Σύνδεση συνδρομητών

Ο οίκος του Χίτλερ και οι εστίες του κακού

Δευτέρα, 31 Οκτωβρίου 2022 22:35
O Αδόλφος Χίτλερ και η Εύα Μπράουν, με τα σκυλιά τους, στο σπίτι τους στο Μπέργκχοφ.
Bundesarchiv, B 145 Bild-F051673-0059 / CC-BY-SA
O Αδόλφος Χίτλερ και η Εύα Μπράουν, με τα σκυλιά τους, στο σπίτι τους στο Μπέργκχοφ.

Δέσποινα Στρατηγάκου, Ο Χίτλερ στο σπίτι, μετάφραση από τα αγγλικά: Στέφανος Παπαγεωργίου, Παπαζήση, Αθήνα 2022, 590 σελ.

Αυτό είναι ένα κατ’ εξοχήν παράδοξο και απρόβλεπτο, γι’ αυτό και εξαιρετικό βιβλίο. Παράδοξο στη θεματική του, απρόβλεπτο για τα ελληνικά εκδοτικά δεδομένα, εξαιρετικό στη σύνθεσή του, ακόμα κι αν ήδη διαθέτουμε το τελευταίο διάστημα κάποια σημαντικά βιβλία που διεισδύουν «περιφερειακά» στο εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς της Γερμανίας (1933-1945)[1].

Η σχετική βιβλιογραφία γύρω από τον Χίτλερ, την «Τελική Λύση» και, κυρίως, την «κοινοτοπία του κακού» εκτείνεται ήδη σε χαοτικές διαστάσεις, σε ιστορικό, πολιτικό και βιογραφικό επίπεδο, που καλύπτουν πολλές πτυχές, της «φαιάς πανούκλας». Όμως, η Δέσποινα Στρατηγάκου, καθηγήτρια αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο του Μπάφαλο (Νέα Υόρκη) και μέλος του Institute for Advanced Study του Πρίνστον, μας «ξεναγεί» στους ιδιωτικούς χώρους του δικτάτορα και μας ανοίγει τις πόρτες των σπιτιών του, εκεί όπου «χθόνια κατοικεί ο (υπ)άνθρωπος», για να παραλλάξουμε τον Χάιντεγκερ. Ακολουθεί μια περιδιάβαση στα interieurs του Φύρερ, με τη συνδρομή δύο κειμένων του γερμανού φιλόσοφου γύρω από το θέμα της κατοίκησης (Behausung).

 

Eκεί όπου κατοικεί το ανοίκειο

Ήδη η φαινομενικά κοινότοπη πρόταση, στις τέσσερις λέξεις της, όπως είναι και ο τίτλος του βιβλίου, προκαλεί μια πρόσκαιρη αναταραχή στον αναγνώστη, ίσως και μια απορία: πού και πώς ακριβώς κατοικεί εκείνος που έσυρε τη χώρα του σ’ έναν καταστροφικό για τον κόσμο πόλεμο; Ή, με άλλα λόγια, πώς διαμορφώνεται (διαρρύθμιση, επίπλωση, διακόσμηση) και ποιος είναι ο ιδιωτικός χώρος ενός δικτάτορα, που επανειλημμένα τον έχουμε «δει», στα τεκμήρια της εποχής, να χαιρετά τα πλήθη ή τα αγήματα, να σκύβει πάνω από επιτελικούς χάρτες, να απολαμβάνει (;) τη φύση στο ειδυλλιακό Μπερχτεσγκάντεν μαζί με την Εύα Μπράουν, τους φίλους τους και την Μπλόντι[2] (τον ποιμενικό –Schäferhund–, δώρο του Μάρτιν Μπόρμαν), ή στις τελευταίες του μέρες στο Μπούνκερ; Τέλος, αν «Εντελώς επάξια, αλλά ποιητικά/ κατοικεί ο άνθρωπος πάνω σ’ αυτή τη γη» (Χαίλντερλιν, στίχος από το ποίημά του πάνω στο οποίο «χτίζει» ο Χάιντεγκερ το στοχασμό του)[3], ένας μακελάρης πώς «χτίζει» τη δική του, εντελώς ιδιωτική κατοικία πάνω στην καμένη γη, τη διάσπαρτη από ερείπια και πτώματα;   

