Στα αχανή χρονικά της ανθρώπινης ιστορίας, λίγα εμπορεύματα είχαν τόση ισχύ, τόση επιρροή και προκάλεσαν τόσες συρράξεις όσο το βαμβάκι. Από τις τεράστιες φυτείες του αμερικανικού Νότου μέχρι τα πολύβουα εργοστάσια του Μάντσεστερ, το βαμβάκι διαμόρφωσε κοινωνίες, οικονομίες, ακόμη και ολόκληρες αυτοκρατορίες. Η ιστορία του βαμβακιού είναι συνυφασμένη με θριάμβους και τραγωδίες, με εκμετάλλευση και ανθεκτικότητα —και με το άγριο κυνήγι του κέρδους.
Ο καθηγητής ιστορίας στο Χάρβαρντ, Σβεν Μπέκερτ, ο οποίος μελετά τον καπιταλισμό κυρίως τον 18ο και τον 19ο αιώνα, συνδέει τον κύκλο του βαμβακιού –την παραγωγή, την εμπορία, την κατεργασία του– με την άνοδο και τις διαρκείς μεταμορφώσεις του καπιταλισμού και με τα παγκόσμια εμπορικά δίκτυα. Και με τη δουλεία. Είναι μάλιστα πικρή ειρωνεία ότι το Χάρβαρντ (όπως και τα περισσότερα πρωτοκλασάτα παλιά ιδιωτικά πανεπιστήμια των ΗΠΑ), το οποίο ιδρύθηκε το 1636, ήταν στενά συνδεδεμένο με αυτήν. Πρόεδροι και καθηγητές του ιδρύματος, ακόμη και φοιτητές, είχαν δούλους στην ιδιοκτησία τους, ωφελούνταν δε ποικιλοτρόπως απ’ αυτή. Πολλοί πνευματικοί άνδρες του πανεπιστημίου είχαν σκληρά αναχρονιστικές απόψεις για τη δουλεία, επιβραδύνοντας την κατάργησή της. Το ίδιο το πανεπιστήμιο ωφελήθηκε από τις οικονομικές συνεισφορές των δουλοκτητών και των οικογενειών δουλεμπόρων. Οι συνεισφορές αυτές, οι μεγάλοι πόροι του Χάρβαρντ, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και την εξέλιξή του. Ο Σβεν Μπέκερτ πρωτοστάτησε ώστε αυτοί οι σκελετοί να βγουν από το ντουλάπι όπου ήταν καταχωνιασμένοι και το Χάρβαρντ, επιτέλους, να κοιτάξει κατάματα το παρελθόν του και να επανορθώσει, αιώνες αργότερα, όσο και όπως μπορεί.
Οι σκλαβωμένοι άνθρωποι της Αφρικής, υποστηρίζει ο Μπέκερτ, που πουλιόνταν ως αντικείμενα για να δουλέψουν στις φυτείες της αμερικανικής ηπείρου, έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του καπιταλισμού. Και όταν, επιτέλους, με τους εκατοντάχρονους αγώνες τους κέρδισαν την ελευθερία τους, οι επιπτώσεις της απελευθέρωσής τους ώθησαν τον καπιταλισμό σε έναν ακόμη μετασχηματισμό – αέναο φαινόμενο κατά τον Μπέκερτ.
Η αποκλειστική συνέντευξη που μας παραχώρησε πρόσφατα στην Αθήνα ο Σβεν Μπέκερτ είναι μια μαγική, και συχνά σκληρή, ξενάγηση σε έναν κόσμο που δεν γνωρίζαμε παρά μόνον ως αχνό και στρεβλό περίγραμμα. Η Αυτοκρατορία του Βαμβακιού φωτίζεται με έναν μοναδικό τρόπο από τον άνθρωπο που την έχει ερευνήσει όσο κανένας άλλος, και ο οποίος έχει καινοτόμες και τεκμηριωμένες απόψεις. Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης ακολουθεί παρακάτω:
Καθηγητά Μπέκερτ, ποια είναι η κύρια διαπίστωση που κάνατε κατά την έρευνα και τη συγγραφή της Αυτοκρατορίας του Βαμβακιού;
Πιστεύω ότι η κύρια διαπίστωση του βιβλίου είναι ότι ο κόσμος στον οποίο ζούμε μπορεί να κατανοηθεί καλύτερα υπό το πρίσμα μιας παγκόσμιας θεώρησης. Και ότι ένας τρόπος για να κατανοήσουμε πώς δημιουργήθηκε ο σύγχρονος κόσμος είναι να εξετάσουμε ένα προϊόν, το βαμβάκι, και να παρακολουθήσουμε την ιστορική του πορεία, καθώς αυτό μας βοηθά να κατανοήσουμε τις απαρχές του σύγχρονου κόσμου.
Η παραγωγή και το εμπόριο βαμβακιού υπήρξαν πολύ σημαντικά για τη Βρετανική Αυτοκρατορία, μαζί με το τσάι, τα μπαχαρικά, το δέρμα και το μαλλί. Ποιος ήταν ο ιδιαίτερος ρόλος που διαδραμάτισε το βαμβάκι στην παγκόσμια Ιστορία;
Πρόκειται, προφανώς, για πολύ διαφορετικά προϊόντα τα οποία παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του παγκόσμιου καπιταλισμού. Ναι, το τσάι και τα μπαχαρικά παράγονται και διακινούνται παγκόσμια, όπως και το βαμβάκι. Νομίζω, ωστόσο, ότι το βαμβάκι είναι πολύ πιο σημαντικό για τη δημιουργία του σύγχρονου κόσμου από οποιοδήποτε άλλο από τα υπόλοιπα προϊόντα που αναφέρατε. Και είναι πιο σημαντικό κυρίως επειδή συνδυάζει δύο στοιχεία που συνιστούν τις απαρχές του σύγχρονου κόσμου: το ένα είναι ο ριζικός μετασχηματισμός της γεωργίας, δηλαδή η φυτειακή μορφή της παραγωγής βαμβακιού· και το δεύτερο, ο ριζικός μετασχηματισμός της μεταποίησης, δηλαδή το εργοστάσιο. Σε αντίθεση με τη ζάχαρη, το τσάι ή άλλα προϊόντα, το βαμβάκι συνδύαζε και τις δύο αυτές επαναστάσεις: την επανάσταση στη γεωργία με την επανάσταση στη μεταποίηση, στην εργοστασιακή παραγωγή, η οποία προφανώς είναι πολύ σπουδαία για τον κόσμο στον οποίο ζούμε σήμερα.
