Σύνδεση συνδρομητών

Ρωσική λογοτεχνία

Εμφάνιση άρθρων Books' Journal βάσει ετικέτας

Γράμμα σε έναν Ρώσο φίλο [13]

Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης

Αγαπημένε Ρώσε φίλε μου,

Δεν ξέρω αν μέσα σε όλα τα τρομερά γεγονότα που συμβαίνουν στις μέρες, πρόλαβες να διαβάσεις το κύριο άρθρο του Economist της 6ης Οκτωβρίου 2022. Πιθανόν όχι, γιατί θα αναλογίζεσαι τις ήττες των ρωσικών όπλων στις στέπες της Ουκρανίας. Τελικά, ο τριήμερος πόλεμος που σας είχε υποσχεθεί ο ηγέτης σας διαρκεί περισσότερες από διακόσιες ημέρες και τα αποτελέσματά του κάθε άλλο παρά παρήγορα είναι για εσάς.

09 Οκτωβρίου 2022

Μαξίμ Γκόρκι, Οι Αρταμάνοφ, μετάφραση από τα ρωσικά: Άρης Αλεξάνδρου, Πατάκη, Αθήνα 2018, 525 σελ.

Φιοντόρ Ντοστογιέβσκη, Έγκλημα και τιμωρία, μετάφραση από τα ρωσικά: Άρης Αλεξάνδρου, Γκοβόστη, Αθήνα 2014, 896 σελ.

Φιοντόρ Ντοστογιέβσκη, Οι δαιμονισμένοι, μετάφραση από τα ρωσικά: Άρης Αλεξάνδρου, Γκοβόστη, Αθήνα 2014, 784 σελ.

Τα ρωσικά ήταν η μητρική (κυριολεκτικά) γλώσσα του Άρη Αλεξάνδρου. Ο Αριστοτέλης Βασιλειάδης (αυτό ήταν το πραγματικό του όνομα), γιος Έλληνα εμπόρου και εσθονικής καταγωγής Ρωσίδας, γεννήθηκε στο Πέτρογκραντ και ήρθε στην Ελλάδα έξι χρονών· έτσι πήγε στην πρώτη δημοτικού χωρίς να ξέρει λέξη ελληνικά. Μια πρώτη λοιπόν παρατήρηση είναι ότι είχε άριστη γνώση της ρωσικής, της γλώσσας του πρωτοτύπου όσον αφορά τις μεταφράσεις του Γκόρκι, του Ντοστογιέφσκι, του Τσέχοφ κ.λπ. Είναι, όμως, επίσης αξιοσημείωτο το ότι απέκτησε τόσο καλή αίσθηση, αντίληψη και γνώση των ελληνικών, ώστε να δώσει εξαιρετικές μεταφράσεις, ποιήματα και το Κιβώτιο, μυθιστόρημα από τα σημαντικότερα της μεταπολεμικής ελληνικής πεζογραφίας. Προσωπικά ως μεταφραστής πιστεύω ότι εν τέλει πιο σημαντικό είναι να γνωρίζεις άριστα τη γλώσσα προορισμού, τη γλώσσα προς την οποία μεταφράζεις, παρά τη γλώσσα του πρωτοτύπου. Προφανώς κινδυνεύεις να κάνεις λάθη και παρανοήσεις, αν δεν καταλαβαίνεις καλά το πρωτότυπο, ή ακόμα πιθανότερο να προδώσεις το ύφος· από την άλλη, αν δεν χειρίζεσαι καλά τη γλώσσα προορισμού, εν προκειμένω τα ελληνικά, θα προκύψει αναπόφευκτα ένα κακό βιβλίο, ανεξαρτήτως πρωτοτύπου, κάτι που θα είναι προφανώς αντικειμενικά εις βάρος του κειμένου και του συγγραφέα του.

ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ ΒΟΟΚS' JOURNAL - τχ. 99

25 Νοεμβρίου 2021

Ο Μιχαήλ Γιαμπόλσκι είναι ρώσος κριτικός γραμμάτων και τεχνών, σημειολόγος και, τα τελευταία χρόνια, καθηγητής στο New York University. Οι προσεγγίσεις του στην επιστήμη του δίνουν τα εργαλεία για τη ρηξικέλευθη προσέγγιση της πολιτικής τα χρόνια της παγκοσμιοποίησης, για την άνοδο του λαϊκισμού, για τις αυταρχικές ηγεμονίες του παρόντος και του μέλλοντός μας αλλά και για τις αλλαγές στην πολιτική ζωή λόγω της παντοδυναμίας των ΜΜΕ. Στη συνέντευξη που παραχώρησε προσεγγίσαμε τις προοπτικές της Ευρώπης, της Ρωσίας, της Κίνας αλλά και τη φύση των αυταρχισμών του μέλλοντος.

