Σύνδεση συνδρομητών

Πωλίνα Ζερεμπτσόβα: έζησε και κατέγραψε τον πόλεμο στην Τσετσενία

Πέμπτη, 01 Μαρτίου 2018 13:30
H Πωλίνα Βίκτοροβνα Ζερεμπτσόβα στο Μουσείο Ζαχάροφ, το 2011.
Алекс Мирта
H Πωλίνα Βίκτοροβνα Ζερεμπτσόβα στο Μουσείο Ζαχάροφ, το 2011.

Είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Γεννημένη το 1985 στο Γκρόζνι, είχε αρχίσει να κρατά ημερολόγιο όταν βρέθηκε στη δίνη του πολέμου της Τσετσενίας – και αίφνης, οι καταγραφές της μετατράπηκαν από ένα αθώο λεύκωμα ενός παιδιού σε μαρτυρία ενός αιματηρού και βρώμικου παιχνιδιού, που το υποκινούσαν οι εθνικισμοί και οι μαφίες. Σήμερα, ζει στη Φινλανδία και συνεχίζει να γράφει στο ιδίωμα που κατέκτησε μικρή – ένα ιδίωμα που έκανε διάσημο τον Τρούμαν Καπότε και έδωσε το Νόμπελ στη Σβετλάνα Αλεξίεβιτς. Ανέκδοτη στην Ελλάδα, τη βρήκαμε μέσω των κοινωνικών δικτύων του διαδικτύου – και η συνέντευξή της, που ακολουθεί, έχει ενδιαφέρον. Αναδημοσίευση από το τεύχος 84 του Books' Journal, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2018.

Για την Πωλίνα Ζερεμπτσόβα, άκουσα για πρώτη φορά να μιλούν κάτι φίλοι μου στην Μόσχα. Μου μιλούσαν για την γενναιότητά της, για το σθένος και την υπομονή της. Ενδιαφέρθηκα και ρώτησα να μάθω κι άλλα, όταν ξαφνικά μία φίλη μου, γνωστή ποιήτρια και παλιά επιφανές στέλεχος του κινήματος των αντιφρονούντων στην Ε.Σ.Σ.Δ., γύρισε και μου είπε: είναι η Ρωσίδα Άννα Φρανκ. Μικρό κορίτσι, μέσα στους βομβαρδισμούς, τους σκοτωμούς και τη φρίκη, κρατούσε ημερολόγιο και όταν κυκλοφόρησε έπεσαν να τη φάνε.

Την επόμενη ημέρα άρχισα να ψάχνω τα Ημερολόγια της Τσετσενίας. Δεν υπήρχε ούτε σε μικρά, ούτε σε μεγάλα βιβλιοπωλεία της Μόσχας, στα ράφια των οποίων κανένα βιβλίο δεν μένει περισσότερο από έξι μήνες. Στη συνέχεια άλλα παίρνουν τη θέση τους, σε μια χώρα όπου εξακολουθούν να εκδίδονται και να κυκλοφορούν δεκάδες χιλιάδες τίτλοι κάθε χρόνο.

Επέστρεψα στην Ελλάδα κι αποφάσισε να έρθω σε επαφή μαζί της. Τη βρήκα στο Facebook και αρχίσαμε να αλληλογραφούμε τακτικά. Κάποια στιγμή της ζήτησα να μου στείλει ηλεκτρονικά τα βιβλία της. Το έκανε με χαρά. Διαβάζοντάς τα, γεννήθηκε μέσα μου η ιδέα να της ζητήσω να μιλήσει στον έλληνα αναγνώστη, προκειμένου αυτός να μάθει μερικές, έστω, πλευρές των πολέμων στην Τσετσενία και να ακουστεί η φωνή εκείνων που σώπασαν για πάντα. Το αποτέλεσμα αυτής της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας παρατίθεται στις επόμενες γραμμές, με την ελπίδα να διαβαστούν με καλοσύνη.

