1.
Η σύγχρονη έρευνα για τις διαφορετικές πτυχές της αντι-εβραϊκής σκέψης και δράσης ή για τις διαστάσεις της εβραιοφοβίας[1] έχει ανοίξει καινούργια μονοπάτια προχωρώντας προς όλες τις δυνατές κατευθύνσεις. Όλες σχεδόν οι πειθαρχίες των κοινωνικών επιστημών, από την ιστοριογραφία μέχρι την ανθρωπολογική έρευνα και την πολιτική θεωρία, από τις σπουδές μνήμης έως την πολιτισμική ανάλυση, συνεισφέρουν σε αυτή τη διεύρυνση του πεδίου της μελέτης.
Ενώ όμως η κατάσταση της έρευνας και της θεωρητικής ανάλυσης έχει εκλεπτυνθεί και αναπτυχθεί με τρόπο καταλυτικό, μένει κανείς με την εντύπωση ότι η συμβατική πρόσληψη του αντισημιτισμού από τους πολίτες ως βιολογικού (κατά βάση) ρατσισμού κατά της «εβραϊκής φυλής» παραμένει κυρίαρχη. Πολλοί συνεχίζουν να πιστεύουν πως η εχθρότητα ή το μίσος κατά των Εβραίων αποτελεί υπόθεση ενός περιθωριακού, ακροδεξιού ή νεοναζιστικού χώρου και της αντίστοιχης «fachosphère», όπως αποκαλούν στη Γαλλία τη διαδικτυακή σφαίρα όπου δημοσιεύουν τις απόψεις τους ακροδεξιές οργανώσεις και διάφοροι παράξενοι ιστότοποι. Στον πυρήνα αυτής της ψευδαίσθησης βρίσκεται η ταύτιση του αντισημιτισμού με την ιδέα περί κατώτερης εβραϊκής φυλής, δηλαδή η παλαιά κληρονομιά της εθνικοσοσιαλιστικής «φιλοσοφίας» για τον υπάνθρωπο. Αυτό έχει αποτέλεσμα να είναι διάχυτη η εντύπωση πως η εχθρότητα προς τους Εβραίους είναι αποκλειστικό θέμα αντιδραστικών απολιθωμάτων ή πολύ ακραίων «κύκλων», απωθείται η πληθωρική και περίπλοκη ύφανση των αντιεβραϊκών σκέψεων και συναισθημάτων στον ιστορικό χρόνο[2]. Κυρίως όμως, μέσω της αναγωγής στους φασίστες ή στον αριθμητικά περιορισμένο νεοναζιστικό χώρο, αφήνονται ανεξέταστες οι πολλαπλές καταβολές του φαινομένου όσο και πτυχές του που δεν έχουν να κάνουν (άμεσα τουλάχιστον) με τη θεωρία του αίματος και της καθαρότητας της φυλής.
Έχει, ως εκ τούτου, ιδιαίτερη αξία μια διαφορετική μεθοδολογία προσέγγισης που εμβαθύνει στο ζήτημα, δίχως επιστροφή στις κοινότοπες, πολυφορεμένες ή πασίγνωστες πλευρές του. Η συγκέντρωση σε έναν συλλογικό τόμο διαφορετικών αναλυτικών βλεμμάτων για τον αντι-εβραϊσμό υπηρετεί, πιστεύω, έναν διττό στόχο: αφενός επιτρέπει τη διεύρυνση των υπό εξέταση πλευρών, αφετέρου καθιστά πιο γόνιμη τη διασταύρωση/συνάντηση ανάμεσα στις οπτικές γωνίες σε ένα ποικίλο φάσμα. Η επιμελήτρια του τόμου, η πολιτική φιλόσοφος Βάνα Νικολαΐδου-Κυριανίδου, έχοντας στέρεη γνώση των ηθικών, πολιτικών και οντολογικών όψεων του αντι-εβραϊσμού, οργάνωσε τον αναστοχασμό αυτό γύρω από θεμελιώδεις άξονες: ιστορία, πολιτισμός-τέχνη, πολιτική και ηθική σκέψη. Σε αυτούς τους άξονες, μπορούμε να πατήσουμε για να ανιχνεύσουμε απαραίτητες διακρίσεις στα χνάρια του αντι-εβραϊσμού, από την αρχαιότητα μέχρι τη νεωτερικότητα, από τον παγανισμό στον χριστιανισμό, από τους φιλοσόφους στους ανθρώπους της τέχνης και, τέλος, από την επιστήμη στην ιδεολογία και στις κοινωνικές πρακτικές σε συγκεκριμένες εθνικές πραγματικότητες.
