Σύνδεση συνδρομητών

Ο Σωκράτης από το Αϊβαλί (10)

Δευτέρα, 21 Ιουνίου 2021 22:42
Ταχυδρόμος Κωνσταντινούπολης, Φύλλο της 8ης Ιανουαρίου 1904. Σ' αυτό άρχισε σειρά άρθρων του γιατρού Κ. Ελευθεριάδη για την Κατάσταση των Σχολείων στις Κυδωνίες. Στις 15 Ιανουαρίου 1904, δημοσιεύτηκε δεύτερο άρθρο του γιατρού Ελευθεριάδη για τη διαχείριση των οικονομικών της  Εφορείας των Σχολείων  από τον πατέρα του Σωκράτη.
Αρχείο Λάκη Δόλγερα
Ταχυδρόμος Κωνσταντινούπολης, Φύλλο της 8ης Ιανουαρίου 1904. Σ' αυτό άρχισε σειρά άρθρων του γιατρού Κ. Ελευθεριάδη για την Κατάσταση των Σχολείων στις Κυδωνίες. Στις 15 Ιανουαρίου 1904, δημοσιεύτηκε δεύτερο άρθρο του γιατρού Ελευθεριάδη για τη διαχείριση των οικονομικών της Εφορείας των Σχολείων από τον πατέρα του Σωκράτη.

Τα πράγματα στην οικογένεια του Σωκράτη δεν πάνε καλά, τα εισοδήματά έχουν περιοριστεί καθώς πρέπει να αποπληρωθεί το χρέος του ελλείματος της διαχείρισης του πατέρα στην Εφορεία των Σχολείων. Η Μαριάνθη έχασε τη θέση της διευθύντριας στο Παρθεναγωγείο του Αϊβαλιού. Τα χρήματα που στέλνει ο Σωκράτης από το μισθό του είναι ανεπαρκή. Δημιουργούνται χρέη.

Έτσι, μέσω του Σωκράτη, το χειμώνα του 1903, η Μαριάνθη για να τα αποπληρώσει βρίσκει δουλειά ως οικοδιδάσκαλος στη Χάλκη. Όμως η εργασία της δεν είναι αυτή που περίμενε, ενώ η σπίλωση την ακολουθεί και στην  Κωνσταντινούπολη. Η εφημερίδα Ταχυδρόμος  δημοσιεύει, τον Ιανουάριο του 1904, σειρά άρθρων (στηριγμένων σε έκδοση σχετικού φυλλαδίου από τον νέο διαχειριστή Ι. Γονατά) για τα οικονομικά των Σχολείων στο Αϊβαλί, με επίμαχα σημεία όσον αφορά το έλλειμμα της διαχείρισης του πατέρα.

Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες η Μαριάνθη στέλνει δεκαέξι συνολικά γράμματα απελπισίας από τον Δεκέμβριο του 1903 ώς τον Ιούνιο του1904 στην αδελφή της, Άρτα.  Παρακάτω δημοσιεύονται χαρακτηριστικά αποσπάσματα  από τέσσερα.

 

Επιστολή 1

Χάλκη, 3 Δεκεμβρίου  1903

Αγαπητή μου Άρτα,

Είμαι πολύ πολύ στενοχωρημένη, όσον δεν φαντάζεσαι. Αφήνω τα κατά το ταξείδιόν μου, το οποίον δεν ήτο διόλου ευχάριστον και έρχομαι εις το κυριώτερον, το οποίον με φέρει εις την δυσκολωτέραν των θέσεων. Ο Σωκράτης μου έπαιξε, χωρίς να το θέλει βεβαίως, ένα φιάσκο, μα ένα φιάσκο πρώτης τάξεως.

