Σύνδεση συνδρομητών

Ο βρώμικος πόλεμος του κυρίου Πούτιν

Σάββατο, 19 Οκτωβρίου 2024 12:23
Ο Κρίσνα Μπαχαντούρ Σάχι τραυματισμένος στο νοσοκομείο του Ροστόφ. Τα τραύματά του ήταν η σωτηρία του. Η φωτογραφία από τους Νew York Times.
Ο Κρίσνα Μπαχαντούρ Σάχι τραυματισμένος στο νοσοκομείο του Ροστόφ. Τα τραύματά του ήταν η σωτηρία του. Η φωτογραφία από τους Νew York Times.

Bahdra Sharma - Jeffrey Gettleman, “Escaping Russian Army”, The New York Times, International Edition, Σάββατο-Κυριακή, 29-30 Ιουνίου 2024, 1η και 6η σελίδα

Το ρεπορτάζ της εφημερίδας The New York Times, International Edition, 29-30 Ιουνίου 2024, από το Κατμαντού, ρίχνει φως σε μια άγνωστη στην Ελλάδα, πτυχή της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Μπορεί να γνωρίζουμε τη συστηματική δολοφονία αμάχων και  την καταστροφή των ουκρανικών πόλεων με βαλλιστικούς πυραύλους και ντρόουνς που αγοράζει ο Πούτιν από τους φίλους του, τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν, μπορεί να γνωρίζουμε τις μαζικές δολοφονίες και τις λεηλασίες στα εδάφη που για λίγο χρόνο κατέλαβε ο στρατός του Πούτιν, μπορεί να γνωρίζουμε τις αρπαγές παιδιών και εφήβων Ουκρανών, την καταστροφή φραγμάτων ποταμών, τον βομβαρδισμό θεάτρων, μαιευτηρίων και σχολείων, μπορεί  να ξέρουμε για βρώμικο πόλεμο μέσω παραστρατιωτικών Τσετσένων, ποινικών κρατουμένων και των μισθοφόρων του άνθους της κοπριάς με το όνομα Βάγκνερ, καθώς και την επιδημία δηλητηριάσεων και ατυχημάτων των εχθρών και των φίλων του Πούτιν. Αλλά δεν γνωρίζουμε όλες τις βρώμικες δραστηριότητές του. Συγκεκριμένα δεν γνωρίζουμε ότι ο κύριος Πούτιν χρησιμοποιεί τα διεθνή κυκλώματα τράφικιν για τη στρατολόγηση νέων Νεπαλέζων και άλλων Ασιατών ως μισθοφόρων στο στρατό της Ρωσίας, σε έναν μακρύ πόλεμο φθοράς.

Το Νεπάλ είναι μια φτωχή ασιατική χώρα με εκτεταμένη ανεργία των νέων. Εκεί λοιπόν ανθεί το τράφικιν ιδιαίτερα στους νεαρούς άντρες, στους οποίους δίνουν μεγάλες υποσχέσεις κάθε είδους.

Ο Κρίσνα Μπαχαντούρ Σάχι, απ’ το χωριό Ντάιλεχ των Ιμαλαΐων, αφού αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο, πολιτικός μηχανικός, εργάσθηκε για μικρό διάστημα στην κατασκευή δεξαμενών νερού. Μόλις ολοκληρώθηκε το έργο, στένεψαν και οι προοπτικές να ξαναβρεί δουλειά. Καθώς όμως ήταν 24 ετών και με καλή σωματική κατάσταση, του έγινε μια δελεαστική όπως του φάνηκε πρόταση. Αν πλήρωνε 5.600 δολάρια σε ένα κύκλωμα διακινητών, μπορούσε από το Νεπάλ να πάει στην Ρωσία όπου θα ελάμβανε μηνιαίο μισθό 2.200 δολάρια. Η δουλειά ήταν στον ρωσικό στρατό και η υπόσχεση που του δόθηκε ήταν ότι, αφού υπηρετήσει για ένα διάστημα σε μια στρατιωτική βάση μακριά από το ουκρανικό μέτωπο, θα έπαιρνε και τη ρωσική υπηκοότητα.

Το κύκλωμα είναι το ίδιο μ’ εκείνο που διακινεί υπηρέτριες, πόρνες, νταντάδες, μπράβους, μάγειρες και στρατιώτες ανά τον κόσμο. Ο  Κρίσνα Μπαχαντούρ Σάχι αποφάσισε να δεχτεί την πρόταση αποκλειστικά «για τα λεφτά».