Όταν ήταν μικρός, ο Μιχαήλ Γιαμπόλσκι (γενν. 1949) ονειρευόταν να γίνει δραματουργός και να γράφει θεατρικά έργα. Γεννήθηκε όμως σε οικογένεια γιατρών και ακολούθησε επιστημονική καριέρα. Απόφοιτος της Σχολής Ρομανο-Γερμανικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Μόσχας, διδάκτωρ της Ακαδημίας Παιδαγωγικών Σπουδών της ΕΣΣΔ, δραστήριο μέλος του «Κύκλου του Ταρτού» στην Μόσχα (κύκλος σημειολογίας με επικεφαλής τον Γιούρι Λότμαν, στον οποίο ανήκε και ο Μιχαήλ Μπαχτίν). Με τη σημειολογία ασχολήθηκε εντατικά από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Το 1991, χωρίς να έχει υποβάλει αίτηση, του χορηγήθηκε υποτροφία από το Getty Center του Λος Άντζελες κι έκτοτε μετακόμισε στις ΗΠΑ.  Από το 1992 είναι τακτικός καθηγητής στο New York University, όπου διδάσκει θεωρία της συγκριτικής λογοτεχνίας αλλά και σλαβικές σπουδές. Παράλληλα, συμμετέχει ως μέλος στη συντακτική επιτροπή περιοδικών όπως Νέα Λογοτεχνική Κριτική, Αϊζενστάιν - Κέντρο, Σημειώσεις κινηματογραφικής κριτικής. Έχει γράψει 25 μονογραφίες με θέματα πολιτικής επιστήμης, σημειολογίας, κινηματογράφου και λογοτεχνίας, καθώς επίσης και εκατοντάδες άρθρα.

Το άρθρο του «Η άνοδος της εντοπιότητας και ο κατακερματισμός. Σημειώσεις για το μέλλον» που δημοσιεύτηκε στο αρχαιότερο ρωσικό περιοδικό, Ταχυδρόμος της Ευρώπης (έτος ίδρυσης 1807), ήταν το έναυσμα για μία μακρά συζήτηση μαζί του, η οποία έγινε δυνατή χάρη στις δυνατότητες που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία.

Στο άρθρο σας στον Ταχυδρόμο της Ευρώπης, διατυπώνετε την άποψη πως, στη σύγχρονη εποχή, μία από τις βασικές αντιθέσεις θα είναι ανάμεσα στην παγκοσμιοποίηση και την εντοπιότητα. Πώς να το εκλάβουμε αυτό;

Το ζήτημα αυτό, κατά τη γνώμη μου, πρέπει το προσεγγίσουμε μέσα από το κείμενο του Ντελέζ, «Καπιταλισμός και σχιζοφρένεια». Η αρετή αυτού του κειμένου είναι ότι δείχνει με ποιον τρόπο η πολιτική και θεσμική οργάνωση της κοινωνίας αντιστοιχεί σε ορισμένους τύπους ψύχωσης. Η ψύχωση, υπ’ αυτή την έννοια, παύει να είναι ατομική ιδιότητα του ψυχισμού, αλλά γίνεται προϊόν της συμμετοχής στις κοινωνικές μορφές οργάνωσης της πραγματικότητας. Η εποχή των αρχαίων βασιλείων, των αυτοκρατοριών, μέχρι και τον 19ο αιώνα όταν οι αυτοκρατορίες αρχίζουν να εκφυλίζονται, προϋπέθετε έναν συγκεκριμένο αυτοκρατορικό τύπο οργάνωσης της κοινωνίας, τον οποίο ο Ντελέζ αποκαλεί παρανοϊκό. Οικοδομείται ως συγκεκριμένο μοντέλο της παγκοσμιοποίησης, η οποία εντοπίζεται ήδη στις αυτοκρατορίες του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή στην αυτοκρατορία του Τζένγκινς Χαν. Βασική της ιδιότητα είναι η αέναη επέκτασή της από το κέντρο προς την περιφέρεια και η υποταγή αχανών εκτάσεων στο κέντρο, στο οποίο βρίσκεται αυτό που ο Ντελέζ αποκαλεί κύριο σημαίνον ((le grand signifiant). Στον βαθμό που στην ομιλία ένα σημαίνον παραπέμπει πάντα σε ένα άλλο, η παράνοια έγκειται στο  ότι φανταζόμαστε το ασυνάρτητο πεδίο του κόσμου ως παραπομπή σε ένα δαιμονικό σημαινόμενο (signifiant du despot). Από αυτό το παράλογο σύστημα, το οποίο βέβαια μπορεί να φανεί στον παρατηρητή απολύτως λογικό, υπάρχει μόνο μία διέξοδος: να καταφύγει κανείς στην περιφέρεια και να βγει έξω από τα όριά της.

