Σύνδεση συνδρομητών

Κώστας Κουλουφάκος και Εμμανουέλ Λεβινάς

Σάββατο, 09 Σεπτεμβρίου 2023 09:51
Ο Κώστας Κουλουφάκος.
Αρχείο Γιώργου Ανδρειωμένου
Ο Κώστας Κουλουφάκος.

Κώστας Κουλουφάκος, Τα δημοσιευμένα έργα. Τόμος 1: Πρωτότυπα. Τόμος 2: Μεταφρασμένα, φιλολογική επιμέλεια, επίμετρο: Γιώργος Ανδρειωμένος, Κίχλη, Αθήνα 2022, αντιστοίχως 1920 και 1080 σελ.

Ο Κώστας Κουλουφάκος (1924-1994), το σύνολο του έργου του οποίου μόλις κυκλοφόρησε σε επιμέλεια Γιώργου Ανδρειωμένου, ήταν αριστερός των γραμμάτων: πρωτοδημοσίευσε ποίημά του το 1950 στα Ελεύθερα Γράμματα, υπήρξε ιδρυτικό μέλος και μέλος της συντακτικής επιτροπής της Επιθεώρησης Τέχνης, όπου διετέλεσε υπεύθυνος ύλης (1955-1962) και αρχισυντάκτης (1965-1967), ίδρυσε και διεύθυνε τον εκδοτικό οίκο Διογένης (1971). Ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων και συνεργάτης του περιοδικού Ηριδανός, ο Κουλουφάκος δημοσίευσε ποιήματα, βιβλιοκρισίες, μελέτες και μεταφράσεις. Στο έργο του, με απλή γλώσσα και διαυγές ύφος, οικοδομεί στέρεα στην ποιητική του την απόλυτη ταύτιση αισθητικής αναζήτησης και αξιακής ιεράρχησης. Η στάση του στη ζωή και στον πνευματικό χώρο μπορεί να συγκριθεί με εκείνη του λιθουανού εβραίου διανοητή Εμμανουέλ Λεβινάς (1905-1995), που έμεινε καιρό στα στρατόπεδα της ναζιστικής Γερμανίας και, επίσης, το έργο του συνέτεινε στην αυταξία του ανθρώπινου προσώπου. [ΤΒJ]

«Έπραξα πάντοτε κατά συνείδηση»[1], γράφει ο Κώστας Κουλουφάκος (1924-1994) στο ποίημα Θεμέλιο Ήθους.