Η Πωλίνα Βίκτροβνα Ζερμπσόβα γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου 1985 στην πόλη Γκρόζνι, πρωτεύουσα της Τσετσενίας. Ασχολείται με τη συγγραφή βιβλίων μυθοπλασίας αλλά και τεκμηρίωσης, με τη δημοσιογραφία και την ποίηση. Έγινε γνωστή σε πολύ νεαρή ηλικία στη Ρωσία αλλά και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όταν δημοσιεύτηκε το βιβλίο της Ημερολόγια της Τσετσενίας.

Λόγω των απειλών που δέχτηκε για τη ζωή της αλλά και τη ζωή των μελών της οικογένειάς της, ζήτησε και έλαβε πολιτικό άσυλο στη Φινλανδία το 2013. Στο μεταξύ, το 2012, βρέθηκε στη shortlist για το βραβείο Ζαχάρωφ, «Η δημοσιογραφία ως γενναιότητα». Η συνομιλία που ακολουθεί, όπως προείπα, έχει γίνει γραπτά, μέσω του διαδικτύου.

 

 

Γεννηθήκατε σε μία πολυεθνική, θα λέγαμε, οικογένεια. Ποιοι ήταν οι γονείς σας και ποια θεωρείτε πως είστε ως προς την εθνικότητα;

Είναι άνθρωπος του κόσμου τούτου. Κοσμοπολίτισσα. Στον σπίτι μου υπάρχουν η Τορά, η Βίβλος και το Κοράνι, στη μνήμη των προγόνων μου, οι οποίοι ανήκαν σε διάφορα έθνη και θρησκείες. Όλους αυτούς τους ένωνε η τέχνη και η αγάπη. Όλοι μου οι πρόγονοι αγαπούσαν την ειρήνη, όχι τον πόλεμο. Όταν ήμουν πολύ νέα, μελετούσα τις ελληνικές δοξασίες και την ελληνική φιλοσοφία. Ήμουν ενθουσιασμένη! Όταν ήμουν παιδί έγραφα ποιήματα αφιερωμένα στην Αφροδίτη, στον Διόνυσο, στη Δήμητρα και στον Απόλλωνα.

 

Μες στην Ελλάδα περιφέρομαι από τότε που γεννήθηκα

Τσιμπολογούνε μέσα μου οι εποχές....

Της Αναγέννησης το δώρο

Το έμαθα κάποτε στον ύπνο.

Συνέχεια έσβηνα σύνορα.

Ο Απόλλωνας μου αφιέρωνε τραγούδια:

Για κατάλευκα πουλιά

Από λευκές κολώνες πιο αγνά.

Πιστεύω πως το Πνεύμα μου ελεύθερο είναι

Παγίδες έχει μόνο στον σκλαβωμένο κόσμο!

Θα είναι ελεύθερος κι όμορφος,

Κάποτε ένα πρωινό.

 

Θα ήθελα να συμπληρώσω πως στις φλέβες μου κυλάει ελληνικό αίμα. Στην ιστορία της οικογένειάς μας υπάρχουν και Έλληνες. Οι πρόγονοί μου ήταν Ουκρανοί, Εβραίοι, Πολωνοί, Τσετσένοι, Ρώσοι, Γάλλοι, Γεωργιανοί, Ισπανοί. Η αριστοκρατική οικογένεια των Ζερεμπτσόφ είναι γνωστή από παλιά στη Ρωσία.

Τι σημαίνει ο όρος «κοσμοπολίτης», που χρησιμοποιείτε;

Είναι ο άνθρωπος που αγαπάει όλο τον πλανήτη και αυτό το ήξερε καλά ο Μικρός Πρίγκιπας του Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ. Είναι ο πολίτης που δεν κάνει κακό σε κανέναν. Ούτε σε ζώο, ούτε σε άνθρωπο, ούτε στα φυτά.

Πότε ξεκινήσατε να γράφετε τα ημερολόγιά σας; Τι σας ώθησε σε αυτή την πράξη;

Στο σόι της γιαγιάς και της προγιαγιάς μου κρατούσαν ημερολόγια. Η προγιαγιά μου, η Ιουλία - Μαλίκα, σε ηλικία 93 ετών, θυμόταν απ’ έξω ολόκληρα ποιήματα και με μεγάλη ευχαρίστηση τα απήγγελλε στα παιδιά της αυλής του σπιτιού της, στο Γκρόζνι. Η προγιαγιά μου είχε παροιμιώδη μνήμη. Θυμόταν λογοτεχνικά έργα τα οποία διδάχτηκε στο σχολείο, όταν τσάρος ήταν ο Νικόλαος Β’.

