Ήταν ένα χρήσιμο και διασκεδαστικό μηχάνημα, όπως διαπιστώσαμε αρκετά νωρίς με τον αδελφό μου. Βάζαμε στο πλατό τα σιδερένια αυτοκινητάκια μας, τα Matchbox, γυρίζαμε τον διακόπτη στις 78 στροφές και παρακολουθούσαμε αυτά τα μικρά βλήματα να εκσφενδονίζονται προς την κατεύθυνση του καθρέφτη, που άλλες φορές άντεχε και άλλες όχι.
Με τα πολλά μας έπεισαν ότι η κύρια χρήση αυτού του μηχανήματος ήταν άλλη. Το πικάπ ήταν για να ακούμε πλάκες, μαύρους δίσκους. Μας αγόρασαν και μερικά δισκάκια των 45 στροφών με παραμύθια: «Χιονάτη», «Πινόκιο», «Πεντάμορφη», με την Βιβέτα Τσιούνη, τον Σταύρο Ξενίδη ως Τζεπέτο, την Ξένια Καλογεροπούλου ως Πινόκιο. Κόσμος μαγικός — όσο βέβαια ζούσε η βελόνα που πέρναγε απίθανα μαρτύρια.
Ανάμεσα σε αυτούς τους δίσκους με τα παραμύθια μπερδεύονταν και κάποιοι άλλοι, με ξένα γράμματα, που είχε φέρει από την Αμερική η μαμά, εκεί όπου είχε πάει με υποτροφία για την τελευταία τάξη του γυμνασίου. Να λοιπόν γιατί της είχε πάρει το πικάπ ο μπαμπάς. Βάλαμε στο πλατό έναν από αυτούς τους δίσκους, τις πρώτες εξωτικές μουσικές που ακούγαμε, και -όπως μας εξήγησε η μαμά-, ο τραγουδιστής έλεγε για ένα νησί στον ήλιο:
This is my island in the sun
Where my people have toiled since time begun
I may sail on many a sea
Her shores will always be home to me
Στην πίσω μεριά του δίσκου, το τραγούδι έλεγε για μια γυναίκα που διαλαλούσε το εμπόρευμά της· καρύδες που κάνουν καλό σε όλους, τους δυναμώνουν σαν λιοντάρια:
Coconut woman is calling out
And everyday you can hear her shout
Coconut woman is calling out
And everyday you can hear her shout
Get your coconut water, four for five
Man it's good for your daughter, four for five
Coco got a lotta iron, four for five
Make you strong like a lion, four for five
Και θυμάμαι υπήρχε και ένα άλλο ωραίο τραγούδι με μια βάρκα με μπανάνες. Τη φανταζόμαστε ξέχειλη με αυτό το τροπικό φρούτο που δεν μπορούσαμε να απολαύσουμε:
Day, is a day-o
(Daylight come and we want go home)
Day, is a day, is a day, is a day, is a day, is a day-o
(Daylight come and we want go home)
A beautiful bunch of ripe banana
(Daylight come and we want go home)
Με τις άπειρες φορές που τα ακούσαμε τα μάθαμε απ’ έξω — ήταν και τα λόγια απλά. Ακόμη τα θυμόμαστε. Τα τραγούδαγε κάποιος με γοητευτική και κάπως βραχνή φωνή, αγγλικά αλλά με ξενική προφορά. Χάρι Μπελαφόντε τον έλεγαν και αργότερα μας έδειξαν και μια φωτογραφία του. Ψηλός, μελαψός, ένα όμορφος άντρας. Τζαμαϊκανός, γεννημένος στη Νέα Υόρκη, είχε ζήσει αρκετά χρόνια στο νησί του. Α! η Τζαμάικα ήταν το ηλιόλουστο νησί για το οποίο τραγουδούσε. Από εκεί ήταν οι καρύδες, εκεί ταξίδευαν οι βάρκες με τις μπανάνες.
Τον είχα καταχωνιάσει στις παιδικές μου αναμνήσεις μέχρι τη δεκαετία του 1990. Τότε που άνοιξαν τα σύνορα και ήρθαν οι συγγενείς της νύφης μου από τα Τίρανα. Μια οικογένεια και τα τρία τους παιδιά. Ο πιο μεγάλος, ο Έντι, ψηλός και ντροπαλός, ήταν ζωγράφος. Είχε έρθει με το κορίτσι του και είχε αγοράσει από την Κέρκυρα ένα φλοράλ πουκάμισο, αρκούντως καλλιτεχνικό, που το φορούσε διαρκώς. Το δε πρώτο που μας ζήτησαν τα παιδιά ομοθυμαδόν ήταν να τους πάμε σε ντισκοτέκ, έναν επίγειο παράδεισο που μέχρι τότε μόνον να φανταστούν μπορούσαν.
Κάποια στιγμή πλησίασα τον ντισκ τζόκεϊ και του ζήτησα να παίξει ένα τραγούδι. Το έβαλε στο πλατό, και το κορίτσι τού Έντι εκστασιάστηκε. Ματίλντα την έλεγαν κι εκείνη! Ο Μπελαφόντε έκανε μια δεύτερη εμφάνιση στη ζωή μου:
Hey! Matilda, Matilda, Matilda, she take me money and run Venezuela
Once again now!
Matilda, Matilda, Matilda, she take me money and run Venezuela
Five hundred dollars, friends, I lost:
Woman even sell me cart and horse!
Heya! Matilda, she take me money and run Venezuela
Δεν φαντάστηκα ότι θα ξανασυναντούσα ποτέ τον Έντι. Έκανα λάθος. Στην αρχή έβλεπα την φωτογραφία του αραιά και πού στις εφημερίδες, αργότερα πολύ πιο συχνά. Έντι, επίθετο Ράμα. Έντι Ράμα.
Όπως μεγάλωνα, παρατηρούσα ότι ο Μπελαφόντε μεγάλωνε και εκείνος, αλλά πιο αργά από μένα, κάτι που (ναι, το ξέρω) αντιβαίνει στους νόμους της, φύσης, αλλά όχι στον υποκειμενικό χρόνο. Και μάθαινα ότι στη ζωή του έκανε και άλλα σημαντικά πράγματα, δεν τραγουδούσε μόνο. Η εκτίμησή μου μεγάλωσε ακόμη περισσότερο όταν ανακάλυψα ότι είχε γράψει ένα τραγούδι που το αφιέρωνε «σε όλους τους γονείς τα παιδιά των οποίων είχαν φτάσει την ηλικία της περιέργειας». Μan Piaba, o ακαταλαβίστικος τίτλος του. Τα λόγια ήταν πολύ σαφέστερα:
When I was a lad of three-foot-three
Certain questions occurred to me
So I asked me father quite seriously
To tell me the story 'bout the bird and bee
He stammered and he stuttered pathetically
And this is what he said to me
He said, "The woman piaba and the man piaba
And the Ton Ton call baka lemon grass
The lily root, gully root, belly root, ugh
And the famous grandy scratch-scratch"
It was clear as mud but it covered the ground.
*
Χθες διάβασα ότι, στα 96 του, ο Χάρι Μπαλαφόντε αποφάσισε ότι είχε χορτάσει από ηλιόλουστα νησιά και κορίτσια με καρύδες στη Γη. Και επειδή φαίνεται ότι είχε φτάσει και εκείνος την ηλικία της περιέργειας, ξεκίνησε να εξερευνήσει και άλλα φωτεινά νησιά στο Σύμπαν.