Σύνδεση συνδρομητών

Το ημερολόγιο των Δεκαοχτώ Κειμένων

Κυριακή, 06 Νοεμβρίου 2022 16:50
Μάρτιος του 2013. Ο Θανάσης Βαλτινός υπογράφει τη συνεργασία του στο αντίτυπο των 18 Κειμένων που ανήκε στον Ρόδη Ρούφο. Ήταν μια ετεροχρονισμένη υπογραφή, αφού ο Ρούφος, όταν κυκλοφόρησε η έκδοση, αναζήτησε και πήρε την υπογραφή των υπόλοιπων 16 συνεργατών του τεύχους. Αριστερά από τον Βαλτινό βρίσκεται ο καθηγητής Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, δεξιά του ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος. Πίσω του, ο δικηγόρος Λουκάς Ρούφος, γιος του Ρόδη Ρούφου, αριστερά στη φωτογραφία ο Μίλτος Φραγκόπουλος, γιος του Θεόφιλου Φραγκόπουλου.
Αρχείο οικογένειας Ρόδη Ρούφου
Μάρτιος του 2013. Ο Θανάσης Βαλτινός υπογράφει τη συνεργασία του στο αντίτυπο των 18 Κειμένων που ανήκε στον Ρόδη Ρούφο. Ήταν μια ετεροχρονισμένη υπογραφή, αφού ο Ρούφος, όταν κυκλοφόρησε η έκδοση, αναζήτησε και πήρε την υπογραφή των υπόλοιπων 16 συνεργατών του τεύχους. Αριστερά από τον Βαλτινό βρίσκεται ο καθηγητής Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, δεξιά του ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος. Πίσω του, ο δικηγόρος Λουκάς Ρούφος, γιος του Ρόδη Ρούφου, αριστερά στη φωτογραφία ο Μίλτος Φραγκόπουλος, γιος του Θεόφιλου Φραγκόπουλου.

Στο κείμενο που ακολουθεί, ο συγγραφέας «Μπούλης» Θεόφιλος Δ. Φραγκόπουλος εξιστορεί την περιπέτεια των 18 Κειμένων. Πώς προέκυψαν, πόσο δύσκολα κυοφορήθηκαν, τις περιπέτειες όσων ιδεολογικά αντίθετων συνεργάστηκαν για να συγκεντρωθούν, τι προϋπήρξε και τι ακολούθησε. Πρόκειται για ένα πολύ ζωντανό και πολύτιμο κείμενο-ντοκουμέντο.  

 Μάρτιος 1969.  Άλλα απίστευτα καμώματα — σα να μη μας φτάναν τα άλλα. Ο Ρένος Αποστολίδης «χαρίζει» την ανθολογία του στο γκουβέρνο, που προστάζει τη δημοσίευσή της, τμηματικά, σε όλα τα έντυπα, ακόμα και στη Γυναίκα. Δείγμα ελευθεροτυπίας δυτικού τύπου, φαντάζομαι. Τι  θα  πουν όσοι βρίσκονται στην ανθολογία διηγήματος; (Κάσδαγλης, Καίη Τσιτσέλη, Πλασκοβίτης που είναι και εξορία στην Κάσο;) 

Απρίλιος 1969. Η Καίη ήρθε να με βρει: είναι ανάστατη. Θέλει να διαμαρτυρηθεί, μα πώς; Ποιος  θα  την ακούσει; Τη συμβουλεύω να μη βαυκαλίζεται, είμαστε αιχμάλωτοι πολέμου. Με ρωτάει, τι  θα  κάνω· απαντώ: στην ανθολογία διηγήματος δε συμπεριλαμβάνομαι, λοιπόν δεν αισθάνομαι πως έχω πάτημα να διαμαρτυρηθώ. Άλλο αν θ’ αρχίσει και η δημοσίευση της ποιητικής ανθολογίας. Τότε θα δω τι θα κάνω. Η Καίη ρωτάει: μα αν βρεθούν κι άλλοι να διαμαρτυρηθούν, δε  θα  μας υποστηρίξεις; Καημένη Καίη, απαντώ. Πού  θα  βρεθούν; Ονειρεύεσαι; Δικτατορία έχουμε.