Είχα δει το οικογενειακό αρχείο όταν ήμουν μικρή. Χιλιάδες βιβλία! Χιλιάδες επιστολές! Ήθελα να αποδείξω ότι μπορώ κι εγώ, εξ ίσου καλά, να κρατάω ημερολόγιο, όπως έκαναν οι πρόγονοί μου πριν από εκατό χρόνια. Δεν ήξερα ότι, αντί για περιπέτειες, στο ημερολόγιό μου θα εγκατασταθεί ο πόλεμος για εννέα τρομακτικά χρόνια. Άρχισα να κρατάω ημερολόγιο ένα χρόνο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Θυμάμαι όταν ήμουν μικρή που περιπλανιόμουν στην ιδιωτική βιβλιοθήκη του παππού μου Ανατόλι Ζρεμπτσόφ, όπου υπήρχαν δεκάδες χιλιάδες βιβλία σε έξι γλώσσες. Τότε νόμιζα πως θα τα διαβάσω όλα οπωσδήποτε. Δεν πρόλαβα. Ξεκίνησε ο πρώτος πόλεμος της Τσετσενίας. Σκοτώθηκαν άνθρωποι. Χάθηκαν τα βιβλία.

Δεν πιστεύω στο διαχωρισμό «δικός μας» και «ξένος». Αν μπροστά μου δω έναν τραυματισμένο, έναν άρρωστο, έναν πεινασμένο, πάει να πει πως χρειάζεται βοήθεια και πρέπει να συντρέξω. Αν κάποιος έπιασε όπλο στα χέρια του με στόχο τον κορεσμό της απληστίας του, με την επιθυμία να σκοτώσει ανθρώπους, τότε δεν είναι άνθρωπος αλλά κάθαρμα. Όλα είναι τόσο απλά.

Η εθνικότητα, η εξωτερική εμφάνιση, οι θρησκευτικές και φιλοσοφικές διδασκαλίες μπορούν να αλλάξουν, δεν αξίζει όμως να σε απομακρύνουν από την αλήθεια.

Αν καταλαβαίνω καλά, αρχίσατε να γράφετε σε πολύ μικρή ηλικία. Πώς καταλάβατε ότι όλα όσα θα κάνετε έχουν κάποιο νόημα για τους συγκαιρινούς αλλά και για τις επερχόμενες γενιές;

Κατά τη διάρκεια του πρώτου πολέμου στην Τσετσενία, το 1994, ήμουν εννέα χρονών. Ήμουν πολύ μικρή. Ο παππούς μου, Ανατόλι, σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια του βομβαρδισμού του νοσοκομείου. Είχε πολεμήσει στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και κατάφερε να επιβιώσει. Σκοτώθηκε σε βομβαρδισμό στην πατρίδα του. Με αυτά μεγάλωσα απότομα. Μαζί μου μεγάλωσε και το Ημερολόγιό μου. Πίστευα πως, όταν με σκοτώσουν, κάποιοι άνθρωποι θα βρουν αυτό το ημερολόγιο. Νόμιζα πως οι άνθρωποι θα διαβάσουν το ημερολόγιό μου και θα καταλάβουν πως δεν πρέπει ποτέ να πολεμούν μεταξύ τους.

Περιγράφετε τρομακτικές θηριωδίες τόσο του ρωσικού στρατού όσο και των τσετσενικών συμμοριών, αλλά και την τραγωδία του άμαχου πληθυσμού της πόλης. Είστε, τελικά, δημοσιογράφος, συγγραφέας ή, απλά, μάρτυρας του αιώνα σας;

