Στο δεύτερο μισό του γράμματος κάνει μια επίδειξη των δημόσιων σχέσεών του και περιγράφει με αρκετή λεπτομέρεια την επίσκεψη του ρωσικού πρεσβευτικού ζεύγους, κας και κου Τσαρίκωφ, καθώς και της ακολουθίας τους, στη Χάλκη και στην Εμπορική Σχολή τον Ιανουάριο του 1910.
Τη 19η Ιανουαρίου 1910
Αγαπημένη μου μανούλα,
Ο Θεός και η Παναγία και ο Άγιος Βασίλειος και ο Άγιος Γεώργιος και ο Άγιος Χριστόφορος και όλοι οι άγιοι να σε έχουν γερή και να εύρης το καλό που έκαμες για πρωτοχρονιάτικο δώρο στο αγαπημένο σου παιδάκι.
Τα λίγα λόγια που με το χρυσό σου χεράκι μου έγραψες την Πρωτοχρονιά, αι ευχές σου μανούλα μου γλυκιά ήταν τόσο πολύτιμες και ήρθαν τόσο καλά… Το γράμμα της Μαριάνθης μας που ήταν και γράμμα σου, τα φιλιά σου, με αναζωογόνησαν στην ερημιά μου.
Πολλές φορές, μαμά μου δοκίμασα να σε γράψω, πολλές φορές δεν το έκαμα γιατί πολλά δάκρυα γέμισαν τα μάτια μου. Γιατί … γιατί; Διότι υπέφερα, διότι κατ’ ουδένα λόγον ήθελα να σε δυσαρεστήσω, διότι πάντα για μένα είσαι η αγαπημένη μου μανούλα, η λατρευτή μου μανούλα και μία παρεξήγησις μας χώριζε.
Αλήθεια μαμά μου. Ήμουνα πολύ δυστυχής στη μοναξιά μου, μέσα στην ερημιά μου, χωρίς κανένα να με παρηγορήση, χωρίς γράμμα από σένα, χωρίς γράμμα από την Μαριάνθη, από τον Αλέκο, από την Άρτεμιν…
Και γιατί; Γιατί δεν σας είχα δώσει καλά να καταλάβετε την ευτυχία μου, την ευτυχία που με έστειλε ο Θεός όταν αντάμωσα στην ζωή μου τη γυναίκα που με καταλάβαινε, που με αγαπούσε, που με καταλαβαίνει και με αγαπά, που καταδέχτηκε να γίνει ταίρι μου και να ζήση μαζύ μου, μαζύ με ένα δάσκαλο της Γαλλικής, χωρίς διπλώματα σπουδαία, με αξία παραγνωρισμένη, αλλά με καλή καρδιά και τίμιο άνθρωπο.
Αυτή η γυναίκα που διάλεξα και αγάπησα και αγαπώ τρελλά και θα αγαπώ πάντοτε και εις την οποία ναι ευρήκα την ευτυχίαν μου έπρεπε λοιπόν να μας χωρίσει γιατί δεν είχε χρήματα; Μα τα χρήματα λοιπόν μόνον κάνουν την ευτυχίαν;
Μαμά μου αγαπημένη, ο βίος μου της Χάλκης ήτο και είνε αφόρητος. Δεν είνε η πρώτη φορά που το ακούεις αυτό. Παντού όπου εγύρισα και είδα κορίτσια πού να μπορέσουν να με καταστήσουν ευτυχή, παντού ευρήκα υπερηφάνεια, προστυχιά και σχεδόν πάντοτε αισθήματα που δεν ταιριάζανε με τα ιδικά μου. Η κοινωνία της πόλης είνε διεφθαρμένη υπό όλας τας επόψεις, η κοινωνία του Αϊβαλιού δεν είνε για μας. Του Μοσχονησιού με… με… δεν ξεύρει κανείς.
