Σύνδεση συνδρομητών

Στην επικράτεια της ρωσικής διαφθοράς 

Δευτέρα, 19 Δεκεμβρίου 2022 23:55
O Καρίλ Φερέ, στη διάρκεια παρουσίασης της πρώτης έκδοσης του Πάγου.
ActuaLitté
O Καρίλ Φερέ, στη διάρκεια παρουσίασης της πρώτης έκδοσης του Πάγου.

Caryl Férey, Lëd-Πάγος, μετάφραση από τα γαλλικά: Αργυρώ Μακάρωφ, Άγρα, Αθήνα 2021, 492 σελ.

Το Νορίλσκ είναι μια κρύα πόλη της Σιβηρίας, με παραδειγματική ρύπανση, πλάι στην οποία λειτουργούσε γκουλάγκ. Στο μυθιστόρημα που ο Καρίλ Φερί γράφει με φόντο την πόλη αυτή, μπερδεύονται η Σοβιετική Ένωση, ο Στάλιν, οι νεκροί ποιητές του σταλινισμού, αλλά και ο Πούτιν, οι ολιγάρχες, οι δολοφονημένοι αντίπαλοι του καθεστώτος, ο νέος αυταρχισμός. Τι ζητάει εκεί ένας αστυνομικός συγγραφέας; [ΤΒJ]

Ο «κόκκινος άνθρωπος» δεν κατάφερε να έχει πρόσβαση σ’ αυτό το βασίλειο της ελευθερίας που ονειρευόταν μέσα στην κουζίνα του. Μοίρασαν τη Ρωσία χωρίς αυτόν, και έμεινε με τα χέρια άδεια. Ταπεινωμένος και απογυμνωμένος. Επιθετικός και επικίνδυνος.

Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου, μτφρ. Αλεξάνδρα Ιωαννίδου, Πατάκη, 2016

Ο Καρίλ Φερέ, γεννημένος στην Καέν της Γαλλίας το 1967, από νεαρή ηλικία περιπλανήθηκε στην Ευρώπη με τη μοτοσικλέτα του κι έπειτα έκανε το γύρο του κόσμου: Νέα Ζηλανδία, Μέση Ανατολή, Ινδία, Αφρική, Λατινική Αμερική. Τα ταξίδια του, που καθρεφτίζουν την κοινωνία κάθε χώρας που τον απασχολεί, έχουν αποτελέσει πηγή έμπνευσης για τα μυθιστορήματά του. Ως συγγραφέας, συνεχίζει με επιτυχία το έργο του συμπατριώτη του Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, ο οποίος πήρε το σκληρό αστυνομικό αφήγημα του Χάμμετ και του Τσάντλερ και, εμπνευσμένος από τις ιδέες του Μάη του ’68, το εμπλούτισε με πολιτική δράση, δημιουργώντας ένα νέο αστυνομικό είδος, το néo-polar.  

Ο Φερέ χρησιμοποιεί την αστυνομική πλοκή και τη δομή του θρίλερ για να μιλήσει για τις σύγχρονες κοινωνίες και, ταυτόχρονα, για τα προβλήματα σε διάφορες χώρες του πλανήτη. Στο Lëd-Πάγος, μας μεταφέρει στο Νορίλσκ, τη βορειότερη πόλη της Σιβηρίας στον Αρκτικό Κύκλο, την πλέον μολυσμένη πόλη του κόσμου, μια πόλη-εργοστάσιο, μια δαντική κόλαση, ψυχρή όμως, όπου η θερμοκρασία πέφτει μέχρι στους 60 βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν. Εξ αρχής ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται πως θα διαβάσει ένα πολιτικό βιβλίο, αφού ως μότο υπάρχει μια φράση της Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, της λευκορωσίδας δημοσιογράφου και συγγραφέως, που βραβεύτηκε με το Νόμπελ λογοτεχνίας το 2015.

Αφού παίρνουμε πληροφορίες για τη δύσκολη από κάθε άποψη ζωή στην πόλη –χιόνι, πάγος, ανεμοστρόβιλοι, χιονοθύελλες–, όπου υπάρχουν ορυχεία εξόρυξης χαλκού και νικελίου, γνωρίζουμε τους ήρωες της ιστορίας, τον Γκλεμπ και τον Νικίτα, φίλους και εραστές. Ο Γκλεμπ είναι φωτογράφος και φωτογραφίζει τυχαία ένα πτώμα στα ερείπια της στέγης ενός κτιρίου που το ξερίζωσε η χιονοθύελλα. Μετά, κάνουν την εμφάνισή τους ο Μπόρις Ιβάνοφ και η Άνυα, συνάδελφοι στην αστυνομία, αλλά και ζευγάρι, ενωμένο με γάμο, παρά τις διαφορές τους, ηλικιακές, εμφανισιακές και άλλες. Αυτοί θα πάρουν εντολή να διερευνήσουν το έγκλημα, τη δολοφονία του άγνωστου άνδρα.

