Φίλιππος Παππάς
Διδάκτωρ νεοελληνικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, μεταδιδακτορικός υπότροφος. Διδάσκει στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Ετοιμάζεται το βιβλίο του, O διάλογος της ελληνικής με τις ξένες λογοτεχνίες. Για μια ιστορία της λογοτεχνικής μετάφρασης (1830-1909).
Μάριο Βίττι: Οδηγίες προς επίδοξους ιστορικούς λογοτεχνίας
Ο Μάριο Βίττι, ένας από τους πιο επιδραστικούς νεοελληνιστές, πέθανε στη Ρώμη σε ηλικία 97 ετών, έχοντας προλάβει να αφήσει τεράστιο έργο με αντικείμενο την ελληνική λογοτεχνία. Ο Μάριο Βίττι, το 2011, παραχώρησε συνέντευξη στον Φίλιππο Παππά, στην οποία μιλάει για τη δουλειά του (τη λογοτεχνία) και τον ίδιο σε σχέση με τη δουλειά του. Δημοσιεύτηκε στο τχ. 11 του Books’ Journal (Σεπτέμβριος 2011). Αναδημοσιεύεται σήμερα εδώ, ως αφορμή γνωριμίας με έναν παθιασμένο για τη δουλειά του, την ελληνική λογοτεχνία, επιστήμονα και μελετητή – που θα μπορούσε να είναι και παράδειγμα για τον καθένα μας.
Αργεντινή ή Γαλλία;
Αν δεν ήταν τόσο μεγάλη και βαριά η καταριανή σκιά, αυτό το ματς θα ήταν απενοχοποιημένα το σημαντικότερο της δεκαετίας, το πιο ιστορικό, όπως φανερώνουν και οι αντιδράσεις των σταρ των δύο ομάδων στον δρόμο για τον τελικό. Ο τελικός που αναμενόταν το 1986, αλλά ο Ζοέλ Μπατς έσκασε απότομα.
To ελληνικό πανεπιστήμιο κλώτσησε όλες τις ευκαιρίες
Μπράβο σε όσες και όσους αγωνίζονται ακόμα για το ελληνικό πανεπιστήμιο, ειλικρινά. Νιώθω ότι, δυστυχώς πλέον, το έρμο δεν αφορά παρά ελάχιστα την κοινωνία. Δεν είναι εδώ και καιρό ούτε θεσμός κοινωνικής κινητικότητας, ούτε αποκλειστικός χώρος παροχής γνώσης και βιβλιογραφίας (ας όψεται το διαδίκτυο), ούτε φυσικά τόπος ρετρό λυτρωτικής κοινωνικοποίησης και πολιτικοποίησης (λόγω ΜΚΔ, υποθέτω). Kάτι λέει η (επί πληρωμή) εντεινόμενη ακμή των όχι ακριβώς ιδανικών κολλεγίων, των ανοικτών πανεπιστημίων, των κυπριακών ιδρυμάτων και των (ας πούμε) παραρτημάτων ξένων σχολών, χωρίς να υπολογίζω καν το ασταμάτητο brain drain.
Ο μεταφραστής Άρης Αλεξάνδρου και η εποχή του
Μαξίμ Γκόρκι, Οι Αρταμάνοφ, μετάφραση από τα ρωσικά: Άρης Αλεξάνδρου, Πατάκη, Αθήνα 2018, 525 σελ.
