Σύνδεση συνδρομητών

Τα κακοπαθήματα της Αντώνας της σερέτισσας

Δευτέρα, 10 Ιανουαρίου 2022 12:36
O Ναπολέων Λαπαθιώτης σε εφηβική ηλικία.
Συλλογή Κ. Καζάζη
O Ναπολέων Λαπαθιώτης σε εφηβική ηλικία.

Ναπολέων Λαπαθιώτης, Οι μονόλογοι του καημένου του Αντωνάκη ή Τα τραγούδια της Αντώνας, εισαγωγή - επιμέλεια - σχέδια: Παναγιώτης Καρώνης, Το Δόντι, Πάτρα 2021, 250 σελ.

Εκτενές σχόλιο με αφορμή μια σκανδαλώδη έκδοση του Λαπαθιώτη – και η εξιστόρηση του σκανδάλου.

Ο Λαπαθιώτης συνεχίζει να απασχολεί, καθώς τελευταία αναφαίνονται ποικίλα εκδοτικά εγχειρήματα γύρω από το έργο του αθηναίου εστέτ.[1] Σαφώς, οι κανόνες της αγοράς καθορίζουν την εκδοτική παραγωγή, εφ’ όσον υπάρχει ζήτηση, η οποία στην περίπτωση του Λαπαθιώτη συνδιαμορφώνεται από τον χώρο του βιβλίου και τον χώρο της μουσικής.[2] Η κατανάλωση, ίδιον της αγοράς, δεν ταυτίζεται απαραιτήτως με τη μελέτη, ίδιον της επιστημονικής εργασίας. Ακριβώς αυτή η διαφορά παράγει μια ειρωνική συνθήκη κατά την οποία το πολιτισμικό προϊόν «Λαπαθιώτης» κυκλοφορεί, διακινείται και καταναλώνεται, αλλά είναι δύσκολο να μελετηθεί, καθώς πολλές λαπαθιωτικές εκδόσεις στερούνται, τουλάχιστον, της στοιχειώδους επιστημονικής επιμέλειας. Σε αυτή τη χορεία ανεπαρκών εκδόσεων εντάσσω και τους Μονολόγους του καημένου του Αντωνάκη ή Τα τραγούδια της Αντώνας. Επιπλέον, με το παρόν κείμενο, το οποίο κινείται πέρα από το συγκεκριμένο βιβλίο, επιθυμώ να ανακινήσω έναν διάλογο σχετικά με το λαπαθιωτικό αρχείο και τη σημερινή τύχη του λαπαθιωτικού έργου, χωρίς να έχω την πρόθεση να επιβάλω ένα κανονιστικό πλαίσιο, αλλά θέλοντας να προβληματοποιήσω (εκδοτικές;) συμπεριφορές και πρακτικές.

 

Α΄ μέρος

Ι. Η δομή

Το ομολογουμένως καλαίσθητο βιβλίο, το οποίο ποικίλλουν ενδιαφέροντα εικαστικά σχέδια του ίδιου του επιμελητή Παναγιώτη Καρώνη, απαρτίζεται από τις εξής ενότητες: προλογικό σημείωμα (σ. 15-25)[3] στο οποίο προβάλλεται, μεταξύ άλλων, η ανάγκη της παρούσας έκδοσης, ενώ παρουσιάζεται και η συνολική εκδοτική εργασία· εισαγωγή υπό τον τίτλο «Λαπαθιώτης και ομοφυλοφιλία» (σ. 27-64) στην οποία προσεγγίζεται μέσω εργοβιογραφικών στοιχείων και πληθώρας παραθεμάτων η σεξουαλικότητα του ποιητή και ο ιστορικός της αντικατοπτρισμός στο έργο· παρουσίαση της εκδιδόμενης ομάδας των λαπαθιωτικών ποιημάτων (σ. 66-78), όπου εκτίθενται και αρχειακά ζητήματα, ενώ επιχειρείται και η χρονολόγηση των ποιημάτων· συνοπτική παρουσίαση της θεματικής των ποιημάτων (σ. 80-82)· εξ ίσου σύντομη αναφορά στη συμπερίληψη στην έκδοση της ομάδας ποιημάτων «Ετυμολογίες (ή ετοιμολογίες – όπως θέλετε…)» (σ. 83)· σχολιασμένη έκθεση των πρώτων έντυπων δημοσιεύσεων των ποιημάτων του τόμου (σ. 85-91)· εργοβιογραφικό χρονολόγιο του Λαπαθιώτη (σ. 93-143), το οποίο είναι αναλυτικό για τα έτη ζωής του ποιητή (1888-1944), ενώ εκτείνεται και αργότερα (1964-2016), καλύπτοντας ακροθιγώς κάποιους εκδοτικούς σταθμούς τής μετά θάνατον κριτικής δεξίωσης του ποιητή· τα κείμενα της ομάδας ποιημάτων υπό τον τίτλο «Οι μονόλογοι του καημένου του Αντωνάκη ή Τα τραγούδια της Αντώνας» (σ. 145-175), ακολουθούμενα από την άλλη σατιρική ομάδα «Ετοιμολογίες» (σ. 176-186) και μία επιλογή από «Πολιτικά σατιρικά ποιήματα» (σ. 187-201)· τέλος, αναδημοσιεύονται  σχετικές με τον Λαπαθιώτη φωτογραφίες (σ. 203-212), βιβλιογραφία (σ. 213-234) με «Έργα» και «Μεταφράσεις» του ποιητή, «Βιβλία» για τον Λαπαθιώτη και «Αφιερώματα περιοδικών» για αυτόν, «Δοκίμια, άρθρα, ποιήματα και κείμενα» για τον ποιητή, «Κριτικές παρουσιάσεις» με ετερόκλητα κείμενα, ένας κατάλογος με «Συνθέτες που μελοποίησαν» λαπαθιωτικά ποιήματα, οι χρησιμοποιούμενες βραχυγραφίες (σ. 235) και ένα ευρετήριο ονομάτων και «Τίτλων» ποικίλων ειδών (σ. 237-247). Όπως φαίνεται, έχουμε να κάνουμε με μια (κατά τα φαινόμενα τουλάχιστον) πλήρη λαπαθιωτική έκδοση ως προς τη διάρθρωση και τη δομή της, η οποία δύναται να απευθύνεται στον εξειδικευμένο αναγνώστη ή και στον μελετητή.

Ελαστικά κρίνοντας, στη συνολική εργασία υπάρχουν αρκετές αμήχανες στιγμές, ενώ η έλλειψη μεθοδικότητας είναι ίσως το κύριο χαρακτηριστικό πολλών σελίδων, πράγμα το οποίο δυσχεραίνει την ανάγνωση, ακόμη και αν εκλάβουμε το κείμενο ως δοκίμιο και όχι ως φιλολογική εργασία. Παρακάτω, δεν θα κρίνω την (εν μέρει έωλη, εν μέρει ορθή) ερμηνευτική προσέγγιση του επιμελητή ούτε τον (ανεπαρκέστατο) υπομνηματισμό που επιχειρεί για τα ποιήματα (εισαγωγή, κείμενα, επεξηγηματικές σημειώσεις) ούτε την (ενίοτε προβληματική) τοποθέτησή του απέναντι στην υποκειμενικότητα του Λαπαθιώτη ούτε ακόμα-ακόμα τεχνικότερα ζητήματα – σχολαστικά (διάβαζε: φιλολογικά) μεν, αλλά ουσιώδη. Αντιθέτως, θα προσπαθήσω να επικεντρωθώ σε μία σειρά από ερωτήματα, τα οποία αφορούν το εκδομένο υλικό και τη διαχείρισή του από τον επιμελητή.