Κατά συνείδηση –ανθρώπινη, χάριν της στενής συγγένειας[2] και της μακράς μαθητείας του κοντά σ’ αυτή τη σημαίνουσα προσωπικότητα της Λογοτεχνίας και της Πολιτικής των μεταπολεμικών χρόνων, αλλά και επιστημονική, λόγω φυσικά των ειδικών γνώσεων και ενδιαφερόντων του στη νεοελληνική φιλολογία– και ο Γιώργος Ανδρειωμένος ανέλαβε και περάτωσε με αξιοθαύμαστη ζέση και επιτυχία το δυσχερέστατο εγχείρημα της «συγκέντρωσης, κατάταξης, αποκατάστασης και συνολικής έκδοσης του έργου του Κουλουφάκου»[3]. Εκτός από το επίζηλο εκδοτικό εγχείρημα καθαυτό, σπουδαία είναι η συμβολή του καθηγητή στη φιλολογική έρευνα και με το σπάνιο φωτογραφικό υλικό, το πλήρες ευρετήριο και κυρίως το εξαίρετο επίμετρο, το οποίο παρουσιάζει ένα ουσιώδες πανόραμα των δημοσιευμένων γραπτών του Κουλουφάκου, σε συνάρτηση με την περήφανα βασανισμένη ύπαρξη του αντιστασιακού αγωνιστή και πολιτικού εξόριστου στις ζοφερότερες για την Ελλάδα καμπές του προηγούμενου αιώνα· έτσι, αναδεικνύεται η πολυσχιδής προσωπικότητα, παιδεία και συνεισφορά του αγνού –αλλά έμπλεου κριτικής και ανανεωτικής διάθεσης– ιδεολόγου της Αριστεράς, του θαρραλέου κοινωνικού μαχητή, του σκεπτόμενου ενεργού πολίτη, καθώς και του προικισμένου λογοτέχνη, του διορατικού εκδότη[4] και του εμβριθούς διανοούμενου. Το λίαν ογκώδες έργο, αληθινό obra[5], το οποίο δημοσιεύτηκε πρόσφατα σε πολυτελή έκδοση της φημισμένης Κίχλης, περιλαμβάνει δύο τόμους που καθρεφτίζουν τα πρωτότυπα κείμενα και τις μεταφραστικές συμβολές του λογίου[6]. Αν οι μεταφράσεις του Κουλουφάκου κρίνονται ιδιαίτερα αξιόλογες ως προς την επιλογή συγγραφέων-κειμένων, την ποικιλία των πεδίων ενδιαφέροντος και την απόδοση του λόγου στην ελληνική γλώσσα, το πρωτότυπο έργο του, απρόσμενα ελκυστικό, εντυπωσιακό και πολύπλευρο, ταξινομείται σχεδόν σε κάθε γνωστό λογοτεχνικό είδος: από αυτοβιογραφικά σημειώματα, ημερολογιακές εγγραφές και επιστολές, συνεντεύξεις, συζητήσεις και διαλέξεις, κείμενα με πολιτικο-κοινωνικό προσανατολισμό και επιφυλλίδες, κριτικές λογοτεχνίας και θεάτρου, εισαγωγικά σημειώματα σε βιβλία, εργασίες σε αυτοτελείς εκδόσεις και λήμματα σε εγκυκλοπαίδειες, μέχρι δοκίμια, πραγματείες, άρθρα, διηγήματα και ποιήματα κοσμούν αυτό το ακριβό χάρισμα του επιμελητή της έκδοσης στο εξειδικευμένο και μη κοινό, φανερώνοντας έναν λογοτεχνικό κόσμο που προ(σ)καλεί σε ανάγνωση, μελέτη, ερευνητική αξιοποίηση και γραμματολογική/κριτική τοποθέτηση του δημιουργού του στην πολιτεία των γραμμάτων μας.

 

Τα ποιήματα

Δεδομένης της πληθώρας σημαντικών κειμένων, στο παρόν άρθρο αποφασίσαμε να εστιάσουμε στα ποιήματα, διότι πιστεύουμε ότι αφενός συγκροτούν το πλέον ολοκληρωμένο λογοτεχνικό σύμπαν του πρωτότυπου έργου, αφετέρου καταδεικνύουν τη γεμάτη βαθύνοια κοσμοαντίληψη του Κουλουφάκου. Αν και τα ποιήματα αυτά αφορμώνται από την ιστορική συγκυρία και την πολιτική ιδεολογία και –πέραν της ενίοτε ερωτικής θεματικής– περιστρέφονται βασικά γύρω από τα προσωπικά βιώματα της Αντίστασης, της Κατοχής και του Εμφυλίου, κατ’ ουσίαν απηχούν την τοποθέτηση του λογοτέχνη σχετικά με τη διαχρονική αποστολή του ανθρώπου στον κόσμο και ενέχουν μεγάλη φιλοσοφική εμβέλεια· η διαπίστωση αυτή μας οδηγεί σε μια συνανάγνωση των ποιημάτων του Κουλουφάκου με τον επικεντρωμένο στον «για-τον-άλλο» στοχασμό[7] του γάλλου φιλόσοφου Εμμανουέλ Λεβινάς (1905-1995), η οποία εδράζεται στην κοινή θέαση του ανθρώπινου καθήκοντος και γεννάται με την αυταξία του ανθρώπινου προσώπου.

