- ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1792. Ακολούθησε τον πατέρα-του στην Αγιοπετρούπολη και εισήλθε στη Σχολή Ευελπίδων της Αυτοκρατορικής Φρουράς. Στα 1810 έγινε μέλος της φρουράς του Τσάρου με τον βαθμό του Λοχαγού. Αγωνίσθηκε γενναία με τον ρωσικό στρατό κατά του Ναπολέοντος (έχασε τον δεξιό-του βραχίονα στην μάχη της Δρέσδης). Με τον βαθμό του Στρατηγού, ονομάσθηκε υπασπιστής του Τσάρου Αλεξάνδρου Α’.
Ο Υψηλάντης είχε την τύχη να συνδεθεί με τον φιλελεύθερο στρατηγό και κόμητα Μιχαήλ Ορλώφ, καθώς και με τον μεγάλο ποιητή Αλέξανδρο Πούσκιν. Θα συχνάζει τέσσερα-πέντε χρόνια στις τεκτονικές στοές της Πετρούπολης, του Κιέβου και του Κισινιόφ και θα συνεργάζεται με σπουδαίους Ρώσους προοδευτικούς αξιωματικούς (τους Δεκεμβριστές), οι οποίοι θα δώσουν αργότερα τη ζωή-τους για την απελευθέρωση των δουλοπαροίκων (Δεκέμβριος 1825).
- Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΘΕΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΣΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ ΥΨΗΛΑΝΤΗ
Γι’ άλλη μιά φορά στην Ιστορία, η σύλληψη των ιδεών είχε γίνει απ’ τους Λογίους, η προώθησή-τους όμως θα γινόταν απ’ τους Εμπόρους (και δέν είναι ίσως τυχαίο ότι κι η Αθηναϊκή Δημοκρατία στην Αγορά των Αθηνών γεννήθηκε) – ενώ, βέβαια, η πραγμάτωσή-τους γίνεται με το αίμα των Λαών.
Η Φιλική Εταιρεία, ιδρυμένη κυρίως από εμπόρους, ανοιχτούς όμως στις φιλελεύθερες ευρωπαϊκές ιδέες, επί σχεδόν δέκα χρόνια είχε ριζώσει σε κάμποσα στρώματα των ελληνικών πληθυσμών και σε διάφορες περιοχές. Κι αυτή η διαποίκιλση θ’ αποδειχθεί η μεγάλη δύναμή της για τη διάδοση, τη στήριξη και την τελική πραγμάτωση του Σκοπού.
Πολλά τα προβλήματα, πλήθος οι ενδιάμεσες αποτυχίες κι οι επιτυχίες – ωστόσο οι Φιλεταιριστές επλήθαιναν και οι καιροί ωρίμαζαν, Ένα όμως θέμα καίριας σημασίας παρέμενε άλυτο: το θέμα του μυστικού Αρχηγού (της «Αρχής» κατά το ιδίωμα της Φιλικής Εταιρείας). Οι παρερμηνείες εναλλάσσονταν με τις αμφιβολίες και τις απογοητεύσεις· η ανάγκη για τον ορισμό ενός μεγάλου ονόματος ως Αρχής ήταν πλέον κατεπείγουσα κατά το 1818.
Φαντασθείτε πως όταν ο Κατακάζης έφθασε στο Κισινιόφ και εμύησε τον Δημήτριο και τον Νικόλαο Υψηλάντη, ο Αλέξανδρος επέμενε να γνωρίζει πλήρως τα ονόματα της πολυπρόσωπης τότε προσωρινής Αρχής – αλλ’ ο κατηχητής τα αγνοούσε… Έτσι, από πολλές πλευρές, επιταχύνθηκε η ιστορική συνάντηση Ξάνθου-Καποδίστρια στην Αγιοπετρούπολη (16/1/1820), η οποία οδήγησε στη γνωστή άρνηση του Καποδίστρια (Παναγιωτόπουλος, 2003, σελ. 27)[1]
Ήλθε λοιπόν η μεγάλη στιγμή να μπεί στην Ιστορία ο Αλέξανδρος Υψηλάντης απ’ την Ωραία Πύλη της: ο Ξάνθος είχε και κατά το παρελθόν σκεφθεί το όνομά του Α.Υ. – τώρα απευθύνεται στον συγγενή-του Ιωάννην Μάνο για να προετοιμάσει το έδαφος. Φαίνεται όμως ότι και ο Κ. Καντιώτης μεσολάβησε μεταξύ Ξάνθου και Υψηλάντη, «κι όχι χωρίς την επίνευση» του Καποδίστρια, υποστηρίζει ο Παναγιωτόπουλος (2019, σελ. 54). Ο Ξάνθος συναντά τον Αλέξανδρο Υψηλάντη χωρίς να του αποκαλύψει ακόμη την αποστολή του – εκείνος όμως του έχει ήδη δηλώσει ότι είναι στη διάθεση του Έθνους. Την επαύριον ο Ξάνθος του προσφέρει επισήμως[2] την Αρχηγία, και την παράλλη μέρα ο Αλέξανδρος Υψηλάντης αποδέχεται.
Καλεί εν συνεχεία σε γεύμα ο Υψηλάντης τον Καποδίστρια, τον ενημερώνει και δέχεται (εν μέρει, έστω) τις συμβουλές του έμπειρου διπλωμάτη.
Σκεφθείτε τη σκηνή της εκκόλαψης της ελληνικής ελευθερίας μέσα σ’ εκείνο το δωμάτιο:
- στην πρωτεύουσα του Τσάρου,
- από έναν υπασπιστή του Τσάρου,
- κι από έναν υπουργό του Τσάρου…
Δέν είμαι βέβαιος ότι στέλνομε συχνά τη φαντασία-μας σ’ εκείνο το πυκνό περιστατικό της Ελληνο-Ρωσικής Ιστορίας…
Η εξέλιξη των γεγονότων απέδειξε ότι ήταν πράγματι αναγκαία η παρουσία ενός αποφασιστικού αρχηγού σε ένα ούτως ή άλλως παράτολμο εγχείρημα.
- TO ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΥΨΗΛΑΝΤΗ
Χρειάζεται βέβαια αμέσως να σημειωθεί ότι ο Αλέξανδρος Υψηλάντης (ο «Καλός», στη γλώσσα της Φιλικής Εταιρείας), αφού μελέτησε τα πράγματα της Φιλικής Εταιρείας μέχρι εκείνη τη στιγμή, πρέπει να είχε κατανοήσει το υφιστάμενο γενικό σχέδιο – όσο ασαφές κι αν ήταν ακόμα. Εύλογο δηλαδή ήταν να δώσει συνέχεια στις μέχρι τότε σκέψεις των μελών της Αρχής. Ωστόσο, σε ένα πλήθος λεπτομερειών, η δραστήρια επέμβαση του νέου Γενικού Αρχηγού έγινε γρήγορα εμφανής (πολύ δε περισσότερο όπου και τα ίδια τα δεδομένα του όλου προβλήματος επέπρωτο να αλλάζουν θεαματικά). Ιδού μια σύντομη περιγραφή των δράσεών του.
3.1. Η ενδυνάμωση της Εταιρείας
Οι σχέσεις του Αλέξανδρου Υψηλάντη με τις παραδουνάβιες Ηγεμονίες και με πλήθος παραγόντων του Κισινιόφ είχαν γρήγορη συνέπεια την τεράστια αύξηση του αριθμού των μελών της Φιλικής Εταιρείας στις περιοχές εκείνες.
Το ίδιο και στην Οδησσό: Ο Κουμπάρης λέει ότι «εις 24 ώρας έγινε κοινόν εις όλους, και έτρεχαν εις την κάμαράν μου και από μιας μαζί ώρκωνα».
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, λόγω του μεγάλου ύψους των οικονομικών προσφορών υπέρ της Φιλικής Εταιρείας, εγενίκευσε τον θεσμό των «Εφοριών» σε μεγάλο πλήθος πόλεων όπου υπήρχαν μέλη της Εταιρείας. Κυκλοφόρησε δε και έντυπα γραμμάτια συνεισφορών υπογεγραμμένα απ’ αυτόν ιδιοχείρως. Για τον ίδιο σκοπό συνεχίσθηκε και διαδόθηκε η ίδρυση «Φιλομούσων και Φιλανθρώπων Εταιρειών».
Έπρεπε όμως να εισαχθεί μια αυστηρότερη πειθαρχία στα πράγματα της Φιλικής Εταιρείας. Έτσι, ο Υψηλάντης συντάσσει και διανέμει στις Εφορίες Νόμον Στρατιωτικόν.
Ο Υψηλάντης απλοποίησε και το βαθμολόγιον της Φιλικής Εταιρείας (κατήργησε ορισμένους υψηλούς βαθμούς), ενώ κατέστησε τη μύηση πιο τελετουργική.
Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η διαταγή του Υψηλάντη να σταλεί στο Κισινιόφ το μικρό τυπογραφείο που είχε αγοράσει ο Καντιώτης στην Πετρούπολη, αντί να συνεχίσει το ταξίδι απ’ την Οδησσό για τον Μοριά – «ένδειξη της σταθερής αναβάθμισης του Κισινιόφ ως επαναστατικής αφετηρίας του Αλέξανδρου Υψηλάντη και της συνεχούς εξασθένησης του σχεδίου μετάβασης στην Πελοπόννησο» (Παναγιωτόπουλος, 2019, σελ. 68 και 71).
Εξ άλλου, ο Υψηλάντης καταφέρνει να οργανώσει τη σπουδαία Συνδιάσκεψη των Φιλικών στο Ισμαήλιον (1 έως 8 Οκτωβρίου 1820). «Χωρίς υπερβολή, για τις συνθήκες της εποχής, η συγκέντρωση στο Ισμαήλιο τόσων κορυφαίων και δραστήριων Φιλικών ήταν ήδη ένα οργανωτικό κατόρθωμα» (Παναγιωτόπουλος, 2003, σελ. 30).
