Σύνδεση συνδρομητών

Το τίμημα της αναγόρευσης του Διονυσίου Σολωμού σε εθνικό ποιητή

Τετάρτη, 24 Μαρτίου 2021 22:01
Ο Διονύσιος Σολωμός. Σχέδιο του Σπ. Προσαλέντη, λιθογραφία του Κ, Γρούδμαν. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Εβδομάς», 25 Μαρτίου 1884.
Εβδομάς
Ο Διονύσιος Σολωμός. Σχέδιο του Σπ. Προσαλέντη, λιθογραφία του Κ, Γρούδμαν. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Εβδομάς», 25 Μαρτίου 1884.

Για ποιον λόγο επελέγη ο Διονύσιος Σολωμός ως ποιητής του Εθνικού Ύμνου; Και πώς αυτό συνέβαλε ώστε να αποκτήσει τα γενικότερα χαρακτηριστικά του εθνικού ποιητή ο Σολωμός, μετεξελισσόμενος από ποιητή του Εθνικού Ύμνου σε  εθνικό ποιητή; Το κείμενο μιας παλαιότερης ομιλίας του Ευάγγελου Βενιζέλου, αναδημοσίευση από το Books' Journal, τχ. 75, Μάρτιος 2017.

 Κατ' αρχάς θα έπρεπε ίσως ν’ αποσαφηνίσουμε τί σημαίνει «εθνικός ποιητής», γιατί η σχολική ανάγνωση του Διονυσίου Σολωμού, ακόμη και η επίσημη ιστορία περί Διονυσίου Σολωμού, δίνει μια πολύ απλοϊκή εξήγηση στην ερώτηση: γιατί ο Σολωμός είναι εθνικός ποιητής;

Είναι εθνικός ποιητής γιατί είναι ο ποιητής του Εθνικού Ύμνου. Αλλά σε πολλές άλλες χώρες, σε πολλές άλλες εθνικές συνειδήσεις και σε πολλές άλλες γλώσσες, ο εθνικός ποιητής ή οι εθνικοί ποιητές δεν είναι οι ποιητές του εθνικού ύμνου του αντίστοιχου εθνικού κράτους. Είναι οι ποιητές που έχουν συμβάλει στην εθνογένεση, στην εθνική αυτοσυνειδησία, στην ανάδειξη της εθνικής γλώσσας, συνιστούν ένα σήμα κατατεθέν για τη λογοτεχνία και, άρα, για τη συλλογική μνήμη   μιας εθνικής κοινότητας. Αλλά δεν είναι κατ’ ανάγκην και οι ποιητές του εθνικού ύμνου που είναι ένα έμβλημα – ένα έμβλημα όχι εθνικό, αλλά  κρατικό. Διότι η διαδικασία της εθνογένεσης, όπως γίνεται γενικότερα αποδεκτό πλέον στην επιστημονική συζήτηση, είναι αντίστροφη. Το κράτος είναι αυτό που γεννά την εθνική ταυτότητα και την εθνική συνείδηση. Προηγείται το εθνικό κράτος της εθνικής ταυτότητας.

Έχει λοιπόν σημασία να δούμε το λόγο για τον οποίο έγινε η επιλογή του Διονυσίου Σολωμού ως ποιητή του Εθνικού Ύμνου και πώς αυτό συνέβαλε ώστε να αποκτήσει τα γενικότερα χαρακτηριστικά του εθνικού ποιητή ο Σολωμός, μετεξελισσόμενος από ποιητή  του Εθνικού Ύμνου σε  εθνικό ποιητή.

