Σύνδεση συνδρομητών

Δρόσος vs Ροδόπουλος

Κυριακή, 23 Οκτωβρίου 2016 10:26
Οι τέσσερις πρώτοι "υπερθεματιστές" (κατά τον νεολογισμό του ΣΥΡΙΖΑ), που εδικαιούντο αρχικά άδεια τηλεοπτικού δικτύου πανελλαδικής εμβέλειας, όπως ορίζει ο (υπό συνεχή αμφισβήτηση της συνταγματικότητάς του) νόμος Παππά. Εξ αριστερών,  Αλαφούζος, Καλογρίτσας, Κυριακού, Μαρινάκης. Ο δεύτερος αντικαταστάθηκε, τελικά, από τον αυτοαποκληθέντα "λαγό", Ιβάν Σαββίδη.
Φωτογραφίες αρχείου
Οι τέσσερις πρώτοι "υπερθεματιστές" (κατά τον νεολογισμό του ΣΥΡΙΖΑ), που εδικαιούντο αρχικά άδεια τηλεοπτικού δικτύου πανελλαδικής εμβέλειας, όπως ορίζει ο (υπό συνεχή αμφισβήτηση της συνταγματικότητάς του) νόμος Παππά. Εξ αριστερών, Αλαφούζος, Καλογρίτσας, Κυριακού, Μαρινάκης. Ο δεύτερος αντικαταστάθηκε, τελικά, από τον αυτοαποκληθέντα "λαγό", Ιβάν Σαββίδη.

Νομικά ασήμαντα στη δίκη

Στην ηλεκτρονική σελίδα του BooksJournal, στις 6 Ιουλίου 2016, δημοσιεύθηκε άρθρο του συνεργάτη μας Μιχάλη Ροδόπουλου, που αναφερόταν στην προσφυγή  ιδιοκτητών τηλεοπτικών σταθμών στο Συμβούλιο της Επικρατείας, οι οποίοι αμφισβητούν τη συνταγματική νομιμότητα της διαδικασίας, που στηρίζεται σε νόμο υπεύθυνος για τον οποίο είναι ο υπουργός Επικρατείας, Νίκος Παππάς. Ο αρθρογράφος αναφέρθηκε και στον καθηγητή Γιάννη Δρόσο, τη γνωμοδότηση του οποίου επικαλέστηκε ο υπουργός. Αναδημοσιεύουμε το άρθρο, και στη συνέχεια δημοσιεύουμε εκτενή απάντηση του (επίσης συνεργάτη μας) καθηγητή Γιάννη Δρόσου. (Όλος ο διάλογος δημοσιεύθηκε στο τεύχος 69 του Books' Journal, Σεπτέμβριος 2016.)

 

 

Η κρισιμότητα της δίκης: Αυτές τις μέρες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας διεξάγεται μια κρίσιμη δίκη. Βεβαίως όλες οι δίκες είναι κρίσιμες αφού αποφασίζουν για τις τύχες ανθρώπων, την οικονομική πορεία επιχειρήσεων ή τη διευθέτηση ανθρωπίνων σχέσεων. Ωστόσο, κάποιες δίκες είναι πιο σημαντικές από τις άλλες γιατί καθορίζουν το statusμιας ολόκληρης πολιτείας. Σε κάποια ακροατήρια αιθουσών συναντάται η νομική με την ιστορία. Και πράγματι, το διακύβευμα στην δίκη για της άδειες των καναλιών είναι ιστορικό κατά μια έννοια. Θα αποφασιστεί αν η Ελλάδα θα παραμείνει, έστω και τραυματισμένη, στην τροχιά των δυτικών κρατών, του BBC και της Monde, ή αν θα ακολουθήσει την ανατολίτικη αντίληψη δημοκρατίας και ελευθερίας του λόγου, του Ερντογάν και της Χουριέτ.

Αυτή η απόφαση θα ληφθεί αναγκαστικά με νομικά επιχειρήματα. Όχι βεβαίως γιατί όλα στη ζωή είναι νομικά, αλλά γιατί σε μια ανάπηρη Δημοκρατία όπου το πολιτικό σύστημα δυσλειτουργεί κάποιος πρέπει να δίνει λύσεις – και αυτοί συνήθως είναι οι δικαστές. Το πραγματικό σκέλος της υπόθεσης είναι γνωστό. Ο υπουργός Νίκος Παππάς προκήρυξε διαγωνισμό για χορήγηση τεσσάρων τηλεοπτικών αδειών. Οι νομικές αντιρρήσεις των θιγόμενων ιδιοκτητών τηλεοπτικών σταθμών μπορούν να συνοψισθούν σε δύο βασικά  επιχειρήματα.

Α) Έλλειψη αρμοδιότητας του Υπουργού για την διεξαγωγή της διαδικασίας. Κατά το άρθρο 15 παράγραφος 2 του Συντάγματος μετά την αναθεώρηση του 2001 ο έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ). Το συμπλεκτικό «και» εδώ σημαίνει ότι όχι μόνο η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων αλλά και ο έλεγχος, υπό μορφή χορήγησης αδειών  υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του ΕΣΡ.

Η Κυβέρνηση αναπτύσσει αντίθετη ερμηνεία. Το βαρύ έργο κατάστρωσης της επιχειρηματολογίας της ανέλαβε, σε μεγάλο βαθμό, ο Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Γιάννης Δρόσος. Κατά τη σχετική γνωμοδότηση που συνέταξε και την οποία επικαλέστηκε ο Υπουργός από του βήματος της Βουλής, ένα άλλο «και» είναι κρίσιμο. Είναι το «και» της επόμενης περιόδου, όπου διευκρινίζεται ότι ο έλεγχος αυτός λαμβάνει «και τη μορφή του καθεστώτος προηγούμενης άδειας». Άρα, κατά τον νομικό εκπρόσωπο του Υπουργείου, η διαδικασία αδειοδότησης δεν είναι μια αρμοδιότητα αποκλειστικά και αναγκαστικά του ΕΣΡ, δεν πρόκειται για αρμοδιότητα του στενού πυρήνα αποκλειστικών αρμοδιοτήτων της Ανεξάρτητης Αρχής αλλά για μια αρμοδιότητα από τις πολλές του Κράτους, που μπορεί αν θέλει να την αναθέσει στο ΕΣΡ, μπορεί όμως και όχι. Το ΕΣΡ δεν έχει, κατά τη γνώμη του, όλες τις αρμοδιότητες για θέματα συναφή με τη ραδιοτηλεοπτική δραστηριότητα. Για παράδειγμα, δεν ελέγχει τα κανάλια για την τήρηση της φορολογικής και της ασφαλιστικής νομοθεσίας.

Το επιχείρημα του καθηγητή είναι καταφανώς εσφαλμένο. Όντως το ΕΣΡ δεν ελέγχει τα κανάλια για το σύνολο του βίου τους. Προφανώς και δεν δικάζει ακόμα και τα εγκλήματα που τυχόν γίνονται στα καμαρίνια των καναλιών. Όταν το Σύνταγμα αναθέτει αποκλειστικές αρμοδιότητες τον κάνει κατά τομέα, εννοεί ότι κάποιος είναι αρμόδιος σε ορισμένο θεματικό πεδίο, δηλαδή το ΕΣΡ είναι αποκλειστικά αρμόδιο για τηλεοπτικά θέματα, για θέματα λειτουργίας που άπτονται της ραδιοτηλεοπτικής δραστηριότητας. Τούτο δεν αλλάζει επειδή για άλλες εκφάνσεις της δραστηριότητάς τους, υπάρχει άλλος αρμόδιος. Για παράδειγμα, όταν ορίζει το Σύνταγμα αρμόδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για την έκδοση και δημοσίευση των νόμων, δεν αλλοιώνεται η αποκλειστική του αρμοδιότητα από το γεγονός ότι μεσολαβεί η τεχνική βοήθεια του Εθνικού Τυπογραφείου. Ούτε εξ άλλου η γραμματέας του καθίσταται συναρμόδια όταν τον διευκολύνει κατά την υπογραφή των Προεδρικών Διαταγμάτων.

Εν πάση περιπτώσει όμως η αρμοδιότητα αυτή ανήκει στο ΕΣΡ είτε κατά συνταγματική υποχρέωση όπως ισχυρίζονται τα κανάλια είτε κατά συνταγματική προαίρεση, όπως ισχυρίζεται ο κ. Δρόσος διαμέσου του αρμοδίου υπουργού. Και τι γίνεται όμως που το ΕΣΡ δεν έχει συγκρότηση; Η απάντηση που δίδουν οι νομικοί εκπρόσωποι των καναλιών είναι ότι η αρμοδιότητα δεν είναι ήσσονος σημασίας νομικός κανόνας, είναι κανόνας συνταγματικός, και αν δεν τηρείται υπάρχει αναμφίβολη παράβαση. Ο Νίκος Παππάς δεν μπορεί να υποκαταστήσει το ΕΣΡ.