Ένα ποίημα που αρχίζει με αναφορά στο πρόσωπο επιλέγεται, λοιπόν, από τον Γιώργο Ανδρειωμένο να εγκαινιάσει τις ποιητικές καταθέσεις του Κουλουφάκου, ο οποίος γράφει «Στις έξη του Μάη»:

Δύσκολο να θυμηθώ το πρόσωπό του.

Τα δέντρα ρίξανε πολλές φορές τα φύλλα τους

Δεν θέλω να κυττάξω τις φωτογραφίες[8].

Και στους «Εξόριστους ΙΙΙ» αφηγείται:

Το βράδυ καθόμαστε να θυμηθούμε

Πώς είτανε το πρόσωπό μας σαν γνωριστήκαμε.

Τώρα πια ο ένας με τον άλλο μοιάζουμε πολύ[9].

Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, το πρόσωπο, κάτω από τη σκιά της χωρο-χρονικής απόστασης ή της καταπόνησης λόγω διώξεων και εξοριών, δεν είναι απλώς ένα αντικείμενο που συνδέεται με την εμπειρική πραγματικότητα και διά της περιγραφής αποτελεί γνώση ή αλληλουχία στοιχείων, αλλά ανακαλεί την «απογύμνωση» του ανυπεράσπιστου, καλεί τον άλλο σε «υπέρβαση»[10] και σημαίνει αυτό καθαυτό. «Το πρόσωπο συνιστά νόημα αφ’ εαυτού»[11], σημειώνει ο Λεβινάς, στο έργο του οποίου κατέχει καθοριστική θέση. «Υπ’ αυτήν την έννοια, μπορούμε να πούμε ότι το πρόσωπο δεν γίνεται “ορατό”. Είναι αυτό που δεν μπορεί να γίνει περιεχόμενο, το οποίο θα εγκολπωθεί η σκέψη· είναι απεριχώρητο»[12]. Ως εκ τούτου, ακριβώς, ο μείζων φιλόσοφος φρονεί ότι «η πρόσβαση στο πρόσωπο εξ υπαρχής είναι ηθική»[13].

Το πρόσωπο, λοιπόν, είναι πάντα εκείνο το οποίο παραπέμπει στο ηθικό καθήκον σηματοδοτώντας την ευθύνη που νιώθουμε για τον άλλο. Αν ο Χάιντεγκερ στοχάζεται την ευθύνη σε σχέση με την αυθεντικότητα και ο Χούσερλ την αντιλαμβάνεται έναντι της αλήθειας[14], ο επονομαζόμενος και «φιλόσοφος της ευθύνης» τη σκέφτεται «ως ουσιώδη, πρωταρχική, θεμελιώδη δομή της υποκειμενικότητας».  «Εννοώ την ευθύνη», εξηγεί ο Λεβινάς, «ως υπευθυνότητα για τον άλλον, άρα ως υπευθυνότητα για ένα γεγονός που δεν είναι δικό μου, ή δεν με αφορά· ή ακριβέστερα που με αφορά και προσπελάζεται από μένα ως πρόσωπο»[15]· και συνεχίζει: «η ευθύνη [του άλλου] με βαρύνει. Είναι μια υπευθυνότητα που τείνει επέκεινα της πράξης μου. Η ευθύνη είναι ένα για-τον-άλλον»[16].

Στην ποίηση του Κουλουφάκου, η ευθύνη, ατελεύτητα και ανελέητα παρούσα, αναδύεται ιδιαίτερα στην «Προετοιμασία»:

Τούτη την ώρα που κινείς απόδειξη να δώσεις

αν όλα όσα πίστευες, τα πίστευες στ’ αλήθεια

τούτη την ώρα τη σκληρή η ανάγκη το καλάει

να δώσεις ολοκαύτωμα το σώμα ή την ψυχή σου.

[…]

Και κίνησε και μη σκιαχτής του βάσανου τη φρίκη

του θάνατου την αγκαλιά. Σύρε και θα νικήσεις.