Ήδη μετά τη δημοσίευση του Ύμνου εις την Ελευθερίαν, που έγινε όταν ο Σολωμός ήταν  πολύ νέος, άρχισε να πληρώνει το τίμημα αυτής της ταύτισης  με τον επίσημο εθνικό ποιητικό λόγο.  Αυτό νομίζω ότι τον έκανε εξαιρετικά διστακτικό στο να δημοσιεύει άλλα έργα του, προφανώς φοβούμενος ότι μπορεί να μειώσει την αξία και την καθαρότητα του εθνικού μηνύματος του Ύμνου εις την Ελευθερίαν, που δεν είχε ακόμη καταστεί βεβαίως Εθνικός Ύμνος –οι δυο πρώτες στροφές– αλλά ήταν ένα έργο που κωδικοποιούσε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αφήγηση για την εθνική  εξέγερση  των Ελλήνων. Ζήτημα  στο οποία θα επανέλθω σε λίγο, γιατί κατά τη γνώμη μου, μπορεί να συνιστά και ένα τμήμα της εξήγησης γι’ αυτό που μας συμβαίνει σήμερα.

Υπό την έννοια αυτή, λοιπόν, ο Διονύσιος Σολωμός, σε αντίθεση π.χ. με τον Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, αν θεωρήσουμε ότι είναι ο εθνικός ποιητής της Αγγλίας, ή σε αντίθεση με τον Πούσκιν, αν θεωρήσουμε ότι αυτός είναι ο ρώσος εθνικός ποιητής, καθίσταται  και ποιητής του Εθνικού Ύμνου και εθνικός ποιητής.  Δεν μπορούμε να πούμε π.χ.  το ίδιο για τον ποιητή της Μασσαλιώτιδος, ο οποίος δεν νομίζω ότι είναι ο εθνικός ποιητής της Γαλλίας, με την έννοια της συμβολής του στην εθνική συνείδηση και στην εθνική γλώσσα.

Είναι λοιπόν ο Διονύσιος Σολωμός ποιητής του Εθνικού Ύμνου, που σημαίνει ποιητής εμβληματικός και επίσημος, δηλαδή  κρατικός, που καθίσταται  εθνικός ως  ποιητής της εθνογένεσης, κατά τη διάρκεια της διεκδίκησης εθνικού κράτους και μετά την απόκτηση εθνικού κράτους.

 

Η ποιητική και αφηγηματική ακεραιότητα της εθνικής κυριαρχίας ενός προτεκτοράτου
Ο Σολωμός είναι ποιητής εντεταλμένος εκ των πραγμάτων  να διατυπώσει τον αυθεντικό εθνικό ποιητικό λόγο, την επίσημη ποιητική εθνική αφήγηση, άρα είναι ο ποιητής που εκφράζει την ιδεολογία της εθνικής ανεξαρτησίας και παλιγγενεσίας, την επαναστατική νομιμοποίηση δηλαδή του νέου ελληνικού κράτους. Ως τέτοιος προσπαθεί να προσφέρει την ποιητική και αφηγηματική ακεραιότητα της εθνικής κυριαρχίας ενός προτεκτοράτου.

Γιατί υμνεί και αφηγείται την επαναστατική αφύπνιση ενός έθνους που συνεπάγεται τη  γένεση ενός κράτους το οποίο  εμφανίζεται ως κυρίαρχο, ενώ έχει γεννηθεί ως μη κυρίαρχο. Έχει γεννηθεί ως προτεκτοράτο, δηλαδή ως προϊόν της διπλωματικής βούλησης των μεγάλων δυνάμεων της εποχής. Διότι η ελληνική επανάσταση της ανεξαρτησίας ηττήθηκε στρατιωτικά. Και η ήττα αυτή αποκαθίσταται από την παρέμβαση των μεγάλων δυνάμεων, παρέμβαση πολιτική, διπλωματική, αλλά εν τέλει και στρατιωτική. Διότι αλλιώς δεν θα μπορούσε να συντελεστεί η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας, παρά τη βοήθεια, ιδίως της Μεγάλης Βρετανίας, μέσω των δανείων της ανεξαρτησίας.

