Λάκης Δόλγερας

Θωμάς Στεργιόπουλος, Ο θάνατος του Κώστα Ταμπάνη, Διηγήματα, Ροές, Αθήνα 2010, 169 σελ.
Τα διηγήματα του Θωμά Στεργιόπουλου είναι διηγήματα της ζωής του χωριού. Καμία σχέση με βουκολικά ειδύλλια: θυμίζουν και τιμούν τους παλιούς μεγάλους έλληνες διηγηματογράφους. Κυριαρχούνται από την αντίληψη ότι ένας τόπος, η Βόρειος Ήπειρος, η μειονοτική περιοχή της Νότιας Αλβανίας, είναι οι άνθρωποί του και δίνουν μια υπέροχη στην καθαρότητά της πανοραμική εικόνα αυτού του τόπου, του τόσο γνωστού και τόσο άγνωστου.
Μαριούπολη, μια πόλη με ωραίο όνομα, ανοιχτή στην θάλασσα. Την αρχαία θάλασσα της Αργοναυτικής Εκστρατείας, στα όρια του ελληνισμού.
Sigmund Freud / Stefan Zweig, Αλληλογραφία (1908-1939), μετάφραση από τα γερμανικά: Ελευθέριος Καρτάκης, Ίρις Νομικού, Printa, Αθήνα 2003, 190 σελ.
Για περισσότερα από τριάντα χρόνια, ο Στέφαν Τσβάιχ αλληλογραφούσε με τον Σίγκμουντ Φρόυντ. Ο Φρόυντ ενθουσιάζεται με τον Τσβάιχ, εκτιμά τη «βαθιά σεμνότητά» του, το λογοτεχνικό ύφος του και τα επίκαιρα θέματά του. Αλλά κι ο Τσβάιχ έχει διαβλέψει απ’ την αρχή την ιδιοφυΐα του Φρόυντ, που πιστεύει ότι είναι πνευματικό ανάστημα ισάξιο του Προυστ, του Τζόυς και του Λώρενς. Και αγωνίζεται για να κερδίσει το Νόμπελ. Τους ένωσαν πολλά – και πιο πολύ απ’ όλα, η απέχθεια για τον ναζισμό και τα δεινά που έφερνε στην Ευρώπη και τον κόσμο. (τεύχος 126)
Στον τίτλο αυτού του σημειώματος υπάρχουν δύο ονόματα που ο Πούτιν ουδέποτε τα ανέφερε: Ουκρανία, την αποκαλεί «έδαφος», και Ζελένσκι, τον αποκαλεί «καθεστώς νεοναζί, διεφθαρμένο και ναρκομανές». Η φρασεολογία αυτή δείχνει ακριβώς τι επιδιώκει, η Ουκρανία θα γίνει έδαφος της Ρωσίας, που για να το αποκτήσει θα το αδειάσει από τους Ουκρανούς είτε σκοτώνοντας είτε διώχνοντας τον Ζελένσκι, την κυβέρνησή του και όσους τους ακολουθούν, και βάζοντας στο «γύψο» τους υπόλοιπους, μέσω της «επιχείρησης ελευθερίας του Ντονμπάς», μια και η λέξη πόλεμος είναι απαγορευμένη από τον Πούτιν στη Ρωσία.
Νικολάι Γκόγκολ, Η λεωφόρος Νιέφσκι, μετάφραση από τα ρωσικά-επίμετρο: Βιργινία Γαλανοπούλου, Οροπέδιο, Αθήνα 2018, 87 σελ.
Η Λεωφόρος Νιέφσκι είναι μια μικρή νουβέλα που ασχολείται με μεγάλα θέματα, γραμμένη με το γνωστό σαρκαστικό χιούμορ του Γκόγκολ. Κεντρικός ήρωας του κειμένου είναι ένας δρόμος, η λεωφόρος Νιέφσκι της Πετρούπολης. Ένας ανώνυμος, σε πρώτο πρόσωπο, αφηγητής –ο αναγνώστης τον ταυτίζει με το συγγραφέα– ξεκινάει με τη λεπτομερή περιγραφή του δρόμου, αναφέρεται σε καταστρώματα, πεζοδρόμια, κτίρια, καθαριότητα, φωτισμό και τις γενικότερες συνθήκες που επικρατούν. Κυρίως όμως στην περιγραφή και στο κοινωνιολογικό προφίλ των ανθρώπων που τον διαβαίνουν κατά τις διαφορετικές ώρες της μέρας. Δημιουργείται έτσι στα μάτια του αναγνώστη μια εναργής, πλήρης και γοητευτική εικόνα της λεωφόρου και των ανθρώπων της. Οπτικοποιείται η καθημερινότητά της.