Προ πάντων μη καταδεχτείς την κρίσιμη κείνη ώρα

«ας ζήσω για ν’ αγωνιστώ» να πης στον εαυτό σου

ας μη βρη θέση μέσα σου τέτοια μια άθλια σκέψη.

Δεν αγωνίζονται οι δειλοί κι όσοι είναι λυγισμένοι[17].

Στον «Μυστρά», επίσης, ο ποιητής εκφράζεται προτρεπτικά, ως εξής:

Και σαν ήλιος κατεβεί απ’ τη βίγλα του

και σ’ ακουμπήσει μαλακά στον ώμο

ήμερος και πολεμιστής

σαν τους αγίους στις τοιχογραφίες της Περίβλεπτος

να σηκωθείς

Ήμερος πολεμιστής-το χρέος σου[18]!

Αξιοσημείωτο είναι ότι στους στίχους του πρωτεργάτη της Επιθεώρησης Τέχνης η αίσθηση της ευθύνης δεν συνιστά στιγμιαία παρόρμηση ενός έντονου θυμικού, μα θέση ακλόνητη ενός σθεναρού λόγου που βιώνεται σε «παρατεταμένο παρακείμενο» και συνάμα «εξακολουθητικό μέλλοντα»:

Για την αγρύπνια αυτή θα σε κατηγορήσουν.

Για την αγρύπνια σου, ακριβώς! Για τίποτε άλλο.

Κι άγρυπνο, βέβαια, θα σε βρουν, ώρα μεσάνυχτα

Σαν έρθουνε με το ένταλμα στο χέρι.

[…]

Ήρεμος θα σταθείς, σηκώνοντας ψηλότερα τη λάμπα

μήπως και διώξει κάτι από τη νύχτα τους.

Μην τους αποκριθείς στην κατηγόρια

πως έχασες την άνοιξη. – Ίσως να πουν

και πως την πούλησες για τόσα

ή τόσα αργύρια. – Μην αμυνθείς,

δεν πρόκειται να καταλάβουν.

Έτσι κι αλλιώς

ό,τι και να σε κάνουν, εσύ θ’ αγρυπνάς.

Κι αυτό είναι μόνο που έχει σημασία[19].

Η επίγνωση, λοιπόν, του καθήκοντος ενδυναμώνει αρχικά την ευθύνη, ενώ η εκπλήρωσή του προσφέρει τελικά μιαν αίσθηση ικανοποίησης στον απολογισμό του ποιητικού υποκειμένου.

Οι «Μέρες στο Μακρονήσι» την εκδηλώνουν με μιαν εξόχως τραγική παραστατικότητα:

[…] η κάθε κοτρώνα που με βάζουν να παίρνω στον ώμο

Και πληγιάζει τη ράχη μου,

ο ανήφορος όπου με βιάζουν

φορτωμένος να τρέχω

έχουν τώρα πια πάψει να κάνουν αυτό που τους όρισαν

δεν είναι όπλα δικά τους. Καταθέτουν για μένα

σαν τίμιοι μάρτυρες

πως δεν ήρθα άδικα κι ούτε άχρηστα διάβηκα

σε τούτον τον κόσμο[20].

Η «Γαλήνη», έπειτα, αντανακλά την εγγενή ουσία της με μιαν ευδίως φυσική λακωνικότητα:

[…] Θαρρώ δεν έχουμε πια να ποθήσουμε τίποτα.

Κι είμαστε πλούσιοι

γιατί τα δώσαμε όλα…[21]

Emmanuel Levinas

Bracha L. Ettinger

Ο Εμμανουέλ Λεβινάς.