Τα δάνεια της ανεξαρτησίας τα εκλαμβάνουμε ως τοκογλυφικά και καταπλεονεκτικά, επειδή στην Ελλάδα έφτασε ένα πολύ μικρό ποσοστό της ονομαστικής τους αξίας.  Αλλά το γεγονός ότι ένα έθνος σε εξέγερση, το πρώτο που προσπαθούσε ν’ αποσπαστεί από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και το οθωμανικό χρέος που ήταν το μεγάλο ζήτημα στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου της εποχής, έπαιρνε δάνειο, σήμαινε ότι είχε προοπτική κυριαρχίας. Γι’ αυτό και το χρέος στις ξένες γλώσσες ονομάζεται «κυρίαρχο χρέος». Γιατί η σύναψη δανείων και η έκδοση ομολόγων είναι πράξη κυριαρχίας.

 

Η υποκατάσταση της νίκης από την αυτοθυσία και την ήττα

Όλα αυτά τελικά μετατρέπονται σε μια ποιητική  αφήγηση η οποία  καταφέρνει να υποκαταστήσει τη νίκη που δεν ήρθε ποτέ, από την αυτοθυσία και την ήττα. Έχει, άλλωστε, υφολογικά, το πλεονέκτημα του ρομαντισμού .

Υμνεί την ήττα, υμνεί τη θυσία, υμνεί την πολιορκία και την έξοδο και αυτό μετατρέπεται σε ηθική νίκη. Άρα, μετατρέπεται σε στοιχείο της εθνογένεσης, η οποία δεν βασίζεται σε μια στρατιωτική νίκη, αλλά σε μια στρατιωτική ήττα – η οποία μετασχηματίζεται σε ιδεολογική νίκη. Και αυτό επηρεάζει το σύνολο της καταστατικής νεοελληνικής ιστοριογραφίας, κυρίως όμως την  ελληνική συλλογική συνείδηση. Δεν είναι τυχαίο ότι είμαστε ένα από τα έθνη που γιορτάζει τις ήττες του. Και έχει μια υπερευαισθησία ως προς την ανεξαρτησία του, επειδή ήταν εκ γενετής εξαρτημένο. Έπρεπε άλλωστε να γίνει μια επιλογή μεταξύ της ήττας απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ή της περιορισμένης ανεξαρτησίας υπό την εγγύηση και την αιγίδα, αλλά και υπό τον έλεγχο, των μεγάλων δυνάμεων της εποχής.

Αυτό είναι το μεγάλο ιδεολογικό, ας το πούμε έτσι, εφεύρημα του Ύμνου εις την Ελευθερίαν που νομίζω ότι εισέρχεται με ορμή στη μήτρα της σύγχρονης ελληνικής κρατικής και κοινωνικής ιδεολογίας, ενώ όταν συμβαίνουν αυτά δεν υπάρχει στην πραγματικότητα ούτε κράτος ούτε κοινωνία. Υπάρχει ένα μόρφωμα που τείνει να είναι έθνος και που γίνεται έθνος σταδιακά μετά τη δημιουργία του κράτους, καθ’ ον τρόπο δημιουργήθηκε το κράτος.

 

Η λειτουργία του Ποιητή της Επανάστασης

Υπό την έννοια αυτή, ο ποιητής του Ύμνου είναι πολύ σημαντικός, αλλά βέβαια δεν είναι ο πλήρης ποιητικός Σολωμός, καθώς έπρεπε να θυσιάσει ένα μέρος της ποιητικής του φυσιογνωμίας για να διασφαλίσει την πρώτη λειτουργία του, τη λειτουργία του  Ποιητή της Επανάστασης.

Για μεγάλη περίοδο λοιπόν, περίπου από το 1825 ώς το θάνατό του, στην πραγματικότητα ο ποιητής προηγείται της ποίησης. Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές  αν μπορεί να υπάρξουν ποιήματα χωρίς ποιητή. Νομίζω ότι  δεν  μπορούν, ο ποιητής είναι συστατικό της ποίησης. Η στάση, η συμπεριφορά, η πόζα του ποιητή, όλα αυτά συνιστούν μια πολύ μεγάλη επένδυση στην ποιητική του τέχνη.