Λίγο μετά τα είκοσι, μεταφράζει για τον Γκοβόστη από τα αγγλικά και (δευτερευόντως) από τα ρωσικά. Όπως εύστοχα έχει πει ο Δημήτρης Ραυτόπουλος, ο Άρης Αλεξάνδρου ως δεσμώτης είναι ελεύθερος δημιουργός και ως «ελεύθερος» πολίτης δέσμιος της μετάφρασης. [1]
ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ ΒΟΟΚS' JOURNAL - τχ. 99
Η ταύτιση του Άρη Αλεξάνδρου σε μεγάλο βαθμό με το Κιβώτιο και τις μεταφράσεις από Ρώσους συγγραφείς συχνά αφήνει στη σκιά την υπόλοιπη μεταφραστική θητεία του. Πρόκειται για μεταφραστή πάνω από 60 τίτλων, ο οποίος, πάνω από 60 χρόνια μετά την κορύφωση της μεταφραστικής του παραγωγής, παραμένει ορατός μέσω ανατυπώσεων και εμπλουτισμένων επανεκδόσεων όσο κανείς της γενιάς του στα κεντρικά βιβλιοπωλεία. Εκτός από τις γνωστές σε οποιονδήποτε αναγνώστη μεταφράσεις των μειζόνων (τεσσάρων) έργων του Ντοστογιέφσκι είναι υπεύθυνος για την επανεγγραφή έργων του Τουργκένιεφ, του Τολστόι, του Γκόρκι, του Τσέχοφ, του Έρενμπουργκ, της Αχμάτοβα, του Μαγιακόφσκι, αλλά και του Ο’Νιλ, του Λώρενς, της Περλ Μπακ, του Λιούις, του Ουάιλντ, του Κίπλινγκ, του Φώκνερ, του Στάινμπεκ, του Λόντον, του Σω, του Κάλντγουελ, της Καρλάυλ, όπως και του Βολταίρου, του Αραγκόν, του Σεμπρούν, του Μαλρώ και του Μπαλζάκ (στα στερνά του). Κι ακόμα είναι μεταφραστής του Πετρωνίου, του Τσβάιχ (από διάμεση γλώσσα), ποικίλων ποιημάτων και πολλών εγκυκλοπαιδικών έργων και βιογραφιών, μεταξύ άλλων. Σχεδόν τα μισά του μεταφράσματα κυκλοφορούν επανεκδομένα σήμερα. Ωστόσο (ή μάλλον εδώ και χρόνια), ο Αλεξάνδρου είναι πολύ λιγότερο γνωστός και πολύ λιγότερο παρών σε κεντρικά βιβλιοπωλεία για τις μεταφράσεις του Ντ.Χ. Λώρενς (τον οποίο πρωτοεισάγει), του Ευγένιου Ο’Νιλ, της Περλ Μπακ, του Κίπλινγκ και του Όσκαρ Ουάιλντ σε σχέση με τους συγγραφείς που έγραψαν στη (σχεδόν) μητρική του γλώσσα, τα ρωσικά.
Με τα λόγια του Δημήτρη Ραυτόπουλου: «Δεν μπορούμε να δούμε στο μεταφραστικό έργο του Αλεξάνδρου ένα “σχέδιο” ή πρόγραμμα προσωπικό. Ούτε οι συνθήκες οι γενικές ούτε η εκδοτική μας πραγματικότητα επέτρεπαν κάτι τέτοιο».