Στη Νίκη -έτσι συστηνόταν στους πελάτες της Πολιτείας στη Στοά της Όπερας, και το επίθετό της, Αναστασέα, το έμαθα όταν δημοσίευσε το πρώτο της βιβλίο-, τη μία από τις δύο 'ψυχές' (η άλλη: ο Νίκος Λιβέριος), του σπάνιου (και όχι μόνον εν Ελλάδι) αυτού βιβλιοπωλείου, οφείλω την "ενηλικίωσή" μου -κάπου στα 13- ως αναγνώστη και ως αυτόνομου (από το χαρτζιλίκι μου) αγοραστή βιβλίων, καθώς και, για πολλά χρόνια, την έγκυρη ενημέρωση για τις νέες κυκλοφορίες.
Το σεβασμό και το εγκάρδιο (αν και πάντα σχεδόν θλιμμένο) χαμόγελο που επεφύλασσε σε κάθε πελάτη/ισσα, μού έδειξε κι εμένα απ' την πρώτη στιγμή, ενώ ήμουν ακόμη παιδί, και μ' "έκλεψε", μια για πάντα, από το βιβλιοπωλείο απ' όπου αγοράζαμε οικογενειακώς.
Η αγάπη για το βιβλίο, η γνώση της λογοτεχνίας κάθε είδους, και το επαγγελματικό της ήθος, ήταν τα κριτήρια και η σκυτάλη, νομίζω, για τον εμπλουτισμό της ομάδας της Πολιτείας: με τον Στέφανο, αρχικά (τη θυμάμαι να μου τον συστήνει, στο πρώτο υπόγειο της Ασκληπιού, πια), τη Μαργαρίτα, τον Γιώργο... Αυτές οι αρετές της Νίκης (πέρα από τις καλές τιμές και τις "προσφορές") είναι που κάνουν την Πολιτεία ακόμη ξεχωριστή, κι είθε το πνεύμα της να συνεχίσει να περνά και στις νεότερες γενιές, πωλητ(ρι)ών και αναγνωστ(ρι)ών.
Γι' αυτό το πνεύμα -και την αλησμόνητη σωματική του παρουσία- (πέρα και μαζί με το μετέπειτα συγγραφικό της έργο) θα την θυμάμαι - θα τη θυμόμαστε.