Λίγο καιρό αργότερα, δεν είχε ταξιδιωτικά έγγραφα, χρήματα, ούτε καν τηλέφωνο, ήταν τραυματισμένος με επιδέσμους στο ένα του χέρι και στο ένα πόδι και βρισκόταν 4.000 χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο του. Νοσηλευόταν σε ένα στρατιωτικό ρωσικό νοσοκομείο, τα τραύματα προέκυψαν στη μάχη ακριβώς στο ουκρανικό μέτωπο όπου τον έσυραν και όλοι γύρω του μιλούσαν μια γλώσσα που την αγνοούσε παντελώς. Παρά τη δύσκολη κατάσταση, άρχισε να σκέπτεται ότι όταν αποθεραπευτεί θα τον ξαναέστελναν στο μέτωπο, απ’ όπου, το ’βλεπε, θα έφευγε νεκρός[i]. Πήρε λοιπόν όρκο να διαφύγει.

Η περιπέτεια στη Ρωσία

Το τι ακριβώς του είχε συμβεί και πώς εξελίχθηκε η ιστορία του περιγράφεται στο ρεπορτάζ της εφημερίδας, απ’ όπου μεταφράζω:

«Ο κ. Σάχι έφτασε σε μια βάση του ρωσικού στρατού λίγες ώρες  έξω από τη Μόσχα στο τέλος του περασμένου Οκτωβρίου, όπως είπε. Μας έδωσε φωτογραφίες με στολή παραλλαγής και ρωσικό στρατιωτικό σκούφο  απ’ αυτούς που κατεβάζουν καλύμματα στ’ αφτιά. Σε μία από τις φωτογραφίες κρατάει μια χιονόμπαλα.[ii]

Η βάση χρησιμοποιούνταν για αρκετές εκατοντάδες Νεπαλέζους και λίγους Κινέζους, επιστρατευμένους. Η πρώτη του εντύπωση σχηματίστηκε από τις στολές, τα όπλα, την εκπαίδευση και τα μεταφορικά μέσα και ήταν ότι ο ρωσικός στρατός συμμαζεύεται και οργανώνεται. Αυτή η εντύπωση έμελλε ν’ αλλάξει σύντομα.

Έπειτα από δύο εβδομάδες βασικής εκπαίδευσης –του είχαν υποσχεθεί τρεις μήνες– του ανακοινώθηκε ότι φεύγει για το μέτωπο, σε μια περιοχή κοντά στο Ντονέτσκ.

Τρομοκρατημένος και αισθανόμενος ότι προδόθηκε προσπάθησε να διαμαρτυρηθεί, λέγοντας ότι δεν ήταν έτοιμος και ότι θα προτιμούσε να τον βάλουν φυλακή. Αλλά αυτή η επιλογή δεν υπήρχε.

“Ακόμη και οι τρόφιμοι εκεί πηγαίνουν, στη γραμμή του μετώπου”, μας είπε. “Έπρεπε να πάω”.

Η μονάδα του, της πρώτης γραμμής του μετώπου, ήταν ένα μείγμα από ρώσους καταδίκους και συμπατριώτες του, Νεπαλέζους. Οι “τρόφιμοι”, όπως τους αποκαλούσε, ήταν μέθυσοι, άγριοι, απροσδιόριστοι και γεμάτοι τατουάζ.

“Δεν ήταν όμορφοι”, πρόσθεσε σαρδόνια.

Συνεχώς πρόσβαλαν τους Νεπαλιώτες, χτυπώντας τους στα κράνη, τρυπώντας τους με τους καθαριστήρες των όπλων και ουρλιάζοντας συγχρόνως στα ρωσικά. Ο κ. Σάχι είπε ότι έμαθε μόνο λίγες λέξεις, μεταξύ των οποίων τα παραγγέλματα: δεξιά, αριστερά – αλλά μερικές φορές, στο χάος της μάχης, τα έμπλεκε.

Έπειτα από ένα μπαράζ πυροβολικού τον Δεκέμβριο, όπου σκοτώθηκαν τρεις φίλοι του, αποφάσισε να φύγει από κει. Η σύζυγός του, Αλίσα, πίσω στο Κατμαντού, μίλησε με έναν Νεπαλέζο στη Μόσχα, ο οποίος συνέδεσε τον κ. Σάχι με το κύκλωμα των διακινητών που δούλευε μέσα στη Ρωσία κι έφτιαξαν μαζί ένα σχέδιο. Αυτός θα πλήρωνε 4.000 ευρώ σε δόσεις και οι διακινητές θα κανόνιζαν για ένα αυτοκίνητο που θα τον πήγαινε από το Ντονέτσκ στη Μαριούπολη, και μετά στη Μόσχα.

Οι διακινητές βγάζουν λεφτά κι από τις δύο κατευθύνσεις, είτε μπάζοντας είτε βγάζοντας ανθρώπους.

