Σύνδεση συνδρομητών

Ο χιλμπίλης του Λευκού Οίκου

Δευτέρα, 20 Ιανουαρίου 2025 02:12
11 Σεπτεμβρίου 2024, Νέα Υόρκη. Ο Ντόναλντ Τραμπ και ο αντιπρόεδρός του, γερουσιαστής Τζέιμς Ντέιβιντ Βανς, στο Οχάιο, στην τελετή μνήμης στο πλαίσιο της 23ης επετείου της τρομοκρατικής επίθεσης της 11ης Σεπτεμβρίου. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι δύο άντρες κοιτάζουν σε αντίθετες κατευθύνσεις, αλλά κανείς δεν ξέρει αν αυτή η συμβολική διάσταση της φωτογραφίας απηχεί κάποια διαφορετική αντίληψη εκ μέρους τους της πολιτικής.
Yuki Iwamura / AP
11 Σεπτεμβρίου 2024, Νέα Υόρκη. Ο Ντόναλντ Τραμπ και ο αντιπρόεδρός του, γερουσιαστής Τζέιμς Ντέιβιντ Βανς, στο Οχάιο, στην τελετή μνήμης στο πλαίσιο της 23ης επετείου της τρομοκρατικής επίθεσης της 11ης Σεπτεμβρίου. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι δύο άντρες κοιτάζουν σε αντίθετες κατευθύνσεις, αλλά κανείς δεν ξέρει αν αυτή η συμβολική διάσταση της φωτογραφίας απηχεί κάποια διαφορετική αντίληψη εκ μέρους τους της πολιτικής.

Ξαναδιαβάζοντας Το τραγούδι του Χιλμπίλη του Τζέιμς Ντέιβιντ Βανς

Τον Ιούνιο του 2016, στις Ηνωμένες Πολιτείες, κυκλοφόρησε ένα βιβλίο ονόματι Hillbilly Elegy (στα ελληνικά: Το τραγούδι του Χιλμπίλη, μετάφραση Αριστείδης Μαλλιαρός, εκδόσεις Δώμα), γραμμένο από έναν άγνωστο 32χρονο ονόματι Τζέιμς Ντέιβιντ Βανς, ταπεινής καταγωγής απόφοιτο της Νομικής Σχολής του Yale, αλλά και πρώην πεζοναύτη. Αυτόν που στις 20 Ιανουαρίου του 2025 θα ορκιστεί αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.

Όταν κυκλοφορεί το βιβλίο, βρισκόμαστε στο 2016. Ακόμη πρόεδρος είναι ο Μπαράκ Ομπάμα, και η πιθανότητα να συμβεί κάτι τόσο ακραίο όσο να εκλεγεί πρόεδρος ο Ντόναλντ Τραμπ φαντάζει απόμακρη. Είμαστε στο 2016 και η Ελλάδα βιώνει την επαναστατική της ονείρωξη. Είμαστε στο 2016 και μόλις έχει διενεργηθεί το δημοψήφισμα για το Brexit στη Μεγάλη Βρετανία ενώ το Forbes προβλέπει ότι το Brexit θα είναι καταστροφικό για την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ.

Το βιβλίο γίνεται εκδοτικό φαινόμενο. Θα παραμείνει για εβδομάδες στις κορυφαίες θέσεις των μπεστ σέλερ των New York Times και το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, η ανάγκη ερμηνείας του, θα οδηγήσει πολλούς στις σελίδες του. Οι συντηρητικοί κύκλοι θα τον αγκαλιάσουν από νωρίς[1]. Αριστεροί αναλυτές αντίθετα θα του επιτεθούν με ανοίκεια δριμύτητα, χαρακτηρίζοντάς τον ψευδοπροφήτη[2].