Χρησιμοποιείτε τον καινοφανή όρο «πολεμικός καπιταλισμός» μαζί με τον πιο παραδοσιακό όρο «βιομηχανικός καπιταλισμός». Θέλετε να μας αναλύσετε αυτούς τους όρους και να αντιπαραθέσετε τη σημασία τους;
Ο όρος «πολεμικός καπιταλισμός» περιγράφει για μένα μια συγκεκριμένη περίοδο στην ιστορία του καπιταλισμού — κυρίως τον 16ο, τον 17ο και το πρώτο μισό του 18ου αιώνα, η οποία ολοκληρώθηκε τον 19ο. Η χρήση εκ μέρους μου του όρου «πολεμικός καπιταλισμός» γίνεται για να περιγραφεί μια μορφή καπιταλισμού πολύ διαφορετική από τον βιομηχανικό καπιταλισμό που σήμερα θεωρούμε δεδομένο. Περιγράφει χώρες και περιοχές στις οποίες συμβαίνουν μαζικές απαλλοτριώσεις γης, με αποτέλεσμα να χάνονται περιουσίες. Οι ιθαγενείς της Αμερικής, π.χ., εκδιώχτηκαν από τη γη στην οποία ζούσαν, προκειμένου να καλλιεργηθεί βαμβάκι. Ο όρος, επίσης, περιέχει και τον κόσμο της δουλείας, στον οποίο το περισσότερο βαμβάκι στον πλανήτη που εισέρχεται στις παγκόσμιες αγορές παράγεται από σκλαβωμένους εργάτες, από σκλαβωμένους Αφρικανούς. Συνολικά, ο όρος «πολεμικός καπιταλισμός» περιγράφει έναν κόσμο που φέρει βίαια χαρακτηριστικά.
Το Βρετανικό Ναυτικό και η βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών, βαριά οπλισμένες, βουλιάζουν αδίστακτα τα πλοία των ανταγωνιστών τους. Είναι ένας κόσμος στον οποίο εμπορικές εταιρείες, όπως η Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών, ασκούν κυρίαρχες πολιτικές εξουσίες μακριά από τη χώρα τους, σε άλλα μέρη του κόσμου, όπως στην Ινδία. Αυτό, φυσικά, είναι ριζικά διαφορετικό από τον κόσμο του βιομηχανικού καπιταλισμού που αρχίζει να αναδύεται στα τέλη του 18ου αιώνα. Αυτός ο κόσμος περιγράφεται συνήθως ως ένα είδος μερκαντιλιστικού καπιταλισμού. Μπορεί να έχετε συναντήσει αυτόν τον όρο στο παρελθόν, αρχικά τον είχα χρησιμοποιήσει στο βιβλίο κι εγώ. Αλλά αφού το είχα ήδη ολοκληρώσει, συνειδητοποίησα ότι δεν αποτυπώνει ακριβώς αυτό που περιέγραψα με τη λέξη «βίαιος». Χρειαζόμουν, λοιπόν, έναν άλλον όρο για να περιγράψω εκείνον τον κόσμο, έναν όρο που θα τόνιζε καλύτερα αυτή τη βίαιη φύση της συγκεκριμένης περιόδου στην ιστορία του καπιταλισμού. Έτσι κατέληξα στον όρο «πολεμικός καπιταλισμός».
Αυτό, αναγκαστικά, μας οδηγεί στο κράτος. Ποιον ρόλο έπαιξε το κράτος στην ιστορία του βαμβακιού;
Το κράτος είναι απόλυτα καταλυτικός παράγων στην ιστορία του βαμβακιού, ακριβώς όπως και στην ιστορία του καπιταλισμού. Πιστεύω ότι ο καπιταλισμός είναι μια από τις πιο κρατικιστικές οικονομικές τάξεις που υπήρξαν ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία – κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τον τρόπο που συνήθως προσεγγίζεται, ως αντίθετος προς το κράτος. Έτσι πιστεύουν ότι όσο περισσότερο κράτος τόσο λιγότερος καπιταλισμός, όσο λιγότερο κράτος τόσο περισσότερος καπιταλισμός. Οι Αμερικανοί [των ΗΠΑ] αρέσκονται ιδιαίτερα να πιστεύουν ότι υπάρχει αντίφαση μεταξύ του κράτους και του καπιταλισμού. Αυτό δεν ισχύει. Ο καπιταλισμός είναι μια κρατικιστική οικονομική τάξη και αυτό μπορεί να φανεί με πάμπολλους διαφορετικούς τρόπους.
Στην Αυτοκρατορία του Βαμβακιού, σχεδόν τα πάντα για αυτή σχετίζονται με την κρατική εξουσία. Η αποικιακή επέκταση της Μεγάλης Βρετανίας έδωσε πρόσβαση στα ινδικά υφάσματα στους βρετανούς εμπόρους, κι αυτό σήμαινε ότι ενθαρρύνθηκαν οι βρετανοί τεχνίτες να αναπτύξουν τελικά νέους τρόπους κατασκευής βαμβακερών υφασμάτων. Επίσης, η δουλεία εξαρτάται θεμελιωδώς από το κράτος, επειδή το κράτος εγγυάται τον θεσμό της δουλείας, εγγυάται δηλαδή τα δικαιώματα ιδιοκτησίας σε ανθρώπινα όντα – και το αμερικανικό κράτος έπαιξε σαφώς πολύ κρίσιμο ρόλο σε αυτό. Όσον αφορά τη μεταποίηση, τα πρώτα χρόνια του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, η ευρωπαϊκή εκβιομηχάνιση στην ουσία είχε στόχο την υποκατάσταση των εισαγωγών. Η Ευρώπη εισήγαγε ινδικά υφάσματα και οι Ευρωπαίοι προσπάθησαν με επιτυχία να ανταγωνιστούν αυτά τα υφάσματα. Πώς το πέτυχαν;
Τα ευρωπαϊκά κράτη παντού, από την Αγγλία μέχρι τη Γαλλία και την Πρωσία, αρχικά απαγόρευσαν την εισαγωγή ινδικών υφασμάτων για να προστατεύσουν τους εγχώριους κατασκευαστές. Κατόπιν, έστελναν εμπειρογνώμονες στην Ινδία για να μελετήσουν τον τρόπο κατασκευής των υφασμάτων, να αποκτήσουν την τεχνογνωσία και να τη μεταφέρουν στην Ευρώπη. Επιπλέον, όταν η Βρετανία άρχισε να εκβιομηχανίζεται, ψήφισε νόμους που όριζαν ότι η εξαγωγή μηχανημάτων κλωστοϋφαντουργίας ήταν παράνομη. Επίσης ήταν παράνομη ακόμη και η μετανάστευση βρετανών τεχνιτών, ιδίως όσων είχαν δεξιότητες στην παραγωγή βαμβακερών υφασμάτων.
Αργότερα, τον 19ο αιώνα, η ιμπεριαλιστική επέκταση στην Αφρική, για παράδειγμα, συχνά υποκινούνταν από την επιθυμία των ευρωπαϊκών χωρών να αποκτήσουν πρόσβαση σε νέες πηγές βαμβακιού. Αυτά τα σχέδια για το βαμβάκι, σε μέρη όπως η Δυτική Αφρική, η Κεντρική Ασία, η Ινδία και αλλού, στην ουσία εκπονήθηκαν από την κρατική εξουσία, που καθοδηγούσε την εκτέλεσή τους. Συνεπώς, τα πάντα σχετικά με την συμμετοχή του κράτους στον καπιταλισμό είναι απολύτως θεμελιώδη.
