Σύνδεση συνδρομητών

Χάρης Καμπουρίδης (1950-2022): ο ποιητής της σημειολογίας

Σάββατο, 28 Ιανουαρίου 2023 05:05
Ο Χάρης Καμπουρίδης.
Αρχείο Γιώργου Ζεβελάκη
Ο Χάρης Καμπουρίδης.

Απ’ όσο θυμάμαι, δύο φορές τον είχα συναντήσει. Η μία ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 1980, στο σπίτι των Αναγνωστάκη στην Πεύκη, προσκεκλημένοι σ’ ένα από τα περίφημα  τραπέζια της Νόρας. Επ’ ευκαιρία συζητήσαμε πώς προχώρησε, το 1975, στη Θεσσαλονίκη, μαζί με τον Σάββα Τσοχατζίδη, στην έκδοση του Κώδικα, ενός ειδικού, συγκροτημένου και πρωτοποριακού περιοδικού. Με κείμενα σημειωτικής κυρίως αλλά και αξιόλογη λογοτεχνική ύλη (Νόρα Αναγνωστάκη, Πέτρος Μαρτινίδης, Παναγιώτης Πίστας, Τάκης Σινόπουλος κ.ά.). Στα εικαστικά προτείνονταν νέοι τρόποι «κριτικής και ιστορικής τοποθέτησης», με αφορμή τις εκθέσεις του Θόδωρου (τχ. 1) και του Γιάννη Ψυχοπαίδη (τχ. 2). Ο Κώδικας είχε και μια εντυπωσιακή συνέχεια. Από το τρίτο του τεύχος άλλαξε φυσιογνωμία και άρχισε να εκδίδεται στην Ολλανδία από τον οίκο Peter de Ridder, με γενικό εκδότη τον Χάρη Καμπουρίδη και την εποπτεία επιτροπής αποτελούμενης από τους Ρολάν Μπαρτ, Ουμπέρτο Έκο, Άνταμ Σαφ κ.ά.

Η δεύτερη συνάντηση έγινε αργότερα, όταν συνεργαστήκαμε και οι δύο στη ραδιοφωνική σειρά του Πέτρου Μάρκαρη Το Τρίτο Βήμα (1988-89). Παρακολουθούσα παράλληλα τα κείμενά του στα Νέα καθώς και στο Τέταρτο του Μάνου Χατζιδάκι, αλλά επειδή υπέθετα ότι τα έντυπα αυτά θα ήταν στο μέλλον προσβάσιμα προσπάθησα να διασώσω όσο μπορούσα τη ραδιοφωνική του παρουσία. Ηχογραφούσα συστηματικά τις εκπομπές του ίδιου και των άλλων στις οποίες συμμετείχε. Διατήρησα τη φωνή του σε ποικίλες παρεμβάσεις του για τις οπτικές, όπως τις  ονόμαζε, εικαστικές τέχνες.

Φέρνω στο νου το στίχο του αμερικανού ποιητή Κένεθ Πάτσεν: «Ίσως δε θα ’μαστε ολότελα πεθαμένοι, όταν θα πεθάνουμε».

Διάλεξα να μεταφέρω στον γραπτό λόγο το πορτρέτο του Άντυ Γουώρχολ, όπως το παρουσίασε ο Χάρης Καμπουρίδης το 1987 (χρονιά θανάτου του Γουώρχολ), σε ραδιοφωνική εκπομπή του Μιχαήλ Μήτρα. Θεώρησα ότι αντιπροσωπεύει την κριτική του σκέψη και ότι τα «χρώματα» που χρησιμοποίησε δεν έχουν ξεθωριάσει.         

 

 

Άντυ Γουώρχολ (1928-1987)

