Μιχάλης Ροδόπουλος

Δικηγόρος.
Η μουσουλμάνα δεν έχει πραγματικό δικαίωμα επιλογής, αφού τυχόν αποτίναξη του ενδύματος θα σημαίνει προδοσία απέναντι στη θρησκεία και, μοιραία, θα υποστεί τη χλεύη και την τιμωρία εντός της μουσουλμανικής κοινότητας. Το να ισχυρίζεται κανείς ότι το μπουρκίνι είναι μια απλή περιπέτεια στην ιστορία της ενδυματολογικής εξέλιξης είναι σαν να υποστηρίζει ότι ο χαλκάς στους δούλους μπορεί να εκληφθεί με λίγη καλλιτεχνική φαντασία σαν ένα ωραίο μεταμοντέρνο κόσμημα. Τι να κάνουμε λοιπόν;
Η νουθεσία είναι συνθηματική, προειδοποιεί υπαινικτικά γι’ αυτά που θα ακολουθήσουν αν δεν υπάρξει συμμόρφωση. Το πραγματικό νόημα της προειδοποίησης που απηύθυνε ο συντάκτης της Αυγής στην Ολυμπιονίκη Κατερίνα Στεφανίδη ήταν: «Να προσέχεις, Κατερίνα».
Αρκούν οι διώξεις, η ετυμηγορία για όσους εκπροσωπούν το "Σύστημα", κατά τη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα έρθει ως λύτρωση ενοχής ή αθωότητας. Οι κατηγορούμενοι απολαμβάνουν την ισότητα στην καθυστέρηση απονομής δικαιοσύνης. Αναβολή, αναίρεση, ξανά αναβολή. Μια καφκική Δίκη χωρίς αρχή και τέλος. Μόνο ο χρόνος κυλάει και η νέα εξουσία επιβεβαιώνει την ισχύ της με νόμιμες λειτουργίες και δυσλειτουργίες.
Μια από τις μεγάλες παθογένειες στην πολιτική σκέψη και στον δημόσιο λόγο είναι ο ιδεολογικός χρωματισμός ζητημάτων που δεν έχουν καμία ιδεολογική απόχρωση. Θέματα προστασίας δικαιωμάτων, τεχνοκρατικά ή ακόμα και αδιάφορα στιγματίζονται ιδεολογικά και μετατρέπονται σε δεξιά ή αριστερά. Το αποτέλεσμα είναι να φορτίζονται με το βάρος της ιδεολογίας και έτσι να καλλιεργείται μόνιμα διχασμός στην ελληνική κοινωνία. Διχασμός που οδηγεί αναπόδραστα σε αδράνεια και τέλμα.
Η έκρηξη ενός αστεριού, γεγονός σπάνιο στην συμπαντική μας ρουτίνα, συναρπάζει αστρονόμους, φυσικούς, ερωτευμένους και ρομαντικούς καλλιτέχνες. Το βίαιο κοσμικό φαινόμενο τραβά την προσοχή όλων, προσφέροντας πλούσιο υλικό για ενασχόληση. Είτε θα πρόκειται για κάποια διατριβή που θα εισφέρει στην κατανόηση της εξέλιξης του σύμπαντος, για εμπνευσμένη καλλιτεχνική δημιουργία ή απλά για ένα γαϊτανάκι καφενειακής παραφιλολογίας για το τέλος του κόσμου, ο θάνατος ενός αστεριού δεν αφήνει κανέναν ασυγκίνητο. Το ίδιο και το διαφαινόμενο τέλος ενός ή περισσοτέρων καναλιών.
Ένα πολιτικό σχόλιο μετά τη συζήτηση στη Βουλή για την απλή αναλογική, με φόντο την οικονομική εξουθένωση των Ελλήνων και τη μακρά διάρκεια του πολιτικού χρόνου, ώσπου να ισχύσει το νέο εκλογικό σύστημα που ψηφίστηκε από ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ και την Ένωση Κεντρώων του Βασίλη Λεβέντη.
