Οι ιδεολογίες είναι πράγματα εφήμερα, που γεννώνται, αναπτύσσονται και γηράσκουν μαζί με αντίστοιχα κοσμοείδωλα, που κατασκευάζονται, ως ολικές λύσεις σε ανθρώπινα προβλήματα, κατά τη διάρκεια του ιστορικού χρόνου. Είναι συνήθως τέκνα γιγαντιαίων ουτοπιών με όλα τα χαρακτηριστικά των εμμονών, που η προσήλωση σε ουτοπίες γεννά. Οι ουτοπίες αυτές προκύπτουν συνήθως από μερική και λανθασμένη ανάγνωση της πραγματικότητας, συνδυασμένη με επιθυμίες, που γεννώνται από απλοποιητικές ιδανικές θεάσεις ονειρικού τύπου, οι οποίες ανακύπτουν, με τη σειρά τους, από σφοδρές παραβιάσεις του ελλόγου από το φαντασιακό. Σε κάποιες περιπτώσεις αποκτούν ή, μάλλον, επενδύονται με ψευδοεπιστημονικά κριτήρια, τα οποία χρησιμοποιούνται για να αναγνωσθούν ο κοινωνικός και ο ιστορικός χώρος μονοσήμαντα, ώστε να δίδεται η εντύπωση ασφαλούς προβλεπτικού μηχανισμού, ικανού να μας οδηγήσει στη γη της επαγγελίας.
Με την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού επεκράτησε παγκοσμίως μία ιδεολογική αμηχανία στους κόλπους της Αριστεράς. Διασπάσεις, επαναπροσανατολισμοί, αναζήτηση νέων πεδίων δράσης καθώς και νέων εννοιολογικών μορφωμάτων υπήρξαν το ορατό αποτέλεσμα αυτής της αμηχανίας και της σύγχυσης. Παλαιά θεωρητικά σχήματα άρχισαν να απορρίπτονται ή να αναθεωρούνται. Παρά ταύτα, η εντύπωση που φαίνεται να επεκράτησε ήταν πως η εμπειρική πραγματικότητα, ίσως, θα έπρεπε να εκφρασθεί χωρίς να εγκαταλειφθούν εντελώς τα προηγούμενα εξηγητικά μοντέλα. Πυρετώδεις προσπάθειες ανασύστασης ή και λεπτομερούς επιδιόρθωσης του θεωρητικού πλαισίου έλαβαν και λαμβάνουν χώρα, δυστυχώς, όμως χωρίς πολύ μεγάλη επιτυχία. Ποιο ήταν ακριβώς το πρόβλημα; Έφταιγε η θεωρία ή οι άνθρωποι, που προσπάθησαν να την εφαρμόσουν με στρεβλό τρόπο; Η απάντηση, δύσκολη για τα στελέχη και τους οπαδούς της Αριστεράς. Ήταν δυνατόν το ουμανιστικό μαρξιστικό όραμα να αποτελεί μία επικίνδυνη ονειροπαγίδα; Η βύθιση στα ενδότερα μονοπάτια και στις εσωτερικές ατραπούς της ιδεολογίας συχνά δεν επιτρέπει την ψυχρή και χωρίς συναισθηματισμούς αντιμετώπιση των δεδομένων.
Έτσι, η απάντηση στο πρώτο ερώτημα για τους αρκετούς εναπομείναντας ρομαντικούς της Αριστεράς δεν μπορούσε να είναι άλλη από την αναμενόμενη. Δεν έφταιγε η θεωρία, αλλά οι άνθρωποι που προσπάθησαν να την εφαρμόσουν με στρεβλό τρόπο. Σε άλλες συνθήκες, ίσως, στα χέρια κάποιων άλλων ελλόγων φορέων, που θα μπορούσαν καλύτερα να εκτιμήσουν το εξηγητικό και προβλεπτικό εύρος της συγκεκριμένης θεωρίας, το ουμανιστικό μαρξιστικό όραμα θα μπορούσε να λειτουργήσει απελευθερωτικά. Δεδομένου, όμως, ότι σε επίπεδο εμπειρικής κοινωνικοϊστορικής πραγματικότητας ό,τι έχει λάβει χώρα καταγράφεται ως οριστικό, το ερώτημα της αποτυχίας του ουμανιστικού μαρξιστικού οράματος ανακύπτει με τρόπο αναποδράστως επιτακτικό. Και τώρα τι γίνεται; Εις αναζήτησιν νέου εχθρού λοιπόν; Ο καπιταλισμός μεταμορφώνεται. Ας αποκαλύψουμε την τελευταία από τις επικίνδυνες μεταμορφώσεις του! Μα ορίστε, νατη, μπροστά μας. Ο κερδοσκοπικά προσανατολισμένος αντιουμανιστικός καπιταλισμός παίρνει τη μορφή της παγκοσμιοποίησης.