 

ΙΙ. Το περιεχόμενο

Γράφει ο Καρώνης στο προλογικό του σημείωμα:

Παρουσιάζουμε, λοιπόν, τα 22 από τα 26 σατιρικά ποιήματα του Λαπαθιώτη, που βρέθηκαν στο αρχείο του υπό τον διπλό τίτλο Οι μονόλογοι του καημένου του Αντωνάκη ή Τα τραγούδια της Αντώνας, καθώς και τις Ετυμολογίες, μια άλλη αθυρόστομη συλλογή 9 ολιγόστιχων σατιρικών ποιημάτων. Τον παρόντα τόμο συμπληρώνει μια σειρά από 12 πολιτικά σατιρικά ποιήματα του Λαπαθιώτη […] (σ. 22).

Τα εύλογα ερωτήματα: α΄. Γιατί 22 από τα 26 ποιήματα; β΄. Ποιος ο σκοπός της συμπερίληψης των άλλων ποιημάτων, αφού το βιβλίο τιτλοφορείται βάσει των 22; Εκθέτω αντιστρόφως.

 

            α΄. «Πολιτικά σατιρικά ποιήματα» και «Ετυμολογίες»

Αν και λίγο νωρίτερα ο αναγνώστης διάβασε ότι «οι δε επιμελητές των ανθολογιών του αρνούνται να τα συμπεριλάβουν [τα σατιρικά στιχουργήματα του Λαπαθιώτη] στα ποιητικά του άπαντα» (σ. 18), ενώ πριν από αυτό ο επιμελητής αναρωτήθηκε γιατί «κανείς δεν έχει ενδιαφερθεί για την έκδοση των απάντων του» (σ. 18), στην ίδια σελίδα αναφέρεται ότι «τούτη η έκδοση μπορεί να ιδωθεί και σαν συμπληρωματικός τόμος των ποιητικών απάντων του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη». Εν τέλει, υπάρχουν ή όχι άπαντα (έστω ποιητικά) του Λαπαθιώτη; Διότι, κατ’ επίφαση έστω, ποιητικά άπαντα κυκλοφόρησαν το 2015,[4] εφ’ όσον μάλιστα και ο επιμελητής σημειώνει την εν λόγω έκδοση στη Βιβλιογραφία (σ. 214), αλλά και σε σχολιασμένη σημείωση (σ. 89, σημ. 101). Επιπλέον, σε ποιες ανθολογίες του Λαπαθιώτη αναφέρεται ο επιμελητής; Διότι, στη Βιβλιογραφία «Έργα του Ν.Λ.» μόνο μία ανθολογία υπάρχει (σ. 214, αυτή του Τ. Σπετσιώτη,[5] τότε υπό έκδοση ακόμη). Αντιθέτως, στην πρόσφατη Ανθολογία ποιημάτων και πεζών,[6] την οποία ο επιμελητής θα μπορούσε ή/και θα έπρεπε να έχει υπ’ όψιν του, συμπεριλαμβάνονται σατιρικά ποιήματα – για την ακρίβεια εμφανίζονται 4 από τα 12 «Πολιτικά σατιρικά ποιήματα» της έκδοσης Καρώνη (με την ίδια μάλιστα σειρά ανθολόγησης) και όλη η ενότητα των «Ετοιμολογιών» με τα 9 ποιήματα.[7] Ακόμη όμως και αν δεν γνώριζε αυτή την ανθολογία, σαφώς έχει υπ’ όψιν του την έκδοση του Λ. Παπαλεοντίου στα Μικροφιλολογικά Τετράδια (2009),[8] την οποία καταχωρεί μεν στη Βιβλιογραφία (σ. 216), αλλά προηγουμένως έχει δηλώσει ότι δεν τη συμβουλεύτηκε κατά τη συγγραφή, καθώς «δεν κατέστη δυνατό να φτάσει στα χέρια μας από τη μακρινή Λευκωσία» (σ. 91· σημειώνω ότι το τεύχος αυτό υπάρχει στις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες της Ελλάδας). Εκεί υπάρχουν τα 11 από τα 12 «πολιτικά» και όλες οι «Ετυμολογίες» της έκδοσης Καρώνη, πράγμα το οποίο δημιουργεί ακόμα περισσότερα ερωτήματα για τον τρόπο εργασίας του επιμελητή και επιτείνει την κριτική (ίσως δε και επικριτική) ανάγνωση της έκδοσης.

Εν τοιαύτη περιπτώσει, θα πρέπει να πιστώσουμε στον επιμελητή βιβλιογραφική άγνοια και σύγχυση, ενώ, αναφορικά με τα «πολιτικά» και τις «Ετυμολογίες», θα υποθέταμε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μία περίπτωση κρυπτομνησίας των άμεσων πηγών του επιμελητή. Ωστόσο, όχι· μια τέτοια υπόθεση μάλλον δεν ευσταθεί, αφού ο Καρώνης σημειώνει ότι τα αυτόγραφα των «Ετυμολογιών» πρωτοδημοσιεύθηκαν στη Λέξη (1984),[9] όπως και «κάποιες πραγματικά εξαιρετικές πολιτικές σάτιρες», τις οποίες μεν δεν κατονομάζει, αλλά πρόκειται όντως για τα 6 από τα 12 «πολιτικά» ποιήματα που περιλαμβάνει στην έκδοσή του (στην, κατά τύχην όλως, ίδια σειρά εμφάνισης).

Εν προκειμένω, λοιπόν, η ένστασή μου δεν αφορά την ίδια τη συμπερίληψη των «πολιτικών» ποιημάτων και των «Ετυμολογιών», αν και κάτι τέτοιο καθιστά σαφώς προβληματικό τον τίτλο της έκδοσης, αλλά α΄. την παρουσίασή τους ως παραμελημένων από την κριτική, τους ανθολόγους κτλ. (έχουμε, με άλλα λόγια, να κάνουμε με ένα εννοιολογικό σχήμα ανακάλυψης της πυρίτιδας)· β΄. την έλλειψη βιβλιογραφικής ενημέρωσης για ένα πεδίο (το λαπαθιωτικό έργο), το οποίο οπωσδήποτε ούτε αχανές είναι ούτε αχαρτογράφητο (εξ άλλου η ελληνική φιλολογική πιάτσα είναι μικρή)· γ΄. η ένστασή μου αφορά το γεγονός ότι η bona fides, αυτό το άτυπο συμβόλαιο που υπογράφει ο αναγνώστης με τον συγγραφέα και το οποίο εδράζεται στις αγαθές προθέσεις αμφοτέρων, έχει χαθεί δυστυχώς για λόγους που αναπτύσσω παρακάτω.

 

            β΄. «Μονόλογοι»

Συνθετότερο από πολλές απόψεις αναδεικνύεται το ζήτημα της έκδοσης των «Μονολόγων», καθώς, όπως αποφαίνεται ο επιμελητής, έχουμε να κάνουμε με ανέκδοτο υλικό. Παραθέτω ενδεικτικά:

Η παρούσα συλλογή […] αριθμεί 26 όλα κι όλα ποιήματα […]. Τη συλλογή συμπληρώνει ένα πεζό […] (σ. 66).

Ποτέ ώς τώρα δεν τυπώθηκαν και δεν κυκλοφόρησαν σε μια συλλογή και κανένα τους δεν έχει συμπεριληφθεί, έως τώρα, σε ποιητική ανθολογία του (σ. 66-67).

Στο αρχείο, λοιπόν, του ποιητή, μετά την αυτοκτονία του τη νύχτα στις 7 προς 8 Ιανουαρίου 1944, βρέθηκε, μεταξύ άλλων, και μια σειρά από οκτώ λυτά φύλλα κόλλας αναφοράς, που πάνω τους, χειρόγραφα, με μαύρο μελάνι, είναι γραμμένα τα σατιρικά ποιήματα της παρούσας συλλογής. Ο γραφικός χαρακτήρας του Λαπαθιώτη είναι ευκρινής σε όλα τα φύλλα, ενώ στα δεκαπέντε υπάρχει και η μονογραφή του – πέρα από τη σφραγίδα του Ε.Λ.Ι.Α., στη συλλογή του οποίου ανήκει σήμερα το χειρόγραφο των οκτώ φύλλων (σ. 76).

