Σύνδεση συνδρομητών

Το ταξίδι της θεολογίας στο μέλλον

Κυριακή, 02 Απριλίου 2023 00:13
O Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας.
Aρχείο The Books’ Journal
O Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας.

Με αφορμή το θάνατο του Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Δ. Ζηζιούλα. Από το τεύχος 139

Ο Μητροπολίτης Περγάμου και Ακαδημαϊκός Ιωάννης Δ. Ζηζιούλας, ο σημαντικότερος Ορθόδοξος θεολόγος των ημερών μας, έφυγε για το μεγάλο ταξίδι την Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2023. Γεννημένος στο Καταφύγιο Κοζάνης το 1931, σπούδασε θεολογία στα Πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης, Αθηνών και Harvard, ενώ μετά από μια σύντομη θητεία στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών στη Γενεύη, δίδαξε ως καθηγητής στα Πανεπιστήμια Εδιμβούργου, Γλασκώβης, King’s College Λονδίνου και Θεσσαλονίκης. Δίδαξε επίσης ως επισκέπτης καθηγητής στο Γρηγοριανό Πανεπιστήμιο της Ρώμης και στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, δίνοντας παράλληλα διαλέξεις σε πολλά ανά τον κόσμο Πανεπιστήμια. Επίτιμος διδάκτωρ του Καθολικού Ινστιτούτου Παρισίων, της Θεολογικής Σχολής Βελιγραδίου, του Ινστιτούτου Αγίου Σεργίου Παρισίων, της Ορθοδόξου Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Babes-Bolyai στο Cluj-Napoca Ρουμανίας, της Καθολικής Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Münster. Το 1993 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας χρημάτισε πρόεδρος κατά το έτος 2002, ενώ το 2011 ανακηρύχθηκε Εταίρος και Επίτιμο Μέλος της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου.

Πάνω από διακόσιες είναι οι δημοσιευμένες μελέτες του στα ελληνικά καθώς και στις βασικές ευρωπαϊκές γλώσσες (αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά) – δίχως να λαμβάνουμε υπόψη τα διάφορα κείμενα διμερών θεολογικών διαλόγων, στα οποία εργάσθηκε ως συντάκτης. Βιβλία και άρθρα του έχουν μεταφραστεί επίσης σε σλαβικές και σε ασιατικές γλώσσες (κινεζικά και κορεατικά). Πάνω από εκατό είναι οι διδακτορικές διατριβές και οι μεταπτυχιακές εργασίες που έχουν εκπονηθεί για το θεολογικό του έργο, όλες πλην μιας στο εξωτερικό. Πέραν τούτων, χιλιάδες είναι οι διάσπαρτες στη διεθνή βιβλιογραφία αναφορές στο έργο του (κυρίως στα κλασικά του πλέον βιβλία, Being as Communion (1985) και Communion and Otherness (2006), ενώ πλήθος είναι και οι βιβλιοκρισίες που του αφιερώθηκαν. Τον Ιούνιο του 1986 εκλέγεται και χειροτονείται «αθρόον» (κατευθείαν από λαϊκός) σε αρχιερέα από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ως Μητροπολίτης Περγάμου, αναλαμβάνοντας έτσι ενεργότερο ρόλο στους οικουμενικούς διαχριστιανικούς διαλόγους καθώς και σε ζητήματα εκπροσώπησης του Οικουμενικού Πατριαρχείου σε εκκλησιαστικά και θεολογικά fora. Το γεγονός της «αθρόον» χειροτονίας σε εν ενεργεία Μητροπολίτη, μοναδικό απ’ όσο γνωρίζω από την εποχή του Μεγάλου Φωτίου, δείχνει τα όλως εξαιρετικά αισθήματα εκτίμησης και εμπιστοσύνης με τα οποία η κορυφή της Ορθοδοξίας περιέβαλε το πρόσωπο και το θεολογικό έργο του Ιωάννη Δ. Ζηζιούλα.