Εν πρώτοις, σας λέγω εν παρόδω, ότι η μήτηρ της μεγάλης κόρης, την οποίαν επρόκειτο να διδάξω(της ανηψιάς του επισκόπου δηλ.) μετέβαλε γνώμην διότι, νομίζω ο επίσκοπος δεν θέλει να πληρώση τας 2 ½ λίρας κλπ, Ώστε μένω μόνον με τον μισθόν τω 2 λιρών της οικογενείας Κρητικού. Αλλά και η θέσις αύτη!!! Πόσον ηπατήθη ο Σωκράτης εις τους υπολογισμούς του!!... Είνε πράγματι καλοί άνθρωποι αλλά… Οι άνθρωποι έχουν 5 παιδιά από ενός έως 10 ετών, με μίαν παραμάνα, η οποία όλη μέρα σηκώνει το μωρό και μόλις προφθάνει να συγυρίση  και το σπίτι, και με έναν μάγειρον, όστις αύριον φεύγει. Αυτό είνε το προσωπικόν της υπηρεσίας των. Ίσως προσλάβουν νέαν υπηρέτριαν, εάν, εννοείται, μείνω, διότι πολύ απέχω ακόμη να το αποφασίσω. Αν δεν εντρεπόμην τον κόσμον και αν δεν έβαζα το κεφάλι μου στον φούρνο με τόσα χρέη που ανέλαβα, θα με εδέχεσθο σήμερον πριν από το γράμμα μου. Οι άνθρωποι θέλουν gouvernante εν όλη τη σημασία της λέξεως‧ να νταντεύη τα μωρά και να παίζη μαζύ των, η δε Κυρία να κυττάζη το οικοκυριό της και να πηγαίνη εις τας βίζιτας. Το σπίτι, αναλόγως, μικρό, εξοχικό. Εις τον μικρόν κοιτώνα μου κοιμούνται και τα δύο αγόρια της οικογενείας, τα μεγαλύτερα παιδιά. Ήρχισα από χθες μόλις έφθασα  να τους κάμω μαθήματα, καθώς και εις το πρώτον παιδί και μίαν κόρη 6 ετών. […]

Τέλος, σήμερον επειδή είχον μελαγχολήση πολύ μη γνωρίζουσα τι να πράξω να φύγω ή να μείνω και επειδή όπως κα αν το σκεφθώ είνε ρεζιλίκι να γυρίσω αμέσως και με τόσα χρέη, εσκέφθην να κάμω τα πικρά γλυκά ένα δύο τρεις μήνας και ύστερα αν δεν τα βγάλω πέρα να διαδώσω ότι είμαι ασθενής και να επιστρέψω. Πολύ θα ήθελα εν τω μεταξύ να απέθνησκα παρά να επιστρέψω … ποιος ξέρει…

[…]

Να άξιζε δα και τον κόπον!... Η μεγάλη πληρωμή! … Αχ! Τι μου έκαμεν ο Σωκράτης!... Εννοείται, δεν τη απέδειξα όλην μου την δυσαρέσκειαν, διότι εις τι ωφελεί… Τω είπον όμως ότι είνε πολύ δύσκολα τα πράγματα και ότι πολύ ηπατήθη. Εκείνος επειδή δεν τα βγάζη πέρα καθόλου μα καθόλου με τον μισθόν του, δι’ αυτό ενόμισεν ότι κάτι θα εγένετο και με τον ιδικόν μου μισθόν… μα ελογάριασε με το μικρό του κεφάλι και χωρίς τον ξενοδόχον και εγώ η ανόητος ή μάλλον η τρις άτυχος, αφ’ ου βλέπω το εμπόδιον που μου έβγαλεν ο Θεός δεν τα χτυπώ κάτω τουλάχιστον και να μείνω, αλλά ήλθα εδώ. Τέλος, αν δεν σκάσω, θα βαστάξω δια να φέρω ακόμη τον βαρύν σταυρόν μου.

[…] Μόνον η Δέσποινα ας αναγνώση την επιστολήν μου και αν η μαμά πάρη είδησιν τότε με τρόπον διακοινώσατε το πράγμα. Φαντάζομαι την λύπην την οποίαν σας μεταδίδω, αλλά δεν ήτο δυνατόν να μην σας είπω τίποτε. Υπομονή, αν  γίνεται. Εις τον Κωστήν μην αναφέρετε ουδέν, σας παρακαλώ θερμώς, εις δε τον πατέρα μου, αν κρίνετε καλόν, μόνον γενικάς γραμμάς, δια να μην το πάρη ανάποδα και κάμη φασαρίας. Εις τον Σωκράτην μην αποδείξητε το παραμικρόν δια να μην δυσαρεστηθή, διότι και εκείνος φαίνεται στενοχωρημένος διά το λάθος. Είθε ο Θεός να μας λυπηθή και να μας βοηθήση. Η θέσις είνε δεινή. Δεν γράφω περιπλέον.