Η Μοίρα μου η καλή μου έστειλε έναν άγγελο. ο άγγελος αυτός βρισκότανε μακρυά. Η θεία Πρόνοια μας επλησίασε. Ολίγες μέρες συναναστροφής από πλησίον, ύστερα από μακράν αλληλογραφία οπού ο καθένας μας είχε περιγράψει λεπτομερέστατα την ανατροφήν του και την καρδιά του, ήρκεσε για να κάμη το αίσθημα που είχαμε μέσα μας να εκραγή. Δεν μπορούσα, καλή μου μαμά, με όλην μου την επιθυμίαν να μη σε παρακούσω, να μην αφήσω την καρδιά μου να μιλήση και να σου γράψω πρώτα για να πάρω την ευχήν σου και τη γνώμην σου. Σκέφτηκα, σκέφτηκα πολύ και έδωσα το λόγο μου. Η Ορτανσία και αυτή άφηκε την καρδιάν της να μιλήση, χωρίς να συμβουλευθή κανένα. Μου έδωκε τον λόγον της να γίνη γυναίκα μου και να με αγαπά και να με λατρεύη πάντοτε, χωρίς να ρωτήση την μητέρα της. Αφ’ ου το έκαμε, αφ’ ου το έδωσε τον λόγον της, ανάγγειλε το πράγμα ξαφνικά εις την μητέρα της, εις τους ιδικούς της. Η μητέρα της, οι ιδικοί της φωνάζουν κάμνουν, δείχνουν δεν θέλουν να παραδεχθούν το πράγμα, ότι δήλα δη είνε μνηστευμένη με μένα. Η Ορτανσία με αγαπά και την αγαπώ. Μας είνε αδιάφορον τι λέγουν οι γονείς ή οι συγγενείς.
Έφυγε από την Γαλλίαν και εγύρισε στην πατρίδα της. Τα
γράμματα της είνε η παρηγοριά μου, η μητέρα της δεν εννοεί κατ’ ουδένα λόγον να την αφήση να ξενιτευτή. Τι θα κάμη όμως; Θα το παραδεχθή. Παλαίωμεν και οι δυο μας. πόσον θα διαρκέση η εκκρεμότης του ζητήματος δεν γνωρίζομεν. Δεν είνε δυνατόν να ορίσωμεν την εποχήν των γάμων μας, μετά εν, δύο, τρία, τέσσερα έτη; Άδηλον. Υποφέρομε ο ένας μακράν του άλλου και παρακαλούμεν καθημερινώς τον θεόν να μας βοηθήση αφ’ου ο Θεός και η Παναγία μας επλησίασαν. Ελπίζομεν, ελπίζομεν εις τον θεόν.
Η μητέρα εν τούτοις από την οποίαν εζήτησα την χείραν της Ορτανσίας μού έγραψε. Δεν μου λέει όχι. Θέλει μόνο να λάβη ακριβείς πληροφορίας περί του ατόμου μου. Περιμένω λοιπόν νέαν επιστολήν της για να ιδώ.
Το ζήτημα του να καταστήσω την μέλλουσαν συζύγόν μου ευτυχή με απασχολεί. Και θα την καταστήσω ευτυχή. Από της αφίξεως μου εις Κων/πολιν εργάζομαι εν Κωνσταντινουπόλει και κινώ πάντα λίθον διά των φίλων μου, διά να εύρω καλήν θέσιν εις την Πόλιν και φύγω από την Χάλκην. Πιστεύω να το κατορθώσω πρώτα ο Θεός.
Ο Θεός με έστειλεν εφέτος εις την Σχολήν έναν Άγγλον καθηγητήν Κον Έβανς, λαμπρόν νέον με τον οποίον μανθάνω Αγγλικά με τον οποίον εργαζόμεθα εις την σύνταξιν μιας Αγγλικής μεθόδου η οποία θα μας φέρη πολλά χρήματα. Ο Άγγλος αυτός καθηγητής είνε ο μόνος μου φίλος. Καλός φίλος. Είνε καθηγητής μέσα εις την ρωσικήν πρεσβείαν. Από καιρού με υπεσχέθη να με συστήση εις τον πρέσβυν, εις την πρέσβειραν
Το παρελθόν Σάββατον το απόγευμα εις τας 5:00 η φυλακίς[i] της ρωσικής πρεσβείας έφερε τους πρέσβεις εις Χάλκην. Μετά του κ. Έβανς μετέβην εις προϋπάντησιν του ζεύγους και της ακολουθίας του δήλα δη:
Των πρέσβεων κ. και κας ο Τσαρίκωφ
Της κας ιβάνωφ πενθεράς του πρέσβεως
Του κυβερνήτου της φυλακίδος
Της συζύγου του β΄ πλοιάρχου
Δύο δεσποινίδων πενθουσών.
( Εκ του γάμου μιας ελληνίδος νυμφευθείσης τον κον Ιβάνωφ Ρώσσον κυβερνητικόν υπάλληλον εγεννήθησαν δύο τέκνα, μία κόρη νυμφευθείσα τον πρέσβην κ. Τσαρίκωφ και εις υιός νεονυμφευμένος και διαμένων από τινος εις Χάλκην).