Ο καλόπιστος (και ανυποψίαστος) αναγνώστης καταλαβαίνει ότι: α΄. ο επιμελητής έχει υπ’ όψιν του το σύνολο αυτής της ομάδας ποιημάτων (26 τον αριθμό), αλλά εκδίδει μόνο τα 22, άγνωστο για ποιους λόγους, αφού δεν εξηγεί· β΄. ο επιμελητής εκδίδει εξ ολοκλήρου ανέκδοτο υλικό – κάτι το οποίο θα ανακαλέσει στην πορεία· γ΄. ο επιμελητής έχει πραγματοποιήσει αυτοψία στα χειρόγραφα, αφού τα περιγράφει καταλεπτώς, αν και φαίνεται ότι η αριθμητική δεν είναι το φόρτε του, αφού (υποτίθεται ότι) το χειρόγραφο απαρτίζεται από 8 φύλλα, αλλά σε 15 (!) από αυτά υπάρχει και μονογραφή· δ΄. ότι αυτό το χειρόγραφο των 8 φύλλων φέρει τη σφραγίδα του Ε.Λ.Ι.Α. και ότι σήμερα βρίσκεται εκεί.

Θα ήθελα να πληροφορήσω τον καλόπιστο (και ανυποψίαστο) αναγνώστη, αντιστρόφως, ότι: α΄. η εν λόγω ομάδα ποιημάτων δεν βρίσκεται σήμερα στο Ε.Λ.Ι.Α· β΄. τα τελευταία δέκα χρόνια, οπότε και πραγματοποίησα την πρώτη μου αυτοψία στο αρχείο του ποιητή, κανένα τέτοιο χειρόγραφο δεν υπήρχε· γ΄. ο επιμελητής δεν παρουσιάζει φιλολογική επάρκεια, ειδάλλως θα φρόντιζε να δώσει, κατά τη συνήθη πρακτική, έστω μία φωτογραφία ενός φύλλου του χειρογράφου, το οποίο εκδίδει, στο παράρτημα, όπου σημειωτέον υπάρχουν 9 φωτογραφίες άσχετες προς το εκδιδόμενο κείμενο· δ΄. ο επιμελητής οπωσδήποτε θα έπρεπε να είχε εκθέσει τους λόγους για τους οποίους δεν εκδίδει το σύνολο της ομάδας των ποιημάτων – εκτός και αν υπέθεσε ότι ουδείς θα διερωτηθεί.

Από την άλλη πλευρά, ο επιμελητής πληροφορεί τον αναγνώστη στην ενότητα «Πρώτες έντυπες δημοσιεύσεις» ότι «τα ποιήματα της συλλογής των Μονολόγων στη συντριπτική τους πλειοψηφία παρέμεναν αδημοσίευτα στο αρχείο του ποιητή. Και μιλάμε πάντα για έντυπες δημοσιεύσεις» (σ. 85). Λίγο αργότερα (σ. 87-91) αναφέρει ότι εντύπως έχουν δημοσιευθεί τα 5 από τα 22 εκδιδόμενα ποιήματα, σε ένα διάστημα που καλύπτει τα έτη 1986-2008, ασχέτως εάν άφησε παραπάνω να εννοηθεί ότι εκδίδει εξ ολοκλήρου ανέκδοτο υλικό. Επομένως: α΄. το περίφημο χειρόγραφο υπάρχει, αφού το είδαν και άλλοι πριν από τον Καρώνη (μέχρι τώρα κάποιος θα πίστευε ότι εκδίδεται ανύπαρκτο χειρόγραφο), β΄. καλά κάνει ο επιμελητής και εκδίδει το αρχειακό αυτό υλικό, αφού μόνο 5 ποιήματα έχουν δει το φως της δημοσιότητας.

Αυτή, βέβαια, είναι η μισή αλήθεια, εφ’ όσον ο ίδιος ο επιμελητής δηλώνει ότι «σε διάφορους διαδικτυακούς τόπους [σημ. 103] έχουν κατά καιρούς παρουσιαστεί για πρώτη φορά αρκετά από τα παρακάτω ποιήματα και, βεβαίως, έχουν αναδημοσιευθεί σε ακόμα περισσότερους […]», ενώ στην οικεία σημείωση αναφέρονται τα ιστολόγια στα οποία έχουν αναρτηθεί «αρκετά» από τα ποιήματα των «Μονολόγων». Εν προκειμένω οφείλω να παρατηρήσω την ευθύτητα του επιμελητή, ο οποίος είναι διαδικτυακά ενημερωμένος (εν αντιθέσει προς τη βιβλιογραφική του ενημέρωση), αν και αποποιείται μετά βδελυγμίας και μετ’ επιτάσεως κάθε τι σχετικό:

Οι διαδικτυακές δημοσιεύσεις δεν θα μας απασχολήσουν εδώ, μια και το εφήμερο, το αρκετές φορές ανώνυμο – ακόμα και όταν αναγράφονται ονόματα – και γενικά το χαοτικό και το άστατο των διαδικτυακών τόπων δεν μπορεί, στην περίπτωσή μας, να αποτελεί κομμάτι έρευνας, αφού δεν εγγυάται καμιά σταθερή παρουσίαση, εφόσον ο καθένας, ανά πάσα στιγμή, μπορεί να αναρτήσει, να διαγράψει, να «κλέψει», να αλλάξει ημερομηνία, να κόψει και να ράψει σύμφωνα με τις επιθυμίες του (σ. 87).

Ο δύσπιστος προς το διαδίκτυο επιμελητής θεωρώ ότι πέφτει σε μία σειρά μη συγγνωστών αντιφάσεων: α΄. αναφέρει ότι το χειρόγραφο υπάρχει στο Ε.Λ.Ι.Α., ενώ αυτό έχει χαθεί· β΄. κατά συνέπεια και τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα, ο επιμελητής δεν είδε το υπό έκδοση χειρόγραφο, αν και αυτό αφήνει να εννοηθεί, ότι δηλαδή πραγματοποίησε αυτοψία· γ΄. ο επιμελητής είναι διαδικτυακά ενημερωμένος, αλλά βιβλιογραφικά ανενημέρωτος· δ΄. παρ’ ότι τα λάθη του είναι πολλά, αυτά δεν προδίδουν μόνο άγνοια. Κατά λογική συνέπεια, ο επιμελητής δεν πείθει τον αναγνώστη και έχει διαταραχθεί το consensus της μεταξύ τους καλοπιστίας. Ούτως εχόντων των πραγμάτων, από πού άντλησε ο επιμελητής το υλικό που εκδίδει, δηλαδή τα 17 ανέκδοτα ποιήματα (διότι 22 εν συνόλω μείον τα 5 ήδη δημοσιευμένα μάς κάνει 17);

 

ΙΙΙ. Επί τα ίχνη

Προκειμένου να βρεθεί ένα κάποιο νήμα, θα παραθέσω α΄. μια μαρτυρία, β΄. μια υποσημείωση και γ΄. μια σειρά αναρτήσεων, τα οποία με οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο επιμελητής των «Μονολόγων» αποκρύπτει την άμεση πηγή των λαπαθιωτικών κειμένων που δεν είναι το χειρόγραφο, αλλά μία από τρίτο χέρι διαδικτυακή δημοσίευση. Έτσι, θα έλεγα, θέτοντάς το κομψά, ότι εν προκειμένω έχουμε μία ξεκάθαρη περίπτωση κρυπτομνησίας και οικειοποίησης.

 

            α΄. Η μαρτυρία Σπετσιώτη

Αντιγράφω εκτενώς από την εισαγωγή της τελευταίας λαπαθιωτικής ανθολογίας Ξεδιάλεγμα (επιμ. Τ. Σπετσιώτης), την οποία ο επιμελητής των Μονολόγων του καημένου του Αντωνάκη δεν είχε υπ’ όψιν του κατά τη συγγραφή, εφ’ όσον τότε βρισκόταν υπό έκδοση:

Το ίδιο και τα βρώμικα Σατιρικά του Λαπαθιώτη· άρχισαν να γίνονται ακόμη πιο γνωστά, όχι πια δημοσιευμένα, σαν συνωμοτικά, μόνο σε μικρής κυκλοφορίας περιοδικά, αλλά αναρτημένα χύμα σε κάποια blogs στο διαδίκτυο.

