Το μυθιστόρημα Οι Γραικύλοι του Ρόδη Ρούφου εκδόθηκε από τον Ίκαρο για πρώτη φορά το 1967, μερικές ημέρες πριν από το πραξικόπημα. Έκτοτε έχει επανεκδοθεί από τις εκδόσεις Ωκεανίδα και κυκλοφόρησε πάλι από τις εκδόσεις του Βιβλιοπωλείου της Εστίας. Αναφέρεται σε ένα σχετικά άγνωστο γεγονός της ιστορίας της Αθήνας που κατέληξε με την καταστροφή της πόλης από τον Ρωμαίο Σύλλα. Το καταγράφει ο Πλούταρχος στον Βίο του Σύλλα και ο Αππιανός στην ιστορία των εμφυλίων πολέμων της Ρώμης. Η υπόθεση διαδραματίζεται τον 1ο π.Χ. αιώνα, όταν ο βασιλιάς Μιθριδάτης του Πόντου, αφού έχει κυριαρχήσει στη Μικρά Ασία, προετοιμάζεται να συγκρουστεί με τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία η οποία σπαράσσεται από τον ανταγωνισμό του Μάριου με τον Σύλλα. Στην διαδρομή του για την Ιταλία βρίσκει πρόθυμους συμμάχους τους Αθηναίους, οι οποίοι ξεσηκώνονται κατά της Ρώμης στην οποία είναι υποτελείς. «Ήν δε παρέγγραφός τις, Αθηνίων ή Αριστίων, σοφιστής», όπως τον συστήνει ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος. Αυτός θα πείσει τους Αθηναίους ότι η Αθήνα θα ξαναβρεί τη δημοκρατική της παράδοση και την παλιά της δύναμη αν ξεσηκωθεί κατά της Ρώμης και συνταχθεί με τον Μιθριδάτη.
Ο Ρούφος φτιάχνει δύο χαρακτήρες, τον Αθηνίωνα και τον Αριστίωνα, όμως αυτό δεν έχει τόση σημασία. Σημασία έχει ότι οι Αθηναίοι πείθονται από την πατριδοκαπηλική τους ρητορεία με αποτέλεσμα σε λίγους μόλις μήνες να βρεθούν αποκλεισμένοι από τις λεγεώνες του Σύλλα, στο έλεος του λιμού και ενός τυράννου που τους είχε υποσχεθεί δημοκρατία για να επιβάλει την τυραννία του. Ο Αριστίων έχει ρημάξει την πόλη για να συντηρήσει τη φρουρά του. Όπως μάλιστα γράφει ο Πλούταρχος, είναι πρώτη φορά μετά την εισβολή του Ξέρξη που έσβησε το λυχνάρι της θεάς στον Παρθενώνα διότι ο Αριστίων είχε κλέψει το λάδι. Τηρουμένων όλων των αναλογιών, ο Ρούφος φτιάχνει το ελληνικό αντίστοιχο της Φάρμας των Ζώων του Όργουελ.
Πολιτισμική αλαζονεία χωρίς τον πολιτισμό
Γιατί ενδιαφέρουν οι Γραικύλοι τον σημερινό έλληνα αναγνώστη; Πέρα από τη λογοτεχνική αξία του μυθιστορήματος, που τη θεωρώ δεδομένη, υπάρχει αυτό το δεύτερο επίπεδο της ανάγνωσης που σου επιτρέπει να διακρίνεις σ’ ένα ιστορικό επεισόδιο τη σκηνοθεσία μιας συλλογικής συμπεριφοράς. Μια συμπεριφορά που ξεπερνάει τα όρια του καιρού της και εξακολουθεί να επηρεάζει την ελληνική ψυχοσύνθεση ώς σήμερα ακόμη. Οι Αθηναίοι του Ρούφου δεν διαφέρουν και πολύ από τους σημερινούς Έλληνες. Κι αν εμείς νομίζουμε ότι η αδυναμία μας να αναμετρηθούμε με τα μέτρα της πραγματικότητας του καιρού μας είναι πρόβλημα δικό μας, διαπιστώνουμε, διαβάζοντας τους Γραικύλους, πως έχουμε να κάνουμε με μια συμπεριφορά που έρχεται από τα βάθη της Ιστορίας μας. Είναι ένα πολιτισμικό αντανακλαστικό, ένα απ’ αυτά που ορίζουν την ταυτότητά μας.
