Γράμματα
Οι περισσότεροι συγγραφείς, ακόμα και οι καλοί, γράφουν για όσα μπορούν να γραφτούν. Οι κορυφαίοι, όμως, γράφουν για όσα δεν μπορούν να γραφτούν .
W. G. Sebald
Υπάρχει μια φλέβα χρυσού στα έγκατα της τέχνης του μυθιστορήματος, στην οποία ο μη εξοικειωμένος έλληνας αναγνώστης, εθισμένος στην ευκολία αφηγημάτων που κυλούν σαν το νεράκι, δεν δίνει τη δέουσα προσοχή ώστε να ξεπεράσει το αίσθημα της ξένωσης και να αναβαθμίσει το κριτήριο πρόσληψής του που θα τον μυούσε στη δύσκολη τέχνη του μυθιστορήματος. Το ίδιο ισχύει και για τον έλληνα χωρίς κίνητρο κριτικό, και το συγγραφέα που, από φόβο μην απωλέσει τη δική του λογοτεχνική παράδοση, αποφεύγει το διάλογο και την αναμέτρηση με μυθιστορήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας τα οποία ανήκουν πλέον στη χορεία των κλασικών έργων της. Αποτέλεσμα είναι να μην μπορεί να δημιουργήσει εκείνες τις αναγκαίες φόρμες που θα του επέτρεπαν να ριχτεί στον ημιάγνωστο ωκεανό της δικής του μακραίωνης παράδοσης και να αξιοποιήσει τους πολύτιμους θησαυρούς της (μύθους, θρύλους ή παραμύθια, ποιήματα, ύμνους, τραγούδια, αλλά και πραγματείες ή θεωρήματα από τις αρχαίες φιλοσοφίες / επιστήμες. Η μέχρι ασφυξίας περίκλειστη πεζογραφία μας κινδυνεύει να μετατραπεί σε τυμβωρυχία των βίων προσώπων του παρελθόντος όσο αρνείται να ανακαλύψει τη φλέβα χρυσού της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας που δεν είναι άμοιρη της δικής μας αρχαίας, μεσαιωνικής ή νεότερης παράδοσης.
Πρώτα απ’ όλα, θέλω να ευχαριστήσω για την πρόσκληση συμμετοχής στο Συνέδριο, καθώς και για την τιμητική συμπερίληψη του ονόματός μου στην Επιστημονική Επιτροπή. Πριν αρχίσω να αναπτύσσω το θέμα μου, μια διόρθωση. Στις περίπου προ διετίας πρώτες συνεννοήσεις, είχα διαβιβάσει στους οργανωτές συντομότατη περίληψη της σημερινής ομιλίας, τόσο λακωνική που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως προϊόν φυγοπονίας. Είχα τότε την ελπίδα για μιαν εν καιρώ επεξήγηση, αλλά τα γνωστά γεγονότα της πανδημίας ανέτρεψαν κάθε πιθανότητα. Τα ονόματα των ποιητών που ανέφερε εκείνη η λακωνική περίληψη (Σινόπουλος, Αναγνωστάκης, Παυλόπουλος) ήταν εντελώς ενδεικτικά και επ’ ουδενί εξαντλούσαν την πρόθεσή μου να επεκταθώ πιθανώς στο σύνολο των μεταπολεμικών ποιητών. Επομένως, δεν θα ακούσετε στη συνέχεια μόνον τις τυχόν συντεχνιακές ή όποιες άλλες σχέσεις μεταξύ των τριών αυτών ποιητών και του Σεφέρη.
Η βιωματική σχέση του Κ.Θ. Δημαρά με την έρευνα και η αφοσίωσή του στη διατύπωση, την εκλέπτυνση και την τήρηση των κανόνων της, κατά τη μακρά και γόνιμη θητεία του στη λογιοσύνη, είναι ομολογημένη και μαρτυρημένη. Μάρτυρες τα σώματα των δημοσιευμάτων του, με τις διαδοχικές βελτιώσεις και προσθήκες, από δημοσίευση σε δημοσίευση, οι υποσημειώσεις / επισημειώσεις των μελετών του, η επισήμανση και η υπομνηματισμένη έκδοση σημαντικών κειμένων και τεκμηρίων.
