Η συνομιλία που ακολουθεί είναι απόσπασμα από τη συνέντευξη του Χρήστου Χωμενίδη στο Books' Journal, που δημοσιεύτηκε στο τχ. 111 με τίτλο «Χρήστος Χωμενίδης, storyteller»:
Γιατί έγραψες τη Νίκη, που όσο κι αν την εμπλουτίζεις μυθοπλαστικά δεν παύει να έχει ένα αυτοβιογραφικό βάρος;
Διότι φοβόμουν ότι θα πεθάνω νέος σαν τον πατέρα μου, προτού προφθάσω να μιλήσω στη θυγατέρα μου σχετικά με τους προγόνους της. Όπως εγώ –εννοείται– τους γνώρισα, τους κατάλαβα και τους θυμάμαι. Η Νίκη είναι μια κιβωτός από μνήμες, άλλες προσωπικές μου, άλλες μεταφερμένες σε εμένα από πρώτο χέρι. Ασφαλώς και δεν διεκδικώ εύσημα ιστορικού επιστήμονα.
H βάση της διήγησής σου, όμως, είναι μια ιστορική περίοδος.
Η οποία διαστρεβλώθηκε, κακοποιήθηκε βάναυσα και πονηρά από το 2010 μέχρι τουλάχιστον το 2015. Τότε οι εμφανιζόμενοι σαν κληρονόμοι της επικής Αριστεράς ξέθαψαν τα κόκαλα των ηρώων και τα έκαναν ρόπαλα ή δεκανίκια τους. Δεν ορρώδησαν προ ουδενός. Πόνταραν ταυτόχρονα στη μνήμη και του Ζαχαριάδη και του Πλουμπίδη και του Γρηγόρη Λαμπράκη, για να αναφέρω τρία εμβληματικά πρόσωπα που τα χώριζε άβυσσος αντιλήψεων και ήθους. Χάλκευσαν την Ιστορία σε σημείο να παρουσιάζουν τον Εμφύλιο σαν έπος και όχι ως τραγωδία. Έκανα με τη Νίκη μια μικρή, προσωπική προσπάθεια να ξεπλύνω την αλήθεια από το ψέμα…
Και ποια είναι δηλαδή η αλήθεια;
Η αλήθεια είναι ότι ο παππούς μου, ο Βασίλης Νεφελούδης –υπάρχει φωτογραφία που το αποδεικνύει αυτό–, το 1958, εννέα μόλις χρόνια μετά τον Γράμμο, τρώει με τον γυναικαδελφό του, τον Γιάννη Καραμάνο.
Ο οποίος Καραμάνος όχι μόνο ήταν από τη μεριά των νικητών αλλά είχε διατελέσει, το σημαντικότερο, υπουργός Επισιτισμού στην κυβέρνηση Τσολάκογλου. Εμφορούμενος –όλοι στην οικογένειά μας το παραδέχονταν– από αφελείς πλην αγαθές προθέσεις. Ελπίζοντας ότι θα γλιτώσει τον ελληνικό πληθυσμό από την πείνα. Ο Ιωάννης Καραμάνος είχε στο ενεργητικό του ένα ιστορικό επίτευγμα. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, βενιζελικός ων, είχε πρωτοστατήσει στην εγκατάσταση των προσφύγων στα χωριά της ελληνικής Μακεδονίας. Πίστευε συνεπώς ότι κανείς δεν θα τολμούσε ποτέ να αμφισβητήσει τον πατριωτισμό του.
Ο υπουργός του Τσολάκογλου και ο πρώην βουλευτής και γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ μοιράζονται το πασχαλινό τραπέζι. Είναι αμφότεροι προδότες; Το ακριβώς αντίθετο. Κανείς από τους δύο δεν έχει προδώσει τις αρχές του. Γι’ αυτό και μπορούν να κοιταχτούν στα μάτια και να συνομιλήσουν. Αναγνωρίζοντας, στις στάχτες του Εμφυλίου, την ανάγκη για Εθνική Συμφιλίωση. Για Εθνική έστω Συνεννόηση.
Ποιος φταίει όμως τότε για το αίμα;
Εκείνοι, ένθεν κακείθεν, που το μόνο για το οποίο νοιάζονταν ήταν να κατακτήσουν ή να διατηρήσουν την εξουσία. Και φυσικά οι εγκληματίες που έδρασαν με το προσωπείο του ιδεολόγου και στις δύο παρατάξεις.
Έφτιαξες ένα βιβλίο για τις αποχρώσεις της πολιτικής σε μια εποχή που δεν επέτρεπε αποχρώσεις.