Είμαι μάρτυρας. Είμαι και συγγραφέας. Για μένα το σημαντικότερο όλων είναι η αλήθεια. Η άβολη αλήθεια για τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Είμαι με την πλευρά του άμαχου πληθυσμού. Ανεξάρτητα από τις δυσκολίες με τα τρόφιμα, όπως και παντού σε όλη τη χώρα την εποχή της Περεστρόικα, οι άνθρωποι στην Τσετσενία ζούσαν ήρεμα. Πριν από τον πόλεμο, πριν από το 1994 δηλαδή, οι άνθρωποι δεν ήξεραν τι θα πει μίσος. Στον πρώτο πόλεμο, οι Ρώσοι, οι Τσετσένοι, οι Αρμένιοι, οι Τσιγγάνοι, οι Ουκρανοί, οι Κουμίκιοι, οι Νταγκεστανοί, όλοι μαζί έτρεχαν να κρυφτούν στα υπόγεια, βοηθούσαν ο ένας τον άλλον, μοιράζονταν το ψωμί και το νερό τους. Το μίσος είναι κάτι τρομακτικό. Το υποδαυλίζουν καθάρματα, εθνικιστές και βρώμικοι πολιτικοί.

Ποια από τις έρευνες που κάνατε ως δημοσιογράφος έχει αποτυπωθεί πιο έντονα στην μνήμη τη δική σας, και των αναγνωστών σας;

Άρχισα να εργάζομαι ως δημοσιογράφος σε ηλικία 17 ετών. Συνάντησα πολλούς ενδιαφέροντες ανθρώπους, έκανα έρευνες. Το 2004 έγραψα για τον ρωσικό πύραυλο που έπεσε στη φιλήσυχη αγορά του Γκρόζνι. Τότε σκοτώθηκαν πολλοί άνθρωποι. Μετά από αυτό, άρχισαν οι απειλές. Είναι μια αλήθεια που κανείς δεν θέλει ν’ ακούσει, οι αρχές προσπάθησαν να κάνουν όλους τους μάρτυρες να σωπάσουν. Εκείνη την ημέρα τραυματίστηκα κι εγώ. Δεκαέξι θραύσματα στο πόδι μου, η μητέρα μου τραυματίστηκε, σκοτώθηκαν πολλοί γνωστοί μας. Ανάμεσά τους ήταν παιδιά και έφηβοι...

Αν θυμάμαι καλά, οι Ρώσοι σάς θεωρούν εχθρά τους, το ίδιο όμως και οι Τσετσένοι. Ποια είστε τελικά;

Υπάρχουν φυσιολογικοί Ρώσοι οι οποίοι, αφού διάβασαν τα βιβλία μου, έμαθαν για πρώτη φορά την αλήθεια για τον πόλεμο, έμαθαν πώς είχαν τα πράγματα. Υπάρχουν Τσετσένοι που με δάκρυα στα μάτια με αγκαλιάζουν και με αποκαλούν «αδελφή». Με ευχαριστούν. Φυσικά, υπάρχουν και οι ρώσοι εθνικιστές, οι οποίοι δεν θέλουν την αλήθεια. Υπάρχει και η μαφία της Τσετσενίας, η οποία διαμοιράζει μεταξύ των συμμοριών την από καιρό χαμένη γι’ αυτούς εξουσία. Σε όλους αυτούς δεν χρειάζονται οι αντικειμενικοί μάρτυρες για το τι πραγματικά συνέβη στους δύο πολέμους της Τσετσενίας. Είναι ολιγομελείς ομάδες καθαρμάτων. Οι κανονικοί άνθρωποι είναι περισσότεροι. Όταν ήρθα στη Φινλανδία το 2012, άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους «επισκέπτες» από διάφορες τσετσενικές ομάδες. Σήμερα στην Ευρώπη ζουν πολλοί που έλκουν την καταγωγή τους από τον Καύκασο οι οποίοι, οργισμένοι, σκίζουν ο ένας τα λάβαρα του παλιού κλέους του άλλου. Χρειάζονται έναν διάσημο άνθρωπο με ανεπίληπτη φήμη ο οποίος θα αρχίσει να υμνεί τα «κατορθώματά» τους. Αρνήθηκα κατηγορηματικά να «συνεργαστώ» μαζί τους και αυτό δεν τους άρεσε καθόλου. Ορισμένοι το κατάλαβαν και με άφησαν στην ησυχία μου, άλλοι πάλι, άρχισαν να απειλούν συστηματικά και να με συκοφαντούν, πρακτική που δεν διέφερε σε τίποτα από εκείνη των ρώσων εθνικιστών. Η αλήθεια μου, όμως, είναι η αλήθεια εκείνων των ανθρώπου που μαζί τους έζησα για χρόνια στην κόλαση. Κι εκείνων που θέλουν να μάθει ο κόσμος τι πραγματικά συνέβη στην Τσετσενία στα τέλη του προηγούμενου αιώνα.