Η Στρατηγάκου (στο βιβλίο της, Hitler at Home, Yale University Press, 2015, που μόλις κυκλοφόρησε μεταφρασμένο από τον καθηγητή ιστορίας Στέφανο Παπαγεωργίου και στα ελληνικά), αναπτύσσει μια ιδιοφυή, κλιμακωτή στρατηγική της αποκάλυψης των ιδιωτικών χώρων του δικτάτορα και την «τεράστια παραγωγή εικόνων του Χίτλερ στο σπίτι», που δεν υπήρξε μόνο αποτέλεσμα μιας ενδελεχούς προπαγάνδας-σκηνοθεσίας, αλλά προσέλκυσε συστηματικά και το ενδιαφέρον κυρίως των αγγλοσαξονικών Μέσων της εποχής, από τους New York Times (Magazine) και το Homes and Gardens μέχρι τη Vogue. Μία από τις βασικές της θέσεις συμπυκνώνεται στο συμπέρασμα ότι «[ο]ι οικιακοί-ιδιωτικοί χώροι του Χίτλερ πέτυχαν ακριβώς τη σωστή ισορροπία με το κοινό της ετεροφυλόφιλης αρρενωπότητας, το εκλεπτυσμένο, αλλά όχι κραυγαλέο γούστο και τις γερμανικές ρίζες»[4], ακόμα κι αν η διατύπωση «εκλεπτυσμένο, αλλά όχι κραυγαλέο γούστο» (μπορεί να) δημιουργεί εφιαλτικούς συνειρμούς.

Κατά μία έννοια όμως, η συγγραφέας έρχεται όχι μόνο να «διαψεύσει», πειστικά και εκκωφαντικά, τον πρώτο, σημαντικό βιογράφο του Χίτλερ, Άλαν Μπούλοκ, που με αυτάρεσκη υπεροψία, και μόνη δικαιολογία ότι ακόμα δεν ήταν διαθέσιμα τα σχετικά τεκμήρια, καθώς και τα σχετικά ερευνητικά εργαλεία, υποστήριζε πως λίγη αξία έχει η ιδιωτική ζωή του, θεωρώντας την «πενιχρή και, στην καλύτερη περίπτωση, αδιάφορη»[5], αλλά, ουσιαστικά, να αναδείξει με εξαιρετική επιμέλεια και μεθοδικότητα τη σημασία, τη θέση και τη βαρύτητα της κατοικίας στη βιογραφία του Αδόλφου Χίτλερ, ανασυνθέτοντας τον «οικιακό εαυτό» και τους ιδιωτικούς χώρους που στέγασαν τις προσωπικές και κοινωνικές δραστηριότητές του: αν «σε αυτόν τον καναπέ μόνο μπορεί να δολοφονηθεί η θεία», όπως εύστοχα επισήμαινε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν την αξία του interieur στο αστυνομικό μυθιστόρημα της εποχής του, ανάλογα θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως «σε αυτά τα σπίτια αφανίστηκε η ανθρωπότητα», αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι ένα από τα πρώτα σπίτια του Χίτλερ στο Μόναχο συνδέεται με τη σκοτεινή υπόθεση του (αδιευκρίνιστου) θανάτου της ετεροθαλούς ανιψιάς του, Άνγκελα-Γκέλι Ράουμπαλ[6].