Ο κ. Δρόσος απαντά ότι, αφού δεν λειτουργεί το ΕΣΡ, η Βουλή, στο πλαίσιο της γενικής νομοθετικής της αρμοδιότητας, μπορεί να πάρει την αρμοδιότητα από το ΕΣΡ και να την κάνει πάσα στον κ. Παππά. Αυτή η τράμπα αρμοδιότητας, παρ’ ότι δεν προβλέπεται συνταγματικά, θεωρείται επιτρεπτή κατά τον καθηγητή. Αν επεκτείνουμε το σκεπτικό αυτό, όταν τα πανεπιστήμια δεν χορηγούν πτυχία γιατί τελούν υπό μακροχρόνια κατάληψη, θα μπορούσε η Βουλή στο πλαίσιο της γενικής της αρμοδιότητας να αφαιρέσει την αρμοδιότητα από τον κ. Δρόσο και πτυχία Νομικής να χορηγεί ο Νίκος Παππάς.

Β) Πλουραλισμός και άλλα δημοκρατικά. Σε μια δημοκρατία, όσο περισσότερες φωνές ακούγονται τόσο το καλύτερο για τη Δημοκρατία. Η αγορά των ιδεών θέλει ανταγωνισμό επιχειρημάτων. Το νούμερο 4 είναι αυθαίρετο, αφού η τεχνική δυνατότητα επιτρέπει την χορήγηση περισσοτέρων αδειών. Άρα, παραβιάζεται η ελευθερία του Τύπου και της πληροφόρησης. Παραβιάζεται και η επιχειρηματική ελευθερία των καναλαρχών, γιατί τους στερείται η ελευθερία να ασκήσουν μια οικονομική δραστηριότητα με αυθαίρετη τεκμηρίωση. Δηλαδή, δεν μπορεί μεθαύριο το κράτος να αποφασίσει ότι θα υπάρχουν 10 ιδιωτικά σχολεία, έστω και αν έχει τη συνολική εποπτεία της εκπαίδευσης.

Η κυβέρνηση εδώ απαντά: «θα». Αφού πιάνει στους ψηφοφόρους, μπορεί να πιάσει και στο Δικαστήριο. Θα προκηρυχθούν στο μέλλον περισσότερες άδειες.

Το ουσιώδες: Αυτά είναι λίγο-πολύ τα θέματα που θα απασχολήσουν το Δικαστήριο. Εμένα, μετά από αυτά, με απασχολούν τα λόγια του Κωνσταντίνου Φελουτζή, αείμνηστου καθηγητή ποινικού δικαίου στη Νομική Αθήνας. Σε κατάμεστο αμφιθέατρο, απευθυνόμενος στους πρωτοετείς, έλεγε: «κάποιοι από σας θα γίνεται δικηγόροι, κάποιοι δικαστές, κάποιοι συμβολαιογράφοι – λίγοι θα γίνετε νομικοί». Αναρωτιέμαι γιατί ο κ. Δρόσος επέλεξε αυτή την κρίσιμη για τη δημοκρατική πορεία της Ελλάδας δίκη για να ξετυλίξει το δικηγορικό του ταλέντο. Είχαμε συνηθίσει τους Καθηγητές Συνταγματικού Δικαίου, από την εποχή του Αριστόβουλου Μάνεση, να διαλέγουν πάντα το στρατόπεδο της ελευθερίας. Σαν νομικοί και όχι σαν δικηγόροι.

Διαφωνίες υπάρχουν πάντα στα νομικά. Όμως στρατόπεδα για όσους θέλουν να εμφανίζονται στον δημόσιο λόγο υπάρχουν μόνο δύο. Της ελευθερίας και της καταπίεσης. Το «και» εδώ με την έννοια της διακρίσεως. Της αυστηρής διακρίσεως.

-Μιχάλης Ροδόπουλος

Δικηγόρος

 

 

«Oι καλοί φοιτητές σας σε αμφισβητούν…»

«Γιάννη μου, γεια σου. Οι καλοί φοιτητές σας σε αμφισβητούν. Δες αυτό σε παρακαλώ.  Χαιρετισμούς στην Ελισάβετ. Φιλιά πολλά. Ηλίας»

Έτσι απέστειλε ο Ηλίας Κανέλλης σε ηλεκτρονικό του προς εμένα μήνυμα  στις 6 Ιουλίου κείμενο που δημοσιεύεται στην ηλεκτρονική έκδοση του BooksJournal της ίδιας μέρας, αναφερόμενο σε εμένα και στη συμμετοχή μου στη δίκη για το ζήτημα της χορήγησης αδειών παρόχου προγράμματος στους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς με βάση τον ν. 4339/2015 ως ισχύει.

Τη νομική μου γνώμη για το κύριο συνταγματικής τάξης θέμα αυτής της υπόθεσης την ανέπτυξα σε δημοσιευμένη στον νομικό Τύπο γνωμοδότησή μου και, αναλυτικότερα, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπου κατά την περίπου επτάωρη ακροαματική διαδικασία  επιχειρήθηκε εξαντλητικός νομικός αντίλογος. Τις πρακτικά εφαρμοστέες απαντήσεις θα τις δώσει το δικαστήριο, το οποίο, εικάζω, θα απαντήσει και στις δύο πλευρές, απορρίπτοντας ή δεχόμενο τους ανάλογους ισχυρισμούς, όταν τελικά αποφανθεί. Δεν προεξοφλώ κανένα αποτέλεσμα της δίκης αυτής, όσο και αν οι μέχρι τώρα πέντε ή έξι διαδοχικές απορρίψεις αιτήσεων προσωρινής προστασίας των καναλιών από το ΣτΕ προκαλούν σε προβλέψεις. Εγώ προβλέψεις δεν κάνω. Το εις βάρος μου κείμενο του BooksJournal  αγνοεί ή παραγνωρίζει (μάλλον αγνοεί) πολλά και καίρια, δεν κατάλαβε όσα νομίζει ότι γνωρίζει, αδικεί δε ακόμη και την (αβάσιμη, νομίζω, πλην με τέχνη κατασκευασμένη) αντίκρουση των δικών μου επιχειρημάτων που επιχείρησαν στο δικαστήριο ορισμένοι από τους πέντε καθηγητές, τη μία καθηγήτρια και τους τρεις ή τέσσερις ακόμη συνάδελφους-αντιδίκους μου. Ως νομικό κείμενο είναι ανάξιο λόγου και αν οι συγγράψαντες ήταν μαθητές μου μάλλον κακός δάσκαλος ήμουν. Δεν είναι όμως το νομικό μου επιχείρημά ο στόχος του δημοσιεύματος, είμαι εγώ ο ίδιος.

***

Το πράγμα άρχισε όταν πριν από αρκετούς μήνες, σε συνέχεια συζήτησής μου με τον Νίκο Βούτση, ο Νίκος Παππάς μου έθεσε το ερώτημα αν είναι συνταγματικά επιτρεπτό, ή έστω ανεκτό, αν δεν καταστεί εφικτή η συγκρότηση του ΕΣΡ να διεξαγάγει τον διαγωνισμό για τη χορήγηση αδειών περιεχομένου σε τηλεοπτικούς σταθμούς όποιο όργανο αποφασίσει η Βουλή, στην οποία η κυβέρνηση θα πρότεινε αυτό να είναι ο Υπουργός Επικρατείας ο αρμόδιος για τα θέματα της ραδιοτηλεόρασης. Μελέτησα το θέμα υπό τα εξής δεδομένα:

(1) ότι κανένα ιδιωτικό κανάλι δεν είναι τυπικά αδειοδοτημένο, αλλά λειτουργούν κατ’ ανοχή βάσει διατάξεων νομοθετημένων από τις προ ΣΥΡΙΖΑ κυβερνήσεις  και από τις οποίες η τελευταία έληγε στις 31 Δεκεμβρίου 2015.

