Λάκης Δόλγερας

Νικόλαος Δραγούμης, Ιστορικαί Αναμνήσεις, τόμοι δύο, επιμέλεια: Άλκης Αγγέλου, Ερμής, Αθήνα 1973, 256 σελ.
Λέγεται ότι η ιστορία της ανθρωπότητας ταυτίζεται με εκείνη των πανδημιών. Αν αυτό μπορεί να θεωρηθεί υπερβολή, είναι βέβαιο ότι οι πανδημίες είναι μείζονες ιστορικοί σταθμοί με σημαντική επίδραση σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα.
Το 1854, λοιπόν, κατά την διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου και της συνακόλουθης κατοχής της Αθήνας και του Πειραιά από τους Αγγλογάλλους, μεταδόθηκε χολέρα από τα πλοία του αποκλεισμού που δεν τήρησαν τους τότε κανόνες της Δημόσιας Υγείας, δηλαδή την καραντίνα.
Την εποχή εκείνη ήταν άγνωστη η συγκεκριμένη αιτία της νόσου και ακόμη δεν είχε συνδεθεί με μολυσμένο νερό και τρόφιμα. Ήταν όμως γνωστός ο γενικός κανόνας της κοινωνικής απόστασης και σ’ αυτόν κατέφυγαν οι πανικόβλητοι πολίτες φεύγοντας στα όρη και στα νησιά. Το δίκτυο υπηρεσιών διαλύθηκε, εκτός από την υπηρεσία ταφής και αντισηψίας των νεκρών με τη χρήση του ασβέστη.
Ενδιαφέρον είναι ότι οι βασιλείς, ο Όθων και η Αμαλία, μαζί με δύο μέλη της επιτροπής αντιμετώπισης της νόσου, πήραν το ρίσκο όχι μόνο να μείνουν αλλά και να περιφέρονται καθημερινά στους δρόμους της Αθήνας, για να δώσουν κουράγιο στους δυστυχισμένους.
Ο Νικόλαος Δραγούμης, μέσα στον ποταμό των Ιστορικών Αναμνήσεών του (καλύπτουν δημόσιο βίο σχεδόν πενήντα ετών), περιλαμβάνει ένα εναργές κομμάτι, μικρό διήγημα, για την χολέρα. (τεύχος 123)
Τέσσερα γράμματα, τρία από το Σινσινάτι κι ένα από το Σικάγο, στο οποίο μετακομίζει ο Βαγγέλης, είναι η συγκομιδή του 1959.
Τέσσερα γράμματα του Βαγγέλη υπάρχουν το 1958. Το πρώτο περιέχει την αντίδρασή του για τον θάνατο τον Καζαντζάκη. Ενώ παράλληλα αναγράφει την προσπάθειά του να ζήσει σύμφωνα με τις ιδέες του για την απόκτηση της ευτυχίας του.
Στέφαν Τσβάιχ, Σύγχυση αισθημάτων, μετάφραση από τα γερμανικά: Δημήτρης Δημοκίδης, επιμέλεια -επίμετρο: Τατιάνα Λιάνη, Ροές, β΄ έκδοση Αθήνα 2013, 170 σελ.
Ένας φημισμένος καθηγητής, στο τέλος του ακαδημαϊκού του βίου, αποφασίζει να διηγηθεί την είσοδό του στον πνευματικό κόσμο. Ερέθισμα για την ανάδυση των αναμνήσεών του αποτελεί ο τιμητικός τόμος που του προσφέρουν οι φοιτητές στα εξηκοστά του γενέθλια. Σ’ αυτόν, συλλέγεται και ταξινομείται όλη του η περιπέτεια της πνευματικής του δημιουργίας. Όμως λείπει το πιο ουσιαστικό: η αγαπητική σχέση των χρόνων της φοίτησής του με τον ομοφυλόφιλο καθηγητή του, η οποία τον συγκλόνισε και άλλαξε τον τρόπο που έβλεπε τον κόσμο.
Οι φίλοι αλληλογραφούν[i] και διαφωνούν πια σε ένα βασικό ζήτημα: αν η δράση του υπεύθυνου ανθρώπου πρέπει να κατευθυνθεί στη δημιουργία μιας άλλης κοινωνικής κατάστασης. ή στη βελτίωση του εαυτού του Το δίλημμα του κομισάριου και του γιόγκι. Τρία γράμματα του Βαγγέλη, επί του θέματος, διασώζονται στα τέλη του 1957.
Οι δύο φίλοι, ο Βαγγέλης. από το Σινσινάτι της Αμερικής και, ο Γιώργος, που υπηρετεί τη θητεία του στην αεροπορία στην Ελλάδα συνεχίζουν την αλληλογραφία τους το πρώτο εξάμηνο του 1957. Σε δύο γράμματα μιλούν μεταξύ άλλων για λογοτεχνία και τα σχετικά ελληνικά περιοδικά, για τον Θεό, τον Καντ, τον Σπινόζα, τον Σωκράτη, το καθήκον, τις φιλοσοφικές ιδέες και γενικά τη στάση ζωής.
Ο Βαγγέλης στέλνει ένα ακόμη γράμμα sτο τέλος του 1956 γράφοντας μερικές λέξεις για τις συγκρούσεις που αντιμετωπίζει και για να ευχηθεί για τον καινούργιο χρόνο 1957. Μέσα στο φάκελο υπάρχουν αποσπάσματα ημερολογίου του του 1953 καθώς και κάποιοι αφορισμοί με τις ήδη γνωστές απόψεις του.
Ο Βαγγέλης που έγραφε στα πρώτα γράμματά του: «Ευτυχία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μπόλικη ζωή», το καλοκαίρι του 1956 μεταναστεύει στην Αμερική. Φθάνει ατμοπλοϊκώς στην Νέα Υόρκη και από εκεί με αεροπλάνο στο Σινσινάτι, στο σπίτι του αδελφού του. Αμέσως αρχίζει να εργάζεται και να μαθαίνει καλά τη γλώσσα για να σπουδάσει. Μετατρέπει το μικρό του όνομα σε Van και το πολυσύλλαβο επώνυμό του το κάνει δισύλλαβο.
Ξεκινά σήμερα η παρουσίαση μιας αλληλογραφίας που αρχίζει το 1956 και σταματά το 1960. Παραλήπτης ο Γιώργος Ρ., που υπηρετεί στην Πολεμική Αεροπορία κι αργότερα είναι ιδιωτικός υπάλληλος στην Αθήνα. Αποστολέας, ο Βαγγέλης Π., υπάλληλος ξενοδοχείου, που γράφει πρώτα απ’ την Αθήνα, ακολούθως απ’ την Αμερική. Γνωρίστηκαν στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού (ΣΕΑΠ), δίχως να ανήκουν στην ίδια σειρά, ίσως ο Βαγγέλης να ανήκε στους αξιωματικούς του μόνιμου προσωπικού.
Παρουσιάζεται η τελευταία, 21/4/1983, από την πρώτη σειρά των ραδιοφωνικών εκπομπών της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, «Το ρεμπέτικο τραγούδι», που αρχίζουν πριν από σαράντα περίπου χρόνια και που έγραφε, επιμελούνταν και παρουσίαζε ο πρωτοπόρος του είδους, Σπύρος Παπαϊωάννου.