Στην Ελλάδα το βιβλίο θα κυκλοφορήσει το 2018, δεύτερο στην σπουδαία σειρά testimonia των εκδόσεων Δώμα. Το διαβάζω αμέσως και γράφω την άποψή μου στον διαδικτυακό τόπο Amagi[3]. Η κριτική ξεκινά ως εξής:

Σε κάποια χρόνια στο σύντομο μέλλον, θα επιστρέφουμε στο 2018 για να θυμηθούμε την πρώτη γνωριμία μας με τον Τζέιμς Ντέιβιντ Βανς, ο οποίος τότε θα είναι τουλάχιστον υποψήφιος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Γιατί, ας μη γελιόμαστε, ιστορία εν τη γενέσει είναι το Τραγούδι του Χιλμπίλη, κοινωνιολογικό μανιφέστο. [...] Θα μπορούσε, από την άλλη, ο Βανς να γίνει ο επόμενος γκουρού της αυτο-εξέλιξης, ο Αλχημιστής του 21ου αιώνα. Είναι όμως προφανές από την ανάγνωση του Τραγουδιού του Χιλμπίλη πως άλλες είναι οι βλέψεις του, και το φυσικό του μονοπάτι.

Τα χρόνια που μεσολάβησαν λίγοι ασχολήθηκαν με τον Βανς, μέχρι το καλοκαίρι του 2024, όταν επιλέχθηκε ως υποψήφιος αντιπρόεδρος του επανακάμψαντος Ντόναλντ Τραμπ. Αρκετοί ξαναγύρισαν στο βιβλίο (και την ατυχή κινηματογραφική μεταφορά του) για να κατανοήσουν.  Επέστρεψα πρόσφατα κι εγώ, με όλη τη γνώση τού σήμερα, τη γνώση δηλαδή της πορείας του Βανς, τη σημειολογία της τότε μαρτυρίας του.

Τι είναι το βιβλίο; Είναι η εξιστόρηση της μακράς, επίπονης πορείας του Τζέιμς Ντέιβιντ Βανς από μια φτωχή και ταλαιπωρημένη οικογένεια των Απαλαχίων, από μια φτωχή και ξεχασμένη περιοχή των Απαλαχίων, έως το Yale. Είναι μια σκληρή περιγραφή όσων συμβαίνουν γύρω του, της τραχύτητας των ανθρώπων και των καταστάσεων: η μητέρα εξαρτημένη από διαφόρων ειδών ναρκωτικά, ο πατέρας απών νεοχριστιανός. Ο παππούς και η γιαγιά, η τελευταία κυρίως, στέκονται πλάι του. Το ίδιο και η μεγαλύτερη ετεροθαλής αδερφή του. Μεγαλώνει σε μια οικογενειακή παράνοια, με την αστυνομία να παρεμβαίνει, την πρόνοια να παραμονεύει, πατριούς να έρχονται και να παρέρχονται. Προοπτική μηδέν: μιλάμε για το Middletown του Οχάιο, όνομα και πράγμα, πόλη που δεν αξιώθηκε καν να αποκτήσει κανονικό όνομα, στη μέση του πουθενά. Τελειώνεις, αν τελειώσεις, το σχολείο, και δεν έχεις και πολλά να ονειρεύεσαι. Θα βάλει στόχους, θα αναζητήσει να μάθει την αυτοπειθαρχία, θα περάσει στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο αλλά, πρώτα, αυτό το στρουμπουλό παιδί θα πάει στους πεζοναύτες και στο Ιράκ όπου θα διαφύγει οριστικά από την επίκτητη αβουλία της κοινότητας στην οποία μεγάλωσε, θα επιστρέψει να αποφοιτήσει δουλεύοντας σε δύο και τρεις δουλειές παράλληλα για να συντηρηθεί, θα επιδιώξει το Yale όπου θα τα καταφέρει και βέβαια θα γνωρίσει την Ούσα, την ινδικής καταγωγής γυναίκα του που είναι ο τέταρτος πυλώνας της ζωής του μετά τη γιαγιά, την αδερφή και μια καθηγήτριά του στο Yale, όλες γυναίκες.