Ποιοι είναι οι Γραικύλοι του Ρούφου; Είναι η ιστορία ενός λαού που έχει περάσει στο περιθώριο του κόσμου του, αλλά η πολιτισμική του αλαζονεία δεν του επιτρέπει να το παραδεχθεί. Ας μη γελιόμαστε. Αυτή είναι η βαρύτερη κληρονομιά που μας άφησαν οι «αρχαίοι ημών». Βαρύτερη ακόμη αφού ο τύραννος Αριστίων, ως επικούρειος, ξέρει ότι μπορεί να αποστομώσει τους αντιπάλους του σε οποιαδήποτε φιλοσοφική συζήτηση για τη φύση των θεών. Οι σύγχρονοι Έλληνες κληρονομήσαμε την πολιτισμική αλαζονεία χωρίς τον πολιτισμό που την υποστήριζε. Ο Αθηναίος του πρώτου αιώνα, όμως, ήξερε και την τέχνη της ρητορείας και την τέχνη της φιλοσοφίας. Το αποτέλεσμα δεν είναι τραγικό. Είναι μάλλον κωμικοτραγικό. Πριν μερικά χρόνια είχαμε εξεγερθεί κατά της Ευρώπης περιμένοντας να μας στείλει τις λεγεώνες του Σύλλα για να αισθανθούμε ήρωες. Οι λεγεώνες δεν ήρθαν και προκειμένου να μη χάσουμε τα πνευματικά δικαιώματα του ηρωισμού μας κάψαμε εμείς οι ίδιοι την Αθήνα. Και δις και τρις για να το εμπεδώσουμε.
Ο Ρούφος είναι μυθιστοριογράφος. Και ένας μυθιστοριογράφος δεν υποτιμά ποτέ τους ήρωές του. Ακόμη κι αν είναι ο «Γραικύλος», ο «Ελληνάκος». Παλεύει να κατανοήσει τη συμπεριφορά τους. Επειδή καταλαβαίνει ότι ο δικός του κόσμος δεν είναι και τόσο διαφορετικός από τον κόσμο του Αριστίωνα και των Γραικύλων του.
Μας αρέσει να λέμε πως είμαστε παιδιά του Λεωνίδα και του Θεμιστοκλή. Μας σηκώνεται η τρίχα αν κάποιος μας πει πως είμαστε παιδιά των Γραικύλων του Ρωμαϊκού Κόσμου. Παραγνωρίζοντας ότι αυτοί μας δίδαξαν τη συμπεριφορά μας και μας έμαθαν να επιβιώνουμε σε τόσους αιώνες Ιστορίας.
Το μυθιστόρημα του Ρούφου τελειώνει με μια αισιόδοξη πρόβλεψη:
Υπάρχει το πνεύμα, η αλήθεια, η ομορφιά. Μπορούμε εμείς οι Έλληνες να μείνουμε οι λόγιοι, οι καλλιτέχνες, οι στοχαστές της καινούργιας οικουμένης. Δε θα σβήσει ο ελληνισμός, γιατί είναι μια έννοια που ξεπερνάει τις εφήμερες τύχες των φυλών… Θα βρεθεί κάποιος τρόπος συμβίωσης με τη Ρώμη. Θα μπορέσουμε όμως ποτέ να συνεννοηθούμε πραγματικά, σαν άνθρωποι, μ’ αυτόν τον τόσο διαφορετικό λαό;
Το ιστορικό επεισόδιο που καταγράφει το μυθιστόρημα του Ρούφου σηματοδοτεί μια κρίσιμη καμπή στην πορεία του ελληνισμού. Είναι η στιγμή που η Αθήνα, η οιονεί πρωτεύουσα του πολιτισμού του, συνειδητοποιεί ότι η Ιστορία την έχει ρίξει στο περιθώριό της. Δεν έχει πλέον τη δύναμη να παρέμβει πολιτικά στα πράγματα του κόσμου της. Στη συνέχεια του 1ου π.Χ. αιώνα, η Αθήνα θα πέφτει μονίμως έξω και θα συμμαχεί μονίμως με τους ηττημένους των ρωμαϊκών εμφυλίων που οδήγησαν στην ίδρυση της Αυτοκρατορίας του Αυγούστου. Θα συμμαχήσει με τον Πομπήιο εναντίον του Καίσαρα και θα συμμαχήσει με τον Μάρκο Αντώνιο εναντίον του Οκταβιανού. Κανείς από τους δύο νικητές των εμφυλίων δεν θα τιμωρήσει την αρχαία πόλη. «Ως πότε θα σας σώζει η δόξα των προγόνων σας, Αθηναίοι;» θα αναρωτηθεί ο Ιούλιος Καίσαρ – ή μήπως ήταν ο Οκταβιανός;