2.
Γιατί όμως ο αντι-εβραϊσμός είναι και σήμερα θέμα άξιο προσοχής από φιλοσόφους, θεωρητικούς της λογοτεχνίας, ηθικούς στοχαστές, ιστορικούς και ερευνητές των πολιτικών μύθων; Καθένα από τα κείμενα του τόμου, που διατρέχουν πολύ διαφορετικά ίχνη της ιστορίας και της γραμματείας, μας βοηθάει να σχηματίσουμε πληρέστερη εικόνα για το βάρος του ζητήματος. Και η απάντηση στο αρχικό ερώτημα δεν έχει σχέση μόνο με το Ολοκαύτωμα και τις εμπειρίες διωγμού και βίας, ούτε απλώς με τα φαινόμενα επανεμφάνισης πράξεων αντι-εβραϊκής βεβήλωσης σε πολλές χώρες. Η χώρα μας, για παράδειγμα, παρά το ότι δεν έχει κρούσματα βίαιων επιθέσεων σε εβραίους συμπολίτες μας, διαθέτει σήμερα ένα απόθεμα αντι-εβραϊκών προκαταλήψεων, ενώ δεν λείπουν οι βεβηλώσεις μνημείων και χώρων της εβραϊκής μνήμης και παρουσίας[3]. Το κυριότερο όμως: έχουμε πολιτικές δυνάμεις, έντυπες και ηλεκτρονικές σελίδες και μια ζώνη δημοσιότητας όπου «ανθίζουν» μια αντι-εβραϊκή ρητορεία και αντίστοιχα στερεότυπα. Όμως όλα αυτά απαντούν μόνο εν μέρει στο ερώτημα γιατί έχει σημασία ο αντι-εβραϊσμός ως πεδίο συνάθροισης αναλυτικών ερωτημάτων από κοινωνικούς επιστήμονες, φιλοσόφους και ιστορικούς. Η άλλη μισή απάντηση μας αποκαλύπτεται καθώς ολοκληρώνουμε την περιδιάβαση στα κείμενα αυτού του τόμου – και ήδη από την εισαγωγή της Βάνας Νικολαΐδου-Κυριανίδου διαισθανόμαστε πως ο αντι-εβραϊσμός είναι ένα πεδίο όπου μπορούμε να επανεξετάσουμε εις βάθος τη μακάβρια διαλεκτική του ολοκληρωτισμού και του ρατσισμού. Ανοίγεται εδώ η δυνατότητα να δούμε πώς η κληρονομημένη ιουδαιοφοβία του χριστιανισμού και των Πατέρων συναντά καθ’ οδόν έναν οικονομικό και «κοινωνικό» αντι-εβραϊσμό, παρά τη σοβαρή διαφορά που χωρίζει τις παραδοσιακές στάσεις από το μίσος για τον Εβραίο ως φυλή-μίασμα, ως ακάθαρτη (βιολογικά) οντότητα. Το πέρασμα από τον πολιτισμικό και θρησκευτικό στον οικονομικό και στον βιολογικό αντι-εβραϊσμό είναι πάντα περίπλοκο και γεμάτο ενδιάμεσες ζώνες. Η παλαιά, πατερική, χριστιανική καχυποψία, οι κατά τόπους εμπορικές-οικονομικές εχθρότητες απέναντι στις εβραϊκές κοινότητες, τα ιδεολογικά και «μεταφυσικά» μίση δεν φτιάχνουν μια απλή πορεία του αντι-εβραϊσμού μέσα στην Ιστορία, όσο μια εναλλαγή διαφορετικών μοτίβων και ιδιαίτερων συνθέσεων. Αν όλες οι εκδοχές αντι-εβραϊσμού συνιστούσαν επεισόδια που παραπέμπουν με ευθύγραμμο τρόπο το ένα στο άλλο, το θέμα δεν είχε τις βαθιές ηθικές και οντολογικές περιπλοκές που φτάνουν έως σήμερα ως πηγή συγχύσεων.