Μια μέρα μου τηλεφώνησε, πολύ ταραγμένος, ένας υπεύθυνος από το Ε.Λ.Ι.Α. Είχε πάει κάποιος αναγνώστης να ζητήσει το αρχείο Λαπαθιώτη και είχε ανακαλυφθεί ότι έλειπε ο πάκος των χειρογράφων με τα σατιρικά του ποιήματα, αν και ήταν καταγραμμένος ότι υπήρχε.

«Γι’ αυτό σας τηλεφωνώ κύριε Σπετσιώτη, εσείς, σαν παλιός του μελετητής, θα μπορείτε να το βεβαιώσετε, υπήρχαν τα Σατιρικά του, έτσι δεν είναι;»

«Και βέβαια υπήρχαν την εποχή που τα πήρα εγώ, πριν είκοσι χρόνια, και φωτοτύπησα κάποια, απ’ τα οποία έβαλα ένα δυο στην ταινία [Μετέωρο και σκιά], αλλά ήταν πολλά, δεν τα φωτοτύπησα όλα».

Το όνομα του τελευταίου μελετητή, πριν κάνουν φτερά, ήταν βέβαια καταγραμμένο, αλλά, καθώς ανακαλύφθηκε αργά η κλοπή και δεν ασκήθηκε αυτόφωρο, το πράμα έμεινε εκεί.[10]

Μαθαίνουμε επομένως ότι: α΄. τα ποιήματα των «Μονολόγων» κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, πράγμα το οποίο επισημαίνει και ο επιμελητής, β΄. το χειρόγραφο κατά τη δεκαετία του 1980 υπήρχε στο Ε.Λ.Ι.Α. και κάποια στιγμή εκλάπη, αφού σήμερα δεν υπάρχει στο εκεί φυλασσόμενο αρχείο του ποιητή, ενώ η κλοπή έγινε αντιληπτή μετά από χρόνια.

 

            β΄. Η υποσημείωση Παπαλεοντίου

Στο τεύχος των Μικροφιλολογικών Τετραδίων (2009), το οποίο δεν κατόρθωσε να μελετήσει ο επιμελητής των «Μονολόγων», αν και αποτελεί ορόσημο για τη λαπαθιωτική βιβλιογραφία, ο Λευτέρης Παπαλεοντίου, εξέδωσε το σύνολο των σωζόμενων στο αρχείο του ποιητή σατιρικών στίχων. Εκεί αναφέρει:

Για την ύπαρξη της σειράς αυτής [των «Μονολόγων»] ενημερώθηκα από την ηλεκτρονική σελίδα του Ν. Σαραντάκου στις 30 Ιαν. 2009, όταν είχα ήδη ολοκληρώσει την εργασία αυτή [= Μικροφιλολογικά Τετράδια]. Όμως με ξενίζει η πληροφορία που δίνεται από τον Ν. Σαραντάκο (στις 29 Δεκ. 2008), ότι η σειρά αυτή των είκοσι έξι αθυρόστομων ποιημάτων «υπάρχουν στο αρχείο Λαπαθιώτη στο ΕΛΙΑ, απ’ όπου τα κατέγραψε ο φίλος Β. Ψαραδάκης» […]. Μελέτησα ολόκληρο το αρχείο Λαπαθιώτη πολύ σχολαστικά σε τρεις διαφορετικές χρονικές στιγμές (από το καλοκαίρι του 2008 έως τις αρχές Ιανουαρίου του 2009), όμως πουθενά δεν έχω δει τη σειρά αυτή στο μοναδικό κουτί με αρχειακό υλικό του Λαπαθιώτη.[11]

Επομένως, από τη μακρινή Λευκωσία πληροφορούμαστε ότι: α΄. το διάστημα 2008-2009 δεν υπήρχε στο Ε.Λ.Ι.Α. το χειρόγραφο των «Μονολόγων», β΄. εκείνο το διάστημα κυκλοφόρησαν διαδικτυακά τα ποιήματα μέσω δύο μελετητών του Λαπαθιώτη, του Νίκου Σαραντάκου και του Βαγγέλη Ψαραδάκη.

 

            γ΄. Οι αναρτήσεις Σαραντάκου

Πράγματι, όπως αναφέρει ο Παπαλεοντίου, στους ιστοτόπους του Νίκου Σαραντάκου, μελετητή του Λαπαθιώτη, εντοπίζονται οι πρώτες δημοσιεύσεις των περισσότερων ποιημάτων των «Μονολόγων»:

Στα χαρτιά του Λαπαθιώτη βρέθηκε και μια ενιαία σειρά από 26 αθυρόστομα σατιρικά ποιήματα […], με τον τίτλο: «Οι μονόλογοι του καϊμένου (sic) Αντωνάκη» […].

Μερικά από αυτά τα είχα δημοσιεύσει σε άλλες ενότητες, τώρα τα επαναπατρίζω εδώ. Ευχαριστίες οφείλονται στον κ. Β. Ψαραδάκη που γενναιόδωρα μού παραχώρησε το υλικό μαζί με ικανό σχολιασμό.

Ενημέρωση, 29.12.2008: Προσθέτω επτά ακόμα ποιήματα (το ένα από αυτά διπλό) κι έτσι αισίως φτάνουμε στα 14 (τα δύο διπλά) από τα 26 συνολικά που περιλαμβάνονται σε αυτή την ενότητα. Θυμίζω ότι πρόκειται για αθυρόστομα σατιρικά ποιήματα που έχουν όλα τους στόχο τον «καημένο Αντωνάκη» και που φυσικά έμειναν ανέκδοτα και υπάρχουν στο αρχείο Λαπαθιώτη στο ΕΛΙΑ, απ’ όπου τα κατέγραψε ο φίλος Β. Ψαραδάκης, που τα πρόσφερε –και τον ευχαριστώ για άλλη μια φορά!

Ενημέρωση 19.2.2009: Προστέθηκαν άλλα έξι ποιήματα, πάντοτε χάρη στον φίλτατο Β. Ψαραδάκη.

Ενημέρωση 19.6.2009: Προστέθηκαν άλλα δύο ποιήματα, τα 19 και 22, πάντοτε χάρη στον φίλτατο Β. Ψαραδάκη, στον οποίο οφείλω και την «Αίτηση» του Αντωνάκη που προτάσσεται στα στιχουργήματα […].[12]

Επομένως: α΄. Το διάστημα 2008-2009 δημοσιεύθηκαν διαδικτυακά από τον Σαραντάκο τα 22 από τα 26 ποιήματα των «Μονολόγων» και το συνοδευτικό πεζό κείμενο, β΄. Τα ποιήματα τα παραχώρησε προς δημοσίευση στον Σαραντάκο ο Βαγγέλης Ψαραδάκης, μελετητής και αυτός του Λαπαθιώτη, γ΄. Στις 29/12/2008, σύμφωνα με τον Σαραντάκο, τα ποιήματα «υπάρχουν στο αρχείο Λαπαθιώτη στο ΕΛΙΑ, απ’ όπου τα κατέγραψε ο φίλος Β. Ψαραδάκης», αν και ο Παπαλεοντίου εκείνο το διάστημα δεν τα είδε στο Ε.Λ.Ι.Α, επειδή προφανώς δεν υπήρχαν εκεί, δ΄. Σήμερα τα ποιήματα εξακολουθούν τα υπάρχουν στον ιστότοπο του Σαραντάκου, αλλά δεν υπάρχουν στο Ε.Λ.Ι.Α.

