Ο Γιώργος από την Αθήνα του στέλνει κείμενα που θέλει να συζητήσουν. Στο πρώτο(19ο) γράμμα ο Βαγγέλης προσπερνά το βιβλίο του Αιμίλιου Χουρμουζιάδη, Η Δοκιμασία του Πνεύματος[i], με την απλή αναγραφή ότι το έλαβε, και μιλά για την καθημερινή ζωή και ρωτά να μάθει για εκείνη του φίλου του. Όπως είναι γνωστό από τα ήδη δημοσιευμένα γράμματα, η καθημερινή ζωή των δύο φίλων προσδιορίζεται κυρίως από πνευματικά γεγονότα. Στο δεύτερο(20ό) τού ανακοινώνει ότι παντρεύτηκε, ως ένα γεγονός καθημερινό και με κάποια αίσθηση ενοχής, δίχως καμιά συνήθη σε τέτοιες περιστάσεις λεπτομέρεια, ούτε καν το όνομα ή την εθνικότητα της γυναίκας του. Στο τρίτο, τη γέννηση της κόρης του. Αυτά τα τρία είναι σύντομα (δείχνουν μια ψυχική απομάκρυνση), ενώ στο τέταρτο, ίσως του νέου ξεκινήματος του Βαγγέλη στο Σικάγο, επανέρχεται η εκτεταμένη συζήτηση των παλιών γραμμάτων με επίκεντρο τα κείμενα(;) του Κωστή Μεραναίου,[ii] Άλλη Εποχή, σχετικά με το κατά πόσο πολιτισμός και δυστυχία ταυτίζονται, και Άλλος άνθρωπος με το αν η επιστροφή στη φύση μπορεί να εξασφαλίσει την γαλήνη και την ευτυχία στον άνθρωπο. Κατά τον Βαγγέλη λίγες είναι οι εποχές που άνθισε η ευτυχία στην ανθρωπότητα και αυτές ήταν εποχές ελευθερίας και όχι δουλείας. Γράφει χαρακτηριστικά: «Ποτέ λαός δεν ευτύχησε με κρεμασμένους τους πνευματικούς του ηγέτες. Εποχές σαν τις εποχές της Σπάρτης, του μεσαιωνικού Ιησουιτισμού, του Χίτλερ και του Στάλιν είναι από τις πιο μαύρες που είδε η ανθρωπότητα. Μ’ αν σταθεί κανένας αντικειμενικός απέναντι στο πρόβλημα μπορεί να ιδεί έστω λίγες εποχές που η λευτεριά άνθισε και μαζί άνθισε η ευτυχία».
Γράμμα 19ο
Cincinnati, Γενάρης, 3, 1959
Φίλε μου Γιώργο
Πήρα το γράμμα σου καθώς και τη «Δοκιμασία του Πνεύματος». Δεν βρήκα ακόμη τον καιρό να το διαβάσω γιατί χθες μόλις γύρισα από ένα ταξίδι μου στις Νότιες Πολιτείες όπου πέρασα Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά. Σ’ ευχαριστώ θερμά που θέλησες τόσο να με θυμηθείς. Με γεμίζει περηφάνεια η σκέψη πως ένα σωρό άνθρωποι ετούτη την εποχή με αγάπησαν όσο κι εγώ τους αγάπησα ή τουλάχιστον αγωνίσθηκα να τους αγαπήσω.
Χάρηκα που τακτοποιήθηκες στην Αθήνα και που σύντομα θα ξαναγίνεις πολίτης. Σου εύχομαι να ιδείς σύντομα εκπληρωμένες τις επιθυμίες σου και να κατορθώσεις με την βοήθεια του Θεού να ιδείς καλές και φωτεινές ημέρες.
Εγώ είμαι καλά. Η ζωή έχει όπως πάντα εκπλήξεις, ανεβάσματα και κατεβάσματα του πνεύματος και είναι ευχαρίστηση όταν κανείς την αποδέχεται όπως είναι.
Θα χαίρομαι κάθε φορά που θα παίρνω νέα σου. Εδώ και τρεις μήνες διέκοψα το σχολείο πνευματικά υπερφορτωμένος και ελπίζω να κατορθώσω να συνεχίσω τον επόμενο μήνα.
