Η επίλυση διαφορών στο διεθνές περιβάλλον ήταν ανάμεσα στα βασικά ερευνητικά του ενδιαφέροντα. Υπήρξε συγγραφέας (μαζί με τον James H. Wolfe) του γνωστού βιβλίου, International Relations: Power and Justice (Ρrentice Hall, 4η έκδοση, 1990). Μερικά από τα επιστημονικά έργα του στα ελληνικά: Η ασφάλεια της Ελλάδας σ' ένα μεταψυχροπολεμικό περιβάλλον (1993), Κυπριακό. Λάθη, διδάγματα και προοπτικές (1996), Η ελληνική εξωτερική πολιτική στο κατώφλι του 21ου αιώνα. Εθνοκεντρισμός ή ευρωκεντρισμός (1997), Εξωτερική πολιτική (1999), Η Ελλάδα και ο κόσμος (2005), Το επιθυμητό και το εφικτό στην εξωτερική μας πολιτική (2006), Διεθνείς σχέσεις. Ισχύς και δικαιοσύνη (2008). Έγραψε επίσης το βιβλίο, The US, Greece and Turkey: The Troubled Triangle (Praeger, 1983). Ασχολήθηκε ακόμα με τη στρατιωτική δικτατορία στην Ελλάδα (The Greek Junta Phenomenon, Pella, Νέα Υόρκη 2005) καθώς και με την πολιτική κατάσταση της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Συμμετείχε επίσης με δοκίμια σε πληθώρα συλλογικών τόμων.
Χρημάτισε πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ (1993-5), πρόεδρος του Ιδρύματος Μελετών Χερσονήσου του Αίμου (ΙΜΧΑ) (1988-90), καθώς και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων (1985-7). Από τον Νοέμβριο του 1998 έως τον Σεπτέμβριο του 2006 χρημάτισε γενικός διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Από το 1983 έως το 1989 ήταν καθηγητής διεθνών σχέσεων στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, και από το 1990 έως τον Σεπτέμβριο του 2002 δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Υπήρξε ιδιαίτερα παρεμβατικός αρθρογράφος, συνεργάτης του Αντί, της Καθημερινής, των Νέων, αλλά και πολλών ακόμα εντύπων. Συμμετείχε στις συσκέψεις του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής του υπουργείου Εξωτερικών, από την ίδρυσή του, το 2003, ώς τον Σεπτέμβριο του 2006.
Τα τελευταία χρόνια, ο Θεόδωρος Κουλουμπής επέμεινε στην ανάγκη η Ευρώπη να αντιμετωπίσει ηγετικά τα μεγάλα προβλήματα της ανθρωπότητας, με πρώτο θέμα τη διευθέτηση των εστιών πολεμικής έντασης, που παράγουν δυστυχία. Έγραφε σε ένα άρθρο του, δημοσιευμένο στην Καθημερινή (15/5/2016):
Έφτασε ο καιρός στην Ευρώπη, και στον υπόλοιπο ανεπτυγμένο κόσμο, να σημάνει και πάλι ο κώδωνας του κινδύνου. Δεν επαρκεί στις μέρες μας μια καθαρά αμυντική πολιτική που βασίζεται στη ρύθμιση (ουσιαστικά στην καθυστέρηση) των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών. Απαιτείται, αντιθέτως, μια προληπτική στρατηγική που θα οδηγήσει στην αποκατάσταση της ειρήνης και στην επίλυση των διαφορών στις προβληματικές περιοχές που παράγουν απελπισμένους πρόσφυγες. Και αυτή η στρατηγική συνεπάγεται ουσιαστικά προγράμματα ανόρθωσης και ανάπτυξης των εμπόλεμων σημείων της ανθρωπότητας […]. Και είναι ακόμη πιο σημαντικό να συνειδητοποιήσουν οι ηγεσίες των προνομιούχων κρατών ότι ο λογαριασμός της προληπτικής πολιτικής θα είναι απείρως χαμηλότερος σε χρήμα και ανθρώπινο πόνο από το κόστος της αποσταθεροποίησης που εκατοντάδες χιλιάδες ταλαιπωρημένοι πρόσφυγες θα μπορούν να προκαλούν ετησίως.