Η ΔΗΜΑΡ –ή, για να ακριβολογούμε, ό,τι απέμεινε από τη ΔΗΜΑΡ– αποφάσισε πανηγυρικά να ψηφίσει στη Βουλή την απλή αναλογική. Νομίζω ότι έχει ενδιαφέρον να σκιαγραφήσουμε στην αιτιολογία της ψήφου, να κατανοήσουμε την «λογική ΔΗΜΑΡ», αφού μοιάζει να έχει κατά καιρούς απήχηση στο χώρο της Κεντροαριστεράς. Ναι μεν ως οργανική υπόσταση έχει μηδενική επιρροή αλλά κατά εντυπωσιακό τρόπο το ΔΗΜΑΡ-σκέπτεσθαι επιβιώνει πεισματικά στην πολιτική σκηνή. Τοποθετείται μεν απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, του σούρνει τα μύρια όσα, αλλά έχει μια ομογάλακτη λογική ψευδο-ιδεολογικού τυχοδιωκτισμού που την οδηγεί στο ξελάσπωμα του δήθεν άσπονδου εχθρού της, όποτε αυτός στριμώχνεται επικίνδυνα.
Η περίοδος πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, η χρονικά εκτεινόμενη από το 1871 μέχρι την κήρυξη του μεγάλου πολέμου, έχει καταγραφεί ως εποχή που κυριαρχούσε η αισιοδοξία και η απόλαυση της ζωής. Οι τέχνες και επιστήμες στο απόγειο τους και οι άνθρωποι να απολαμβάνουν την καθημερινότητα. Το φιλελεύθερο ιδεώδες ανθούσε στα αστικά σαλόνια και όλα έμοιαζαν υπέροχα πριν την μεγάλη έκρηξη. Οι μέρες που ζούμε μοιάζουν να είναι το παράλληλο ισοδύναμο της παραδεισένιας εποχής, η ομοούσια αντίρροπη περίοδος στην Ιστορία που επιβεβαιώνει ότι κάθε πραγματικότητα μπορεί να υπάρξει και σε διαφορετική εκδοχή. Είμαστε οι πολίτες μιας παραποιημένης αντανάκλασης της Μπελ Επόκ στο χρόνο. Η Μωβέζ Επόκ είναι εδώ.
Η Αθήνα είναι μια όμορφη πόλη. Εμείς που ζούμε και εργαζόμαστε εδώ το έχουμε ξεχάσει. Μας έχει παρασύρει ο ρυθμός, βαλθήκαμε να τρέχουμε σαν τους τρελούς και δεν σταματάμε μια στιγμή να κοιτάξουμε γύρω μας. Στα στενά της Πλάκας, στην Ακρόπολη, στο Μοναστηράκι μυρίζει παντού Ιστορία. Αλλά και η παραλιακή οδός με το Σούνιο, τη Βουλιαγμένη ή το Μικρολίμανο σε ταξιδεύει στο γαλάζιο της Ελλάδας, σε δελεάζει σαν νοητή γραμμή εκκίνησης για το ταξίδι στα νησιά του Αιγαίου. Ζηλεύω καμιά φορά τους τουρίστες, ανέμελους, με τους χάρτες τους, ορεξάτοι εξερευνητές, να ρωτάνε που είναι το τάδε Μουσείο ή πως βγαίνουν στη δείνα γειτονιά. Μετά όμως τους συναντώ πάλι στο μετρό και έρχεται η απότομη προσγείωση.
Στην εποχή της κρίσης έχουν όλα μετατραπεί σε ευρώ και αριθμούς. Λογικό. Όταν κάτι σου λείπει, αρχίζεις και εκτιμάς την αξία του. Η δημόσια συζήτηση συχνά περιστρέφεται γύρω από την αναζήτηση του κόστους συντήρησης του κράτους. Στους λαβυρίνθους των γραφειοκρατικών δομών ψάχνουμε να βρούμε που παρέπεσαν τα δυσεύρετα χρήματά μας. Όμως κανείς δεν αναρωτιέται ποιο είναι το κόστος συντήρησης του μη-κράτους. Πόσο κοστίζει να διατηρούμε αλώβητο το παρακράτος μιας μερίδας αναρχοαυτόνομων που λυμαίνονται τις γειτονιές της Αθήνας;