(2) ότι η απόφαση 3578/2010 της Ολομέλειας του ΣτΕ  είχε από τότε δεχθεί επί λέξει ότι αυτή η  επ’ αόριστον ανοχή αντίκειται προς το Σύνταγμα διότι

Πρώτον μεν αντιβαίνει προς την θεμελιώδη συνταγματική αρχή του Κράτους Δικαίου, από την οποία απορρέει η υποχρέωση του Κράτους να εγγυάται υπέρ των πολιτών την πιστή εφαρμογή του νόμου και να προασπίζει τα δημόσια αγαθά. [...] Δημόσιο δε αγαθό αποτελούν οι αριθμητικά περιορισμένες ραδιοσυχνότητες [...]. Το δημόσιο αυτό αγαθό προσβάλλεται όταν η χρήση των ραδιοσυχνοτήτων γίνεται χωρίς την απαιτούμενη διοικητική άδεια, δηλαδή αυθαιρέτως και παρανόμως. Δεύτερον δε, η επίμαχη ρύθμιση αντιβαίνει προς την συνταγματική αρχή της ισότητας. Διότι θέτει τους πολίτες εκείνους, οι οποίοι, ενώ είχαν πιθανώς την βούληση και την πραγματική δυνατότητα να ιδρύσουν τηλεοπτικό σταθμό, δεν το έπραξαν αυθαιρέτως παραβαίνοντες τον νόμο, σε εξόχως μειονεκτική μοίρα σε σχέση με τους πολίτες, εκείνους, οι οποίοι, με την αυθαίρετη κατάληψη ραδιοσυχνότητας, ίδρυσαν παρανόμως, χωρίς δηλαδή άδεια, τηλεοπτικό σταθμό. Πράγματι, οι παρανομήσαντες πολίτες νέμονται τομέα της αγοράς τηλεοπτικών υπηρεσιών, η λειτουργία της οποίας συνδέεται με την, καίριας σημασίας σε μία δημοκρατική πολιτεία, άσκηση των δικαιωμάτων του πληροφορείν και του πληροφορείσθαι,

δέχθηκε δηλαδή ότι οι συνεχιζόμενες νομοθετικές παρατάσεις της λειτουργίας των καναλιών αποτελούν συνεχιζόμενη παραβίαση του Συντάγματος

(3) ότι μετά από αρκετές προσπάθειες συγκρότησης της απαιτούμενης από το Σύνταγμα πλειοψηφίας για τον ορισμό του ΕΣΡ, ο εκπρόσωπος της ΝΔ κ. Τραγάκης στη συνεδρίαση  της 2/02/2016 της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, αναφερόμενος στο ΕΣΡ, δήλωσε ότι  «όσες ψηφοφορίες κι αν κάνει η κυβέρνηση τα 4/5 δεν πρόκειται να τα “πιάσει”  ποτέ σε καμία από τις Ανεξάρτητες Αρχές απ’ ό,τι φαίνεται».

(4) ότι υπάρχει από το τρίτο Μνημόνιο ( ν. 4336/2015) ρητή υποχρέωση διεξαγωγής του διαγωνισμού αυτού,

(5) ότι και κατά το ενωσιακό δίκαιο η διεξαγωγή διαγωνισμού για την περίπτωση αυτή είναι υποχρεωτική,

(6) ότι ουδέποτε ελληνικό δικαστήριο έκρινε ειδικώς το ζήτημα αν η αρμοδιότητα για τη διεξαγωγή του διαγωνισμού είναι αποκλειστικά και εκ του Συντάγματος αρμοδιότητα του ΕΣΡ, το οποίο πάντως είναι όργανο ταγμένο στην εξυπηρέτηση συνταγματικών σκοπών και δεν είναι αυτοσκοπός το ίδιο.

 Έτσι έκρινα –και συνεχίζω να έχω τη γνώμη– ότι νομικά δεν είναι νοητό  να ματαιωνόταν ο αναμενόμενος επί δεκαετίες διαγωνισμός μέχρι να δεήσει το σύστημα που με μοναδικό φαρισαϊσμό επί δεκαετίες περιέθαλπε τη συνέχιση της διαπιστωμένης και από το ΣτΕ αυθαιρεσίας. Δεκαέξι νόμους ψήφισαν οι αθεόφοβοι για να μείνει μια τρύπα στο νερό...  Έλαβα επίσης υπόψη ότι  στο κάτω κάτω πρόκειται για έναν διαγωνισμό-δημοπρασία όπου για όλες του τις προϋποθέσεις (αριθμός αδειών, ύψος τιμής εκκίνησης, ελάχιστος αριθμός εργαζομένων, κεφαλαιακή επάρκεια κ.λπ.), αλλά και για το ποιος διαγωνιζόμενος τις πληροί και ποιος, όχι τον τελικό λόγο τον έχει το ΣτΕ, όποιος και να κάνει τον διαγωνισμό αυτό, το ΕΣΡ, ο Παππάς ή και ο διάβολος ο ίδιος. Ώς εδώ τα νομικά.

 

Φαινόσουνα καλό παιδί, ζαβό τι πήρες δρόμο …   

Η διαδικασία του character assassination στην οποία αναφέρομαι άρχισε αμέσως μόλις ο Νίκος Παππάς κατέθεσε την γνωμοδότησή μου στη Βουλή, και μάλιστα άρχισε από εκεί όπου, ομολογώ, περίμενα κάθε κριτική και αντιπαράθεση, όχι όμως bullying. Ο δημοσιογράφος Άλκης Κούρκουλας, έγκυρος, δόκιμος και επί πολλά χρόνια ανταποκριτής εφημερίδων και πρακτορείων στην Κωνσταντινούπολη, σε πολεμική ανάρτησή του εκείνες τις μέρες σε ηλεκτρονικό μέσο κοινωνικής δικτύωσης, απευθυνόμενος προς τον Υπουργό κ. Νίκο Παππά, του υπογράμμισε ότι: “δεν είναι καλή ιδέα να επικαλείσαι Συμβούλους του αλήστου ΑΚΗ (Τσοχατζόπουλου), ως αναφορά αυθεντίας».

Τις ίδιες ακριβώς μέρες, σε μέσο ηλεκτρονικής δικτύωσης, παλαιός λαμπρός φοιτητής μου, υπάλληλος σήμερα κόμματος της αντιπολίτευσης, δηλαδή κατ΄ επάγγελμα ψωμιζόμενος ως  κεκράκτης της κυβερνητικής πολιτικής, σε ηλεκτρονική ανταλλαγή απόψεων που επακολούθησε την ανάρτηση του Άλκη, θύμισε στο κοινό του ότι “τα στερνά τιμούν τα πρώτα”, ότι δηλαδή τώρα, κοντά στο πέρας της ακαδημαϊκής μου θητείας (αποχωρώ από το Πανεπιστήμιο σε δύο χρόνια), δεν τιμώ τη μέχρι τη στιγμή της διαφωνίας του μαζί μου μάλλον άξια τιμής ακαδημαϊκή και προσωπική μου πορεία.

Στις 27 Ιουνίου 2016, ημέρα της πρώτης από σειρά δικασίμων αυτής της μεγάλης αντιδικίας (εκδικαζόταν αίτηση ασφαλιστών μέτρων του Mega κατά της προκήρυξης του διαγωνισμού), στη στήλη «Στίγμα» της εφημερίδας Τα Νέα, διευθυντικό στέλεχος της οποίας και καθημερινός αρθρογράφος είναι ο Ηλίας Κανέλλης, η συνείδηση του συναδέλφου του, κ. Παπαχρήστου, εξανέστη:

Ο επί του τύπου και άλλων Υπουργός κύριος Νικόλαος Παππάς αξιοποιεί το γνωστικό αντικείμενο… δροσερού Καθηγητή της Νομικής Σχολής Αθηνών, τον οποίο αξιοποιεί σε «επικίνδυνες αποστολές» του είδους «πώς θα αποδείξω ότι ο νόμος για τις τηλεοπτικές άδειες είναι αντισυνταγματικός».

Και εδώ πρόβλημα κανένα, πλην ενός ίσως ελαχίστου που αφορά ενδεχομένως το αν αμείβεται ο καθηγητής μας για τις υπηρεσίες που παρέχει ή το κάνει από έναν ανυστερόβουλο κομματικό πατριωτισμό.

Εκτός πια και δεν ισχύει τίποτε από τα δύο και η συμβολή του στη νομική θωράκιση του νομοθετικού εξαμβλώματος της κυβέρνησης για τα κανάλια είναι μια φιλική προσφορά του Άκη, του «μια σκέτη θλίψη Άκη», στο σύστημα ΣΥΡΙΖΑ…

Διότι, όπως γνωρίζει πολύς κόσμος εν Αθήναις [...] ο κύριος καθηγητής ήταν  επί πολλά έτη στενός συνεργάτης του «μια σκέτη θλίψη Άκη». Πολύ στενός μάλιστα...