Επίσης, εμφανίζονται και μερικές γυναίκες, η Βαλεντίνα, η Λένα κι η Ντάσα, οι οποίες επηρεάζουν τη ζωή των ανδρών που τις περιστοιχίζουν. Η Ντάσα είναι η φίλη του Γκλεμπ, έζησαν μαζί τα παιδικά και τα μαθητικά τους χρόνια και το έγκλημα θα τους ενώσει ξανά. Ακόμα, εμφανίζεται ο Σακίρ, αστυνομικός από το Ουζμπεκιστάν, ο οποίος συμμετέχει στις έρευνες για το έγκλημα. Επειδή το θύμα ανήκει στους Νέμετς, μια νομαδική φυλή της Σιβηρίας που εκτρέφει ταράνδους, ο συγγραφέας μιλάει και γι’ αυτούς που ζουν σε καλύβες και κατά καιρούς έχουν υποστεί διωγμούς.  

 

Στην επικράτεια της διαφθοράς

Κάθε ήρωας του μυθιστορήματος κρύβει μια ιστορία, προσωπική ή οικογενειακή, ενίοτε γεμάτη μυστικά, αλλά στα θετικά του έχει και αγώνες υπέρ της πατρίδας. Ο Μπόρις, π.χ., ο παππούς του οποίου ήταν ήρωας του πολέμου, κληρονόμησε ένα πιστόλι πριν υποψιαστεί «ότι η ΕΣΣΔ και οι αξίες της θα κατέρρεαν πολύ γρήγορα σαν πύργος από τραπουλόχαρτα». Ο Μπόρις είχε θεωρήσει τον ερχομό του Πούτιν στην εξουσία μικρότερο κακό συγκρίνοντας με τα χρόνια του Γέλτσιν, όπου μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού βασίλευε η μαφία.

Καθώς προχωρεί η ανάγνωση, φαίνεται σαφέστερα η πολιτική διάσταση του μυθιστορήματος και η προσπάθεια του συγγραφέα να γνωστοποιήσει βασικά στοιχεία που αφορούν τη Ρωσία, γνωστά ή άγνωστα. Σημειώνει, αναφερόμενος στη ρωσική κυβέρνηση:

Με τη δικαιολογία ότι τιμωρούσαν τη Ρωσία για την προσάρτηση της Κριμαίας και την υποστήριξη στον Άσαντ, οι οικονομικές κυρώσεις της Δύσης είχαν ενώσει τη χώρα υπέρ του Βλαντίμιρ Πούτιν∙ ακόμη καλύτερα –ή χειρότερα–, το εμπάργκο σε ξένα εμπορεύματα είχε αποτέλεσμα την προώθηση ρωσικών προϊόντων –που συνήθως ο λαός σνόμπαρε– στην εσωτερική αγορά. […] Και μπορεί η εκδίκηση του Κρεμλίνου στα θέματα εξωτερικής πολιτικής να μη δημιουργούσε δυσκολίες και να ενίσχυε μάλιστα το πατριωτικό συναίσθημα μετά από τόσες ταπεινώσεις, το μοίρασμα όμως της τράπουλας για τον πληθυσμό παρέμενε το ίδιο. (σελ. 43)

Το Νορίλσκ, λοιπόν, που ο Στάλιν το είχε οραματιστεί όμορφο όπως το Λένινγκραντ, στέλνοντας εκεί τους καλύτερους αρχιτέκτονες για να κάνουν τη Σιβηρία ελκυστική για τους μεταλλωρύχους, γίνεται τόπος εγκλημάτων. Γιατί; Όλα συνδέονται με τη φιλοχρηματία, τα ποικίλα συμφέροντα και τη διαφθορά στον κρατικό μηχανισμό, όπου οι  υψηλόβαθμοι υπάλληλοι είναι ανεξέλεγκτοι.