*

Όπως είναι σαφές, ο επιμελητής της πρόσφατης έκδοσης των «Μονολόγων» αντλεί τα ποιήματα από το διαδίκτυο, αφού στο Ε.Λ.Ι.Α. δεν υπάρχουν ήδη από τα τέλη του 2008. Επομένως, η έκδοση του Παναγιώτη Καρώνη δεν είναι  μόνο επιστημονικά επιλήψιμη λόγω των ελλείψεων και των σφαλμάτων της, αλλά και σκανδαλωδώς προβληματική ως προς τη δεοντολογία της. Ο επιμελητής της τεχνηέντως, εν πλήρει συνειδήσει και εκ προθέσεως εξαπατά τον αναγνώστη, προκειμένου να καρπωθεί τα πρωτεία της έντυπης δημοσίευσης εις βάρος της επιστημονικής έρευνας πρωτίστως. Σαφώς, η έκδοση κατέχει τα πρωτεία της έντυπης δημοσίευσης των «Μονολόγων», αλλά έχει αυτό σημασία, όταν το υλικό της εκδίδεται αμέθοδα, χωρίς αναφορά στην άμεση πηγή, κυρίως όμως όταν το υλικό αυτό αποτελεί προϊόν αμφιλεγόμενο ως προς την αξιοπιστία του και τον τρόπο με τον οποίο φτάνει στον σύγχρονο αναγνώστη; Η έκδοση του Καρώνη επισύρει όνειδος στον επιμελητή της και σκανδαλίζει για τη θρασύτητά της, αποτελεί δε σημείο κακό και δυσοίωνο για το λαπαθιωτικό έργο.

 

Β΄ μέρος

Όπως διαπιστώνεται, από τα ποιήματα των «Μονολόγων» εντύπως δημοσιεύθηκαν 5 κατά το διάστημα 1986-2008, ενώ το διάστημα 2008-2009 δημοσιεύθηκαν διαδικτυακά, παραχωρημένα στον Σαραντάκο από τον Ψαραδάκη, τα 22 από τα 26.

Το διάστημα 2015-2016 ο Βαγγέλης Ψαραδάκης με σειρά 5 άρθρων του στο διαδικτυακό περιοδικό Φτερά Χήνας επανέρχεται στο θέμα, δημοσιεύοντας εκ νέου και σχολιάζοντας εκτενώς τόσο τα κείμενα όσο και την ιστορία τους.[13] Όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης, ο Παναγιώτης Καρώνης αρύεται αρκετά στοιχεία από τα άρθρα του Ψαραδάκη, πράγμα το οποίο δεν θα με απασχολήσει εδώ λόγω περιορισμένου χώρου, αν και τίθενται ζητήματα εκτεταμένης λογοκλοπής και πνευματικής ιδιοκτησίας. Στη συνέχεια, προτίμησα να θέσω κάποια ευρύτερα ερωτήματα για την ιστορία των κειμένων, προκειμένου να αναδείξω ειδικότερα ζητήματα δεοντολογίας και να αναστοχαστώ γύρω από το λαπαθιωτικό αρχείο.

 

Ι. Τα άδηλα και τα κρύφια

Στην πρώτη ενότητα του πρώτου άρθρου του (1α, δημ.: 21.9.2015) με τίτλο «Περί άφαντου χειρογράφου και άλλων ολοφάνερων πτυχών» ο Ψαραδάκης πληροφορεί τον αναγνώστη ότι οι «Μονόλογοι» δεν υπάρχουν πλέον στο Ε.Λ.Ι.Α., όμως εκείνος και τους είδε και κράτησε αντίγραφα. Ας προσεχθεί η αφηγηματική οργάνωση του κειμένου:

Ανάμεσα στα σκόρπια κατάλοιπα χειρόγραφα του Ν. Λαπαθιώτη (1888 – 1944) που δεν κατέληξαν […] «να τελειώσουν, όλ’ αυτά σε μπακάλικα και σε μανάβικα, σαν απλό χαρτί περιτυλίγματος!», αλλά βρίσκονταν κάποτε στον οικείο φάκελο του -μικρού, σε έκταση, σημαντικού όμως σε περιεχόμενο- τμήματος αρχείου του συγγραφέα στο Ε.Λ.Ι.Α. […] υπήρχε και μια ευρύτερη σειρά χειρόγραφων ποιημάτων, ανέκδοτων, με ενιαίο θέμα, περιεχόμενο και τίτλο.

Υπήρχε, πριν από κάμποσα χρόνια, μιας και τώρα πια δεν υπάρχει το εκτεταμένο χειρόγραφο στον φάκελο του συγγραφέα∙ τουλάχιστον από το 2005 και μετά, που ταξινομήθηκε το σχετικό αρχειακό υλικό. Την έλλειψή του την πληροφορήθηκα τηλεφωνικώς 3 χρόνια αργότερα [=2008]. 10 χρόνια νωρίτερα, όμως, στα μέσα Ιανουαρίου του 1995, είχα την άφθαστη και άφθαρτη χαρά να ξεφυλλίσω το γενικότερο περιεχόμενο του μερικότερου αρχείου και, ειδικότερα, τη συγκεκριμένη σειρά ποιημάτων στο κτήριο του Ε.Λ.Ι.Α., στην Αθήνα, δυο χειμωνιάτικα -απρόσμενα ηλιόλουστα- πρωινά στις παρυφές της Πλάκας.

Μπορεί να μην έβγαλα τότε φωτοτυπίες (ναι μεν υψηλός ο σκοπός αλλά ήταν πολύ ακριβές), αντέγραψα ωστόσο σχολαστικά τα επιμέρους ποιήματα και το σχετικό συνοδευτικό υλικό (με κάποια αναπόφευκτα λάθη όπως διαπίστωσα στην πορεία), κρατώντας άφθονες σημειώσεις από το πρωτότυπο και πλέον χαμένο αδημοσίευτο, έντυπα, αυτόγραφο χειρόγραφο του Ν. Λαπαθιώτη∙ για την ακρίβεια του λόγου: την ολοκληρωμένη ανέκδοτη ποιητική συλλογή του με τον τίτλο: Μονόλογοι του καημένου του Αντωνάκη! (1α).

Ο συντάκτης είναι προφανές ότι σκιαμαχεί με αόρατους κατηγόρους, καθώς προσπαθεί να αντικρούσει την αυτονόητη μομφή. Επομένως, διαπιστώνουμε ότι ανάμεσα στο 1995 και το 2005 («τουλάχιστον») εκλάπησαν τα χειρόγραφα από το αρχείο του ποιητή, ενώ ο μελετητής «πληροφορήθηκε» «την έλλειψη» τρία χρόνια αργότερα, ήτοι το 2008, το οποίο συμπίπτει με τη διαδικτυακή δημοσίευση των παραχωρημένων από τον Ψαραδάκη κειμένων στον ιστότοπο του Σαραντάκου – η σύμπτωση είναι όντως αξιοπερίεργη.

Πέραν τούτου, ο Ψαραδάκης –ευτυχώς– είχε όχι μόνο «την άφθαστη και άφθαρτη χαρά» να ξεφυλλίσει το μέχρι τότε συνολικότερο αρχείο στο Ε.Λ.Ι.Α., αλλά και την πρόνοια να αντιγράψει, εφ’ όσον –δυστυχώς– δεν φωτοτύπησε, το «πλέον χαμένο αδημοσίευτο, έντυπα, αυτόγραφο χειρόγραφο» – μόνο αυτό άραγε ή και άλλα; Επομένως, για τους παραπάνω λόγους: α΄. δεν υπάρχει πλέον το χειρόγραφο, β΄. δεν διαθέτουμε εικόνα/αναπαραγωγή του.

Στο επόμενο άρθρο του (1β, δημ.: 31.10.2015) επιχειρεί μια αναλυτική περιγραφή του υλικού. Ομολογουμένως ως να το είχε προ οφθαλμών. Εδώ, ας προσεχθεί η χρονική εκφορά των ρημάτων:

Εκτός από 4 που είναι παντελώς αχρονολόγητα (1, 2, 5, 6), τα υπόλοιπα 22 (+ 2) ποιήματα είναι επακριβώς χρονολογημένα.