Ο Διονύσιος Σολωμός την κάνει την επένδυση αυτή. Ακόμη και το προσωπικό δράμα, ακόμη και η προσωπική αντιδικία σε σχέση με το status το αστικό και  περιουσιακό, όλα αυτά, μαζί με την υπαινικτική  συζήτηση ως  προς  την ερωτική του διάθεση και συμπεριφορά και τις προσωπικές του σχέσεις, συνιστούν μια ποιητική στάση κατ’ εξοχήν ρομαντική.  Η πόζα του ποιητή είναι ένα στοιχείο της ρομαντικής ποίησης στην οποία ανήκει ο Σολωμός και  έτσι προηγείται ο ποιητής και η ενασχόλησή του με το να φιλοτεχνηθεί το πορτρέτο του, της υπόλοιπης ποίησής του καθ’ εαυτής. Ίσως αυτό είναι το πρώτο μεγάλο τίμημα που πληρώνει ο Σολωμός για να είναι εθνικός ποιητής.

 

Οι καταναγκασμοί του εθνικού ποιητή

Ο Σολωμός, ωστόσο, συμπιέζεται υπερβολικά ανάμεσα στην απόλυτη συμβολική αφαίρεση, που είναι εν τέλει η χρήση δυο στροφών του Ύμνου εις την Ελευθερίαν ως Εθνικού Ύμνου –που χάνει σταδιακά το ποιητικό  νόημά του, γίνεται ένας ήχος,  μια τελετουργία,  το απόσπασμα ενός ολοκληρωμένου έργου, μια αίσθηση όπως η σημαία ή  το εθνόσημο–, και στην απόλυτη βιωματική συγκεκριμενοποίηση που είναι η οικογενειακή, προσωπική, σωματική –έχει σημασία αυτό γιατί ενσωματώνεται ο ποιητής στην πόζα του και την ποίησή του– και η  οικονομική του κατάσταση.

Αρχίζουν έτσι  οι καταναγκασμοί του εθνικού ποιητή, οι οποίοι πολλαπλασιάζονται κατά τρόπο ραγδαίο. Κατ' αρχάς, ο εθνικός ποιητής είναι αναπόφευκτο να καταστεί αντικείμενο της εθνικής συνωμοσιολογίας. Από τότε. Αρχίζει η συζήτηση γύρω από το αν ο εθνικός ποιητής οφείλει να είναι   πατριώτης, δηλαδή Έλλην και όχι φιλέλλην, Έλλην από μοίρα κι όχι από επιλογή. Πρέπει να είναι πατριώτης ως φρόνημα  και, επιπλέον,  πατριωτικός ως εξωτερική  συμπεριφορά.

Πρέπει να είναι εμφανώς πατριώτης και κυρίως πατριωτικός  στη συμπεριφορά του και στο λόγο του. Και πώς μπορεί να είναι πατριώτης και πατριωτικός και ακέραιος Έλλην αυτός που είναι δεδηλωμένα δίγλωσσος, που ανήκει  στην  Ιόνια Πολιτεία και που εμφανίζεται κατά καιρούς ως εβραίος με τις παραλλαγές του επιθέτου του  (μέσα στον έκδηλο αντισιωνισμό της εποχής), ως τέκτων με υποψία ομοφυλοφιλίας, ανέραστος ενδεχομένως, ακόμη και ανορθόγραφος, χωρίς καν  το τεκμήριο της φυσικής  επαφής με τη  γλώσσα.

Αποκορύφωση της αμφισβήτησης του πατριωτισμού του είναι η συζήτηση για την   περιβόητη έκφρασή του «Κλείσε μέσα στην ψυχή σου την Ελλάδα και θα αισθανθείς μέσα σου να λαχταρίζει κάθε είδους μεγαλείο», που στην επόμενη εκδοχή αυτό γίνεται «Κλείσε μέσα στην ψυχή σου την Ελλάδα o altra cosa» (ή άλλη μεγάλη υπόθεση, δηλαδή, όχι αναγκαστικά την Ελλάδα).