Υπέρμαχος της δυτικής δημοκρατίας, ο Φερέ προετοιμάζει τον αναγνώστη για το τι θα επακολουθήσει. Θέλοντας να ερμηνεύσει τα συμβαίνοντα, αλλά και να βοηθήσει στην κατανόησή τους, μιλάει συχνά για τον Στάλιν και τον Πούτιν, δύο ισχυρούς άνδρες που σημάδεψαν τη χώρα της οποίας ανέλαβαν τη διακυβέρνηση, ο πρώτος τη Σοβιετική Ένωση κι ο δεύτερος τη Ρωσία. Μιλώντας για τη διαφθορά στον κρατικό μηχανισμό μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ και τον ερχομό της καπιταλιστικής εποχής, υπογραμμίζει:

ένα σύστημα ποσοστώσεων υποχρέωνε τους κακοπληρωμένους αστυνομικούς να δηλώνουν όλο και περισσότερες συλλήψεις –τρεις την ημέρα αν ήθελαν να πάρουν τα πριμ τους. Μια επικερδής αγορά θέσης ανάλογα με την πόλη που διοριζόταν κανείς: στη Μόσχα, για να γινόσουν σιλόβικ (υπάλληλος που υπηρετούσε την εφαρμογή του νόμου) κόστιζε έως και 100.000 δολάρια. Έτσι τα πάντα δικαιολογούνταν για να μπορεί να πάρει κανείς τη μίζα του πίσω: άδειες παραμονής, διπλώματα οδήγησης, κατασκευαστικές άδειες, διάφορα πιστοποιητικά, ψεύτικα χαρτιά, συμβόλαια θανάτου, όλα αγοράζονταν και πωλούνταν.

Απολύτως πολιτικό, το μυθιστόρημα αναφέρεται και στο κομμουνιστικό καθεστώς και σ’ εκείνο που το ακολούθησε. Όπως συνηθίζει, ο συγγραφέας δεν είναι απλώς ο παντογνώστης αφηγητής αλλά παίρνει θέση και ασφαλώς τάσσεται με τα θύματα της διεφθαρμένης εξουσίας. Ενημερωμένος για τα συμβαίνοντα στην αχανή χώρα, όπου από τους πρώτους τσάρους η αρπαγή και η θεσμική κλοπή αποτελούσαν κανόνα, αναφέρεται στο σήμερα που αυτά τα φαινόμενα συνεχίζονται. Θέλοντας  να δείξει το μέγεθος της κρατικής διαφθοράς, ο Φερέ σημειώνει ότι, ενώ οι άνθρωποι της εξουσίας στην Αγία Πετρούπολη δεν ήξεραν πού ακριβώς τελείωνε η Ρωσία, είχαν επινοήσει είκοσι πέντε φόρους για να μαδήσουν τους Κοζάκους και τους κυνηγούς ζιμπελίνων που έφυγαν εισβάλλοντας στα Ουράλια όρη και στη συνέχεια στην άγνωστη Σιβηρία.   Αυτή η αρπακτικότητα έχει διαρκέσει πολλές γενιές, είναι πλέον η κανονικότητα, που τροφοδοτεί κωμικοτραγικά συμβάντα:

ενώ ο κομμουνισμός είχε υποσχεθεί μια κοινωνία ισότητας η πραγματικότητα προκαλούσε γέλια, σαν την κόρη του Μπρέζνιεφ, την Γκαλίνα, που είχε οργανώσει κύκλωμα διακίνησης διαμαντιών και τα έκρυβε στα κλουβιά στο τσίρκο του συζύγου της για να περάσουν τα σύνορα. […] Οι προστατευόμενοι του Κόμματος, με ιδιαίτερη κλίση στην πολυτέλεια, κρατούσαν τα δυτικά προϊόντα για τον εαυτό τους, με τη διαφορά όμως πως αυτοί οι απαρατσίκ ήταν τότε κατά μέσον όρο έξι φορές πλουσιότεροι από έναν εργάτη, αντί για τριακόσιες χιλιάδες φορές πλουσιότεροι που είναι σήμερα.

Ύστερα από την πτώση του κομμουνισμού, οι συμμορίες που δημιουργήθηκαν για να καλύψουν το κενό ανέλαβαν το ρόλο της σοβιετικής εξουσίας, ελέγχοντας, πιέζοντας και τιμωρώντας, ώστε να επιτύχουν τους σκοπούς τους:

Στη Μόσχα οι γκάγκστερ πήραν τη θέση των Σοβιετικών. Η μαφία. Ο λαός είχε τα λουκάνικα, αυτοί τα 4x4 που καμάρωναν. […] Η ανασφάλεια, οι φόνοι μέρα μεσημέρι, η διεφθαρμένη αστυνομία, οι στρατιωτικοί που πουλούσαν τον εξοπλισμό τους στη μαύρη αγορά ταυτόχρονα με  το ουράνιο, τα εκατομμύρια της βοήθειας του ΔΝΤ που εξανεμίζονταν σε off-shore εταιρείες, η σήψη ήταν πλήρης. Το προσδοκώμενο ζωής είχε πέσει κατά επτά χρόνια την καταραμένη δεκαετία του 1990, εφόσον διπλασιάστηκε ο αριθμός των αλκοολικών και η Ρωσία είχε το μεγαλύτερο ποσοστό αυτοκτονιών στην Ευρώπη, τη μικρότερη γεννητικότητα παγκοσμίως και κανείς δεν πίστευε πλέον σε τίποτα.