3.2. Η ενίσχυση της πολεμικής ικανότητας[3]
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης συνέστησε επιμόνως τη βελτίωση του εξοπλισμού των ναυτικών νήσων. Ο Φιλικός Δημήτριος Θέμελης θα επισκεφθεί (κατά Ιανουάριον 1821) όλες τις νήσους του ανατολικού Αιγαίου.
Απήλλαξε τους προκρίτους του έθνους από την πλάνη ότι η Ελλάδα δέν μπορούσε να ελευθερωθεί χωρίς ξένην βοήθεια. Στην πολεμική-του προκήρυξη της 8ης Οκτωβρίου 1820, αφού αναφερθεί στο παράδειγμα της Σαλαμίνας και των Θερμοπυλών, σημειώνει και τις υστερότερες συνέπειες μιας τέτοιας ξένης βοήθειας («ουαί εις την Ελλάδα όταν συστηματική δεσποτεία ενθρονισθή εις τα σπλάχνα της»).
Στέλνει ως πρόδρομόν-του στην Πελοπόννησο τον Γρηγόριον Δικαίον, τον οτρηρότατον Παπαφλέσσα.
Και δηλώνει την πρόθεσή-του να κατέβει στον Μοριά αυτοπροσώπως. Έτσι, την ίδια μέρα, διατάσσει τον Σπετσιώτη πλοίαρχο Γεώργιον Πάνον να στείλει πλοίο στην Τεργέστη να τον παραλάβει εντος τακτής προθεσμίας[4]. Ενώ σε όλες τις πάμπολλες επιστολές-του (με την ίδια ιστορική χρονολογία της 8ης Οκτωβρίου 1820 απ’ το Ισμαήλ), ζητά απ’ τους ευεργέτες της Φιλικής Εταιρείας να στείλουν τα εφόδια και τα χρήματα στην Πάτρα «διά να τα εύρη εκεί με το φθάσιμόν του».
Ενεργητικότατος. Ωστόσο, άλλα έμελλε να συμβούν…
3.3. Οι Παμβαλκανικές Συμμαχίες
Εύλογο και αποφασιστικό όντως ήταν το τμήμα του Σχεδίου το οποίο προέβλεπε τη σύγχρονη επανάσταση[5] σε διάφορα μέρη της Βαλκανικής, ώστε α) να δημιουργηθεί ισχυρός περισπασμός των τουρκικών δυνάμεων και β) να θεμελιωθούν σχέσεις μελλοντικής συνεργασίας των ελευθέρων χριστιανικών λαών της Βαλκανικής – ίσως μάλιστα να μήν είχε τελείως λησμονηθεί και το σχετικό ουτοπικότερο όραμα του Ρήγα.
Προς τούτο, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης εργάσθηκε συντόνως, επειδή ο Καραγεώργης της Σερβίας είχε πεθάνει, το ίδιο κι ο Βατικιώτης που έκανε τις συνεννοήσεις με τους Βουλγάρους, ενώ οι Ρουμάνοι παρέμεναν ούτως ή άλλως υπό το ιδιότυπο καθεστώς των διορισμένων Φαναριωτών Ηγεμόνων τους.
Ας σημειώσομε όμως από τώρα ότι η φιλοδοξία αυτή του Υψηλάντη να ξεσηκώσει σε επαναστατικά κινήματα ολόκληρη τη Νοτιανατολική Ευρώπη ενείχε και μια αντίφαση στην πρόθεσή-του να απολαμβάνει της υποστηρίξεως του Τσάρου: πώς θα ήταν δυνατόν να ανεχθεί η Ιερά Συμμαχία μια τέτοια ανατρεπτική κοσμογονία; Αντίφαση…[6]
Και εξάλλου, δέν θα ήταν το μόνο σημείο όπου το Γενικό Σχέδιο θα είχε τις λεπτές πλευρές-του.
Ιδού πάντως οι σχετικές ενέργειες του Αλέξανδρου Υψηλάντη:
α) Πρώτον, η έναρξη της ελληνικής Επανάστασης έπρεπε να επιταχυνθεί εξαιτίας της ευνοϊκής συγκυρίας του αλβανο-τουρκικού πολέμου που προκλήθηκε απ’ τον Αλή-Πασά των Ιωαννίνων, μια προσωπικότητα αντιφατική και πάντως αναξιόπιστη: εκείνος εγνώριζε τα περί της Φιλικής Εταιρείας και, κατά περιόδους, οτέ μέν την πρόδιδε στους Τούρκους, οτέ δε προσπαθούσε να την προσεταιρισθεί (Μάιος 1820), ζητώντας απ’ τους Φιλικούς μάλιστα να τον ανακηρύξουν «βασιλέα» των! Ύστερα πάντως απ’ την αποκατάσταση των Σουλιωτών απ’ τον πολιορκημένο απ’ τους Τούρκους Αλή-Πασά, όταν τους είχε πλέον ανάγκη (ο Φιλικός Αλέξης Νούτσος είχε παίξει βασικό ρόλο εις τούτο), ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στέλνει οδηγίες προς τον Κολοκοτρώνη[7] για την ενδεικνυόμενη μελλοντική πολιτική τών Σουλιωτών έναντι του Αλή-Πασά. Όταν μάλιστα οι Σουλιώτες θα πείσουν παλιές αλβανικές φάρες ν’ αυτομολήσουν απ’ τους πολιορκούντες Τούρκους, θα έχει δημιουργηθεί η ανάγκη να σταλεί εναντίον των Σουλιωτών μια πολύ σημαντική στρατιωτική τουρκική δύναμη. Ωστόσο, μερικές απ’ τις ίδιες φάρες θα επιστρέψουν εκ νέου στους Τούρκους (κλέβοντας το σουλιώτικο χρυσάφι) με πρόσχημα ότι έφθασε ο Περραιβός με τα επαναστατικά των Ελλήνων μηνύματα του Υψηλάντη! Ο ίδιος ο Περραιβός όμως, στην αλληλογραφία-του με τον Αλή-Πασά, προσπαθούσε απλώς να τον πείθει να συνεχίζει τον πόλεμο κατά των Τούρκων.
Μέχρι λοιπόν τον Ιανουάριο του 1822, όπου οι Τούρκοι κατόρθωσαν να φονεύσουν τον Αλβανό Ηγεμόνα, δικαιωνόταν το ελληνικό σχέδιο υποστήριξης αυτού του (μέσω Αλή-Πασά) μεγάλου περισπασμού.
β) Ο σημαντικότερος ίσως βαλκανικός παράγοντας στο γενικό σχέδιο της Εθνεγερσίας ήταν οι Σέρβοι. Στα 1820, οι Σέρβοι, με αρχηγό τον Μίλος Ομπρένοβιτς, διαπραγματεύονται με τους Τούρκους μεγαλύτερο βαθμό αυτονομίας – κι αυτό ακριβώς το ενδεχόμενο τούς καθιστά επιφυλακτικούς έναντι μιας Επανάστασης. Οι διαπραγματεύσεις είναι ασαφέστατες (όπως συμβαίνει συχνά με την Πύλη) και βραδύτατες – αλλ’ ούτε ο Ομπρένοβιτς διακρίνεται για την ευθύτητά του…
Ο Υψηλάντης βιάζεται να κηρύξει την έναρξη του Αγώνα ενόσω ακόμα αντέχει ο Αλή Πασάς – αλλά οφείλει και να περιμένει για να μπορέσει να επωφεληθεί και από έναν ελπιζόμενο σερβικό περισπασμό, δηλαδή από τις απαιτηθησόμενες τεράστιες τουρκικές δυνάμεις που θα δεσμεύονταν στο σερβικό μέτωπο. Λοιπόν, να βιαστεί ή να περιμένει;
Όσο το αρχικό σχέδιο προέβλεπε την έναρξη των κύριων εχθροπραξιών στην Πελοπόννησο, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης θα περνούσε απλώς απ’ τη Σερβία με το στράτευμά-του, πρίν να κατέβει προς την Ελλάδα. Η εύνοια των Σέρβων ήταν λοιπόν καταρχήν αναγκαία – εκτός κι απ’ τη σκοπιμότητα της επανάστασής των. Ευλόγως οι Φιλικοί προσπαθούσαν απο καιρό να προσεταιρισθούν τον Ομπρένοβιτς, ο οποίος όμως, στα ενθουσιώδη φιλοσερβικά γράμματα των Φιλικών Στρατιωτικών, απαντούσε εγκαρδίως μέν αλλά χωρίς αναφορά στην επιζητούμενη ελληνο-σερβική συμμαχία.
Έτσι, αποφασίζει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης να του γράψει αυτοπροσώπως (24 Οκτωβρίου 1820). Συντάσσει και στέλνει με τον Αριστείδη Παπά μιαν ιδιαίτερα επίσημη και μεγαλόστομη «Συνθήκη» μεταξύ της Σερβίας αφενός και της Ελλάδος και των «άλλων Ομόσπονδων και Συμμάχων Επαρχιών»[8], η οποία αναγνώριζε την κληρονομική Ηγεμονία του Ομπρένοβιτς στη Σερβία και περιέγραφε τις σερβικές υποχρεώσεις απέναντι του Υψηλάντη – έναντι και περαιτέρω υποχρεώσεων μελλοντικής βοηθείας εκ μέρους των Ελλήνων προς τους Σέρβους. Πολυσχιδής η σκέψη του νέου Αρχηγού…
Ο Αριστείδης Παπάς, μετά από ένα περιπετειώδες ταξίδι διαμέσου Μολδαβίας και Βλαχίας, πέφτει στα χέρια των Τούρκων σε ένα πέρασμα του Δουνάβεως – η επιστολή του Υψηλάντη δέν φθάνει ποτέ στα χέρια του Ομπρένοβιτς, ο οποίος όμως μαθαίνει ακροθιγώς την κατάσταση και γίνεται συντηρητικότερος (εν αναμονή άλλωστε των απαντήσεων της Πύλης στις διαπραγματεύσεις του). Το σερβικό τόξο του υψηλάντειου Σχεδίου δέν επέπρωτο να τανυθεί όπως είχε αρχικώς σχεδιασθεί.