Ο κ. Σάχι και μία μικρή ομάδα από άλλους Νεπαλέζους, λιποτάκτες που άφησαν τις θέσεις τους, συνδέθηκαν με μια δυάδα ταξί κι έφτασαν σ’ ένα μισοκατεστραμμένο διαμέρισμα στη Μαριούπολη, πιθανόν την πιο κατεστραμμένη πόλη στην Ουκρανία κάτω από ρωσική κατοχή. “Σχεδόν όλο το μέρος έμοιαζε καταδικασμένο”, είπε.

Κοιμόταν στο πάτωμα.

Αλλά οι διακινητές δεν είχαν καλό σχέδιο εξόδου. Δύο από την ομάδα τους προσπάθησαν να διολισθήσουν μέσα από τα σύνορα στη Ρωσία, αλλά συνελήφθησαν στο συνοριακό φυλάκιο. Όταν ο κ. Σάχι και οι υπόλοιποι δίστασαν να καταβάλουν την επόμενη δόση, “η αντιπαράθεση πήρε άθλιες διαστάσεις”, είπε.

Λίγες μέρες αργότερα, στις 4 π.μ., ένα απόσπασμα αστυνομικών εμφανίστηκε στο κατεστραμμένο διαμέρισμα και τους συνέλαβε όλους. Οι διακινητές μίλησαν για την τοποθεσία τού κρυψώνα τους και τους πρόδωσαν.

Τους συνέλαβαν και τους έδειραν, ενώ ο κ. Σάχι τους είπε πως ήταν Νεπαλέζοι φοιτητές που προσπαθούσαν να πάνε στην Ευρώπη. Κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του στη φυλακή της Μαριούπολης, η αστυνομία έλαβε από τον ρωσικό στρατό μια ηλεκτρονική αναφορά ότι αναζητούσε κάποιους λιποτάκτες απ’ το Νεπάλ. Είχαν αποκαλυφθεί.

Ρώσοι στρατιωτικοί τους έσυραν πίσω στην πρώτη γραμμή στο Ντονέτσκ, αυτή τη φορά σ’ ένα μπούνκερ γεμάτο με χιόνι. Δεν είχαν ούτε τροφή ούτε νερό. Έτρωγαν πάγο και κονσέρβες από βρωμερό στεγνό βοδινό, το οποίο είναι απαγορευμένο από την ινδουιστική θρησκεία.

“Αλλά τι μπορούσα να κάνω;”, είπε.

Ο κ. Σάχι και η μισή δωδεκάδα Νεπαλέζων μαζί του δεν είχαν ελευθερία διαφυγής, υποχώρησης ή να κάνουν το οτιδήποτε, παρά να μείνουν σ’ εκείνο το μπούνκερ και να πολεμήσουν.

“Ήμουν σκλάβος”, προσθέτει.

Λίγες μέρες αργότερα, λέει ο κ. Σάχι, οι ρώσοι διοικητές τους έβγαλαν έξω και τους διέταξαν να επιτεθούν σε ένα βαριά οχυρωμένο ουκρανικό χαράκωμα. Οι Ουκρανοί τους είδαν να έρχονται και φώτισαν το δάσος με τα πυκνά πυρά τους. Ο κ. Σάχι χτυπήθηκε έξι φορές στο αριστερό του χέρι και το δεξί πόδι.

Έχοντας χάσει τον προσανατολισμό του και πολύ αίμα, σύρθηκε μέχρι το σταθμό πρώτων βοηθειών. Νόμιζε ότι είχε τελειώσει.

Σε σύγχυση από τον πολύ πόνο, συνάντησε κάτι νεπαλέζους στρατιώτες. Τους έδωσε την κάρτα του για το ΑΤΜ και το κινητό του και τους είπε να πάρουν την οικογένειά του στην πατρίδα και να πουν ότι τελείωσε και δεν υπάρχει πια.

 

Σχέδιο απόδρασης

Αλλά οι Ρώσοι του παρείχαν κανονική ιατρική φροντίδα και τον πήγαν με επείγουσα διακομιδή με ελικόπτερο σε νοσοκομείο στο Ροστόφ επί του Δον, μια ρωσική πόλη κοντά στα σύνορα με την Ουκρανία. Οι χειρουργοί του έβγαλαν τις σφαίρες και επίδεσαν τα τραύματά του[iii]. Ακολούθως έπεσε σε κατάθλιψη τόσο βαριά που σκεφτόταν σοβαρά ν’ αυτοκτονήσει.

“Γνώριζα ότι μόλις γινόμουν καλύτερα θα μ’ έστελναν πάλι πίσω”, είπε. “Δεν μπορούσα να το αντιμετωπίσω αυτό”.

Επιθυμώντας απελπισμένα να μιλήσει με τη γυναίκα του έκανε σήμα σ’ έναν ψηλό αδύνατο νοσοκόμο που καθάριζε το δωμάτιό του ότι ήθελε να χρησιμοποιήσει το τηλέφωνό του. Ο Ρώσος κατάλαβε γρήγορα και όταν ο κ. Σάχι είπε “Νεπάλι, Νεπάλι” ο νοσοκόμος άνοιξε μία εφαρμογή μετάφρασης στο κινητό του.