Τι κάνουν οι δικοί σου; Ο πατέρας σου, η αδελφή σου, η μητέρα σου;
Δεν σου ευχήθηκα για τα Χριστούγεννα και την πρωτοχρονιά. Αργά λίγο, σου εύχομαι Καλή Χρονιά, φίλε μου, Γιώργη.
Σε όλους Πολλούς Θερμούς Χαιρετισμούς. Σ’ ευχαριστώ
Με αγάπη
Βαγγέλης
Γράμμα 20ό
Cincinnati, Απρίλης 16, 1959
Φίλε μου Γιώργο:
Πήρα το γράμμα σου και ευχαριστώ που δεν με ξεχνάς.
Είμαι ακόμα στον Σταυρό και δεν μπορώ να σου γράψω πολλά. Στάθηκα πολύ εδώ πάνω και δεν ξέρω τι θα πέσει από μένα κάτω την ώρα του «τετέλεσθαι». Είναι πολύ δυνατός ο πόνος.
Στις 14 του Μάρτη πανδρεύτηκα. Πήγα μακριά κυνηγώντας να πιάσω το κομμάτι εκείνο του εαυτού μου που ξεχώρισε από μένα τον καιρό της πρώτης μου νιότης. Πήγα πολύ μακριά, φίλε μου. Κι ακόμα δεν έφθασα στο τέρμα. Είναι σκληρή η αναγέννηση στα χρόνια μου. Με κρατάει στη ζωή η αγάπη του λαού ετούτου που με δέχθηκε με τόση καλοσύνη στη γη του. Είναι η αγάπη του κι η δική μου αγνή αγάπη γι’ αυτόν που με κράτησαν στη ζωή. Κι είναι η θύμηση της Ελλάδας που μου δίνει την δύναμη να πιω της καρτερίας το ποτήρι.
Καρτερώ την ώρα που όλα τα θεμέλια της νέας μου ζωής θα είναι γερά και σταθερά να σου στείλω το μήνυμα μιας νίκης. Ως τότε γράφε μου όταν μπορείς.
Μην πανικοβάλλεσαι από την ιδέα πως πάμε πίσω. Μην ξεχνάς πως έδειραν την Ελλάδα μπόρες σκληρές και κανένας λαός δεν ταπεινώθηκε τόσο όσο ο δικός μας λαός.
Στάσου ψηλά στην παλαίστρα του πνευματικού ανθρώπου που διάλεξες και νάσαι περήφανος που είσαι αυτό που είσαι.
Θα μιλήσουμε με τον καιρό για τον Ιουλιανό. Κι έχουμε να πούμε πολλά.
Γράφε μου πάντα
Φιλικά
Βαγγέλης
Γράμμα 21ο
Cincinnati, July, 23, 1959
Αγαπητέ μου Γιώργο
Δεν ξαναπήρα νέα σου μα ούτε εγώ μπόρεσα να σου ξαναγράψω τον τελευταίο καιρό.
Σε σκέπτομαι συχνά. Μέσα στις σκέψεις μου συμβολίζεις ολοένα και πιο καθαρά το ζωντανό νεοελληνικό πνεύμα που μάχεται να σπάσει το σφίξιμο που δέχεται από το παρελθόν του και να κάμει το σήμερά του πηγή ζωής και προόδου. Πιστεύω να είσαι καλά και πως βρίσκεσαι πάντα στην εμπροσθοφυλακή της γενιάς σου, μην ξεχνώντας ποτέ το καθήκον σου σαν άνθρωπος και μην παύοντας ν’ αποζητάς το καλύτερο και το τελειότερο.
Εδώ και ενάμιση μήνα μετακόμισα στο Σικάγο με την γυναίκα μου. Στις 9 Ιουλίου γεννήθηκε το παιδί μου, παίρνοντας το όνομα της μάνας μου και της πεθαμένης αδελφής μου: Ευδοξία-Ελισάβετ. Ελπίζω πως θα αξιωθώ να την ιδώ σωστό κι ολοκληρωμένο χαρακτήρα και πως θα μπορέσω να της αφιερώσω γι’ αυτό και χρόνο και προσπάθεια.
Δουλεύω για την ώρα σε ένα ξενοδοχείο της πόλης και πιστεύω πως σύντομα θα κατορθώσω να συνεχίσω το Πανεπιστήμιο εδώ. Μου χρειάζονται δυόμιση με τρία χρόνια σπουδών ακόμα ως που να πάρω το δίπλωμά μου. Πιστεύω με την βοήθεια της χώρας ετούτης θα βρω σύντομα τον χαμένο δρόμο μου και θα κάμω το όνειρο αλήθεια.