Πώς εξελίχθηκε η παγκόσμια διαπάλη μεταξύ των ιδιοκτητών φυτειών και των δούλων; Και επίσης μεταξύ των εμπόρων, των πολιτικών και των εργοστασιαρχών;
Υπό μια πολύ μακροσκοπική προοπτική, σαφώς οι πιο πολυμήχανοι, οι πιο ισχυροί παράγοντες υπήρξαν οι κεφαλαιούχοι, οι βιομήχανοι, οι ιδιοκτήτες φυτειών και οπωσδήποτε οι γραφειοκράτες και οι πολιτικοί άνδρες της βρετανικής αυτοκρατορίας. Αλλά το βιβλίο επιδιώκει να δείξει ότι και άλλες κοινωνικές ομάδες, όπως οι σκλάβοι ή οι εργάτες ή οι αγρότες, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διάρθρωση της Αυτοκρατορίας του Βαμβακιού. Έτσι, ο κόσμος της Αυτοκρατορίας του Βαμβακιού, η μορφή που πήρε σε κάθε συγκεκριμένη χρονική στιγμή, δεν ήταν μόνο το αποτέλεσμα των επιθυμιών και των συμφερόντων των πλουσίων και των ισχυρών, αλλά και των υπηκόων. Για παράδειγμα, ένα από τα επιχειρήματα που προβάλλει το βιβλίο είναι ότι οι σκλάβοι έπαιξαν κρίσιμο ρόλο σε αυτές τις διεργασίες και τελικά η δουλεία καταργήθηκε. Γιατί όμως συνέβη αυτό;
Εν μέρει οφείλεται στο ότι οι ίδιοι οι σκλαβωμένοι επαναστάτησαν. Αντιτάχθηκαν στη δουλεία και τελικά τα κατάφεραν σε αυτήν την εξέγερση. Χρειάστηκαν 100 χρόνια, αλλά τα κατάφεραν. Και προέκυψε ο νέος κόσμος του καπιταλισμού που ήταν ένας κόσμος χωρίς δουλεία. Και αυτό ήταν, προφανώς, μια κρίσιμη αλλαγή στη φύση του καπιταλισμού. Νομίζω λοιπόν ότι το βιβλίο καταδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο η Αυτοκρατορία του Βαμβακιού αλλάζει ριζικά: Είναι πολύ διαφορετική τον 18ο αιώνα απ’ ό,τι στα μέσα του 19ου. Και πάλι είναι πολύ διαφορετική τον 20ό αιώνα. Ένας από τους λόγους για τους οποίους αλλάζει –με τους τρόπους που αλλάζει– είναι εξαιτίας της συλλογικής δράσης, αλλά και των ατομικών ενεργειών των υποτελών ανθρώπων, των εργατών.
Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το κράτος προνοίας οφείλεται εν πολλοίς στους εργάτες της κλωστοϋφαντουργίας. Η συμβολή τους είναι κομβική στην ανάπτυξη του πρώιμου εργατικού κινήματος σε πολλά και διαφορετικά μέρη του κόσμου και οι αγώνες τους ήταν σκληροί. Συχνά συνθλίβονταν. Αλλά στο τέλος πέτυχαν σημαντικές βελτιώσεις στις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας, οδηγώντας σε ένα πολύ διαφορετικό είδος καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός της δεκαετίας του 1950 και του 1960 είναι πολύ διαφορετικός από τον καπιταλισμό της δεκαετίας του 1870 ή του 1880. Και πάλι, τούτο υπήρξε εν μέρει το αποτέλεσμα των συλλογικών δράσεων αυτών των εργαζομένων. Αυτό είναι για μένα η ιστορία. Και το βιβλίο δεν είναι μια αφηρημένη συζήτηση για τον καπιταλισμό και την Αυτοκρατορία του Βαμβακιού. Είναι μια πολύ συγκεκριμένη ιστορική έρευνα που εστιάζει σε βάθος, σε μια μεγάλη ποικιλία φορέων που έχουν συμφέροντα, που ανταγωνίζονται μεταξύ τους και συνολικά από αυτή τη σύγκρουση και από αυτές τις αλληλεπιδράσεις προκύπτουν η Αυτοκρατορία του Βαμβακιού και οι αλλαγές μέσα σε αυτή την αυτοκρατορία.
Πώς εξελίχθηκαν τα παγκόσμια εμπορικά δίκτυα του βαμβακιού;
Συχνά, όταν σκεφτόμαστε την Αυτοκρατορία του Βαμβακιού, όταν σκεφτόμαστε τη Βιομηχανική Επανάσταση, όταν σκεφτόμαστε τον παγκόσμιο καπιταλισμό, οι άνθρωποι που μας έρχονται πρώτα στο νου είναι οι βιομήχανοι και οι βιομηχανικοί εργάτες. Ίσως να έχουμε στο μυαλό μας ένα εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας στο Μάντσεστερ, ή ένα ανθρακωρυχείο, ή μια χαλυβουργία. Ωστόσο, αν το σκεφτούμε λίγο περισσότερο, κάποιοι από εμάς αναφέρουν επίσης τον κόσμο της γεωργίας, όπως τους μετασχηματισμούς της γεωργίας ή τις φυτείες. Αλλά αυτό που συχνά παραβλέπουμε με αυτή την προσέγγιση για τον καπιταλισμό και για την Αυτοκρατορία του Βαμβακιού είναι ότι οι έμποροι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο σε αυτούς τους μετασχηματισμούς (γι’ αυτό αφιερώνω ένα ολόκληρο κεφάλαιο σε αυτούς τους εμπόρους). Το επιχείρημα εδώ είναι ότι τα είδη των παγκόσμιων δικτύων που δημιούργησαν και τα είδη του διεθνούς εμπορίου που αυτά επέτρεψαν ήταν εξίσου σημαντικά για την Αυτοκρατορία του Βαμβακιού από ό,τι, λόγου χάρη, οι νέες μηχανές που κάποιος εφηύρε στο Μάντσεστερ, ή ακόμη και οι φυτείες των σκλάβων. Τα παγκόσμια δίκτυα, δηλαδή, μέσα στα οποία αναπτύσσεται αυτή η Αυτοκρατορία του Βαμβακιού δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Έπρεπε να δημιουργηθούν. Και οι έμποροι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία αυτών των παγκόσμιων δικτύων, όπως και οι συγκεκριμένες δομές εξουσίας μέσα σε αυτά τα δίκτυα– οι οποίες πιστεύω ότι εξηγούν πολλά για συγκεκριμένες ανισότητες και για συγκεκριμένες ιεραρχίες που τελικά αναπτύχθηκαν στον κόσμο.
W. T. Crane / United States Library of Congress's Prints and Photographs
1865, Σαβάννα, Γεωργία, ΗΠΑ. Εργασίες φόρτωσης βαμβακιού σε πλοία προς μεταφορά από τον αμερικανικό Νότο στη Νέα Υόρκη. Σχέδιο του W. T. Crane, για λογαριασμό της εφημερίδας Frank Leslie’s Illustration Newspaper (φύλλο της 25 Φεβρουαρίου 1865).