 

Η αισθητική του, οι αξίες του

Όπως είναι πρόδηλο, με απλή γλώσσα και διαυγές ύφος, ο Κουλουφάκος οικοδομεί στέρεα στην ποιητική του την απόλυτη ταύτιση αισθητικής αναζήτησης και αξιακής ιεράρχησης. Έτσι, πλούσιος θεωρείται εκείνος που δίνει τα πάντα, δίχως να αναλογίζεται αν ο άλλος αναγνωρίζει ή ανταποκρίνεται αντίστοιχα στη γενναιόδωρη στάση του. Κι αυτό συμβαίνει, διότι, κατά τον Λεβινάς, «η διυποκειμενική σχέση είναι ασύμμετρη. Είμαι υπεύθυνος για τον άλλο χωρίς να προσδοκώ αμοιβαιότητα, έστω και αν θυσιάζω τη ζωή μου για χατήρι του»[22].

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ηθική, αμφισβήτηση της Ολότητας από το Άπειρο στο ομώνυμο έργο[23] του φιλοσόφου, δεν εξαντλείται στον σεβασμό του Νόμου, αλλά υπερβαίνοντας κάθε καντιανή επίδραση αίρεται στην ίδια τη διερεύνηση του νοήματός της.

Δεν κλέβω

Φοβάμαι κάθε τι που δεν το κέρδισα μόνος μου.

Δεν σκοτώνω όποιον μου στέκει εμπόδιο[24].

Φοβάμαι την ηδονή.

Δεν αρνιέμαι τους άλλους

Φοβάμαι τις γενιές που θάρθουν.

Φοβάμαι τον εαυτό μου

στο δικό του φως[25],

δηλώνει ο Κουλουφάκος στην «Ηθική», ενώ στην «Έγερση» διαπιστώνει:

Μπορώ πια να φύγω.

Κράτησα το φιλί

Κράτησα το χαμόγελο

για να τα δώσω στον κόσμο.

Όλα, μονάχα για τη χαρά[26],

υποδεικνύοντας ότι «ο κόμπος του υποκειμενικού δένεται μέσα στην ηθική ως ευθύνη»[27], ενσαρκώνοντας το λεβινασιανό «Είμαι-για-τον-άλλο»[28] και δοξολογώντας την ηθική και ανθρωπιστική διάσταση της δι-υποκειμενικότητας.

Στο πλαίσιο αυτό, η αγάπη και η μέριμνα για τον πλησίον είναι πάντα εγγεγραμμένες στην ποιητική του ταυτότητα.

Στα πόδια της γης

Απόθεσε το γυλιό σου.

Ακούμπησε το κεφάλι σου

πάνω στην καλημέρα των ανθρώπων.

Είσαι άξιος

Αφού αγαπάς[29].

Έτι περαιτέρω, στον εθνικό και κοινωνικο-πολιτικό αγωνιστή Κουλουφάκο, η μάχη για κάθε ιδανικό που βελτιώνει και ανυψώνει το ανθρώπινο γένος αποτελεί το πλέον καίριο ζητούμενο, όπως στον Λεβινάς, που διώχθηκε από τη γενέτειρά του Λιθουανία, πολέμησε τους ναζί στη Γαλλία και επιβίωσε κατόπιν μακρόχρονης αιχμαλωσίας σε στρατόπεδο συγκέντρωσης για εβραίους στη Γερμανία, «είναι να εκφράσουμε την ταυτότητα του ανθρωπίνου εγώ με βάση τη θέση ή την α-θέτηση του κυρίαρχου εγώ μέσα στην αυτο-συνείδηση, αθέτηση που ουσιαστικά είναι η υπευθυνότητά του έναντι του άλλου»[30]. Αν, λοιπόν, ο φιλοσοφικός λόγος τονίζει σε οριστική το ανώτατο ουμανιστικό χρέος –«είμαι υπεύθυνος για μια πανανθρώπινη υπευθυνότητα»[31]– η ποιητική γλώσσα υπογραμμίζει σε προστακτική το ύψιστο ουμανιστικό αίτημα: «σύρε για τον άνθρωπο άνθρωπε να παλέψης»[32].