γ) Το δεύτερο, έστω ολιγότερο σημαντικό μέρος του αρχικού Σχεδίου του Αλέξανδρου Υψηλάντη, περιελάμβανε την εξέγερση των Βουλγάρων. Ωστόσο, έλειπε απ’ τη Βουλγαρία ενας φυσικός ηγέτης με τον οποίον να μπορεί κανείς να συνεννοηθεί – όπως ίσως έλειπε και μια επαρκώς κρυσταλλωμένη εθνική συνείδηση (εξαιτίας της αθλιότητας στην οποία οι Τούρκοι είχαν υποβάλει τους βουλγαρικούς πληθυσμούς…). Ωστόσο, η Εφορία της Φιλικής Εταιρείας στην Κωνσταντινούπολη (έγγραφο της 2ας/1/1821) πληροφορούσε τον Υψηλάντη ότι ενας Βούλγαρος, ονόματι Στογιάν Τζαλιόγλου απ’ τη Φιλιππούπολη, θα αναχωρούσε απ’ την Κωνσταντινούπολη για την πατρίδα-του και υποσχόταν 10.000 στρατιώτες-επαναστάτες[9], υπό τον όρο ότι μια ισάριθμη δύναμη Σέρβων θα εισέβαλλε στη Βουλγαρία. Κι ότι για την επιτυχία αυτού του σχεδίου θα πήγαινε ο Τζαλιόγλου να συναντήσει τον Ομπρένοβιτς. Παρά ταύτα, φαίνεται ότι ο εν λόγω Βούλγαρος δέν έφυγε απ’ την Κωνσταντινούπολη – και, εν πάση περιπτώσει, ξέρομε σήμερα ότι ο Ομπρένοβιτς την εποχή εκείνη είχε τελείως μεταβάλει τις επαναστατικές-του σκέψεις. Αλλ’ ούτε η πρόταση του Σάββα Φωκιανού (Ιανουάριος 1821), να στείλουν «αποστόλους» στη Βουλγαρία να ετοιμάσουν το έδαφος, είχε γίνει δεκτή απ’ τον Υψηλάντη.
Τέλος, υπήρχε και πρόταση του Φιλικού Παναγιώτη Ρουμπινή να προσελκύσουν στον αγώνα 5.000 Βουλγάρους μετανάστες της Βεσσαραβίας, όπως την περιγράφει ο Φιλήμων στο Ελληνική Επανάστασις, τ. Ι, σελ. 77-81 (Άρς, σ. 368).
Ανάλογο τμήμα του Σχεδίου αφορούσε τους (όντως ανεξάρτητους) Μαυροβουνίους (η συμμαχία μαζί τους θεωρούνταν σημαντική και μετά το 1821). Μόνο που οι πάμπτωχοι εκείνοι αγωνιστές είχαν απόλυτη ανάγκη από οικονομική βοήθεια για να επιτεθούν στο Πασαλίκι στα Σκόδρα – βοήθεια που δέν μπόρεσε ποτέ να τους δοθεί…
δ) Το γενικό Σχέδιο περιελάμβανε και ένα σημαντικό τμήμα που αφορούσε την εξέγερση μέσα στην ίδια την πρωτεύουσα των Οθωμανών, την Κωνσταντινούπολη. Επρόκειτο για το πιο τολμηρό (σήμερα θα το λέγαμε ουτοπικό) κομμάτι του σχεδίου – αλλά ποιος είπε οτι οι Επαναστάσεις γίνονται από μαθηματικούς…
Το σχέδιο ήταν λεπτομερές και περιελάμβανε 18 άρθρα τα οποία επικέντρωναν το ενδιαφέρον τους: στην κατάληψη του ναυστάθμου, στη ναυτική παρουσία στον Βόσπορο, στις συστηματικές πυρπολήσεις του τουρκικού στόλου και σημαντικών στόχων στην ξηρά, καθώς και στη σύνθεση και τη χρηματοδότηση των στρατιωτικών τμημάτων.
Εκτιμάται ότι οι επαναστατικές στρατιωτικές ομάδες θα αριθμούσαν το πολύ 15.000 άνδρες – έναντι των 100.000 ανδρών της τουρκικής φρουράς της Κωνσταντινουπόλεως. Ο αιφνιδιασμός, ο ενθουσιασμός, η διασπορά των δυνάμεων και η τύχη των τολμηρών θα μπορούσε να αμβλύνει αυτήν ειδικώς την ουτοπικότητα του σχεδίου – ωστόσο ο Αλέξανδρος Υψηλάντης δέν επέμεινε στην εφαρμογή-του όταν οι Έφοροι της Φιλικής Εταιρείας της Κωνσταντινουπόλεως εξήγησαν αργότερα την άποψή-τους για το ανεφάρμοστο του Σχεδίου…
ε) Το Σχέδιο ήταν τόσο μελετημένο, ώστε δέν άφηνε απ’ έξω ούτε τις πρόσθετες δυνάμεις Ελλήνων στρατιωτών που θα μπορούσαν να κινητοποιηθούν από περιοχές εκτός Ελλάδος: (i) Τους 2.000 Έλληνες στρατιώτες του Μωχάμεντ Άλι της Αιγύπτου (ο οποίος έπρεπε να πεισθεί να τους επιτρέψει να φύγουν), (ii) Το έμπειρο πολεμικό Σώμα των «Μακεδόνων του Βασιλέως» οι οποίοι υπηρετούσαν στο Βασίλειο της Νεαπόλεως (και θ’ αποβιβάζονταν στη Μάνη), καθώς και (iii) Τους Έλληνες αξιωματικούς του ρωσικού στρατού της Κριμαίας, οι οποίοι θα πείθονταν να κατέβουν στην Ελλάδα μαζί με τους άνδρες τους.
στ) Σ’ όλα ετούτα, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης εφρόντιζε να μή φέρει σε δύσκολη θέση τον Τσάρο – τον οποίον άλλωστε τόσο εκτιμούσε. Δέν αγνοούσε ο Υψηλάντης τις δεσμεύσεις του Τσάρου έναντι της Ιεράς Συμμαχίας. Γι’ αυτό και πουθενά μέσα στο σχέδιο ή μέσα στις πολυάριθμες επιστολές-του δεν μνημονεύει τη Ρωσία – παρ’ όλο που άφηνε εμμέσως να διαφανεί το ενδεχόμενο ρωσο-τουρκικής σύρραξης άν η Τουρκία εισέβαλλε στις ρουμανικές Ηγεμονίες.
Πρέπει όμως να παρατηρηθεί από τώρα ότι αυτή η ευγενής σιγή του Αλέξανδρου Υψηλάντη δέν επετύγχανε τη σκοπούμενη προστασία της φήμης του Τσάρου: ολόκληρο το σχέδιο ανατρεπτικών εκρήξεων στο σύνολο της Βαλκανικής, συντεταγμένο από έναν υπασπιστή του Τσάρου, θα μπορούσε προφανώς να δημιουργήσει οξύ πρόβλημα στους Ρώσους.
ζ) Κι οι Ρουμάνοι; Πώς προβλεπόταν στο σχέδιο ο ρόλος των Βαλάχων και των Μολδαβών – ο ρόλος των δύο αυτόνομων Ηγεμονιών υπο τουρκική ψιλή κυριότητα;
Λοιπόν, είναι θεμελιώδους σημασία να συνειδητοποιήσομε οτι αρχικώς ούτε η Φιλική, ούτε ο Υψηλάντης προέβλεπαν κανέναν συγκεκριμένο επαναστατικό ρόλο στις δυο Ηγεμονίες. Τούτο δέ για μια σειρά από εύλογες αιτίες:
- Για να μή δημιουργηθεί ρωσο-τουρκική διένεξη, αφού η είσοδος τουρκικών στρατευμάτων στις Ηγεμονίες υπέκειτο στη ρωσική προέγκριση. Ετούτη η πλευρά του ζητήματος έχει μεγάλη σημασία για ν’ αντιληφθούμε το τεντωμένο σκοινί πάνω στο οποίο θα ήταν τελικώς υποχρεωμένος να βαδίσει ο Υψηλάντης.
- Για να μή διαταραχθεί η προσωπική εξουσία των δύο Ελλήνων Ηγεμόνων, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι ο ένας απ’ αυτούς ήταν ήδη Φιλικός.
- Διότι τα αισθήματα του ρουμανικού λαού έναντι των Ελλήνων δέν ήσαν κατ’ ανάγκην φιλικά – οι Ηγεμόνες (συμμαχούντες με τους ντόπιους γαιοκτήμονες) δέν ήσαν πάντοτε αγαπητοί.
- Εξάλλου, η «ουδετερότητα» των Ηγεμονιών μπορούσε να διασφαλίσει και την παροχή μεγάλης οικονομικής βοήθειας των Ηγεμόνων προς τον ελληνικόν Αγώνα.
Ωστόσο, στο Σχέδιο γινόταν λόγος και για την καταστροφή του τουρκικού στολίσκου – και αργότερα για την κατάληψη των κατά μήκος του Δουνάβεως τουρκικών φρουρίων απ’ τον Δημήτρη Καλαματιανό, καθώς και για την προς Ελλάδα μετακίνηση των Αρναούτηδων της ηγεμονικής φρουράς.
Πάντως, για άλλη μια φορά είναι να θαυμάζει κανείς το εύρος και τη διεθνικότητα των λεπτομερειών του επαναστατικού σχεδίου του Υψηλάντη – και δέν είμαι βέβαιος σε ποιο βαθμό οι σύγχρονοι Έλληνες έχουν ακούσει γι’ αυτό το σχέδιο. Παραείμαστε δηλαδή Μοραϊτοκεντρικοί…
Είμαστε τώρα υποχρεωμένοι να επανέλθομε στο θέμα των Ηγεμονιών, αφού πρώτα υπενθυμίσομε ότι την μέν Μολδαβία ηγεμόνευε ο Φιλικός Μιχαήλ Σούτζος, την δέ Βλαχία ο Αλέξανδρος Σούτζος (αρνητής μέν της Φιλικής Εταιρείας, ο οποίος πάντως είχε πεθάνει τον Ιανουάριο του 1821 – αν δέν τον δηλητηρίασαν οι Φιλικοί).