Το Middletown, και το γειτονικό Jackson του Κεντάκι που είναι ο γενέθλιος τόπος της οικογένειας, είναι στα Απαλάχια, μια εκτεταμένη περιοχή που διασχίζει σχεδόν κάθετα τις ανατολικές ΗΠΑ. Εκεί ξεκινει και η «ζώνη της σκουριάς» που επεκτείνεται δυτικά: μια περιοχή εργοστασίων σιδηρομεταλλευμάτων που, από τη δεκαετία του 1960 και μετά, παράκμασε δραματικά. Λίγο αριστερότερα στο χάρτη βρίσκεται η περιοχή των Όζαρκς. Όλες αυτές οι περιοχές κατοικούνται από χιλμπίληδες, χωριάτες, να το μεταφράσουμε (ο όρος «βλαχαδερό» που συχνά χρησιμοποιείται ως αντίστοιχος ελληνικός είναι επιεικώς απρεπής και προσβλητικός για κάποιους). Εδώ είμαστε μακριά από τους διανοούμενους της ανατολικής ακτής, μακριά από τα κέντρα αποφάσεων της Ουάσιγκτον, μακριά από τη χλιδή και την δημιουργικότητα της Δυτικής Ακτής. Είμαστε στο χωριό. Και μάλιστα σε χωριό που εύκολα μπορεί να το περιφρονήσει κανείς, δεν κοστίζει σε πολιτική ορθότητα – λευκοί είναι. Είναι οι τρομακτικοί κακοί του Όταν ξέσπασε η βία, του 1972, μέχρι να τους δείξει ο μάχιμος αστός Μπαρτ Ρέινολντς πέντε πράγματα. Είναι το χρόνια επιτυχημένο τηλεοπτικό ανέκδοτο των Beverly Hillbillies.

Είμαστε και σε μια εποχή που τα εργοστάσια κλείνουν το ένα μετά το άλλο: η Amrco, η εταιρεία στην οποία δούλευε ο παππούς του, αυτή που θεωρούνταν ως δεδομένη, ως ύστατη επαγγελματική εφεδρεία για όλους τους νέους της περιοχής του, παρακμάζει πλέον, εξαγορασμένη από την Kawasaki. Οι θέσεις εργασίας δεν είναι στο εξής δεδομένες, ούτε οι παρεμβάσεις της εταιρείας στην κοινότητα. Όλα είναι διαβρωμένα από τη φτώχεια κι όλοι είναι παραιτημένοι. Είναι ο κόσμος τον οποίο περιέγραψε ξανά και ξανά τη δεκαετία του 1980 ο Μπρους Σπρίνγκστιν – είναι εκπληκτικό πώς περιγράφουν τόσο παρόμοια την ίδια κατάσταση, την ίδια τραγωδία, δυο τόσο διαφορετικοί πολιτικά άνθρωποι. Τα καταστήματα κλείνουν, τα εμπορικά κέντρα ρημάζουν, τα «αγοράζω χρυσό» παραρτήματα ανθούν και, αναπόφευκτα, εδώ θα μπουν και τα ναρκωτικά. Ακόμη και σήμερα, είναι εξωφρενικά μεγάλη η τραγωδία των ναρκωτικών εκεί: πάνω από χίλιοι θάνατοι από υπερβολική δόση καταγράφηκαν στην ευρύτερη περιοχή του Middletown την περίοδο 2015-2020.   

Γιατί ήταν εξαρχής πολιτικό μανιφέστο το Τραγούδι του Χιλμπίλη; Μα το έλεγε ήδη από τον υπότιτλό του: «Αναμνήσεις μιας οικογένειας και μιας κοινωνίας σε κρίση». Σου το λέει: «Δεν κάνω αυτοβιογραφία, αλλά προσωπικό χρονικό. Συγχρόνως μιλάω για μια κοινωνία, ακόμη περισσότερο for a culture με βάση τον πρωτότυπο υπότιτλο, η οποία βρίσκεται σε κρίση: μιλάω για τους ανθρώπους μου, που προτιμάνε να γκρινιάζουν παρά να σκίζονται στη δουλειά, αλλά δεν τους δίνω ελαφρυντικά. Ναι, έρχεσαι από την περιφρονημένη ζώνη. Ναι, η άρχουσα τάξη με τις επιλογές της σε καταστρέφει και αδιαφορεί. Ναι, κάποιοι πατρίκιοι θα έχουν όλες τις επιλογές ευτυχίας και ανέλιξης, ανέξοδα. Ναι, για να επανέρθουμε στον Σπρίνγκστιν, «it’s a town full of losers». Οπότε πρέπει να «pull out of here to win». Πρέπει να προσπαθήσεις, να μην παραιτηθείς. Πρέπει να δουλέψεις. Να μοχθήσεις 20 ώρες την ημέρα. Μιλάω για όσους ζουν από τα επιδόματα, τα οποία εντέλει τα πληρώνω εγώ. Μιλάω για τον καταναλωτισμό μας, για τις επίπεδες τηλεοράσεις και τα smartphone, ενώ υπάρχουν οικονομικά αδιέξοδα. Μιλάω για τον εθισμό, σε ουσίες και τροφές, στα περιττά κιλά, στο λίπος της κοιλιάς και του μυαλού. Ζούμε σε έναν κόσμο όπου η παραπληροφόρηση και οι θεωρίες συνωμοσίας οργιάζουν. Σου λέω να αποτινάξεις αυτό το λίπος χωρίς να ψάξεις δικαιολογίες σε κάποιο δόγμα. Σου το λέω επειδή το έκανα. Είμαστε καταδικασμένοι, ίσως βραχυπρόθεσμα αλλά όχι απαραίτητα μακροπρόθεσμα: μπορούμε ακόμα να ελέγξουμε κάτι από την μοίρα μας. «ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΠΡΑΞΟΥΜΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ» σημειώνει ο Βανς σε κάποια παράγραφο. Θα ταίριαζε και ως σύνθημα προεκλογικής εκστρατείας. 