 

Πρόσωπο, Ευχαριστία και Εσχατολογία

Η θεολογική σκέψη του Μητροπολίτη Περγάμου αναπτύσσεται σε οικουμενικό περιβάλλον, ενώ η προβληματική της ξεφεύγει από την εσωστρέφεια και τον επαρχιωτισμό της ελλαδικής πραγματικότητας και βρίσκεται σε διαρκή διάλογο όχι μόνο με τα ερωτήματα και τις θέσεις των χριστιανικών Εκκλησιών της Δύσης, αλλά και με τις θύραθεν ανθρωπιστικές και φυσικές επιστήμες, καθώς και με τα ρεύματα της σύγχρονης σκέψης και διανόησης.

Τρεις είναι οι κυρίως θεματικές και οι άξονες που ορίζουν το έργο του: Πρόσωπο, Ευχαριστία και Εσχατολογία. Η θεολογία του προσώπου παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον για το φιλοσοφικό στοχασμό και τον διάλογο θεολογίας και φιλοσοφίας, καθώς και για την αναζήτηση του ανθρώπου για την αυθεντική ύπαρξη. Η ευχαριστιακή θεολογία θα μπορούσε να συμβάλει στην υπέρβαση του οικολογικού προβλήματος, ενώ η ευχαριστιακή εκκλησιολογία της οποίας υπήρξε κατεξοχήν εκπρόσωπος εξακολουθεί να βρίσκεται στο επίκεντρο των σχετικών θεολογικών συζητήσεων και των διεκκλησιαστικών διαλόγων. Θεωρώ, όμως, ότι η εσχατολογική προοπτική που εν τέλει θα χαρακτηρίσει σύνολο το έργο του, διανοίγει καινούργιες προοπτικές για τον διάλογο της ορθόδοξης θεολογίας με τον σύγχρονο κόσμο, είναι το σημείο αιχμής της θεολογίας των ανοιχτών οριζόντων του Ζηζιούλα, για να θυμηθούμε ένα παλιότερο άρθρο στο BooksJournal του Πέτρου Παπασαραντόπουλου (https://booksjournal.gr/stiles/eis-mnimin/4215-ioannis-zizioylas-orthodoksos-theologos-anoixton-orizonton).

Για τον αείμνηστο Μητροπολίτη Περγάμου η Εκκλησία είναι εικόνα των εσχάτων μέσα στην ιστορία, είναι κοινότητα ευχαριστιακή που συγκροτεί μια πραγματικότητα που έρχεται απ’ το μέλλον, καθώς η Ευχαριστία είναι πρόγευση των εσχάτων που εισβάλλουν στην ιστορία. Γι’ αυτό και η Εκκλησία ορίζεται ως κοινότητα εσχατολογική, που πορεύεται μέσα στην ιστορία, χωρίς να ταυτίζεται με την Ιστορία και που βιώνει τη διαλεκτική ένταση ανάμεσα στο «νυν» και το «ούπω», στο «ήδη» και το «όχι ακόμη».

Η εσχατολογική αυτή προοπτική σημαίνει σε απλά ελληνικά ότι η ταυτότητα της Εκκλησίας δεν βρίσκεται στο παρελθόν, σ’ αυτό που της δόθηκε ή σ’ αυτό που είναι, αλλά στο μέλλον, σ’ αυτό που θα γίνει στα έσχατα. Μια τέτοια προοπτική διαστέλλει ριζικά τη θεολογία από κάθε είδους απολυτοποίηση της πρωτολογίας, από την τάση να θεωρούμε δηλαδή πως το γνήσιο και αυθεντικό τοποθετείται πάντα στις απαρχές, σε μια άχρονη ανιστορική φυγή σε ένα μακρινό ιδεατό παρελθόν και πως η σωτηρία δεν είναι παρά η επαναφορά σε μια αρχική ιδεατή κατάσταση. Η άποψη αυτή που δεν είναι τίποτε άλλο παρά μεταμφιεσμένος πλατωνισμός, συνιστά τον μόνιμο πειρασμό της θεολογίας παλιότερα αλλά και πιο πρόσφατα.