Πώς αντέδρασαν οι ρώσοι αναγνώστες και η κριτική στα Ημερολόγια της Τσετσενίας;

Κριτικές δεν υπήρξαν. Εκτοξεύτηκαν απειλές για τη ζωή, από εγκληματίες πολέμου και εθνικιστές, για τους οποίους δεν ήταν βολική η αλήθεια. Οι υπόλοιποι άνθρωποι όλων των εθνικοτήτων έγραψαν λόγια ευγνωμοσύνης σε διάφορες γλώσσες.

Πότε σας απείλησαν για πρώτη φορά εξαιτίας των βιβλίων σας;

Το 2004 άρχισαν να με απειλούν λόγω της δημοσιογραφικής μου δραστηριότητας. Το 2009, οι απειλές εντάθηκαν, γιατί συνέχιζα να μιλάω για όλα όσα είδα στον πόλεμο. Όταν βγήκε το πρώτο μου βιβλίο, με το Ημερολόγιο της Τσετσενίας, το 2011, η οικογένειά μου υπέφερε τα πάνδεινα.

Έχετε δημοσίως πολλές φορές δηλώσει ότι σας «προειδοποίησαν» να μη γράφετε και να μην μιλάτε για τους πολέμους στην Τσετσενία. Ποιοι σας απειλούσαν;

Στη Ρωσία δεν τηρούνται οι νόμοι. Έχουν ήδη δολοφονηθεί πολλοί δημοσιογράφοι. Δολοφονήθηκε η φίλη μου, η Νατάλια Εστεμίροβα, ο Βίκτωρ Ποπκόφ, η Άννα Πολιτκόφσκαγια και πολλοί άλλοι. Το ποιος είναι ο ηθικός αυτουργός, είναι θέμα που πρέπει να διερευνήσει η αστυνομία. Οι νόμοι, παρ’ όλα αυτά, δεν τηρούνται...

Στα Ημερολόγιά σας δίνετε μεγάλη έμφαση στο μίσος. Πού κρύβεται τόσο μίσος μέσα στις κοινωνίες;

Οι γενοκτονίες, παράγωγα του μίσους, ξεκινούν πάντα όπου υπάρχει ο εθνικισμός. Δολοφονούνται άνθρωποι για τη θρησκεία ή την εθνικότητά τους. Είναι τρομακτικό. Η Τσετσενία δεν μπόρεσε να το αποφύγει αυτό. Εκεί, αλληλοσφάχτηκαν οι γείτονες. Κι επιπλέον, μας βομβάρδιζαν με αεροπλάνα.

Στα διηγήματά σας αναφέρεστε πολλές φορές στις αυτοκτονίες ή τις απόπειρες αυτοκτονίας γνωστών και γειτόνων σας. Πώς αντιμετωπίζετε το αίσθημα απόγνωσης και αδιέξοδου;

Όταν ο πόλεμος κρατάει πολύ καιρό και οι άνθρωποι δεν ζουν φυσιολογικές ζωές κάνοντας πράγματα που αγαπούν, δεν ασχολούνται π.χ. με τη λογοτεχνία ή με τη γιόγκα ή με οτιδήποτε άλλο, αρχίζουν να τρελαίνονται. Σπούδασα ψυχολογία, αποφοίτησα από το πανεπιστήμιο. Τώρα πια, γνωρίζω περισσότερα για τον ψυχικό κόσμο των ανθρώπων. Όταν όμως ήμουν μικρή, ακολουθούσα τη διαίσθησή μου και κρατούσα ημερολόγιο, διάβαζα πολύ και δεν έχασα ποτέ το χιούμορ μου.