Το πιο τρελό σ’ αυτή την ιστορία είναι πως η ανακάλυψη του όρου «παγκοσμιοποίηση» υποκατέστησε την ύπαρξη του ουσιαστικού σημασιολογικού περιεχομένου του ίδιου του ανακαλυφθέντος όρου. Πρόκειται για ειδική περίπτωση συνήθους σύγχυσης στα ανθρώπινα γλωσσικά πράγματα. Πλειστάκις η χρήση ενός γενικού όρου οδηγεί στη σημασιολογική υποστασιοποίησή του. Δηλαδή, το σημαινόμενο υπάρχει εξαιτίας του σημαίνοντος ή, καλύτερα, το σημαίνον –δίκην ουσίας– υπάρχει ερήμην του σημαινομένου. Υπάρχει με την έννοια ότι ο συγκεκριμένος γενικός όρος καθίσταται εμπράγματος, δηλαδή ο ίδιος παίζει το ρόλο και σημαίνοντος και σημαινομένου. Αποκτά σάρκα και οστά γεμίζοντας σημασιολογικά με ράκη, που οδηγούν σε παρεξηγήσεις και δυσλειτουργικές αναγνώσεις της πραγματικότητας.
Κοντολογίς, το σημασιολογικό περιεχόμενο του όρου «παγκοσμιοποίηση» αποτελεί αντικείμενο αναζήτησης. Στην κατασκευή του σημασιολογικού αυτού περιεχομένου υπεισέρχεται ολίγη αντικαπιταλιστική υστερία, αρκετές αντιμονοπωλιακές φοβίες, ικανή ποσότητα κραυγών και θρήνων για τη μετάθεση των κέντρων αποφάσεων από την καπιταλιστική περιφέρεια στο ένα και μοναδικό, και επομένως ανεξέλεγκτο, καπιταλιστικό κέντρο. Σ’ αυτά προστίθενται αρκετές επιθέσεις εναντίον της οικονομίας μιας παγκοσμιοποιημένης αγοράς και ποταμοί δακρύων για την πολιτιστική ισοπέδωση και την εξαφάνιση των τοπικών παραδόσεων. Θρηνούν οι εχθροί της έτσι διαμορφούμενης έννοιας της παγκοσμιοποίησης για την επικείμενη εξαφάνιση ηθών και εθίμων, μικρών γλωσσικών και θρησκευτικών κοινοτήτων, μικρών και όχι κυρίαρχων πολιτισμικών μορφωμάτων. Και ξαφνικά, μαζί με τους ρομαντικούς ενός πεπαλαιωμένου ουμανιστικού προτύπου, συνηγορούν εναντίον μίας τέτοιας «εκθεμελιώτριας» παγκοσμιοποίησης και οι εθνικιστές κάθε λογής και ιδιοσυστασίας.
Και τώρα πιο νηφάλια. Ο όρος «παγκοσμιοποίηση», αν κάτι εκφράζει, αν κάτι σημαίνει, αυτό είναι το αναπόδραστο των νέων μορφών ανθρώπινης συνοίκησης, που προέρχονται από την αλματώδη ανάπτυξη των μέσων διασύνδεσης και επικοινωνίας. Η ανάπτυξη της επιστήμης και η τεχνολογία της πληροφόρησης έχει αλλάξει μονοσήμαντα και χωρίς επιστροφή τον ρουν της ανθρώπινης ιστορίας. Είναι πολλοί αυτοί που ισχυρίζονται ότι αυτό που δεν προέβλεψαν οι δημιουργοί των χαμένων σοσιαλιστικών «παραδείσων» ήταν η τρομακτική αύξηση της ταχύτητας μετάδοσης και διάχυσης της πληροφορίας.
Η παγκοσμιοποίηση της ελεύθερης αγοράς είναι η αναπόδραστη συνέπεια του εξορθολογισμού της ανταλλακτικής διαδικασίας στο πλαίσιο της βαθμιαίας εξαφάνισης των εθνικών συνόρων. Η παγκοσμιοποίηση δεν έρχεται, γιατί είναι ήδη εδώ.
Και τώρα τι κάνουμε; Τώρα, που ανεπαισθήτως βρεθήκαμε να αρχίζουμε να ψηλαφούμε τα παγκόσμια όριά μας, τι κάνουμε; Χωρίς να αγωνιούμε, χωρίς να προσπαθούμε να προβούμε σε απέλπιδες ενέργειες και αγώνες εναντίον ανεμόμυλων, ας αρχίσουμε να αναλύουμε αυτό που νομίζουμε ότι όχι απλώς έρχεται, αλλά, κυριολεκτικά, βρίσκεται γύρω μας, και ας προσπαθήσουμε να το εξανθρωπίσουμε. Ας περιφρουρήσουμε τα δικαιώματά μας, ας ελέγξουμε θεσμικά την ύπαρξη ή τη δημιουργία μονοπωλίων, είτε ιδιωτικών είτε κρατικών, ας διευρύνουμε τα όρια της δημοκρατίας, ας αγωνιστούμε για μια πολιτισμική και πολιτιστική ανάπτυξη, που θα αναδεικνύει ιδιαιτερότητες και θα εκτιμά συγχρόνως ουσιώδεις, παγκόσμιας εμβέλειας συνεισφορές. Ας μη θρηνούμε χαμένους τοπικούς παραδείσους. Παράδεισοι υπάρχουν πολλών ειδών. Ας μη θρηνούμε την εξαφάνιση πολιτιστικών και εθνικιστικών δεινοσαύρων. Έτσι και αλλιώς, ό,τι γνωσιακά, ηθικά και αισθητικά αξίζει μπορούμε να θεωρήσουμε, με σχετική σιγουριά, πως θα επιβιώσει μαζί με μας στη νέα κατάσταση, αν είμαστε νηφάλιοι, αν σκεπτόμαστε λογικά και αν σεβόμαστε τον άνθρωπο τον πριν από μας, τον σύγχρονο με μας και τον μετά από μας.