Την ίδια λοιπόν περίπου εποχή, αναπτύχθηκε στη Βλαχία το εκ πρώτης όψεως κοινωνικό κίνημα του Τουντόρ Βλαδιμηρέσκου, κι η Φιλική Εταιρεία ευλόγως θέλησε να επωφεληθεί από έναν υποψήφιο επαναστάτη κατά των Τούρκων – αφού διεκήρυσσε το μίσος-του κατά των διοικητικών οργάνων-τους και κατά των βογιάρων. Έτσι, τον Ιανουάριο του 1821 είχε υπογραφεί μυστική συμφωνία αλληλοστήριξης αφενός απ’ τον Βλαδιμηρέσκου, αφετέρου από τους Φιλικούς Γεώργιο Ολύμπιο και Ιωάννη Φαρμάκη, συμφωνία στην οποία γινόταν λόγος για μια Παμβαλκανική Συνεργασία για το «διαμοιρασμό των κερδών της Κοινής επιχειρήσεώς μας». Οι Φιλικοί κολάκευαν τη φιλοδοξία του Βλαδιμηρέσκου να γίνει Ηγεμόνας Βλαχίας και Μολδαβίας, ενωμένων. Άλλωστε καί ο Αλέξανδρος Υψηλάντης με τις πολλαπλές ενδείξεις των δημοκρατικών-του αισθημάτων και με την αντιφαναριώτικη στάση-του (όπως είχε φανεί στην αλληλογραφία-του με τον Μιχαήλ Σούτζο) δέν είχε κοινωνικές πεποιθήσεις διαφορετικές απ’ τον Βλαδιμηρέσκου.
Έτσι, και με 20.000 αυστριακά τάληρα χορηγία εκ μέρους της Φιλικής Εταιρείας[10], ο Βλαδιμηρέσκου ξεκινάει το κοινωνικό-του κίνημα στη Βλαχία και συγκεντρώνει γύρω-του μεγάλα πλήθη αγροτών αλλα και αυτόμολων στρατιωτών του καθεστώτος. To καθεστώς των βογιάρων τρομοκρατείται. Και (χωρίς να διαθέτει ακόμη τον νέον Ηγεμόνα) αποπειράται να πολεμήσει τον Βλαδιμηρέσκου∙ αναθέτει μάλιστα αυτή την αποστολή στους Έλληνες στρατιωτικούς της Ηγεμονίας… Γεώργιο Ολύμπιο και Ιωάννη Φαρμάκη! Η συμπαιγνία της Ιστορίας σ’ όλο-της το μεγαλείο – και το κίνημα του Βλαδιμηρέσκου δυνάμωνε.
Ήταν άραγε εύλογο για τον Υψηλάντη να σκεφθεί την έναρξη της δικής-του επανάστασης τη στιγμή εκείνη της εν Βλαχία ανωμαλίας – έστω κι άν διεφώνησαν οι αρμόδιοι τοπικοί Φιλικοί, ο Σ. Φωκιανός και ο Γ. Ολύμπιος, «άν δέν συμμετείχαν συγχρόνως οι Σέρβοι κι οι Βούλγαροι»;
η) Τώρα, ο σύγχρονος φίλος της Ιστορίας της Ελληνικής Επανάστασης πρέπει να φέρει μπροστά-του ολόκληρη τη σκακιέρα της διεθνούς καταστάσεως: στα περιπεπλεγμένα Βαλκάνια, στη Νοτιο-δυτική Ευρώπη – καθώς και στην υπερδύναμη της Ιεράς Συμμαχίας. Επάνω σ’ αυτή τη σκακιέρα, ο μοναχικός ήρωάς-μας έπρεπε τώρα επειγόντως να χαράξει την πορεία του.
- ΚΙ ΕΤΣΙ ΑΝΑΓΚΑΣΘΗΚΕ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙ ΤΟΝ ΠΡΟΥΘΟ
α) Ήρθε νομίζω η στιγμή να αποπειραθούμε να αντιληφθούμε τα διλήμματα του Αλέξανδρου Υψηλάντη τις μέρες εκείνες.
- Ο Ομπρένοβιτς, όχι μόνον δέν έδωσε συνέχεια στην έκκληση του Υψηλάντη, αλλά πήρε και ορισμένα ενθαρρυντικά μηνύματα απ’ την Πύλη, η οποία συμφωνούσε να τον ανακηρύξει Ηγεμόνα διά βίου – με το δικαίωμα όμως του σερβικού λαού να εκλέγει κάθε φορά τον Ηγεμόνα του.
- Απ’ την άλλη μεριά, δύο Σέρβοι μεγαλοκτηματίες, αντίπαλοι του Ομπρένοβιτς, είχαν συστρατευθεί με τον Βλαδιμηρέσκου στη Βλαχία: διπλή αιτία για να καταδικάσει ο Ομπρένοβιτς το ρουμανικό κοινωνικό κίνημα και να λάβει αποστάσεις και απ’ τους Έλληνες υποστηρικτές του κινήματος.
- Εκείνη τη στιγμή ο Αλέξανδρος Υψηλάντης συνειδητοποιεί ότι έχασε τον έναν πιθανολογούμενο σύμμαχο, τον Σέρβο – αλλά, ακριβώς γι’ αυτό, θα μπορούσε να ποντάρει δυνατότερα στον νέο επαναστάτη: τον Βλαδιμηρέσκου.
- Εν τω μεταξύ, το παλαιό κίνητρο «κάντε κάτι εν όσω ακόμη αντέχει ο Αλή-Πασάς» δέν έπαυσε να πιέζει υπέρ της επιτάχυνσης. Τώρα μάλιστα, και η ελπίδα «να ενθαρρύνομε τον Βλαδιμηρέσκου σε αντιοθωμανική Επανάσταση» απαιτούσε το βάρος μιας άμεσης στρατιωτικής ενέργειας. Αυτό ήταν το μόνο δυνατό χαρτί που απέμενε.
- Με αυτά λοιπόν τα δεδομένα νομίζω ότι ο Αλέξανδρος Υψηλάντης αποφασίζει να περάσει τον Προύθο εκείνο το απόγευμα της 22ας Φεβρουαρίου 1821. Άλλωστε, απ’ την Τεργέστη (για να πάει στον Μοριά) ήταν αδύνατον να κινηθεί «διότι η Αγγλία και η Αουστρία εκήρυξαν πόλεμον κατά της Ιταλίας και Νεαπόλεως» (επιστολή 14 Νοεμνρίου 1820 προς Γ. Ολύμπιο και Σ. Φωκιανό).
Το Νέο Σχέδιο λοιπόν είναι να διέλθει απ’ την φίλια Μολδαβία για να συγκροτήσει το στράτευμά του, να περάσει στη Βλαχία για να ενθαρρύνει τον σύμμαχο Βλαδιμηρέσκου προς μια επανάσταση κατά των Τούρκων και, τέλος, να διέλθει απλώς απ’ τη Σερβία για να κατέβει προς την Ελλάδα – έστω και χωρίς την οποιαδήποτε συμμετοχή του Ομπρένοβιτς.
β) Απ’ τη στιγμή όμως εκείνη κι ύστερα, μια τριπλή προδοσία θα ακυρώσει το μεγαλεπίβολο Σχέδιο, και θα παγιδεύσει τον τραγικό Αλέξανδρο Υψηλάντη μέσα στο έδαφος της Βλαχίας:
- Πρώτον, η προδοσία του Βλαδιμηρέσκου, ο οποίος, μετά την κατάληψη της Βλαχίας απ’ το ρουμανικό και το ελληνικό στράτευμα, είχε το θράσος να απευθυνθεί ξανά προς τους Τούρκους δηλώνοντας πίστη στον Σουλτάνο, εξηγώντας ότι το μόνο που ζητά είναι δικαιοσύνη για τον φτωχό λαό κόντρα στους γαιοκτήμονες και την Ηγεμονία, και ζητώντας να διορισθεί αυτός Ηγεμόνας. Έτσι, τελικά, ο Βλαδιμηρέσκου συλλαμβάνεται απ’ τον Ολύμπιο και κατόπιν εντολής του Υψηλάντη περνάει απο Στρατοδικείο και εκτελείται την 26η Μαΐου 1821.
- Ο Τσάρος αποκηρύσσει τον Αλέξανδρο Υψηλάντη (26 Μαρτίου 1821), οι δε Τούρκοι παίρνουν την άδεια της Ρωσίας να εισβάλουν στη Βλαχία[11].
- Ο Ομπρένοβιτς, μετά το κίνημα του Βλαδιμηρέσκου και την έναρξη της εκστρατείας του Υψηλάντη, βεβαιώνει την Πύλη ότι «ο σερβικός λαός παραμένει πιστός στον Σουλτάνο Μαχμούντ ΙΙ».
γ) Παρατηρήστε ότι οι τρείς συνιστώσες αυτής της προδοσίας δέν είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους: ο Σέρβος επηρεάσθηκε απ’ του Ρουμάνου τις περιπέτειες, κι οι Ρώσοι κατατρομοκρατήθηκαν απ’ την ευρύτερη αναστάτωση που συνόδεψε την εκστρατεία του Υψηλάντη.
δ) Πρέπει ωστόσο να ομολογηθεί πως ήταν πολύ πιθανόν να αναφανούν κατά την εκτέλεση όλα τα λεπτά σημεία του αρχικού σχεδίου. Και να αποδειχθεί ότι (i) χρειαζόταν πολύ περισσότερος χρόνος προετοιμασίας σε πολλά απ’ αυτά, ενώ (ii) μερικά άλλα ήσαν μάλλον ανέφικτα…
Με αυτή τη συλλογιστική, διατυπώνεται συνήθως η κριτική ότι ο Αλέξανδρος Υψηλάντης δέν διέθετε τον απαιτούμενο ρεαλισμό. Αυτή η μομφή, όμως, πρώτον, έρχεται σε αντίφαση με τις εξαιρετικά λεπτομερείς ενέργειες του Υψηλάντη για τις ποικιλότατες πλευρές του σχεδίου, και δεύτερον, υποτιμά την απαίτηση που έχομε από έναν επαναστάτη να διαθέτει φαντασία.