Κατά συνέπεια, σε πρώτο επίπεδο υποστηρίζουμε ότι το τρίπτυχο πρόσωπο-ευθύνη-ηθική[33] συνοψίζει και αντιπροσωπεύει το σύνθετο ήθος του δημιουργού, όπως παρουσιάζεται μέσα από το έργο που εξέδωσε ο Γιώργος Ανδρειωμένος, στοιχειοθετώντας και διατρανώνοντας αναμφίλεκτα τον ανθρωπισμό του Κώστα Κουλουφάκου. Σε δεύτερο επίπεδο, θεωρούμε ότι μολονότι ο συγγραφέας εκκινεί από την ιστορική και την πολιτική συνθήκη, στο βάθος το κοσμοείδωλό του πηγάζει από έναν, mutatis mutandis, αντίστοιχης προέλευσης φιλοσοφικό στοχασμό αμιγώς ουμανιστικής διάθεσης· η σκέψη αυτή –αποκαλύπτοντας είτε τυχόν πρόσληψη του Λεβινάς από τον πολύγλωσσο Έλληνα διανοούμενο, είτε μια πραγματικά εκλεκτική συγγένεια δύο λογίων της ίδιας περιόδου με πνευματική και βιωματική εγγύτητα– αναμφίβολα σφυρηλατεί την προσωπικότητα του Κουλουφάκου, προσανατολίζει τον βίο του, εμπνέει το έργο του και παραμένει αμετάβλητη και ανόθευτη έως το τέλος.

Με τούτη την προοπτική, εν κατακλείδι, ο ποιητής στρέφεται συνειδητά προς τα άνω ως ανθρώπινο πρόσωπο και στρέφει το βλέμμα του αναγνώστη προς το πρόσωπό του και τη φυσιογνωμία του έργου του. «Δε θέλησα ποτέ να δω μ’ άπλυτα μάτια / Τον ουρανό»[34], θα έλεγε.

[1] Κώστας Κουλουφάκος, «Θεμέλιο Ήθους», Τα δημοσιευμένα έργα [Τόμος 1: Πρωτότυπα],  φιλολογική επιμέλεια και επίμετρο: Γιώργος Ανδρειωμένος, Αθήνα, Κίχλη, 2022, σ. 103.

[2] Ο Κώστας Κουλουφάκος ήταν πρώτος εξάδελφος του εκ μητρός παππού τού Γιώργου Ανδρειωμένου. Μάλιστα, ο εκδότης αφιερώνει με συγκίνηση στην εκλιπούσα μητέρα του, Παναγιώτα Κουλουφάκου-Ανδρειωμένου, τον β’ τόμο του έργου.

[3] Γιώργος Ανδρειωμένος, «Πρόλογος-εκδοτικό σημείωμα», στο Κώστας Κουλουφάκος, Τα δημοσιευμένα έργα, ό.π., σ. 11.

[4] Αναφερόμαστε στο περίφημο έντυπο Επιθεώρηση Τέχνης και στις εκδόσεις Διογένης.

[5] Έργο ή άθλος στην ισπανική γλώσσα.

[6] Κώστας Κουλουφάκος, Τα δημοσιευμένα έργα [Τόμος 1: Πρωτότυπα /  Τόμος 2: Μεταφρασμένα], φιλολογική επιμέλεια και επίμετρο: Γιώργος Ανδρειωμένος, Αθήνα, Κίχλη, 2022, 1316 και 1075 σελ. αντίστοιχα.

[7] Ας θυμίσουμε εδώ ότι η ηθική και η μεταφυσική «για τον άλλο» διακρίνουν τη φιλοσοφική σκέψη του Λεβινάς.

[8] Κώστας Κουλουφάκος, «Στις έξη του Μάη», ό.π., σ. 17. Να σημειωθεί ότι το ποίημα εμφανίζεται και άλλες δύο φορές σε παραλλαγή (σ. 80 και σ. 84).

[9] Κώστας Κουλουφάκος, «Εξόριστοι ΙΙΙ», στο ίδιο, σ. 50.