Όσα μου παραγγείλατε δια να είπω εις τον Σωκράτην, τα είπα‧ μείνατε ήσυχοι. Έχει την καλήν διάθεσιν να σας υπακούση και να εκπληρώση το καθήκον του, αλλ’ είνε δύσκολον. Διά τον πατέρα φροντίζει διά κάποιαν εργασίαν, μου είπε ότι του έγραψε ιδιαιτέρως.

Δι’ εμέ φροντίζει όσον δύναται και τον ευχαριστώ. Μου επρομήθευσε τα ολίγα βιβλία τα οποία χρειάζομαι και ότι άλλο.

[…]

Ταύτα λοιπόν. Γράψε μου, Άρτα μου, αμέσως περί τα κατά σας και του πατρός μου διότι ανησυχώ πολύ. Έγινε καλά;

Σε γλυκοφιλώ ως και την  αγαπητή μου Δέσποινα και φιλώ το χέρι του πατρός μας και της αγαπητής μαμάς. Επίσης ασπασμόν εις τον Χριστόφορον.

Χαιρετισμούς εις όλους

Και πάλιν σε γλυκοφιλώ

                       Μαριάνθη

υγ.  Την παρούσαν μου να την σχίσης αφ΄ ου την αναγνώσητε.

Εάν μου συμβή τι ευχάριστον ή καλλίτερον, αμέσως θα σας το αναγγείλω. Αν δεν σας γράψω να ξεύρετε ότι η κατάστασις είνε η αυτή

Μ                   

 

Επιστολή 2 

Χάλκη 18 Δεκεμβρίου  1903

Αγαπητή μου Άρτα,

Πολύ θα ήθελον να μη σας ελύπουν. Τόσον πολύ, αλλά δεν είνε δυνατόν να μην σας είπω τίποτε απολύτως. […]

Δι’ εμέ σας παρακαλώ να μην λυπήσθε  διότι εις ουδέν ωφελεί. Εσκέφθην, εσκέφθην και έλαβον την μεγάλην απόφασιν να κάμω υπομονήν μεγάλην, πολύ μεγάλην έως ότου ξεχρεώσω τουλάχιστον…

Τι να σου πω,  Αρτούλα μου! Δεν κάμω χαλάλι ούτε τα ρούχα μου, που φορώ, ούτε τα χρέη που έβαλα, ούτε τον εαυτόν μου, όσον ολίγον κι αν αξίζω…  και όσον σκέπτομαι ότι θα εργάζομαι  έτσι 4 μήνας δια να ξεχρεώσω, και άλλους 3-4 διά να κάμω τα ναύλα μου και να επιστρέψω, δεν ξέρω κι εγώ τι με πιάνει .. ό,τι όμως με πιάνει, με πιάνει μόνον την νύκτα, σαν κοιμηθούν οι δύο σύντροφοί μου της νυκτός και ξεθυμαίνω… μην ρωτάς πως… 

Ζητάς λεπτομερείας της ζωής μου… Αηδιάζω να τας εκθέτω. Αλλ’ ιδού εν ολίγοις: από τας 8 το πρωί ως εις τας 11 το βράδυ είμαι σκλάβος εις όλους τους περί εμέ. Τακτικά μαθήματα εις τα τρία παιδιά και συγχρόνως κεντήματα της Κας, δηλώσεις των φιλονικιών των, χαϊδέματα, νταντά εις τα δύο μικρότερα όταν έχη δουλειά η παραμάνα, σιωπηλή ακρόασις, κατά τα διαλλείματα της πολυλογίας της Κας, η οποία από το πρωί ως το βράδυ δικαιολογεί μοι δια τας ελλείψεις που έχει το σπίτι της, το νοικοκυριό της κλπ, κουβέντες σαχλές με τον Κον, κ.λπ.