 

Το χιτλερικό «κατοικείν»

Η ανάγνωση της συγκεκριμένης έρευνας, που στην ουσία ανασυνθέτει και αναλύει ενδελεχώς τη χιτλερική χωροταξία ως προς τα σπίτια και τα καταλύματα του Φύρερ στην πόλη και στην ύπαιθρο, είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την παράθεση σχετικού οπτικού υλικού (φωτογραφίες, σχέδια, έντυπα) όπου απεικονίζεται ο δημόσιος και ο ιδιωτικός χώρος του δικτάτορα, του στενού οικογενειακού και φιλικού κύκλου του, κυρίως όμως με τους βασικούς συντελεστές οι οποίοι υλοποίησαν τα σχέδια των χώρων που αφενός θα στέγαζαν τις ιδιωτικές ανάγκες και στιγμές του Χίτλερ, αφετέρου θα συνέθεταν μια συνολική, οιονεί τρισδιάστατη εικόνα ενός «Ηγεμόνα», αλλά και ως «πατέρα του Έθνους» (με τη «συνδρομή» των παιδιών), η οποία κυμαίνεται ανάμεσα στον ιδιώτη Χίτλερ, τον «άνθρωπο του βουνού» (με έντονα τα, προσφιλή στους Γερμανούς, αλπικά τοπία και μοτίβα) και τον γαιοκτήμονα (landlord), όπως σχεδιάστηκε από τη γερμανική προπαγάνδα στα ευρείας κυκλοφορίας περιοδικά υπό όρους «ευθυγράμμισης» (Gleichschaltung), αλλά και φιλοτεχνήθηκε από τα ξένα Μέσα όπου κυριαρχεί η επίδραση του δημοσιογράφου και συγγραφέα Γουίλιαμ Τζορτζ Φιτζ Τζέραλντ.[7]

Ο αναγνώστης (προσ)καλείται να εισέλθει, μέσα από την ενδελεχή έρευνα και την πλούσια εικονογράφηση, στο αρχιτεκτονικό τοπίο των δημόσιων κτισμάτων και των ιδιωτικών χώρων του Φύρερ, κυρίως στα ενδότερά τους, εκεί όπου κατασκευάζεται υλικά και συμβολικά η αίσθηση της «λαϊκής κοινότητας» (Volksgemeinde), της θαλπωρής (Gemütlichkeit) και της ιδιωτικότητας (Privatheit). Βρισκόμαστε μπροστά σε μια «ξενάγηση» άκρως διαφωτιστική, που συναρπάζει, αλλά και εν μέρει απωθεί, ως (ανα)σύνθεση πολλών επιπέδων, και συμπληρώνεται με σημαντικό οπτικό υλικό, το οποίο τεκμηριώνει τόσο τα σχέδια που εκπονούνται, πρωτίστως από την προσωπική του αρχιτεκτόνισσα, την Γκέρντι Τρόοστ[8] (δεύτερη στην ιεραρχία μετά τον Ά. Σπέερ), σύζυγο και συνεργάτρια του Πάουλ Τρόοστ στο αρχιτεκτονικό τους γραφείο, όσο και το πώς διαμορφώνεται σταδιακά το χιτλερικό Interieur και η εν γένει αρχιτεκτονική σύνθεση και αισθητική αντίληψη στην κατοίκηση (Behausung). Όλα συντείνουν σε μια δαιμονική συναρμογή, που επιχειρεί να συνδυάσει το ιδιωτικό με το δημόσιο, το παραδοσιακό με το αυτοκρατορικό στυλ, τη λιτότητα με τον πλούτο, την απλότητα με το μεγαλεπήβολο σκηνικό, ανάλογα με τις ανάγκες της σκηνοθεσίας, τις υποχρεώσεις του Χίτλερ ως «οικοδεσπότη»[9] αλλά και τα πολλαπλά «πρόσωπά» του (προσωπεία).