Στις 6 Ιουλίου 2016, δύο μέρες μετά τη δικάσιμο των 23 αιτήσεων ακυρώσεως όλων των γνωστών ιδιωτικών καναλιών κατά σειράς πράξεων σχετικά με τον διαγωνισμό, επανήλθα στο προσκήνιο στην ηλεκτρονική έκδοση του TheBooksJournal, περιοδικού του Ηλία Κανέλλη με άρθρο συνεργάτη του:

Αυτές τις μέρες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας διεξάγεται μια κρίσιμη δίκη. [...]  κάποιες δίκες είναι πιο σημαντικές από τις άλλες γιατί καθορίζουν το status μιας ολόκληρης πολιτείας. Σε κάποια ακροατήρια αιθουσών συναντάται η νομική με την ιστορία. Και πράγματι, το διακύβευμα στην δίκη για της άδειες των καναλιών είναι ιστορικό κατά μια έννοια. Θα αποφασιστεί αν η Ελλάδα θα παραμείνει, έστω και τραυματισμένη, στην τροχιά των δυτικών κρατών, του BBC και της Monde, ή αν θα ακολουθήσει την ανατολίτικη αντίληψη δημοκρατίας και ελευθερίας του λόγου, του Ερντογάν και της Χουριέτ.

Αυτή η απόφαση θα ληφθεί αναγκαστικά με νομικά επιχειρήματα. [...]  Το πραγματικό σκέλος της υπόθεσης είναι γνωστό. Ο υπουργός Νίκος Παππάς προκήρυξε διαγωνισμό για χορήγηση τεσσάρων τηλεοπτικών αδειών. Οι νομικές αντιρρήσεις των θιγόμενων ιδιοκτητών τηλεοπτικών σταθμών μπορούν να συνοψισθούν σε δύο βασικά  επιχειρήματα [...]

Η Κυβέρνηση αναπτύσσει αντίθετη ερμηνεία. Το βαρύ έργο κατάστρωσης της επιχειρηματολογίας της ανέλαβε, σε μεγάλο βαθμό, ο Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Γιάννης Δρόσος. […]

Ο αρθρογράφος –ο και «οι καλοί φοιτητές σας» κατά τον χαρακτηρισμό του Ηλία Κανέλλη επονομαζόμενος– παρουσίασε τα επιχειρήματα των καναλιών επιχειρώντας να ανασκευάσει τα δικά μου, όπως όμως σημείωσα δεν ασχολούμαι με αυτά  και μένω στο κύριο αντικείμενό του που είμαι εγώ ο ίδιος. Τον αρθρογράφο

μετά από αυτά, [τον] απασχολούν τα λόγια του Κωνσταντίνου Φελουτζή, αείμνηστου καθηγητή ποινικού δικαίου στη Νομική Αθήνας. Σε κατάμεστο αμφιθέατρο, απευθυνόμενος στους πρωτοετείς, έλεγε: «κάποιοι από σας θα γίνετε δικηγόροι, κάποιοι δικαστές, κάποιοι συμβολαιογράφοι – λίγοι θα γίνετε νομικοί». Αναρωτιέμαι γιατί ο κ. Δρόσος επέλεξε αυτή την κρίσιμη για τη δημοκρατική πορεία της Ελλάδας δίκη για να ξετυλίξει το δικηγορικό του ταλέντο. Είχαμε συνηθίσει τους Καθηγητές Συνταγματικού Δικαίου, από την εποχή του Αριστόβουλου Μάνεση, να διαλέγουν πάντα το στρατόπεδο της ελευθερίας. Σαν νομικοί και όχι σαν δικηγόροι.

Διαφωνίες υπάρχουν πάντα στα νομικά. Όμως στρατόπεδα για όσους θέλουν να εμφανίζονται στον δημόσιο λόγο υπάρχουν μόνο δύο. Της ελευθερίας και της καταπίεσης. Το «και» εδώ με την έννοια της διακρίσεως. Της αυστηρής διακρίσεως.

Την ίδια εκείνη ημέρα επέλασε εναντίον μου προσωπικά και ο Ηλίας Κανέλλης. Την αφορμή τού την έδωσε μια ειρωνική και επικριτική για εμένα ηλεκτρονική ανάρτηση που η Βάσω Κιντή την επομένη της κύριας δίκης (στις 5 Ιουλίου 2016) σχολιάζοντας ό,τι επέλεξε να νομίσει ότι κατάλαβε από συνέντευξή μου στην τρέχουσα τότε ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας Lifo σε θέμα άσχετο με το επίμαχο. Επακολούθησε πολύ συγκεκριμένη αποδοκιμασία όχι των απόψεών μου –πράγμα απολύτως θεμιτό για όσους δεν τις συμμερίζονται– αλλά εμού προσωπικώς,  συνολικά, ολοκληρωτικά και άσχετα με το θέμα για το οποίο με ειρωνεύθηκε η κ. Κιντή.

Σε εκείνον τον ηλεκτρονικό «διάλογο» ξέσπασε και ο καθ΄ έξη οργίλος και κατά συρροή κατηγορίσκος Φώτης Πάλλας: 

Ο κ. Δρόσος, μόνιμος υποστηρικτής της όποιας κυβερνητικής εξουσίας [...] Όσον αφορά την άσκηση δικηγορίας εκ μέρους του αυτή εκπορεύεται πάντοτε από κρατικούς θεσμούς. Έχει να απολογηθεί για πολλά ο Γιάννης.

Ακολούθησε σειρά αναρτήσεων με αντικείμενο τα σχόλια της κας Κιντή (τα οποία, επαναλαμβάνω, δεν αναφέρονται στο θέμα των τηλεοπτικών αδειών) και σε άλλα τινά, αλλά και ένας βαθύς ολολυγμός του Ηλία Κανέλλη:

Αχ, ο Γιάννης ο Δρόσος. Πολλή στενοχώρια.

Ο Ηλίας επικράνθη. Και μέσα στην διάχυτη λύπη για την κατάντια μου επακολούθησε η σκοτεινή διαπίστωση μιας παλιάς μου άριστης μεταπτυχιακής φοιτήτριας:

        Τα στερνά τιμούν τα πρώτα. Δυστυχώς ή ευτυχώς...

Όταν, την επόμενη μέρα θυμωμένος και λυπημένος τηλεφώνησα στον Ηλία Κανέλλη, την παραπάνω συζήτηση είχαν επικροτήσει με την αρέσκειά τους αρκετές εκατοντάδες άτομα, τα οποία είχαν ειδοποιηθεί ηλεκτρονικώς και τη δική μου κατάντια και την δική του θλίψη. Υπάρχουν και άλλα παρόμοια σχόλια, έντυπα και ηλεκτρονικά, μερικά ίσως και πιο χυδαία. Τα παραπάνω όμως, περιλαμβανομένης της  σύμπραξης του Ηλία , δημιούργησαν το έδαφος για τη συνέχιση, τη διεύρυνση και την όξυνση της απόπειρας κατεδάφισής μου – προσοχή: όχι της αντίκρουσης των νομικών επιχειρημάτων μου ή της πολιτικής μου στάσης ή της όποιας συμβολής μου (αν υπήρξε) στην απόφαση της διεξαγωγής του διαγωνισμού για τις άδειες, αλλά ηθικής κατεδάφισης εμού του ιδίου, προσωπικώς.

Βεβαίως υπήρξε συνέχεια. Το Βήμα της Κυριακής (17/07/2016), στη στήλη Βηματοδότης, σε πλαίσιο με γαλάζιο ράστερ, υπενθύμισε ότι ήμουν συνεργάτης του Τσοχατζόπουλου και («μεταξύ άλλων») Γενικός Διευθυντής Αμυντικής Έρευνας και Τεχνολογίας στο Υπουργείο Άμυνας επί εποχής του. και σχολίασε: «Θα μου πείτε ότι ο αγώνας για τη νομιμότητα και τη διαφάνεια απαιτεί θυσίες. Κυρίως αξιοπρέπειας. Γι΄ αυτό και οι φίλοι του Άκη [...] επιστρατεύθηκαν τελικά από την κυβέρνηση της Αριστεράς!»

 

Παρενθετικά: ένα colpopiccolo...

Την προπαραμονή της δίκης, το πράγμα ξεπέρασε τη μηδαμινότητά του. Τώρα στόχος ήταν μια οργανωμένη απόπειρα character assassination και των δικαστών: ή  θα τινάξετε στον αέρα τον διαγωνισμό ή είστε ένα αξιόγελαστο τίποτα.

