Το Αστείο είναι ένα μυθιστόρημα για μια φάρσα που κόστισε την ήσυχη και ανέμελη ζωή σε έναν πολίτη. Ο Λούντβιχ, ο ήρωας του έργου, πείραξε τη φίλη του με ένα αστείο. Της απηύθυνε τρεις φράσεις: «Ο οπτιμισμός είναι το όπιο του λαού. Το υγιές πνεύμα βρομάει βλακεία. Ζήτω ο Τρότσκι». Οι φράσεις αυτές του άλλαξαν τη ζωή. Διαγράφτηκε από το κόμμα, αποβλήθηκε από το πανεπιστήμιο, τον στείλανε στο στρατό σε τάγμα «τιμωρημένων» όπου υπηρέτησε τη θητεία του δουλεύοντας στα ορυχεία, στα οποία παρέμεινε «εθελοντικά» άλλα τρία χρόνια.
Στοχαστικός και παρεμβατικός, τα χρόνια του κομμουνισμού, καλλιέργησε ένα ιδιαίτερο ιδίωμα όπου στο αφηγηματικό σύμπαν του εντάσσει στοχασμούς για την πολιτική, αλλά και για την εξουσία, τις ανθρώπινες συμπεριφορές, τον έρωτα, την ελευθερία, τα μυστήρια της ύπαρξης. Τα έργα του Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι, Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης και Αθανασία.
Τα πρώτα κείμενά του ήταν γραμμένα στα τσέχικα, αλλά ώς την πτώση του κομμουνισμού τα βιβλία του ήταν απαγορευμένα στη χώρα του. Αργότερα, όταν έφυγε στο Παρίσι, άρχισε να γράφει στα γαλλικά, ενώ επιμελήθηκε προσωπικά όλες τις γαλλικές μεταφράσεις των βιβλίων του, προσδίδοντάς τους ισχύ πρωτοτύπου και όχι μεταφρασμένου έργου.
Ο Κούντερα είχε γεννηθεί την 1η Απριλίου 1929 στο Μπρνο της Τσεχοσλοβακίας. Ο πατέρας του, Λούντβιχ Κούντερα (1891-1971), ήταν σημαντικός μουσικολόγος και πιανίστας, μαθητής του μεγάλου συνθέτη Λέος Γιάνατσεκ. Ο Μίλαν διδάχτηκε πιάνο από τον πατέρα του και αργότερα σπούδασε μουσικολογία και σύνθεση. Μουσικολογικές επιρροές εμφανίζονται συχνά στο έργο του, στην Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι, π.χ., ενθέτει πεντάγραμμα με μελωδίες του Μπετόβεν.
Ο Κούντερα υ=τελείωσε το σχολείο στο Μπρνο το 1948 και έπειτα σπούδασε λογοτεχνία και αισθητική στη Σχολή Τεχνών του Πανεπιστημίου του Καρόλου στην Πράγα. Έπειτα από δύο ακαδημαϊκούς κύκλους μετεγγράφηκε στη Σχολή Κινηματογράφου της Ακαδημίας Θεάματος της Πράγας και αρχικά παρακολούθησε διαλέξεις σκηνοθεσίας και σεναρίου.
Ανήκε σε μια γενιά νεαρών Τσέχων η ιδεολογία των οποίων καθορίστηκε από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τη γερμανική κατοχή. Ήδη από τα εφηβικά του χρόνια ο Κούντερα γράφτηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Τσεχοσλοβακίας με ενεργή κοινωνική και πολιτική δράση, η οποία το 1950 οδήγησε στην απότομη παύση των ακαδημαϊκών σπουδών του.
Την ίδια χρονιά ο Μίλαν Κούντερα και ο συγγραφέας Ζαν Τρεφούλκα διαγράφηκαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα με την κατηγορία της αντικομματικής δραστηριότητας. Ωστόσο, το 1952, ο Κούντερα προσελήφθη στη Σχολή Κινηματογράφου για να διδάσκει παγκόσμια λογοτεχνία. Το 1956 επανεντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα για να διαγραφεί, οριστικά πια, το 1970. Μαζί με άλλους συγγραφείς της κομμουνιστικής μεταρρύθμισης, όπως ο Πάβελ Κόχουτ, είχε μερική ανάμειξη στην Άνοιξη της Πράγας του 1968.
Ο Κούντερα αρκετό καιρό μετά το 1968 πίστευε στη μεταρρυθμιστική δύναμη του τσέχικου κομμουνισμού, ενώ είχε συγκρουστεί με τον συμπατριώτη του συγγραφέα Βάτσλαβ Χάβελ. Τελικά, όμως, ο Κούντερα διαψεύστηκε. Η μεταρρυθμιστική δυναμική του κομμουνισμού δεν διεφάνη ποτέ και το 1975 διέφυγε στη Γαλλία. Δίδαξε για λίγα χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Ρεν και πολιτογραφήθηκε Γάλλος το 1981.
Τα βιβλία του Μίλαν Κούντερα στα ελληνικά κυκλοφορούν από τις εκδόσεις του Βιβλιοπωλείου της Εστίας. Οι τελικές εκδόσεις έχουν μεταφραστεί από τον Γιάννη Χάρη, σε συνεργασία με τον συγγραφέα.