Αν βέβαια έχουν υπάρξει κενά ή ανεπάρκειες, αν οι σιδηρόδρομοι δεν λειτουργούσαν όπως έπρεπε, αν σπαταλήθηκαν πόροι, αν επείγει αναδιάρθρωση του σιδηροδρομικού δικτύου, αν υπάρχει διαφθορά στους σιδηροδρομικούς οργανισμούς και άλλα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τις υποδομές μεταφορών της χώρας, όλα αυτά είναι υπόθεση της πολιτικής και των κομμάτων. Για την κατάσταση των σιδηροδρόμων έχουν μεγάλη ευθύνη και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά η μεγάλη μερίδα της ευθύνης είναι της κυβέρνησης, που δεν κατάφερε να βελτιώσει σημαντικά πράγματα τα τελευταία σχεδόν έξι χρόνια που κυβερνά. Πέρα όμως από τις ευθύνες, υπάρχει πάντα ανάγκη ελέγχου της πορείας των βελτιώσεων που έχουν εξαγγελθεί και επίκρισης όσων έχουν ευθύνες για καθυστερήσεις.
Στην «κανονικότητα», για την οποία πολλοί εργαστήκαμε πολύ την περασμένη δεκαετία, έτσι δουλεύουν τα πράγματα. Αλλά στην Ελλάδα η αντιπολίτευση, πολλών ιδεολογικών αποχρώσεων αφού υπάρχει κομματικός κατακερματισμός στον εκείθεν της κυβέρνησης χώρο, δεν θέλει να κατανοήσει το ρόλο της στο πλαίσιο της κανονικότητας. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ακόμα και αυτά που έχουν κυβερνήσει δεκαετίες, όπως το ΠΑΣΟΚ, δείχνουν ότι επείγονται όχι να δημιουργήσουν ένα δημιουργικό ρεύμα πολιτών που θα στηρίξουν κάποιο συγκεκριμένο και αδρά καθορισμένο ρεαλιστικό πρόγραμμα εξουσίας αλλά, κυρίως, προσπαθούν να δημιουργήσουν πολιτική αναταραχή, για να εκτοπίσουν το συντομότερο την κυβέρνηση. Αδιαφορούν για την υπονόμευση της πολιτικής σταθερότητας, ακόμα και για την αβεβαιότητα που θα κυριαρχήσει στη χώρα αν επαναληφθούν οι συνέπειες της κρίσης που ζήσαμε την περασμένη δεκαετία – αν δεν αδιαφορούσαν, θα πολιτεύονταν θετικά και όχι αρνητικά.
Πώς όμως θα πείσουν τους πολίτες να τους ακολουθήσουν στην αβεβαιότητα, με μια τέτοια δοσολογία πολιτικής; Με έναν τρόπο. Αν καταφέρουν να φτιάξουν ένα κίνημα που θα ακολουθεί συναισθήματα, αν καταφέρουν να πείσουν τους πολίτες να αρχίσουν ξανά να περιφρονούν τη λογική και το συμφέρον τους. Τέτοια κινήματα έγιναν απόπειρες να στηθούν πολλές φορές από το 2019. Ξαναέγινε μια μεγάλη απόπειρα τώρα, και αφού από διάφορα κέντρα οι πολίτες βομβαρδίστηκαν με πληροφορίες ότι το τρένο μετέφερε παράνομες ουσίες που ήθελε να τις αποκρύψει η κυβέρνηση προστατεύοντας υψηλά ιστάμενους ή ότι έριξαν χαλίκι στην έκταση πλάι στις γραμμές όπου έγινε το δυστύχημα για να κρύψουν αυτές τις ουσίες. Οι «πληροφορίες» αυτές, επιτέλους, είχαν απήχηση στο συναίσθημα των πολιτών, που ανταποκρίθηκαν στα συλλαλητήρια της 26ης Ιανουαρίου 2025.