[2] Τα πρώτα του χρόνια ως μεταφραστή αφορούν έργα γραμμένα στα αγγλικά, η έξοδός του στο στίβο του μεταφραστικού βιοπορισμού (με τη μεσολάβηση του Ρίτσου) και οι πρώτες δουλειές του στον Γκοβόστη είναι κυρίως εκ του αγγλικού. Σχεδόν όλη η πρώτη μεταφραστική του περίοδος αφορά εισαγωγές αγγλόφωνων συγγραφέων. Η δεκαετία του 1940 είναι, εξάλλου, μια περίοδος που η αγγλομάθεια δεν είναι αυτονόητη όσο σήμερα. Υπάρχουν λοιπόν κάπως διακριτές περίοδοι στο μεταφραστικό έργο του[3] και αξίζει να έχουμε στο μυαλό μας και την ηλικία του: λίγο μετά τα είκοσι μεταφράζει για τον Γκοβόστη από τα αγγλικά και (δευτερευόντως) από τα ρωσικά. Όπως εύστοχα έχει πει ο Δημήτρης Ραυτόπουλος, ο Άρης Αλεξάνδρου ως δεσμώτης είναι ελεύθερος δημιουργός και ως «ελεύθερος» πολίτης δέσμιος της μετάφρασης. Τα περισσότερα έργα από τα αγγλικά τα μεταφράζει, λοιπόν, λίγο μετά τα είκοσί του χρόνια. Τα πρώτα δέκα χρόνια της μεταφραστικής του θητείας δεσπόζουν οι εκ του αγγλικού εκδόσεις. Έπειτα, λίγο μετά τα τριάντα του, ακολουθεί η κυκλοφορία των γνωστών μεταφράσεων μειζόνων έργων του Ντοστογιέφσκι και άλλων ρώσων συγγραφέων. Η θητεία του στον Γκοβόστη κορυφώνεται στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Γύρω στα σαράντα του έχει ολοκληρώσει το μεγαλύτερο μέρος του μεταφραστικού του έργου. Τα τελευταία χρόνια περιορίζει την ποσότητα και στρέφεται σε μεταφράσεις από τη γαλλική, όντας σαφώς και πιο επιλεκτικός, όπως μαρτυρά το αρχείο του.
Κατά μια έννοια, που σήμερα μοιάζει παράδοξη, περισσότερο αποτελεί πρώτο εισηγητή του Ο’Νιλ,[4] παρά του Ντοστογιέφσκι στην Ελλάδα. Ούτε εισάγει αποκλειστικά συγγραφείς, τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια, oύτε προηγείται πάντα (Ντοστογιέφσκι –όχι πολλά έργα–, Γκόρκι, Τσέχοφ, Ουάιλντ π.χ. είχαμε ήδη μεταφρασμένους σε αυτοτελείς εκδόσεις και σε σελίδες περιοδικών και εφημερίδων, συχνά από διάμεσες γλώσσες). Αν με έναν συγγραφέα (με περιπετειώδη εκδοτική πορεία στην Ελλάδα) είχε μεταφραστική εμμονή και ξέρουμε ότι αλληλογραφεί συστηματικά, βάζοντας σε κίνδυνο και την περιουσία του την ίδια, αυτός είναι ο Έρενμπουργκ.
Υπάρχει αναλογία με τη θητεία προηγούμενων συγγραφέων, όπως ο Παπαδιαμάντης π.χ., που είναι πρώτα μεταφραστής (προς βιοπορισμόν) και έπειτα πεζογράφος πρωτότυπων έργων. Και υπάρχει σύνδεση με τους δεκάδες (ιδίως αριστερών φρονημάτων) αναγκαστικά πολλές φορές ζώντες από τη μετάφραση και αναγκαστικά ζώντες από την πένα τους, που δραστηριοποιήθηκαν στο χώρο αυτό συχνά ελλείψει άλλης προοπτικής τα χρόνια μεταξύ εμφυλίου και χούντας. Και για να μείνουμε στην εποχή του, από άλλο μετερίζι ο Αλέξανδρος Κοτζιάς μεταφράζει επίσης δεκάδες βιβλία, από πολλές κουλτούρες, αν όχι γλώσσες, αφετηρίας, για τα προς το ζην.