Στις 3/07/2016,  παραμονή της δίκης (ηλεκτρονικά ήδη από την προπαραμονή), η κυριακάτικη Καθημερινή (η έντυπη εξαδέλφη του τηλεοπτικού σταθμού Σκάι, ο οποίος μετέχει και στην αντιδικία αλλά και στον διαγωνισμό) βρόντηξε: «Επιστολή κόλαφος από Κομισιόν για το ραδιοτηλεοπτικό πεδίο». Το ταρατατζούμ ήταν η  είδηση ότι περίπου είκοσι μέρες πριν (στις 16/06/2016) η Επιτροπή απέστειλε στην Ελλάδα προειδοποιητική επιστολή, επιρρίπτοντάς της μια σειρά παραβιάσεις του ενωσιακού δικαίου. Η εφημερίδα παρουσίασε –ψευδώς– ότι η επιστολή αυτή αναφέρεται δήθεν στο επίδικο θέμα του επίδικου διαγωνισμού. Η επιστολή όμως αναφέρεται (αρκετά εύλογα κατά τη γνώμη μου) σε θέματα της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) και σε ζητήματα της Digea. Κατά την εφημερίδα, ωστόσο, η επιστολή «θεωρείται ενδεικτική των προθέσεων της Κομισιόν και για το ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών». Δηλαδή τέλειωσε η δίκη πριν αρχίσει.

Του ψεύδους επακολούθησε ορυμαγδός. Ο πολύς κύριος Βενιζέλος προέβη σε δηλώσεις και συνήγαγε ότι αυτά που επιρρίπτει η επιστολή στην Ελλάδα σχετικά με την ΕΕΤΤ «ισχύουν επαυξημένα ως προς τις προβλεπόμενες από το Σύνταγμα ανεξάρτητες αρχές, όπως το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο (ΕΣΡ), τις βασικές αρμοδιότητες του οποίου έχει υφαρπάξει με αντισυνταγματικό νόμο ο υπουργός». Το ότι τίποτε στην Επιστολή αυτή δεν αναφέρεται στο ΕΣΡ, ούτε υπαινικτικώς,  απεκρύβη επιμελώς. Ο κ. Βενιζέλος προειδοποίησε μάλιστα το δικαστήριο: «Ελπίζω ακόμη ότι η δικαιοσύνη θα διαφυλάξει εντέλει την εσωτερική και εξωτερική της ανεξαρτησία και θα προστατεύσει την πολυφωνία και το κράτος δικαίου». Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκε, λιτότερα πάντως, ειλικρινέστερα όμως, και ο αντιπρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Γεωργιάδης: «Αυτό [δηλαδή η δημοσίευση της Καθημερινής] αλλάζει όλη την εικόνα και φαντάζομαι ότι θα ληφθεί υπ΄ όψιν και από το ΣτΕ». Ο επαΐων περί τα ευρωπαϊκά έτερος αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κ. Χατζηδάκης απεφήνατο και αυτός ότι ο νόμος για τις τηλεοπτικές άδειες είναι αντίθετος «και με το κοινοτικό δίκαιο». Και ηλεκτρονικά και έντυπα σχόλια ων ουκ έστιν αριθμός.

Στο colpo grosso της εξαπάτησης της κοινής γνώμης και της δημιουργίας σύγχυσης στο δικαστήριο εισήλθε ο δυναμικός κ. Μανδραβέλης. Σε άρθρο του με τον τίτλο «Η Δημοκρατία στο ΣΤΕ», στην ίδια εφημερίδα, την ίδια μέρα, αποφαίνεται: «Η διαδικασία αδειοδότησης θα γίνει κατακαλόκαιρο, ενώ τα δικαστήρια θα έχουν συνθέσεις μειωμένης συμμετοχής, άρα και μειωμένης αξιοπιστίας στα μάτια των πολιτών». Η Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας στη μεγαλύτερη προβλεπόμενη σύνθεση που συνήλθε «εμβολίμως», δηλαδή έκτακτα, με μόνο θέμα συζήτησης τις 23 αιτήσεις ακυρώσεως του διαγωνισμού για τις άδειες, είχε σύνθεση και αξιοπιστία μειωμένη μεν, πλην όμως όχι ανάξια των υψηλών του υποδείξεων: «Το ΣτΕ πρέπει να απαντήσει με πλήρη (ουσιαστικώς και τυπικώς) ολομέλεια και φυσικά όχι κατόπιν εορτής. Ανεξαρτήτως της απόφασής του –αν κρίνει δηλαδή συνταγματικό ή όχι το κατασκεύασμα του κ. Παππά– πρέπει να εκδώσει τεκμηριωμένη απόφαση πριν από τον διαγωνισμό. Δεν πρέπει να επιτρέψει στην κυβέρνηση να γελοιοποιήσει και το ΣτΕ, κάτι που σίγουρα θα γίνει αν το δικαστήριο εκδώσει μία χωρίς αντίκρισμα απόφαση». Πρόκειται για γνήσια αυριανική παράδοση: ένας ημιμαθής άσχετος επιχειρεί να διασύρει μια καίρια θεσμική λειτουργία, να τη σύρει στο δικό του ευτελές επίπεδο, να την απαξιώσει, να της γαυγίσει τις προσταγές του και, ελεήμων, να της δώσει και διέξοδο: είστε που είστε μειωμένης αξιοπιστίας –τσουρούτικοι δηλαδή–, κοιτάχτε να βγάλετε αντισυνταγματικό ό,τι έκανε και δεν έκανε με τις άδειες η κυβέρνηση, αλλιώς θα είστε και γελοίοι. Στο ίδιο μοτίβο και συνεχείς τηλεοπτικές προβολές, από το ίδιο φύραμα, αρκετές κατά πολύ εμετικότερες.

Η αντίδραση του Προέδρου του Δικαστηρίου, με δήλωσή του εν συνεδριάσει πριν από την έναρξη της κρίσιμης εκείνης δικασίμου, όπου καταδίκασε ρητά και κατηγορηματικά ως επέμβαση στο έργο της δικαιοσύνης «ενέργειες χειραγωγήσεως του δικαστηρίου ή υπαγορεύσεων σε αυτό της επιθυμητής αποφάσεως σε εκκρεμή μάλιστα δίκη [...], πολύ δε περισσότερο όταν προέρχονται από διαδίκους με τη χρήση μάλιστα εντύπων και ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης τα οποία διαθέτουν» είναι γνωστή. Για τις δέλτους της ιστορίας και μόνο (προφανώς όχι για διατεταγμένα ή και τσιμεντωμένα αυτιά), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που είναι και αυτή ευαίσθητη σε τέτοιου είδους κόλπα, εξέδωσε άμεσα, και μάλιστα πριν τη λήξη της ακροαματικής διαδικασίας, ανακοίνωση της εκπροσώπου Τύπου του κ. Oetttinger, κας Nathalie Vandystadt (ίσως και εν όψει του θορύβου που προκλήθηκε από αντιδίκους), όπου δηλώνεται ρητά και απερίφραστα ότι η επίμαχη προειδοποιητική επιστολή «δεν αφορά στην αδειοδότηση των παρόχων περιεχομένου στην Ελλάδα».  Άλλωστε, όσον αφορά το θέμα του ΕΣΡ, ο κ. Oettinger, είχε δηλώσει στην ευρωβουλευτή κα Σπυράκη  στις 18/12/2015, επί λέξει, ότι «η Οδηγία για τις υπηρεσίες Οπτικοακουστικών Μέσων (ΥΟΑΜ) δεν περιλαμβάνει ρητή υποχρέωση για τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν ανεξάρτητο ρυθμιστικό φορέα [...]».  Στην από 11/02/2016 απάντησή του στην ευρωβουλευτή κα Καϊλή, αφού υπενθυμίσει ότι ανήκει στη «σφαίρα ευθύνης των κρατών μελών και των οικείων αρχών» τους η οργάνωση των συστημάτων αδειοδότησης, γίνεται πιο ευθύς: «Όσον αφορά το θέμα της μεταφοράς ορισμένων εξουσιών της ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής στον Υπουργό Επικρατείας, η τρέχουσα διατύπωση του άρθρου 30 της [...] Οδηγίας δεν προσφέρει νομική βάση για την ενίσχυση της ανεξαρτησίας των ρυθμιστικών αρχών». Τελικά το colpo grosso βγήκε colpo piccolo, picolissimo...