Η αρετή των περισσότερων κειμένων που συνθέτουν το ανά χείρας έργο είναι πως αποσαφηνίζουν πολλά αινίγματα αξιοποιώντας μεγάλο εύρος πρωτογενών και δευτερογενών πηγών. Θα αδικούσε τον πλούτο των επιμέρους ατομικών συμβολών μια απαρίθμηση-σύνοψη των «πορισμάτων» και των υποθέσεων εργασίας. Επιλέγω λοιπόν να σταθώ σε μια πτυχή που αφορά κατεξοχήν τον αντι-εβραϊσμό μέσα στην πολιτική σκέψη. Στον τόμο φωτίζεται η ιδιαίτερη οπτική του Καρλ Σμιτ, η πολιτική ανθρωπολογία του ναζισμού και λεπτά ζητήματα όπως η σχέση του Χάιντεγκερ και της κριτικής του στην Τεχνική με τη «συγκατάνευση στη ναζιστική φρίκη». Είναι επίσης εξαιρετικά χρήσιμη η γενεαλογία του αντισημιτισμού στην Ελλάδα και η πολιτική καταγραφή όψεών του. Μην ξεχνάμε πως στην ιστορία των δυο τελευταίων αιώνων, πέρα από την τομή του Ολοκαυτώματος που αποτελεί την πιο ακραία μετάφραση ενός «εξολοθρευτικού αντισημιτισμού», συναντούμε την ενοχοποίηση του Εβραίου για τις δύο ανταγωνιστικές ιδεολογίες της μετα-διαφωτιστικής ανθρωπότητας: τον αστικό φιλελευθερισμό και τον ριζοσπαστικό σοσιαλισμό. Ο αντι-εβραϊσμός ως πολιτική θα ενταχτεί στο λόγο κατά της «στεγνής» και πεζής αστικής ύπαρξης (που έχει υποταχτεί στην οικονομία) είτε στο λόγο κατά του επαναστατικού οραματισμού και ριζοσπαστισμού. Οι Εβραίοι θα βρεθούν υπό κατηγορία ως κατ’ εξοχήν αστοί φιλελεύθεροι υπονομευτές των παραδοσιακών θεμελίων της Ευρώπης αλλά και ως επαναστάτες υπονομευτές του καπιταλισμού και της αστικής κοινωνίας.
Αυτή η κληρονομιά που δέθηκε κυρίως με παραδόσεις «ρομαντικού αντικαπιταλισμού» της Δεξιάς φτάνει ώς τις μέρες μας. Μόνο που μετά το 1968 και στη σκιά των παλαιστινιακών και αραβικών κινημάτων κατά του κράτους του Ισραήλ, ο αντι-εβραϊσμός της εθνικιστικής Δεξιάς συνάντησε έναν αντι-σιωνισμό μιας νέας επαναστατικής Αριστεράς και δημιουργήθηκαν διάφορα παράξενα υβρίδια. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε από χρόνια ότι πολλοί νέοι ριζοσπάστες από τη Γερμανία, που κάποιοι μάλιστα κατέφυγαν και στον «ένοπλο αγώνα» (τη δεκαετία του 1970) για να άρουν την αμαρτία των χιτλερικών πεποιθήσεων ή έστω του βαθιού συντηρητισμού των γονέων τους, στράφηκαν, μέσα από την ταύτισή τους με την αραβική υπόθεση σε μια αντι-εβραϊκή εμμονή[4]. Τα παλαιά φιλοσοφικά μοτίβα ενοχοποίησης του ιουδαϊσμού δεν έπαψαν να μεταστοιχειώνονται και να προσαρμόζονται σε νέες εικονογραφίες και πολιτικές ενσαρκώσεις του Κακού. Για παράδειγμα, η γνωστή συσχέτιση του νεωτερικού «κοσμοπολίτη» Εβραίου με το πνεύμα της ανέστιας ανθρωπότητας και τη λατρεία της τεχνολογίας επιτείνεται και εξαπλώνεται και μέσα στη συνθήκη της πανδημίας όπου ο Άλμπερτ Μπουρλά της Pfizer ή άλλες φιγούρες της ιατρικής και φαρμακευτικής βιομηχανίας θα χρεωθούν «ύπουλα σχέδια» παγκόσμιας κυριαρχίας για λογαριασμό του εβραϊσμού. Η ιδέα της εβραϊκής ισχύος στον καπιταλισμό θα γίνει και εβραϊκή (ή εβραιομασονική) καθοδήγηση της παγκοσμιοποίησης, όπου ορισμένοι προβάλλουν όλους τους εφιάλτες μιας γενετικά χειραγωγούμενης και συνειδησιακά ακρωτηριασμένης ανθρωπότητας. Συγχρόνως, μια άλλη εκδοχή του αντι-εβραϊσμού θα περάσει μέσα από την ταύτιση της «υγειονομικής δικτατορίας» (της μάσκας, των περιορισμών, των υγειονομικών διαβατηρίων για τη διαχείριση της πανδημίας) με τα στρατοπεδικά συστήματα και τις φιλοσοφίες κοινωνικής υγιεινής του ναζισμού, με ένα σύγχρονο Άουσβιτς![5]. Το «κίτρινο άστρο» των Εβραίων θα διεκδικηθεί ως σύμβολο καταδιωγμένης και τρομοκρατούμενης ταυτότητας, από πλήθη αντιεμβολιαστών και κοβιντο-σκεπτικιστών.