Η ανάδυση του μεταφραστή
Αρκετά πρόσφατα, την τελευταία δεκαετία, παλαιότερες μεταφράσεις έχουν αρχίσει και κυκλοφορούν ξανά, ανατυπωμένες και επιμελημένες. Πρόκειται κυρίως για μεταφράσματα που κυκλοφόρησαν στους ογκώδεις τόμους της σειράς «Βασική βιβλιοθήκη της παγκόσμιας κλασσικής λογοτεχνίας», που εκδίδεται από τις εκδόσεις Αφοί Συρόπουλοι και Κ. Κουμουνδουρέας, επιχείρησης τελείως διαφορετικής σε σχέση με τον Γκοβόστη, ειδικευμένης στη διάθεση κυρίως εγκυκλοπαιδικών ή εκλαϊκευτικών πολύτομων έργων μέσω πλασιέ. Ο Αλεξάνδρου έχει συνεργαστεί ξανά με τον Κουμουνδουρέα σε τόμους του γνωστού εκείνη την εποχή (κι ακόμα παρόντος σε παλαιές βιβλιοθήκες) πολύτομου έργου του Will Durant, Ιστορία του Παγκόσμιου Πολιτισμού, και σχεδιάζει στα στερνά του μια Ιστορία της Ελλάδας μέσω της γελοιογραφίας. Η σειρά αυτή αρχίζει φιλόδοξα το 1959 (και μάλλον απότομα τελειώνει). Οι τέσσερις (συν ένας) τόμοι συστεγάζουν παλαιότερους και σύγχρονους κλασικούς: Θερβάντες, Βολταίρο, Φλωμπέρ, Ζιντ, Φώκνερ, Γκόρκι και πολλούς ακόμα.[5] Ο Αλεξάνδρου συμμετέχει στο εγχείρημα με μεταφράσεις από τρεις γλώσσες (Φώκνερ, Λιούις, Γκόρκι, Βολταίρο). Σε έναν τόμο συνυπάρχουν μεταφράσματα του Πέτρου Χάρη και του Άρη Αλεξάνδρου. Η συστέγαση ετερόκλητων κειμένων, συγγραφέων, γλωσσών προέλευσης και μεταφραστών είναι χαρακτηριστική για τον κόσμο της μαζικής στόχευσης και της τυχαιότητας. Έπειτα από λίγα χρόνια, το 1964, προστίθεται ένας ακόμα τόμος, που περιλαμβάνει Μωπασάν, Τσέχοφ και Τολστόι, πάλι σε μεταφράσεις Αλεξάνδρου, οι οποίες επανακυκλοφόρησαν την τελευταία δεκαετία.
Έχει ενδιαφέρον, λοιπόν, πέρα από τα κυκλοφορούντα και εξαντλημένα βιβλία του Γκοβόστη, ότι τα τελευταία χρόνια βγαίνει στο αφρό, εκτός από τη διαρκή επαναφορά στα μείζονα πεζά και ποιητικά και την ανάδειξη ελασσόνων δοκιμιακών έργων του και επιστολών του, η διάσταση του Αλεξάνδρου ως μεταφραστή. Πλάι στον Ντοστογιέφσκι, τον Τουργκένιεφ και στον Σεμπρούν, πέρα από τις επανεκδόσεις του Γκοβόστη, πωλούνται ευρέως και κρίνονται ευμενώς τα θαμμένα για χρόνια μεταφραστικά επιτεύγματα του Αλεξάνδρου. Έχουν ξανακυκλοφορήσει αυτοτελώς έργα που θεωρούνταν χαμένα όπως το ενδιαφέρον και λογοκριμένο φορτισμένο ιδεολογικά, Σιδερένιο Τακούνι (Γκοβόστης 2012) του 1946, που σωζόταν μόνο σε χειρόγραφο, αλλά και μεταφράσεις από τη δεμένη σειρά Κουμουνδουρέα: Τσέχοφ (Γκοβόστης 2012), Μωπασάν (Γκοβόστης 2013) αλλά και της Άννας Καρένινα (Άγρα 2010), και πολύ πρόσφατα του Γκόρκι (Πατάκη 2018), πλαισιωμένο με πολύ ενδιαφέρον επίμετρο του Γιώργου Τσακνιά, προερχόμενες από τους αγνοημένους ώς πρόσφατα τόμους Συρόπουλου-Κουμουνδουρέα, που είναι προσιτοί μόνο σε παλαιοβιβλιοπωλεία.