Ήμην πολύ ευτυχής όπου εγνώρισα τους πρέσβεις. Ομιλούντες όλοι ελληνικά, γαλλικά, ρωσικά, αγγλικά διηυθύνθημεν εις το ξενοδοχείο Χάλκη Παλλάς[ii] διά να παραγγελθή το δείπνον και έπειτα εις περίπατον διά να ίδωμεν τον κομήτην.[iii]
Κατά τας 7:00 το βράδυ επεστρέψαμεν εις το ξενοδοχείον. Εις την θύραν του ξενοδοχείου ο κύριος Έβανς με επλησίασε και με προσκάλεσεν εκ μέρους της πρεσβείρας να μείνω να δειπνήσω μετ’ αυτών. Έσπευσα τότε και ευχαρίστησα την κυρία Τσαρίκωφ.
Ένδεκα πρόσωπα εν όλω εκαθήσαμεν στο τραπέζι. ο κ. πρέσβυς με παρεχώρησε την προς την αριστερά του θέσιν, απέναντί μου είχον την πενθεράν του εις τα αριστερά μου τον κ. Έβανς, εις το άλλο άκρον της τραπέζης η κ. πρέσβειρα και εν τω μεταξύ ο άλλος κόσμος.
Το δείπνον πλουσιώτατον.
Εις τας 9 εσηκώθημεν από το τραπέζι. Ένας ναύτης ήλθε να ειδοποιήση τον κυβερνήτην ότι η βάρκα ήτο εις την σκάλαν. Όλοι θα επέστρεφον να κοιμηθώσιν εις την φυλακίδα. Ο Έβανς και εγώ τους συνοδεύσαμε έως εις την βάρκαν.
Το πρωί την Κυριακήν εσηκώθηκα εις τας 7. Η κ.πρέσβειρα θα ήρχετο εις την λειτουργίαν εις την Σχολήν μας. Εις τας 8:30 από το παράθυρόν μου ιδών μίαν βάρκαν με κυρίας να έρχεται εις την σκάλαν από την φυλακίδα έσπευσα να τας υποδεχθώ.
Μετά τας πρώτας τυπικάς φράσεις ωμίλησα με την πρέσβειραν ελληνιστί και γαλλιστί, περί διάφορων πραγμάτων. Με ηρώτησε τι εδίδασκον και με ενεπιστεύθη τον μικρό της σάκκον. Εις την θύραν της Σχολής ανέμενον ο διευθυντής μας και ο κ. Έβανς και ο κ. Γεωργιάδης. Ελησμόνησα να είπω ότι η κυρία Ιβάνοφ είνε πολύ σχετική της οικογένειας του Γεωργιάδου.
Η λειτουργία διήρκησε μίαν ώραν. Έπειτα όλοι μετέβησαν εις το διευθυντήριον διά το πρόγευμα. επισκέφθησαν τη βιβλιοθήκην και τας συλλογάς της Σχολής μας.
Εις τας 10:45 η αναχώρησις από την Σχολήν. Εις την θύρα παρετάχθησαν οι μαθηταί και εις μαθητής προσέφερεν εις την πρέσβειραν μίαν ανθοδέσμην. Η κ. πρέσβειρα ηθέλησε να λάβη μερικάς φωτογραφίας των μαθητών. Είχε δύο φωτογραφικάς μηχανάς, μοι έδωκε την μίαν και ταυτοχρόνως εφωτογραφήσαμεν τους μαθητάς.
Επειδή κ. πρέσβειρα ήθελε να μεταβή πρώτον εις την φυλακίδα πριν υπάγη να επισκεφθή τον εν Χάλκη ησυχάζοντα πρώην Πατριάρχην Ιεροσολύμων Νικόδημον, η κ. Ιβάνωφ, η μητέρα της, με παρακάλεσε να τη συνοδεύσω. η κα Ιβάνωφ και οι Γεωργιάδου αναχώρησαν διά την επίσκεψιν του Πατριάρχου, αι άλλαι κυρίαι μετά του Έβανς εις περίπατον.
Εγώ συνόδευσα λοιπόν την πρέσβειραν εις την φυλακίδα. Μετά 10 λεπτά εξήλθομεν πάλιν εις την ξηράν. Μία άμαξα με περιέμενε. Η κ. πρέσβειρα έλαβε θέσιν εις την άμαξαν και εγώ αριστερά της και η άμαξα ετράβηξε διά το μοναστήρι του Αγ. Γεωργίου εις του Πατριάρχου.
Καθ’ οδόν συναντήσαμεν τον κ. πρέσβυν όστις επέστρεφε εις την φυλακίδα. Είπεν εις την σύζυγόν του να μην αργήση διότι η φυλακίς θα ανεχώρη το μεσημέρι, μου έδωσε το χέρι του, ευχάριστων με, αποχαιρετών.
Εις του Πατριάρχου η κ. πρέσβειρα έγινε δεκτή μετά τιμών. Ο Πατριάρχης την εφίλησεν εις την κεφαλήν και εμέ επίσης. Οι Γεωργιάδου και η κυρία Ιβάνωφ ήσαν εκεί.