 

Οι συνέπειες της εσχατολογικής θεολογίας

Οι προεκτάσεις των όσων εκτέθηκαν παραπάνω είναι καίριας σημασίας. Ο εσχατολογικός προσανατολισμός της θεολογίας του Μητροπολίτη Περγάμου, προφύλαξε το έργο του από συμπτώματα που αποτελούν μόνιμους πειρασμούς της νεώτερης ελληνικής ορθόδοξης θεολογίας, ακόμη και στις σοβαρότερες εκδοχές της: α) την εξιδανίκευση του παρελθόντος και τον συνακόλουθο συντηρητισμό˙ β) την αγιοποίηση και τη λατρεία του έθνους και του λαού˙ και γ) τον ελληνοκεντρισμό και τον αντιδυτικισμό που είναι συνώνυμος του αντιευρωπαϊσμού. Σε αντίθεση με τα παραπάνω, ο Ιωάννης Ζηζιούλας δεν θα διστάσει να υποστηρίξει ότι τους πρώτους μετά Χριστόν αιώνες,

Η Ορθοδοξία κέρδισε τότε το μέλλον του Ελληνισμού γιατί δεν ήταν επιστροφή, αλλά δημιουργική σύνθεση. Έτσι και σήμερα, για να φέρη στο φως την ελληνική ταυτότητα η Ορθοδοξία δεν πρέπει να είναι απλή επιστροφή στις μορφές του παρελθόντος, ένας νοσταλγικός “έρως ορθοδοξίας” που δεν περνά από τη σημερινή πραγματικότητα. Και η σημερινή πραγματικότητα για την Ελλάδα είναι η Ευρώπη. Ο ελληνισμός πρέπει να αναπλασθή στα βασικά συστατικά στοιχεία του, χωρίς να χάση την ελληνικότητά του, περνώντας μέσα από τη νέα αυτή πραγματικότητα της Ευρώπης».

Με δεδομένη τη λιπαρή θεολογική του παιδεία και συγκρότηση αλλά και τη θέση ευθύνης του Μητροπολίτη Περγάμου εντός της ιεραρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο εκ μέρους του τονισμός της εσχατολογικής προοπτικής θα πρέπει να θεωρείται επιλογή με σημαίνουσες επιπτώσεις στη ζωή και τη θεολογία της Εκκλησίας, καθώς η εσχατολογία αναπόφευκτα οδηγεί σε μετάνοια για το παρελθόν και στην απελευθέρωση του μέλλοντος. Γιατί δεν είναι δυνατόν να φαντάζεται κάποιος ότι ένας θεολόγος και ιεράρχης του ύψους και της εμβέλειας του Περγάμου δεν θα καταλάβαινε ότι η εσχατολογική προοπτική θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε επώδυνες αναθεωρήσεις όσον αφορά δύσκολα για την Ορθοδοξία ζητήματα, όπως αυτά της ετερότητας, του φύλου, της ανθρωπολογίας ή του ήθους, όταν επί παραδείγματι ήδη το 1968 έγραφε για το επίμαχο θέμα της χειροτονίας των γυναικών ότι «οι ορθόδοξοι θεολόγοι δεν μπορούσαν να βρουν θεολογικούς λόγους εναντίον μιας τέτοιας χειροτονίας. Ωστόσο, το όλο θέμα είναι τόσο στενά συνδεδεμένο με την παράδοσή τους, ώστε θα δυσκολεύονταν στην πλειοψηφία τους να προσυπογράψουν χωρίς επιφυλάξεις τις σχετικές μάλλον ενθουσιώδεις προτάσεις». Υπό το φως αυτού του εσχατολογικού προσανατολισμού κατανοείται και η θέση που διατύπωσε από το βήμα της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών, τον Φεβρουάριο του 2001, αναφορικά με τις συνέπειες του εσχατολογικού ήθους της Εκκλησίας, και πιο συγκεκριμένα η άποψή του ότι το μέλλον δεν καθορίζεται από το παρελθόν, αλλά ότι αντιθέτως το μέλλον ελευθερώνει από το παρελθόν, καθώς στη χριστιανική σκέψη ταξιδεύουμε αντίστροφα προς τη φορά του χρόνου: από το μέλλον προς το παρόν και το παρελθόν, και ως εκ τούτου το μέλλον είναι αίτιο και όχι αιτιατό του παρελθόντος, ενώ τα έσχατα είναι αυτά που δίνουν οντότητα στα πρώτα, και η εσχατολογία στην πρωτολογία. Ως φυσική συνέπεια των παραπάνω υποστήριξε ο Περγάμου ότι η «Εκκλησία είναι όχι αυτό που είναι ή που ήταν, αλλά αυτό που θα είναι [στα έσχατα]».