Τι δημιούργησε η Αυτοκρατορία του Βαμβακιού στο εμπόριο;
Νομίζω ότι, εν μέρει, δημιούργησε ένα δίκτυο που θα αποδεικνυόταν σημαντικό για τις μετέπειτα εξελίξεις σε διάφορους κλάδους και με ποικιλία εμπορευμάτων. Στα τέλη του 18ου αιώνα και, στη συνέχεια, όλον τον 19ο αιώνα, το βαμβάκι είναι εξαιρετικά σημαντικό για τις οικονομίες που εκβιομηχανίζονται στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική. Είναι κάτι σαν το πετρέλαιο του 19ου αιώνα. Όλοι χρειάζονται το βαμβάκι επειδή το βαμβάκι είναι στις περισσότερες χώρες η σημαντικότερη βιομηχανία: απασχολεί τον μεγαλύτερο αριθμό εργατών, παράγει τεράστια κέρδη, αλλά δημιουργεί επίσης πολύ μεγάλο αριθμό –συχνά πολύ κακοπληρωμένων– θέσεων εργασίας. Αυτό όμως είναι σημαντικό για την κοινωνική σταθερότητα αυτών των κοινωνιών. Επομένως, το εμπόριο βαμβακιού είναι σπουδαίο εμπόριο και λόγω της ποσότητας των προϊόντων που διακινούνται και λόγω της σημασία τους στις εθνικές οικονομίες και στην παγκόσμια. Δημιουργούνται σοβαρές υποδομές: πόλεις-λιμάνια όπως η Χάβρη, η Βρέμη, το Λίβερπουλ, η Μασσαλία. Επιπλέον, πόλεις όπως η Νέα Ορλεάνη, η Βομβάη, η Αλεξάνδρεια, οι οποίες δεν διέθεταν μόνο λιμενικές εγκαταστάσεις αλλά και υπηρεσίες πρόσβασης σε πιστώσεις, μηχανισμούς ρύθμισης του εμπορίου και χρηματιστήρια εμπορευμάτων, όπου τα εμπορεύματα γινόταν αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Όλα αυτά θα μπορούσαν στη συνέχεια να εφαρμοστούν και σε άλλα εμπορεύματα.
Σημαντική εξέλιξη, επίσης, ήταν ο τηλέγραφος. Οι διεθνείς τηλεγραφικές γραμμές εμφανίζονται στο τελευταίο τρίτο του 19ου αιώνα και (σε αντίθεση με το Διαδίκτυο όπου πολλές πληροφορίες συχνά είναι επουσιώδεις) οι πληροφορίες που μεταδίδονται μέσω αυτών είναι ως επί το πλείστον ουσιαστικές πληροφορίες της αγοράς, όπως π.χ. οι τιμές των εμπορευμάτων – είναι πολύ ακριβό να στείλεις μήνυμα στην Ινδία ας πούμε, ή στη Νέα Ορλεάνη, για να μεταδώσεις ασήμαντες πληροφορίες. Αυτή η υποδομή που συχνά χτίζεται γύρω από την εμπορία αγαθών, όπως το βαμβάκι, στη συνέχεια αποκτά σημασία και για άλλα εμπορεύματα.
Επομένως, όχι μόνο από την πλευρά της γεωργίας και της βιομηχανίας, αλλά και από την πλευρά των εμπόρων σε αυτά τα εμπορικά δίκτυα, το βαμβάκι βρίσκεται στην αρχή του σύγχρονου βιομηχανοποιημένου κόσμου, όντας εξαιρετικά σημαντικό σε πολλαπλές διαστάσεις.
Η εκμηχάνιση της κλωστοϋφαντουργίας συνέβαλε καθοριστικά στη Βιομηχανική Επανάσταση. Τι επιτάχυνε την κατασκευή μηχανών;
Η Βιομηχανική Επανάσταση είναι από τα σημαντικότερα γεγονότα της ιστορίας του ανθρώπου. Έρχεται αμέσως μετά την Αγροτική Επανάσταση, μερικές χιλιετίες μετά. Ουσιαστικά, η Βιομηχανική Επανάσταση ήρθε την εποχή όπου οι άνθρωποι κατάλαβαν πώς να παράγουν πολύ περισσότερα προϊόντα και πώς να τα παράγουν συνεχώς. Πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση η οικονομική κατάσταση παρέμενε σχετικά αμετάβλητη, ενώ μετά, κάπου τον 19ο αιώνα, απογειώθηκε. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η Βιομηχανική Επανάσταση ξεκίνησε με τα βαμβακερά υφάσματα, τα οποία βρέθηκαν στο επίκεντρό της πολύ καιρό, περίπου μισόν αιώνα. Πρωτοφάνηκε κυρίως στη Βρετανία, όπου ξεκίνησε τη δεκαετία του 1780, αλλά στη συνέχεια μεταφέρθηκε και σε πολλές άλλες χώρες: τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα διαδόθηκε στη Γαλλία και στο Βέλγιο, στη Γερμανία, στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Ιταλία. και στη συνέχεια, αργότερα κατά τον 19ο αιώνα, σε μέρη όπως η Ιαπωνία, αλλά ακόμη και η Ινδία και η Κίνα. Όποιο μέρος του κόσμου προχωρούσε σε εκβιομηχάνιση, η εκκίνηση γινόταν πρώτα στην κλωστοϋφαντουργία. Στη βιομηχανική ιστορία σχεδόν όλων των χωρών είναι ορατό ότι οι πρώτες βιομηχανίες αφορούσαν συνήθως τη μηχανοποιημένη κλωστική. Η κλωστοϋφαντουργία ήταν απολύτως κρίσιμη για τη μεταποίηση.
Γιατί συνέβη αυτό;
Συνέβη επειδή εν μέρει οι αγορές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων ήταν γενικά πολύ μεγάλες. Δεν έχει νόημα να βελτιώσετε τις μηχανές σας αν το προϊόν που βγαίνει από τη μηχανή δεν έχει αγορά. Ενθαρρύνεστε να παράγετε μόνο εάν πρόκειται για δυνητικά πολύ μεγάλες και επίσης δυναμικές και ελαστικές αγορές. Επειδή υπήρχαν μεγάλες αγορές, οι επιχειρηματίες ενθαρρύνονταν να ασχοληθούν με την καινοτομία. Και αυτές οι αγορές, φυσικά, ήταν εν μέρει το αποτέλεσμα των δικτύων του παγκόσμιου εμπορίου που αναπτύχθηκαν πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση, για την οποία μιλήσαμε.
Αυτό είναι ένα κρίσιμο επιχείρημα του βιβλίου: ότι αυτά τα δίκτυα είναι εξίσου σημαντικά με τις μηχανές που εφευρέθηκαν στη Βιομηχανική Επανάσταση. Αλλά, βεβαίως, μόλις οι άνθρωποι καταλάβουν ότι μπορούν να παράγουν με διαφορετικούς τρόπους από ό,τι στο παρελθόν, οι ιδέες του εργοστασίου, της αναδιοργάνωσης της εργασίας, των νέων τεχνικών παραγωγής μεταναστεύουν σε πολλές διαφορετικές βιομηχανίες και γίνονται ο νέος παγκόσμιος κανόνας. Στις μέρες μας υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που εργάζονται χειρωνακτικά και φτιάχνουν χειροποίητα κάθε είδος προϊόντων σε πολλά μέρη του κόσμου. Εντούτοις, τα περισσότερα προϊόντα που καταναλώνουμε δεν κατασκευάζονται στα νοικοκυριά από ανθρώπους, αλλά από μηχανές στα εργοστάσια. Και όλα ξεκίνησαν από τη βιομηχανία του βαμβακιού!