«Σου το λέω γιατί εγώ κυνήγησα το αμερικανικό όνειρο». Το αμερικανικό όνειρο θα μπορούσε να είναι η επιτομή του αμερικανικού κοινωνικού ασυνείδητου. Αλλά ποιο είναι το αμερικανικό όνειρο; Για τη γιαγιά του Βανς ήταν ο Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ, ως εξαιρειτκά επιτυχημένος μετανάστης. Αλλά πώς ορίζεται εντέλει το αμερικανικό όνειρο; Όταν ο James Truslow Adams εισήγαγε την έννοια, ως the epic of America, το 1931, το όνειρο δεν εμπεριείχε απαραίτητα τη συσσώρευση πλούτου. Ήταν περισσότερο ένα ιδεώδες μιας κοινωνίας ηθικών κανόνων, η ισονομία στη δυνατότητα, ένα συμβόλαιο μεταξύ ατόμου και έθνους. Ο Βανς γράφει ένα roman a these / thesis novel (δεν ξέρω πώς να το μεταφέρω σωστά στα ελληνικά): περιγράφει, ερμηνεύει, κρίνει, προτείνει. Εκμεταλλεύεται την προσωπική ιστορία για να μιλήσει για το κοινωνικό τραύμα: την εγκατάλειψη, την ανεργία, τη φτώχεια που δημιουργούν μια ψυχολογική μαύρη τρύπα. Και εντέλει εξηγεί πώς μπορούμε να γκρεμίσουμε τα κοινωνικά μας a priori.

Αν ζούσε ο Μαρκ Φίσερ, και προλάβαινε να διαβάσει το Τραγούδι του Χιλμπίλη, θα εξεγειρόταν κι αυτός, όπως πολλοί αριστεροί αναλυτές, γι’ αυτή την εστίαση στην ατομική ευθύνη και ενοχή, θα τη θεωρούσε αποπροσανατολιστική απέναντι στον καπιταλιστικό ρεαλισμό που βιώνουμε. Αλλά θα έχανε κι αυτός τη μεγάλη εικόνα. Ναι μεν ο Βανς χρησιμοποιεί την ατομική ευθύνη ως πολιτικό όργανο, αλλά τη θεωρεί ως τον τρόπο με τον οποίο μπορεί κανείς να διαρρήξει το αρραγές αυτού που μας περιβάλλει και ονομάζουμε κατάσταση, πραγματικότητα, πλέον ως αλλαγή.