Εν πάση περιπτώσει, αφού έχει καταστεί  εθνικός ποιητής, αναγορεύεται και «ποιητής της εθνικής μνήμης» από τον Αποστολάκη, τον πρώτο καθηγητή της νέας ελληνικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (σε αντίθεση με τον Κάλβο και τον Παλαμά που θεωρούνται ποιητές της ανάμνησης), γιατί είναι ο μάρτυς του αγώνα, όχι αυτός που έχει μαρτυρήσει αγωνιστικά, αλλά αυτός που καταθέτει τη μαρτυρία των γεγονότων  του αγώνα.

 

Η αλήθεια των γεγονότων και η λήθη των καταστάσεων

Και βέβαια, είναι ο μάρτυς της κορυφαίας στιγμής που δεν είναι νικηφόρα, αλλά ηρωική λόγω της αυτοθυσίας. Αυτός είναι που καταγράφει την αλήθεια των γεγονότων και τη λήθη των καταστάσεων. Στη μεγάλη σύγκρουση μεταξύ ιστορίας των γεγονότων που είναι η απλοϊκή εκδοχή της ιστορίας και της  ιστορίας των καταστάσεων που απορρέει από τη  σύνθετη  επιστημονική μελέτη της Ιστορίας, ο Διονύσιος Σολωμός είναι ποιητής της αλήθειας των γεγονότων. Αλλά,  ως ποιητής, δεν μπορεί να παρουσιάσει  τις  καταστάσεις,  υποκαθιστώντας τον ελλείποντα κριτικό επιστημονικό ή πολιτικό λόγο. Γεννιόμαστε άλλωστε  ως εθνικό κράτος αναδεικνύοντας επιλεγμένα γεγονότα, αλλά έχοντας προφανή  αδυναμία  να αφομοιώσουμε συλλογικά τις καταστάσεις της ιστορικής μας εξέλιξης και της εθνογένεσής μας.

 

Ο εθνικός ποιητής δεν ανήκει στο mainstream

Ο εθνικός ποιητής  έχει  επίσης την εξής  ιδιομορφία: δεν ανήκει  στο mainstream. Ανήκει στη δυτική εκδοχή της Ελλάδας και όχι στην ανατολική. Ανήκει στο πιο δυτικό τμήμα της Ελλάδας, άρα στη σύγκρουση μεταξύ Ανατολής και Δύσης και στην περιπέτεια του συνεχούς κύκλου, η Δύση της Ανατολής και η Ανατολή της Δύσης. Ο Σολωμός είναι στη  Δύση, είναι Γραικός, δεν είναι Ίων.

Στο Μεσολόγγι γίνεται ο αγώνας, αυτός είναι στη Ζάκυνθο και βλέπει, υπό καθεστώς Ενετοκρατίας, Γαλλοκρατίας, Αγγλοκρατίας. Αυτός δεν υπόκειται  ποτέ στην  οθωμανοκρατούμενη Ελλάδα, είναι πάντα της δυτικοκρατούμενης Ελλάδας. Είναι μια εκδοχή του Ελληνισμού και της ελληνικότητας πιο προσιτή στο φιλελληνικό κίνημα, δυτικότροπη, πολύ πιο κοντά στον Μπάυρον. Αυτό νομίζω ότι τον  φέρνει  πολύ πιο κοντά και στον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό και στον Ευρωπαϊκό Ρομαντισμό. Είναι άλλωστε  λογικό ο ποιητής μιας ρομαντικής εθνικής εξέγερσης που συγκινεί και το φιλελληνικό κίνημα το οποίο είναι εν πολλοίς ρομαντικό να είναι κι αυτός ρομαντικός ποιητής.