Και ως να μην έφθανον όλα αυτά ο σκεπτικός αδελφός μου με παρεκάλεσε να του αντιγράψω εις το καθαρόν καμιά εκατοστή σελίδας του βιβλίου που θα εκδώση. Ώστε και αν ήτο δυνατόν ν’ ανασάνω ολίγον, ούτε αυτό δεν μου επιτρέπεται. […] Εκείνος με παρηγορεί με την ελπίδα ότι κατά το Πάσχα, όταν θ’ αρχίσουν να έρχονται οι πρώτοι παραθερίζοντες, θα επιτύχω παραδόσεις και θα ικανοποιηθώ. Το ίδιον μου λέγουν και όλοι εδώ. Διότι πρέπει να ξεύρετε ότι με όλην την μαυρίλα της καρδιάς μου και την αηδία που αισθάνομαι, προσπάθησα να ελκύσω πάρα πολύ την συμπάθειαν και εκτίμησιν των φιλοξενούντων με και των παιδιών των εις βαθμόν ώστε όπου και αν υπάγουν και σταθούν με εκθειάζουν και με επαινούν. Η Δις Μαρίκα Λιανοπούλου, ανιψιά της Κας, μου δίδει να εννοήσω ότι θέλει να έρχεται εδώ και να πηγαίνω κι εγώ στο σπίτι των διά να έχη σύντροφον ανεπτυγμένην και δυναμένην να την μορφώση τελειώτερον. Επίσης και οι γονείς της. Αυτά όλα είνε καλά, αλλά τα εννοούν χάρισμα. Δηλ. με τας 2 λίρας που θα μου δίδουν. Αλλά το ουσιώδες είνε ότι το σπίτι αυτό δεν είνε για μένα. Δεν έχει καμμίαν ευκολίαν ούτε για λούσιμο, ούτε για να τινάξη κανείς το φόρεμά του, ούτε, ούτε, ούτε. […] Και είνε πλούσιοι. Έχουν πολλά ωραία σπιτια εις την Πόλιν και εδώ και τα νοικιάζουν και πέρνουν λίρες πολλές. Αλλά δεν ηξεύρουν να ζήσουν. Εγώ από τότε που ήλθα τους επέφερα με τρόπον πολλάς βελτιώσεις εις το σπίτι των. Αλλά και πάλιν είνε πολύ πολύ οπίσω. Τόσω ξέρουν. Ο Κύριος ήρχισε το στάδιόν του με ένα γρόσι ως μαθητευόμενος παπουτζή. Έπειτα έγινε έμπορος, μεγαλέμπορος, κτηματίας. Είνε αξιέπαινος‧ καλός άνθρωπος αλλά οικονόμος‧ ηξεύρει πως βγαίνει ο παράς. […]

Επεσκέφθην  και τον πρ[ώην]. Πατριάρχην Κωνσταντίνον με τον Σωκράτην. Μας αγαπά πολύ, αλλά… υποσχέσεις. Βαρέθηκα πια! [,,,]

 

Επιστολή 3

Την επιστολή διάβασέ τη πρώτα μόνη σου και αν κρίνης καλό διακοίνωσε στους άλλους τα κατ' εμέ

 

Χάλκη 8 Ιανουαρίου 1904  

Αγαπητή μου Άρτα

Ευχαριστώ θερμώς θερμότατα διά τας φιλοστόργους επί τω νέω έτη ευχάς όλων σας και της ωραίας κάρτας και τα γλυκά φιλιά σας και ιδιαιτέρως την καλή μου μαμά για την ιδιόγραφον κάρταν της και τον καλόν μου πατέρα διά την πατρικήν του επιστολήν την οποία απηύθυνε από κοινού προς τον Σωκράτην και προς εμέ.  […] Εγώ πάντοτε είχον αρκετήν ικανότητα, πολύ θάρρος, μεγάλην υπομονήν, καρτερίαν, αντοχήν, αλλ’ ουδέποτε τύχην και μέχρι σήμερον ακόμη παλαίω κατά της ειμαρμένης, πάλην δεινήν και απελπιστικήν. Εφέτος μάλιστα… ω!  εφέτος πόσο είμαι δυστυχής! … Δεν σας έγραψα εγώ χαρμόσυνα, δεν σας έστειλα κάρτας, ιδιαιτέρως, όχι χάριν οικονομίας, αλλά προπάντων διότι δεν έχω καμία διάθεσιν. Όλαι αι  ημέραι δι’ εμέ ομοιάζουν… Αι μεν χειρότεραι των δε.

