Σύνδεση συνδρομητών

Δημήτρης Φύσσας: αγέρωχος αποχαιρετισμός

Παρασκευή, 03 Μαϊος 2024 08:37
Ο Δημήτρης Φύσσας.
Άννη Νούνεση
Ο Δημήτρης Φύσσας.

Δημήτρης Φύσσας, Ο Μέσκουλας αποσύρεται για να πεθάνει. Μυθιστορηματική ιλαροτραγωδία, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2023, 272 σελ.   

Ποιος είναι σε θέση να ξέρει τα συγγραφικά μυστικά; Ποιος μπορεί να υπολογίσει αν ο Δημήτρης Φύσσας είχε ήδη βάλει στα σκαριά μια καινούργια λογοτεχνική επέλαση ή αν σχεδίαζε διαισθητικά τη συγγραφική του διαθήκη; Το μόνο που έχει πλέον  σημασία είναι η στάση του απέναντι στο ενδεχόμενο ενός επινοημένου (δηλαδή εκλογοτεχνισμένου) θανάτου. Με άλλα λόγια, ο αγέρωχος τρόπος του να ξεθεμελιώνει τόσο τους άλλους όσο και τον εαυτό του, συγκερνώντας τον καγχασμό και τον πόνο, αλλά και συνενώνοντας την ευδία ενός απογυμνωμένου και κυνικού βίου με την πενία μιας ριζικά στερημένης ζωής.

 Στη σύνθεσή του Η Νιλουφέρ στα χρόνια της κρίσης (2015), ο Δημήτρης Φύσσας παρεμβάλλει μεταξύ των τεκμηρίων που επικαλείται η μυθιστορηματική αφήγηση το λόγο του ήρωά του, ο οποίος συγκεντρώνει κάθε λογής αρχεία προκειμένου να γράψει ένα μυθιστόρημα για τη Μακρόνησο. Η αδιακόσμητη δραματουργία του ντοκουμέντου τείνει έτσι να  δώσει τη θέση της στις συναισθηματικές αντιδράσεις και στις ηθικές αποφάνσεις ενός ιστοριοδίφη, σε ένα βιβλίο που επιδιώκει να συνδέσει τη Μακρόνησο με την εποχή της οικονομικής δοκιμασίας της Ελλάδας και με την κατάσταση βαθμιαίας εξαθλίωσης του ήρωα-επίδοξου συγγραφέα. Αυτόν τον ήρωα-συγγραφέα, ο οποίος ακούει στο όνομα Στέλιος Μέσκουλας, θα συναντήσουμε εκ νέου στο καινούργιο –και ατυχώς οριστικά τελευταίο– μυθιστόρημα του Φύσσα, που αποτελείται από έναν τρελό (στα όρια του υπερρεαλισμού) χορό ονομάτων και αυτοβιογραφικών και φιλολογικών παραπομπών.

 

Ονόματα και κατάλογοι

Πρόκειται για έργο που, βασισμένο στο παιχνίδι της παράθεσης καταλόγων και ποικιλόμορφων πραγματολογικών δεδομένων, καταλήγει σε ένα εκρηκτικό αμάλγαμα: ένα μόρφωμα το οποίο από τη μια μεριά ανακαλεί το ήδη μακρύ συγγραφικό παρελθόν του Φύσσα ενώ από την άλλη παρωδεί (παραμορφώνει και παραφράζει) τους πάντες και τα πάντα: με τους μισοπεριθωριακούς και αναρχούμενους πρωταγωνιστές του (μόνο για να πάρουμε μια ιδέα:  Κερκ, Λιβιδώ, Μελίρρυτη, Κουδουνίστρα, Αμπνουλραχμάν, Μανιαμούνιας ο ξεχτένιστος, Μπριζολάκιας, Τρίδυμοι, Ομελέτας), με την ονομασία της ομάδας τους,  τα μέλη της οποίας αυτοαποκαλούνται  «Σαρίπολοι» (πιθανή αναφορά στη διαμάχη του Εμμανουήλ Ροΐδη, εν έτει 1867, με τον καθηγητή του συνταγματικού δικαίου Νικόλαο Σαρίπολο), με την αποσυνάγωγη νοοτροπία όλης της παρέας, που αντιστοιχεί είτε σε διαψευσμένα μεταπολιτευτικά κοινωνικά πρότυπα είτε σε μια ποικιλία προσώπων και τύπων απόκλισης από τα θέσφατα και τα αυτονόητα (απατεώνες, φυλακισμένοι, μισοσαλεμένοι δημόσιοι αγορητές, υπερσεξουαλικές γυναίκες, αντισυμβατικοί καλλιτέχνες και διανοούμενοι), Κύκλος που κλείνει με την περαιτέρω εξαθλίωση του Μέσκουλα από την εποχή τού Η Νιλουφέρ στα χρόνια της κρίσης και με την καταβύθιση στο χάος του εαυτού του, όταν θα αποσυρθεί (μόλις έχει ξεσπάσει η φωτιά στο Μάτι το 2018), για να μονάσει και να χαθεί από προσώπου γης. Η περίοδος άλλωστε που χωρίζει εκδοτικά το  Νιλουφέρ στα χρόνια της κρίσης από το Ο Μέσκουλας αποσύρεται για να πεθάνει συνιστά τον αφηγηματικό χρόνο του τελευταίου.