Τα 26 (+ 2) ποιήματα εκτείνονται σε 8 φύλλα χαρτιού γραμμένα με μαύρο μελάνι σε λυτές κόλλες αναφοράς, με γραμμές, μεγέθους Α4 – 16 δηλαδή συνολικά σελίδες, οι οποίες είναι γραμμένες μπρος πίσω, στο πρωτότυπο χειρόγραφο που ξεφυλλίστηκε κι εξετάστηκε (με πολύ μεγάλη προσοχή και συγκίνηση), το οποίο φέρει τον γραφικό χαρακτήρα του Λαπαθιώτη, τη μονογραφή του σε αρκετά (σε 15, αν όχι σε 18 από τα επιμέρους ποιήματα), αλλά και συνήθως τη σφραγίδα του Ε.Λ.Ι.Α. Κανένα από τα επιμέρους λυτά χειρόγραφα δεν αριθμείται ανά σελίδα. […]

Το άλλο μέρος του χειρογράφου, […] είναι μικρότερο σε έκταση, 3 μόλις σελίδες χωρίς αρίθμηση. Και αυτές έχουν τη σφραγίδα του Ε.Λ.Ι.Α. στις δύο από τις τρεις σελίδες, όχι όμως –για ευνόητους λόγους– και τη μονογραφή του ποιητή.

Επομένως, ολόκληρο το ανέκδοτο ποιητικό –κατά κανόνα– χειρόγραφο του Ν. Λαπαθιώτη με τίτλο: Μονόλογοι του καημένου του Αντωνάκη!, εκτείνεται σε 16 + 3 = 19 σελίδες, γραμμένες και 1 λευκή∙ ή 10 φύλλα μεγέθους Α4, με γραμμές και χωρίς αρίθμηση των επιμέρους λυτών φύλλων και σελίδων από τον ποιητή (1β).

Υποθέτουμε ότι δικαίως ο Καρώνης μπερδεύτηκε στα μαθηματικά. Εκτός αυτού όμως, έχουμε μία εξαιρετικά συγκροτημένη εικόνα για το χειρόγραφο, η οποία είναι χρήσιμη, καθώς ευσυνείδητα ο Ψαραδάκης παρέχει πληροφορίες για το υλικό του. Μάλιστα, καταλεπτώς και εξονυχιστικά, βαθμηδόν αποκαλύπτει και άλλες πτυχές του, στο επόμενο άρθρο (1γ, δημ.: 7/1/2016) – εν είδει crescendo μάλλον:

Ακριβώς πάνω από το κείμενο της αφιέρωσης και εντός του πλαισίου, ο ποιητής έχει ζωγραφίσει με έγχρωμα μελάνια το γνωστό διεθνώς σύμβολο του Κομμουνισμού, ένα μαύρο σφυροδρέπανο εντός κόκκινου κύκλου. […]

Δεν είναι μόνο το έγχρωμο σφυροδρέπανο και το πλαίσιο όπου έχει τεθεί η αφιέρωση, υπάρχουν και κάποια άλλα στοιχεία –λίγα αλλά υπαρκτά– τα οποία κάλλιστα μπορούν να χαρακτηριστούν ως εικαστικό μέρος και κοσμητικό συμπλήρωμα των κειμένων. […]

Καταρχάς υπάρχουν και άλλα πλαίσια. […] Εντός αυτών των δύο πλαισίων αναγράφονται τα στοιχεία του αποστολέα ενός σατιρικού στιχουργήματος και του απρόσμενου παραλήπτη του. […]

Ένα άλλο, ασυνήθιστο, κοσμητικό στοιχείο της συλλογής είναι ο πίνακας που συνοδεύει το ποίημα 19 / XIX με τον τίτλο Αγγελία. […]

Τέλος, ας γίνει λόγος για την εικόνα, την όψη του ανέκδοτου χειρογράφου που αντικρίζει ο αναγνώστης του. Οι επιμέρους σελίδες των Μονολόγων του καημένου του Αντωνάκη!, τόσο τα ποιήματα –κυρίως αυτά– όσο και η συνοδευτική «μηνυτήρια» επιστολή, έχουν εμπλουτιστεί και σημανθεί με διορθώσεις, μουτζούρες, διαγραφές, κάμποσες αντικαταστάσεις στίχων, λέξεων, με παραλλαγές φράσεων και ελαφρώς διαφορετικές προτάσεις κι εκδοχές γραφής από τον ποιητή (1γ).

Πέραν αυτών των αναλυτικών λεπτομερειών, στο τρίτο άρθρο του ο Ψαραδάκης επιχειρεί να τοποχρονολογήσει τα ποιήματα, αλλά μάς αποκαλύπτει και το εξής:

Οι Μονόλογοι του καημένου του Αντωνάκη! αφιερώνονται σε συγκεκριμένο  πρόσωπο, συγκαιρινό του ποιητή, το οποίο ενέπνευσε και συνεπήρε κυριολεκτικά τον Λαπαθιώτη στη σύνθεσή τους. Η αφιέρωση προηγείται του τίτλου της ανέκδοτης σατιρικής συλλογής και έχει τεθεί εντός πλαισίου. Το κείμενό της είναι το εξής:

Σύντροφον

Αντώνην Π.

[…]

Εννοείται βέβαια πως το επώνυμο του συγκεκριμένου προσώπου έχει γραφτεί πλήρως· μάλιστα στη «μηνυτήρια» επιστολή που συνοδεύει τα ποιήματα, υπάρχει και το αρχικό γράμμα του πατρώνυμου. Προς το παρόν πάντως, για διάφορους λόγους, δεν υπάρχει ζήτημα αποκάλυψής του. […]

Ποιος ήταν άραγε ο Αντώνιος Α. Π., που ενέπνευσε και προς τον οποίο αφιέρωσε ο Λαπαθιώτης ολόψυχα τους Μονολόγους; Από το ανέκδοτο κείμενο προκύπτουν διάφορα πραγματολογικά στοιχεία για την εξακρίβωση της ταυτότητάς του […] (1γ)

Όπως κατανοεί και ο μη εξειδικευμένος αναγνώστης, ο Λαπαθιώτης έχει λογοκριθεί (!) από τον νεότερο μελετητή του, τον Βαγγέλη Ψαραδάκη, καθώς ο τελευταίος απαλείφει στοιχεία των κειμένων του πρώτου – ελαφρά τη καρδία και άνευ αιδούς.

Στο επόμενο άρθρο του (1δ, δημ.: 6/3/2016) ο Ψαραδάκης δημοσιεύει μια επιλογή από την ομάδα των «Μονολόγων», συμπεριλαμβανομένου και του συνοδευτικού πεζού κειμένου. Στη «Σημείωση», στο τέλος του άρθρου, διαβάζουμε:

Από την επιλογή των Μονολόγων του καημένου του Αντωνάκη!…, από τα 26 (+ 2) σατιρικά ποιήματα, αποκλείστηκαν 5, τα οποία έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς έντυπα, αλλά και άλλα 4, επειδή περιέχουν ολογράφως το πλήρες ονοματεπώνυμο της πέτρας του σκανδάλου. Επιλέχτηκαν τελικά 9 (+ 2) (1δ).

Ο Ψαραδάκης δημοσιεύει ποιήματα, τα οποία είχε παραχωρήσει το 2008-2009 και στον Σαραντάκο. Επιπλέον, όπως ευθέως δηλώνει δεν δημοσιεύει 4 ποιήματα – αυτά τα ποιήματα παραμένουν αδημοσίευτα.