 

Η αναπαραστατικότητα του Διονυσίου Σολωμού

Η performance του ποιητή  έχει επίσης  πολύ μεγάλη σημασία, όση και ο ποιητικός του λόγος. Γι’ αυτό και ο ποιητικός λόγος του Σολωμού είναι έντονα αναπαραστατικός. Δεν μπορείς να τον αντιληφθείς  χωρίς εικόνες.

Ας πάρουμε τον Κρητικό, που θεωρείται το πιο ώριμο και σύνθετο έργο του. Δεν μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να το αντιληφθεί ο σημερινός αναγνώστης, αν δεν έχει δει ταινίες όπως ο Τιτανικός – και αναφέρομαι στη γνωστή  σκηνή  που παγώνει ο νέος και σώζεται η νέα.

Είναι έντονα αναπαραστατικός ο λόγος του περί ελευθερίας, γιατί πρέπει ο Ντελακρουά να μπορεί να κάνει πίνακες. Είναι αναπαραστατικά όμως και τα άλλα θεμελιώδη στοιχεία της ποίησής του, ο έρωτας, ο θάνατος, ο  θεός, η  απαισιοδοξία, η μελαγχολία, που είναι τα μεγάλα μοτίβα του ευρωπαϊκού ρομαντισμού.

Ο ίδιος όμως ο  Σολωμός αμφισβητεί την ένταξή του στον ρομαντισμό.  Δεν δηλώνει ότι είναι ρομαντικός, δηλώνει ότι ανήκει «εις είδος μικτόν, αλλά νόμιμον» , όπως απέδωσε ο Πολυλάς το «In modo misto, jenuino», διότι θεωρεί ότι κλασικός είναι ο Όμηρος, θεωρεί ότι ρομαντικός είναι ο Σαίξπηρ και ότι ο ίδιος είναι κάτι άλλο.

 

Η γλώσσα ως επικράτεια. Η πολιτειολογική ποιητική του Σολωμού

Ο εθνικός ποιητής ενός επαναστατημένου έθνους που αναζητά την ταυτότητά του δικαιούται ν’ αναζητά τη γλώσσα του – ή μάλλον οφείλει ν’ αναζητά τη γλώσσα ως επικράτεια. Γιατί πρέπει να κατακτηθούν δυο επικράτειες. Αυτό το «μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα» είναι η διακήρυξη της  ισοδυναμίας των επικρατειών.

Γενικότερα, άλλωστε, η ποιητική του Σολωμού είναι πολιτειολογική ποιητική. Μιλάει πάντα με όρους δημοκρατίας, μοναρχίας, με όρους οι οποίοι είναι έντονα επηρεασμένοι από το γεγονός ότι φτιάχνουμε κράτος, φτιάχνουμε ποίηση, φτιάχνουμε γλώσσα, φτιάχνουμε επικράτεια. Την επικράτεια της γλώσσας, η οποία όμως είναι εξίσου σημαντική με την επικράτεια του εδάφους. Και φτιάχνουμε γλωσσική ιθαγένεια, στην οποία  προσχωρεί, η οποία είναι εξίσου σημαντική με την κρατική. Και γι’ αυτό ναι μεν η μετάβαση από την ιταλική στην ελληνική γλώσσα δεν συντελείται ποτέ πλήρως ποιητικά, αλλά πολιτικά συντελείται διότι δηλώνει έλλην πολίτης της γλώσσας.

 

Από την αποσπασματικότητα της ποίησης στην αποσπασματικότητα της πρόσληψης του Διονυσίου Σολωμού

Αυτά  όλα επηρεάζουν  σε  μεγάλο βαθμό  τις αλλεπάλληλες προσλήψεις του Σολωμού, την επίσημη, τη σχολική, τη φιλολογική για την οποία μιλήσαμε, την ποιητική. Ο Διονύσιος Σολωμός είναι ο αγαπημένος των ποιητών. Γιατί είναι εκτός συναγωνισμού. Γιατί είναι ο καταστατικός ποιητής. Οπότε τον αποδέχονται και τον προσκυνούν όλοι. Και ο Παλαμάς και ο Σεφέρης, και ο Ελύτης και ο Βάρναλης, οι πάντες.

