Λογοτεχνία
Ο Τάσος Γουδέλης στη νέα συλλογή διηγημάτων του με είκοσι δύο ιστορίες, ανασυνθέτει προσωπογραφίες ξεφεύγοντας από τους κλασικούς αφηγηματικούς τρόπους ενός διηγήματος. Ηοργάνωση και ύφανση του αφηγηματικού χώρου, όπως και η χάραξη της δράσης των προσώπων, τείνουν σ’ έναν καθαρά ανθρωπολογικό στόχο. Το «δύστροπο» ύφος του Γουδέλη δεν κάνει το κείμενο λιγότερο ελκυστικό και ιδιότυπο, μια λογοτεχνία με ιδιαίτερο βάρος και ύφος.

Άλκη Ζέη, Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο, Μεταίχμιο, Αθήνα 2013, 386 σελ.
Η Άλκη Ζέη, αγαπημένη συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας, που ποτέ δεν διεκδίκησε να μεταφραστούν οι επιτυχίες της σε μετοχές στην αγορά της δημοσιότητας, καταθέτει ένα καινούργιο βιβλίο, αυτοβιογραφικό, για μια ζωή που αρδεύτηκε από τις σχέσεις σημαντικών ανθρώπων και σημαδεύτηκε από δραματικά ιστορικά γεγονότα. Η συγγραφέας κινήθηκε με δικαιοσύνη και σεβασμό ανάμεσα στις σκοτεινές και τις φωτεινές περιοχές της μνήμης και μας έδωσε ένα όμορφο αφήγημα που δεν μας τέρπει απλά, αλλά μας εμψυχώνει.[ΤΒJ]

Reiner Stach, Kafka. The years of insight, μετάφραση στα αγγλικά από τα γερμανικά: Shelley Frisch, PrincetonUniversity Press, 2013, 682 σελ.
Το δεύτερο μέρος της βιογραφίας του Ράινερ Σταχ ακολουθεί έναν «κατά λάθος μοντερνιστή» από την περίοδο της ωριμότητας ως το θάνατό του. Ο στόχος στη διαδρομή είναι να φέρει στην επιφάνεια τα πολλά πρόσωπα του συγγραφέα που «δεν ήταν τίποτε άλλο εκτός από λογοτεχνία»

Joseph Roth, Ιώβ. Η ιστορία ενός απλού ανθρώπου, μετάφραση από τα γερμανικά: Μαρία Αγγελίδου, σύνταξη εργογραφίας: Τόνια Χ. Παπαϊωάννου - Παναγιώτης Τσούκας, Άγρα, Αθήνα 2013, 230 σελ.
Η έκδοση του Ιώβ στα 1930 αποτέλεσε σημείο καμπής για τη μετέπειτα συγγραφική πορεία του αυστριακού συγγραφέα, αφού προηγήθηκε του κορυφαίου (ελεγειακού) ιστορικού μυθιστορήματός του, Το εμβατήριο του Ραντέτσκυ (1932), έργου που συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα πεζογραφήματα της γερμανικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα - και βέβαια στον γερμανικό λογοτεχνικό Κανόνα. Ο μεταφραστής του βιβλίου στα αγγλικά, Ρος Μπέντζαμιν, το θεωρεί κείμενο κομβικό, μέσα από το οποίο ο συγγραφέας επιστρέφει στην παιδική του ηλικία –διά της οδού αυτού που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αφήγημα νόστου– και στη μητρική γη με όλη την οικειότητα, αλλά και την ετερότητα που την περιβάλλει. Και τι μπορεί να πει, σήμερα, το συγκεκριμένο κείμενο στον έλληνα αναγνώστη; [ΤΒJ]

Μισέλ Φάις, Aegypius monachus. Νουβέλα, Πατάκη, Α΄έκδοση Καστανιώτης 2001, αναθεωρημένη επανέκδοση Αθήνα 2013, 133 σελ.
Πέρα από κάποιο σημείο δεν υπάρχει πλέον επιστροφή.Σε αυτό το σημείο πρέπει να φθάσουμε. [ΑΦ, αρ. 5]
Στο Aegypius monachus που επανεκδόθηκε φέτος, ο Μισέλ Φάις αφηγηματοποιεί κομμάτια της παιδικής του μνήμης που δεν είχε ανασύρει στην επιφάνεια για πολλά χρόνια. Σπαράγματα της εβραϊκής του ταυτότητας και της παιδικής του ηλικίας, στον τραχύ δρόμο προς την ενηλικίωση, που ψηλαφίζει με έναν αυτοβιογραφικό τρόπο, όπως άλλωστε κάνει και στη συνέχεια σε άλλα έργα του.