Υπάρχει κάτι το εντελώς ιδιαίτερο σ’ αυτή τη «δόξα». Δεν είναι «δόξα», δεν είναι φήμη που περνάει από στόμα σε στόμα. Τα ίχνη της είναι ζωντανά στο παρόν. Είναι η μεγάλη φιλοσοφία, η μεγάλη ποίηση, η μεγάλη γλυπτική, η μεγάλη αρχιτεκτονική. Η Ρώμη τα χρειάζεται όλ’ αυτά, όπως χρειάζεται ο Βιργίλιος τον Όμηρο, όπως χρειάζεται ο Κικέρων τον Πλάτωνα. Η Αθήνα και ο ελληνισμός της είναι η πρώτη ύλη του δικού της πολιτισμού. Ως εκ τούτου, την Αθήνα την προστατεύει το πανεπιστημιακό άσυλο του κόσμου της.
Η δύναμη του λόγου
Προσπαθώ να καταλάβω για ποιον λόγο ο Ρούφος αποφάσισε να ασχοληθεί με αυτό το «σκοτεινό» επεισόδιο της ελληνικής ιστορίας. « Σκοτεινό» αλλά τόσο γοητευτικό. Σχεδόν έτοιμο μυθιστορηματικό υλικό, με ψευδαισθήσεις ηρωισμού, απάτες και, κυρίως, με την ανάδειξη μιας «συγγενούς διαμαρτίας» της ελληνικής ψυχής. Την αδυναμία κατανόησης των πραγματικών μεγεθών του κόσμου. Η δύναμη του λόγου, η δύναμη των λέξεων είναι τέτοια που η σημασία τους υπερισχύει της πραγματικότητας. Οι Γραικύλοι πίστεψαν στη ρητορεία του Αριστίωνα, πίστεψαν πως η Αθήνα μπορεί να ξαναγίνει η μεγάλη δύναμη που είχαν φτιάξει οι πρόγονοί τους, πίστεψαν ότι μαζί με τον Μιθριδάτη θα κυριαρχήσουν στον κόσμο τους – και κινδύνεψαν να αφανιστούν. Το 87 π.Χ., στις απαρχές του πρώτου αιώνα, όταν συμβαίνουν όσα καταγράφει ο Ρούφος στο μυθιστόρημά του, η μηχανή του λόγου, η μεγάλη επινόηση των Ελλήνων έχει ήδη αναδείξει τις δυνατότητές της. Έχει δημιουργήσει ιστορική αφήγηση, έχει πλάσει τις μεγάλες τραγωδίες και έχει ήδη οργανώσει τα μεγάλα φιλοσοφικά συστήματα που συνοδεύουν τον Δυτικό Πολιτισμό ώς σήμερα ακόμη. Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης έχουν ήδη καταθέσει το κληροδότημά τους. Τα παιδιά τους, ακόμη και τα «άσωτα» παιδιά τους όπως ο Επίκουρος, κρατούν τη σκέψη τους ζωντανή. Η δημοκρατία, το εφεύρημα της ρητορείας, το αγωνιστικό πεδίο του λόγου δεν έχει ακόμη σβήσει. Στην Αθήνα συντηρείται μάλλον από ιστορική αδράνεια, η Ρώμη όμως της έχει δώσει τα δικά της χαρακτηριστικά. H Res Publica στηρίζεται κι αυτή στη δύναμη του λόγου, όπως η Αθηναϊκή Δημοκρατία. Μια αριστοκρατική δημοκρατία με πυρήνα τη Σύγκλητο, που όμως συνεργάζεται με τον δήμο. Το έμβλημα των λεγεώνων είναι το SPQR. Senatus Populusque Romanus. Στηρίζεται στη δύναμη των όπλων, όμως το καύσιμο είναι η δημοκρατική πειθώ. Η δύναμη του λόγου είναι το αντίστοιχο της δικής μας τεχνολογίας. Όπως σήμερα πιστεύουμε ότι η τεχνολογία μας είναι ισχυρότερη από τη φύση, έτσι κι εκείνοι πίστευαν πως με τις λέξεις τους μπορούν να κατακτήσουν τον κόσμο.