Σύμφωνα με την αινιγματική παιγνιώδη μαρτυρία του ίδιου σε έρευνα της Επιθεώρησης Τέχνης για την κρίση του βιβλίου στις αρχές του 1964, που παρατίθεται στο επίμετρο της πρόσφατης έκδοσης των Αρταμάνοφ, έχουμε ένα σκηνικό όχι ιδιαίτερα τιμητικό για το επάγγελμά του. Γράφει ο Αλεξάνδρου:
Προς το παρόν, ο μόνος τρόπος να «προστατεύσουμε τη δουλειά μας απέναντι στους επιχειρηματίες του βιβλίου» είναι να γίνουμε εκδότες. Φυσικά, η πρότασή μου έχει δύο βασικά μειονεκτήματα: Πρώτον χρειαζόμαστε χρήματα που δεν έχουμε. Δεύτερον, αν γινόμουνα ποτέ μου εκδότης, θα έπαυα να μεταφράζω και θα κατέφευγα στους «νέους και ανεύθυνους μεταφραστές» αναλαμβάνοντας επωνύμως την «επιμέλεια» της μεταφράσεως, όπως κάνουν και τώρα μερικές «λογοτεχνικές φίρμες» οι οποίες ‒πράγμα γνωστό σε όλους εκτός από το «απροστάτευτο» κοινό‒ μια και μόνη σχέση έχουν με τον εκδότη τους: Εισπράττουν το αντίτιμο για την μέσω του ονόματός των διαφήμιση του εμπορεύματος, όπως παλιότερα διαφημίζανε τα σιγαρέτα Καραβασίλη ο Ξενόπουλος και η Κοτοπούλη κι όπως διαφημίζει σήμερα τον Παπαστράτο η Τζέιν Μάνσφιλντ.
Περιγράφεται εδώ με ειρωνεία και με ενάργεια ένας πιεστικός για τους μεταφραστές κόσμος, που λόγω της έλλειψης οργανωμένης βιβλιογραφίας (όπως στον 19o αιώνα, χάρη στην ομάδα Ηλιού-Πολέμη, ή στα πρόσφατα χρόνια, χάρη στο διαδίκτυο) είναι ακόμα ερευνητικά ανεξερεύνητος.
Μια ιστορία της μετάφρασης
Είναι λοιπόν ακόμα ανοιχτό θέμα η ανασύνθεση του μεταφραστικού κόσμου του Άρη Αλεξάνδρου, παρά τη σχετική έλλειψη τεκμηρίων για τις πρώτες τρεις δεκαετίες της μεταφραστικής του δραστηριότητας στο πλούσιο αρχείο του στο ΕΛΙΑ (το οποίο, όπως είναι αναμενόμενο, περιλαμβάνει υλικό κυρίως από τα τελευταία χρόνια της ζωής του).[6] Yπάρχει σίγουρα ο Αλεξάνδρου-εξαίρεση του κανόνα, ο μεταφραστής με την πυγμή, κυρίως των τελευταίων χρόνων της σύντομης ζωής του, ο εμμονικός εισηγητής, ο συνειδητοποιημένος μεταφραστής, με τις ιδιαίτερες επιλογές και τους δικούς του ρυθμούς. Αλλά υπάρχει και ο Αλεξάνδρου-κανόνας μιας εποχής, ο σκληρά εργαζόμενος με αναθέσεις, ο μεταφορέας των πρώτων χρόνων, με τους δεκάδες τίτλους και τις πολλές κουλτούρες-πηγή σε λίγα χρόνια. Είναι ίσως ακόμα πιο ανοιχτό θέμα το εκδοτικό σκηνικό και το μεταφραστικό πεδίο τα πρώτα μεταπολεμικά έτη – και όχι μόνο, με τον Άρη Αλεξάνδρου κανόνα και εξαίρεση, λειτουργικό πρίσμα για μια ολόκληρη εποχή, στο πλαίσιο ενός διαρκούς ζητουμένου: μιας ιστορίας εκδοτών, μεταφραστών και μεταφράσεων.