Κάρολος Τσίζεκ, Η λιμνοθάλασσα της Γεωργικής Σχολής και άλλες αφηγήσεις, επίμετρο: Αλέξης Ζήρας, Κίχλη, Αθήνα 2013, 221 σελ.
Μεταφραστής, ποιητής και γραφίστας, συνεργάτης του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη και του Ντίνου Χριστιανόπουλου, ο τσεχικής καταγωγής Κάρολος Τσίζεκ είναι ένας από τους τελευταίους εκφραστές της πολυπολιτισμικής Θεσσαλονίκης. Στα κομψά και αφηγηματικά ώριμα αυτοβιογραφικά κείμενα που περιλαμβάνει το βιβλίο του καταγράφεται η ζωή μιας πόλης που ήταν πλούσια με ελάχιστα, πριν παραδοθεί στον νεοπλουτισμό, τη μονογλωσσία και τη μονολιθική νεοελληνική ταυτότητα. [TBJ]

Διονύσιος Σολωμός, «Ο Κρητικός», επίμετρο-σημειώσεις: Στυλιανός Αλεξίου, Κίχλη, Αθήνα 2013, 25 σελ.
Ως αυτόνομο βιβλίο κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2013 από τις εκδόσεις Κίχλη, μέρες μόλις πριν πεθάνει ο επιμελητής του Στυλιανός Αλεξίου, το μείζον ποιητικό σύνθεμα του Σολωμού «Ο Κρητικός» [1833-34], σε μερικώς νέα εκδοτική επεξεργασία, μετά τη θεμελιακή έκδοσή του: Διονυσίου Σολωμού, Ποιήματα και Πεζά, επιμέλεια-εισαγωγές Στ. Αλεξίου, στιγμή, Αθήνα 1994 [22007], με εμπλουτισμένες ερμηνευτικές σημειώσεις, και γλωσσάρι του διακεκριμένου εκλιπόντος. Έργο της ώριμης, κερκυραϊκής περιόδου του ποιητή, και από τα πιο ολοκληρωμένα του ως προς το στάδιο επεξεργασίας στο οποίο μας παραδόθηκε, «Ο Κρητικός» θέτει ποιητολογικά ζητήματα αιχμής γύρω από το σολωμικό έργο, που η επεξεργασμένη πρόσφατη έκδοσή του από τον Αλεξίου επιβάλλει να ξανασκεφτούμε.