Παραθέτω το περιστατικό, γιατί είναι χαρακτηριστικό τού με πόση ενοχλητική συχνότητα γίνεται μία επί το φιλελεύθερον  αντιγραφή τρόπων μιας Ιεράς Εξέτασης ή ενός Ριζοσπάστη, όπου δηλαδή είτε κάποιος παχυλά  σίγουρος για τον εαυτό του είτε σφόδρα επιθυμώντας την καταβαράθρωση όσων διαφωνούν μαζί του εκτοξεύει τις συμπαγείς βεβαιότητές του κατά πάντων και πασών, κι όποιον πετύχει.

 

Το μενού των κανιβάλων

Το θέμα μου, ήδη το είπα, δεν είναι τα νομικά. Δεν είναι ούτε οι επιθέσεις στο πρόσωπό μου, παρά το ότι με στενοχωρούν, κάποιες μάλιστα (όχι όλες) με πληγώνουν – δεν είμαι ούτε παριστάνω ότι είμαι αδιαπέραστος. Δεν είναι θέμα μου ούτε η υπεράσπιση του παρελθόντος μου, όχι πάντως ενώπιον τέτοιων «κριτών». Διευκρινίζω με κάθε σαφήνεια ότι δεν διεκδικώ κανένα δικαίωμα στη λήθη ούτε θεωρώ ότι οποιαδήποτε από τις παραπάνω επιθέσεις παραβιάζει οποιονδήποτε νομικό κανόνα. Το θέμα μου είναι η λεπτή κόκκινη γραμμή (σήμερα κόκκινη από μελάνη, αύριο ίσως κόκκινη από αίμα) που χωρίζει την απόρριψη της άποψης του άλλου από την απόρριψη του ίδιου του άλλου.

Ο Άλκης [Κούρκουλας] αναφέρθηκε στη σχετική γνωμοδότησή  μου, την οποία όμως δεν σχολίασε, εμένα σχολίασε, και ουσιαστικά μου είπε: «Είσαι  λέρα». Δεν είχε πάντως την ίδια επιφύλαξη για εμένα και τα νομικά μου ο Άλκης όταν. λίγο πριν από το δημοψήφισμα του 2015, επικοινώνησε μαζί μου (ήμουν μέλος τής υπό τον κ. Πικραμμένο επιτροπής του «Ναι» και τότε κανείς δεν είχε ενοχληθεί από το όποιο παρελθόν μου) για να με ρωτήσει αν θέλω να απαντήσω για τα συνταγματικά του δημοψηφίσματος σε ένα ξένο κανάλι ή σταθμό, ίσως το Bloomberg. Τότε δεν ήμουν λέρα. Πρόσφατα πάντως ο Άλκης μάς θύμισε σε ηλεκτρονική του ανάρτησή το «Φοβάμαι» του κομμουνιστή ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη, απ΄ όπου και οι στίχοι «Φοβάμαι τους ανθρώπους / που με καταλερωμένη τη φωλιά / πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου». Διευκρινίζω ότι δεν υπαινίσσομαι τίποτε για τη φωλιά κανενός. Οι στίχοι μού άρεσαν και σας τους θυμίζω κι εγώ.

Ο κ. Παπαχρήστου των Νέων, όπως και ο Βηματοδότης του Βήματος, θυμήθηκαν ότι ήμουν στενός συνεργάτης του Τσοχατζόπουλου. Ναι ήμουν, όπως ήμουν περισσότερο ή λιγότερο στενός συνεργάτης και των Ανδρέα Καζάζη, Νίκου Ακριτίδη, Γιώργου Κατσιφάρα, Βασίλη Σαραντίτη, Γιώργου Δασκαλάκη, Βάσως Παπανδρέου, Γιάννου Παπαντωνίου, Γιάννου Κρανιδιώτη, Θόδωρου Πάγκαλου, Γιώργου Παπανδρέου, Σάκη Πεπονή. Με άλλους η συνεργασία μου είχε και πολιτικά χαρακτηριστικά, με άλλους όχι, με άλλους ήταν στενή, με άλλους όχι. Για τις συνεργασίες μου αυτές πληρώθηκα και φορολογήθηκα, πλήρως. Για την προσωπική μου πολιτεία δεν λέγουν. Χρησιμοποιούν την καταδίκη Τσοχατζόπουλου ως εάν εγώ είχα καταδικασθεί για κάτι. Με περιλούουν με την αναθυμίαση εγκλημάτων άλλου, όχι για να μου αποδώσουν πολιτικό ψόγο –αυτό είναι αναντίρρητο δικαίωμά τους– αλλά για να δημιουργήσουν την εικόνα ότι προσβάλλει και την αξιοπρέπειά του ακόμα όποιος με πλησιάζει ή δέχεται να τον πλησιάσω. Και βεβαίως –για να περιοριστώ σε αυτό– δεν αισχύνονται  που επανειλημμένως, και μετά την καταδίκη Τσοχατζόπουλου, η εφημερίδα τους δημοσίευσε άρθρα μου, ορισμένα με αμιγώς πολιτικό περιεχόμενο. Τότε δεν ήμουν μίασμα.

«Είσαι άτιμος» – αυτό μου λένε αυτοί οι δύο παλαιοί φοιτητές μου. Στο βαθμό που αναφέρονται σε μένα έχουν κάποιο δίκιο. Παραδέχομαι ότι κάπου τα πανεπιστημιακά μου στερνά (σε δύο χρόνια αποχωρώ από το Πανεπιστήμιο) δεν τιμούν τα πρώτα, όχι όμως εκεί που αυτοί οι δύο νομίζουν. Πράγματι, τα στερνά ενός καθηγητή τα τιμά και το τι κατάφερε να διδάξει στους φοιτητές του, όσον αφορά δε σε καθηγητή του συνταγματικού δικαίου και το κατά πόσο οι φοιτητές του ενσωμάτωσαν την ικανότητα να μη θεωρούν, μέσα σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, την αντίθετη γνώμη άτιμη γνώμη, επειδή είναι αντίθετη. Σε αυτό τουλάχιστον, ως προς τις δύο παραπάνω περιπτώσεις, τα στερνά μου δεν τίμησαν τα πρώτα μου.   

Δίκην χαφιέ του πελατολογίου μου, ο κ. Πάλλας με είπε  μόνιμο υποστηρικτή «κάθε» –ναι: κάθε– κυβερνητικής εξουσίας, με δικηγορία που εκπορεύεται «πάντοτε από κρατικούς θεσμούς». Δηλαδή με είπε δικηγορικό λακέ κάθε κυβερνητικού κατεργάρη και αποφάνθηκε ότι έχω να απολογηθώ για πολλά, υπαινισσόμενος ένας Θεός ξέρει τι άλλες ελεεινότητες έχω απεργασθεί . Ο κ. Πάλλας.

Ο αρθρογράφος της ηλεκτρονικής έκδοσης του BooksJournalμου αναγνωρίζει δικηγορικό ταλέντο, το κάνει όμως για να τονίσει το μέγεθος του ατοπήματός μου. Droppingnames επιλέγει τη λέξη «Μάνεσης» για να μου υποδείξει ότι στον δημόσιο λόγο υπάρχουν μόνο το στρατόπεδο της ελευθερίας –στις τάξεις του οποίου τοποθετεί τον εαυτό του (όπως ο Ναπολέων το στέμμα στη συζυγική  κεφαλή του στον γνωστό πίνακα του David)– και εκείνο των εχθρών της, όπου βεβαίως ανήκω εγώ. Αναρωτιέται γιατί το ’κανα, αλλά δεν δίνει απάντηση. Έτσι αφήνει ευθύ υπαινιγμό για ποιος ξέρει ποια σιχαμερή ιδιοτέλεια με οδήγησε στο κατ΄ αυτόν κατάντημα.  Επιχειρεί να με πλήξει στον πολυτιμότατο για εμένα χώρο που είναι ο ακαδημαϊκός χώρος. Προσέξτε! Προειδοποιεί τους ακαδημαϊκούς αναγνώστες και ακροατές μου,  φοιτητές ή μη, μη σας γελά το τυχόν «ταλέντο» του, του Ερντογάν είναι ο άνθρωπος, όταν «η νομική συναντά την ιστορία» ο Δρόσος είναι με τους εχθρούς της ελευθερίας.