Εκτός από την παράθεση σημαντικών στοιχείων για την κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος, από το μυθιστόρημα αντλούμε ένα σωρό πληροφορίες για τις κοινωνικές συμπεριφορές των ρώσων πολιτών, τις συνήθειες και τα πάθη τους. Όταν ο πατέρας τού Γκλεμπ βρίσκει έναν νεκρό στη στέγη κατά τη διάρκεια μιας χιονοθύελλας, ο συγγραφέας παρεμβάλλει την πληροφορία ότι ο Ρώσος της Σιβηρίας είναι σκληρός με τον πόνο, αλκοολικός και βίαιος: κάθε ώρα μια γυναίκα πέθαινε από τα χτυπήματα του συντρόφου της. Οκτώ χιλιάδες θύματα οικογενειακής βίας το χρόνο!

Η πρωτοπόρος ΕΣΣΔ είχε δώσει στις γυναίκες το δικαίωμα διαζυγίου και ψήφου ήδη από το 1917 και τρία χρόνια αργότερα το δικαίωμα στις αμβλώσεις, πριν τα πάρει πίσω το αντιμάμαλο του σταλινισμού, που οξύνθηκε βέβαια από τις μεγάλες απώλειες του ανδρικού πληθυσμού  εξαιτίας του πολέμου. Ο Πούτιν ενθάρρυνε το συντηρητικό εκλογικό σώμα, ένας βίαιος σύζυγος τιμωρείται σήμερα με πρόστιμο 5.000 ρούβλια (70 ευρώ) αν τα χτυπήματα δεν απαιτούν νοσοκομειακή περίθαλψη, ποσό ίσο με την παράνομη στάθμευση.

Άλλη πληροφορία αφορά τις θρησκευτικές συνήθειες των κατοίκων τη περιοχής. Οι ορθόδοξοι χριστιανοί γιορτάζουν τα Θεοφάνεια πέφτοντας στο νερό μετά τη μεσονύχτια λειτουργία, ενώ η μέση θερμοκρασία είναι μείον 35 βαθμούς Κελσίου. Οι κοπέλες στη Σιβηρία, στα είκοσι τέσσερα χρόνια τους, αν και μπαίνουν στο διαδίκτυο δεν γνωρίζουν πολλά για τα κοινωνικά δίκτυα και τις ιστοσελίδες γνωριμιών.

 

Ένας τόπος μέσα στο έγκλημα

Σχολιάζοντας τις ιδέες που οδήγησαν στην επανάσταση των μπολσεβίκων και τη ζωή στην ΕΣΣΔ, ο Φερέ κάνει αναφορές στους συγγραφείς που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή για να υπερασπιστούν τις σοσιαλιστικές ιδέες. Ο Μαγιακόφσκι, ο Μαντελστάμ, κι εκείνοι που είχαν σαγηνευτεί από την ουτοπία, ντανταϊστές, φουτουριστές, υπερρεαλιστές, δεν μπορούσαν να προβλέψουν ότι ο Στάλιν θα οδηγούσε πολλούς απ’ αυτούς στην εξαφάνιση και στο θάνατο: Μπλοκ, Γκουμιλιόφ, Κλούγιεφ, Κλίσκοφ, Χαρμς, Τσβετάγεβα, Γεσένιν. Το μαρτυρολόγιο των ρώσων ποιητών δεν είχε όμοιό του, διαβάζουμε στο βιβλίο.

