Εκπλήσσει ο Μάριος Θρασυβούλου με τη ρηξικέλευθη προσέγγιση στο νέο του βιβλίο Μακάριος 1948-1959, Πολιτική ηγεμονία και η εξέλιξη προς τον αυταρχισμό, που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Παπαζήση. Είναι ο πρώτος που αποπειράται ένα ψυχογράφημα –θα τολμούσα να πω– του Μακάριου. Με τρόπο συγκροτημένο που λειτουργεί περίπου ως υπόθεση εργασίας. Δεν «αγιογραφεί», δεν «αποδομεί», απλά γράφει ιστορία. Που τη φωτίζει από μια ορισμένη οπτική γωνία με τρόπο τέτοιο ώστε να προσφέρει μια πειστική –όχι κατ’ ανάγκην μοναδική– ερμηνεία της ηγετικής πορείας του Μακάριου ως συνειδητής επιλογής που έχει να κάνει κυρίως με το χαρακτήρα ή, ίσως πιο σωστά, με την ιδιοσυγκρασία του.
Μετά τη θεολογία και τα νομικά στην Αθήνα, ο Μακάριος σπούδασε κοινωνιολογία της θρησκείας στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών του είναι συνεπής και μελετηρός, κάνει γνωριμίες, συναναστρέφεται με ανθρώπους της ελληνικής παροικίας, βγάζει τα ράσα, ξυρίζει το γένι, κυκλοφορεί σαν ένας κανονικός φοιτητής.
Κι όταν μηνύματα από την Κύπρο του τρυπούσαν τ’ αυτιά για διεκδίκηση επισκοπικής έδρας ενόψει μητροπολιτικών εκλογών, εκείνος ήταν αρνητικός. «Ευχαριστώ πολύ, αλλά δεν θέλω να γίνω επίσκοπος. Στοπ», καταλήγει επιγραμματικά τονίζοντας την επιλογή του ο Μάριος Θρασυβούλου.
Ωστόσο, δεν τήρησε εκείνη την υπόσχεση. Στη διελκυστίνδα ανάμεσα σε μια κοσμική ακαδημαϊκή καριέρα και σε ένα ηγετικό εκκλησιαστικό αξίωμα, τελικά, επέλεξε το δεύτερο. Και ενώ ακόμα βρισκόταν στη Βοστώνη, εξελέγη μητροπολίτης Κιτίου. Τον Ιούνιο του 1948, λοιπόν, διέκοψε τις σπουδές του και επέστρεψε στην Κύπρο.
Εκκλησιαστικός και πολιτικός ηγέτης
Ως Μητροπολίτης Κιτίου, και μόλις δυο χρόνια αργότερα ως αρχιεπίσκοπος, έφερε νέο αέρα στην αρχιερατική εικόνα που είχε ο κόσμος. Νέος, με φροντισμένη εμφάνιση, ευπρεπής, ευθυτενής, με πλήρη αυτοκυριαρχία, μέσα στα αρχιερατικά άμφια μεγαλοπρεπής, ασκούσε ακαταμάχητη ηγετική γοητεία. Οι δημόσιοι λόγοι του, επιμελώς προετοιμασμένοι, αποστηθισμένοι και εκφερόμενοι με βαθιά ζεστή φωνή που μπορούσε να πιάνει υψηλούς δραματικούς τόνους όταν προσφωνούσε ευθέως το ποίμνιό του, με τις χειρονομίες και τη στάση του σώματός του να υπακούουν στην οικονομία και το μέτρο, να δείχνει πάντα ψύχραιμος και ατάραχος, με όλα αυτά μαζί, ενσάρκωνε στον υπέρτατο βαθμό το προφίλ του χαρισματικού ηγέτη.
Ο συγγραφέας ανατρέχει στις τρεις ιδεοτυπικές μορφές εξουσίας του Μαξ Βέμπερ: τη χαρισματική κυριαρχία (οικογένεια και θρησκεία), την παραδοσιακή κυριαρχία και την κυριαρχία του νόμου (σύγχρονη νομοθεσία και κράτος, γραφειοκρατία). Και υποστηρίζει –σωστά– ότι και οι τρεις συμπυκνώνονται στο πρόσωπο του Μακάριου. Εστιάζει ιδιαίτερα στη χαρισματική μορφή εξουσίας που ασκεί ο Μακάριος συνδέοντας την εδραίωσή της με την ταραχώδη περίοδο που επισκοπεί το βιβλίο, κατά την οποία η μαγνητική του προσωπικότητα απαντά στο αίτημα του λαού για τον ηγέτη-εθνάρχη ο οποίος θα τον βγάλει από το καθεστώς δουλείας. Στη βάση αυτής της μορφής εξουσίας, ερμηνεύει ο Μάριος Θρασυβούλου τον τρόπο λειτουργίας του Μακάριου σε αδιαμεσολάβητη απευθείας επικοινωνία με το λαό, για λογαριασμό του οποίου αποφάσιζε, μόνος, χωρίς διαδικασίες διαβούλευσης.
Για να υποστηρίξει αυτό που ονομάζει «εξέλιξη προς τον αυταρχισμό», επικαλείται, πέρα από τα γεγονότα, τον Ηγεμόνα του Μακιαβέλι, αλλά και τη μαρτυρία ενός εκ των εξ απορρήτων του Μακάριου, του Νίκου Κρανιδιώτη (Δύσκολα χρόνια), ο οποίος μιλά για τον «απολυταρχικό χαρακτήρα» του αρχιεπισκόπου, για τον «συγκεντρωτισμό» του, για «φιλοδοξίες που θύμιζαν ανάλογες φιλοδοξίες μεσαιωνικών αρχόντων», χαρακτηριστικά που τα αποδίδει στις εκκλησιαστικές και μοναστηριακές του καταβολές.
Ο συγγραφέας ενδιατρίβει στο πώς ο Μακάριος, ως αδιαμφισβήτητος ηγέτης τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα, οδηγεί το ενωτικό κίνημα στον ένοπλο αγώνα, και ιδιαίτερα στο πώς χειρίζεται την πολιτική πλέον διάσταση του αγώνα στο πεδίο των διαβουλεύσεων και των διαπραγματεύσεων. Εδώ, αφήνοντας τα γεγονότα να μιλήσουν, αναδεικνύει έναν Μακάριο στον οποίο η εικόνα του ακάματου και αταλάντευτου στον εθνικό στόχο ηγέτη ο οποίος συνεγείρει τα πλήθη στις πλατείες επισκιάζει τον statesman τη στιγμή που πρέπει να επιμετρήσει, με κριτικό αναλυτικό πνεύμα, όλες τις παραμέτρους, τα συμφέροντα και τις δυνάμεις που εμπλέκονται στο κυπριακό πρόβλημα. Αυτή η κριτική επισήμανση του Μάριου Θρασυβούλου, επιβεβαιώνεται και στον Μακάριο της περιόδου της ανεξαρτησίας.
Tο χαρακτηριστικό αυτό του κύπριου αρχιεπισκόπου συμπυκνώνει η νεκρολογία των Times του Λονδίνου, η οποία φέρει τον επώδυνο τίτλο “A Leader not a Statesman”.