[10] Έλση Μπακονικόλα-Γιαμά, «Ο ανθρωπισμός του E. Levinas», Ελληνική Φιλοσοφική Επιθεώρηση, τχ. 7, 2000, σ. 208.

[11] Εμμανουήλ Λεβινάς, Ηθική και Άπειρο. Διάλογοι με τον Φιλίπ Νεμό, μτφρ. Κ. Παπαγιώργης, Αθήνα, Ίνδικτος, 2007, σ. 56.

[12] Στο ίδιο.

[13] Στο ίδιο, σ. 55.

[14] Υπαινισσόμαστε την επίδραση των δύο μεγάλων γερμανών φιλοσόφων στη σκέψη του Λεβινάς.

[15] Εμμανουήλ Λεβινάς, ό.π., σ. 63.

[16] Στο ίδιο, σ. 63-64. Ο φιλόσοφος υπογραμμίζει.

[17] Κώστας Κουλουφάκος, «Προετοιμασία», ό.π., σ. 82.

[18] Κώστας Κουλουφάκος, «Μυστράς (απόσπασμα)», στο ίδιο, σ. 46.

[19] Κώστας Κουλουφάκος, «Επίγνωση», στο ίδιο, σ. 72.

[20] Κώστας Κουλουφάκος, «Μέρες στο Μακρονήσι (απόσπασμα)», στο ίδιο, σ. 75.

[21] Κώστας Κουλουφάκος, «Γαλήνη», στο ίδιο, σ. 83.

[22] Εμμανουήλ Λεβινάς, ό.π., σ. 65.

[23] Βλ. Emmanuel Lévinas, Totalité et Infini. Essai sur l’extériorité, Kluver Academic/Le Livre de Poche, 2006.

[24] Πρβ. τα λόγια φιλοσόφου: «Το πρόσωπο εκτίθεται, απειλείται, σάμπως να μας υποκινεί να ασκήσουμε βία. Συνάμα, το πρόσωπο μας απαγορεύει να σκοτώσουμε», Εμμανουήλ Λεβινάς, Ηθική και Άπειρο, ό.π., σ. 55.

[25] Κώστας Κουλουφάκος, «Ηθική», ό.π., σ. 62.

[26] Κώστας Κουλουφάκος, «Έγερση», στο ίδιο, σ. 106.

[27] Εμμανουήλ Λεβινάς, ό.π., σ. 63.

[28] Emmanuel Lévinas, Autrement qu’être ou au-delà de l’essence, La Haye, M. Nijhoff, 1974, σ. 224.

[29] Κώστας Κουλουφάκος, «Για μια στιγμή», ό.π., σ. 95. Στη σ. 25 υπάρχει και παραλλαγή του ποιήματος.

[30] Εμμανουήλ Λεβινάς, Ηθική και Άπειρο, ό.π., σ. 68.

[31] Στο ίδιο, σ. 66.

[32] Κώστας Κουλουφάκος, «Προετοιμασία», ό.π., σ. 82.

[33] Πιστεύουμε ότι η παρουσία και η σημασία του τριπτύχου αυτού, με έμφαση στην έννοια της ευθύνης, καταδεικνύεται από πολλά κείμενα που ανήκουν στην πλειονότητα των ειδών του έργου του Κουλουφάκου. Εντελώς ενδεικτικά αναφέρουμε τα εξής: σχετικά με το πρόσωπο, στην κατηγορία των δοκιμίων και άρθρων, βλ. «10 χρόνια από το θάνατό του - Τόμας Μανν, ο ασυμβίβαστος», σ. 328 κ.ε., σχετικά με την ευθύνη, στην κατηγορία των άρθρων και επιφυλλίδων, βλ. «Η προσωπική ευθύνη», σ. 942 κ.ε. και σχετικά με την ηθική, στην κατηγορία των άρθρων, βλ. «Ο φιλάνθρωπος πόλεμος», σ. 946 κ.ε.

[34] Κώστας Κουλουφάκος, «Απογοήτευση», στο ίδιο, σ. 28.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.