[…] Ο Σωκρ. επήγε να επισκεφθή τον Εφέσου[i] στην Πόλιν τα Χριστούγεννα. Υποδοχή ψυχρά εκ μέρους του Εφέσου και δια πληρωμήν του κόπου που έκαμε να υπάγη, του έδωκε πεσκέσι μίαν μεγάλη φυλλάδα περιέχουσα την επί τριετίαν δράσιν του Κου Ι. Γονατά[ii], ως ταμία, την αθλίαν κατάστασιν των πραγμάτων και το όνομά μας φαρδύ πλατύ με τας καταχρήσεις και την δοθείσαν οικίαν και το υπολειπόμενον χρέος κ.λπ. κ.λπ. κ.λπ. τιμές και δόξες… Τα ετύπωσε ο Κος Ι. Γονατάς εις τας Αθήνας, εκθέτων αυτός ο ίδιος όλα διά να τιμήση τον εαυτόν του, χωρίς να σκεφθή ο άθλιος ότι μας προσβάλλει και μας εκθέτει. Έστειλεν εις τον Εφέσου όσα φυλλάδια ήθελε και ο Εφέσου τα μοιράζει εις όποιον τύχη, διότι η φυλλάδα αυτή περιέχει επαίνους για την μούρη του. Φαντάσου, Αρτούλα μου, φαντάσου αυτός ο άθλιος πατέρας μας τι μας έκαμε με την ανοησίαν του… και θέλει ακόμη να μας συμβουλεύη και να μας ενθαρρύνη… Φαντάσου και τον Αλέκον μας εκεί εις τας Αθήνας, αν του πέση στα χέρια καμία τέτοια φυλλάδα!... Φαντάσου και την μομφήν να βαρύνη αναιτίως επί της κεφαλής μας!... Πόσον ήθελα ν’ απέθνησκα…, ν’ απέθνησκα... Ούτε αυτού θέλω να ξαναγυρίσω, ούτε εδώ να ζήσω, ούτε πουθενά. Δεν έχω πλέον διάθεσιν δια τίποτε. Μου φαίνεται η ζωή μου περιττή και ανωφελής εδώ εις την γην. Αλλά πως αποθνήσκει ο άνθρωπος του είδους μου; Εύρε μου την απάντησιν αν φθάνη το δικό σου κεφάλι, διότι εγώ δεν κατόρθωσα ακόμη να λύσω το πρόβλημα τούτο… Αρτούλα μου θέλω να παύσω διότι αδίκως σε λυπώ. Ηξεύρω ότι είσαι και συ λυπημένη και δεν πρέπει να προσθέτω εις την λύπην σου. Ας τ’ αφήσωμεν διότι γιατρικό δεν υπάρχει […]

 

 

Επιστολή 4

Χάλκη 21 Ιανουαρίου 1904

Αγαπητή μου Άρτα

Την προσφιλή μου επιστολήν σου της 6ης Ιανουαρίου και τον εν αυτή εσώκλειστον φάκελλον της 12ης Δεκεμβρίου έλαβον από 6 ημερών, αλλά μόλις σήμερον κατορθώνω ν’ απαντήσω. Τότε ήμην επί 8 ημέρας ασθενής. […]