Είναι αδύνατο να σκεφτεί κανείς το βαμβάκι χωρίς να σκεφτεί τη δουλεμπορική εργασία, την οποία αναφέραμε. Πώς λειτουργούσε η αγορά σκλάβων;
Ισχυρίζομαι ότι η δουλεία είναι αρκετά κρίσιμη για την ιστορία της Αυτοκρατορίας του Βαμβακιού. Βρίσκεται στο επίκεντρό της για πολύ καιρό και, επίσης, επηρεάζει αρκετά την ευρύτερη ιστορία του παγκόσμιου καπιταλισμού. Αυτό, βέβαια, είναι κάπως αμφιλεγόμενο, επειδή οι περισσότεροι από εμάς, όταν σκεφτόμαστε τον καπιταλισμό, θεωρούμε ότι αφορά τη διεύρυνση της ανθρώπινης ελευθερίας, την κατάργηση δηλαδή της δουλείας και όχι την επιτάχυνση της υποδούλωσης ανθρώπων. Αλλά αν κοιτάξετε την Αυτοκρατορία του Βαμβακιού θα δείτε ότι από τις απαρχές περίπου της μηχανοποιημένης παραγωγής, από το 1780 έως το 1865, σχεδόν όλο το βαμβάκι που χρησιμοποιήθηκε στα ευρωπαϊκά εργοστάσια παρήχθη από σκλαβωμένους ανθρώπους, πρώτα στην Καραϊβική, μετά στη Βραζιλία και, τη δεκαετία του 1790, με την εμφάνιση των νέων Ηνωμένων Πολιτειών, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ΗΠΑ γίνονται μακράν ο κυρίαρχος παραγωγός βαμβακιού για τις παγκόσμιες αγορές, το οποίο σχεδόν στο σύνολό του παράγεται από σκλαβωμένη εργασία σε φυτείες. Συνολικά, 12 εκατομμύρια Αφρικανοί εξήχθησαν στην Αμερική (Βόρεια και Νότια) στο πλαίσιο του δουλεμπορίου. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς δεν καλλιεργούσαν βαμβάκι· καλλιεργούσαν ζάχαρη. Αυτό, από την άποψη του αριθμού των σκλαβωμένων ανθρώπων, ήταν πολύ πιο σημαντικό. Αλλά στις ΗΠΑ πάρα πολλοί σκλάβοι (περίπου ένα εκατομμύριο ώς τη δεκαετία του 1850) απασχολούνταν στη βαμβακοκαλλιέργεια. Ήταν μακράν το πιο σημαντικό πράγμα που έκαναν οι σκλάβοι στις ΗΠΑ. Η δουλεία ήταν ζωτικής σημασίας για την αμερικανική βαμβακουργία. Πολλοί από τους σκλάβους είχαν έρθει με δουλέμπορους από την Αφρική. Όμως, το 1808, το διεθνές εμπόριο σκλάβων στις ΗΠΑ απαγορεύτηκε, καθώς εισήχθη ρήτρα στο αμερικανικό Σύνταγμα που τερμάτισε το αμερικανικό δουλεμπόριο. Τότε οι σκλάβοι στις βαμβακοφυτείες των Ηνωμένων Πολιτειών βρίσκονταν σε μεγάλο βαθμό στον βαθύ Νότο, σε μέρη όπως η Αλαμπάμα, το Μισισιπή, η Λουιζιάνα. Οι περισσότεροι αμερικανοί σκλάβοι, όμως, ζούσαν στον ανώτερο Νότο, στη Βιρτζίνια και στο Μέριλαντ. Αυτό που συνέβη ήταν ότι αναπτύχθηκε ένα εσωτερικό δουλεμπόριο εντός των ΗΠΑ και ένα εκατομμύριο σκλάβοι πουλήθηκαν από τον ανώτερο στον κατώτερο Νότο για να εργαστούν στις βαμβακοφυτείες του. Δημιουργήθηκε δηλαδή ένα τεράστιο εσωτερικό εμπόριο σκλάβων: οι εργάτες ήταν άνθρωποι που πωλούνταν ως εμπορεύματα. Έτσι, ένα εργοστάσιο στη Βιρτζίνια που ήθελε να πουλήσει τους σκλάβους του, τους πουλούσε στο Νότο και οι οικογένειες διαλύονταν. Δεν θα έβλεπαν ποτέ ξανά ο ένας τον άλλον· ο σύζυγος δεν θα έβλεπε ποτέ τη γυναίκα του· η μητέρα δεν θα έβλεπε ποτέ ξανά τα παιδιά της.
Οι σκλάβοι στη Βιρτζίνια πού κυρίως εργάζονταν;
Στην καλλιέργεια καπνού. Η οποία μειώθηκε. Κι έτσι, οι σκλάβοι που δεν είχαν αντικείμενο εργασίας μπορούσαν να πωληθούν στον κατώτερο Νότο επειδή υπήρχε τεράστια ζήτηση για το βαμβάκι. Το ζητούσε η ευρωπαϊκή βιομηχανία που επινοούσε συνεχώς τεχνικές καινοτομίες και απαιτούσε πρώτες ύλες. Και επειδή, προφανώς, το βαμβάκι, εκτός από την Ελλάδα, δεν καλλιεργείται πουθενά αλλού στην Ευρώπη, έπρεπε να το προμηθευτούν από αλλού.
Απαντώνται ακόμη στις ΗΠΑ οι κοινωνικές και οι οικονομικές επιπτώσεις της δουλείας;
Ναι, βεβαίως. Μακροχρόνιες ανισότητες που προέρχονται από τη δουλεία, ναι, εξακολουθούν να υπάρχουν. Βασικά, οι Αφροαμερικανοί για εκατοντάδες χρόνια δεν είχαν την ευκαιρία να συσσωρεύσουν πλούτο προκειμένου να ξεκινήσουν μια επιχείρηση επειδή ήταν υπόδουλοι. Διακρίσεις υφίσταντο και μετά την κατάργηση της δουλείας, με πάρα πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Δεν ήταν εύκολο γι’ αυτούς να αποκτήσουν γη και κατοικίες. Αυτό τους κρατούσε εκτός πολλών τμημάτων της αγοράς εργασίας. Τα σημερινά πρότυπα ανισότητας στις Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να έχουν τις ρίζες τους, σε μεγάλο βαθμό, στη δουλεία. Δεν είναι μόνο απομεινάρι του παρελθόντος, στις ΗΠΑ το βλέπουμε και στο παρόν.
Ο αμερικανικός εμφύλιος πόλεμος αναδιαμόρφωσε, μεταξύ άλλων, τη βαμβακουργία και δημιούργησε ένα νέο οικονομικό σύστημα. Με ποιον τρόπο συνέβη αυτό;
Το σημαντικότερο αποτέλεσμα του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου ήταν, προφανώς, ότι κατάργησε τη δουλεία στη Βόρεια Αμερική. Το 1865, το αμερικανικό Σύνταγμα τροποποιήθηκε βάζοντας τέλος στη δουλεία. Τα εκατομμύρια άνθρωποι που είχαν καλλιεργήσει βαμβάκι ως σκλάβοι, ήταν ελεύθεροι. Στο βιβλίο καταγράφεται πώς οι ευρωπαίοι βαμβακοβιομήχανοι τρόμαξαν με αυτή την εξέλιξη. Αναλογίστηκαν ότι τώρα που οι εργάτες των φυτειών είναι ελεύθεροι και δεν θα καλλιεργούν πια βαμβάκι και από πού θα προμηθεύονται πρώτη ύλη; Οι ευρωπαίοι βιομήχανοι ήταν σε πανικό. Αναλογικά, είναι σαν να μην παράγει πια πετρέλαιο η Σαουδική Αραβία. Από πού θα παίρνουμε το πετρέλαιό μας; Τότε αναρωτιούνταν: πώς θα προμηθευόμαστε το βαμβάκι μας; Και ήταν αρκετά απαισιόδοξοι, γιατί δεν πίστευαν ότι θα μπορούσαν να προμηθευτούν το βαμβάκι που χρειάζονταν χωρίς υπόδουλους εργάτες. Αποδείχθηκε όμως ότι έκαναν λάθος: μπόρεσαν κάλλιστα να προμηθευτούν βαμβάκι μετά τον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο.