Αλλά, κατά τον Ντελέζ, ο καπιταλισμός προτείνει μια άλλη μορφή κοινωνικής παράνοιας. Δεν μπορεί να υποταχθεί σε ένα ενιαίο σημαινόμενο. Ο καπιταλισμός διαμορφώνεται γύρω από συγκεκριμένα κέντρα – οικονομικά, βιομηχανικά: συνήθως μεγάλες πόλεις με υψηλό βαθμό συγκέντρωσης της οικονομικής δραστηριότητας και του πληθυσμού. Η παγκοσμιότητά του έχει το χαρακτήρα του δικτύου, το οποίο συνδέει πλήθος τοπικών κέντρων. Οι αλυσίδες των σημαινόντων (χρήματα, ιδέες, εμπορεύματα κ.λπ.) κινούνται προς πολλές κατευθύνσεις, χωρίς ενιαίο κέντρο. Αυτή είναι η παγκοσμιοποίηση των εντοπιοτήτων. Στον σύγχρονο κόσμο, αυτή η μορφή οργάνωσης της κοινωνίας συνεχίζει να παλεύει με την αρχαϊκή κοινωνική παράνοια, τις προσπάθειες αναγέννησης της οποίας παρατηρούμε στην Τουρκία, στη Ρωσία και στην Κίνα.

Σε τι διαφέρει αυτή η τάση εντοπιότητας στη σύγχρονη δυτική δημοκρατία;

Η σύγχρονη δημοκρατία είναι εξέλιξη των ενιαίων απολυταρχικών καθεστώτων και τα ίχνη αυτής της γενέσεως είναι ακόμη ορατά. Έχουμε την ιεραρχία της εκτελεστικής εξουσίας με τον πρόεδρο ή τον πρωθυπουργό επικεφαλής, τα Κοινοβούλια η απαρχή των οποίων βρίσκεται στην εποχή των ύστερων μοναρχιών, τα ιεραρχικά οργανωμένα δικαστήρια, αλλά, κυρίως, ένα ολόκληρο σύμπλεγμα γραφειοκρατικών θεσμών. Όλες αυτές οι, κατ’ ουσίαν, αρτηριοσκληρωτικές και ακίνητες μορφές ελάχιστα ανταποκρίνονται στη δικτυακή οργάνωση της κοινωνίας. Το δικομματικό πολιτικό σύστημα ολοένα και λιγότερο ανταποκρίνεται στην πραγματική περιπλοκότητα της κοινωνίας. Το Κοινοβούλιο από καιρό έχει πάψει να είναι τόπος συζητήσεων, έχει μετατραπεί σε σφαίρα κομματικών δολοπλοκιών και κυνικής μάχης για την εξουσία. Το πολιτικό μας σύστημα βρίσκεται σε μόνιμη κρίση και το έχουμε συνηθίσει. Πρόσφατα, ο γάλλος ανθρωπολόγος Alain Testart, στο βιβλίο του για την εξέλιξη της κοινωνίας Avant l'histoire, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στην κοινωνία εξελίσσεται η κουλτούρα, την οποία μελετούν οι ανθρωπολόγοι, αλλά οι κοινωνικοί θεσμοί, τους οποίους προανέφερα και με τους οποίους ασχολούνται οι κοινωνιολόγοι, σαν να βρίσκονται μονίμως εκτός της ιστορίας. Ο νόμος θεωρείται αιώνιος, οι Αμερικανοί πιστεύουν σε απίστευτο βαθμό στο αναλλοίωτο του Συντάγματός τους κ.λπ. Αλλά, πολλά χρόνια πριν, ο Ρόμπερτ Μέρτον, ο άνθρωπος που διατύπωσε την θεωρία των κοινωνικών δομών, είχε γράψει για τις αντιθέσεις ανάμεσα στα στοιχεία της κοινωνικής και της «πολιτισμικής δομής» της κοινωνίας. Οι θεσμοί χαρακτηρίζονται από ιεραρχική παράνοια, δεν είναι σε θέση να αντιδράσουν με ευελιξία (υπό την ευρεία έννοια αυτής της λέξης) και αυτό είναι ουσιαστικό πρόβλημα για τις σύγχρονες δημοκρατίες.