«Από τα 2700 λήμματα της εργογραφίας του Κ.Θ. Δημαρά, η οποία καλύπτει την περίοδο 1917-90, μόλις τα 25 (δηλαδή ούτε το ένα χιλιοστό τους), δημοσιευμένα από το 1932 έως το 1983 αφορούν ευθέως τον Καβάφη»,[1] διαπιστώνει ο Γ.Π. Σαββίδης στο «Σημείωμα του Επιμελητή» της κλασικής πλέον έκδοσης Σύμμικτα, Γ΄, Περί Καβάφη, όπου συγκεντρώνει και εκδίδει, σύμφωνα με την εκδοτική βούληση του Κ.Θ. Δημαρά, τα καλύτερα καβαφικά του, είκοσι πέντε προηγουμένως δημοσιευμένα κείμενα, και δύο ανέκδοτα.[2]
Μια συνέντευξη στο Δεύτερο Πρόγραμμα του ΕΙΡ (1958)
Το μικρό αφιέρωμα στον Κωνσταντίνο Θ. Δημαρά, που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 123 του Books' Journal και αναδημοσιεύεται τμηματικά στην ιστοσελίδα μας, προέκυψε από μια ραδιοφωνική εκπομπή του 1958 η οποία απόκειται στη φωνοθήκη του Γιώργου Ζεβελάκη (το τεράστιο αρχείο με ηχογραφήματα, που διατηρεί και επεκτείνει). Μια μέρα ξανάκουσε την εκπομπή, τη βρήκε αντιπροσωπευτική της δημιουργικής προσωπικότητάς του και αναρωτήθηκε αν μπορούσε να είναι η αφορμή για να ανασυστήσουμε τη ζωή και το έργο του σπουδαίου φιλόλογου και ιστορικού της λογοτεχνίας. Απομαγνητοφωνημένη με ακρίβεια, η εκπομπή αποτέλεσε το έναυσμα για το σχετικό αφιέρωμα. [TBJ]
Στις 8 Δεκεμβρίου 2021, απονεμήθηκε στον Χρήστο Χωμενίδη το Ευρωπαϊκό Βραβείο Βιβλίου, για τη Νίκη – το μυθιστόρημά του του 2014, οικογενειακή σάγκα και χρονικό της πολιτικοκοινωνικής κατάστασης στην Ελλάδα του εικοστού αιώνα. Παραλαμβάνοντας το βραβείο του, ο συγγραφέας διάβασε το κείμενο που ακολουθεί:
Οκτώβρης 1972, χρόνια της Χούντας ακόμα, ο Δημαράς, που πρόσφατα έχει αναλάβει τη διεύθυνση του Νεοελληνικού Ινστιτούτου στη Σορβόννη, τα λέει με φοιτητές του στη Βιβλιοθήκη του σπουδαστηρίου –«Τι θέμα να βάλουμε για το φετινό σεμινάριο;», ρωτά. –«Κοινωνικοί αγώνες και γλωσσικό ζήτημα», πετάγεται η Ρένα Σταυρίδη-Πατρικίου, πάντα ζωηρή και μέσα στα πράματα. –«Πολύ ωραία!», απαντά ο Δημαράς. «Να δούμε τώρα πώς θα το ονομάσουμε». (Αυτά τα έχω ακούσει από την ίδια τη Ρένα Πατρικίου.) (αφιέρωμα στον Δημαρά, τεύχος 123)
Δυο στενοί φίλοι του Σεφέρη, ο έλληνας φιλόλογος Γ.Π. Σαββίδης και ο άγγλος συγγραφέας και μεταφραστής Ρεξ Γουόρνερ, μοιράστηκαν πολλές εμπειρίες τους με τον ποιητή, ο οποίος έγραψε και αφιέρωσε και στους δυο στίχους του. Στον Σαββίδη, μια παιγνιώδη σύνθεση που έμοιαζε με κρητικές μαντινάδες που χαράχτηκαν σε μαχαίρια. Στον Γουόρνερ ένα ποίημα για τη φιλία τους, που την παραλληλίζει με το «τιτίβισμα των φιλέταιρων σπουργιτιών». [ΤΒJ]
Ο Σεφέρης ήταν πολύ προσεκτικός και πάσχιζε να ξεχωρίσει την ιδιότητα του ποιητή από εκείνη του διπλωμάτη. Ήταν όμως αυτό εφικτό, και ως ποίο σημείο; Κι αν θέλουμε να πάμε σε μεγαλύτερο βάθος, πού εντοπίζεται η ασυνείδητη αλληλεπίδραση των δύο πλευρών της δημιουργικής προσωπικότητας; Πώς γράφεται δηλαδή, σε τελευταία ανάλυση, ένα ποίημα; Μήπως η διπλωματική ζωή με τις ιδιομορφίες της, τις εμπειρίες της και τις αναποδιές της έπαιξε ρόλο στη διαμόρφωση της λογοτεχνικής δημιουργίας του;