Πώς; Και από πού;
Κατά πρώτον, επειδή δύο μέρη του κόσμου, η Ινδία και η Αίγυπτος, εξασφάλισαν την ομαλή προμήθεια του βαμβακιού, αποκτώντας γι’ αυτό μεγάλη σημασία. Και στη συνέχεια, επειδή όντως έλληνες έμποροι έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Η Ινδία και η Αίγυπτος διεύρυναν κατά πολύ τις εξαγωγές τους, μάλιστα αυτό συνέβη την εποχή του αμερικανικού εμφυλίου, όταν οι εξαγωγές από τις ΗΠΑ ήταν ελάχιστες.
Κατά δεύτερον, εμφανίστηκαν νέα συστήματα παραγωγής, όπως η μεριδοκαλλιέργεια (sharecropping), η αγροτική εκμετάλλευση δηλαδή όπου οι αγρότες πλήρωναν ενοίκιο για ένα συγκεκριμένο κομμάτι γης, προκειμένου να καλλιεργούν γεωργικά αγαθά σε αυτό. Μάλιστα, σε μέρη όπως η Αίγυπτος και η Ινδία, η νομική, οικονομική και δικαστική ισχύς των ευρωπαίων εμπόρων επεκτάθηκε στην ύπαιθρο. Έτσι ήταν πολύ πιο παρόντες και πιο κοντά στον παραγωγό παρά ποτέ κι αυτό τους επέτρεπε να παράγουν τεράστιες και αυξανόμενες ποσότητες βαμβακιού. Προέκυψε λοιπόν ένας κόσμος στον οποίο δεν υπήρχε μεν δουλεία, αλλά το βαμβάκι καλλιεργούνταν σε τεράστιες ποσότητες, γεγονός που δείχνει ότι η δουλεία ήταν σημαντική για μια συγκεκριμένη μόνον περίοδο στην ιστορία του καπιταλισμού, δηλαδή την πολύ πρώιμη φάση του. Αλλά δεν ήταν στον πυρήνα του καπιταλισμού. Διότι ο καπιταλισμός μπορούσε να ευδοκιμήσει εξαιρετικά και χωρίς τη δουλεία.
Ας έρθουμε στην Ευρώπη. Οι Ευρωπαίοι φορούσαν μόνο μάλλινα, λινά και ίσως μεταξωτά ρούχα μέχρι το 1500. Δεν είχαν βαμβάκι, αλλά παρ’ όλα αυτά ανέλαβαν κυρίαρχο ρόλο. Γιατί συνέβη αυτό; Μήπως είχαν καλύτερο καπιταλισμό, καλύτερους ειδικούς;
Αυτό είναι ένα πραγματικό παζλ. Σχεδόν όλος ο κόσμος παρήγαγε βαμβακερά υφάσματα για χιλιάδες χρόνια. Το έκαναν με μεγάλη τεχνική εξειδίκευση και παρήγαγαν περίφημα υφάσματα. Μόνο οι Ευρωπαίοι από ολόκληρο τον κόσμο δεν παρήγαγαν πολύ βαμβάκι. Οι Ευρωπαίοι, όταν σκέφτονταν τις ίνες, τους έρχονταν στο νου μόνο τα πρόβατα. Πίστευαν ότι τα ρούχα και τα πρόβατα πάνε μαζί. Ώς το 1850, ωστόσο, οι Ευρωπαίοι είχαν φθάσει να είναι οι κυρίαρχοι παίκτες στην παγκόσμια Αυτοκρατορία του Βαμβακιού. Και αυτό είναι ουσιαστικά το παζλ του βιβλίου. Πώς φτάνουμε από έναν κόσμο του Μεσαίωνα στον οποίο οι Ευρωπαίοι πιστεύουν ότι το βαμβάκι είναι κάτι σαν πρόβατο που φυτρώνει, στην κυριαρχία του βαμβακιού;
Αυτό ακριβώς το μυστήριο προσπαθεί να φωτίσει το βιβλίο και το κάνει με τα επιχειρήματα που συζητήσαμε προηγουμένως. Υπήρξε συγκεκριμένος συνδυασμός κεφαλαίου και κρατικής εξουσίας που επέτρεψε στους Ευρωπαίους να δομήσουν τα παγκόσμια δίκτυα του βαμβακιού πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση. Δεν νομίζω ότι οι Ευρωπαίοι ήταν ιδιαίτερα δημιουργικοί στη επινόηση νέων μηχανών, ούτε ότι διέθεταν περισσότερα κεφάλαια. Στην αρχή, η βαμβακουργία δεν χρειαζόταν μεγάλο κεφάλαιο – και οι Ευρωπαίοι βρέθηκαν στην Αυτοκρατορία του Βαμβακιού ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα. Αν και δεν ήταν παραγωγοί, είχαν ενταχθεί σε παγκόσμια δίκτυα εμπορίου βαμβακερών υφασμάτων, ακατέργαστου βαμβακιού και σκλάβων με τρόπους που κανείς άλλος δεν είχε φανταστεί. Αυτό ξεχώρισε την Ευρώπη: ήταν συστηματικά επινοητική σε πολλά ζητήματα.