 

Το θεμιτό της θεολογικής κριτικής και η πολλαπλότητα των ερμηνειών

Με τη στάση και την όλη πολιτεία του, και μάλιστα με τη συνεργασία του με θεολογικά ιδρύματα –όπως η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου– που φημίζονται για την ριζοσπαστική κριτική τους σε παραδεδομένα σχήματα και μορφές θεολογικού λόγου, ο αείμνηστος ιεράρχης νομιμοποίησε την σοβαρά ασκούμενη θεολογική κριτική και τον ενδοθεολογικό διάλογο που είναι το οξυγόνο και η απαραίτητη προϋπόθεση υγιούς εκκλησιαστικής ζωής. Επιβεβαίωσε έτσι με τη στάση του ότι οι μεγάλοι θεολόγοι δεν φοβούνται τον διάλογο και την κριτική, αλλά αντιθέτως την επιδιώκουν, γιατί γνωρίζουν ότι η κριτική λειτουργία είναι σύμφυτη με το θεολογείν, ότι χωρίς αυτήν δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτα άλλο πέρα από μια θεολογία της επανάληψης και των εγκωμίων που τόσο συχνά ανθούν στα εκκλησιαστικά και θεολογικά περιβάλλοντα.

Η θεολογική σύνθεση του Μητροπολίτη Ιωάννη Ζηζιούλα βρέθηκε μάλιστα συχνά στην αφετηρία πολλών τολμηρών ή ριζοσπαστικών θεολογικών προτάσεων και ιδεών που η νεότερη θεολογική γενιά επεξεργάστηκε και διατύπωσε την τελευταία εικοσαετία, παρέχοντας έτσι την πιο τρανή απόδειξη για την ερμηνευτική πολλαπλότητα και πολυφωνία που συνοδεύει την ανάγνωση του έργου του. Ένα έργο που ζώντος ακόμη του μεγάλου Έλληνα θεολόγου, είχε περάσει ήδη στα κλασικά της θεολογίας, συνιστώντας μία μείζονα αναφορά, και που ως τέτοιο είχε ήδη αρχίσει να αυτονομείται από το δημιουργό του, διαγράφοντας όλο και περισσότερο μια αυτόνομη πλέον πορεία και εμπνέοντας ποικίλες ερμηνευτικές απόπειρες και προτάσεις, όχι μόνο στον καθαυτό χώρο της θεολογίας, αλλά και στον χώρο της φιλοσοφίας, των επιστημών του ανθρώπου και των κοινωνικών επιστημών, ή ακόμη και της φυσικής και των θετικών επιστημών εν γένει.

