Η βροχή ξανάγινε καταρρακτώδης. Εναρμονίζεται στην οροφή με τα κρουστά του Καλύπσο. Ντου μπου γκα, ντα μπα γκα. Στα πρώτα χρόνια του γάμου μας χορεύαμε σε κάθε ευκαιρία με την Ηρώ, αν και οι ευκαιρίες δεν ήταν πολλές – δουλειά, σπίτι, αργότερα το παιδί συν οι όποιες πολιτικού τύπου δραστηριότητες. Παλέψαμε σκληρά για να σταθούμε στα πόδια μας. Αλλά δίναμε ευκαιρίες στον έρωτά μας, παίζοντας συχνά το παιγνίδι του πρώτου ραντεβού, της αποπλάνησης, της πρωταρχικής έκπληξης. Φίλοι και γνωστοί εντυπωσιάζονταν που συνέβαινε σε κάποια συνάθροιση ή σ’ ένα πάρτι, να απομονωνόμαστε σε μια γωνιά και να κουβεντιάζουμε εν είδει φλερτ, απόλυτα αφοσιωμένοι ο ένας στον άλλο, σαν να μην ήμασταν μόλις πριν μισή ώρα μαζί στο γραφείο ή στο σπίτι, κι έπειτα να χορεύουμε ένα μπλουζ και να φιλιόμαστε παθιασμένα σαν δεκαοχτάχρονα. Πώς το λέει ο Ντανιέλ Τσεβερία εκείνο για τις ακροπόλεις του έρωτα;
Έπειτα σιγά σιγά όλα τούτα ξέφτισαν, αν και δεν έλειψαν οι προσπάθειες να ξεθαφτεί η φλόγα.
Γνωστά πράγματα θα μου πεις, καλέ μου συνταξιδιώτη. Γνωστά, όχι όμως γι’ αυτό το λόγο και λιγότερο ανυπόφορα.
Ερώτηση φιλοσοφικού χαρακτήρα: Όταν πάψω να υπάρχω, θα πάψει να υπάρχει και το Ματίλντα; – έτσι ενδεικτικά το επιλέγω από όλα τα ανθρώπινα δημιουργήματα. Απάντηση: Όχι βέβαια, παρά τα ιδεαλιστικά και μετανεωτερικά ρεύματα. Ό,τι έχει υπάρξει μια φορά, υπάρχει για πάντα, καρφιτσωμένο στη ζωοφόρο του σύμπαντος. Δεν εξαρτάται από μένα. Ο χρόνος είναι μια ψευδαίσθηση. Όλα έχουν ήδη υπάρξει και όλα θα υπάρχουν εσαεί. Υποκείμενο και αντικείμενο ενωμένα. Είμαστε επισκέπτες στο μεγάλο μουσείο του κόσμου και τσιμπολογάμε από δω κι από κει, ενίοτε προσθέτοντας την δική μας πινελιά
Γι’ αυτό είμαι υπεύθυνος για κάθε μου πράξη. Οι πράξεις μου είμαι εγώ. Επιπλέον η όποια μου απόφαση δεσμεύει την ανθρωπότητα. Επιλέγοντας, επιλέγω για τους άλλους. Αυτά δεν μου δίδαξε ο Σαρτρ σ’ εκείνη την αυτοκτονική μου φάση, λίγο πριν γίνω δεκαοκτώ – τότε που η ύπαρξη φαινόταν αβάσταχτη, το σύμπαν άδειο και η ζωή στερούμενη νοήματος;
Επιλέγω άρα υπάρχω. Δεσμεύομαι. Το κυριότερο: εφ’ όσον επιλέγω, όντως υπάρχει επιλογή – δεν είμαι ένα τυχαίο παραπροϊόν της μοίρας. Η ζωή γίνεται υποφερτή.