 

«Ο Χίτλερ δεν μένει πια εδώ»

Η Δέσποινα Στρατηγάκου παραθέτει μια εξαντλητική «βιογραφία» των σπιτιών, από το Μόναχο μέχρι τις βαυαρικές Άλπεις, που στέγασαν τον αρχιμάστορα της «κοινοτοπίας του κακού», καθώς η αισθητική του φασισμού αποτυπώνεται στους χώρους όπου ο δικτάτορας κινείται πότε ως Imperator και πότε ως «ως απειθάρχητος Βαυαρός, που αντιπαθούσε την πρωσική πειθαρχία»[10]: το στοιχείο του ζόφου και του ανοίκειου υλοποιείται, καμουφλαρισμένα, στην παραμικρή τους λεπτομέρεια στα σπίτια του Χίτλερ, από την αρχιτεκτονική σύνθεση, τις ταπετσαρίες[11] μέχρι και τα πορσελάνινα σερβίτσια της οικοσκευής[12].

Το χαϊντεγκεριανό «κτίζειν, κατοικείν, σκέπτεσθαι» ανατρέπεται άρδην. Κατά μία έννοια, εδώ εγκαταβιώνει με τους πλέον αποκρουστικούς όρους η «θέληση για δύναμη», για ισχύ και εξουσία, καθώς και η «αθανασία» που θέλει να ακυρώσει τη θνητότητα, η οποία συνδέεται οντολογικά με το κτίσμα και την κατοίκησή του.

Το τέλος των «σπιτιών του Χίτλερ» θα έρθει το 1945, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ο εθνικοσοσιαλισμός αφάνισε χώρες και έθνη, πόλεις και χωριά, σπίτια και ανθρώπους, από τη Γκερνίκα μέχρι τη Βαρσοβία: από αέρος κυρίως, με στοχευμένες αεροπορικές επιδρομές των Συμμάχων. Ο «οίκοι του Χίτλερ», με τελευταίο την καγκελαρία, θα χαθούν στις τελευταίες εκρήξεις και φλόγες του πολέμου. Στο Μπερχτεσγκάντεν θα γραφτεί ο επίλογος του «ζοφερού οίκου», όταν αμερικανοί στρατιώτες θα φωτογραφηθούν μιμούμενοι την «πόζα του Χίτλερ», ενώ στο διαμέρισμα του Μονάχου αμερικανοί δημοσιογράφοι θα απαθανατιστούν στα ίδια δωμάτια (κρεβατοκάμαρα, λουτρό) όπου ο Φύρερ και η σύντροφός του ζούσαν τις ιδιωτικές στιγμές τους: η πλήρης απομυθοποίηση και ο εξορκισμός του φαντάσματος του ολοκληρωτισμού.

 

ΔΥΟ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ

Martin Heidegger, «…Ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος…», μτφρ.-εισαγ.: Γιώργος Ξηροπαΐδης, Πλέθρον, Αθήνα 2008 (δίγλ. έκδ.)

Martin Heidegger, Κτίζειν, Κατοικείν, Σκέπτεσθαι, μτφρ.: Ιωάννα Αβραμίδου, επιμ.: Γ. Ξηροπαΐδης, Πλέθρον, Αθήνα 2008 (δίγλ. έκδ.)

 

 

[1] Βλ. ενδεικτικά, Heike B. Görtemaker, Η Αυλή του Χίτλερ. Ο στενός κύκλος του Φύρερ και μετέπειτα, μτφρ.: Γ. Κέλογλου, Gutenberg, Αθήνα 2021 (The Books’ Journal, τ. 122, Σεπτέμβριος 2021) και Jan Mohnhaupt, Ζώα στον Εθνικοσοσιαλισμό, μτφρ.: Γ. Κέλογλου, Gutenberg, Αθήνα 2021, καθώς και Christian Adam, Lesen unter Hitler. Autoren, Bestseller und Leser im Dritten Reich, Fischer, Frankfurt a.M 2012 (για το εκδοτικό τοπίο και το αναγνωστικό κοινό στο Τρίτο Ράιχ).