Κι ύστερα, η Φιλική Εταιρεία και ο Υψηλάντης δικαιώθηκαν για τη βιασύνη-τους εν όσω κρατούσε ο τουρκικός πόλεμος με τον Αλή-Πασά: ένα ολόκληρο έτος περιθώριο ανάπτυξης είχε η Επανάσταση πρίν οργανωθεί μια σοβαρή αντίδραση απ’ τους Τούρκους.
Και, εν πάση περιπτώσει, δέν μπορεί να μήν αναγνωρισθούν οι συνέπειες των προδοσιών για τις οποίες έγινε λόγος στα προηγούμενα, αλλά και ο δυσμενής αντίκτυπος της (άλλως απρόβλεπτης) διεθνούς καταστάσεως: επαναστάσεις στο Βασίλειο των Δύο Σικελιών, στην Ισπανία, στις νοτιοαμερικανικές κτήσεις κ.λπ. έκαναν την Ιερά Συμμαχία να τρέμει∙ τον δε τόσο φιλελεύθερο Τσάρο Αλέξανδρο Α’, να σκληραίνει σε απίστευτο βαθμό. Δέν ακούγεται πολύ δίκαιο να φορτώνει κανείς το σύνολο αυτών των συγκυριών στον ευγενή μονόχειρα Πρίγκηπα…[12]
- ΤΑ ΙΔΕΩΔΗ. ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ ΚΑΙ ΠΟΥΣΚΙΝ
5.1. Επιτρέψτε-μου πάντως, αντί για οποιονδήποτε επίλογο ιστορικών γεγονότων, να αναφερθώ και σε μια πλευρά του χαρακτήρα του μεγάλου αυτού ανδρός, η οποία δέν προβάλλεται συνήθως – και εννοώ το μή αναμενόμενο για την εποχή-του και την καταγωγή-του δημοκρατικό ήθος του Αλέξανδρου Υψηλάντη.
α) Στην Προκήρυξη προς τους Έλληνες (Ιάσσιο, 24 Φεβρουαρίου 1821), ο Αλέξανδρος Υψηλάντης γράφει ότι το έθνος ενωμένο θα εκλέξει τους αντιπροσώπους-του κι όλες-μας οι δράσεις θα υπόκεινται σ’ αυτό το υπέρτατο Συμβούλιο (N. Botzaris, σελ. 228). Αυτά – ο Υπασπιστής του Τσάρου…
β) Κατά τη διάρκεια της εβδομάδας όπου παρέμεινε στο Ιάσιο είχε την πρόθεση να ακυρώσει τα προνόμια των ευγενών και της Εκκλησίας, αλλά μεταπείσθηκε απ’ τον Φιλικό Ρίζο Νερουλό (Ν. Botzaris, σελ. 158).
γ) Εν αντιθέσει με τις κυρίως οικονομικού χαρακτήρα απαιτήσεις του Βλαδιμηρέσκου υπέρ του λαού, ο Υψηλάντης στη δική-του προκήρυξη προς τους Ρουμάνους γαιοκτήμονες που είχαν καταφύγει στο Μπράσοβ δηλώνει ανοιχτά ότι «η υπέρτατη εξουσία της επαρχίας της Δακίας θα έπρεπε πάντοτε να ανατίθεται στα χέρια ενός αυτόχθονος – κι όχι ενός ξένου». Ενώ «οι εθνικοί επίσκοποι θα έπρεπε να εκλέγονται απ’ όλες τις τάξεις των πολιτών» (Ν. Botzaris, σελ. 162).
δ) Και θα φανεί το ακλόνητο εθνικό ήθος-του όταν (μετά την εκ μέρους του Τσάρου αποκήρυξή-του) θα απαντήσει ως εξής στην άκρως επιτιμητική επιστολή του Καποδίστρια: «Επειδή, προκειμένου περί πατρίδος, ουδόλως περί εμαυτού σκέπτομαι, μετά προθυμίας αναδέχομαι την ευθύνην του κινήματος όλην» (Μιχαηλίδης, 2021, σελ. 68).
ε) Ωστόσο, έχουν παρατηρηθεί και ορισμένες ανακολουθίες του Αλέξανδρου Υψηλάντη σ’ αυτή τη γενική δημοκρατική γραμμή του, οι οποίες όμως αιτιολογούνται ίσως απ’ τις πρακτικές ανάγκες περιστάσεων του Αγώνα, όπως «όταν απευθύνθηκε στον ανώτατο κλήρο, στους άρχοντες του Αρχιπελάγους και στους προεστούς – που ήταν λογικό και απαραίτητο για το συμφέρον της Επανάστασης» (Άρς, σελ. 379).
στ) Είναι πάντως σημαντικό ότι ο Αλέξανδρος κρατούσε ζωντανή τη χριστιανική πίστη των πατέρων του∙ «μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος» θα γράψει στην Προκήρυξή-του προς τους Έλληνες (24 Φεβρουαρίου 1821).
Άς προσθέσομε, τέλος, και την μακρά θητεία του Αλέξανδρου Υψηλάντη στον ρωσικό ελευθεροτεκτονισμό[13], η οποία του είχε ήδη προετοιμάσει μια συνείδηση φιλελεύθερη, όπως και όλων των Ρώσων δημοκρατικών αξιωματικών οι οποίοι σε λίγο θα έκαμαν τη δική-τους επανάσταση (Δεκέμβριος 1825) για την άνευ όρων απελευθέρωση των δουλοπαροίκων[14]: στη στοά «Τρείς Αρετές» του Κιέβου (την οποίαν ο ιστορικός Orlando Figes[15] ονομάζει «απ’ τις συνηθέστερες διόδους στο κίνημα των Δεκεμβριστών») θα περάσει ο Υψηλάντης τρία χρόνια κοντά στους μεγάλους Δεκεμβριστές Πεστέλ, Βολκόνσκι και Μουράγιεφ. Εκεί συνδέεται, όπως είδαμε, με τον φιλελεύθερο κόμητα Μιχαήλ Ορλώφ, ο οποίος θα γίνει αργότερα πρόεδρος της στοάς «Οβίδιος»[16] στο Κισινιόφ, όπου θα τον ακολουθήσουν ο Υψηλάντης και άλλοι Έλληνες Φιλικοί.
Στο λαμπρό δοκίμιο του Κωνσταντίνου Σβολόπουλου για την εξέγερση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες (Σβολόπουλος, 2010, σελ. 91), διαβάζομε και τούτη την περιγραφή της πνευματικής κατατομής του Αλέξανδρου Υψηλάντη:
τα ζωηρά πνευματικά-του ενδιαφέροντα, η κλίση προς τη λογοτεχνία, η ενημέρωση πάνω στα σύγχρονα ρεύματα και η ελευθεριότητα της κοινωνικής συμπεριφοράς-του, η μύηση, τέλος, στον τεκτονισμό –εστία βίωσης και διακίνησης των προοδευτικών ιδεών της εποχής– σκιαγραφούν ενα πνεύμα βαθιά ρομαντικό και γνήσια ανήσυχο, ανοιχτό προς τα νέα μηνύματα.
5.2. Εκεί, στις τεκτονικές στοές της Νότιας Ρωσίας, φαίνεται ότι ολοκληρώθηκε κι η σταυρογονιμοποίηση στις δύο μυστικές Εταιρείες: τους Δεκεμβριστές και τους Φιλεταιριστές.
Όταν ο Μ.Φ. Ορλώφ έφθασε στο Κισινιόφ ως διοικητής της 16ης Μεραρχίας (Ιούνιος 1820) θα συγκέντρωνε δίπλα-του πλήθος αξιωματικούς Δεκεμβριστές (π.χ. «τον στρατηγό Πούστσιν, τον ταγματάρχη Ραέβσκι»), οι οποίοι θα σύχναζαν και στο σπίτι του. Ο ανακριτής στρατηγός Βίγκελ (μετά την επανάσταση των Δεκεμβριστών) σημειώνει ότι «αυτό το σπίτι το επισκεπτόταν συχνά, μαζί με άλλους ομοϊδεάτες-του, ο Ρώσος στρατηγός πρίγκηπας Αλέξανδρος Υψηλάντης. Δυστυχώς, βρέθηκε εκεί και ο Πούσκιν […]. Στον φλογερό-τους πατριωτισμό, κόλλησε ο δυτικός φιλελευθερισμός»[17]. Βλέπομε εδώ πώς το κοινό ιδεώδες της Ελευθερίας έφερε σε συνάντηση τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας και της Οργάνωσης των Δεκεμβριστών – κι εκεί φαίνεται οτι άρχισε η μεγάλη φιλία των δύο Αλεξάνδρων (του Υψηλάντη και του Πούσκιν).
«Το κίνημα των Δεκεμβριστών και η Φιλική Εταιρεία επιδρούσαν αμοιβαία, πλουτίζοντας τις προγραμματικές και τακτικές-τους θέσεις με νέες μορφές και μεθόδους επαναστατικού αγώνα» (Ιόββα, σ. 126). Φαίνεται δε ότι και η στοά «Οβίδιος» του Κισινιόφ έπαιξε κομβικό ρόλο εις τούτο, όπως διαπιστώνει ο ερευνητής Ιόββα, σ. 97:
Η στοά Οβίδιος συνδεόταν στενά με το Συμβούλιο του Κισινιόφ, του οποίου έγινε όργανο διάδοσης των ιδεών, [ενώ] στη σύνθεσή-της, η στοά ήταν πιό δημοκρατική από τις άλλες στοές της Ρωσίας. Τεράστια επίδραση στις πολιτικές πεποιθήσεις των Δεκεμβριστών του Κισινιόφ είχε το κίνημα των Φιλικών. Πολλοί απ’ τους Δεκεμβριστές μετείχαν στην ελληνική εξέγερση και ήσαν ενταγμένοι στη στοά Οβίδιος.