Στο πέμπτο και τελευταίο (βαρυσήμαντο, όπως και τα προηγούμενα) άρθρο του (1ε, δημ.: 28.5.2016), ο Ψαραδάκης καταπιάνεται με τις δημοσιεύσεις των «Μονολόγων». Αναφέρει την έντυπη δημοσίευση των 5 ποιημάτων, όπως και ο Καρώνης, και σε ξεχωριστή ενότητα καταχωρεί τις διαδικτυακές, χωρίς αναφορά στο πρόσωπό του για τις παραχωρήσεις υλικού προς τον Σαραντάκο – ένας διά παραλείψεως locus humilitatis. Κατόπιν, σημειώνονται οι αναδημοσιεύσεις (έντυπες και διαδικτυακές), προκειμένου το όλο να κλείσει, επεξηγώντας κάπως παραπάνω τους λόγους μη δημοσίευσης κάποιων ποιημάτων, ως εξής:

Ο λόγος [μη δημοσίευσης των τεσσάρων ποιημάτων] είναι προφανής κι ευνόητος. Η μη δημοσίευσή τους είναι εύλογη, μιας και περιέχουν –ολογράφως– στα ελληνικά αλλά και στα γαλλικά, το πλήρες ονοματεπώνυμο του προσώπου που ενέπνευσε και συνεπήρε τον Ναπ. Λαπαθιώτη στη σύνθεση των «Μονολόγων του καημένου του Αντωνάκη!» […]. Άλλωστε σε αυτό το υπαρκτό, στη δεκαετία του 1930, πρόσωπο αφιερώνεται εξαιρετικά ολόκληρη η συλλογή. Επώνυμο που δεν έχει πάψει να υπάρχει μέχρι σήμερα (1ε).

Όπως γίνεται κατανοητό, λοιπόν, τα τέσσερα ποιήματα δεν δημοσιεύονται από τον Ψαραδάκη, καθώς, κατά το κοινώς λεγόμενο, «ονόματα δε λέμε, οικογένειες δε θίγουμε».

 

II. Για το αρχείο και το έργο

Με ποιους όρους μιλάμε σήμερα για τον Λαπαθιώτη και το έργο του; Μάλλον με προβληματικούς, αν αναλογιστούμε ότι ένα ακόμη αρχείο της νεοελληνικής φιλολογίας έχει γίνει πεδίο άσκησης εξουσίας.

Ο Καρώνης δεν νιώθει την ανάγκη να προσφέρει στον αναγνώστη του κάποια εξήγηση σχετικά με τη δημοσίευση των 22 εκ των 26 ποιημάτων των «Μονολόγων»· δεν τον ενδιαφέρει ο αναγνώστης, θέλει μόνο το πρωτείο της έντυπης δημοσίευσης, ενώ αποκρύπτει τις άμεσες πηγές του – εμπαίζει τον αναγνώστη. Από την άλλη πλευρά, ο Ψαραδάκης κινείται εναντίον των αναγνωστών (και των μελετητών): ελέγχει τη δημοσίευση και διακίνηση των ποιημάτων, αποκρύπτει στοιχεία, παρεμβαίνει και λογοκρίνει τα κείμενα, θέτει όρους δεοντολογίας μη συμβατούς προς την επιστημονική έρευνα – χειραγωγεί τον αναγνώστη.

Το λαπαθιωτικό αρχείο μετατρέπεται σε φετίχ που προσφέρει ηδονές σε όποιους κατέχουν ένα μέρος του – αυτόγραφο ή αντίγραφο. Ο πυρετός του αρχείου μετασχηματίζεται σε επιθυμία κατοχής, κτήσης και κατανάλωσης. Το πολιτισμικό κεφάλαιο που το αρχείο αντιπροσωπεύει μετασχηματίζεται άλλοτε σε ιεροποιημένο τοτέμ άλλοτε σε σεξουαλικοποιημένο φετίχ, ανάλογα με το ακροατήριο· άλλοτε σε τίμιο λείψανο άλλοτε σε αντικείμενο ηδονής – όψεις συμπληρωματικές ενός αντικειμένου και των χρήσεών του. Εν τέλει, το λαπαθιωτικό αρχείο αντικειμενοποιείται.

Το λαπαθιωτικό έργο μετατρέπεται σε προϊόν καταναλωτικής επιθυμίας. Προβάλλεται ως ένα διαρκώς επιθυμητό αγαθό. Η έκθεσή του στην αγορά προσβλέπει στην ικανοποίηση μιας επιθυμίας: της κατοχής από τον Ψαραδάκη, της προβολής από τον Σαραντάκο, της πρωτιάς από τον Καρώνη. Η απόλαυση του καταναλωτικού αγαθού συνδέεται με τη μύχια επιθυμία της αποκλειστικότητας, της μοναδικότητας, της προνομιακής πρόσβασης στο αρχείο – αυτή είναι η χαρά της ηδονής. Εν τέλει, το λαπαθιωτικό έργο γίνεται εμπόρευμα.  

Το λαπαθιωτικό αρχείο, μαζί και το έργο, ως τίμια λείψανα σκυλεύονται από τυμβωρύχους, οι οποίοι νύκτωρ και ακροποδητί αφαιρούν από τον τάφο ενδύματα και τιμαλφή. Ο νεκρός, στον αιώνιο λήθαργό του παραδομένος, είναι βέβαιοι ότι δεν θα τους φέρει εμπόδιο. Και ύστερα άλλοι φορούν τα ξένα περιφερόμενοι στην αγορά, μη προσμένοντας ότι αυτά εύκολα θα αναγνωριστούν, ενώ άλλοι γίνονται μεταπράτες, προκειμένου να καρπωθούν εύκολο χρήμα ή όνομα εμπορικό.

Οι παραπάνω μεταφορές, συμπυκνώνουν δύο παραδοχές: α΄. όσο μέρος του λαπαθιωτικού αρχείου βρίσκεται σε χέρια ξένα, αυτό δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο μελέτης ούτε (απλής) αναγνωστικής απόλαυσης, β΄. εμπόδιο στη μελέτη στέκονται προσωπικές φιλοδοξίες και συμφέροντα όλως διόλου ξένα προς την επιστήμη, όπως και αν την εννοήσουμε. Τι χρειαζόμαστε; Ένα αρχείο ανοιχτό, προσβάσιμο σε όλους, το οποίο θα συμπεριλαμβάνει έστω και τα αντίγραφα των «χαμένων» τεκμηρίων – αυτό είναι εφικτό μόνο μέσω του Ε.Λ.Ι.Α. προς το παρόν, εφ’ όσον ο φορέας έχει αποδειχτεί ότι αποτελεί υπόδειγμα: ούτε εξουσία ασκεί ούτε περιορισμό· ιδρύθηκε και έκτοτε λειτουργεί με σκοπό τον διαμοιρασμό της γνώσης και τη διάχυση αυτής στην κοινότητα. Δεν έχουμε καμία ανάγκη κανενός κλειδοκράτορα, κανενός διαχειριστή και κανενός μαντρόσκυλου σε χωράφι περιφραγμένο και ιδιόκτητο. Τι άλλο χρειαζόμαστε; Ένα λαπαθιωτικό έργο, το οποίο, φιλολογικά επεξεργασμένο, να μπορεί να γίνει κτήμα των πολλών, των επώνυμων και ανώνυμων αναγνωστών. Δεν χρειαζόμαστε κανέναν λογοκριτή, κανέναν ηθικολόγο θεματοφύλακα και κανέναν ιεροεξεταστή που να δικάζει ζώντες και νεκρούς.