Απρίλιος 1969. Γύρισε ο Ρόδης απ’ τη Ρόδο – του τα είπα. Γοητεύθηκε από την ιδέα μιας ομαδικής διαμαρτυρίας εκατοντάδων συγγραφέων – που θα δικαιολογούσε και τη σιωπή μας για τούτα τα δυο χρόνια. Εγώ είμαι νηφαλιότερος και επιφυλακτικός. Δε θα βρούμε ούτε δέκα για να διαμαρτυρηθούμε. Κι ύστερα, όσοι δεν ανθολογούμαστε, πώς θα νομιμοποιηθούμε στη διαμαρτυρία μας; Απάντηση: θα κάνουμε μια δεύτερη διακήρυξη πως συμμεριζόμαστε τις διαμαρτυρία τους, Ρωτάω: και πού θα δημοσιεύσουμε τούτο το μανιφέστο; Ο Ρόδης νομίζει πως ίσως ενδιαφερθεί κανένας ξένος ανταποκριτής· έχει γνωρίσει τώρα τελευταία έναν.

Απρίλιος 1969. Ρόδης: βρήκε κάμποσους και μίλησε, κυρίως αριστερούς. Όλοι τους μουδιασμένοι. Η Καίη και ο Νίκος Κάσδαγλης πρόθυμοι, άλλος ανθολογημένος κανείς. Ακούστηκε μια ιδέα, ανάλογη με εκείνο που έγινε στην Τσεχοσλοβακία: να υπογραφεί μυστικό μανιφέστο – να δειχθούν τα ονόματα στους ξένους δημοσιογράφους αλλά με υποχρέωσή τους να μην τα αναφέρουν. Το θεωρώ παιδαριώδες.  Ή έχει κανείς κουράγιο ή δεν έχει. Ο Ρόδης μου αναφέρει ονόματα ανθρώπων που έχουν ειδικούς λόγους να φοβούνται: ένας που έχει ξένο διαβατήριο και μπορεί ν᾿ απελαθεί: ο άλλος, που είναι γιατρός του ΙΚΑ. Εκείνο που τον σκυλιάζει είναι η δειλία των πιο φτασμένων: Παπατζώνης, που ετοιμάζεται για ακαδημαϊκός· Χουρμούζιος, που θέλει ένα κείμενο - προκήρυξη και όχι διαμαρτυρία, και υπογραμμένο από τουλάχιστον πεντακόσιους – τότε, λέει, το υπογράφει κόλπο να τορπιλισθεί η υπόθεση με την πλειοδοσία όρων που είναι απίθανο να εκπληρωθούν. Ρωτάω: ο Σεφέρης; Ο Ρόδης μου λέει πως ετοιμάζει κάτι δικό του, ατομικό. 

Αργότερα, Απρίλιος 1969. Σύναξη σπίτι μου: ο Γιοχάννες, ο Τσίρκας, ο Ταχτσής, η Καίη, ο Ρόδης, που έχει συντάξει το κείμενο. Χτες έκανε τις δηλώσεις του ο Σεφέρης. Ο Ρόδης είδε Βενέζη, Χάρη (άλλος που πάει για ακαδημαϊκός), Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο. Διάκεινται συμπαθώς, αλλά δεν εννοούν να κουνήσουν το δακτυλάκι τους. Ο Νίκος από τη Ρόδο μήνυσε πως είναι έτοιμος να το υπογράψει: δε συμφωνώ, είναι υπάλληλος στην Αγροτική Τράπεζα, θα τον απολύσουν. Αναπάντεχο: δυο ηλικιωμένες γυναίκες δέχονται, η Μικαέλα Αβέρωφ και η Λιλὴ Ιακωβίδη. Αντιμετωπίζοντας τέτοια στενότητα υπογραφών, ο Ρόδης εγκαταλείπει την ιδέα των δύο χωριστών διαμαρτυριών, και έχει τροποποιήσει το κείμενό του ανάλογα. Ίσως μαζέψουμε έτσι καμιά εικοσαριά. Ο Ρόδης λέει πενήντα, αλλά εγώ θα ’μαι ευτυχής με είκοσι. Απόδειξη: από τους παρόντες, μόνον ο ίδιος, η Καίη, εγώ και ίσως ο Ταχτσής δέχονται. Προτείνονται διάφορα ονόματα: Αργυρίου (από Τσίρκα), Κουμανταρέας, Καλιότσος, Φώντας Διαλυσμάς (ιδέες του Σινόπουλου, που δεν ήρθε γιατί έχει προηγούμενα με τον Κώστα – λες και είναι καιρός για τέτοιες κουβέντες!), Καρούζος, Σαχτούρης, Αναγνωστάκης – από μένα. Το τελευταίο όνομα ξενίζει κάπως τους άλλους αριστερούς. Ευτυχώς ο Τσίρκας είναι παρών και τους ξεμπροστιάζει, κάνοντας  θαυμάσιο κήρυγμα ενότητας. Ο Ρόδης επίσης πλειοδοτεί: προέχει να διακηρύξουμε μιαν αντίθεση με τη χούντα – στη μπάντα τα εαμικά, αργότερα οι ιδεολογίες! Μπράβο του!