Φαίνεται δηλαδή ότι οι Δεκεμβριστές Στρατιωτικοί δέν περιόριζαν τις φιλοδοξίες-τους στην απελευθέρωση των δουλοπαροίκων μόνον, αλλά είχαν περιλάβει και την ελευθερία των Ελλήνων στους ουτοπικούς σκοπούς των. Είναι η «στενή σύναψη της ελληνικής εξέγερσης με το κίνημα των Δεκεμβριστών», που σημείωνε ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Σβολόπουλος[18]. Σε τέτοιον βαθμό, ώστε ο Πρίγκηψ Σεργκέι Γκριγκόριεβιτς Βολκόνσκι (κορυφαίος Δεκεμβριστής, σύνδεσμος των συνωμοτών Βορρά – Νότου[19]) να σημειώνει την ακόλουθη ακραία άποψη: «Ο στρατός βαυκαλιζόταν με την ελπίδα να βαδίσει πέρα απ’ τον Δούναβη, και να λυτρώσει τους Έλληνες απ’ τις αγριότητες των μουσουλμάνων»[20]. Άς σημειωθεί δε ότι ο Πρίγκηψ Βολκόνσκι «μπήκε στην επαναστατική οργάνωση του Ορλώφ μέσω της μασονικής στοάς του Κιέβου – μιάς απ’ τις συνηθέστερες διόδους στο κίνημα των Δεκεμβριστών», κατά τον Figes[21].
Εξίσου χαρακτηριστικό των στενών σχέσεων Φιλεταιριστών και Δεκεμβριστών είναι και το γεγονός ότι «η ίδρυση της στοάς “Οβίδιος” απ’ τον στρατηγό Π.Σ. Πούστσιν έγινε στο σπίτι του Έλληνα Μιχαλάκη Κατσίκα, στο Κισινιόφ» (Ιόββα, σ. 93, 94).
Με το σύνολο αυτών των δεδομένων, αυξάνεται η αξιοπιστία της πληροφορίας ότι, «σε άλλο ντοκουμέντο, αναφέρονται ανοιχτά οι δεσμοί των Φιλικών και των στρατιωτών του 32ου Συντάγματος Κυνηγών, και για την προετοιμασία των τελευταίων να υποστηρίξουν τους εξεγερμένους – τους οποίους [στρατιώτες] είχε προετοιμάσει ο Β.Φ. Ραέβσκι»[22].
5.3. Έτσι, η ιδεολογική σύγκλιση των δύο ομάδων έδωσε νομίζω και το θερμότερο περιβάλλον για την ανάπτυξη της φιλίας δύο σπουδαίων ανδρών – των δύο Αλεξάνδρων, του Υψηλάντη και του Πούσκιν.
Θα μπορούσαμε ίσως να ιχνηλατήσομε έναν πρώτο φιλελληνισμό του Πούσκιν απ’ το γεγονός ότι η πρώτη σύζυγος τού εκ μητρός προ-προπάππου του ήταν η πανέμορφη Ελληνίδα, Ευδοκία Ανδρέου Διοπέρου (Farsolas, 1971, σελ. 57).
Ύστερα, όταν ο Πούσκιν αποφοίτησε απ’ το αριστοκρατικό Πρότυπο Λύκειο (1817), διορίσθηκε ως μαθητευόμενος υπό τον Καποδίστρια (Farsolas, 1971, σ.59).
Ο ίδιος ο Καποδίστριας θα έσωζε τον Πούσκιν απ’ τη Σιβηρία εξαιτίας ενός επαναστατικού-του ποιήματος («μισώ τον θρόνο τον δεσποτικό του – σκλάβοι, κουράγιο, σηκωθείτε!») (Farsolas, 1971, σ. 60)· χατιρικώς, θα στελνόταν «υπό επιτήρηση» στο Κισινιόφ…
Εκεί θα γνωριζόταν με τους Υψηλάντηδες και πλήθος Φιλικών[23], δηλαδή με καλλιεργημένους ελευθερόφρονες, ομοϊδεάτες του Πούσκιν.
Είναι νομίζω αρκετά αυτά τα δεδομένα για να αιτιολογήσουν τον θερμό φιλελληνισμό του Πούσκιν[24].
Επιπλέον, τώρα, στο Κισινιόφ, ο Πούσκιν θα συναντηθεί και μ’ άλλον ένα φιλελληνισμό – το πλήθος των στρατιωτικών που συμμετείχαν στην κίνηση των Δεκεμβριστών. Τους είδαμε στην προηγούμενη παράγραφο 5.2, πόσο ενωμένοι ένιωθαν με τους Φιλικούς.
Ο ποιητής περιγράφει ο ίδιος τη φιλία-του με τους ηγέτες των Δεκεμβριστών στο Κισινιόφ, καθώς και την είσοδό-του στην τεκτονική στοά «Οβίδιος». Γράφει λοιπόν (τον Ιανουάριο του 1826) προς τον ανακτορικό φίλο-του Ζουκόβσκι (επιστολή αριθ. 12, στην έκδοση Shaw, 1967, σ. 302): «Στο Κισινιόφ είχα φιλικές σχέσεις με τον ταγματάρχη Ραέβσκι[25], τον στρατηγό Πούστσιν[26] και τον Ορλώφ[27]. Ήμουνα τέκτων στη Στοά του Κισινιόφ, δηλαδή σ’ εκείνην εξαιτίας της οποίας διαλύθηκαν όλες οι στοές στη Ρωσία». Στην ίδια στοά άλλωστε ανήκαν και οι Φιλικοί.
Έτσι λοιπόν ο Πούσκιν στο Κισινιόφ θα βρισκόταν «κυκλωμένος» από Ελευθερία και Ελλάδα – και θα άφηνε την καρδιά-του να μιλήσει: ανήμερα της εξέγερσης του Υψηλάντη, έγραψε το ποίημα «Πόλεμος» (Farsolas, 1971, σ. 64):
Πόλεμος! Ήρθε επιτέλους ο ξεσηκωμός.
Ξεδιπλωθήκαν οι σημαίες της τιμής.
Εκδικηθείτε – τί γιορτή, το βλέπω το αίμα.
Και λέει (αρχές Μαρτίου 1821) στον Β.Λ. Νταβίντοφ (συνταγματάρχη, Δεκεμβριστή): «Η Ελλάδα επαναστάτησε και ανακήρυξε την ελευθερία της. Στις 21 Φεβρουαρίου, ο στρατηγός πρίγκηπας Αλέξανδρος Υψηλάντης και ο πρίγκηπας Γεώργιος Καντακουζηνός έφθασαν στο Ιάσιο από το Κισινιόφ. Μία είναι η σκέψη όλων, η Ανεξαρτησία της αρχαίας πατρίδας. Όλοι μιλούν για τον Λεωνίδα και τον Θεμιστοκλή» (επιστολή αρ.14, Shaw, σ. 79-80).
Άλλη μια ένδειξη του συναισθηματικού δεσμού του Πούσκιν με την ελληνική υπόθεση είναι και το γεγονός ότι θα γράψει ρωσικό ποίημα με ελληνικό τίτλο «ΕΛΛΕΦΕΡΙΓΙΑ» (Ανάλεκτα Ι, 498, 624, Farsolas, 1971, σελ. 65 – όπου γίνεται λόγος για την Ελευθερία που παίρνει φωτιά και που μπροστά-της σβήνουν οι άλλες χαρές. «Δικός-σου είμαι για πάντα», της λέει).
Από διάφορες ενδείξεις εικάζομε βασίμως πως ο Πούσκιν ήταν έτοιμος να συμμετάσχει στην εκστρατεία του Υψηλάντη. Μία απ’ αυτές είναι και το γράμμα-του προς τον Σ.Ι. Τουργκένιεφ (αρ. 20, Shaw, σελ. 87): «Εάν υπάρχει ελπίδα να γίνει πόλεμος, για όνομα του Χριστού αφήστε-με στη Βεσσαραβία» (21/8/1821). Ήδη «είχαν κυκλοφορήσει φήμες μεταξύ των φίλων-του στην Αγιοπετρούπολη ότι είχε διαφύγει για να ενωθεί με το στρατό των Φιλικών» (Farsolas, 1971, σελ. 66).
«Το πρώτο βήμα του Αλέξανδρου Υψηλάντη είναι έξοχο και λαμπερό. Νεκρός ή νικητής –από τώρα ανήκει στην Ιστορία–, εικοσιοχτάχρονος και μονόχειρ. Τύχη ζηλευτή!» (επιστολή προς Β.Λ. Νταβίντοφ, αρ. 14, Shaw, σελ. 81).
Απ’ τη συντροφιά-τους στο Κισινιόφ, ο Πούσκιν[28] είχε προλάβει να θαυμάσει την προσωπικότητα του Υψηλάντη. Ενθυμούμενος εκείνους τους καιρούς, θα γράψει τούτους τους δυνατούς στίχους μέσα στον Ευγένιο Ονιέγκιν, αναφερόμενος στα ευρωπαϊκά απελευθερωτικά κινήματα:
Πρώτα, η φοβέρα τράνταξε τα Πυρηναία
κι ο Ήφαιστος της Νάπολης ξέρασε φλόγες,
και ο μονόχειρ πρίγκηψ απ’ το Κισινιόφ
για τον Μοριά τα σχέδιά-του ανοίγει.
[απόδοση: Παναγιώτης Ιωαννίδης]
Και, ακόμη πιό σημαντικό: Ο ποιητής θα σχεδιάσει με το χέρι-του κάμποσα σκαριφήματα της ευγενικής φυσιογνωμίας του Υψηλάντη. Αυτού του μεγάλου Έλληνα και Ευρωπαίου πρίγκηπα, τον βασανισμένο και ηρωικό βίο του οποίου αναμιμνησκόμαστε σήμερα.
- ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΡΟΥΘΟ;
Τέλος, θα ήταν άδικο να τελειώσομε αυτή την αναφορά στη γενεσιουργό πράξη της Εθνικής Επανάστασης χωρίς μια βραχύτατη έστω μνεία της μοίρας των Ελλήνων Αγωνιστών μετά την ήττα του Δραγατσανίου. Και ως προς μέν την τύχη του ίδιου του Αλέξανδρου Υψηλάντη και πλείστων συμπολεμιστών-του μετά την ήττα, ο διαθέσιμος χώρος και η ανεπάρκεια των γνώσεών-μου δέν θα απέδιδαν δικαιοσύνη στη σπουδαιότητα του θέματος, άν γινόταν εδώ μια απόπειρα συνοπτικής αναφοράς∙ παραπέμπω βεβαίως στη βιβλιογραφία, όπως ενδεικτικώς: Σβολόπουλος Κ., 2010 και Φωτεινός Η. 1956 (2020).
Ωστόσο, κι αφού μετά το Δραγατσάνι ο Υψηλάντης έφυγε στην Αυστρία, ο δε Γεώργιος Καντακουζηνός διέφυγε στη Ρωσία, οι ηρωικοί εναπομείναντες 700 αγωνιστές θα δώσουν την απέλπιδα μάχη του Σκουλενίου, θα σκοτωθούν σχεδόν όλοι, ο δε Πούσκιν θα γράψει ότι
η μάχη του Σκουλενίου
δεν περιγράφηκε από κανέναν
σ’ όλο της το μεγαλείο
και τον συγκινητικό ρεαλισμό-της.
(Φαρσόλας, 2001, σελ. 53)
Εξ άλλου, χίλιοι περίπου πολεμιστές του Αλέξανδρου Υψηλάντη, παγιδευμένοι στην Οδησσό ή στη Ρουμανία, προτίμησαν να κινηθούν πεζή προς τη Δύση για να φθάσουν στη Μασσαλία και να μπαρκάρουν για την Ελλάδα. Είχαν (μάλλον ορθώς) εκτιμήσει ότι ο απόπλους απ’ την, κατά τα άλλα φιλόξενη, Οδησσό θα ήταν άκρως επικίνδυνος, μιά και οι Τούρκοι έλεγχαν όλα τα λιμάνια του Ευξείνου (Γκέκας, 2019).
Κινήθηκαν λοιπόν μές στο καταχείμωνο προς την Πολωνία και τη Γερμανία – αφού η Αυστροουγγαρία ήταν άκρως εχθρική. Στις δύο κεντρικές χώρες, παρά την εξαιρετική φιλοξενία που κατά διαστήματα δέχθηκαν, φαίνεται ότι εκατοντάδες απ’ αυτούς τους πρόσφυγες-αγωνιστές χάθηκαν ή προτίμησαν να μή συνεχίσουν την απέλπιδα πορεία, χωρίς χρήματα, χωρίς προμήθειες, χωρίς ρούχα κάν.
Ωστόσο, καμιά διακοσαριά απ’ αυτούς κατάφεραν να φθάσουν στη φτωχή μέν (τότε) αλλά συγκινητικά φιλελληνική Ελβετία. Τον Ιανουάριο του 1823, ύστερα απο τέσσερις σχεδόν μήνες πορείας, περνάνε τα σύνορα Γερμανίας-Ελβετίας και μπαίνουν στη μικρή πόλη Tutlingen κατά μικρές ομάδες. Τους περιμένει η απίστευτη έκπληξη των πολυπληθών φιλελληνικών Συλλόγων, σχεδόν σε κάθε πόλη της Ελβετίας, όπου και οργανωμένα αποστέλλονται για φιλοξενία και εκπαίδευση.
Μένουν σχεδόν μισό έτος – διότι η γαλλική κυβέρνηση δέν επιτρέπει τη διέλευσή-τους προς Μασσαλία, παρά μόνον ύστερα απο έμμονα διαβήματα της ελβετικής κυβέρνησης.
Θα φθάσουν τελικώς στη Μασσαλία, έχοντας διανύσει περίπου 3.000 χιλιόμετρα διασχίζοντας την Ευρώπη. Τον Ιούλιο του 1823 άρχισε η πολυπόθητη επιστροφή προς την πατρίδα απ’ τη Μασσαλία. Κόστισε στους Ελβετούς 22.000 ελβετικά φιορίνια – κάτι λιγότερο από ένα εκατομμύριο σημερινά ευρώ.
Αργότερα, θα έστελναν συγκινητικές επιστολές ευγνωμοσύνης προς τους Ελβετούς. Κι αυτός θα είναι ο τελευταίος απόηχος της τραγικής διάβασης του Προύθου.
Άλλη μιά διεθνική πτυχή (μάλλον λησμονημένη) απ’ την έναρξη του Αγώνα – τί να πρωτοθυμηθείς, άλλωστε, απ’ αυτό το έπος.
Ευχαριστίες: Στον οτρηρόν Α. Στεφανίδην είμαι υπόχρεος για την προσφερθείσα βιβλιογραφική άρδευση. Ευχαριστώ δε και τον Κ. Γιαννακόν, την Κ. Παλυβού και την Ξ. Κρασίκοβα για την ανάλογη συμπαράσταση στις βιβλιογραφικές αναζητήσεις.
Σημείωση: Το σύστημα τονισμού σ’ αυτό το άρθρο, ακολουθεί τις απόψεις της ανακοίνωσης Θ.Π. Τάσιου: «Για ένα ορθολογικότερο τονικό σύστημα», Πρακτικά «Συνεδρίου για την ελληνική γλώσσα, 1976-1996», Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τομέας Γλωσσολογίας, Δεκέμβριος 1996.
Βιβλιογραφικές παραπομπές
-Γκριγκόρι Λ. Άρς, Η Φιλική Εταιρεία στη Ρωσία, πρόλογος: Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, μετάφραση: Γιώτα Ματέρη, Δημήτρης Πατέλης, Παπασωτηρίου, Αθήνα 2011
-Tatiana Bakounine, Répertoire biographique des francs-maçons russes (XVIIIe et XIXe siècles), δεύτερη έκδοση, Paris, Institut d'études slaves, 1967
-Notis Botzaris, Visions Balkaniques dans la préparation de la Révolution Grecque (1789-1821), Libraire Minard, Paris1962
-Γεώργιος I. Γκέκος, Η Επιστροφή. Αγωνιστές του Α. Υψηλάντη στον δρόμο για την Ελλάδα, 1822/1823, Καπόν, Αθήνα 2019
-Demetrios J. Farsolas, “Al. Pushkin. His attitude toward the Greek Revolution”, Balkan Studies, 12/1/1971 (σ. 57-80).
-Orlando Figes, Ο χορός της Νατάσας. Μια πολιτιστική Ιστορία της Ρωσίας. Από τον Μεγάλο Πέτρο στον Τολστόι, μετάφραση: Χρήστος Οικονόμου, Ηλέκτρα, τόμος πρώτος, Αθήνα 2006
-Ρ.Γ. Ζουίκοβα, «Σχεδιαστικά πορτραίτα του Πούσκιν. Κατάλογος στοιχείων», Ντμίτρι Μπουλάβιν, Αγιοπετρούπολη, 1996 (στα ρωσικά)
-Ιβάν Φιλιμόνοβιτς Ιόββα, Οι Δεκεμβριστές του Νότου και το ελληνικό εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1986
-Ιάκωβος Μιχαηλίδης, «Πώς κρίνεται η στάση της Ρωσίας απέναντι στο κίνημα του Αλέξανδρου Υψηλάντη», στις «Απαντήσεις για το 1821», Καθημερινή, 2021
-Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, Κατακτώντας την ανεξαρτησία. Δέκα δοκίμια για την Επανάσταση του 1821, Πατάκη, Αθήνα 2010
-Βασίλης Παναγιωτόπουλος, «Η Φιλική Εταιρεία», στο Η Ελληνική Επανάσταση 1821-1832, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003
-Βασίλης Παναγιωτόπουλος, Κωνσταντίνος Καντιώτης, Κερκυραίος, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα 2019
-Εμμανουήλ Γ. Πρωτοψάλτης (επιμ.), Η Φιλική Εταιρεία, Ακαδημία Αθηνών, 1964
-J. Thomas Show, The letters of Alexander Pushkin, translated, with preface, introduction and notes, The University of Wisconsin Press, Madison, Milwaukee, and London, 1967
-Θ.Π. Τάσιος, 5 μαθήματα ζωής, Αγγελάκης, Αθήνα 2015
-Δημήτριος Ι. Φαρσόλας, Ο Αλέξανδρος Πούσκιν και η ελληνική επανάσταση 1821-1829, Φιλίστωρ, Αθήνα 2001
-Σ.Α. Φομήτσεφ, Σχέδια του Πούσκιν, Οίκος Πούσκιν, Αγιοπετρούπολη, 1993 (στα ρωσικά)
-Ηλίας Φωτεινός, «Οι άθλοι της εν Βλαχία ελληνικής επαναστάσεως, το 1821 έτος» [1846], εισ. - σχόλια: Κ. Χατζηκυριακίδης, Καθημερινή, 2020.
ΛΕΖΑΝΤΕΣ
------------------
ΠΡΩΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 1821
Αλέκος Παπαδάτος
----------------------
Η διάβαση του ποταμού Προύθου στη Μολδαβία από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη τον Φεβρουάριο του 1821. Λιθογραφία του Peter von Hess, Μόναχο, 1852. Ο πρωτότυπος πίνακας βρίσκεται στη Στοά Arcaden του κήπου τού Λουδοβίκου στο Μόναχο. Αντίγραφό-του βρίσκεται στην Αθήνα στο Μουσείο Μπενάκη. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης απεικονίζεται, φορώντας στολή ιερολοχίτη, να περνάει τον ποταμό Προύθο (σύνορο τότε της νότιας Ρωσίας με την ηγεμονία της Μολδαβίας) και να υψώνει την σημαία της Επανάστασης ως κεφαλή της Φιλικής Εταιρείας. Τον υποδέχεται ο Μιχαήλ Σούτσος, ο ηγεμόνας της Μολδαβίας, επίσης μυημένος στη Φιλική Εταιρεία. Ορισμένα στοιχεία δεν παρουσιάζονται με ακρίβεια, όπως το σήμα των ιερολοχιτών απεικονίζεται χωρίς τον σταυρό, το χαμένο χέρι του Υψηλάντη φαίνεται να είναι το αριστερό αντί για το δεξί και ο Φοίνιξ (το μυθολογικό πουλί που ξαναγεννιέται απ' τις στάχτες του) πάνω στη σημαία δεν αποδίδεται καθαρά.