Η μαθητεία στη θεολογική σκέψη του Μητροπολίτη Περγάμου που χαρακτηρίζεται για τον εσχατολογικό της προσανατολισμό, τον ευχαριστιοκεντρικό της χαρακτήρα και την δημιουργική της μετοχή στην οικουμενική θεολογική συζήτηση, βοήθησε τους εν Ελλάδι και αλλαχού στον ορθόδοξο κόσμο παροικούντες θεολόγους, να μεταβούν από μια πολιτισμική/εθνοκεντρική, σε μία καθαυτό θεολογική ερμηνευτική, και από μία γενικώς και αορίστως «πνευματοκρατική», σε μία χριστοκεντρική και μυστηριοκεντρική προοπτική. Αν τις δύο τελευταίες δεκαετίες η θεολογία στον τόπο μας έκανε κάποια δειλά βήματα προς την κατεύθυνση της υπέρβασης της εσωστρέφειας, του θεολογικού επαρχιωτισμού και απομονωτισμού, καθώς και του ναρκισσευόμενου θεολογικού αντιδυτικισμού, είναι βέβαιο ότι σε μεγάλο βαθμό αυτό οφείλεται και στη δική του παρουσία και τον δικό του λόγο.

Δεν είναι χωρίς σημασία να σημειώσουμε ότι ο Ιωάννης Ζηζιούλας δεν διακρινόταν από τον συνήθη σε θεολογικούς κύκλους αντι-διαφωτιστικό και αντι-νεωτερικό οίστρο. Όπως χαρακτηριστικά υποστήριζε στον «Πρόλογό» του στο βιβλίο του Ακαδημαϊκού Πασχάλη Κιτρομηλίδη, Θρησκεία και Πολιτική στον Ορθόδοξο κόσμο. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και οι προκλήσεις της Νεωτερικότητας: «Η Ορθόδοξη εκκλησιολογία […] δεν έχει λόγο να αντιτάσσεται στον Διαφωτισμό», ενώ σε παλιότερο κείμενό του υπογράμμιζε το γεγονός ότι «η ιστορία δεν μπορεί να επαναληφθεί και να αναβιώσει, όπως έχει. [...] Ο σύγχρονος κόσμος μας πέρασε μέσα από αλλαγές, οι οποίες κάνουν κάθε επιστροφή στο παρελθόν αδύνατη και επομένως ανεπιθύμητη. Η θεολογία σήμερα πρέπει να χρησιμοποιήσει με σεβασμό το παρελθόν, γιατί αυτό κατάφερε πραγματικά να ξεπεράσει την ειδωλολατρία [...]. Αλλά πρέπει επίσης να προσπαθήσει να προσαρμόσει το παρελθόν στο παρόν, συνδυάζοντάς το δημιουργικά με ό,τι ο σύγχρονος κόσμος έχει επιτύχει, ή προσπαθεί να επιτύχει, σε όλους τους τομείς της σκέψεως – επιστήμη, τέχνη, φιλοσοφία κ.λπ.».

Έγνοια και προτεραιότητα του αείμνηστου θεολόγου, όπως αποδεικνύει και η θητεία του στην Ακαδημία Αθηνών, ήταν να συμβάλει με το έργο του σε έναν ειλικρινή διάλογο της θεολογίας με τη σύγχρονη σκέψη, την επιστήμη και τις ποικίλες εκφράσεις της τέχνης. Ο διάλογος αυτός παραμένει ακόμη ζητούμενο. Είναι, όμως, σημαντικό ότι τη σημασία και τη συνεισφορά της σκέψης του Μητροπολίτη Ιωάννη Δ. Ζηζιούλα, πλην των θεολόγων, ανακαλύπτουν και διανοούμενοι προερχόμενοι από τον θύραθεν χώρο όπως –για να περιοριστούμε στους εν Ελλάδι– παλιότερα ο Νίκος Μουζέλης ή πιο πρόσφατα ο Μιχάλης Μπαρτσίδης και ο Πέτρος Παπασαραντόπουλος.

 

 

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.