«Μίντια ει και εις μίντια απελεύσει» θα μπορούσε να είναι ο επικήδειος του Άντυ Γουώρχολ όταν πέθανε ξαφνικά το 1987, έξι χρόνια πριν την περιοδεύουσα έκθεσή του που είδαμε πρόσφατα στην Εθνική Πινακοθήκη, οργανωμένη όπως αρμόζει: χορηγοί, τηλεοπτικές διαφημίσεις, σουβενίρ∙ ένα πολύχρωμο πανηγύρι. Τα μέσα μαζικής επικοινωνίας γιορτάζουν και εδώ τη μνήμη του αγίου προστάτη τους. Ο φανταχτερός πρίγκιπας της ποπ-αρτ  ανασταίνεται για άλλη μια φορά χάρις στη συμβατότητα των έργων του με τα μίντια και τη μαζικότητα εν γένει. Πολλαπλά τα έργα του, εύκολα να βρεθούν για μουσειακή έκθεση, πασίγνωστα τα θέματά του, αυτόματη λοιπόν η αναγνωριστική μας αντίδραση. Φανταχτερά τα χρώματα που τα επιζωγραφίζουν, άρα μαγνητίζουν το βλέμμα και φτιάχνουν ελκυστικές σελίδες στα περιοδικά, πολλά και τα συσχετιζόμενα μαζί του επαγγέλματα. Κι όμως, αυτός ο ιδιοφυώς κοινότοπος άνθρωπος, που έκανε μπουκέτο όλες τις τεχνικές του μάρκετινγκ, ήταν ένας και μοναδικός, δηλαδή καλλιτέχνης. Έστω κι αν γνωρίζουμε πως εικαστική παρέμβαση στη μεταξοτυπία έργου τέχνης έκανε ο Μαρσελ Ντυσάν το 1919, πως η ποπ γεννήθηκε στην Αγγλία πολύ νωρίτερα, έστω κι αν ο Γουώρχολ τίποτα το πρωτότυπο δεν παρήγαγε ιδιοχείρως παρά μόνον ευτάκτως συσσωρευμένες επαναλήψεις μαζικών συμβόλων: ετικέτες από κονσέρβες, Μέριλιν Μονρόε, Μάο, Τζάκυ. Καθιέρωσε τα εικονοσύμβολα του μαζικού οπτικού προϊόντος ως έργο τέχνης. Είναι άξιος αυτής της αθανασίας στη μνήμη μας;

«Ο καθένας μπορεί να γίνει διάσημος για λίγα λεπτά», έλεγε ο ίδιος. Όμως αν αυτά τα λίγα λεπτά επαναλαμβάνονται εσαεί; Απλώς ονομάζουμε την αιωνιότητα με τα μέρη της. Το εκφραστικό υλικό της τέχνης του Γουώρχολ ήταν αυτές ακριβώς οι έννοιες της διασημότητας του εφήμερου, της επανάληψης. Προσεταιριζόμενος τεχνικές του σταρ-σύστεμ μετεβίβασε την προϋπόθεση της μοναδικότητας από το έργο τέχνης στο άτομό του. Οπότε αυτομάτως οτιδήποτε δικό του γινόταν καλτ, εξεζητημένη δηλαδή κοινοτοπία, αναβαθμισμένο κιτς. Εισχώρησε στην πηγή των τρόπων διαμόρφωσης γοήτρου (ίματζ) όσο ελάχιστοι και πάντως πριν απ’ τον Μακ Λιούαν και τους χορηγούς.

Το πλατωνικό σπήλαιο ενός μεταπολεμικού μαζανθρώπου σαν εμάς ζει τις αναπαραστάσεις των πραγμάτων από την τηλεόραση και τα έντυπα. Και ο Άντυ δεν έχει παρά να περιφέρει μπρος στο άνοιγμα αυτού του σπηλαίου όσα ξόανα σύμβολα αντιπροσώπευαν μαζικότερο φορτίο επικοινωνίας. Τόσο απλά όσο ακούγεται.

Είχε επιπλέον στην παλέτα του και την έννοια του προϊόντος, σε όλες τις γνωστές συνιστώσες του: προϊόν, τρόπος, προώθηση, τιμή, ακόμη και στις ιδεολογικές. Για να εκφράσει τον καιρό της, η τέχνη έπρεπε να γίνει προσυμφωνημένο προϊόν, είδος σουπερμάρκετ, αποτέλεσμα και έμβλημα καλοοργανωμένης παραγωγής, πρόβλεψης των επιθυμιών της αγοράς, υποταγή στη συμβατικότητα των μεγεθών, απόδειξη της προτεσταντικής αυτοπειθαρχίας. Ο καλλιτέχνης συνεπώς ξανά τεχνίτης.  Όχι άναρχος και αδιάδοχος, υποκαταστάτης του Θεού,  όπως τον ήθελε η Αναγέννηση. Μέσα στο επικοινωνιακό δίκτυο, με όχημα αθανασίας τα καλομετρημένα λαϊκά σύμβολα, αυτά που επαναλαμβάνονται επ’ άπειρον με προσωρινούς σταθμούς τα ενδιαφέροντά μας. Τηρουμένων των αναλογιών, τα έργα του μοιάζουν με αγιογραφίες εκκλησίας από το σφαιρικό χωριό όπου ζούμε πια όλοι.         

 

 

 

 

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.