Peter von Hess / Στοά Arcaden
Εφοδιαστικό της Φιλικής Εταιρείας. «Εις το όνομα της μελλούσης σωτηρίας Καθιερώνω Ιερέα Φιλικόν και αφιερώνω εις την αγάπην της Φιλικής Εταιρείας και εις την υπεράσπισιν των Μεγάλων Ιερέων των Ελευσίνιων τον συμπολίτην κυρ Βαγγέλη Κεφαλληναίον, ετών τριάντα οκτώ, επαγγέλματος εμπορικού, ως θερμόν υπερασπιστήν της Εταιρείας και της πατρίδος κατηχηθέντα και ορκωθέντα παρ’ εμού (Σ.Κ.) 9, Πάτρα, έτει των Φιλικών, 24 Ιανουαρίου». Δημοσιεύεται στο Εμμ. Γ. Πρωτοψάλτης (επιμ.), Η Φιλική Εταιρεία, Ακαδημία Αθηνών, 1964, σ. 159.
Αργολική Βιβλιοθήκη
Πορτρέτο του Αλεξάντερ Πούσκιν από τον Ορέστ Κιπρένσκι.
Ορέστ Κιπρένσκι
[1] Άς προστεθεί εδώ ότι η ταχύτητα της συνάντησης του Ξάνθου (την επομένη της άφιξής-του στην Πετρούπολη) με τον Καποδίστρια οφείλεται στον αρχιοικονόμο του Καποδίστρια Κωνσταντίνο Καντιώτη (τον «Αγαπητόν» στην συνωμοτική γλώσσα της Φιλικής Εταιρείας), ο οποίος ήταν μέλος και της στοάς “Les Amis Réunis” της Πετρουπόλεως [Παναγιωτόπουλος, 2019, σελ. 50 και 19].
[2] Η σπουδαία αυτή ανάθεση δέν άρεσε σε μερικούς άλλους υψηλά ιστάμενους της Φ.Ε. (Ιγνάτιος, Καρατζάς, Μαυροκορδάτος), αλλα το έθνος είχε ήδη εισέλθει στην πολεμική-του περίοδο…
[3] Μια πολύ καλή σύνοψη των προς τούτο σημαντικών ενεργειών του Αλέξανδρου Υψηλάντη βρίσκει κανείς και στον Ρώσο ιστορικό Γ.Λ. Αρς, 2011 (σελ. 341-348).
[4] Θα τον κατηγορήσουν μετά γιατί δέν την τήρησε ο ίδιος ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Θα ιδούμε όμως σε λίγο τα τραγικά διλήμματα ενώπιον των οποίων βρέθηκε.
[5] Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι η ιδέα αυτή δέν ήταν τελείως καινούργια. Μετά από πείρα αιώνων, είχε ωριμάσει και φαίνεται ότι είχε διατυπωθεί και από τον πρίγκηπα Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο τον Φιράρη, ο οποίος είχε διαφύγει απ’ τη Μολδαβία το 1787 μετά την αποκάλυψη απ’ την Πύλη των σχεδίων-του για μια ελληνορουμανική επανάσταση (Botzaris, p. 74).
[6] Αλλά υπήρχε η βάσιμη ελπίδα ότι θα υπερίσχυε η προσωπική σχέση με τον Τσάρο, καθώς κι η προαιώνια επιθυμία των Ρώσων να κατέβουν στο Αιγαίο. Άλλες όμως συμπτώσεις θα άλλαζαν αυτήν την εύλογη προοπτική, όπως θα ’δούμε.
[7] N. Botzaris, σελ. 119.
[8] Στο σημείο αυτό δέν ξέρει κανείς άν πρέπει να αναγνωρίσει έναν απόηχο των ουτοπιών του Ρήγα ή μια νέα πρακτική ιδέα που θα ανέκυπτε απ’ τους κοινούς αγώνες κατά του κατακτητή – αλλά που ήταν ακόμη πολύ ασαφής για να έχει πιό συγκεκριμένο όνομα. Πιθανώς να επρόκειτο γι’ άλλη μιά (κατανοητή για την εποχή) μεγαλοστομία. Θα μπορούσε όμως να ήταν και μια απόπειρα εντυπωσιασμού του Ομπρένοβιτς…
[9] Μπορεί κανείς να πιθανολογήσει σήμερα ότι οι άνθρωποι αυτοί θα προέρχονταν απ’ τους ορεσίβιους έκνομους Βουλγάρους – ένα είδος «κλεφτών» ίσως (τους χαντούκους).
[10] Ιδού άλλη μία διεθνικού χαρακτήρα δράση, η οποία δέν ακούγεται συχνά μεταξύ μας.
[11] Στην τόσο ριζική μεταβολή της στάσης του Τσάρου, φαίνεται ότι έπαιξε αποφασιστικό ρόλο και ο Μέττερνιχ «ο οποίος κατάφερε να πείσει τον Τσάρο ότι δήθεν ο Υψηλάντης έχει μυστική αλληλογραφία α) με τους Γάλλους φιλελευθέρους, β) με τους Καρμπονάρους της Νάπολης και γ) με τους Ισπανούς συνταγματικούς» (Ιόββα, 1986, σελ. 25).
[12] Με βάση τις απόψεις του διακεκριμένου Ιστορικού Ι. Ιόββα, υπέρ της πληρότητας του επαναστατικού σχεδίου του Υψηλάντη, θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω και τη γνώμη του δεκεμβριστή επαναστάτη Π.Ι. Πέστελ: «την επιχείρηση του πρίγκηπα Υψηλάντη μπορούμε να [τη] θεωρήσουμε ως αποτέλεσμα απο καιρό καταρτισμένου και ώριμα μελετημένου σχεδίου, το οποίο αγκάλιαζε όλη την Ελλάδα» (Ιόββα, 1986, σελ. 18). Ωστόσο, θα μου ’πείς πως ούτε τα σχέδια του ίδιου του Πέστελ, τον Δεκέμβριο του 1825, θα αποδειχθούν καλά μελετημένα…
[13] Bakounine, 1967 (σελ. 220): απ’ το 1810 στη στοά «Παλαιστίνη» και κατόπιν στη στοά «Τρείς Αρετές».
[14] «Ο τεκτονισμός έγινε ο ιμάντας μεταβίβασης των μυστικών επαναστατικών εταιρειών. […]. Στη στοά “Οβίδιος” ανήκαν οι πρόσφυγες απ’ την Ελλάδα […]» (Ιόββα, 1986, σελ. 93, 94, 96).
[15] Orlando Figes, Ο χορός της Νατάσας. Μια πολιτιστική Ιστορία της Ρωσίας. Από τον Μεγάλο Πέτρο στον Τολστόι, μετάφραση: Χρήστος Οικονόμου, Ηλέκτρα, τόμος πρώτος, Αθήνα 2006 (σελ. 129).
[16] Ι. Ιόββα: 1986, σελ. 93.
[17] Φ.Φ. Βίγκελ, Σημειώσεις, Μόσχα 1928, τόμος δεύτερος, σελ. 211-212 (Ιόββα, σελ. 81, 82, 137).
[18] Γκριγκόρι Λ. Άρς, Η Φιλική Εταιρεία στη Ρωσία, πρόλογος: Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, μετάφραση: Γιώτα Ματέρη, Δημήτρης Πατέλης, Παπασωτηρίου, Αθήνα 2011, σ. 10.
[19] Θ.Π. Τάσιος, 5 μαθήματα ζωής, Αγγελάκης, Αθήνα 2015, σ. 103.
[20] Αρχείο του Δεκεμβριστή Σ.Γ. Βολκόνσκι, Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ (Ιόββα, σ. 102, 139).
[21] Orlando Figes: 2006, σελ. 129.
[22] Ιόββα, σ. 111 και σ. 113.
[23] Το Κισινιόφ ήταν «πόλος των Ελλήνων»: πολύ κοντά στην πλούσια ελληνική παροικία της Οδησσού και δίπλα στα σύνορα με την ελληνο-ηγεμονευόμενη Μολδαβία.
[24] Ο καθηγητής Δ.Ι. Φαρσόλας αφιέρωσε ενα λαμπρό βιβλίο στο θέμα αυτό (Ο Α. Πούσκιν και η Ελληνική Επανάσταση, Φιλίστωρ, Αθήνα 2001), με πρόλογο Κ. Κουτσούκη.
[25] Β.Φ. Ραέβσκι, εξορίσθηκε τελικώς στη Σιβηρία (Shaw, σ. 316).
[26] Π.Σ. Πούστσιν, ο ιδρυτής της στοάς του Κισινιόφ (Shaw, σ. 316).
[27] Μ.Φ. Ορλώφ, ιδρυτικό μέλος της Ένωσης για την Ευημερία (διοικητής της 16ης Μεραρχίας∙ εξαναγκάσθηκε σε παραίτηση απ’ το στρατό (Shaw, σ. 316). Βλ. και Τάσιος: 2015, σελ. 100.
[28] Αργότερα, βέβαια, ο Πούσκιν (όπως και πολλοί φιλέλληνες) θα απογοητευθεί απ’ την αποτυχία της εξέγερσης στις Παραδουνάβιες περιοχές, καθώς άλλωστε και με τις επαναστάσεις στην Ιβηρική και στην Ιταλία. Θα περάσει μάλιστα μια περίοδο φόβου της αναρχίας εκ των κάτω, αλλά και υποτίμησης της αξίας των σύγχρονων Ελλήνων, όταν θα τους βλέπει να πολεμάνε μεταξύ τους – μέχρι σημείου να ενοχληθούν πολλοί απ’ τους φίλους-του στην Αγιοπετρούπολη. Τους διαβεβαίωσε όμως ότι «δέν έπρεπε να πιστεύετε ότι η καρδιά-μου θα μπορούσε ποτέ να νιώσει άσχημα για τους ευγενείς αγώνες ενός λαού, στο δρόμο για την αναγέννησή του» (Farsolas, 1971, σελ. 77).