 

Μπορεί η πανδημία, που επηρεάζει τις κουλτούρες, να διαμορφώσει νέους κανόνες κοινωνικής συμβίωσης στις σύγχρονες, μεταβιομηχανικές κοινωνίες;

Η πανδημία, πιστεύω, θα οξύνει ακόμη περισσότερο τις αντιθέσεις. Είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, αλλά αποκαλύπτει την ανισότητα διαφόρων τμημάτων της παγκόσμιας κοινότητας. Οι πλούσιες χώρες και οι άνθρωποι θα δημιουργήσουν κοιτίδες που θα χωρίζονται από τους μη προνομιούχους. Ο κόσμος θα χωριστεί σε ζώνες. Σε κάποια μέρη η κοινωνία θα μπορέσει να νικήσει τη μόλυνση η οποία θα συνεχίσει να υπάρχει στον κόσμο, κυρίως στις απομακρυσμένες περιοχές. Αλλά και σε μικροεπίπεδο, η πανδημία θα γεννήσει το φαινόμενο της εξατομικευμένης ζωής των προσώπων, τα οποία θα εντάσσονται στο παγκόσμιο φαινόμενο.

Πώς προσεγγίζετε το φαινόμενο του κατακερματισμού, βασικής κινητήριας δύναμης της σύγχρονης κοινωνίας;

Ο κατακερματισμός του σύγχρονου κόσμου είναι αδιαμφισβήτητος. Οι διαδικασίες που συνδέονται με την πολυπολιτισμικότητα και η διαρκής εμφάνιση νέων ομάδων (εθνικών, θρησκευτικών, φύλου κ.λπ.), οι οποίες απαιτούν αναγνώριση (σχεδόν κατά τον Χέγκελ), δείχνουν την αύξηση αυτού του κοινωνικού κατακερματισμού. Η διαδικασία αυτή, όμως, νομίμως εξισορροπείται από την ομογενοποίηση του παγκόσμιου και του εθνικού πολιτισμού, καθώς επίσης και από την αέναη εξέλιξη της καταναλωτικής κοινωνίας. Σε όλον τον κόσμο, πλέον, καταναλώνονται τα ίδια προϊόντα, των ίδιων εταιρειών, βλέπουν τις ίδιες ταινίες και, ταυτόχρονα, διεκδικούν μία ιδιαίτερη συλλογική ταυτότητα. Ο άγγλος κοινωνιολόγος και φιλόσοφος Έρνεστ Γκέλνερ, στο κλασικό του έργο για τον εθνικισμό (Έθνη και εθνικισμός, Αλεξάνδρεια, 1992), έγραψε ότι ολοένα και μικρότερες εθνότητες διεκδικούν τον τίτλο του έθνους που, μόλις τον αποκτήσουν, αμέσως ομογενοποιούν την κουλτούρα τους, αποβάλλοντας από αυτήν όλες εκείνες τις ιδιαιτερότητες που δικαιολογούσαν τον αγώνα τους για να θεωρηθούν έθνη.

Πολιτισμικά, το Διαδίκτυο συμβάλλει σε αυτό που περιγράφετε ως ομογενοποίηση. Ωστόσο, μέσω της επιρροής του θα μπορούσε να αλλάξει την μορφή των παραδοσιακών κομματικών οργανισμών. Όντως το μπορεί; Από την άλλη, το χρησιμοποιούν πολλοί ανορθολογισμοί. Μπορεί να ανακύψουν κίνδυνοι για τη δημοκρατική διοίκηση της κοινωνίας;

Το Διαδίκτυο αντικατοπτρίζει πολύ καλύτερα την οργάνωση σε cluster της σύγχρονης κοινωνίας απ’ ό,τι τα γερασμένα πολιτικά κόμματα, τα οποία διεκδικούν την έκφραση της βούλησης μη υπαρκτών κοινωνικών ομάδων. Εκτός απ’ αυτό, τα κόμματα είναι άκρως εξαρτημένα από τα γερασμένα μοντέλα. Η κομματική γλώσσα έγινε εμφανώς κρατική και πρωτόγονα ιδεολογική, τη στιγμή που το Διαδίκτυο προτείνει μια πολύ πιο διευρυμένη γκάμα πρακτικών, ακόμη και για τις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες. Η βασισμένη σε δίκτυα οργάνωση της πολιτικής ζωής, κατά τη γνώμη μου, είναι απολύτως δυνατή στο ορατό μέλλον. Η πολιτική ζωή μπορεί, ταυτόχρονα, να μετακινηθεί από την «πραγματικότητα» στον ψηφιακό χώρο, πράγμα που όχι μόνο θα την αποκόψει από την τοπική νοηματοδότηση του «πολιτικού», αλλά θα της προσδώσει οριστικά επικοινωνιακά χαρακτηριστικά. Και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο.