Η πίστη σώζει τον άνθρωπο;

Ναι. Μόνο που η λέξη πίστη εκλαμβάνεται διαφορετικά από τους ανθρώπους. Ο ένας πιστεύει στον Θεό και κάποιος άλλος στον εαυτό του.

...και η ομορφιά;

Η ομορφιά είναι πολύ εύθραυστη. Μπορείς εύκολα να την καταστρέψεις.

Δεν σας ήταν δύσκολο να αναλάβετε την ευθύνη «να ακουστεί η φωνή» εκείνων από τους οποίους την αφαίρεσαν;

Είναι χρέος μου. Έθαψα τους γείτονές μου που σκοτώθηκαν σε βομβαρδισμούς. Πείνασα. Επιβίωσα. Οι νεκροί έρχονται στα όνειρά μου και μου λένε τις ιστορίες τους. Δεν επιβίωσα χωρίς λόγο, αλλά για να καλώ τους ανθρώπους να παλέψουν για την ειρήνη.

Ζώντας στην Τσετσενία κατά τη διάρκεια και των δύο πολέμων, ποια είναι η γνώμη σας για τις εθνοτικές σχέσεις στον μετασοβιετικό χώρο;

Όταν υπήρχε η ΕΣΣΔ δεν είχαμε τόσο μεγάλα ποσοστά εθνικιστών. Σήμερα έχουν αυξηθεί πολύ. Παλιά λειτουργούσε το άρθρο 5 του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο προβλεπόταν «πενταετής φυλάκιση για εθνικιστική δραστηριότητα». Δεν ξέρω αν ήταν ο φόβος ή το κλίμα, πάντως οι άνθρωποι φέρονταν αξιοπρεπώς.

Ποιο ρόλο παίζει στη ζωή και στο έργο σας η μνήμη αλλά και η συγχώρεση; Η μνήμη μου είναι καταγεγραμμένη στα Ημερολόγιά μου. Κρατούσα ημερολόγια επί 21 χρόνια. Από τα 9 μέχρι τα 30 μου. Τώρα γράφω πεζά και ποιήματα. Ο άνθρωπος που ξέρει να συγχωρεί, είναι μεγαλόψυχος. Δεν είναι υποχρεωμένος να κουβαλάει βαρείς βράχους.

Πιστεύετε πως σε αυτόν τον διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο, μπορούν τα βιβλία σας να επιδράσουν;

Απολύτως. Το ξέρω αυτό. Τα βιβλία κάνουν τους ανθρώπους καλύτερους. Εγώ διάβαζα την ώρα των βομβαρδισμών και τα βιβλία με έκαναν καλύτερη, μου δίδαξαν τη συμπόνια. Έχω γράψει τα ημερολόγια της Τσετσενίας, τα οποία έχουν ήδη μεταφραστεί σε δεκατρείς γλώσσες, έχω γράψει και μία συλλογή διηγημάτων (Μια λεπτή ασημένια κλωστή) που περιλαμβάνει τις ιστορίες φιλήσυχων ανθρώπων. Έχω γράψει επίσης ένα βιβλίο για την παιδική μου ηλικία κατά τη σοβιετική περίοδο, και ένα μυθιστόρημα τεκμηρίωσης για τον Καύκασο με τίτλο 45ος παράλληλος. Με τα γραπτά μου θέλω να δείξω πως ο κόσμος μπορεί να ζει με καλοσύνη, αντί με κακία.

Καταθέσατε μήνυση σε δικαστήριο της Μόσχας για το βομβαρδισμό αμάχων στο Γκρόζνι. Πού βρίσκεται αυτή η υπόθεση; Σε τι ελπίζετε;

Η Ρωσία απέρριψε τη μήνυση, δεν την εξέτασαν καν. Ο δικηγόρος μου δεν μπόρεσε να κάτι τίποτα απολύτως.  

Πώς εκτιμάτε την κατάσταση τη σχετική με την ελευθερία του λόγου στη Ρωσία σήμερα;

Οι άνθρωποι φοβούνται πολλοί. Για μια αναδημοσίευση στο διαδίκτυο, για τη δημοσίευση συνθημάτων, άνθρωποι καταδικάζονται σε μεγάλες ποινές. Είναι πολύ δύσκολο να βρεις το δίκιο σου.