Μήπως ήταν και η γη φτηνή τότε;
Καλό ερώτημα. Να λοιπόν ακόμα ένας λόγος για τον οποίο το βαμβάκι έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο στην ευρωπαϊκή Βιομηχανική Επανάσταση. Επενδύθηκαν πολλοί γεωργικοί πόροι στο βαμβάκι, αλλά όχι στην Ευρώπη. Αναλογιστείτε μια βιομηχανική επανάσταση σε ένα άλλο εμπόρευμα, ας πούμε στο μαλλί για να μείνουμε στα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα. Προκειμένου να παραχθεί η απαιτούμενη ποσότητα μαλλιού χρειάζονται πάρα πολλά πρόβατα. Για να παραχθεί, αντίστοιχα, η ίδια ποσότητα μάλλινων υφασμάτων με τα βαμβακερά υφάσματα (ας πούμε αυτά που παρήχθησαν το 1850) δεν έφταναν τα διαθέσιμα πρόβατα. Αν η βιομηχανία υφασμάτων ήταν αμιγώς εγχώρια, ολόκληρη η Βρετανική Νήσος έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για εκτροφή προβάτων, θα υπήρχε μεγάλη ανάγκη για γη ώστε να παραχθεί ικανή ποσότητα μαλλιού. Και προφανώς θα υπήρχαν μεγάλοι οικολογικοί περιορισμοί σε αυτό. Επιπλέον, υπήρχαν κοινωνικοί περιορισμοί: στην αγγλική ύπαιθρο ζούσαν ισχυροί άνθρωποι που δεν ήθελαν να αποχωριστούν τη γη τους για να εκτρέφουν πρόβατα, προτιμούσαν να καλλιεργούν σιτάρι ή οτιδήποτε άλλο. Υπήρχαν, συνεπώς, πραγματικοί περιορισμοί στην ευρωπαϊκή ήπειρο για την επέκταση αυτού του είδους της εντατικής σε πόρους γεωργίας. Όμως οι Ευρωπαίοι, σε αντίθεση με οποιονδήποτε άλλον, είχαν κάτι σημαντικό: είχαν την Αμερική. Και στην Αμερική, υπήρχαν άνθρωποι που ζούσαν επίσης από τη γη. Αλλά αυτοί οι άνθρωποι θα μπορούσαν να εκδιωχθούν από εκεί και η γη θα μπορούσε να καταληφθεί και να δεσμευτεί εξολοκλήρου για την παραγωγή γεωργικών προϊόντων προς εξαγωγή. Μοναδική δυνατότητα. Πουθενά στον κόσμο δεν μπορούσες να το κάνεις αυτό: δεν μπορούσες να το κάνεις στην Αφρική, δεν μπορούσες να το κάνεις στην Ινδία, δεν μπορούσες να το κάνεις στην Ευρώπη. Αυτός, επομένως, είναι ένας από τους άλλους λόγους για τους οποίους το βαμβάκι έγινε τόσο σημαντικό για τη Βιομηχανική Επανάσταση: επειδή αντλούσε από τους οικολογικούς πόρους μιας άλλης ηπείρου. Δεν επηρέασε την κοινωνική δομή στην ευρωπαϊκή ύπαιθρο, επειδή οι Ευρωπαίοι δεν καλλιεργούσαν βαμβάκι. Οι ευρωπαίοι αγρότες μπορούσαν να συνεχίσουν χωρίς αλλαγές για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ βαμβάκι στις αναγκαίες μεγάλες ποσότητες θα μπορούσε να φτάνει στα ευρωπαϊκά εργοστάσια.
Manchester Evening News
Περ. 1935, Μάντσεστερ. Μηχανική επεξεργασία βαμβακιού και μετατροπή του σε κλωστικές ίνες στο εργοστάσιο Regent Cotton Mill, ιδιοκτησίας της Lancashire Cotton Corporation Limited.
Πώς εξελίχθηκε το βαμβάκι τον 20ό και τον 21ο αιώνα; Τι ρόλο παίζουν σήμερα οι ΗΠΑ και η Ευρώπη, αλλά και η Κίνα και η Ινδία;
Το ζενίθ της Αυτοκρατορίας του Βαμβακιού, της ευρωπαϊκής Αυτοκρατορίας του Βαμβακιού, ήταν στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν το βαμβάκι, από την άποψη της αξίας του προϊόντος και από την άποψη της απασχόλησης, ήταν στο απόγειό του στην Ευρώπη. Όλες σχεδόν οι ευρωπαϊκές χώρες είχαν εκβιομηχανίσει στον ένα ή στον άλλο βαθμό την επεξεργασία του και οι Ευρωπαίοι κυριαρχούσαν στις παγκόσμιες αγορές. Αυτό άρχισε να μειώνεται από τη δεκαετία του 1920, όταν άρχισαν να προβάλλουν δειλά οι απαρχές μιας βιομηχανίας βαμβακιού στην Ινδία και στην Κίνα, όταν δημιουργήθηκε μια πολύ σημαντική βιομηχανία βαμβακιού στην Ιαπωνία, όταν άρχισε η εκβιομηχάνιση του βαμβακιού στη Βραζιλία και στο Μεξικό και σε άλλα μέρη του κόσμου. Καθώς συνέβαινε αυτό, οι ευρωπαίοι βιομήχανοι αντιμετώπισαν ένα νέο είδος ανταγωνισμού, άρχισαν λοιπόν να μεταφέρουν την παραγωγή σε άλλες περιοχές του κόσμου όπου υπήρχαν χαμηλότεροι μισθοί. Οι δυτικοευρωπαίοι βιομήχανοι, εν προκειμένω, άρχισαν να μεταφέρουν την παραγωγή τους στην Ανατολική Ευρώπη, όπου μπορούσαν να βρουν φθηνότερο εργατικό δυναμικό. Αντίστοιχα, οι βορειοαμερικανοί βιομήχανοι μετέφεραν τις βιομηχανίες τους μαζικά από τη Νέα Αγγλία, από τη Μασαχουσέτη, το Κονέτικατ και όλα αυτά τα μέρη προς το Νότο, στη Βόρεια Καρολίνα, στη Νότια Καρολίνα, στη Γεωργία. Έτσι δημιουργήθηκε μια μετακίνηση σε μέρη με χαμηλότερους μισθούς.
Στη συνέχεια, το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, η βιομηχανία άρχισε να εγκαταλείπει τη Δυτική Ευρώπη και εντελώς τη Βόρεια Αμερική και να μεταφέρεται σε μέρη όπως η Ινδία, η Κίνα, η Βραζιλία, η Αίγυπτος, η Τουρκία... Σήμερα, το κέντρο αυτής της βιομηχανίας, η Αυτοκρατορία του Βαμβακιού, είναι στην πραγματικότητα ένα είδος κινεζικής Αυτοκρατορίας του Βαμβακιού με βαμβάκι που καλλιεργείται στην Κίνα. Η Κίνα παράγει βαμβακερά υφάσματα εδώ και περίπου χίλια χρόνια, ενώ πιθανότατα μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα ήταν ο μεγαλύτερος παραγωγός βαμβακιού στον κόσμο. Αλλά ήταν για εγχώρια χρήση. Η Κίνα έχει μακρά ιστορία στο βαμβάκι, δεν είναι ουρανοκατέβατο προϊόν. Το καινούργιο τώρα είναι ότι η Κίνα κυριαρχεί στην παγκόσμια καλλιέργεια βαμβακιού και στην παγκόσμια βιομηχανία κλωστικής, και παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην παραγωγή ενδυμάτων, στην ένδυση. Όμως πλέον και οι ίδιοι οι Κινέζοι έχουν αρχίσει να μεταφέρουν την παραγωγή σε μέρη όπως η Καμπότζη, το Μπαγκλαντές, η Αιθιοπία.
Πρόκειται, λοιπόν, για μια βιομηχανία που βρίσκεται συνεχώς σε κίνηση και οι ιεραρχίες μεταξύ των διαφόρων τμημάτων αυτής της βιομηχανίας ολοένα μετατοπίζονται. Ένα από τα μηνύματα του βιβλίου είναι ότι ο καπιταλισμός βρίσκεται σε κατάσταση συνεχούς επανάστασης. Δεν υπάρχει σταθερότητα στον καπιταλισμό. Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι ο καπιταλισμός είναι μια συντηρητική δύναμη. Αυτό είναι μια εντελώς λανθασμένη αντίληψη. Ο καπιταλισμός είναι η πιο ριζοσπαστική μορφή μόνιμης επανάστασης που έχει συμβεί ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία, η ιδέα ότι ο καπιταλισμός και η σταθερότητα συμβαδίζουν είναι μια εγγενής αντίφαση. Αυτό προκύπτει πολύ παραστατικά από τη μελέτη της Αυτοκρατορίας του Βαμβακιού και έχει, φυσικά, τεράστιες κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις, διότι για πολύ καιρό οι άνθρωποι στο Λόουελ της Μασαχουσέτης ή στο Πρόβιντενς του Ρόντ Άιλαντ, ή στο Μάντσεστερ εξαρτούσαν εξολοκλήρου τη ζωή τους από τη βιομηχανία βαμβακιού. Και ξαφνικά αυτή εξαφανίστηκε.