“Φέρε μου ένα κινητό και θα σε πληρώσω αργότερα”, ήταν το μήνυμα του κ. Σάχι.

Ο Ρώσος γέλασε, όμως την ίδια μέρα εμφανίστηκε ένα κινητό.[…]

Ο κ. Σάχι πιστεύει ότι θα είχε πεθάνει αν ο νοσοκόμος δεν τον βοηθούσε[iv]. Με το καινούργιο τηλέφωνο, μίλησε με τη γυναίκα του –εκείνη, αυτή τη φορά, δανείστηκε 8.000 δολάρια από συγγενείς– για να πληρώσει ένα άλλο γκρουπ διακινητών, οι οποίοι της είπαν ότι μπορούν να βγάλουν τον άντρα της έξω.

Το πρωί της 23ης Ιανουαρίου ο κ. Σάχι βγήκε προσεκτικά από το νοσοκομείο του Ροστόφ. Κουτσαίνοντας έφτασε σε μια κοντινή αγορά, όπου τον περίμενε ένα ταξί. Ο οδηγός τού μίλησε μέσω μια εφαρμογής μετάφρασης, λέγοντάς του: μη μιλάς. Θα μιλάω εγώ. Αν μας σταματήσουν θα τους πω ότι είσαι άρρωστος και σε πηγαίνω σ’ ένα νοσοκομείο. Ταξίδευαν όλη την μέρα για να φτάσουν στο μόνο σημείο στο οποίο θα μπορούσε να βοηθηθεί ο κ. Σάχι, στην πρεσβεία του Νεπάλ στη Μόσχα, όπου προμηθεύτηκε ταξιδιωτικά έγγραφα.

Το τελευταίο σημείο της Οδύσσειας του κ. Σάχι ήταν στο αεροδρόμιο Ντομοντέντοβο. Ντυμένος με μαύρα τζιν και ένα μαύρο φουσκωτό μπουφάν έφτασε στο κτίριο του αεροδρομίου στις 8 μ.μ. στις 24 Ιανουαρίου. Εκεί συνάντησε έναν ηλικιωμένο ινδό κύριο που φορούσε σπορ, τζάκετ και πανταλόνι, ο οποίος είχε μισθωθεί μ’ ένα μέρος του πακέτου των 8.000 δολαρίων, που τον βοήθησε να κάνει τσεκ ιν για την πτήση προς το Σάρτζαχ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, το πρώτο μέρος της  διαδρομής του ταξιδιού του πίσω στο Κατμαντού.

Αλλά ο κ. Σάχι ξεχώριζε. Είχε ουλές από θραύσματα στα μάγουλά του. Το αριστερό χέρι και το δεξί πόδι ήταν μπανταρισμένα. Μόλις μπορούσε να περπατήσει, ήταν γεροδεμένος και σε ηλικία στρατιώτη.

Στο γραφείο μετανάστευσης, τον περικύκλωσαν τέσσερις ψηλοί ρώσοι συνοριοφύλακες.

“Σε ποιο σύνταγμα ανήκεις;”

“Είσαι στρατιώτης;”

“Τα χέρια σου είναι τραυματισμένα. Υπάρχουν καλύτερα νοσοκομεία στην Ρωσία, γιατί θέλεις να πας στο Νεπάλ;”

Ο κ. Σάχι είπε ότι το σώμα του άρχισε να τρέμει, “άρχισα να σκέφτομαι ότι δεν θα τα καταφέρω”.

Οι Ρώσοι χρησιμοποιούσαν ένα κινητό και μια εφαρμογή μετάφρασης, αλλά αυτός υποκρινόταν ότι δεν καταλάβαινε

15 λεπτά πριν από την αναχώρηση της πτήσης, τον άφησαν να φύγει.

“Νομίζω ότι κατάλαβαν ότι τους ήμουν άχρηστος”, είπε. Πρόλαβε την πτήση».

 

[i] Οι ημερήσιες ρωσικές απώλειες για τον Μάιο του 2024 υπολογίζονται σε περισσότερους από χίλιους νεκρούς ημερησίως.

[ii] Η φωτογραφία αυτή δημοσιεύεται στην εφημερίδα.

[iii]Σχετική φωτογραφία δημοσιεύεται στην εφημερίδα.

[iv] Στο ρεπορτάζ της εφημερίδας από το Κατμαντού, υπάρχουν και άλλες μαρτυρίες Νεπαλέζων που διέφυγαν από τον ρωσικό στρατό, βοηθούμενοι ανιδιοτελώς από ρώσους πολίτες.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.