Απριλίου μεσούντος. Έλα, νομίζω πως φτάνουμε τους δώδεκα – ας είναι καλά ο Σινόπουλος. Ο ίδιος δε μπορεί να υπογράψει λόγω ΙΚΑ, μα κάνει ό,τι μπορεί. Αισθάνομαι ντροπή για την ανεπαρκή μου ενημέρωση: τους περισσότερους που αναφέρει δεν τους ξέρω καθόλου, μερικούς ούτε κατ’ όνομα: ανάμεσα σ’ αυτούς που έχω διαβάσει κάτι από το έργο τους συγκρατώ τα ονόματα: Δεπούντης, Βαλτινός, Κωστούλα Μητροπούλου. Άλλους πάλι δεν τους ξέρω διόλου: Κουφόπουλος, Φώντας Κονδύλης. Ίσως δεχθεί και ο Αργυρίου. Είναι δύσκολο να επικοινωνήσουμε με τον Αναγνωστάκη που είναι στη Θεσσαλονίκη. Πάντως, ο Σινόπουλος είναι βέβαιος πως θέλει — αλλά πώς να του τα πούμε στο τηλέφωνο. Ο Γιοχάννες δε μας ξανάρθε· προφανώς σκέφθηκε πως μια που μας είδε να βυζαντινολογούμε, ο ίδιος δε χρειάζεται. Άλλωστε είναι και η θέση του στην Πρεσβεία, που εύκολα μπορεί να τον καρφώσουν — όλοι τους εκεί είναι φιλοχουντικοί, Σούμπερτ, Σούμαχερ, Λίμπουργκ. Τέλος πάντων, δώδεκα, δώδεκα. Αλλά να το βγάλουμε, γιατί σε λίγο θα μας πάρει κάβο και η Ασφάλεια. 

Απριλίου 18, 1969. Η δήλωση υπογράφτηκε, δακτυλογραφήθηκε και μοιράστηκε στους ξένους ανταποκριτές. Μέχρι την τελευταία στιγμή δεν ξέραμε πόσοι είμαστε. Ευχάριστη έκπληξη ήταν η Λίνα Κάσδαγλη – ίσως για το χατίρι του γαμπρού της του Νίκου. Μπράβο της. Σημειώνω και τα ονόματα των άλλων: Αργυρίου, Αβέρωφ, Δεπούντης, Ιακωβίδη Λιλή, Γεραλής (μέχρι την τελευταία στιγμή δεν το ξέραμε – το τηλεφώνησε την ώρα που δακτυλογραφιόταν ο κατάλογος), Καλιότσος, Κονδύλης, Αλέκος Κοτζιάς (θαυμάσιο παλληκάρι!), Κουμανταρέας, Κουφόπουλος, Βαλτινός, Κωστούλα Μητροπούλου, Ρόδης, Ταχτσής, Καίη, εγώ και οι δυο Κάσδαγλη, δεκαοχτώ. Δε βαυκαλίζομαι με ελπίδες πως κάναμε κάτι που θα πιάσει τόπο –ποιος μας προσέχει τώρα, Βαλκάνιους διανοούμενους που γυρεύουν ελευθεροτυπία– ... η φοράδα στ’ αλώνι. Αλλά, τουλάχιστο, βγάζουμε το άχτι μας. 

Μάιος 1969. Απίστευτο, μας πιάσαν τα πρακτορεία και μας διαλαλούν! Ο Ρόδης πανευτυχής. Πράγματι, χάρη στην υπομονή και στην οξυδέρκειά του έγιναν τα πάντα· χωρίς αυτόν δύσκολα θα έπειθε να μη γίνουμε σκορποχώρι. Ο Κώστας Στεργιόπουλος μετάνιωσε τώρα που την τελευταία στιγμή αρνήθηκε να συνυπογράψει – δεν πειράζει, θα έχει καιρό την επόμενη φορά. 