Κωμωδία και δράμα, άκρατη ευθυμία και βαρύ πένθος, υψηλό λογοτεχνικό πνεύμα και καθημερινή χυδαιολογία, λόγια και μαζική κουλτούρα: αυτά είναι το αντιθετικά δίδυμα που περικλείονται στο μυθιστόρημα του Φύσσα, όπου, όμως, εύκολα θα διακρίνουμε και κάτι άλλο: τη συγγραφική του μέθοδο, όπως συνοψίζεται σε διάφορα βιβλία του και πρωτίστως στο μυθιστόρημά του Ο κηπουρός και ο καιροσκόπος (2014), όπου πολεμικά ανακοινωθέντα, διοικητικά έγγραφα, μικρές αγγελίες, σατιρικά τραγούδια και λίστες ημερομισθίων και τιμοληψιών συνδυάζονται με ημερολογιακές σημειώσεις και θεατροποιημένους διαλόγους. Ημερολογιακές εγγραφές και στοιχεία θεάτρου, μαζί με μικροδοκίμια για τον «νεολογιοτατισμό» της ελληνικής γλώσσας και για τον προφορικό λόγο, θα εντοπίσουμε και στο Ο Μέσκουλας αποσύρεται για να πεθάνει. Ο Μέσκουλας γίνεται συγγραφικό προσωπείο του Φύσσα και ο πραγματικός Φύσσας λειτουργεί ως καθρέφτης και υποδοχέας του μυθοπλαστικού Μέσκουλα.

 

Ύστερος μοντερνισμός

Οι μέθοδοι γραφής του Φύσσα προέρχονται από το πολύκροτο οπλοστάσιο του ύστερου μοντερνισμού και του μεταμοντερνισμού και είναι δύσκολο να μας εκπλήξουν με τις επινοήσεις τους, ακόμα κι αν τις τοποθετήσουμε στο πλαίσιο της επίσης πολύκροτης  κατά τη Μεταπολίτευση λογοτεχνικής παρωδίας. Παρωδία που επιδίδεται όχι μόνο στην κριτική διακωμώδηση της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας, αλλά και στην ειδολογική ή υφολογική εξάρθρωση πολλαπλών παραδόσεων. Παρ’ όλα αυτά, η ανελέητη παρωδία του Φύσσα δεν αποβάλλει το βάρος της, ιδίως αν λάβουμε υπόψη τον αγέρωχο τρόπο με τον οποίο αποδυναμώνει και αποδομεί τόσο τους άλλους όσο και τον εαυτό της. Όσο για τους ατέλειωτους καταλόγους, να σημειώσω ότι ο Φύσσας βιάζεται να μας υπενθυμίσει, ως αμετανόητος φιλόλογος, πως έλκουν την καταγωγή από τη μήτρα της αρχαιότητας και όχι από τις συμφράσεις του μοντερνισμού και του μεταμοντερνισμού.      

Βρισκόμουν ακριβώς σε αυτό το σημείο του κειμένου μου όταν έμαθα για το θάνατο του συγγραφέα, ο οποίος με αναγκάζει να ολοκληρώσω υπό αυτό το φως την ανάγνωσή μου. Το Ο Μέσκουλας αποσύρεται για να πεθάνει αποδεικνύεται τώρα όχι μόνο απολογισμός συγγραφής (με παραπομπές σε όλους σχεδόν τους τίτλους των βιβλίων του Φύσσα) και βίου (με πλήθος συνταυτίσεις του ήρωα μαζί του – από τη φιλολογική επιστήμη και το κοπιώδες φροντιστηριακό παρελθόν μέχρι τις οικονομικές στενοχώριες και τον αναρχοφιλελευθερισμό του), αλλά και μια γενναιόφρων προετοιμασία και μελέτη θανάτου. Ποιος είναι σε θέση να ξέρει τα συγγραφικά μυστικά; Ποιος μπορεί να υπολογίσει αν ο Φύσσας είχε ήδη βάλει στα σκαριά μια ακόμα λογοτεχνική επέλαση ή αν σχεδίαζε διαισθητικά τη συγγραφική του διαθήκη; Το μόνο που έχει πλέον σημασία είναι η στάση του απέναντι στο ενδεχόμενο ενός επινοημένου (δηλαδή εκλογοτεχνισμένου) θανάτου. Και την παρακαταθήκη του ο Φύσσας την παραδίδει συνταιριάζοντας τον καγχασμό και τον πόνο και συνενώνοντας την ευδία την οποία προσφέρει ένας ελάχιστος, απογυμνωμένος και κυνικός βίος (ένας βίος όπως ο βίος των «σκυλοφιλοσόφων») με την πενία (με  το άδειο κέλυφος) μιας ριζικά στερημένης ζωής.  

 

Βαγγέλης Χατζηβασιλείου

Κριτικός λογοτεχνίας. Βιβλία του: Μίλτος Σαχτούρης: Η παράκαμψη του υπερρεαλισμού (1991), Οδόσημα (1999), Σύγχρονη Ελληνική Πεζογραφία (επιμ. με την Ελισάβετ Κοτζιά, 1995), Η κίνηση του εκκρεμούς. Άτομο και κοινωνία στη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία, 1974-2017 (2018), Αντώνης Φωστιέρης (2020).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.