Μαθήτευσε δίπλα στον Γιάννη Μόραλη στις αρχές της δεκαετίας του 1960 στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και ξεχώρισε αμέσως με την έκθεσή του στην γκαλερί Άστορ το 1964, με μια σειρά έργων που προκάλεσαν αίσθηση και διθυραμβικά σχόλια. Έδειχνε μοτοσικλετιστές που φέρουν διακριτικά εξουσίας, αστυνομικούς και τροχονόμους, έργα που διαβάζονταν, στο πνεύμα της εποχής, ως αντίδραση απέναντι στην πολιτική και την κοινωνική κατάσταση. Μετά το 1969 έζησε και εργάστηκε στην Ελβετία, στην Γαλλία και στη Νέα Υόρκη, προτού επιστρέψει οριστικά στην Ελλάδα με τη μεταπολίτευση, το 1974. Παρουσίασε τα έργα του τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό και το 1988 εξελέγη καθηγητής στην Σχολή Καλών Τεχνών της Θεσσαλονίκης όπου δίδαξε ώς το 2006. Εκεί, σαν δάσκαλος και φίλος, ενέπνευσε μια νέα γενιά καλλιτεχνών και επηρέασε τη σύγχρονη ζωγραφική σκηνή.
Έλεγε για τη δουλειά του ο Μάκης Θεοφυλακτόπουλος: «Κάποια ζωγραφικά έργα είναι καλά, ενώ κάποια άλλα όχι τόσο. Αυτό που εμένα με απασχολεί είναι να εμπεριέχουν ειλικρίνεια». Η ζωγραφική του περιείχε την ανάγκη του για απλότητα, την αγάπη του για τη ζωή, το θάρρος του, την εμπιστοσύνη του, το ρίσκο, το παιχνίδι με τα όρια, την περιφρόνηση καμιά φορά προς τα όρια, την ανάγκη για ταχύτητα και την υψηλή έμφυτη διανοητικότητα: κάπως έτσι, ήταν ένας καλλιτέχνης συνεχώς εν κινήσει. Η εξερεύνηση των υλικών, της φόρμας, της μορφής, της έννοιας και του φαινομένου οδηγούσαν αναπόφευκτα στο ερώτημα: πώς είναι δυνατόν να χωρέσει ο παλμός της ελευθερίας σε έναν δισδιάστατο πίνακα;
Ο Μάκης (Αριστόδημος) Θεοφυλακτόπουλος, 84 ετών, υπήρξε ταυτόχρονα πολλά πράγματα, αλλά κυρίως ριψοκίνδυνος καλλιτέχνης και παθιασμένος δάσκαλος. Τα έργα του αντανακλούν το πάθος του, τη μοντέρνα οπτική του και τη δυναμική απεικόνιση της πραγματικότητας. Πάνω απ’ όλα ήταν μεγάλος ζωγράφος.
(με στοιχεία από δελτίο Τύπου των εκδόσεων Το Ροδακιό)
Η κηδεία του Μάκη Θεοφυλακτόπουλου είναι σήμερα Τρίτη 27 Ιουνίου στο Νεκροταφείο Χολαργού