3.
Ο αντι-εβραϊσμός δεν ανάγεται φυσικά παντού και πάντοτε σε μια συνωμοσιολογική προσέγγιση της νεωτερικότητας. Θα καταφέρει όμως να αποκτήσει διεισδυτικότητα αντλώντας δύναμη από μια ρητορική πλεκτάνης. Χωρίς αυτή τη ρητορική και τις μνησίκακες συνδηλώσεις της, θα ήταν δύσκολο να βγει έξω από μια στενή σφαίρα πολιτικού και διανοητικού εξτρεμισμού και να αγγίξει μεγαλύτερα κοινά[6]. Η υπόθεση Ντρέιφους στη Γαλλία της «Τρίτης Δημοκρατίας», το πλαστογράφημα των Πρωτοκόλλων των Σοφών της Σιών ή κατοπινά γεγονότα όπως η λεγόμενη συνωμοσία των γιατρών (τα τελευταία χρόνια της σταλινικής περιόδου στη Σοβιετική Ρωσία), όλες αυτές οι διακριτές στιγμές όπου κάποιος ή κάποιοι/ες Εβραίοι/ες θεωρήθηκαν φορείς και πρωτεργάτες μιας προδοτικής συνωμοσίας, είναι γεγονότα-σταθμοί αυτής της ιδιαίτερης ροπής του αντι-εβραϊσμού να κατασκευάζει ένα στόρι κρυφής και διαβολικής εξουσίας και επιρροής.
Μπορούμε να πούμε ότι όσο και αν έχει συρρικνωθεί και ξεπεραστεί ιστορικά ο βιολογικός και φυλετικός αντι-εβραϊσμός, ως προς άλλες διαστάσεις, και ιδίως σε σχέση με την πολιτισμική και οικονομική καχυποψία απέναντι στον Εβραίο ως «ηγεμονικό φορέα» ενός αντεθνικού κοσμοπολιτισμού, το πλέγμα των προκαταλήψεων επιβιώνει και, κατά τόπους, ενισχύεται έχοντας αποκτήσει και καινούργια ακροατήρια. Θα είχε μάλιστα ενδιαφέρον, ως συμπλήρωμα των κειμένων του τόμου που διατρέχουν την ιστορία του αντισημιτισμού στην Ελλάδα από την προεπαναστατική περίοδο έως πρόσφατα (εξαιρετικές οι σχετικές συμβολές της Ρίκας Μπενβενίστε, του Δημήτρη Ψαρρά, της Μαρίας Καβάλα και του Διονύση Δρόσου), να ανιχνεύονταν οι όροι αναπαραγωγής αντι-εβραϊκών λόγων στο πεδίο των social media ή άλλων εστιών της μεταμοντέρνας δημοσιότητας. Θα είχε επίσης να μας πει πολλά (και πιστεύω ανησυχητικά ευρήματα) μια έρευνα για τον αντι-εβραϊσμό σε χώρους της σύγχρονης διανόησης, τόσο στους λογοτέχνες όσο και σε θύλακες διανοουμένων ή φορέων δημόσιας γνώμης με προέλευση συντηρητική ή και ριζοσπαστική. Ίσως όμως έτσι να χρειαζόταν και ένας άλλος τόμος, αξιοποιώντας περισσότερο όχι λόγιες και φιλοσοφικο-λογοτεχνικές πηγές όσο έργα της δημοφιλούς κουλτούρας και της ευρύτερης δημοσιογραφικής αγοράς.