Η στήλη «Πήρα το Γράμμα σου» της ηλεκτρονικής έκδοσης τού Books’ Journal διακόπτει σήμερα τη δημοσίευση γραμμάτων από το αρχείο, για να δημοσιεύσει το διήγημα του Μιχαήλ Μητσάκη, «ΔΥΟ ΜΙΚΡΟΙ» δημοσιευμένο στο περιοδικό Εστία[1] του 1889. Το περιέλαβε ο Μανόλης Αναγνωστάκης στον τόμο, στον οποίο ανθολόγησε κείμενα του συγγραφέα με τίτλο: Μιχαήλ Μητσάκης Πεζογραφήματα και για τον οποίο μεταξύ άλλων λέει: «Αν κανόνας είναι ο χρόνος να λειτουργεί αρνητικά για τους περισσότερους συγγραφείς και το έργο τους, η λαμπρή εξαίρεση του Μιχαήλ Μητσάκη έρχεται να διαψεύσει –ή να επιβεβαιώσει- τον κανόνα. Απαράμιλλος στυλίστας, οξύς παρατηρητής της ζωής, γλωσσικά και κοινωνικά απροσάρμοστος, με προδρομικά στίγματα μιας νέας γραφής, προσφέρεται σήμερα σε μια καινούργια ανάγνωση, σχεδόν αποκαλυπτική από ορισμένες πλευρές»[2].
Είτε στη Σαϊγκόν είτε στα Σεπόλια, τα αγόρια των ελληνικών οικογενειών, μέχρι να καταργηθεί η προίκα, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, αισθάνονταν υποχρεωμένα να συμβάλουν ώστε να διασφαλίσουν το γάμο της αδελφής τους.
Ο Μάκης δεν κατάφερε να βρει δουλειά στη στεριά την δεκαετία του 1980. Έκανε μια προσπάθεια μεταξύ 1982 και '87, ανοίγοντας μαγαζί σχολικών ειδών, το οποίο όμως δεν μπόρεσε να ζήσει την οικογένεια. Από το 1987 και μετά το δούλεψε η γυναίκα του, μέχρι το 1996 που το έκλεισαν κι έβγαλαν στο ενοίκιο το κτίριο.
Χέρμαν Μέλβιλ, Μπίλλυ Μπαντ, Ναύτης, μετάφραση από τα αγγλικά: Παναγιώτης Κεχαγιάς, Κώστας Σπαθαράκης, επίμετρο: Θοδωρής Δρίτσας, Αντίποδες, Αθήνα 2021, 212 σελ.
Ο Χέρμαν Μέλβιλ (1819-1891), χρόνια μετά την έκδοση του Μόμπι Ντικ (1851), από το 1886 ώς το θάνατό του, το 1891, αφιερώθηκε στη συγγραφή της νουβέλας Billy Budd, the Sailor, η οποία δημοσιεύτηκε πολύ αργότερα, το 1924, ενώ στην χώρα μας μεταφράστηκε μόλις φέτος και θα πρέπει ως αναγνωστικό κοινό να ευχαριστήσουμε τους εκδότες γι’ αυτό το σπουδαίο δώρο.
Η μετά το 1981 αλληλογραφία του Μάκη και της Αλεξάνδρας δείχνει ότι οι ελπίδες για δουλειά του Μάκη στη στεριά διαψεύστηκαν, παρά τις χαμηλές προσδοκίες τους σε σχέση με το εισόδημα. Έμεινε τέσσερα χρόνια στη στεριά αλλά χρειάστηκε να ξαναμπαρκάρει, σε κρουαζιερόπλοιο αυτή τη φορά, με μεγαλύτερες απαιτήσεις, ενώ τα πράγματα για το επάγγελμα των ασυρματιστών έγιναν δυσκολότερα, καθώς χρειάστηκε ν’ ανταποκριθούν σε νέες τεχνολογίες μαθαίνοντάς τες πάνω στη δουλειά. Έτσι αυτοί οι δύο άνθρωποι αναγκάστηκαν να ικανοποιούν την μεγάλη λαχτάρα τους για κοντινή επαφή με το ασθενές υποκατάστατο των τηλεφωνημάτων και των γραμμάτων.