Είμαι καλύτερα. Ελπίζω πως σύντομα θα αναστηλώσω μέσα μου τον Άνθρωπο που δάρθηκε και σταυρώθηκε από τον φαρισαϊσμό της εποχής μας. Ξεχειλίζει συχνά από αηδία η ψυχή μου με την σκέψη πως ακόμα είκοσι αιώνες ύστερα από την σταύρωση του Ναζωραίου, οι άνθρωποι θρέφονται από το αίμα του πνεύματος των συνανθρώπων των. Θυμάμαι τις μέρες αυτές τον μακαρίτη τον Καζαντζάκη στο «Χριστός ξανασταυρώνεται». Ω, πότ!, πότε Θεέ μου θα ξανακατεβείς στην γη για να μην σταυρωθείς πια!
Θα χαρώ πολύ να μάθω τι κάνεις και πως και πως περνάς. Τι βλέπεις στον Κουν, το Εθνικό, στου Μουσούρη;
Γράψε μου και εγώ θα σου γράψω ξανά σύντομα. Από την γυναίκα μου έχεις θερμούς χαιρετισμούς.
Φιλικά
Βαγγέλης
Γράμμα 22ο
Chicago Sept. 8, 1959
Φίλε μου Γιώργο
Εδώ και μέρες πήρα το γράμμα σου. Σ’ ευχαριστώ θερμά για ένα σωρό πληροφορίες που μου στέλνεις από τον κόσμο του πνεύματος και της τέχνης του γλυκού αυτού τόπου. Ακόμα πιο πολύ σ’ ευχαριστώ για την «Άλλη εκδοχή» και τον «Άλλο άνθρωπο» του Μεραναίου.
Τι έγιναν αλήθεια οι ψυχές των ανθρώπων; Που θάφτηκε η αγάπη και τα συναισθήματά τους ό,τι πιο ισχυρό υπήρχε στον κόσμο τον πολύ της κάθε εποχής να ζυγώσει μ’ αυτό το ιδανικό των ιδανικών του, την ευτυχία. Μ’ όλη την αγάπη και τον θαυμασμό μου για την ινδική φιλοσοφία, δεν μπορώ να ιδώ πως στον πρωτόγονο η ευτυχία έχει δοθεί πιο απλόχερα και πως το συναίσθημα, η αγάπη, η ψυχή είναι δώρα που τα βρίσκει κανείς στον άνθρωπο του δάσους. Ο Μεραναίος μιλά για τα δένδρα, τα πουλιά και τις πηγές του δάσους – σύμφωνα με τον ινδικό μύθο. Μ’ αλλοίμονο δεν είναι μόνο πηγές και δένδρα και πουλιά που συντροφεύουν τον αθώο άνθρωπο. Είναι λιοντάρια και τίγρεις και οχιές και όρνια. Μου φαίνεται πως ό,τι θάβει συχνά την ψυχή, το συναίσθημα και την αγάπη, δεν είναι η πρόοδος η ίδια ούτε ο πολιτισμός αυτός καθ’ αυτός, αλλά το είδος τους. Δεν βλέπω γιατί ο πρωτόγονος ήταν ευτυχέστερος από άλλες γεναιές μακριά από τον πρωτογονισμό. Κι ο πρωτόγονος κι ο προοδευμένος άνθρωπος έχουν να αντιμετωπίσουν στον ίδιο βαθμό το κακό. Είτε το κακό είναι λιοντάρι ή τίγρις είτε πνεύμα βίας που μετρά την αξία του ανθρώπου με την απόδοση του εκβιομηχανισμένου νευρικού του συστήματος, με το μέγεθος της μετάνοιας του σκλάβου μπροστά στον αφέντη ή με την υλική ισχύ του ανθρώπου. Καθώς διάβασα και ξαναδιάβασα τον ινδικό μύθο μού φαίνεται πως η ανθρωπότητα σαν ιστορία έχει τις ευτυχισμένες και τις δυστυχείς μέρες της σαν τον ίδιο τον άνθρωπο. Και καθώς η ευτυχία του ατόμου εξαρτάται από την εκπλήρωση των σωματικών και πνευματικών αναγκών του, ευτυχία μιας εποχής μετριέται ανάλογα με τον αριθμό των ευτυχισμένων τούτης της εποχής.