Η αποσπασματικότητα, αυτό το στοιχείο της ποίησής του, μετατρέπεται όμως  σε  αποσπασματικότητα της πρόσληψής του. Εντάσσεται  και αυτό στο  κόστος που καταβάλλει ο εθνικός ποιητής, γιατί περισσότερο από την ποίησή του έχουν μείνει αποσπάσματα εκφράσεών του. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από μερικά χρόνια υπήρξε μια καλόπιστη  απόπειρα αποσπασματικής πρόσληψης του Σολωμού ως «αριστερού» ποιητή της βίας. Υποστήριξε ο τότε πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέκος Αλαβάνος, στη Βουλή, ότι το «με βια μετράει τη γη» σημαίνει «με βία μετράει τη γη», ότι θα κατακτήσει διά της βίας τη γη, δηλαδή την επικράτεια. Ενώ στην εγκεκριμένη από τον Σολωμό ιταλική μετάφραση, είναι σαφές ότι μιλάει για την ταχύτητα (rapidissimo misura la terra) .

Υπάρχει πάντως  μια ιερατική σχέση των αποσπασμάτων του Σολωμού και της αποσπασματικότητας, όχι απλώς της ποίησής του, αλλά και του πολιτικού του λόγου και της προσωπικότητάς του, η οποία στην πραγματικότητα αφορά μια σχέση κοινωνίας. Λάβετε, φάγετε, τούτον μου εστί το σώμα, το υπέρ ημών  κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Ο καθένας παίρνει το κομματάκι του και κοινωνεί θεωρώντας ότι μετέχει σε μια ποιητική πρόσληψη που στην πραγματικότητα είναι μια ελεύθερη και ως εκ τούτου αυθαίρετη συλλογική άσκηση εθνικής ένταξης και αυτογνωσίας ταυτοχρόνως. Συγκροτείται μια εθνική συλλογικότητα με μια κάποια μικρή συμβολική «ανθρωποφαγία»  του Σολωμού.

 

Υπάρχει ένας  δημόσιος και ένας ιδιωτικός Σολωμός; Θανατολαγνία και θεολογία.

Έχω αναρωτηθεί και εγώ εάν πράγματι μπορεί να ισχύσει μια διαίρεση του Σολωμού σε δημόσιο και ιδιωτικό. Υπάρχει ένας δημόσιος Διονύσιος Σολωμός ταγμένος στον εθνικό σκοπό (εθνικός ποιητής, εθνική αφήγηση, εθνική σκοπιμότητα,  εθνικό συμφέρον)  και  ένας ιδιωτικός Σολωμός ο οποίος είναι ερωτικός,  σατυρικός,  λυρικός;

Στα μη ευθέως «εθνικά ποιήματά» του πιστεύω ότι υπάρχουν «εθνικά  Προσχήματα»,  γιατί θέλει να διατηρήσει τη σχέση του με τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν, αλλά θέλει να είναι προσωπικά  εξομολογητικός και θεολογικός.  Αυτό, νομίζω, μας διευκολύνει ν’ αντιληφθούμε τη σχέση του με το θάνατο, τη θανατολαγνική, την πεισιθάνατη αυτή αντίληψη των πραγμάτων – και ιδίως των ερωτικών σχέσεων.

Όλες οι γυναίκες της ποίησής του  είναι οριστικά νέες, οριστικά ωραίες, μη φθειρόμενες, μη διεκδικούμενες και μη απαιτητικές ως γυναίκες, γιατί είναι όλες νεκρές. Είναι πολύ σημαντικό αυτό. Προσέξτε τι προσόντα έχει μια νεκρή γυναίκα, είτε είναι η Φεγγαροντυμένη είτε είναι η Μαρία κ.ο.κ.  