Στην Ευρώπη παρατηρούμε μια τάση επιστροφής στις αρχές του εθνικού κράτους, ανεξάρτητα από την επίσημη ρητορική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το κίνημα αυτό ενθαρρύνεται από λαϊκιστές πολιτικούς ηγέτες, και αριστερούς και δεξιούς. Είναι πιθανή μία τέτοια οπισθοδρόμηση;

Νομίζω πως θα γίνουμε μάρτυρες μιας διαρκούς διαδικασίας της ευρωπαϊκής παγκοσμιοποίησης και, ταυτόχρονα, προσπαθειών αποχώρησης από την Ευρώπη. Το πρόβλημα αυτό μοιάζει με εκείνο που ήδη ανέφερα. Οι παγιωμένες κοινωνικές δομές και οι γραφειοκρατικοί θεσμοί θα βρίσκονται σε διαρκή αντίθεση με τις τοπικές κουλτούρες, οι οποίες θα αλλάζουν διαρκώς. Είναι, σχεδόν αδύνατον να επιτευχθεί η σταθερότητα της ισορροπίας ανάμεσα στους θεσμούς και την κουλτούρα.

Κατά τη διάρκεια των πρόσφατων διαμαρτυριών στο Χαμπάροφσκ, που έγιναν ως έκφραση αλληλεγγύης προς τον τοπικό κυβερνήτη, ακούστηκε η λέξη «Σιβηριανός», ως στοιχείο της αυτοσυνείδησης των ντόπιων της ρωσικής Άπω Ανατολής. Μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ανάλογες διαδικασίες βρίσκονται σε εξέλιξη και στη Ρωσία;

Η εξέλιξη του καθεστώτος στην Ρωσία δεν μπορεί να ερμηνευτεί με όρους εκφασισμού ή με τους κλασικούς πολιτικούς όρους του αυταρχισμού. Πολλοί πολιτικοί επιστήμονες μιλούν για την μετάβαση από τον εκλεγμένο αυταρχισμό (όπου οι δημοκρατικοί θεσμοί υπάρχουν με τη μορφή προσομοιώσεων) στην προσωποποιημένη δικτατορία, δηλαδή σε ένα καθεστώς που παύει να αντλεί την νομιμοποίησή του στις εκλογές και στη διάκριση των εξουσιών. Οι πολιτικές αυτές έννοιες έχουν νόημα, νομίζω όμως πως δεν αξίζει να υπερεκτικούμε την σχετικότητά τους. Γενικά, είμαι πολύ σκεπτικός απέναντι στις πολιτικές έννοιες. Επιστρέφοντας στα μοντέλα των δύο καθεστώτων παράνοιας του Ντελέζ, θα έλεγα ότι έχουμε να κάνουμε κυριολεκτικά με την πολιτική παράνοια. Η σημερινή παρανοϊκή αναζήτηση εχθρών και μυστικών υπηρεσιών είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα αυτού του καθεστώτος. Η εξουσία προσπαθεί να κάνει την παράνοια μέτρο της ρωσικής συνείδησης. Σήμερα γίνεται προσπάθεια επιστροφής της χώρας, η οποία δοκίμασε τον καπιταλισμό και την κατανάλωση, στο ακραίο αρχαϊκό μοντέλο της παγκοσμιοποίησης κατά το αυτοκρατορικό πρότυπο. Το σημερινό μοντέλο προσπαθεί (έστω και σε συμβολικό επίπεδο) να μετατρέψει τον Πούτιν στο απόλυτο κέντρο της κοινωνίας. Όσο πιο εντατικές είναι αυτές οι προσπάθειες, τόσο μικρότερο είναι το συμβολικό κεφάλαιο το οποίο διαθέτει ο Πούτιν. Λόγος, λοιπόν, γίνεται για την εσωτερική ανικανότητα του αυτοκρατορικού συστήματος να καθιερώσει την απόλυτη κυριαρχία του συμβολικού του κέντρου. Η ιδιαιτερότητα της κατάστασης, δεν έγκειται μόνο στο ότι το τοπικό αντιστέκεται στο παγκόσμιο ή το ολοκληρωτικό, όσο στην αντίσταση προς την παράνοια εκείνων που έχουν ενταχθεί ήδη στη δικτυακή παγκοσμιοποίηση καπιταλιστικού τύπου. Δεν είναι τυχαίο το ότι, σε αυτή την αντιπαλότητα, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η αντιπαράθεση της τηλεόρασης (του αυτοκρατορικού ΜΜΕ, που παράγεται στο κέντρο) και του Διαδικτύου, το οποίο είναι το βασικό ΜΜΕ του ύστερου καπιταλισμού, όχι μόνο με την πολιτική έννοια, αλλά και με την οικονομική. Ενδιαφέρουσα ιδιαιτερότητα αυτής της αντιπαλότητας, είναι, όπως νομίζω, η τελείως ασυνήθιστη κατάσταση του «σοβιετικού», του «αριστερού» στοιχείου, το οποίο σχεδόν ολοκληρωτικά επιδιώκει όχι την επανάσταση αλλά την παλινόρθωση της σταλινικής αυτοκρατορικής παράνοιας. Το σοβιετικό, βασικά, έχει αφομοιωθεί σε αυτή την περίπτωση από το αυτοκρατορικό. Το ότι πάντα νομιμοποιούνταν μέσω της επανάστασης, κατά εκπληκτικό τρόπο, συμβιώνει με τα συμφέροντα των διεφθαρμένων δισεκατομμυριούχων ολιγαρχών.