Η παρακμή δηλαδή της βαμβακουργίας στη Δύση οδήγησε και τις πόλεις που τη φιλοξενούσαν να παρακμάσουν. Μπορούσαν οι πόλεις αυτές, το Μάντσεστερ ή το Λόουελ, να είχαν προετοιμαστεί καλύτερα για να αντιμετωπίσουν αυτή την παρακμή; Ή ήταν τόσο απόλυτα εξαρτημένες που δεν θα μπορούσαν να κάνουν και πολλά;
Αυτό δεν εξετάζεται στο βιβλίο αλλά, κοιτάξτε, οι πόλεις αυτές, ας πούμε το Μάντσεστερ, εξαρτιούνταν πλήρως, 100%, από τη βιομηχανία βαμβακιού. Η ξαφνική κατάρρευσή της δημιούργησε το είδος της πρόκλησης που δεν ήταν εύκολο να αντιμετωπιστεί. Αλλά, βεβαίως, υπάρχουν διαφοροποιήσεις. Σε διάφορα μέρη του κόσμου αυτό αντιμετωπίστηκε διαφορετικά. Στις ΗΠΑ ή στο Ηνωμένο Βασίλειο συχνά τα πάντα ρήμαζαν. Η βιομηχανία απλά εξαφανιζόταν. Οι θέσεις εργασίας εξαφανίζονταν. Οι πόλεις άδειαζαν. Τα κτίρια γίνονταν άδεια κουφάρια. Ναι, ήταν ένα θέαμα που στοίχειωνε. Αλλά σε άλλα μέρη του κόσμου, με ισχυρότερη πολιτική παρέμβαση, υπήρξε επανεκπαίδευση των εργαζομένων, επινοήθηκε μια βιομηχανική πολιτική που έφερε νέα είδη εργοστασίων σε ορισμένες περιοχές. Δεν νομίζω ότι είναι αδύνατο να διαχειριστούμε αυτή τη μετάβαση, πρέπει όμως να συνειδητοποιήσουμε ότι μια τόσο ριζική αλλαγή δεν αντιμετωπίζεται εύκολα. Κατανοώ ότι και στην Ελλάδα υπάρχουν αυτές οι μεταβιομηχανικές πόλεις που επίσης αντιμετωπίζουν σοβαρά κοινωνικά προβλήματα.
Πώς σας συνέδραμε το Χάρβαρντ με τους πόρους και το περιβάλλον του στην έρευνα και τη συγγραφή αυτού του βιβλίου;
Με βοήθησε η εργασία μου σε αμερικανικό πανεπιστήμιο, διότι τα καλά αμερικανικά πανεπιστήμια, όπως γνωρίζετε, είναι ιδιαιτέρως διεθνοποιημένα ιδρύματα. Πολλοί από τους συναδέλφους μου προέρχονται από κάθε γωνιά του πλανήτη και η μεγαλύτερη πρόκληση όταν έγραφα αυτό το βιβλίο συνίστατο στο ότι κάθε μέρα έπρεπε να μαθαίνω κάτι καινούργιο για ένα μέρος του κόσμου για το οποίο γνώριζα ελάχιστα ή τίποτα. Το ότι έχω συναδέλφους που μελετούν την ιστορία πολλών διαφορετικών τόπων και οι οποίοι προέρχονται από πολλά διαφορετικά μέρη του κόσμου, μου έδωσε τη δυνατότητα να κάνω ερωτήσεις και να συνομιλώ μαζί τους. Δεν νομίζω ότι μπορούσα να γράψω τέτοιο βιβλίο μακριά απ’ αυτό το είδος πνευματικού περιβάλλοντος. Δεν είναι ένα πνευματικό περιβάλλον που επικεντρώνεται μόνο στην εθνική ιστορία των ΗΠΑ. Αντίθετα, έχει διεθνή χαρακτήρα και ενδιαφέρεται πολύ γι’ αυτού του είδους τους παγκόσμιους συσχετισμούς. Επιπλέον, υπάρχουν πολλές γνώσεις τις οποίες είχα τη δυνατότητα να αντλήσω για να μπορέσω να γράψω αυτό το βιβλίο, γεγονός για το οποίο είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων.
Ποιος είναι ο Σβεν Μπέκερτ
Jessica Picard / Massachusetts Daily Collegian
Ο Σβεν Μπέκερτ σε ώρα διδασκαλίας.
Ο Σβεν Μπέκερτ είναι καθηγητής ιστορίας στο Χάρβαρντ, όπου κατέχει την έδρα Laird Bell. Η έρευνα και η διδασκαλία του επικεντρώνονται στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών του 19ου αιώνα, με ιδιαίτερη έμφαση στην ιστορία του καπιταλισμού, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών και παγκόσμιων διαστάσεών του. Το έργο του διερευνά τις διασυνδέσεις της εργασίας, της βιομηχανίας και του ιμπεριαλισμού, προσφέροντας νέες προοπτικές και εμβαθύνοντας στην κατανόηση των δυνάμεων που διαμορφώνουν τον σύγχρονο κόσμο.
Σπούδασε ιστορία, οικονομικά και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου της Γερμανίας (και όχι στο Χάρβαρντ, όπως αποφάνθηκε το ChatGPT) και στη συνέχεια αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια με διδακτορικό δίπλωμα στην Ιστορία (και πάλι, όχι από το Χάρβαρντ).
O Μπέκερτ έχει γράψει πολλά και ενδιαφέροντα βιβλία. H Αυτοκρατορία του Βαμβακιού. Μια παγκόσμια ιστορία (2014) έχει λάβει διεθνή αναγνώριση για την πρωτοποριακή διερεύνηση του ρόλου του βαμβακιού στη διαμόρφωση της παγκόσμιας οικονομίας και του βαθύτατου αντίκτυπου που είχε στις κοινωνίες παγκοσμίως. Άλλα αξιοσημείωτα έργα του: The Monied Metropolis: New York City and the Consolidation of the American Bourgeoisie, 1850-1896 (2003) και Slavery's Capitalism: A New History of American Economic Development (επανέκδοση 2016).
Επιπλέον, μαζί με μια ομάδα φοιτητών έγραψε για τις ιστορικές συνδέσεις μεταξύ του Χάρβαρντ και της δουλείας και δημοσίευσε το βιβλίο Χάρβαρντ και δουλεία. Αναζητώντας μια ξεχασμένη ιστορία. Αυτό τον καιρό γράφει ένα βιβλίο για την ιστορία του καπιταλισμού.
(Γράφτηκε από το ChatGPT, με γενναία επιμέλεια του υπογράφοντα, ο οποίος θα μπορούσε να το είχε γράψει κάπως καλύτερα).
Zdravko Pečar / Μουσείο Αφρικανικής Τέχνης (Βελιγράδι)
Περ. 1950, Αίγυπτος. Μια ομάδα Φελάχοι μαζεύουν βαμβάκι με τα χέρια.