Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν είχε κάποτε πει για το σύμπαν ότι «αυτή η επική ιστορία μυστηρίου όχι μόνο δεν έχει ακόμη λυθεί, αλλά δεν είμαστε καν βέβαιοι ότι υπάρχει μια λύση». Το βιβλίο αυτό αποτελεί ένα μικρό οδοιπορικό πάνω στις θεωρίες μας για τη φύση και τα φιλοσοφικά ζητήματα που τις διαπερνούν.
Έτσι περιγράφεται συνοπτικά το βιβλίο του Κωνσταντίνου Βαγιονάκη, Το δάκρυ του Ντιράκ (Ροπή, 2022), που πρόσφατα κυκλοφόρησε. Σε ένα συνοπτικό σημείωμα, το βιβλίο περιγράφεται ως εξής:
Έχουμε επιτύχει πολλά σε αυτή την επική ιστορία κατανόησης της φύσης, τόσο στις πολύ μικρές όσο και στις πολύ μεγάλες κλίμακες. Όμως, την ίδια στιγμή αντιλαμβανόμαστε ότι μεγαλώνει και η άγνοιά μας. Παραδείγματος χάριν, δεν γνωρίζουμε τι είναι η σκοτεινή μάζα, απαραίτητη για τη συνοχή των γαλαξιών, ούτε έχουμε ιδέα για το τι είναι η σκοτεινή ενέργεια του χώρου, που οδηγεί στην επιταχυνόμενη διαστολή του σύμπαντος. Και υπάρχουν τα ύστατα ερωτήματα: Πότε και πώς τέθηκαν οι νόμοι της φύσης; Προϋπήρχαν του σύμπαντος, αν υποθέσουμε ότι υπήρξε μια αρχή, ή ήρθαν μαζί με αυτό; Ήταν αναπόφευκτη η έλευση των πραγμάτων, ή μήπως ο κόσμος μας ήταν προϊόν τύχης μέσα από ένα πλήθος πιθανοτήτων; […] Ερωτήματα που απηχούν την αγωνιώδη αναζήτηση ενός βαθύτερου νοήματος.
Αν θα μπορούσα να περιγράψω με μια πρόταση το βιβλίο αυτό, θα έλεγα ότι αναδεικνύει με ιδιαίτερη επιτυχία την αδιάρρηκτη και διαχρονική σχέση της φιλοσοφίας με τη φυσική και τα μαθηματικά, σχέση που δυστυχώς, λόγω της υπερειδίκευσης και της εμπορευματοποίησης της γνώσης, δεν διδάσκεται στα πανεπιστήμιά μας, με αποτέλεσμα οι σημερινοί φυσικοί και μαθηματικοί να προσεγγίζουν στείρα και περιοριστικά την επιστήμη τους.
Έρχεται να καλύψει λοιπόν ένα μεγάλο κενό, το οποίο θεωρώ ότι δεν είναι άσχετο με το γεγονός ότι ο δημόσιος λόγος εσχάτως κατακλύζεται από ψευδοεπιστημονικές και συνωμοσιολογικές θεωρήσεις μέσω των οποίων βάλλονται ο ορθολογισμός και η αλληλουχία αιτίου και αιτιατού, η βάση δηλαδή της λογικής με την οποία μπορούμε να πορευόμαστε ως κοινωνία μέσα από διάλογο και κοινή βάση αναφοράς. Η κατανόηση των φυσικών και κοινωνικών διεργασιών, η σχέση τους με μεθοδολογικές και φιλοσοφικές προσεγγίσεις και η μεταλαμπάδευση αυτής της γνώσης στο ευρύ κοινό είναι θεμελιώδης και απαραίτητη διαδικασία αν θέλουμε η κοινωνία να μην υποκύπτει σε ψευδοεπιστημονικές και μεταφυσικές θεωρήσεις και στη διάχυτη συνωμοσιολογία που κατακλύζει το διαδίκτυο και τα ΜΜΕ.
Φυσική, φιλοσοφία, μαθηματικά
Ο Βαγιονάκης γεφυρώνει με γλαφυρό τρόπο αλλά πλήρως τεκμηριωμένα αυτό το κενό μέσα από μια ιστορική αναδρομή της σχέσης φυσικής και φιλοσοφίας, από την ελληνική αρχαιότητα έως σήμερα. Εξιστορεί τα επιτεύγματα της φυσικής ακολουθώντας την εξέλιξη της φιλοσοφικής σκέψης πάνω στην οποία στηρίχθηκαν αλλά και των συγκρούσεων διαφορετικών φιλοσοφικών προσεγγίσεων. Οι έννοιες του χώρου, του χρόνου, της κίνησης και του «φυσικού νόμου» είναι θεμελιώδεις στη φυσική και γύρω απ’ αυτές αναπτύχθηκαν διαφορετικές, πολλές φορές με έντονες αντιθέσεις, φιλοσοφικές θεωρήσεις.
Προχωράει ο Βαγιονάκης με ιστορικές αναφορές στην ανάδειξη μιας άλλης σημαντικής πτυχής στην εξέλιξη της επιστήμης, αυτής των ερευνητικών μεθόδων και της διαδικασίας «ανακάλυψης» φυσικών νόμων μέσα από τη διαλεκτική σχέση της ενοποίησης, της αναγωγής, των συμμετριών και των ασυμμετριών. Αναδεικνύει επιπλέον την αδιάρρηκτη σχέση φυσικής και μαθηματικών που είναι απαραίτητη για την εμβάθυνση στη φυσική πραγματικότητα. Αλλά ερωτά τι είναι τα μαθηματικά; Ανακάλυψη ή επινόηση; Προϋπάρχουν ως οντότητες, όπως θεωρούσαν οι πλατωνικοί, ή τα επινόησε ο ανθρώπινος νους; Όμως τίθενται και άλλα πολύ ενδιαφέροντα εννοιολογικά ζητήματα, τα οποία συζητάει με ενδελέχεια ο Βαγιονάκης, όπως το «θεώρημα της μη πληρότητας» των μαθηματικών.
Το βιβλίο καταλήγει στη μητέρα όλης της φυσικής, που είναι η κοσμολογία, η προσπάθεια δηλαδή κατανόησης της γένεσης και της εξέλιξης του Σύμπαντος και των κοσμικών δομών που το αποτελούν. Αφού εξιστορήσει την εξέλιξη της κοσμολογικής θεώρησης, με τα παραλειπόμενά της, θέτει τα θεμελιώδη ερωτήματα που μένουν ακόμα αναπάντητα… Θα απαντηθούν ποτέ;
Το βιβλίο του Βαγιονάκη διαβάζεται εύκολα και κρατά έντονο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι το τέλος. Το προτείνω ανεπιφύλακτα.