Προς το παρόν η ζωή μου είνε η αυτή‧ αηδής εξακολούθησις της προηγουμένης μετά μονοτονίας  και παγωνιάς. Βαρύνομαι να επανέρχομαι διότι αδίκως σε λυπώ. Τον Σωκράτη βλέπω κάθε Κυριακήν και ενίοτε, την Πέμπτη. Κατ’ αυτάς είχομεν και άλλας αγωνίας και έχομεν ακόμη. Ο Κος Κ. Ελευθεριάδης, ιατρός, ήρχισε να δημοσιεύη κάθε Πέμπτην εις τον Ταχυδρόμον υπό τον τίτλον: «Αι Κυδωνίαι. Τετραετής διαχείρησις των Εκπαιδευτηρίων» όλα τα καθέκαστα, προς τον σκοπόν να κολακεύση ίσως τον Ι. Γονατάν, ίσως τον Εφέσου ή ίσως για να μας κατηγορήση, διότι ομιλεί περί των καταχρήσεων και του γραμματέως, εξωδίκως μεν ακόμη, αλλά αρκετά δριμέως. Ευτυχώς μέχρι τούδε δεν ανέφερε το όνομα του γραμματέως διότι μόλις είδον την πρώτην δημοσίευσιν, ειδοποίησα τον Σωκράτην και τον συνεβούλευσα να γράψη προς τον Εφέσου, παρακαλών να εμποδίση ούτος τον Κον Ελευθεριάδη να κάμη μνείαν του ονόματος. Προς δε τούτοις, επειδή ο Ελευθεριάδης έγραψε πρό τινων πάλιν  ημερών εις τον Σωκράτη και τον πιέζει να τω αποστείλη το δάνειον, ο Σωκράτης, αναγκαζόμενος, τω έγραψε ευγενώς, ότι εις το τέλος του μηνός θα του αποστείλη 2 λίρας και τον παρακαλεί συνάμα απ’ ευθείας να μην δημοσιεύση το όνομά του γραμματέως κλπ. Τώρα ο Θεός να τον φωτίση να μας κάμη το χατίρι, άλλως την έχομεν πολύ άσχημα, διότι όλοι εδώ ήρχισαν να ενδιαφέρονται διά τα Κυδωνιακά. Γράφει λίαν γλαφυρώς ο Κος Ελευθεριάδης και διήγειρε την προσοχήν. Αύριον θα είνε η τρίτη Πέμπτη του. Εναγωνίως   αναμένω ν’ αναγνώσω τι θα γράφη. Τι τα θέλεις, αδελφούλα μου, ο πατήρ μας είνε ασυγχώρητος. Να ήτο ένοχος πράγματι! Αλλά  χωρίς να είνε, να ομολογήση ότι τα έφαγε και τώρα να δημοσιεύουν αυτήν την ομολογία του ως μαρτυρίαν της ενοχής του και όλοι οι άλλοι να βγαίνουν λάδι!... Φρίκη …

Πόσον με λύπη ότι εξακολουθεί ακόμη την κακήν του έξιν[iii]! […] Μάλλον παραδέχομαι την περί αυτού γνώμη του Αλέκου μας, δι’ αυτό και εγώ δεν τω γράφω τίποτε ούτε θα τω γράψω.

Και τώρα, προκειμένου περί του Αλέκου σας διακοινώ, συμφώνως προς την ερώτησίν σου και προς ησυχίαν σας ότι ο Σωκράτης τω στέλλει τακτικά χρήματα, άλλοτε 2 λίρας, άλλοτε 2 εικοσόφραγκα, όπως τύχη. Κατ’ αυτάς  είχομεν επιστολήν του Αλέκου εν η γράφει προς τον Σωκράτην ότι, επειδή η αξία του νομίσματος κατέπεσε και επειδή σκέπτεται ότι δεν θα δυνηθώμεν να τον συντηρήσωμεν εκεί μέχρι του Ιουνίου, έχει σκοπόν να επιστρέψη κατά το Πάσχα αυτόθι και ότι χρειάζεται 18 ακόμη λίρας δι’ έξοδα διαμονής, βιβλίων και ταξιδίου. Σπουδαίον ποσόν, δια την εξοικονόμησιν του οποίου ο Σωκράτης θ’ αναγκασθή να δανεισθή από εδώ με τόκον απέναντί του μισθού του. Ίδωμεν   πώς θα γίνη! Θέλει και ο Ελευθεριάδης κατά μήνα 2 λίρας!