Σε κάθε περίπτωση, το έργο προσφέρει στον έλληνα αναγνώστη μια πολύτιμη θέαση φιλοσοφικών, πολιτισμικών και ιστορικοπολιτικών τεκμηρίων του φόβου, της καχυποψίας ή του μίσους για τον Εβραίο. Λειτουργεί σαν μια συλλογική εργασία πάνω σε θεμελιώδεις ιδεολογικούς μηχανισμούς του αντι-εβραϊσμού, ανιχνεύοντας την ελληνική (ή ελληνοχριστιανική του) παρουσία καθώς και την παρουσία του σε πνευματικά σπαράγματα της ευρωπαϊκής κουλτούρας. Η κατανόηση των μηχανισμών της αντι-εβραϊκής σκέψης είναι πια μέρος μιας δημοκρατικής παιδείας που μας ευαισθητοποιεί λυτρωτικά απέναντι στη βαρβαρότητα.
[1] Βλ. David Nirenberg, Anti-judaism. The western tradition, W. W. Norton & Company, New York, 2013. Για τις λεπτότερες κριτικο-ιδεολογικές πτυχές της νέας εβραιοφοβίας, βλ. Pierre-Andre Taguieff, Η νέα εβραιοφοβία (μετάφραση και επίμετρο: Ανδρέας Πανταζόπουλος) και Αlain Finkelkraut, Στο όνομα του Άλλου (μετάφραση: Μάγκυ Κοέν), Πόλις, 2005.
[2] Bλ. Pascal Ory, De la haine du juif. Essai historique, Bouquins, 2021.
[3] Είναι πολλαπλώς χρήσιμες οι εκθέσεις του ευρωπαϊκού οργανισμού για τα θεμελιώδη δικαιώματα (FRA) και ιδίως η συγκεντρωτική μελέτη και αναφορά των πράξεων αντισημιτισμού στα κράτη-μέλη της Ένωσης τη δεκαετία 2010-2020. Στην Ελλάδα, μετά το 2018, έχουμε αύξηση των καταγραφών για πράξεις βεβήλωσης εβραϊκών νεκροταφείων, αντι-εβραϊκής συνθηματολογίας αλλά και παρουσίας ακραίων δηλώσεων σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα. Βλ. FRA, Antisemitism. Overview of antisemitic incidents recorded in the European Union, 2021. Βλ. και https://fra.europa.eu/sites/default/files/fra_uploads/fra-2021-antisemitism-overview-2010-2020_en.pdf
[4] Martin Jander, “Antisemitism and Anti-zionism in West Germany in the 1970s. Lessons for today” (2017), https://fathomjournal.org/antisemitism-and-anti-zionism-in-west-germany-in-the-1970s-lessons-for-today/. Για μια γενικότερη προβληματική, βλ. Didier Leschi, «Antisémitisme. Les errements dans la Gauche radicale», Revue des Deux Mondes, 17/12/2019. https://www.revuedesdeuxmondes.fr/antisemitisme-les-errements-dans-la-gauche-radicale/
[5] Shocking rise of Holocaust trivializing Yellow Stars across Europe, https://www.adl.org/resources/blog/shocking-rise-holocaust-trivializing-yellow-stars-across-europe
[6] Για μια ευρύτερη μελέτη της συνωμοσιολογίας, βλ. Pierre-Andre Taguieff, Σύντομη πραγματεία περί συνωμοσιολογίας, Αθήνα (μετάφραση: Σώτη Τριανταφύλλου), Πατάκη, 2016. Βλ. επίσης του ιδίου συγγραφέα, Συνωμοσιολογική σκέψη και «θεωρίες της συνωμοσίας», (μετάφραση-επιμέλεια-επίμετρο: Αναστασία Ηλιαδέλη), πρόλογος: Ανδρέας Πανταζόπουλος, Θεσσαλονίκη, Επίκεντρο, 2015.