μαλρώ: Η ελπίδα. Μετάφρασις Ν. Βώκου· Νικολάι Γκογκόλ: Ταράς Μπούλμπα. Μετάφρασις Κ. Κουλουφάκου.

[6] Στο ΕΛΙΑ βρίσκονται κυρίως χειρόγραφα και προσχέδια μεταφράσεων (Έρενμπουργκ, Μπαλζάκ, Γκόγκολ, Μαρκούζε, Αντάμωφ, Ρισπέν, Μαρκούζε, ποικίλα ποιήματα) και επιστολές με εκδότες και ανθρώπους των γραμμάτων από τη δεκαετία του 1970.

24 Νοεμβρίου 2021

 

Ἄρης Ἀλεξάνδρου, Το κιβώτιο. Μυθιστόρημα, Κέδρος, Ἀθήνα 1998, 358 σελ.

«Σύντροφε ἀνακριτά, σπεύδω πρῶτα ἀπό ὅλα νά σᾶς ἐκφράσω τήν εὐγνωμοσύνη μου γιά τό χαρτί, τό μελάνι καί τήν πέννα πού μοῦ στείλατε μέ τόν δεσμοφύλακα. Συμφωνῶ ἀπολύτως μέ τή διαδικασία πού διαλέξατε, γιατί ἔτσι θά μπορέσω νά καταγράψω τά γεγονότα μέ τήν ἡσυχία μου, χωρίς νά φοβᾶμαι πώς θά μέ διακόψετε, πώς θά μοῦ ὑποβάλετε ἐρωτήσεις, χωρίς δηλαδή νά ἔχω τήν αἴσθηση ὅτι τελῶ ὑπό κράτησιν καί δίνω λόγο τῶν πράξεών μου». Τί ἀκριβῶς κάνει ὁ συγγραφέας μέ τό Κιβώτιο;

ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ BOOKS' JOURNAL - τχ. 99 (με αφορμή τη συμπλήρωση 99 χρόνων από τη γέννηση του συγγραφέα, 24 Νοεμβρίου 1922)

24 Νοεμβρίου 2021

Μαξίμ Γκόρκι, Οι Αρταμάνοφ, μετάφραση από τα ρωσικά: Άρης Αλεξάνδρου, Πατάκη, Αθήνα 2018, 525 σελ. 

Ο Γκόρκι άρχισε σαν φωνή της βαθιάς Ρωσίας, των απλών ανθρώπων και των κολασμένων, των παραβατικών, των θυμάτων της βίας. Αλλά από το 1927 αρχίζει η υποταγή του στον Στάλιν, μεταστροφή που δεν έχει άλλη εξήγηση από την κυνική ιδιοτέλεια. Ως πνευματική προσωπικότητα, ο Αλεξάνδρου υπήρξε το ακριβώς αντίθετο του Γκόρκι. Εντάχθηκε στην κομμουνιστική Αριστερά, όπως οι περισσότεροι της γενιάς του, με τις ιδέες της ισότητας, της δικαιοσύνης και της ελευθερίας. Και αρνήθηκε αυτή την ένταξη όταν διαπίστωσε την εξέλιξη του κομμουνισμού σε ιδεολογία και πρακτική ολοκληρωτισμού. Μεταξύ άλλων, ο Αλεξάνδρου μετέφρασε και Γκόρκι.

ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ BOOKS' JOURNAL - τχ. 99

24 Νοεμβρίου 2021

Πήρα το γράμμα σου...

Λάκης Δόλγερας

Η τακτική στήλη του Λάκη Δόλγερα. Αναδημοσίευση από το Books' Journal τχ. 99, Ιούνιος 2019.

29 Δεκεμβρίου 2019

Στέλιος Νεγρεπόντης - Βασιλική Φαρμάκη, Ιστορία Αρχαίων Ελληνικών Μαθηματικών. Από τον Θαλή στον Ευκλείδη μέσω Πυθαγορείων, Ζήνωνος, Πλάτωνος, Θεαιτήτου, Ευδόξου, Τόμος Ι, Εκκρεμές, Αθήνα 2019, 448 σελ. 

Ο πρώτος τόμος της Ιστορίας των Αρχαίων Ελληνικών Μαθηματικών των Νεγρεπόντη - Φαρμάκη δεν είναι απλώς μια ιστορική καταγραφή των όσων έλαβαν χώρα κατά την κλασική αρχαιότητα στην περιοχή των Μαθηματικών και ιδιαιτέρως της Γεωμετρίας. Έχει τα χαρακτηριστικά κοπιώδους ανεύρεσης και ανέλκυσης στοιχείων κρυμμένων βαθιά στην ύφανση κειμένων, που έφτασαν σε μας είτε ακέραια είτε ουσιωδώς αποσπασμένα από ένα corpus χαμένο, ίσως, για πάντα. Αναδημοσίευση από το Books' Journal 99, Ιούνιος 2019.

28 Ιουλίου 2019

Πλησιάζοντας προς τις εθνικές εκλογές, έπειτα από μια τριπλή εκλογική συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ. Το editorial του τεύχους 99 του Books' Journal, Ιούνιος 2019.

26 Ιουνίου 2019

Τεύχος 99

The Books' Journal

Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος #99, Ιούνιος 2019, του Books' Journal. Τα αναλυτικά περιεχόμενα:

09 Ιουνίου 2019