 

Σε επιστολή σας που απευθύνατε προς τον άλλοτε πλούσιο παράγοντα της Ρωσίας Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, καταδικάζετε τις εκφράσεις του τις σχετικές με την ετοιμότητά του «να πολεμήσει για την παραμονή του Βόρειου Καυκάσου στην Ρωσία». Παρ’ όλα αυτά ρωσικό δικαστήριο απαγόρευσε τη δημοσίευση του κειμένου σας, με την αιτιολογία της τρομοκρατίας. Γιατί γράψετε αυτή την ανοιχτή επιστολή; Ο παραλήπτης της, τι σας απάντησε;

Ο Χοντορκόφσκι δεν απάντησε ποτέ. Δεν είχε τι να πει. Στη Ρωσία το δικαστήριο απαγόρευσε την δημοσίευση της επιστολής, αλλά στο μεταξύ την είχαν διαβάσει ένα εκατομμύριο άνθρωποι. Είναι μία αντιπολεμική επιστολή. Ελπίζω ότι στο μέλλον, όταν θα έχουμε δημοκρατία, θα τη δημοσιεύουν στα εγχειρίδια ιστορίας.

Ζητήσατε πολιτικό άσυλο στην Φινλανδία. Γιατί αυτή η επιλογή; Πώς σας δέχτηκαν στη χώρα;

Η Φινλανδία είναι μαγική χώρα. Με δέχτηκαν εξαιρετικά. Με βοήθησαν πολύ. Έδωσαν πολιτικό άσυλο σε εμένα και το σύζυγό μου το 2013. Εδώ, στους πρόσφυγες παραχωρούν κατοικία, δίνουν επιδόματα, τους βοηθούν να σπουδάσουν. Συναντήσαμε και ελληνικές οικογένειες, που έχουν έλθει ως μετανάστες. Το 2017 μας έδωσαν τη φινλανδική υπηκοότητα. Τώρα πια είμαστε πολίτες της Φινλανδίας.

Η Άννα Αχμάτοβα είχε γράψει «Δεν κλαίω, δεν παραπονιέμαι / δεν ήτανε γραφτό να είμαι ευτυχισμένη». Είναι δυνατή η ευτυχία σε αυτή τη ζωή;

Ναι! Είναι δυνατή. Αν ο καθένας βρει τον παράδεισό του. Αυτός μπορεί να είναι η αγαπημένη του πατρίδα, το αγαπημένο του βιβλίο, το αγαπημένο του σκυλί, ο αγαπημένος του άνθρωπος. Κι όταν είσαι κοντά τους, τότε είσαι στον Παράδεισο.

Μπορεί ο συγγραφέας να ζει και να δημιουργεί μακριά από το δικό του γλωσσικό περιβάλλον;

Φυσικά. Είναι πολύ πιο γοητευτικό και όμορφο. Γράφω θεατρικά, βασισμένα στα έργα μου και τα ανεβάζουν σε διάφορες χώρες. Τα βιβλία μου έχουν μεταφραστεί στα φινλανδικά, στα τσεχικά, στα σλοβενικά, στα γαλλικά, στα γερμανικά, στα ουκρανικά, στα βουλγαρικά, στα Εσθονικά και σε άλλες γλώσσες.

Μέχρι σήμερα, έχετε γράψει βιβλία για τον πόλεμο, έχετε εκδώσει τα «Ημερολόγια» που μιλούν για πόλεμο. Εσείς διαλέξατε αυτό το λογοτεχνικό είδος ή εκείνο εσάς;

Αυτή την περίοδο δουλεύω πάνω σε μία σειρά βιβλίων τεκμηρίωσης για τον Καύκασο, για τη Ρωσία. Το λογοτεχνικό είδος που δεν ανήκει στην μυθοπλασία με επέλεξε όταν, μικρό κορίτσι, άρχισα να κρατάω ημερολόγιο, μιμούμενη τις γιαγιάδες και τις προγιαγιάδες μου. Σκοπεύω να γράψω μυθιστόρημα για τον έρωτα και τις περιπέτειές του. Φυσικά, θα γράψω κι ένα μεγάλο βιβλίο για τη Φινλανδία.

 

 

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.