Μάιος 15, 1969. Πρόσκληση στην Ασφάλεια· πρωί εγώ, απόγευμα ο Ρόδης. Αρνούμαι να πάω μόνος μου· έρχονται γορίλλες και με παίρνουν. Μπουμπουλίνας, όπου Λάμπρου –κολλητό μαλλί, περιποιημένη εμφάνιση χωριατόπαιδου που έχει πετύχει– κάτι σαν τον Πότη Παπαχελά (ο ταλαίπωρος: φυλακή ακόμα). Ύβρεις και απειλές. Παρά το φόβο μου, επιδεικνύω υπεροπτική ψυχραιμία – παρά λίγο να φάω και ένα χαστούκι γι’ αυτό. Σαν έρχεται ο φάκελός μου, ο Λάμπρου τον ξεφυλλίζει, ξεφωνίζει – μα εσείς έπρεπε να ’στε δικός μας! Του απαντώ πως, αν αυτό δε συμβαίνει, το λάθος δεν πρέπει να βρίσκεται με το μέρος μου. Δε μοιάζει να καταλαβαίνει τι του λέω. Μ’ αφήνει και φεύγω. Τηλεφωνώ στο Ρόδη, μου λέει πως έχει κλήση για το απόγευμα. Πηγαίνει. 

Ιούλιος 17, 1969. Καναδική τηλεόραση στο σπίτι. Μικρή συνέντευξη, στον κήπο. Ήδη, στις 24 Μαΐου έχει έρθει εδώ η σουηδική τηλεόραση, στις 7 Ιουλίου η γερμανική και σε λίγο θα ’ρθει λέει και το BBC. 

Νοέμβριος 15, 1969. Να που κάτι καταφέραμε – νόμος περί Τύπου. Καταργείται η προληπτική λογοκρισία, διακόπτεται η «ανθολογία» του Αποστολίδη (φαίνεται πως ο Ρένος τσακώθηκε ή, άλλως πως, τα θαλάσσωσε μαζί τους και τώρα τους βρίζει – δε με εκπλήσσει, πάσσαλος πασσάλω... ) Γυρέψαμε την κατάργηση της λογοκρισίας, τώρα την πήραμε. Ποια είναι η επόμενή μας ενέργεια; 

Δεκεμβρίου 3, 1969. Νέα διακήρυξη των 55 ζητώντας τη διενέργεια εκλογών. Με την ευκαιρία της υπογραφής της βλέπω το Ρόδη. Τι  θα ’λεγα για έναν ομαδικό τόμο που θα ’βγαινε για να δοκιμάσει αν αλήθεια μπορούμε να τυπώνουμε ό,τι θέλουμε, χωρίς προληπτική λογοκρισία; Ήρθε και ο Μανόλης Αναγνωστάκης από τη Θεσσαλονίκη, συμφωνεί. Υπάρχουν και αντιρρήσεις –λέει ο Ρόδης,– πολλοί νομίζουν πως πρέπει να συνεχισθεί αυτή η απεργία σιωπής. Απαντώ: όταν ο σκοπός του άλλου είναι να με σκοτώσει, αν εγώ κάνω απεργία πείνης, απλώς τον διευκολύνω. Δεν είναι ακριβώς έτσι, λέει ο Ρόδης – υπάρχουν σαφείς τάσεις στην Ευρώπη για την εξακολούθηση της σιωπής, αλλά νομίζω πως δεν έχεις άδικο. Ποιος θα εμποδίσει τώρα τον κάθε κόπανο να βγάλει το βιβλίο του – δες Αβέρωφ, Τσάτσο, όχι πως είναι κόπανοι, αλλά το γκουβέρνο θα πει πως να, έχουμε και παραέχουμε πνευματική κίνηση. Λοιπόν, να πάρουμε την πρωτοβουλία. 

Μάιος, 1970. Όλο το χειμώνα διαβούλια και συμβούλια για τούτο τον έρημο τον Τόμο. Επιτέλους, βγαίνει. Η Κα Καλλιανέση, γνωστή του Κοτζιά, έχει ένα μικρό εκδοτικό οίκο, και δέχεται να ριψοκινδυνεύσει τις 40.000 που χρειάζονται. Ο Σεφέρης μάς δίνει ένα ανέκδοτό του. Δε βρίσκουμε εύκολα καλά κείμενα. Εγώ έγραψα ένα της περίστασης, όπου μιλάω για τον Ψυχίατρο του Δικτάτορα – αλλά ο δικηγόρος είναι εντελώς ανένδοτος, έτσι δε μπαίνει. Ο Ρόδης μου αλλάζει τον Ψυχίατρο σε Εισαγγελέα. Ο ίδιος γράφει για το επεισόδιο που του διηγήθηκε ο Ντουράν σχετικά με τον καθηγητή που δε διορίστηκε — καλό. Και τα ποιήματα του Μανόλη Αναγνωστάκη υπέροχα – κρίμας που το ένα δε μπαίνει – αλλάξαμε και το Λάκη σε Μάκη, στο άλλο, μην παρεξηγηθεί ο Φθενάκης. Ένα πολύ καλό διήγημα του Βαλτινού για το γύψο – και να σκεφτείς, ο  Θανάσης είναι παλιός έφεδρος αξιωματικός των ΛΟΚ. Τώρα, τυπογραφείο. Φοβάμαι πως αφού θα βγει Ιούνιο - Ιούλιο, καλοκαιριάτικα, κανείς δε θα προσέξει πως κυκλοφόρησε το βιβλίο πριν από το Σεπτέμβριο.