Όταν βέβαια αλλάξεις επίπεδο ανάλυσης, τα πράγματα γίνονται σκούρα. Καλά, έστω ότι το μεγάλο παγωμένο σύμπαν, δεν στερείται νοήματος. Έστω ότι η ζωή –η δική μου, και άρα των άλλων- βρίσκεται στα χέρια μου. Τι γίνεται όμως όταν η καθημερινότητα γίνει αβίωτη; Όταν οι υποθέσεις στις οποίες βάσισες τη ζωή σου αποδεικνύονται μία προς μία λανθασμένες; Όταν ο βιότοπός σου καταρρέει; Όταν ο γιος σου εξαφανίζεται έχοντας απορρίψει την όποια χείρα βοηθείας, η καλή σου σε έχει προδώσει, οι φίλοι είναι χαμένοι στο άγνωστο, τα χρέη βουνό, η χώρα καταρρέει και, το χειρότερο, όταν η ιστορία σου πρέπει να ξαναγραφτεί απ’ την αρχή γιατί όλα εκείνα στα οποία βασίστηκε ήταν ένα τεράστιο ψέμα;
Τι γίνεται αν είσαι ανέστιος, αν μετά την πέμπτη παλινδρόμησή σου στην Εθνική Αθηνών – Κορίνθου σου φαίνεται αβάσταχτο να επιστρέψεις χαράματα σε ένα παγωμένο γραφείο με τον καναπέ ξέστρωτο, υποθηκευμένο στην Εθνική, (την Τράπεζα, εννοώ), με στοίβα τις ειδοποιήσεις από το ΙΚΑ, τη ΔΕΗ, την Εφορία Ψυχικού, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, το Υπουργείο Προστασίας και Μακροημέρευσης του Πολίτη, με τον τηλεφωνητή να μην έχει παρά μία μόνο κλήση που θα αφορά μια ανήμπορη μάννα; Τι γίνεται αν η αδράνεια σε έχει παραλύσει, αν δεν μπορείς πια να προσδοκάς ένα οποιοδήποτε ανθρώπινο μήνυμα κι ας είναι κι απ’ τον εχθρό σου, αν είσαι εξορισμένος σ’ ένα παγωμένο πλανήτη στα διάκενα των αστεριών, χωρίς καν τις μικροχαρές της μεγάλης, διεφθαρμένης, πρόστυχης πόλης που είχες κάποτε χλιαρά αγαπήσει;
Μα τότε, φίλε μου, έχεις κάθε δικαίωμα, ίσως και καθήκον, στην ύστατη πράξη, αυτήν που θα νοηματοδοτήσει την κατάσταση των πραγμάτων: να βουτήξεις στο πέλαγος, κατά προτίμηση από τα μισοκατεστραμμένα κιγκλιδώματα της Κακιάς Σκάλας. Σαν τον Αιγαία όταν πίστεψε πως ο γιος του δεν θα επέστρεφε ποτέ από την Κρήτη. Ούτε ο δικός μου θα γυρίσει στον ανέστιο πατέρα του. Η μόνη διαφορά είναι ότι ο βασιλιάς της Αθήνας επέλεξε το Σούνιο. Και φυσικά ότι δεν είχε Όπελ Μερίβα.
Δρας άρα υπάρχεις, για μια τελευταία στιγμή, συνεπώς και στον αιώνα των αιώνων. Ανακουφιστικό δεν είναι; Απελευθερωτικό για την ακρίβεια. Επιλέγεις για σένα, επιλέγεις για το έθνος, επιλέγεις για τη χώρα. Επιλέγεις σε τελευταία ανάλυση για όλη την ανθρωπότητα, αν βρεθεί υπό αυτές ακριβώς τις συνθήκες. Τότε και μόνο τότε έχεις δικαίωμα να το κάνεις, καλέ μου φίλε. Στα μαθηματικά ονομάζεται ικανή και αναγκαία συνθήκη.
Αλλά βέβαια, τόσα χρόνια στο κουρμπέτι, έφτασα στο συμπέρασμα ότι η ανθρωπότητα έχει ήδη πάρει τις αποφάσεις της. Η επαγγελματική ενασχόληση με το περιβάλλον σου δημιουργεί πρόσκαιρα την ψευδαίσθηση ότι αποτρέπεις την διαρκώς επαπειλούμενη καταστροφή, ότι με ένα μερεμέτι εδώ, μια επιδιόρθωση εκεί, επαναφέρεις τα πράγματα στην προτέρα τους κατάσταση. Φυγή προς τα μπρος ονομάζεται αυτό. Έπειτα έρχονται τα στοιχεία και σε διαψεύδουν. Οι όποιες βελτιώσεις χάνονται σε ένα ωκεανό εκθετικά αυξανόμενων αναπτυξιακών πιέσεων, πληθυσμιακής έκρηξης και καταναλωτικής βουλιμίας. Επιπροστίθεταιι πού και πού και κάνα Τσερνόμπιλ ή καμμιά Φουκουσίμα και σου ξανάρχεται στο νου ο Σαρτρ που προειδοποιούσε ήδη από τη δεκαετία 1950 ότι η ανθρωπότητα έχει κατασκευάσει τα όπλα της αυτοκαταστροφής της. Η τεχνολογία δεν μπορεί να δώσει τις απαντήσεις, φίλε μου, το πολύ πολύ, να καθυστερήσει την επιταχυνόμενη πορεία προς την καταστροφή. Οπότε κι εγώ δεν κάνω τίποτα παραπάνω από το να εναρμονισθώ στο χιλιαστικό πνεύμα των καιρών. Με ίδια μέσα.
Επ’ ευκαιρία, μόλις τώρα μου ήρθε η φλασιά: Στην Κακιά Σκάλα, μία από τις σήραγγες ονομάζεται Αίθρα – το όνομα της μητέρας του Θησέα. Μια άλλη Σκύρων για να θυμίζει τον λήσταρχο από τον οποίο μας απάλλαξε ο μυθικός ήρωας.
Οι συνάδελφοι της ΑΚΤΩΡ γνωρίζανε φαίνεται ότι το έθνος οφείλει να επιβιώσει των μύθων του.