Τίποτε από τα παραπάνω δεν με πείραξε όσο το εισαγωγικό κείμενου του Ηλία στην αποστολή του παραπάνω κειμένου. Ο δημοσιογράφος, εκδότης και διανοούμενος Ηλίας Κανέλλης είναι τόσο βέβαιος ότι όταν κάποιος αρθρογράφος του με κατατάσσει στους εχθρούς της ελευθερίας δεν έχει λόγο να με ρωτήσει (κι ας με γνωρίζει καλά για  δεκαετίες),  έστω τηλεφωνικά, έστω μόνο για τα προσχήματα;  Δεν αμφιβάλει, ξέρει. Άλλωστε έχει ήδη ανακράξει πικρό «Αχ» για την κατάντια μου. Εξαποστέλλει το κατηγορητήριο με οικειότητα («Γιάννη μου»), και το στέλνει πεσκέσι και στη γυναίκα μου: «Χαιρετίσματα Ελισάβετ, ο άντρας σου πούλησε την ψυχή του στο διάβολο», και μετά: «Φιλιά πολλά». Συμπληρώνει τους συναδέλφους του στα Νέα και στο Βήμα όπως ο καλός μπάτσος τον κακό: «Αμάν παιδάκι μου,  πως το ’κανες αυτό, τι θα πουν τώρα στο σπίτι σου...». Ο Ηλίας, ο Κανέλλης.

 

Character assassination

Η «δολοφονία χαρακτήρα», character assassination, δεν είναι απλή  πολεμική επί απόψεων, πολιτικών ή άλλων. Είναι συγκεκριμένη, συντονισμένη, συνειδητή εξαπόλυση κακόβουλων καταγγελιών ή και συκοφαντιών, ιδίως ως κομμάτι μιας προσπάθειας για την κατεδάφιση της δημόσιας εικόνας ενός προσώπου – εμού στην παρούσα περίπτωση. Η δολοφονία χαρακτήρα ξεχωρίζει από τη δημοκρατική πολεμική. Η δημοκρατική πολεμική αμφισβητεί τη γνώμη και την πράξη του πολιτικού αντιπάλου, τον οποίο όμως αποδέχεται ως –αντίπαλο– υποκείμενο στη δημόσια αντιπαράθεση, πλην ως υποκείμενο που έχει εσφαλμένες απόψεις. Η δολοφονία χαρακτήρα, κατά βάση αδιαφορώντας για τη γνώμη και την πράξη του αντιπάλου, επιχειρεί όχι να αναδείξει, με οξύτητα, δυναμισμό ή και απολυτότητα, το λάθος του άλλου,  αλλά να τον εξαφανίσει από τη δημόσια σφαίρα. Είναι λεκτική δολοφονία, αλλά όχι λιγότερο δολοφονία. Και ως δολοφονία περνά το όριο που θέτει η λεπτή κόκκινη γραμμή που τη χωρίζει από τη δημοκρατική πολεμική, πράγμα κακό, γιατί σε συνθήκες κοινωνικής έντασης και διάχυτης οργής, όπως στη χώρα μας αυτά τα χρόνια, η κόκκινη γραμμή που προετοιμάζεται με λόγια μπορεί να χαραχθεί με αίμα – μας έχει ξανατύχει άλλωστε.  Αν τύχει όμως, δεν ξέρω ποιον θα πάρει η μπάλα, ξέρω όμως ότι δεν θα αφήσει κανέναν. Κι αυτό μας έχει ξανατύχει άλλωστε.

-Γιάννης Ζ. Δρόσος

Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου,

Νομική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών

ΥΓ. 1: Από την εκδήλωση της κρίσης υποστηρίζω, σταθερά, ότι κύρια προτεραιότητα της χώρας μας και της κοινωνίας της πρέπει να είναι η διατήρησή της στον χώρο του ευρώ και της Ευρώπης, πράγμα που συνεπάγεται την ανάληψη του σχετικού κόστους, ακόμη και βαρύτατου, κι ότι κυρίως το λαό ευνοεί κι όχι τους εκμεταλλευτές του. Αυτό πίστευα όταν από τις στήλες του BooksJournal ασκούσα πολεμική στην προστασία των φοροκλεπτών της εκλογικής περιφέρειας του σημερινού Υπουργού Ναυτιλίας, αυτό πιστεύω και τώρα. Η νεοαντιμνημονιακή τύφλα επειδή σήμερα τη διατήρηση της χώρας στο ευρώ διευθύνει ο Αλέξης Τσίπρας θα με άφηνε διασκεδαστικά αδιάφορο αν δεν είχε παρασύρει στην αδιέξοδη δίνη της πολλούς, τους περισσότερους, από τον κύκλο των προσωπικών μου φίλων, αλλά και πολλούς, πάρα πολλούς ανθρώπους που τους θεωρώ αξιόλογους. Πέραν τούτου, ανήκοντας ο ίδιος σε έναν κόσμο που, χωρίς να έχει ακόμη φύγει, σιγά σιγά απέρχεται, δεν βλέπω τίποτε το ελκυστικό στην προσπάθεια αναδρομικής τους δικαίωσης όπου επιδίδονται, τυφλά τα τ’ ώτα  τον τε νουν τα τα τ’ όμματα (όταν δεν είναι απλώς φαρισαίοι) τα παρακμάζοντα κατάλοιπα μιας παρελθούσας εποχής. Η κακή, αδέξια κάποτε και άθλια εικόνα πολλών πρακτικών και προσώπων της σημερινής κυβερνητικής πλειοψηφίας, το γεγονός ότι για πολλά αυτή άρχισε πριν γίνει πλειοψηφία δεν αναιρεί τη διάκρισή μου ανάμεσα στο κύριο και στο δευτερεύον.

ΥΓ 2: Ευχαριστώ δημόσια τον κ. Άδωνι Γεωργιάδη. Σε ανάρτησή του στο twiter στις 17/07/2016 επαίνεσε κείμενό μου ως «εξαιρετικό άρθρο, υπέρ του Κοινοβουλίου και του Κοινοβουλευτισμού από τον καθηγητή Δρόσο στην @kathimerini.gr αξίζει». Στο ειρωνικό εις βάρος μου σχόλιο ηλεκτρονικού συνομιλητή του («Ο Γενικός Διευθυντής του Άκη στο ΥΠΕΘΑ; Τέλεια! Τι ωραία τα λέει!»), ο κ. Γεωργιάδης απάντησε «καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου». Είναι προφανές ότι ο κ. Γεωργιάδης δεν απεμπόλησε με την ανάρτησή του αυτή κανένα δικαίωμά του να κρίνει, όποτε νομίσει, και να επικρίνει ότιδήποτε από την πορεία μου. Όμως είχε την ευθύτητα να σταθεί στο περιεχόμενο μιας άποψής μου επιμένοντας να κριθεί αυτή κατά το περιεχόμενό της, και όχι εγώ, ως απόβλητος στα μάτια και στα μυαλά των διαφόρων. Τον ευχαριστώ γι΄ αυτό.

ΥΓ 3: Στον Ηλία στέλνω το κεφάλαιο 3, παρ. 82-83 των Ιστοριών του Θουκυδίδη.  Τον προτρέπω να το δημοσιεύσει κάποτε, κατάλληλα σχολιασμένο αν γίνεται. Ως δείγμα ισχύος, βέβαια, όχι αδυναμίας.

 

Ο συνεργάτης μας Μιχάλης Ροδόπουλος απαντά τα εξής:

Διαβάζοντας την απάντηση του καθηγητή Δρόσου στο κείμενό μου, που δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική έκδοση του Books’ Journal, θα μπορούσα ασφαλώς να σχολιάσω πολλά. Θεωρώ όμως ότι η μακροσκελής επιστολή έχει –παρά τις πολυπληθείς και αδιάκριτες βολές κατά πάντων– χαρακτήρα απολογισμού και ως τέτοια δικαιούται της αρμόζουσας μοναξιάς. Θα περιοριστώ ως εκ τούτου σε δύο μόνο διευκρινίσεις, τηλεγραφικά διατυπωμένες.

Το κείμενό μου δεν διεκδικεί νομικές δάφνες. Μια καλόπιστη προσέγγιση θα αντιλαμβανόταν τον στόχο του κειμένου ήδη από τον τίτλο του «Νομικά ασήμαντα στη δίκη για τις άδειες των καναλιών». Ο στόχος μου δεν ήταν να ανασκευάσω τα επιχειρήματα της αντίθετης άποψης από νομικής πλευράς, αν και ως απείθαρχος νομικός δεν κρατήθηκα να μη σχολιάσω την ανεκτική ερμηνευτική κατασκευή περί επουσιώδους διαδικαστικής παράβασης αναφορικά με την αρμοδιότητα του ΕΣΡ. Επ’ αυτού ο κ. Καθηγητής έχει δίκιο, το κείμενό μου «είναι ανάξιο λόγου ως νομικό κείμενο».