[1] Ελαφρώς επεξεργασμένη μορφή από την παρουσίαση του βιβλίου, Μαξίμ Γκόρκι, Οι Αρταμάνοφ, της νέας σειράς sub rosa, στο βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων Πατάκη, στις 15/4/2019.
[2] Δημήτρης Ραυτόπουλος, «Ο μεταφραστής Άρης Αλεξάνδρου», περιοδικό Μετάφραση ’96, σ. 142-153.
[3] Εδώ δεν θα σταθώ καθόλου σε πληροφορίες για καθοριστικές στιγμές της ζωής του, όπως η φυλάκιση και η εξορία (1947-51, 1953-1958, 1967-έως το τέλος της ζωής του το 1978), ούτε στο πολύ σημαντικό πρωτότυπο έργο του.
[4] Μεταξύ 1944 και 1946 μεταφράζονται τα έργα Ο αυτοκράτορας Τζόουνς, Ο μεγάλος θεός Μπράουν, Ερημιά, Το φεγγάρι των καραϊβικών νησιών,Το χρυσάφι, Ντυναμό, Το σιντριβάνι, Ο πρώτος άνθρωπος, Μέρες δίχως τέλος, Τα εκατομμύρια του Μάρκο Πόλο, Στις θάλασσες του Βορρά και άλλα δυο μονόπρακτα, Ο Λάζαρος γέλασε.
[5] ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: τ. 1 Σταντάλ: Το κόκκινο και το μαύρο. Μετάφρασις Πέτρ. Χάρη· Ονορέ ντε Μπαλζάκ: Μπάρμπα Γκόριο. Μετάφρασις Νικολάου Βρεττάκου· Μαξίμ Γκόρκι: Οι Αρταμάνωφ. Μετάφρασις Άρη Αλεξάνδρου· Γιόρκε Αμάντο: Οργισμένη γη. Μετάφρασις Νίκου Βώκου. ‒ τ. 2 Μπέττυ Εμίθ: Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν. Μετάφρασις Δέσποινας Δετζώρτζη· Γουίλλιαμ Φώκνερ: Οι αδούλωτοι. Μετάφρασις Άρη Αλεξάνδρου· Σίνκλερ Λιούις: Μπάμπιτ. Μετάφρασις Άρη Αλεξάνδρου· Βολταίρου: Ο αγαθούλης. Μετάφρασις Άρη Αλεξάνδρου. ‒ τ. 3 Μιγκέλ Θερβάντες: Ο Δόν Κιχώτης. Μετάφρασις Κ. Καρθαίου - Κ. Κουλουφάκου· Αλμπέρ Καμύ: Ο ξένος. Μετάφρασις Κούλα Φραγκιά· Αντρέ Ζιντ: Ποιμενική συμφωνία. Μετάφρασις Α. Αλκαίου. ‒ τ. 4 Γουσταύου Φλωμπέρ: Μαντάμ Μποβαρύ. Μετάφρασις Κ. Κουλουφάκου· Ανατόλ Φρανς: Το νησί των πιγκουΐνων. Μετάφρασις Ν. Παπαρρόδου· Φρανσουά Μωριάκ: Κόμπος από οχιές· Αντρέ Μαλρώ: Η ελπίδα. Μετάφρασις Ν. Βώκου· Νικολάι Γκογκόλ: Ταράς Μπούλμπα. Μετάφρασις Κ. Κουλουφάκου.
[6] Στο ΕΛΙΑ βρίσκονται κυρίως χειρόγραφα και προσχέδια μεταφράσεων (Έρενμπουργκ, Μπαλζάκ, Γκόγκολ, Μαρκούζε, Αντάμωφ, Ρισπέν, Μαρκούζε, ποικίλα ποιήματα) και επιστολές με εκδότες και ανθρώπους των γραμμάτων από τη δεκαετία του 1970.