Έχοντας περάσει 77 χρόνια από τον θάνατό του και 57 από την πρώτη μεταθανάτια έκδοση ποιημάτων του, ο Λαπαθιώτης μένει μάλλον αδικαίωτος, αν σκεφτούμε ότι ακόμη δεν προκόψαμε να έχουμε μία φιλολογικά επιμελημένη έκδοση του συνολικού ποιητικού του έργου. Προτού κάνουμε τις εμβριθείς μας αναλύσεις ή μελοποιήσουμε ή απλώς διαβάσουμε τα κείμενα του Λαπαθιώτη, ας σκεφτούμε πως αυτό που κατ’ ουσίαν χρειαζόμαστε είναι καλές και αξιόπιστες εκδόσεις ή, τουλάχιστον, τη δυνατότητα στο μέλλον να έχουμε τέτοιες – ακόμη και της Αντώνας της σερέτισσας.[14]

Υστερόγραφο. Στις 31 Οκτωβρίου 2021, μετά τη συγγραφή του παρόντος, ο Βαγγέλης Ψαραδάκης δημοσίευσε στον ιστότοπο Εξιτήριον άρθρο στο οποίο εκφράζει τη δυσαρέσκειά του απέναντι στην έκδοση Καρώνη [σημ]. Το εν λόγω άρθρο αφ’ ενός συγκλίνει με τα συμπεράσματά μου, όπως τα εκθέτω στο α΄ μέρος του παρόντος κειμένου, αφ’ ετέρου (οφείλει να) εγείρει τον προβληματισμό του αναγνωστικού κοινού: τι ακριβώς επιχειρείται, πέρα από την ανάδειξη της λογοκλοπής; [σημ.]: Β. Ψαραδάκης, "Εξιχνίαση πολλαπλών εγκλημάτων", ιστότοπος Εξιτήριον, 31/10/2021: shorturl.at/rxzDE  

[1] Αναφέρομαι στα πρόσφατα: Ν. Λαπαθιώτης, Ανθολογία ποιημάτων και πεζών, Στ. Γκιργκένης (εισ.-επιμ.), Δ. Κουβάτα (ανθολόγηση), Θεσσαλονίκη, Ζήτρος, 2020· Ν. Λαπαθιώτης, Ξεδιάλεγμα. Ποιήματα, στοχασμοί, αφηγήματα, συνεντεύξεις, Τ. Σπετσιώτης (ανθολόγηση), Θεσσαλονίκη, Τύρφη, 2021· Ν. Λαπαθιώτης, Τα ποιήματα. Πρώτη επιλογή, Γ. Μαρκόπουλος (εισ.), Αθήνα, Εκάτη, 2021.

[2] Από τις μελοποιήσεις του 2021, σημειώνω επιλεκτικά μόνο όσες είναι αναρτημένες στο Youtube: «Εαρινό», μελ.: συγκρότημα Γυμνά Καλώδια στον δίσκο Ποιήματα: Πόε, Λαπαθιώτης, Καρυωτάκης [https://youtu.be/w8em108JGKk]· «Εclat de rire Εγκλεισμός)», μελ.: Πάνος Μπούσαλης ως αυτοτελές βίντεο [https://youtu.be/eT5dL6i1x0M]· «Αηδόνι στο κλουβί» [https://youtu.be/TaGeDn8DHO8], «Γλυκιά αγάπη» [https://youtu.be/d4YYcJAvStQ], «Ερωτική πίκρα» [https://youtu.be/-O1uV_g21QI], «Κρίνο με τα κρίνα» [https://youtu.be/BYWfptvc10U], «Μικρή ελεγεία» [https://youtu.be/zOcnhFAbt38], «Οι κόσμοι ήταν γιομάτοι» [https://youtu.be/e5wG4ZItuz4], «Το βράδυ που σ’ αγάπησα» [https://youtu.be/sF5KOGt26pQ], «Το ποτήρι ξεχείλισε» [https://youtu.be/sBOLDmj62So], «Λαχτάρα» [https://youtu.be/Lddychl7P0c], μελ.: Χάρης Μανουσάκης, τραγούδι: Εμμανουέλα Νινιράκη (πλην του τελευταίου, όπου φωνή ο Χ. Μανουσάκης) στον δίσκο Αηδόνι στο κλουβί· «Σταλαγματιά», μελ.: Σάκης Αμπατζίδης, τραγούδι: Καίσαρας Κίκης ως αυτοτελές βίντεο [https://youtu.be/l4_kezJOrVk]· «Γράμμα σε χαρτί», μελ.: Σταύρος Ρουμελιώτης στον δίσκο Ασανσέρ του συγκροτήματος Usurum [https://youtu.be/dcbaS5EyGLI]. Δεν συμπεριέλαβα εκπαιδευτικά βίντεο, απαγγελίες και μεταφορτώσεις ήδη υπαρχουσών μελοποιήσεων. Τελευταία πρόσβαση στα παραπάνω και σε όλους τους επόμενους ιστότοπους και τα ιστολόγια: 22/10/2021.

[3] Οι εντός κειμένου παραπομπές σε σελίδες αφορούν την υπό συζήτηση έκδοση.

[4] Βλ. Ν. Λαπαθιώτης. Ποιήματα. Άπαντα τα ευρεθέντα, Γ. Η. Παππάς (εισ.-επιμ.), Μ. Π. Φωτίου (συνεργασία [sic]), Αθήνα, Ταξιδευτής, 2015. Προφανώς, η έκδοση δεν ανταποκρίνεται στον τίτλο.

[5] Λαπαθιώτης, Ξεδιάλεγμα, όπ. π.

[6] Λαπαθιώτης, Ανθολογία ποιημάτων και πεζών, όπ. π.

[7] Όπ. π., σ. 456-460.

[8] Ν. Λαπαθιώτης, Σατιρικοί (φαιδροί και μυλλωμένοι) στίχοι, Λ. Παπαλεοντίου (επιμ.), Λευκωσία, 2009 [= Μικροφιλολογικά Τετράδια, αρ. 7 (2009), παράρτημα του περ. Μικροφιλολογικά].

[9] Ν. Λαπαθιώτης, «Οκτώ ανέκδοτα σατιρικά ποιήματα», περ. Η Λέξη, τχ. 33 (Μάρτ.-Απρ. 1984), σ. 179-185, όπου η αναπαραγωγή του χειρογράφου.

[10] Λαπαθιώτης, Ξεδιάλεγμα, όπ. π., σ. 34.

[11] Λαπαθιώτης, Σατιρικοί (φαιδροί και μυλλωμένοι) στίχοι, όπ. π., σ. 31, σημ. 105.

[12] Ιστότοπος Οι σελίδες του Ν. Σαραντάκου, όπου σελίδα αφιερωμένη στον Λαπαθιώτη με αναπαραγωγή πληθώρας κειμένων του [http://www.sarantakos.com/liter/lapathiotis.html]. Το παράθεμα στη σελίδα «Οι μονόλογοι του καημένου Αντωνάκη», στον ιστότοπο Οι σελίδες του Ν. Σαραντάκου [https://www.sarantakos.com/liter/lapathiotis/antonakis.html], όπου αναρτημένα τα 22 από τα 26 (λείπουν τα υπ’ αρ. 3, 4, 12, 14) και το πεζό «Αίτησις Αντωνίας Α. Π., αδελφής». Προτού καταχωρηθούν σε αυτόν τον ιστότοπο, μέρος τους πρωτοδημοσιεύθηκε στο προσωπικό ιστολόγιο του Σαραντάκου Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία στις 19.2.2009 [https://sarantakos.wordpress.com/2009/02/19/antonakis/] και στις 19.6.2009 [https://sarantakos.wordpress.com/2009/06/19/aithsis/], όλα μετά από παραχώρηση του Ψαραδάκη στον Σαραντάκο.

[13] Βλ. Βαγγέλης Ψαραδάκης, «Μία ανέκδοτη ποιητική συλλογή του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη», 1α (21.9.2015), ηλ. περ. Φτερά Χήνας, φ. 3 [shorturl.at/dnqF5]· 1β (31/10/2015), όπ.π, φ. 6 [shorturl.at/enoy8]· 1γ (7.1.2016), όπ.π., φ. 11 [shorturl.at/eoCGS]· 1δ (6/3/2016), όπ.π., φ. 15 [shorturl.at/ovEL7]· 1ε (28.5.2016), όπ.π., φ. 21 [shorturl.at/gzSX2]. Οι παραπομπές στα άρθρα εφεξής εντός του κειμένου με σήμανση 1α-ε. Σημειώνω ότι αυτή η ενότητα των πέντε άρθρων ορίζεται από τον συγγραφέα ως πρώτο μέρος· δεν έχω εντοπίσει κάπου τυχόν δεύτερο μέρος.

[14] Ευχαριστώ τους Α.Β., Γ.Γ., Σ.Μ., Λ.Π., Τ.Σ. που είχαν την καλοσύνη να διαβάσουν το κείμενο πριν τη δημοσίευσή του και να μου υποδείξουν αστοχίες.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.