Η επιτυχία αυτών των συλλαλητηρίων, που διοργανώθηκαν σε όλη την Ελλάδα και σε πόλεις του εξωτερικού, αναζωπύρωσαν το θέμα και όλα έδειχναν ότι βαίνουμε προς πολιτική κρίση. Το νόημα των διαδηλώσεων αυτών συνοψίζεται σε δυο λέξεις: «έγκλημα» και «συγκάλυψη». Και ακριβώς επειδή το νόημα αυτό υπερβαίνει την κυβερνητική στάση, που παραπέμπει στη Δικαιοσύνη τη διερεύνηση του δυστυχήματος, ήταν πολιτική έκπληξη ότι τις διαδηλώσεις αυτές τις επιδοκίμασε ακόμα και ο βαλλόμενος πρωθυπουργός, ενώ κυβερνητικά στελέχη δήλωναν ότι «κι αυτοί θα ήθελαν να βρεθούν στα συλλαλητήρια»!
Τι έχει μεσολαβήσει από την ημέρα των διαδηλώσεων έως σήμερα; Στην αρχή, ένα μπαράζ δημοσιευμάτων που, σε γενικές γραμμές, ενισχύουν την εκδοχή της συγκάλυψης στοιχείων, χωρίς ωστόσο κάτι χειροπιαστό. Στην ουσία, ένας θόρυβος σε ΜΜΕ και σόσιαλ μίντια, που απλώς αναπαρήγαγε βεβαιότητες με τις οποίες πορεύεται, σχεδόν αποκλειστικά, η αντιπολίτευση.
Ελάχιστες φωνές, με δημόσιες παρεμβάσεις, υπενθύμιζαν ότι το κλίμα υστερίας έφτιαχνε ένα πολιτικό κλίμα «αντισυστημισμού», που προσπάθησε να το εκμεταλλευτεί η αντιπολίτευση (συμπεριλαμβανομένου και του ΠΑΣΟΚ), ένα κλίμα που αμφισβητούσε τους θεσμούς της δημοκρατίας, με πρώτο θύμα τη δικαιοσύνη – ανάμεσά στα φωνές αυτές βρέθηκε, προς τιμήν της, και η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Κλάπα, που υπερασπίστηκε τη δικαιοσύνη, την ανεξαρτησία και το κύρος της, ως συστατικό της δημοκρατίας.
Το αντιδημοκρατικό αυτό κλίμα, πάντως, όπως είναι ευνόητο, δεν το εισπράττει δημοσκοπικά η θεωρούμενη «θεσμική» αντιπολίτευση (παρά τη συστηματικά αντιθεσμική στάση της) αλλά οι οπαδοί του πολιτικού μηδενισμού, η ακροδεξιά Λατινοπούλου και η αριστερή λαϊκίστρια Κωνσταντοπούλου.
Τις τελευταίες ημέρες, ωστόσο, το «κίνημα της θλίψης» στο όνομα του οποίου συντηρήθηκε η αντιδημοκρατική έξαρση υπέστη σοβαρές ήττες. Κατέρρευσαν οι συστηματικές πληροφορίες που πρωτοδιακίνησε ο ακροδεξιός συνωμοσιολόγος Βελόπουλος ότι το μοιραίο εμπορικό τρένο μετέφερε παράνομο εύφλεκτο φορτίο, ενώ οι αδέξιοι και επιπόλαιοι χειρισμοί του ΠΑΣΟΚ καταρρίπτουν και την κατηγορία της απόκρυψης, από τον πρόεδρο της Βουλής, της δικογραφίας που είχε διαβιβαστεί στο Κοινοβούλιο και υποτίθεται ότι ενοχοποιούσε κυβερνητικά στελέχη, όπως ο Χρήστος Τριαντόπουλος.
Το επόμενο διάστημα είναι κρίσιμο, επειδή θα φανεί αν η απόπειρα δημιουργίας ενός νέου λαϊκού μηδενιστικού αντισυστημισμού κι αυτή τη φορά κατέρρευσε. Αν οι πολίτες έμαθαν, από την εμπειρία της περασμένης δεκαετίας. Κι αν, όντως, δεν είναι πια εύκολο πράγμα η συνωμοσία κατά της δημοκρατίας, στο όνομα της αγανάκτησης, της θλίψης ή της οργής, από επιδέξιους χειραγωγούς του πλήθους.
Κι αν όντως όσα πάθαμε μας όπλισαν με γνώση και αποφασιστικότητα να μη δώσουμε ξανά τη δυνατότητα σε τυχοδιώκτες της πολιτικής να μας προσθέσουν στην ευρωπαϊκή πλέον πολιτική ρευστότητα, που υπονομεύει και τη δημοκρατία και την ιδέα της ενωμένης Ευρώπης.