Δέκα λεπτά μετά ταύτα, η πρέσβειρα εσηκώθη ν’ αναχωρήση. Εις τον δρόμον προς προ του μοναστηριού επήρε κι άλλας φωτογραφίας. Έπειτα αποχαιρετήσασα τους Γεωργιάδου εκάθησεν εις την άμαξα με τη μητέρα της εις τα αριστερά, εγώ δε απέναντι των.
Ελησμόνησα να είπω ότι εις όλα αυτά τα σύρτα φέρτα ένας καβάσης χρυσοντυμένος μας συνόδευε.
Το μεσημέρι παρά 10 η άμαξα ευρίσκετο εις την σκάλαν. Εβοήθησα τα κυρίας να καταβώσιν από την άμαξαν, να καθίσωσιν εις την βάρκαν. Μου έδωσαν τα χέρια των ευχαριστούσαι και η κυρία πρέσβειρα μου είπεν ότι θα ενθυμηθή την καλωσύνη μου.
Συμπέρασμα. βασίζομαι πολύ επί της καλωσύνης της κ. πρεσβείρας διά μέλλοντα σχέδιά μου εγκαταστάσεως εν Κωνσταντινουπόλει.
Αγαπημένη μου μανούλα!...
Αυτά είχα να σου γράψω για σήμερα. είθε το γράμμα μου να σου φέρη κομμάτι χαρά. Είθε να σου δώσει τας ελπίδας που εγώ έχω διά το μέλλον.
Θα ευτυχήσωμεν όλοι πρώτα ο Θεός. Μην απελπίζεσαι καλή μου, λατρευτή μου μανούλα. Όλα θα περάσουν! Ο Χριστόφορος θα εύρη δουλειά, κι εγώ άμα αποκατασταθώ στην Πόλη θα κάμω ότι ειμπορέσω για να σε πάρω να σας πάρω κοντά μου.
Ειπέ εις την αγαπητήν μου Μαριάνθην ότι θα φροντίσω διά την crème Houbigant και θα την έχη προσεχώς.
Τελειώνω την επιστολή μου μόλις σήμερον 22 Ιανουαρίου, δεν ευρήκα καιρόν ενωρίτερα.
Σε ευχαριστώ καλή μου μανούλα διά τας ευχάς σου, διά το πρωτοχρονιάτικο μεγάλο δώρο που μου έκαμες. Ο Θεός να σε έχη γερή. Εύχομαι, παρακαλώ καθημερινώς εις την προσευχή μου - δίνε μου την ευχή σου πάντα μανούλα μου γλυκιά.
Φίλησε από μέρους μου την Μαριάνθη δος μου να φιλήσω το χέρι σου. Δος μου την ευχή σου.
σε καταφιλώ ο υιός σου
Σωκράτης
Μαριάνθη μου,
Χρειάζομαι τον Μολιέρον
Κύτταξε εις τα Roman Romanesques[iv] που έστειλα αν έχης τους αριθμούς 60, 63, 65, 66, 73, 74. Αν τα διάβασες στείλε μου τα
Σε φιλώ γλυκά
Σωκράτης
[i] Σκάφος.
[ii] Τριώροφο ξύλινο κτίσμα δεσπόζει στον όρμο της πλαζ της Χάλκης, οικοδομήθηκε μεταξύ 1852 και 1862, ξενοδοχείο προς χρήση των γονέων των ελλήνων σπουδαστών της Εμπορικής Σχολής της Χάλκης μερικές εκατοντάδες μέτρα παραπάνω, το κτίριο της οποίας λειτουργεί σήμερα ως σχολή Ασυρμάτου του Τουρκικού Ναυτικού (Δημήτριος Σουλιώτης, Constantinople Memories, 17 Φεβρ. 2018, http://constantinople-memories.com/?p=63).
[iii] Ο κομήτης του Χάλεϋ είναι περιοδικός κομήτης που κάνει την εμφάνισή του στην περιοχή της Γης κάθε 75 με 76 χρόνια. Είναι διάσημος για την εμφάνιση του στις 28 Μαΐου του 1910, οπότε και πέρασε από τη Γη σε απόσταση 22,4 εκατομμυρίων χιλιομέτρων από την επιφάνειά της. Οι άνθρωποι είχαν πανικοβληθεί επειδή κυκλοφορούσε η φήμη ότι το υδροκυάνιο που είχε ανακαλυφθεί στην ουρά του κομήτη μπορεί να αφανίσει κάθε μορφή ζωής στο πλανήτη.
[iv] Περιοδικό σχετικό με τα Ρομαντικά Μυθιστορήματα, περιείχε συνήθως ένα πλήρες μυθιστόρημα.