Άραγε, κάνουμε τίποτα άλλο παρά να χειρονομούμε μπροστά σ’ έναν καθρέφτη, σε μιαν άδεια αίθουσα; Κι αν κάνοντας έτσι, τυπώνοντας (μας παίδεψε ο τίτλος: στο τέλος μετρήσαμε τα κείμενα, τα βρήκαμε δεκαοχτώ, –σύμπτωση, ο αριθμός της πρώτης δήλωσης!– και το είπαμε, απλούστατα, Δεκαοχτώ Κείμενα) αυτό το βιβλίο, πράγματι, όπως μας μηνάει ο Σχινάς, γινόμαστε νεροκουβαλητές της χούντας; Το μέλλον μόνο θα δείξει, ποιος είχε δίκιο.

 

Υστερόγραφο, 1973 

Πέντε εκδόσεις τα Δεκαοχτώ Κείμενα, 1970.

Τέσσερεις εκδόσεις τα Νέα Κείμενα I, 1971. 

Τέσσερεις εκδόσεις τα Νέα Κείμενα II, 1971/72. 

Μετάφραση αγγλικά, Eighteen Texts, Harvard, 1972, 

Μετάφραση γαλλικά, eVoix Grecques, Gallimard, 1973. 

Μετάφραση γερμανικά, 1973/74. 

 

Θεόφιλος Δ. Φραγκόπουλος

 (1923 - 1998). Συγγραφέας, νομικός. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου στρατεύτηκε στην Εθνική Αντίσταση, αρχικά ως μέλος της Ενωτικής Νεολαίας Ιερής Ταξιαρχίας και στη συνέχεια των οργανώσεων ΕΣΑΣ, ΡΑΝ και ΕΔΕΣ. Από το 1948 ως το 1950 υπηρέτησε ως έφεδρος αξιωματικός στα τεθωρακισμένα, ενώ αγωνίστηκε και εναντίον της απριλιανής χούντας του 1967. Το 1950 διορίστηκε υπεύθυνος του τμήματος ξένης διαφήμισης στο ελληνικό Κέντρο Τουριστικών Μελετών. Διετέλεσε επίσης διευθυντής του ΕΟΤ (1959-1964) και πραγματοποίησε διαλέξεις για τη νεοελληνική λογοτεχνία ως επισκέπτης καθηγητής στα Πανεπιστήμια Bochum της Δυτικής Γερμανίας και Boston των Ηνωμένων Πολιτειών. Στο χώρο της λογοτεχνίας ασχολήθηκε με το μυθιστόρημα, την ποίηση και το θέατρο, ενώ έγραψε και δοκίμια. Πρωτοεμφανίστηκε το 1943 με τη δημοσίευση του ποιήματος "Mantua" στο περιοδικό Παλμός και το 1953 κυκλοφόρησε την ποιητική συλλογή Ποιήματα. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Φιλολογικά Χρονικά, Τα Νέα Ελληνικά, Σημερινά Γράμματα, Εποχές, Η Συνέχεια, Τομές, Σταθμοί, την εφημερίδα Καθημερινή κ.ά. Μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, τιμήθηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Θεάτρου για το έργο του Καρτερία, το βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για τη συλλογή δοκιμίων Tagliche Ernte και το λογοτεχνικό βραβείο Φρειδερίκου Μάθιους (1995). Κείμενά του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, τα αγγλικά και τα ιταλικά, ενώ ποιήματά του περιλήφθηκαν σε ξένες ανθολογίες. Μια εκλογή ποιημάτων του, με τίτλο Τροίας επίλογος, κυκλοφόρησε το 2019.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.