Η  Θεολογία του, νομίζω,  είναι έντονα επηρεασμένη από τον καθολικισμό. Έχει την αντίληψη του Ρurgatorium, τουΚαθαρτηρίου, που δεν έχει καμία σχέση με την ορθόδοξη θεολογία, είναι καθολική επινόηση σταδίου.  Για να δει όμως κανείς τη θεολογία του Σολωμού πρέπει, θεωρώ, να διέλθει  μέσα από τη σχέση με τη μητέρα του, δηλαδή μέσα από μια οιδιπόδεια σχέση. Έτσι  μπορεί να βρει και  τη σχέση του με την Παναγία, την Αγία Μητέρα. Και βέβαια ο Σολωμός είναι διακειμενικός, σατυρικός, παιγνιώδης – αλλά και ποιος δεν ήταν και δεν είναι;  

Ο Σολωμός, επειδή είναι  εθνικός ποιητής, είναι ερμηνευτικά  διαρκώς απαιτητικός, επειδή το έθνος είναι διαρκώς απαιτητικό.  Είναι εκφραστικά κρυπτικός, αλλά  λόγω της κρυπτικότητος, της αποσπασματικότητας και των συμφραζομένων είναι ερμηνευτικά ανοιχτός.

 

Αντέχει ως εθνικός ποιητής ο Διονύσιος Σολωμός ;

Αντέχει ως εθνικός ποιητής ο Σολωμός; Είναι ενεργός  εθνικός ποιητής, δηλαδή, ο ποιητής μιας επίκαιρης και επείγουσας άσκησης εθνικής αυτογνωσίας; Αντέχει υπό συνθήκες κρίσης όπως η σημερινή, υπό συνθήκες αναζήτησης μιας εθνικής στρατηγικής εξόδου από την κρίση; Υπό συνθήκες μιας μεγάλης συζήτησης για το μέλλον της Ευρώπης και το μέλλον της Ελλάδας μέσα στην Ευρώπη, υπό συνθήκες αμφιβολίας για το τι σημαίνει στη Δύση η εκλογή του Ντόναλντ  Τραμπ; Αντέχει ως εθνικός ποιητής ο Διονύσιος Σολωμός; Είναι επίκαιρος και μπορεί να μετάσχει σ’ αυτή την άσκηση εθνικής αυτογνωσίας ως πλαίσιο αναφοράς; Είναι δηλαδή ο ποιητής της σημερινής εθνικής ταυτότητας;

Ναι, αν αληθεύει η φράση που του αποδίδει ο Πολυλάς  ότι «το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι αληθές». Αυτή η φράση, ακόμη και αν είναι μια φράση που απλώς αποδίδεται σ’ αυτόν, συμβολικά του ανήκει – και έχει πολύ μεγάλη επίκαιρη σημασία. Γιατί αυτή είναι μια απάντηση στα fake news, είναι μια απάντηση στη  post truth perception, είναι μια απάντηση στον εθνικολαϊκισμό. Το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι Αληθές, ακόμη και αν αυτό είναι σχεδόν ακατόρθωτο, γιατί είναι  απολύτως αναγκαίο.

* Ομιλία σε εκδήλωση για το Διονύσιο Σολωμό που διοργανώθηκε στο βιβλιοπωλείο Public της Πλατείας Συντάγματος, στις 13/2/2017, με πρωτοβουλία του Μάκη Προβατά και του Χρήστου Χωμενίδη που συζήτησαν για τον Σολωμό με την καθηγήτρια Αικατερίνη Τικτοπούλου, τον Ευάγγελο Βενιζέλο και το ακροατήριο.

 

Ευάγγελος Βενιζέλος

Καθηγητής του συνταγματικού δικαίου στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, γενικός εισηγητής της Αναθεώρησης του Συντάγματος του 2001, πρώην εισηγητής της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την εκτέλεση των αποφάσεων του ΕΔΔΑ, πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, πρώην βουλευτής, πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Πιο πρόσφατο βιβλίο του: Εκδοχές πολέμου 2009-2022 (2020).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.