Εγώ θα πληρωθώ στο τέλος του μηνός πάλιν τα 2 μου λίρας, αλλά θα σας τα στείλω αμέσως, διότι επιθυμώ πολύ να πληρωθούν τα αυτόθι χρέη μου. Έπειτα είνε και το χρέος μου των 4 λιρών προς τον Κο Θεοδώρου, το οποίον πρέπει να πληρώνω εξάπαντος εις τον καιρόν του. Πολύ δύσκολα πράγματα… το κεφάλι μου φουντώνει… Μην λέγης τίποτα εξ όσων σου γράφω της καημένης της μαμάς και λυπείται περισσότερον. Πράττε με το νου σου, ό,τι σου καταβή και λέγε της μόνον τας απολύτως αναγκαία. […]

Ο Σωκράτης έχει μεγάλην επιθυμίαν να σε εγγράψη εις το “Famille”  αλλά προς το παρόν δεν τω περισσεύει ούτε οβολός. Θα σε εγγράψη όμως και όταν σ’ εγγράψη θα ζητήσουμε και τα 3 φυλλάδια που σου λείπουν. Τα φυλλάδια θα έρχονται επ’ ονόματί σου ως άλλοτε κατ’ ευθείαν. Εγώ εδώ δεν έχω καιρόν να διαβάσω μίαν εφημερίδα, όχι βιβλία και “Famille”. Υπομονή!!!

Αρκετά  σε παραζάλισα και σήμερον Αρτούλα μου, με τόσο δυσάρεστα! Παύω λοιπόν και ο Θεός βοηθός!

Σε παρακαλώ να διαβιβάσης εις όλους τα φιλόστοργα φιλιά μου και ιδιαιτέρως προς την αγαπητήν μου Μαμά και την Δέσποινα.

Εις τας 25 είνε τα γενέθλιά σου. Ιδιαιτέραν κάρταν δεν θα σου στείλω, αλλά θα επικαλεσθώ και κατ’ εκείνην την ημέραν όλην την ευλογία του Υψίστου επί σε και την γαλήνην των αγγέλων δια την πικροπονεμένην  καρδούλαν σου. Θάρρει αγαπητή μου αδερφούλα και έλπιζε!!

Ο Θεός δεν θα μας αφήση.

 Γράφε μου οπόταν έχης καιρόν. Αι προσφιλείς μοι επιστολαί σου είνε η μόνη μου παρηγορία και ευχαρίστησις.

Σε γλυκοφιλώ και σ’ ευχαριστώ

                                     Μαριάνθη

 

Τας κάρτας της Μαρής, της Βασιλείου έλαβον.

Η Κα Γιαννοπούλου δεν με ξανάγραψε.

Τα  φυλλάδια της Διαπλάσεως του 903 της Διδος Ουρανίας  Χριστίδου να τα τακτοποιήσης εις δέμα και να τα φυλάξης να μην σκονίζονται, μέχρις ότου επιστρέψουν από τας Αθήνας και τότε να τα αποστείλης εις την Ουρανίαν με τον Χριστόφορο

Καληνύχτα

Μ.

 

Προηγούμενες επιστολές: https://booksjournal.gr/stiles/pira-to-gramma-sou/3211-o-sokratis-apo-to-aivalihttps://booksjournal.gr/stiles/pira-to-gramma-sou/3223-o-sokratis-apo-to-aivali-2https://booksjournal.gr/stiles/pira-to-gramma-sou/3234-o-sokratis-apo-to-aivali-3https://booksjournal.gr/stiles/pira-to-gramma-sou/3240-o-sokratis-apo-to-aivali-4https://booksjournal.gr/stiles/pira-to-gramma-sou/3251-o-sokratis-apo-to-aivali-5https://booksjournal.gr/stiles/pira-to-gramma-sou/3266-o-sokratis-apo-to-aivali-6https://booksjournal.gr/stiles/pira-to-gramma-sou/3282-o-sokratis-apo-to-aivali-7https://booksjournal.gr/stiles/pira-to-gramma-sou/3291-o-sokratis-apo-to-aivali-8 και https://booksjournal.gr/stiles/pira-to-gramma-sou/3303-o-sokratis-apo-to-aivali-9

 

[i] Μητροπολίτης Εφέσου Ιωακείμ, από το 1897, ο κατά κόσμον Αλέξανδρος Ευθυβούλης.

[ii] Έφορος των οκτώ Σχολείων, στο Αϊβαλί που αντικατέστησε τον πατέρα της στην οικονομική διαχείριση

[iii] Σε μεταγενέστερο γράμμα προσδιορίζεται η έξις ως αλκοολισμός.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.