Σύνδεση συνδρομητών

Πέρα από το μεταμοντέρνο

Δευτέρα, 25 Μαρτίου 2024 23:50
Ο Βασίλης Κιμούλης.
Biblionet
Ο Βασίλης Κιμούλης.

Βασίλης Κιμούλης, Όνειρο αληθινό, Αιώρα, Αθήνα 2023, 176 σελ.

Ένας τόμος με διηγήματα τα οποία δεν ξέρουμε καν αν είναι διηγηήματα.  Αν σε ένα διήγημα πρέπει λίγο-πολύ να βρούμε μια αρχή κι ένα τέλος, καθώς και κάποια πλοκή η οποία να συνδέει αιτιωδώς το πρώτο με το τελευταίο, στα πεζά του Βασίλη Κιμούλη τέτοιες προϋποθέσεις καλόν είναι εξαρχής να θεωρηθούν εκτός πεδίου, υπό την έννοια πως μπαίνουν προγραμματικά στο συγγραφικό στόχαστρο ως αποδείξεις της ανάγκης να περάσουμε σε μια πιο περίπλοκη θεώρηση, ξεπερνώντας ακόμα και το μεταμοντέρνο.

Στη συλλογή διηγημάτων του Βασίλη Κιμούλη Όνειρο αληθινό δεν υπάρχει τίποτε αυτονόητο. Δεν ξέρουμε καν αν πρόκειται για διηγήματα, και το λέω αυτό επειδή σε ένα διήγημα πρέπει λίγο-πολύ να βρούμε μια αρχή κι ένα τέλος, καθώς και κάποια πλοκή η οποία να συνδέει αιτιωδώς το πρώτο με το τελευταίο. Στον Κιμούλη, όμως, τέτοιες προϋποθέσεις καλόν είναι εξαρχής να θεωρηθούν εκτός πεδίου, υπό την έννοια πως μπαίνουν προγραμματικά στο στόχαστρο. Και ο χαρακτηρισμός «προγραμματικό» δεν χρειάζεται να  μας τρομάξει. Η λογοτεχνία, μοιάζει να μας λέει ο συγγραφέας (κι αυτό είναι εύκολο να το διαπιστώσουμε και στο δοκιμιακής υφής Γκανιάν, που κυκλοφόρησε επίσης κατά τη διάρκεια του 2023 από τις εκδόσεις Λογό-τυπο), δεν γίνεται με ιστορίες οι οποίες μιλούν για την κοινωνική, την πολιτική και την ιστορική τύχη των ανθρώπων ή για τις καθημερινές συνήθειες και τα άλλοτε πάγια και άλλοτε μεταβαλλόμενα ήθη τους (ό,τι κι αν συμπεριλαμβάνει ο όρος «ήθη») ούτε για τις εσωτερικές αναζητήσεις και τις υπαρξιακές τους κρίσεις.

Η λογοτεχνία σε ένα πλαίσιο σαν κι αυτό που σχεδιάζει ο Κιμούλης ξεκινάει από τη φόρμα και επιστρέφει σ’ αυτήν, επιδιώκοντας μόνο τη λοτεχνικότητα, όπως το ήθελαν οι ρώσοι φορμαλιστές, ή επείγεται να υπονομεύσει τις κατεστημένες μορφές λόγου διαμέσου ενός συνεχούς κατακερματισμού της μορφής και του νοήματος, πιστεύοντας αποκλειστικά στη διάταξη των ευφάνταστων σχηματισμών των λέξεων, που έρχεται, εκτός των άλλων, και με ένα ηχητικό παιχνίδι ρυθμών και τόνων, όπως θα μας παρότρυναν οι λετριστές.

 

Φρέσκο λογοτεχνικό πνεύμα

Η διαφορά είναι πως βρισκόμαστε εδώ και έναν αιώνα μακριά τόσο από τον φορμαλισμό όσο και από τον λετρισμό και ότι μια πεζογραφική προσπάθεια η οποία αποσκοπεί στη ριζική ανανέωση, όπως σαφώς επιζητεί η προσπάθεια του Κιμούλη, χρειάζεται να μας δώσει αδιάψευστα τεκμήρια για το ανήσυχο πνεύμα της. Έτσι, το  ζητούμενο είναι τα κείμενα να υπερβαίνουν όντως κάποια εσκαμμένα – ακόμα και νεότερα ή πολύ σύγχρονα εσκαμμένα. Αντί, λοιπόν, για αναδιατάξεις λέξεων και για υπονόμευση νοημάτων ή για ηχητικά και μουσικά παιχνίδια, αντί για απομάκρυνση της καθημερινότητας και των ατομικών ή των συλλογικών μεγεθών από τους θεματικούς τους άξονες, ο συγγραφέας προχωρεί σε σμικρύνσεις ή μεγεθύνσεις της καθημερινής σφαίρας στις εικόνες του, δοκιμάζοντας μια σειρά από απρόσμενες και μεταϋπερρεαλιστικού τύπου διασυνδέσεις τους.