Σε αυτό πρέπει να προσθέσουμε την ολοκληρωτική, σχεδόν, καταστροφή, όλων των πολιτικών και διοικητικών θεσμών. Κάποτε, ο επιφανής ισραηλινός κοινωνιολόγος Shmuel Noah Eisenstadt, εξετάζοντας το φαινόμενο των γραφειοκρατικών αυτοκρατοριών, σημείωσε πως καμία αυτοκρατορία δεν μπορεί να διοικηθεί χωρίς γραφειοκρατία. Η γραφειοκρατία, ωστόσο, δημιουργεί πάντα ένα κοινωνικό στρώμα, το οποίο βρίσκεται ανάμεσα στον πληθυσμό και τον εξουσιαστή, ένα στρώμα που ενδιαφέρεται για την απομόνωση του τελευταίου και, κατ’ επέκταση, για την αποδυνάμωσή του. Στο εσωτερικό μάλιστα της γραφειοκρατίας συμβαίνουν μονίμως δολοπλοκίες και διεξάγεται ανελέητη πολιτική διαμάχη. Όλα αυτά φαίνονται πολύ καθαρά και στη Ρωσία του Πούτιν. Ο Πούτιν μονίμως διορίζει κυβερνήτες αδύναμους αξιωματούχους, οι οποίοι τον θεωρούν ευεργέτη που του οφείλουν τα πάντα. Είναι προφανής η αύξηση του επιπέδου ανικανότητας της γραφειοκρατίας, ο εκφυλισμός της. Συχνά λένε ότι το καθεστώς του Πούτιν ως προς τη φύση του είναι «πληβειοκεντρικό», θεμελιώνεται δηλαδή στην άμεση σχέση με το λαό κι είναι υπεράνω των θεσμών. Αυτό το φαινομενικό μόνο χαρακτηριστικό της «πληβειοκεντρικότητας» είναι η έκφραση της διάθεσης να διοικεί χωρίς γραφειοκρατία, χωρίς την οποία όμως δεν μπορεί. Ανεξάρτητα από την επιδίωξη αποδυνάμωσης της γραφειοκρατίας, είναι προφανής η διαρκώς αυξανόμενη απομόνωση του Πούτιν και, κατ’ επέκταση, η αποδυνάμωσή του. Τα παρανοϊκά καθεστώτα οικοδομούνται με τις προσπάθειες δημιουργίας αποτελεσματικών κεντρικών δομών, οι οποίες πάντα, αναπόφευκτα συν τω χρόνω, αποσυντίθενται, όπως ακριβώς και η εξουσία του ηγέτη. Οι διαμαρτυρίες στο Χαμπάροφσκ ήταν αποτέλεσμα της απόφασης να καταργηθεί ο ισχυρός και αποτελεσματικός τοπικός ηγέτης. Η παράνοια, ενισχύοντας τη συμβολική εξουσία του ηγέτη («του δεσποτικού σημαινόμενου), μονίμως υπονομεύει την αποτελεσματικότητα των θεσμών της. Υπ’ αυτήν, κυρίως, την έννοια, μπορούμε μάλλον να πούμε πως η εξουσία «κατακερματίζεται» και γίνεται «ψυχρή».