Ναι.Και το βιβλίο είχε τέτοια απήχηση που με άφησε κατάπληκτο.
Φοβόσουν την πολιτική βία εκείνα τα χρόνια;
Δεν ήταν φόβος, φρίκη ήταν. Αποστροφή. Αυτά που έγιναν δεν θέλω να τα θυμάμαι.
Πώς όμως να ξεχάσω το πρόσωπο της Σώτης Τριανταφύλλου όταν είχε πάει σε μια εκδήλωση και της είχαν πετάξει αυγά; Πώς να ξεχάσω τις σωματικές επιθέσεις που είχαν δεχθεί –τελείως απρόκλητα– ο Νίκος Μαραντζίδης, ο Κωστής Χατζηδάκης και δεκάδες άλλοι, από όλο το πολιτικό φάσμα πλην του «ηρωικού» αντιμνημονίου; Τους αγανακτισμένους που ούρλιαζαν «σκατά στον τάφο του Μπακογιάννη»;
Πρέπει όλα αυτά να τα βάλουμε στην άκρη για να προχωρήσουμε. Δεν επιτρέπεται ωστόσο να τα ξεχάσουμε. Μονάχα η μνήμη δεν θα επιτρέψει την επανάληψη.
Φοβήθηκες για τη χώρα;
Ασφαλώς και φοβήθηκα, πώς να μη φοβηθώ; Δεν έχουμε δει στη διάρκεια της ζωής μας χώρες να αναφλέγονται και τελικά να διαλύονται; Τη Γιουγκοσλαβία, τη Συρία… Για ποιο λόγο να έχουμε εμείς ασυλία απέναντι στο χειρότερο;
Αν και ίσως, ξέρεις, έχουμε κάποια ασυλία. «Αυτό σας έσωσε…», μου είπε ένας Γάλλος φίλος, δείχνοντάς μου τον Παρθενώνα. «Θα ήταν δέκα φορές πιο δύσκολο να αποκοπεί η Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Ένωση από όσο οποιαδήποτε άλλη χώρα. Διαθέτετε για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, για όλο τον δυτικό κόσμο, τεράστιο συμβολικό βάρος. Κι ας μη το συνειδητοποιείτε».
Από την άλλη μεριά σκέπτομαι και την άλλη ανάγνωση, ότι η σημερινή Ελλάδα είναι δέσμια του Παρθενώνα, δηλαδή είναι δέσμια ενός παρελθόντος.
Σίγουρα είναι δέσμια. Όπως θυμάσαι, ο Γιώργος Μακρής –από τους πιο ιδιαίτερους μεταπολεμικούς διανοούμενους– είχε κυκλοφορήσει προκήρυξη όπου έλεγε να ανατινάξουμε τον Παρθενώνα.
Πιστεύω ότι απέναντι στο αρχαιοελληνικό θαύμα –όπως λ.χ. συγκεφαλαιώνεται στον Παρθενώνα– οι δυνατές στάσεις ημών των Νέων Ελλήνων είναι τρεις.
Η πρώτη είναι να μην τον βλέπουμε καν, όπως συμβαίνει σε όλους σχεδόν όσοι περπατάνε καθημερινά στην οδό Πατησίων.
Η δεύτερη στάση, που μπορεί να συνυπάρχει με την πρώτη, είναι να λειτουργούμε ως εμπορικοί εκμεταλλευτές του Παρθενώνα. Να τον πλασάρουμε στους ξένους και να κερδίζουμε έτσι, παραμένοντας οι ίδιοι αναίσθητοι, ανέγγιχτοι από την ομορφιά και από τη σημασία του.
Η τρίτη στάση; Να ανοιχτούμε στην ομορφιά και στη σημασία του. Θα ήταν απίθανα λυτρωτικό και φοβερά επικίνδυνο συνάμα. Το πρώτο πράγμα που θα μάς συνέβαινε θα ήταν να γκρεμίσουμε την οδό Πατησίων. Καθώς και κάθε σύμβαση που μάς διέπει, εξωτερική και εσωτερική.
ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ:
https://booksjournal.gr/synenteykseis/3071-christos-chomenides,-storyteller
Ευχαριστώ κι εγώ τον κ. Χρήστο Μιχαηλίδη γιατί χάρη σ' αυτόν έμαθα για τον κ. Κανέλλη. Πόσο πιο ωραίο θα ήταν το ραδιόφωνο αν είχε πολλές εκπομπές σαν τον καθρέφτη.
03 Ιουν 2022, 11:06