Δεν μπορώ να παραβλέψω το γεγονός ότι ο Ρούφος προσθέτει στα γεγονότα που περιγράφει μια διάσταση που τα φέρνει πιο κοντά στη δική του εποχή. Σ’ αυτόν τον κόσμο της δεκαετίας του χίλια εννιακόσια εξήντα, την οικουμένη του Σιδηρού Παραπετάσματος, με μια Ελλάδα που ενώ ανήκει στον δυτικό συνασπισμό διεκδικεί την ανεξαρτησία της. Το περιγράφω κάπως σχηματικά, στο μυθιστόρημα αυτή η διάσταση αναδύεται σαν «υδατογράφημα» των γεγονότων, όμως υπάρχει. Ε, ναι. Είναι η διαφορά του μυθιστοριογράφου που γράφει ιστορικό μυθιστόρημα από τον ιστορικό ερευνητή. Ο μυθιστοριογράφος, ακόμη κι όταν πηγαίνει τόσο πίσω όσο ο πρώτος προ Χριστού αιώνας, ακόμη κι αν ήρωές του είναι κάποιος Δίων, κάποιος Αριστίων ή ο ρωμαίος στρατηγός Σύλλας, στην πραγματικότητα για τον καιρό του μιλάει. Έχει σημασία. Στην πραγματικότητα, το λεγόμενο «ιστορικό» μυθιστόρημα είναι πριν απ’ όλα μυθιστόρημα – και έτσι κρίνεται.
Και κάτι προσωπικό. Πάντα απορούσα, και συνεχίζω να απορώ, πώς η σύγχρονη Ελλάδα, με την τόσο πλούσια Ιστορία και την επιμονή της να συνδεθεί με το μακραίωνο παρελθόν της, διαθέτει μια μάλλον ισχνή παραγωγή του είδους. Πέντε σελίδες του Παπαρρηγόπουλου φτάνουν για να δώσουν στον μυθιστοριογράφο το υλικό για ένα ολόκληρο έργο. Πόσα ποιήματα του Καβάφη χρωστάμε στον εθνικό μας ιστορικό, τον οποίον λέγεται ότι ο μεγάλος Αλεξανδρινός είχε στο κομοδίνο του και τον διάβαζε πριν κοιμηθεί; Οι Γραικύλοι του Ρόδη Ρούφου αναπτύσσονται σε μερικές σελίδες του εθνικού μας ιστορικού. Το επεισόδιο, όπως προείπα, το περιγράφει και ο Πλούταρχος στον Βίο του Σύλλα και ο Αππιανός στο βιβλίο του περί ρωμαϊκών εμφυλίων. Κι όμως, σ’ αυτό το επεισόδιο ο Ρόδης Ρούφος εντοπίζει ένα κομβικό σημείο του συμπλέγματος του ελληνισμού. Είναι ο ψυχικός κόμβος του «γραικυλισμού», η αδυναμία μέτρησης των πραγματικών διαστάσεων του κόσμου. Ο Γραικύλος είναι καταδικασμένος είτε να υπερτιμά είτε να υποτιμά τον εαυτό του και τις δυνάμεις του. Ο Γραικύλος είναι ο Έλληνας που έχασε το μέτρο της ζωής του. Τη δύναμή του δεν μπορεί να την εξαργυρώσει στον κόσμο του, όπως μπόρεσαν οι Έλληνες τον πέμπτο αιώνα, όμως εξακολουθεί να πιστεύει σ’ αυτήν αφού την πιστοποιούν τα έργα των προγόνων του που είναι κομμάτι και κινητήριος δύναμη της δικής του ζωής. Οι Αθηναίοι του πρώτου αιώνα που ξεσηκώθηκαν κατά της Ρώμης πίστεψαν πως μπορούν να επαναλάβουν τη νίκη κατά των Περσών. Απλώς, έπεσαν έξω γιατί δεν υπολόγισαν τις διαστάσεις του δικού τους κόσμου. Τους εξαπάτησε ο Αριστίων; Τους εγκατέλειψε ο Μιθριδάτης; Ό,τι και να ’ναι, έπεσαν έξω. Τόσο απλά. Ήσαν ηλίθιοι; Όχι βέβαια. Σίγουρα δεν ήσαν αμόρφωτοι ούτε ακαλλιέργητοι. Απλώς η συνείδησή τους λειτουργούσε σαν παραμορφωτικός καθρέφτης του κόσμου τους. Προσάρμοζε τις διαστάσεις του στην επιθυμία της.