Σε ανάλογη τακτική εγγράφονται οπωσδήποτε οι αναπάντεχοι τόποι και χρόνοι του Κιμούλη, που ανακατεύουν απροειδοποίητα (σαν να μη συμβαίνει το παραμικρό) παρόν, παρελθόν και μέλλον, πειραματίζονται με στρεβλώσεις των κοινών παραστάσεων, διαστρεβλώνοντας επί της ουσίας το σύστημα της αποδοχής τους από την αναγνωστική συνείδηση και, προκειμένου να δράσουν παραγωγικότερα, αποφεύγουν εγκάρσιες τομές και θεαματικά ρήγματα με διακεκομμένες ριπές και θραύσματα.

 

Ποιες ριπές και ποια θραύσματα

Ο Κιμούλης υιοθετεί διακεκομμένες ριπές όταν θέλει να παίξει με την πυκνότητα των ανατροπών στο εσωτερικό της ακολουθίας και της ροής της αφήγησης και καταφεύγει σε αφηγηματικά θραύσματα όποτε τα πεζά του συνομιλούν (σε μόνιμη σχεδόν βάση) με διάφορα λογοτεχνικά είδη: από τη λογοτεχνία του φανταστικού και του τρόμου μέχρι το θρίλερ και από το αστυνομικό μέχρι το εγκυκλοπαιδικό μυθιστόρημα. Εγκυκλοπαιδικό μυθιστόρημα ονομάζω εν προκειμένω το μυθιστόρημα που, εξοπλισμένο με επιστημονικές, φιλολογικές, λογοτεχνικές, μουσικές και κινηματογραφικές παροχές, αναλαμβάνει το ρόλο ενός πανεποπτικού μεγαθηρίου, ικανού να ενσωματώσει το σύμπαν στην αρχιτεκτονική του, αλλά και έτοιμου, όπως στην περίπτωση του Κιμούλη, να υποκύψει σε μια θραυσματικότητα που ξεπερνά τη λογική του μεταμοντέρνου συμπιλήματος προς μια άλλη κατεύθυνση – προς την κατεύθυνση της κατάκτησης μιας επικράτειας όπου τα πάντα φαντάζουν σαν ένα ηθελημένα ανολοκλήρωτο βήμα ή αιωρούνται εσκεμμένα σαν μια εκκρεμής χειρονομία, χωρίς να υποτάσσονται στον καταναγκασμό της πλοκής και της διαγραφής χαρακτήρων ή ακόμα και της παρώδησης των ηρώων και του περιβάλλοντός τους.

Στον περίτεχνα μεταμφιεσμένο αυτόν κόσμο δεν θα δυσκολευτούμε να ανακαλύψουμε την Ύδρα της Μαργαρίτας Καραπάνου, πλήθος ελεύθερους συνειρμούς (διαφορετικά κάθε φορά σκηνοθετημένους) με τον Χένρι Τζέιμς, τον Τσόμσκι, τον Ρίλκε, τον Χουρακάμι, τον Μπωντλαίρ, τον Νίτσε, τον Φουκώ, τον Καβάφη και τον Καρυωτάκη (ο κατάλογος των ονομάτων είναι μόνον ενδεικτικός) σε ένα πεδίο από το οποίο δεν λείπουν το παράλογο και η παραδοξότητα: με παιδιά να καίνε το καλοκαίρια όλα τα μυρμήγκια που συναντούν στο διάβα τους και με στρατηγούς πρόθυμους να πρωτοστατήσουν σε γαστριμαργικά όργια θρησκευτικών διαστάσεων. Δεν χρειάζεται, νομίζω, να συνοψίσω.

Είναι αρκετό να επαναλάβω ή μάλλον να ξεκαθαρίσω πως ο Κιμούλης κάνει άρτια προετοιμασμένος την είσοδό του στον λογοτεχνικό στίβο και πως εύλογα μας προκαλεί αδημονία για το πώς μέλλει να πορευτεί στο μέλλον. Αλλά προσωρινά αρκούν τα ήδη καλά του πεπραγμένα.

 

Βαγγέλης Χατζηβασιλείου

Κριτικός λογοτεχνίας. Βιβλία του: Μίλτος Σαχτούρης: Η παράκαμψη του υπερρεαλισμού (1991), Οδόσημα (1999), Σύγχρονη Ελληνική Πεζογραφία (επιμ. με την Ελισάβετ Κοτζιά, 1995), Η κίνηση του εκκρεμούς. Άτομο και κοινωνία στη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία, 1974-2017 (2018), Αντώνης Φωστιέρης (2020).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.