Η ιστορία της ανθρωπότητας δεν έχει να επιδείξει, αλλοίμονο, τόσες ευτυχείς περιόδους όσες δυστυχείς. Μα μολαταύτα, υπήρξαν λαοί που ένιωσαν πλατιά μέσα τους τη γαλήνη που φέρνουν η απλότητα, η αγάπη και το σταθερό συναίσθημα. Κι ας μην το ξεχνάμε δεν μπορεί κανένας να καταχτήσει την απλότητα, την αγάπη και το βαθύτητα του συναισθήματος αν δεν έχει πρώτα από μόνος του ικανοποιήσει τη δίψα του πνεύματος του και δεν έχει εξασφαλίσει τροφή για τούτο.
Η ανθρωπότητα είδε εποχές δύσκολες και όλες μαζί είναι καθώς το βλέπεις εποχές χαρακτηρισμένες από πνευματική δουλεία. Ποτέ λαός δεν ευτύχησε με κρεμασμένους τους πνευματικούς του ηγέτες. Εποχές σαν τις εποχές της Σπάρτης, του μεσαιωνικού Ιησουιτισμού, του Χίτλερ και του Στάλιν είναι από τις πιο μαύρες που είδε η ανθρωπότητα. Μ’ αν σταθεί κανένας αντικειμενικός απέναντι στο πρόβλημα μπορεί να ιδεί έστω λίγες εποχές που η λευτεριά άνθισε και μαζί άνθισε η ευτυχία. Κάθε εποχή που μπόρεσε να μαντρώσει τα «λιοντάρια του δάσους» και ν’ αφήσει τον άνθρωπο να χαρεί την λιγοστή πρασινάδα που του ανήκει και να κουβεντιάσει ελεύθερα, και να τραγουδήσει το όποιο του τραγούδι ελεύθερα, είναι ευήμερη εποχή. Με το να γυρίσει κανένας στο δάσος δεν κερδίζει τίποτα. Είναι είπαμε και λιοντάρια εκεί. Με το να σταθεί εδώ δεν σημαίνει πως δεν ζει ανάμεσα σε λιοντάρια. Σημαίνει μολαταύτα πως μάχεται να μαντρώσει τα λιοντάρια, κι είναι η πάλη αυτή η πηγή της ευτυχίας. Στο δάσος δεν μαντρώνονται τα λιοντάρια. Ο πρωτογονισμός ούτε τα εξημερώνει ούτε να τα μαντρώσει μπορεί. Ένας αληθινός πολιτισμός, ωστόσο μπορεί να φθάσει ως αυτό το θαύμα. Το ξέρω δεν έφθασε εκεί ψηλά η εποχή μας. Την εποχή μας την χαρακτηρίζει το πιο σκληρό πάλαιμα, που είδαν ως τώρα οι καιροί ανάμεσα στη λευτεριά και την δουλεία του πνεύματος. Και το πνεύμα, όχι το σώμα, μπορεί να καρπίσει γαλήνη. Καθώς παρακολουθούσα εδώ και μέρες την θεία λειτουργία σε μια Διαμαρτυρόμενη εκκλησία, έξι νέοι και νέες ανεβάσθηκαν από τον πάστορα πάνω στον θρόνο του Θεού να εκφράσουν τις ιδέες της πίστης και τους στοχασμούς τους για τη ζωή. Κι οι έφηβοι είπαν από εκεί ελεύθερα ότι είχαν να πουν στο εκκλησίασμα. Γονάτισε η ψυχή μου με σεβασμό μπροστά σε εκείνους που ανοίγουν έναν τέτοιο πλατύ δρόμο προς έναν ιδανικό πολιτισμό. Γιατί, αλήθεια, ό,τι διακρίνει έναν αληθινό πολιτισμό είναι η προσπάθεια που δίνεται να στεριώσουν γερά τις ψυχές, τα συναισθήματα και την αγάπη των εφήβων. Και έφηβοι που ανέβηκαν στο θρόνο του θεού θα φέρνουν πάντα ως το τέλος της ζωής, το σεβασμό προς την αγάπη Εκείνου, το συναίσθημα πως ο άνθρωπος είναι Εκείνος, και την περηφάνεια γιατί είδαν την ψυχή τους δίπλα στην ψυχή του Θεού.