Έχετε διατυπώσει την άποψη, ότι οι σύγχρονες πολυεθνικές εταιρείες, κατά μία έννοια, είναι σημαντικότερες από τις κυβερνήσεις. Ισχύει αυτή η διαπίστωση και για τις μεγάλες κρατικές επιχειρήσεις της Ρωσίας;

Οι ρωσικές κρατικές επιχειρήσεις είναι προϊόν των προσπαθειών του Πούτιν και του στενού του περιβάλλοντος να απαλλαγούν από τον έλεγχο του νόμου και της γραφειοκρατίας. Είναι κρατικοί οργανισμοί ο προϋπολογισμός των οποίων δεν υπόκειται σε έλεγχο ούτε του Κοινοβουλίου ούτε του υπουργικού συμβουλίου. Είναι κρατικοί οργανισμοί, οι οποίοι κάνουν πως είναι ανεξάρτητοι από το κράτος και τα χρήματά τους, ουσιαστικά, δεν υπόκεινται σε έλεγχο. Από τα ταμεία τους, μπορούν να μεταφέρουν όσα θέλουν στους προσωπικούς τους λογαριασμούς και, από εκεί, πολύ εύκολα να τα κρύψουν. Είναι τεράστιοι μηχανισμοί διαφθοράς. Δεν είναι τυχαίο πως το «παλάτι του Πούτιν» στο Γκελεντζίκ, το οποίο έγινε διάσημο με την ταινία του Ναβάλνι, οικοδομήθηκε κατά κύριο λόγο με χρήματα των κρατικών εταιρειών. Οι ρωσικές κρατικές εταιρείες δεν έχουν πολλά κοινά με τις δυτικές πολυεθνικές εταιρείες, οι οποίες λειτουργούν εκτός των ορίων των κρατικών συνόρων και της εθνικής νομοθεσίας.

Η Δύση και η Ρωσία είναι δύο διαφορετικά, αλλά όμορα, πολιτισμικά συστήματα. Με βάση τα γεγονότα μετά το 2014, θεωρείτε πως μπορεί να έχουν κάποια μορφή παραγωγικού διαλόγου;

Η κατάσταση σε αυτό το ζήτημα είναι αξιοπερίεργη. Προφανώς, διάλογος δεν θα υπάρξει και είναι σχεδόν αδύνατος έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα. Ταυτόχρονα, η Ρωσία δεν μπορεί να ζει χωρίς την Ευρώπη, τον σημαντικότερο οικονομικό και εμπορικό της εταίρο. Έχει ενδιαφέρον, ως προς αυτό, η ορολογία του Πούτιν ή του Λαβρόφ, οι οποίοι διαρκώς μιλούν για «τους ευρωπαίους εταίρους μας» και μονίμως τους κατηγορούν για κατασκοπεία και δολιοφθορές. Οι «εταίροι» μονίμως παρουσιάζονται ως «θανάσιμοι εχθροί». Η κυρίαρχη ελίτ της Ρωσίας έχει τις ρίζες της στην Ευρώπη και ως προς τον τρόπο ζωής που έχει υιοθετήσει. Οι εκπρόσωποί της έχουν σπίτια στην Ευρώπη, στέλνουν τα παιδιά τους στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Η παράνοια εδώ αποκαλύπτει μία άλλη πλευρά της - τον ολοκληρωτικό διχασμό της προσωπικότητας. Μα, οικονομικά, και η Ευρώπη συνδέεται στενά με την Ρωσία. Τώρα όμως, όταν ο κόσμος ολόκληρος βιώνει την οικονομική κρίση, προσπαθεί με κάθε κόστος να αποφύγει τη ρήξη σε αυτές τις σχέσεις. Έτσι έχουμε κάτι που μοιάζει με τη συμβίωση δύο συζύγων που μισούν ο ένας τον άλλον, στο ίδιο διαμέρισμα. Δεν μιλούν μεταξύ τους, αλλά και δεν χωρίζουν.

Μπορούν οι γεωπολιτικές φιλοδοξίες της Ρωσίας να πραγματοποιηθούν, όταν η οικονομία της δεν είναι ανταγωνιστική;

Οι πραγματικές γεωπολιτικές δυνατότητες της Ρωσίας, δεν είναι μεγάλες. Η Ρωσία, όμως, δεν είναι τόσο πραγματική χώρα, όσο ένα κατακερματισμένο πεδίο, όπου η πραγματικότητα έχει από καιρό υποκατασταθεί από λόγια. Στη Ρωσία συχνά λένε πως βρίσκεται σε πόλεμο με τη Δύση, πως έχει σχεδόν ξεσπάσει ο Γ’ Παγκόσμιος. Αυτός, όμως, ο πόλεμος δεν απαιτεί ισχυρή οικονομία. Τον διεξάγουν οι χάκερ, οι συμμορίες των μισθοφόρων, τα τρολ του διαδικτύου, οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί όπως το Russia Today και οι ομάδες των δηλητηριαστών που περιφέρονται στον κόσμο. Είναι ένας πόλεμος (συχνά τον αποκαλούν «υβριδικό») μιας αδύναμης χώρας στον αιώνα των «σημαινομένων» και της γενικής κυριαρχίας των ΜΜΕ.

