Παντελής Μπασάκος
Σπούδασε φιλοσοφία στην Αθήνα και στο Παρίσι. Πρωτοδίδαξε (1977) στην Αθήνα, στο Κέντρο Φιλοσοφικών Ερευνών.Έχει διδάξει στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου (1979-2014) και ως επισκέπτης καθηγητής στο φιλοσοφικό τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης. Υπήρξε συνεκδότης του περιοδικού του Κέντρου Φιλοσοφικών Ερευνών Δευκαλίων, μαζί με τους καθηγητές Παύλο Καλλιγά και Ιόλη Πατέλη. Διευθύνει, μαζί με τους καθηγητές Βασίλη Κάλφα και Γεράσιμο Κουζέλη, την έκδοση των Απάντων του Αριστοτέλη από τις εκδόσεις Νήσος, με την χορηγία του Πολιτιστικού Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Κυριότερα γραπτά: L’ instance d’ aporie, essai sur Platon (1981), Επιχείρημα και Κρίση (1999), Τρεις Γλώσσες, Αριστοτέλης - Husserl - Wittgenstein (2006), Αριστοτέλης Τέχνη Ρητορική (μετάφραση και εισαγωγή, 2016).
Πάντως, όξω απ' άδικο: θα μπορούσαν εκεί στο κόμμα της Αριστεράς να παρουσιάσουν και έναν ή δύο συνυποψηφίους του νυν και αεί προέδρου, υποψήφιους «γλάστρες», για να υπάρξει μια εικόνα δημοκρατικότητας, να καθαρίσει κάπως η ατμόσφαιρα από την επίμονη μυρωδιά του φοβικού, που σκεπάζει όλες τις άλλες, στην εκλογή της Κυριακής. Δεν το έκαναν. Μπορεί από ειλικρίνεια, αλλά μπορεί και ο φόβος να είναι τόσο ισχυρός, εντέλει, που να μην εμπιστεύεσαι ούτε και τη γλάστρα, μη γίνει κανένα λάθος και ανθίσει.
Μια πράξη δεν καταργεί, ποτέ, την ελευθερία. Δεν στέλνεις έναν αστυνομικό στην πόρτα κάθε σπιτιού επειδή στην πόλη έγιναν τρεις ληστείες και κάτι φόνοι. Ούτε θέλεις να παρακολουθούνται ένας ένας οι πολίτες, χωριστά, για να αποφευχθεί ή για να καταγραφεί η όποια παράβαση που μοιραία θα γίνει. Στην κομμουνιστική Κίνα το προσπαθούν, ίσως και να το έχουν κατορθώσει. Δεν τη ζηλεύουμε.
Πριν από τις τελευταίες εκλογές βρέθηκα σε σύναξη επιστημονική, για ένα πρότζεκτ σοβαρό και νηφάλιο. Η ομήγυρις ήταν κατά κύριο λόγο αριστεροκρατική. Aυτό, προς τιμήν μας, δεν εμπόδιζε την συνεργασία.
Η κοινοτοπία του κακού, εδώ του Ναζισμού, είναι το να μην το θέλεις, να μην το διανοείσαι καν, το να κρίνεις: μόνο να υπακούς, είτε στις εντολές των ανωτέρων σου είτε σε αυτές των στερεοτύπων, των κοινότοπων χαρακτηρισμών και αξιολογήσεων.
Συνθήματα λέμε στη διαδήλωση, εκεί έτσι μιλάμε. Άλλο το να σκεφτόμαστε με συνθήματα, άλλο το να συζητούμε σωρεύοντας συνθήματα - τελικά, το να υπακούμε σε αυτά, μη κρίνοντας. Σωρεύοντας συνθήματα.
Υπακούω και δεν κρίνω, όταν με το που θα μου αμφισβητήσει κάποιος την πεποίθησή μου, αρχίζω να επικαλούμαι, το ένα μετά το άλλο, όλα μου τα θεία στερεότυπα, όσα περισσότερα τόσο πιο πολύ έχω κερδίσει, δεν καταλαβαίνω πως ο άλλος τολμά να μην τα δέχεται, καταλήγω στο να τον εξυβρίσω, κάποτε και να χειροδικήσω και ό,τι ήθελε προκύψει.
Προτού κρίνουμε τον ναζισμό του Μιχαήλ της Μαριούπολης, ας επιχειρήσουμε μια νοερή συζήτηση μαζί του, ξεκινώντας από αυτά που είπε (μη σας φανεί παράδοξο, έτσι διαβάζουμε, έτσι κατανοούμε έναν λόγο, όταν δεν έχουμε ζωντανή συνομιλία). Όχι για να του αποδώσουμε με βεβαιότητα θέσεις και διαλογικές συμπεριφορές , που δεν μπορεί παρά να είναι υποθετικές, όσο για να ελέγξουμε και να κρίνουμε εκείνο που μπορούμε: το πώς εμείς αρθρώνουμε απέναντί του τον δικό μας λόγο, το πόσο κρίνουμε, το πόσο, πού και πώς υπακούμε.
Σκέφτομαι δύο κοινοβουλευτικές σκηνές, μια στην αρχή: η Ζωή Κωνσταντοπούλου να σκοτώνεται με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, πως δεν μπορεί ο εισαγγελέας να φυλακιζει βουλευτές - για τη Χρυσή Αυγή ήταν. Μια στο τελος: οι χρυσαυγίτες βουλευτές να υπερψηφιζουν την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ υπέρ της κυρίας Θανου.
Έτσι λοιπόν ήρθε και έγινε: εκεί που ακολουθούσε τον γνώριμό της τον σκοπό η Αριστερά, όπου ΕΟΚ και ΝΑΤΟ παραμένουν το ίδιο φιλελεύθερο συνδικάτο, εκεί που με το «ολιστικό» είχε βρει και κάτι να πει, ξαφνικά βρέθηκε αγκαλιά με τους σφαγείς. Βρέθηκε διά της σιωπής της να συναινεί σε μια θηριωδία, που συμβαίνει στην γειτονιά μας, εδώ πιο πάνω, και η οποία έρχεται πλέον προ ομμάτων.
Το τάγμα Αζόφ και η ρωσική προπαγάνδα. Σχόλιο με αφορμή τη συνέντευξη μιας ρωσίδας βουλευτίνας στο ΒΒC.
Επί υπαρκτού, η Σοβιετική Ένωση έλεγε «Σοσιαλισμός» και οι δυτικές κυρίως «Λαϊκές Δημοκρατίες», οι Βαλτικές λ.χ, μα και η Ουκρανία (βλέπε λιμός), καταλάβαιναν Ρωσία. Όπως και οι χώρες της Ευρώπης που με τη Γιάλτα είχαν βρεθεί, θέλοντας και μη, στη σφιχτή αγκαλιά της Μόσχας. Ήταν η Ρωσία και αυτές - ο κομμουνισμός υπήρχε, αλλά ως ένα πράγμα της Ρωσίας, κάτι που το χρησιμοποιούσε ως πρόσχημα της κυριαρχίας της.
Δεν έρχεται από το πουθενά, το ότι αυτή η χώρα πολεμά.
Του χοντρού παράδοξου του φταίει η τρίχα: ένα «δυστυχώς», που υποτίθεται πως πρόσθεσε στα λεγόμενα του κ. Τσίπρα (Γεωργίου) το ΑΠΕ, τους άλλαξε λέει το νόημα.