Θέλετε να το πείτε «ιστορικό μυθιστόρημα»; Πείτε το «ιστορικό μυθιστόρημα». Ούτως ή άλλως, αυτές οι διακρίσεις βοηθούν μόνο στην κατάταξη στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Θα βάλουμε τους Γραικύλους στο ίδιο ράφι με το Ο κύριός μου Αλκιβιάδης του Άγγελου Σ. Βλάχου, με το Εγώ, ο Κλαύδιος του Ρόμπερτ Γκρέιβς, με τα Απομνημονεύματα του Αδριανού της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ. Ή μήπως αυτά τα τελευταία δεν είναι ακριβώς ιστορικό μυθιστόρημα; Μήπως ψάχνουν μια θέση στο ράφι του «φιλοσοφικού» μυθιστορήματος, λίγο πιο κάτω από το σκέτο μυθιστόρημα, λίγο πιο πάνω από το αστυνομικό μυθιστόρημα, το ταξιδιωτικό, το επιστημονικό, το δεν ξέρω τι.
Οι Γραικύλοι είμαστε εμείς
Οι Γραικύλοι είναι ένα μυθιστόρημα. Έχει ό,τι πρέπει να έχει ένα μυθιστόρημα. Πλοκή, χαρακτήρες και υπόθεση. Ξεχωρίζω την υπόθεση από την πλοκή. Η υπόθεση είναι το υδατογράφημα της πλοκής. Και η υπόθεση των Γραικύλων είναι απλή. Περιγράφει μια κοινότητα που διαθέτει εκλεπτυσμένα διανοητικά μέσα, όμως η ίδια η εκλέπτυνσή της υπονομεύει και τη δύναμή της. Ο Ρούφος έγραψε το μυθιστόρημα το 1967. Σε μια Ελλάδα που πάλευε να ανακάμψει από τα μετεμφυλιακά της τραύματα και ετοιμαζόταν να ζήσει την κωμικοτραγική εμπειρία της δικτατορίας.
Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων: το κωμικοτραγική εμπειρία δεν έχει στόχο να αμβλύνει τις καταστροφικές συνέπειες της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Όταν τελειώνει το μυθιστόρημα ο Ρούφος το πραξικόπημα δεν έχει ακόμη γίνει. Όμως έχει ήδη διακρίνει το φάσμα της καταστροφής που θα επιφέρει η απόσταση ανάμεσα στον τρόπο που η ελληνική κοινωνία βλέπει τον εαυτό της και την πραγματικότητα του κόσμου της. Αν δούμε τη σύγχρονη ιστορία μας κάτω από το πρίσμα των Γραικύλων, διαπιστώνουμε πόσο ρηχά μπορούν να σκάψουν τα εργαλεία μας. Αν θέλουμε να εξηγήσουμε τι έγινε με το πραξικόπημα των συνταγματαρχών ας αφήσουμε τα στερεότυπα Αριστεράς και Δεξιάς και ας αναζητήσουμε την αιτία στη βαθιά αναντιστοιχία της αντίληψης που έχουμε για τον εαυτό μας με την πραγματικότητα της ζωής μας
Ας ψάξουμε την αλήθεια μας στη στάση των Γραικύλων. Οι Γραικύλοι δεν είναι ξωτικά που έζησαν κάποτε σ’ αυτά τα μέρη. Οι Γραικύλοι είμαστε εμείς.