Σύνδεση συνδρομητών

«Οι απόντες είναι οι χαμένοι»

Κυριακή, 01 Δεκεμβρίου 2013 02:00

Εχει απόλυτα δίκιο ο Παναγιώτης Δημητράς. Είναι αδιανόητο να γίνεται συζήτηση σήμερα πια για τη Συνθήκη της λωζάννης και το δικαίωμα που δίνει στη μειονότητα της Θράκης στη γλώσσα της και την ίδια στιγμή να απαγορεύεται σε ένα μέλος της να κάνει χρήση της σε ένα επιστημονικό συνέδριο. 

Πώς όμως πορεύονται τα πράγματα στη Θράκη; Πριν λίγες μέρες ο διοικητής του νοσοκομείου της Κομοτηνής είχε εκδώσει ανακοίνωση απαγόρευσης της χρήσης της τουρκικής μεταξύ γιατρών και ασθενών. Και πριν λίγες μέρες ακόμη, τα παιδιά της μειονότητας που έπαιζαν σε ποδοσφαιρικό αγώνα στην Ξάνθη δέχτηκαν παρατήρηση από τον προπονητή διότι μιλούσαν τουρκικά. Μήπως το υπουργείο Εξωτερικών θα πρέπει να αρχίσει να ανησυχεί;

Από εκεί και πέρα, όμως, και ας μου επιτραπεί η ασυνήθιστη για το περιοδικό μας κριτική της θέσης του, που δημοσιεύει στην απέναντι σελίδα, Έχω την αίσθηση ότι ο εκλεκτός συνεργάτης μας, που μας τιμά με τις ιδιαίτερες επεξεργασίες του στην κατεύθυνση της διεκδίκησης των δικαιωμάτων όσων τα στερούνται, διεκδικώντας το απόλυτο υποβαθμίζει το δεδομένο ότι και αυτή η μάχη, όπως όλες οι μάχες, χρειάζονται στρατηγική. Παραγνωρίζει, δηλαδή, ότι η εικόνα είναι λίγο πιο πολύπλοκη από αυτή που περιγράφει. ο Ιλχάν Αχμέτ, π.χ., τώρα πολιτευτής της ΔΗΜΑΡ, που σήκωσε το θέμα της γλώσσας και αποχώρησε από το Συνέδριο, είχε όλα τα δίκια με το μέρος του. Όπως είχε όλα τα δίκια με το μέρος της και η μειονότητα όταν, βουλευτής της ΝΔ τότε, είχε ψηφίσει νόμο που ρύθμιζε την επιλογή ιεροδιδασκάλων μόνο από χριστιανούς. Τι θα έλεγε τότε, όχι για τις γλωσσικές αλλά για τις θρησκευτικές ελευθερίας της Συνθήκης της λωζάννης; Άραγε τα νεότερα ξεπλένουν τα πρότερα;

ο Παναγιώτης Δημητράς καταδικάζει ένα πλήθος εκλεκτών επιστημόνων και προσωπικοτήτων, οι περισσότεροι πολύτιμοι συνεργάτες αυτού του περιοδικού και, πάντως, όλοι φίλοι του, οι οποίοι δεν σηκώθηκαν να φύγουν μετά την απαγόρευση που επιβλήθηκε. οι διασταυρωμένες πληροφορίες μου, από αρκετούς παρόντες στην εκδήλωση, όμως, μου λένε ότι έμειναν και καταδίκασαν το συμβάν σε όλη τη διάρκεια του Συνεδρίου. ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής Νικηφόρος Διαμαντούρος ανέδειξε όλες τις αναλογίες με το απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής και τις απαγορεύσεις προς τους μαύρους των ΗΠΑ. ο καθηγητής Χρήστος Ροζάκης απερίφραστα καταδίκασε και ζήτησε από τους ακροατές να δούμε το μπροστά. Και όταν η καθηγήτρια Θάλεια Δραγώνα και η καθηγήτρια Άννα Φραγκουδάκη, με γενναιότητα, ανέλαβαν την ευθύνη, πετάχτηκε μια νέα κοπέλα της μειονότητας από το ακροατήριο και φώναξε: «Δεν ντρέπονται αυτοί που επέβαλαν την απαγόρευση να κρύβονται πίσω από δύο γυναίκες;» Εκείνη τη στιγμή κανένας από τους υπεύθυνους της απαγόρευσης δεν έβγαλε τσιμουδιά.

Δυστυχώς, οι πολιτικοί έχουν τα όριά τους – και δύσκολα μπορεί να περιμένει κανείς σοβαρή στάση από πρόσωπα που έκαναν και συνεχίζουν να κάνουν πολιτική καριέρα προτάσσοντας φτηνά δήθεν πατριωτικά κλισέ δεκαετιών. Πάντως, από τις πληροφορίες μου, ο κυβερνητικός παράγων δεν μετέφερε «απαγορευτική απόφαση του υπουργείου Εξωτερικών». Το υπουργείο Εξωτερικών ήταν εκεί, στην αίθουσα με την υπηρεσία του ΥΠΕΞ που εδρεύει στη Θράκη (Νίκος Πιπερίγκος) και έναν προκάτοχό του.

Μου λένε όμως ότι τη μεγαλύτερη υπέρβαση την έκανε το ακροατήριο, ανάμεικτο από μέλη της μειονότητας και της πλειονότητας, που έμεινε μέχρι το τέλος όχι μόνο «για να ακούσει τον Ευριπίδη Στυλιανίδη στα ελληνικά», όπως λέει ο Παναγιώτης Δημητράς, αλλά για να μπορέσει να μιλήσει, να αντικρούσει, να διαμαρτυρηθεί και να κάνει θετικές προτάσεις – κάτι που επισήμανε στο συνέδριο μετά το συμβάν και ο Μουσταφά Μουσταφά. Ο θυμός και η αποχώρηση είναι το εύκολο. Να μείνεις είναι δυσκολότερο. Και όπως είπε ο Λουκάς Τσούκαλης, κλείνοντας το Συνέδριο, «οι απόντες είναι πάντα οι χαμένοι».

ΥΓ. Λεπτομέρεια μεν, αλλά αναγκαία. Το όνομα Εβρέν Δεδέ δεν έχει επιβληθεί στον Εβρέν Ντεντέ, κάθε άλλο. Σύμφωνα με τις πληροφορίες μου, όλη η οικογένεια Δεδέ (Dede) στη Ροδόπη γράφει ελληνικά το επίθετο, με δέλτα, με δική της επιλογή. Σωστά, κατά τη γνώμη ειδικού, ο οποίος θεωρεί ότι η διαφορά από το d στο δ στην ελληνική προφορά του ονόματος είναι πολύ λιγότερο παραφθαρτική από την ηχητική αλλοίωση Ndende που αυθόρμητα προφέρεται στους μονογλωσσικούς της πλειονότητας.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.