[2] Για τα σκυλιά του Χίτλερ και τους «αντίζηλους της δεσποινίδος Μπράουν», βλ. σχετ., Jan Monhaupt, ό.π., σ. 46 κ.ε. και σ. 214 κ.ε.

[3] Martin Heidegger, «…Ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος…», ό.π., σ. 24 κ.ε.

[4] Δέσποινα Στρατηγάκου, ό.π., σ. 21.

[5] Δέσποινα Στρατηγάκου, ό.π., σ. 16.

[6] Βλ. και Fabiano Massimi, Ο άγγελος του Μονάχου, μτφρ.: Μ. Οικονομίδου, Πατάκη, Αθήνα 2021 (η υπόθεση στη μυθοπλαστική εκδοχή του αστυνομικού).

[7] Δέσποινα Στρατηγάκου, ό.π., σ. 356 κ.ε.

[8] Η βιογραφία της και οι πολυσχιδείς επαγγελματικές δραστηριότητές της την εντάσσουν στις «γυναίκες του Χίτλερ», που υπηρετούν με αφοσίωση το καθεστώς (εποικοδόμημα), «κατέχοντας θέσεις επιρροής» (π.χ. Λ. Ρίφφενσταλ, Χ. Ούμλαουφ κ.ά.) και συμβάλλοντας στη διαμόρφωση μιας «αισθητικής του φασισμού», στο πλαίσιο ενός «ναζί φεμινισμού» και στον αντίποδα της έμφυλης βαρβαρότητας, με κύρια εκπρόσωπο την Ίλζε Κοχ (Μπούχενβαλντ).

[9] Ο «οικοδεσπότης» φρόντιζε κάποιες φορές, όπως στην επίσκεψη του Λόιντ Τζορτζ στο Μπέργκχοφ, να λαμβάνει μια «θέση υπεροχής» απέναντι στον φιλοξενούμενο, ανάλογα με την επίπλωση του χώρου. Χαρακτηριστική είναι η σάτιρα του Τσάρλι Τσάπλιν στην ταινία του Ο μεγάλος δικτάτωρ, ειδικά στη σκηνή της επίσκεψης του Μουσολίνι στην καγκελαρία και στις εναλλαγές των θέσεών τους ως στοιχείο επιβολής.

[10] Χαρακτηρισμός του ανταποκριτή του Associated Press, Πρέστον Γκρόβερ, βλ. Δ. Στρατηγάκου, ό.π., σ. 419.

[11] Χαρακτηριστική είναι και η γελοιογραφία του Τζ. Μπάτεργουορθ, «Εσωτερική διακόσμηση», στο Daily Dispatch του Μάντσεστερ, όπου εικονίζεται ο Χίτλερ στο δωμάτιό του, οι τοίχοι του οποίου καλύπτονται με τις «ταπετσαρίες» των χωρών που έχει «κατακτήσει». Βλ. Δ. Στρατηγάκου, ό.π., σ. 426.

[12] Εξίσου εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαρρύθμιση και η επίπλωση των δωματίων της Εύας Μπράουν στο Μπέργκχοφ, Δ. Στρατηγάκου, ό.π., σ. 179 κ.ε.

Κώστας Θ. Καλφόπουλος

Δημοσιογράφος και συγγραφέας. Βιβλία του: Στην εποχή της περιπλάνησης (2000), Tilt! Δοκίμιο για το φλίππερ (2005), Far from the RAF. 30 χρόνια από το «γερμανικό φθινόπωρο»(2007), Καφέ Λούκατς. Budapest Noir (2008), Ένα παράξενο καλοκαίρι (2011), Καρέ-καρέ και άλλα διηγήματα (2013), Φλίππερ (2016). Μόλις κυκλοφόρησαν τα βιβλία του, Όταν έρθει η μέρα που ξέρεις (με τον Άγη Πετάλα) και Ένα φέρετρο για τη Σόφια (με τον Ανδρέα Αποστολίδη), Multiball (επιμ.).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.