Ηθελημένα ανάξιο διότι κάθε νομικό επιχείρημα δεν χρήζει νομικής απαντήσεως. Όπως έγραψα, στα νομικά υπάρχουν πάντα διαφωνίες. Δεν μιλάμε όμως για γραμματική ή συστηματική ερμηνεία, μιλάμε για την ευθύνη του επιστήμονα ως πνευματικού ανθρώπου. Η νομική έχει χρησιμοποιηθεί πολλάκις στο παρελθόν ως σωσίβια λέμβος για ανάρμοστους ιδεολογικούς σκοπούς, δεν είναι η πρώτη φορά.

Από την άλλη όμως ο κ. Δρόσος θεωρεί bullying και character assassination την κριτική που του ασκείται. Θεωρεί εσφαλμένως ότι έπρεπε να καταπιαστούμε με το νομικό του επιχείρημα και μόνο και να μην καταδείξουμε ότι επιστράτευσε τις γνώσεις του επί σκοπώ φίμωσης των καναλιών. Αν ήταν μονάχα δικηγόρος δεν θα έμπαινε κανείς στον κόπο να ασχοληθεί. Οι Καθηγητές Συνταγματικού Δικαίου της Νομικής Σχολής δεν είναι όμως πρωτίστως δικηγόροι αλλά πνευματικοί άνθρωποι με γνώση του φορτίου της επιστημονικής ευθύνης. Τουλάχιστον θα όφειλαν. Αυτή η υστέρηση στο δεοντικό πρόσταγμα της παράδοσης είναι που κίνησε το ενδιαφέρον. Επομένως ναι, αν και αποτυχημένο νομικό κείμενο το σημείωμά μου, τουλάχιστον είχε μια μικρή επιτυχία ως ψυχολογικό ερέθισμα για την απόπειρα μιας εκ βαθέων εξομολόγησεως / δικαιολογήσεως του κ. Καθηγητή στο κοινό, στους φοιτητές και στους συναδέλφους του για τις ατυχείς επιλογές του. Έστω και αν απεδείχθη τελικά απρόσφορη.

Προς άντληση κύρους εκ της θέσεως, ο κ. Δρόσος ενδύεται πάλι το ρόλο του δασκάλου για να απαντήσει στην κριτική που του ασκήθηκε, λέγοντας ότι, αν ήμουν μαθητής του, τότε ήταν κακός δάσκαλος. Ας παραβλέψουμε την αντινομία –άλλη μια– της επίθεσης στο πρόσωπο και όχι στο επιχείρημα, ενώ ο ίδιος παραπονείται ακριβώς γι’ αυτό. Ας καθησυχάσω τον πρώην καθηγητή μου. Ως φοιτητής είχα πολλούς δασκάλους, άλλους καλούς, άλλους λιγότερο καλούς. Ευτυχώς ο ανταγωνισμός και η πολυφωνία, όπως ακριβώς στα κανάλια έτσι και στους δασκάλους, θέλω να πιστεύω ότι είχαν θετικό αποτέλεσμα, παρά ορισμένες επιμέρους μικρές ασυμφωνίες.

Ασυμφωνία είπα και θυμήθηκα τη «Μικρή Ασυμφωνία εις Α Μείζον» του Καρυωτάκη, μόνο τους πρώτους στίχους:

Α! κύριε, κύριε Μαλακάση,

ποιος θα βρεθεί να μας δικάσει,

μικρόν εμέ κι εσάς μεγάλο,

ίδια τον ένα και τον άλλο;

 

 

Ο εκδότης και διευθυντής του BooksJournal, Ηλίας Κανέλλης, παρατηρεί:

Το μήνυμά μου προς τον καθηγητή Γιάννη Δρόσο, που συνόδευσε την αποστολή του επικριτικού γι’ αυτόν κειμένου και το οποίο εκείνος προτάσσει, ήταν ένα τυπικό ιδιωτικό μήνυμα, διατυπωμένο ξερά – δεν περίμενα ότι θα χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα εναντίον μου, και όχι μόνο επειδή ήταν ιδιωτικό. Το κείμενο του Μιχάλη Ροδόπουλου, επίσης, ήταν ένα κείμενο το οποίο είχαμε συνεννοηθεί λίγες ώρες πριν γραφτεί και δημοσιευτεί, όχι ως νομική αλλά ως πολιτική παρέμβαση. Δεν μπορούσα να το θέσω υπ’ όψη στον καθηγητή Δρόσο, επειδή τα κείμενα στο σάιτ έχουν αυτό το χαρακτήρα: διατυπώνουν, επιτυχώς ή λιγότερο επιτυχώς, μια άποψη συνήθως για θέματα της επικαιρότητας, και στόχος τους είναι να τα δει και να απαντήσει σε αυτά ο τυχόν παραλήπτης τους (πράγμα που έκανε εν προκειμένω ο καθηγητής Δρόσος) – ο οποίος κρίνεται ως δημόσιο πρόσωπο, για τις δημόσιες παρεμβάσεις του. Ανάλογα κείμενα, που επικρίνουν συνεργάτες (προφανώς και εμένα), συχνά από άλλους συνεργάτες, έχουν γραφτεί και δημοσιευτεί κι άλλες φορές, τόσο στη χάρτινη όσο και στην ηλεκτρονική έκδοση. Κατά τα λοιπά είναι προφανής η εκτίμησή μου προς τον καθηγητή Δρόσο, και ο χαιρετισμός προς τη σύζυγό του επίσης προφανής ένδειξη οικειότητας. Η κριτική μου, και ο σχετλιασμός που εντοπίζει στο φεϊσμπουκικό σχόλιό μου, αφορά μόνο την επιλογή του να στηρίξει με τη νομική του δεξιότητα ένα νομοσχέδιο που, κατά την πολιτική μου θέση, περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης. Ο διδακτισμός του με αφήνει αδιάφορο, έχω ξεσκολίσει πολλά χρόνια, η excathedraδιδασκαλία με το δάχτυλο υψωμένο με κάνει να πλήττω. Το κείμενο του Γιώργου Παπαχρήστου στα Νέα, όπου έχω την ευθύνη μέρους της αρθρογραφίας, προσωπικώς, μου είχε διαφύγει πριν να το αναφέρει ο καθηγητής Δρόσος, αλλά και αν το είχα δει πριν δημοσιευθεί δεν θα είχα δικαίωμα να ζητήσω να μην μπει. Ακόμα και να είχα δικαίωμα, όμως, δεν θα το ασκούσα, διότι δεν είναι δουλειά μου να υπαγορεύω τον τρόπο της κριτικής συναδέλφων μου. Έχω, άλλωστε, τον δικό μου τρόπο να ασκώ κριτική, και αυτού συνήθως υπεραμύνομαι. Αυτά, μόνο επί μιας προσωπικής πτυχής του κειμένου του καθηγητή Δρόσου – και έτερον ουδέν. Διότι τα υπόλοιπα δεν είναι δική μου δουλειά. 

 

Επιστολή απέστειλε και ο δημοσιογράφος Άλκης Κούρκουλας, που δημοσιεύεται στη χάρτινη έκδοση του περιοδικού, τεύχος 70, Οκτώβριος 2016. Την παραθέτουμε:

Κύριε διευθυντά,

τα όσα μου αποδίδει ο φίλος Γιάννης Δρόσος, και μάλιστα σε εισαγωγικά, στο μεγάλο απολογητικό σημείωμά του που δημοσιεύσατε στο τεύχος 69, είναι ανακριβή και παρακαλώ να επανορθωθούν. Ποτέ δεν χαρακτήρισα και δεν θα μπορούσα να χαρακτηρίσω «λέρα» έναν επί τόσες δεκαετίες αγαπητό φίλο. Ο Γιάννης είναι αναστατωμένος από την αποδοκιμασία, όχι όπως σωστά λέει των συνταγματικών απόψεών του, αλλά του συναγελασμού του με την πρόσφατα ενσκήψασα νεοκομμουνιστική αγέλη. Αλλά, γι’ αυτό, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να επιμείνω ότι πρέπει να το ξανασκεφτεί.

Ευχαριστώ για την προσοχή και την κατανόηση. 

 

The Books' Journal

Το Books' Journal είναι μια απολύτως ανεξάρτητη επιθεώρηση με κείμενα παρεμβάσεων, αναλύσεις, κριτικές και ιστορίες, γραμμένα από τους κατά τεκμήριον ειδικούς. Πανεπιστημιακούς, δημοσιογράφους, συγγραφείς και επιστήμονες με αρμοδιότητα το θέμα με το οποίο καταπιάνονται.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.