Τι έγινε λοιπόν μετά; Πώς από ένα μανιφέστο πεφωτισμένου Ρεπουμπλικανού πήγαμε στη συμπόρευση με τον Τραμπ, στις θεωρίες συνωμοσίας που ο ίδιος στο βιβλίο καταδικάζει, στα σεξιστικά σχόλια – απ’ αυτόν που τον στήριξαν και τον διαμόρφωσαν γυναίκες; Ο Μιτ Ρόμνεϊ, που τον θεωρούσε ελπίδα αναγέννησης του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος από τα αποκαΐδια του Τραμπ μετά το 2020, έμεινε έκπληκτος με την αλλαγή. Η ταινία που γύρισε ο Ρον Χάουαρντ, άχρωμα και άοσμα και ιλουστρασιόν, όπως πάντα, απέφυγε τα πολλά πολλά πολιτικά (αν θέλει κανείς την πραγματική εμπειρία τού τι σημαίνει να ζεις σε μια hillbilly land, υπάρχει το εκπληκτικό Winter’s Bone, με όλη την παραίτηση, την παρακμή, τη βία και τα αδιέξοδα που ενίοτε ψάχνουν διεξόδους στο στρατό).

Στην πορεία προς τη γερουσία αρχικά, φυσικά και αναζήτησε το χρίσμα του Τραμπ. Στην πορεία προς τον Λευκό Οίκο ενδέχεται να είναι απλά μια μαριονέτα, ο μπροστινός ενός δυτικού ολιγάρχη ονόματι Peter Thiel. Μπορεί απλώς να επιθυμεί να φτάσει εκεί όπου κανείς δεν φανταζόταν. Είναι κι ένα ρητορικό ερώτημα αυτό: Αν σου δίνεται η ευκαιρία να μπεις στους κύκλους της εξουσίας, μπαίνεις; Αποφασίζεις να παλέψεις ενάντια στη διάβρωση, δέχεσαι συμβιβασμούς έχοντας έναν απώτερο στόχο; Ή απλά ήσουν ένας ταλαντούχος τύπος που αποφάσισε να μην είναι ξένος πια στον κόσμο των ελίτ;

Υπάρχει και έχει δημοσιευτεί μια φωτογραφία του Βανς με τον Τραμπ, από τις πλέον προβεβλημένες, στην οποία κοιτάζουν σε εντελώς διαφορετικές κατευθύνσεις. Να σημαίνει κάτι; Ή απλά, όπως σημείωσε και σε ένα άρθρο του στην Kαθημερινή ο Δημήτρης Ρηγόπουλος[4], θα πάρει στο λαιμό του και την τάξη που υπερασπίστηκε; Το επόμενο κεφάλαιο θα δείξει. (Και ως άνθρωπος που συστηματικά μελετά τα ακραία σενάρια, ποια θα ήταν η στάση του σε περίπτωση που βρεθεί στην Προεδρία, για όποιον λόγο – βιολογικό, νομικό ή άλλον, απρόβλεπτο;) 

*Μέρος του κειμένου αποτέλεσε μέρος σχετικής εισήγησης σε εκπαιδευτική συνάντηση του Ελληνικού Δικτύου Ομαδικών Αναλυτών, με τίτλο «Διαβάζοντας Λογοτεχνία - Διαβάζοντας τον Κόσμο, Λογοτεχνία και Κοινωνικό Ασυνείδητο. Με αφορμή το βιβλίο του J. D.Vance, Το τραγούδι του Χιλμπίλη»

 

[1] Rob Dreher, Trump: Tribune Of Poor White People. https://www.theamericanconservative.com/trump-us-politics-poor-whites

[2] Sarah Jones, D. Vance, the False Prophet of Blue America. https://newrepublic.com/article/138717/jd-vance-false-prophet-blue-america 

[3] Γιώργος Παππάς, Η βαθιά Αμερική. https://amagi.gr/content/i-vathia-ameriki

[4] Δημήτρης Ρηγόπουλος. Τζέι Ντι Βανς: Οι πολλές μεταμορφώσεις του χιλμπίλη. https://www.kathimerini.gr/world/563135344/tzei-nti-vans-oi-polles-metamorfoseis-toy-chilmpili

Γιώργος Παππάς

Παθολόγος που ζει και εργάζεται στα Ιωάννινα. Αγαπά να μελετά την επιδημιολογία των λοιμώξεων και την ετοιμότητα απέναντι σε πανδημίες, και έχει ένα σχετικό ερευνητικό έργο γι’ αυτά. Κυκλοφορεί το βιβλίο του, Οι επόμενες δύο εβδομάδες θα είναι κρίσιμες (2022).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.