Αυτά για την «Άλλη εκδοχή». Όσο για τον «Άλλο άνθρωπο» δεν βλέπω γιατί η γνώση μαθαίνει τον άνθρωπο να μην σέβεται τη ζωή, και να προσπαθεί να την εξηγήσει με μάταιους ανθρώπινους λογισμούς. Ούτε τον άρχοντα, ούτε τον γερο-Γιτάβα τους οδήγησε η γνώση στην δυστυχία τους ανάμεσα στους ανθρώπους. Τους οδήγησε η απόγνωση. Η γνώση τους έφερε και τους δυο στην γαλήνη. Ο άρχοντας που πήγε να βρει τον ερημίτη δεν έμαθε από αυτόν πως η ερημιά είναι γαλήνη. Έμαθε πως το να υπηρετεί κανείς τα μυρμήγκια, αυτό είναι γαλήνη.
Αν ο Ινδός αντιπρόσωπος θελήσει ποτέ να μεγαλώσει την ιστορία που διηγήθηκε στο Συνέδριο, θ’ αξίζει μου φαίνεται να την τελειώσει με τον ξαναγυρισμό του άρχοντα στους ανθρώπους του. Τη γαλήνη δεν την δίνει η ξάπλα στα λιβάδια των δασών‧ την δίνει η αφοσίωση ενός ανθρώπου στους συνανθρώπους του. Δεν του έφταιξαν τα βιβλία του άρχοντα. Του έφταιγαν τα φλουριά και πιο πολύ του έφταιγε η άρνηση του να υπηρετήσει τις χιλιάδες των μυρμηγκιών του – τους ανθρώπους του.
Λυπήθηκα γιατί είσαι ακόμα δίχως δουλειά, και λυπήθηκα πιο πολύ γιατί περνώ δύσκολες εποχές να σου στείλω κάτι, όχι ελεημοσύνη, μα δυο ημερών φιλική ζεστασιά. Αν ήταν δυνατόν θα σούλεγα φύγε από εκεί και έλα εδώ. Είσαι πιο νέος από μένα εσύ κι είδες λιγότερες αστραπές στη ζωή σου. Θα σου γυρίζουν δίχως άλλο τις πλάτες κάποιοι συντοπίτες μας με τις καδένες τις χρυσές και τα δολάρια, μα θα σούδινε ο λαός ετούτος το δικαίωμα να ζήσεις ελεύθερα, μαζί του, να δουλέψεις και να μορφωθείς.
Εγώ βρίσκομαι ακόμα στην αρχή ενός ακόμα ξεκινήματος ανάμεσα στα πολλά. Αλλοίμονο ήταν μακρύς και δύσκολος και άνισος ο αγώνας μου με το τσούρμο των υποκριτών για τούτο πολλά τα συντρίμμια. Μα μέρα με τη μέρα ξαναγίνομαι ελεύθερος νους και άνθρωπος και σταμάτησα να κλαίω γυρίζοντας ανάμεσα στα ερείπια. Συμμάζεψα όσα γερά κι όσα σπασμένα εργαλεία απόμειναν και ξαναθεμελιώνω το κτήριο της ζωής. Πιστεύω πιο δυνατά και πιο συνειδητά σήμερα με την βοήθεια του θεού και τη συντροφιά του Αμερικανικού λαού, και την συμπαράσταση πολλών Ελλήνων που ζουν εδώ θα ξαναρχίσω την ζωή μου
Σ’ όλους πολλούς χαιρετισμούς
Μ’ αγάπη
Βαγγέλης
ΠΗ
[i] Αιμίλιος Χουρμούζιος, Η Δοκιμασία του Πνεύματος, Αετός, Αθήνα 1950.
[ii] Δεν μπόρεσα να εντοπίσω κείμενα του Κωστή Μεραναίου μ’ αυτούς τους τίτλους. Εκείνη την εποχή ήταν συνεργάτης της εφημερίδας Ελευθερία και είχε την στήλη ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ ΙΔΕΕΣ, στην οποία βρίσκει κανείς κείμενα (10/1/1959 και 21/6/1959) σχετικά με το περιεχόμενο το οποίο αναφέρει ο Βαγγέλης στο γράμμα του.