 

Ορισμένοι ισχυρίζονται πως ο 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας του αυταρχισμού και παραθέτουν τα παραδείγματα της Ρωσίας και της Κίνας. Συμφωνείτε με αυτή την προσέγγιση;

Δεν θα απέκλειε την δυνατότητα των αυταρχικών καθεστώτων τον 21ο αιώνα. Νομίζω, ωστόσο, πως η Ρωσία και Κίνα δεν μπορούν να γίνουν μοντέλα προς υιοθέτηση. Είναι αρχαϊκά καθεστώτα με αυτοκρατορική χροιά. Πολύ πιο πιθανό στο μέλλον θεωρώ το μοντέλο του αυταρχισμού του Τραμπ. Δεν πρέπει, όμως, να συγχέουμε τον Τραμπ με τον Πούτιν, ανεξάρτητα από την αμοιβαία φιλία τους. Το φαινόμενο Τραμπ πρέπει να τύχει σοβαρού αναστοχασμού. Πρώτον, είναι ένας άνθρωπος εκτός πάσης πολιτικής, παρ’ όλο που ο απομονωτισμός του έμοιαζε με πολιτικό κίνημα. Στην πραγματικότητα, πολύ πιο σημαντικά γι’ αυτόν ήταν τα προσωπικά ποσοστά δημοτικότητάς του στο χώρο των ΜΜΕ. Δεν ασχολήθηκε σχεδόν καθόλου με τις κρατικές υποθέσεις, περνώντας το χρόνο του μπροστά στην τηλεόραση και στο twitter. Και ο Πούτιν αποδίδει κολοσσιαία σημασία στα προσωπικά ποσοστά δημοτικότητάς του, ενώ έχει εντατική παρουσία στο χώρο των ΜΜΕ. Δεν τα καταφέρνει, όμως, καλά, τον έχει κουράσει ο σύγχρονος κόσμος.

Ο Τραμπ, σε σημαντικό βαθμό, έχει καταστρέψει το Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Και αυτό, φυσικά, έχει γίνει συνείδηση στους Ρεπουμπλικανούς κομματικούς γραφειοκράτες και τους ανησυχεί πολύ. Έχει καταστρέψει το πολιτικό κόμμα αρχών υποκαθιστώντας το αδιόρατα με τη μάζα των οπαδών του και τη λατρεία του προσώπου του. Σε αυτό το νέο μόρφωμα στο χώρο των ΜΜΕ, τεράστιο ρόλο διαδραματίζουν οι κάθε είδους θεωρίες συνωμοσίας που ερμηνεύουν απλοϊκά τον κόσμο και η αδυναμία διαχωρισμού της αλήθειας από το ψέμα. Έχουμε να κάνουμε με την υποκατάσταση της πολιτικής από μισοδιασκεδαστικές προσεγγίσεις των ΜΜΕ, οι οποίες θεμελιώνονται στην επινόηση, στο fiction. Ποτέ στην ιστορία ο αποκλεισμός του ηγέτη μίας χώρας από το twitter και το facebook δεν μπορούσε να σημαίνει το τέλος της πολιτικής του σταδιοδρομίας. Ο παραδοσιοκράτης Μπάιντεν από την πρώτη κιόλας ημέρα αρνήθηκε τη χρήση των κοινωνικών δικτύων, όπως έκανε πριν από αυτόν ο Ομπάμα και άλλοι. Δεν είναι, ωστόσο, ξεκάθαρο αν είναι ικανό το πολιτικό σύστημα της Αμερικής να επιστρέψει με επιτυχία στο παρελθόν ως προς αυτό το ζήτημα. Το τέλος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, το οποίο πολλοί περιγράφουν ως κρίση του κόμματος, είναι πολύ πιθανόν να είναι σύμπτωμα των μελλοντικών μεταλλάξεων όλων των πολιτικών συστημάτων. Σήμερα, όμως, είναι πολύ δύσκολο να προβλέψουμε πώς θα είναι η πραγματικότητα του νέου αιώνα.

 

19 Νοεμβρίου 2021