«Κλείστε αυτό το κωλοκοράνι!» ουρλιάζει η συγγραφέας στην πρώτη πρώτη αράδα του βιβλίου, την ημέρα της κηδείας του πατέρα της, για να τηρήσει την υπόσχεσή της σ’ εκείνον. Αυτή είναι η μέρα που η Νίνα Σιμόν σταμάτησε να τραγουδά. Η μέρα που έφυγε για πάντα ο πατέρας ο οποίος πίστευε ότι «[γ]ια όλα φταίνε οι θρησκείες, αυτός ο ελεεινός Θεός που έχεσε παντού»
Νταρίνα αλ-Τζουντί, Η μέρα που η Νίνα Σιμόν σταμάτησε να τραγουδά, μετάφραση από τα γαλλικά: Αθηνά Μαροπούλου, Ποταμός, Αθήνα 2013, 160 σελ.
Η χρονιά που πέρασε είχε ένα χαρακτηριστικό το οποίο δεν συναντάμε συχνά στη σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή: σημαντικούς νέους συγγραφείς. Συγγραφείς οι οποίοι τυπώνοντας το πρώτο ή το δεύτερο βιβλίο τους σχηματίζουν ήδη μιαν ομάδα που μοιάζει έτοιμη να ξεφύγει από τα παραδεδεγμένα. Τι ακριβώς, όμως, συμβαίνει με αυτούς τους συγγραφείς; Θα αποφύγω να χρησιμοποιήσω τον όρο «γενιά», όρο από τον οποίο έχει κακοπάθει η κριτική εδώ και πολλές δεκαετίες, όπως και να εντάξω τους πεζογράφους για τους οποίους σκοπεύω να μιλήσω σε κάποιες πολύ συγκεκριμένες τάσεις. Η κατάσταση είναι ακόμη εξαιρετικά ρευστή για όλους: βρισκόμαστε μόλις στο ξεκίνημα για τους περισσότερους, υπάρχουν σοβαρές ηλικιακές διαφορές ανάμεσα στους νεώτερους και τους μεγαλύτερους ενώ τόσο οι μεγαλύτεροι όσο και οι νεώτεροι κάνουν πράγματα αρκετά διαφορετικά μεταξύ τους. Εκείνο, ωστόσο, το οποίο μπορώ να πω από τώρα είναι ότι κανένας από τους νέους συγγραφείς δεν έχει βγει στον λογοτεχνικό στίβο ανυποψίαστος: οι τεχνικές τους είναι ψαγμένες και χωρίς το παραμικρό στοιχείο έπαρσης ή επίδειξης, ο λόγος τους έχει δουλευτεί εις βάθος και η θεματογραφία τους είναι κοιταγμένη μέσα από μια πολύ φρέσκια και ταυτοχρόνως ιδιαιτέρως ανήσυχη ματιά.
Η έκδοση του βιβλίου αυτού στις ΗΠΑ, το 1995, πυροδότησε μια σειρά αντιφατικών κριτικών – ο Χάρολντ Μπλουμ το χαρακτήρισε ως το αδιαμφισβήτητο αριστούργημα του Ροθ, ενώ ο κριτικός των NewYorkTimes Μιτσίκο Κακουτάνι το βρήκε «κακόγουστο και ανέμπνευστο». Πέρα από την ακρότητα με την οποία «οπλίζεται» ο κεντρικός ήρωας, ο Μίκι Σάμπαθ, όμως, ο Ροθ «χρησιμοποίησε» το βιβλίο αυτό ως σκαλοπάτι για να εισέλθει σε μια νέα φάση της πεζογραφικής του παραγωγής. Ο τρόπoς του Σάμπαθ, λοιπόν, ήταν ό,τι καλύτερο για να δώσει οριστική απάντηση σε μια σειρά διλημμάτων που ταλάνισαν τους μέχρι τότε ήρωές του – από το διχασμό ανάμεσα στην «αίσθηση του καθήκοντος» και στην επιδίωξη της ελευθερίας, μέχρι τη διάσταση ανάμεσα στην πνευματικότητα και στη ζωώδη ενεργητικότητα, σε σύμβολο της οποίας ανάγεται συχνά το σεξ.

Επάνοδος στο παλαιότερο έργο, κριτική αξιολόγηση και επαναπόδοσή του στο σήμερα, ώστε να επαναναγνωσθεί και να επανεκτιμηθεί: η συγκεντρωτική έκδοση τεσσάρων ποιητικών συλλογών, εξαντλημένων σήμερα, του Χάρη Βλαβιανού, δίνει το στίγμα της ποιητικής του, όπως αποτυπώθηκε στη νεότητά του και εκδιπλώνεται ως σήμερα. Είναι το αποτύπωμα ενός ποιητή που προσπαθεί να δραπετεύσει από την προσωπικότητα και από το συναίσθημα, που ξεκινάει από το προσωπικό τραύμα, αλλά καταλήγει να εκφράσει μια ευρύτερη, βαθύτερη ευαισθησία του ανθρώπινου που δοκιμάζεται στον καιρό του.
Οι εορτασμοί για τα εκατόν πενήντα χρόνια από τη γέννηση του Καβάφη και τα ογδόντα από τον θάνατό του σηματοδοτούν, αν μη τι άλλο, διάρκεια. Και είναι ειρωνεία το ότι οι στραμμένοι προς το μέλλον σπουδαίοι μεσοπολεμικοί λογοτέχνες μας (Σεφέρης, Ελύτης, Γκάτσος, Παπατσώνης, Καζαντζάκης, Θεοτοκάς, Σαραντάρης) έκριναν πως η ποίηση του Αλεξανδρινού ήταν, όπως το διατυπώνει ο Κουτσουρέλης (που συντάσσεται με την άποψή τους), «ένας κόσμος περίκλειστος, στραμμένος προς το παρελθόν».