Αλλά και η καινούργια εποχή δεν ήταν πολύ καλύτερη από άποψη διωγμών, απαγορεύσεων και θανάτων. Ενδεικτική ειναι η δολοφονία της δημοσιογράφου Άννας Πολιτκόφσκαγια, που τη γάζωσαν με σφαίρες μπροστά στο διαμέρισμά της επειδή τόλμησε να υπερασπιστεί την αλήθεια:

Ο Πούτιν και η κλίκα του απαγόρευαν στους πολιτικούς της αντιπολίτευσης να κατεβούν στις εκλογές, με διάφορα διατάγματα ή κακόφημα ψέματα στην τηλεόραση, δηλητηριάζοντάς τους, ή πλήρωναν ηθοποιούς για να  παίξουν ρωσόφωνους μετανάστες που εκδιώχθηκαν από την Ουκρανία…

Ο Φερέ δεν αρκείται να δίνει χρήσιμες πληροφορίες για τη Ρωσία και τους Ρώσους. Συχνά σχολιάζει επικριτικά όσα βλέπει ή όσα μαθαίνει από τις συζητήσεις με του φίλους που απέκτησε στη Σιβηρία. Κατακρίνει όμως και τη Δύση που αντιμετωπίζει τους Ρώσους με δύστροπη επιφύλαξη, αναγκάζοντάς τους να δέχονται τη μια ταπείνωση μετά την άλλη:

Κανένα Σχέδιο Μάρσαλ για να ανακάμψουν από εβδομήντα χρόνια με μαστίγιο, στερήσεις και ψιθύρους μέσα στην κουζίνα όπου μπορούσε να μιλήσει κανείς λίγο ελεύθερα, αλλά μια διεύρυνση του ΝΑΤΟ μέχρι τα σύνορα της παλιάς αυτοκρατορίας για ειρήνη. Οι Ρώσοι ήταν τα θύματα μιας δικτατορίας, όμως η Δύση τους αντιμετώπιζε σαν εχθρούς. Πάντα σαν εχθρούς.

Δεν αποκλείεται ο αναγνώστης, καθώς εξελίσσεται η πλοκή, να αναρωτηθεί αν το Lëd-Πάγος είναι μυθιστόρημα ή ιστορικό δοκίμιο. Ασφαλώς πρόκειται για αστυνομικό μυθιστόρημα και, όπως όλα τα καλά σύγχρονα αστυνομικά μυθιστορήματα, είναι και πολιτικοκοινωνικό. Το θέμα που πραγματεύεται είναι η διαφθορά στο ρωσικό κράτος, κυρίως στα σώματα ασφαλείας. Επίσης τους ολιγάρχες και βέβαια το εμπόριο και το λαθρεμπόριο του νικελίου. Όπως συμβαίνει συχνά στην αστυνομική λογοτεχνία, και εδώ υπάρχουν βία, δολοφονίες και έρωτες. Στο τέλος σκοτώνονται μερικοί «καλοί» και κάποιοι «κακοί», ενώ θριαμβεύει η αγάπη. Διότι η αγάπη είναι συνήθως το βασικό στοιχείο που κάνει ένα μυθιστόρημα αξιανάγνωστο.

Κάθε που γράφει βίαιες ιστορίες με δράση, εγκλήματα, έρωτες και σεξ, ο Καρίλ Φερέ δίνει ένα σωρό πληροφορίες για την ιστορία, τον πολιτισμό και τις παραδόσεις της χώρας που επισκέπτεται. Το έχει κάνει και με την Ελλάδα, στο μυθιστόρημα Ποτέ πια μόνος (βλ. κείμενό μου στο BooksJournal, τχ. 91, Οκτώβριος 2018). Η ιστορία εκείνη αφορούσε έναν πτωχευμένο έλληνα εφοπλιστή το ιστιοφόρο του οποίου μετέφερε  πρόσφυγες από την Αστυπάλαια στη Γαλλία. Ο ήρωάς του, ο Μακ Κας, φτάνει στην Αθήνα, στα Εξάρχεια, στην οδό Ζωοδόχου Πηγής κι επισκέπτεται έναν εκδότη. Η ένταση κορυφώνεται όταν πάει στην Αστυπάλαια, καλεσμένος του εκδότη, για να βρει έναν αλβανό μαφιόζο, αρχηγό κυκλώματος διακίνησης μεταναστών και τράφικινγκ γυναικών. Ο εκδότης ονομάζεται «Σταύρος» και είναι ο Σταύρος Πετσόπουλος της Άγρας. Υπάρχει αναφορά και στην Αργυρώ Μακάρωφ, τη μεταφράστρια των βιβλίων του.

 

Φίλιππος Φιλίππου

Συγγραφέας. Μεταξύ άλλων, έχει εκδώσει τα αστυνομικά μυθιστορήματα Κύκλος θανάτου (1987), Το χαμόγελο της Τζοκόντας (1988), Το μαύρο γεράκι (1996), Αντίο, Θεσσαλονίκη (1999), τη μελέτη Ο πολιτικός Νίκος Καββαδίας (1996) και πολλά άλλα, περισσότερα από είκοσι βιβλία. Πιο πρόσφατο, Ο κήπος με τις φράουλες (2020).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.