web only
Εμφάνιση άρθρων Books' Journal βάσει ετικέταςΟ αμετανόητος Τσίπρας
Μαθαίνω για τον Εθνικό Κήπο
«Το πάρκο παραμένει στην μνήμη μου όσο κανένα άλλο πάρκο που έχω επισκεφθεί στη ζωή μου. Η πεμπτουσία ενός πάρκου είναι όπως όταν κάποιος κοιτά έναν πίνακα ή ονειρεύεται, να βρίσκεται σε έναν τόπο που όμως δεν μπορεί ποτέ να πάει».
Χένρι Μίλλερ για τον Εθνικό Κήπο (1939)
Ο Εθνικός Κήπος είναι ένα σπουδαίο δείγμα αρχιτεκτονικής τοπίου του 19ου αιώνα. Σε πείσμα της υδροκέφαλης αστικοποίησης της πρωτεύουσας, έχει κατορθώσει να διατηρήσει αναλλοίωτα τα βασικά χαρακτηριστικά του. Η εξέλιξη και η πορεία του συνδέονται άρρηκτα με την ίδρυση του σύγχρονου ελληνικού κράτους και με την ανάπτυξη της Αθήνας σε σύγχρονη (!) ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Η εμβέλεια του Εθνικού Κήπου ξεπερνά τα όρια της χώρας μας.
Νέα κόμικς με τον Σκρουτζ Μακ Ντακ από τη Marvel
Η Marvel και η Ντίσνεϊ, τελικά, θα πορευτούν μαζί, όχι μόνο στον κόσμο της οπτικοακουστικής επιχειρηματικότητας αλλά και στα κόμικς. Κι αυτό, όπως φαίνεται, θα έχει συνέπειες στο σύμπαν της Ντίσνεϊ, στην επιτηδευμένη αθωότητα του ντισνεϊκού κώδικα.
Στην πρόσφατη συνέντευξή του στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ, ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν έπεισε για την εμβάθυνση στις θέσεις του. Ιδιαίτερα στο ζήτημα των ιδιωτικών πανεπιστημίων έφασκε και αντέφασκε διαρκώς, ανακάτευε τα οικονομικά, τα γεωγραφικά και τα αξιοκρατικά κριτήρια, επαναλαμβάνοντας τις ίδιες παγ(ι)ωμένες και σαφώς ξεπερασμένες θέσεις που έχουν ξεμείνει από προηγούμενους αιώνες και προσιδιάζουν σε άλλα καθεστώτα.
Ο Μανώλης Κ. Χατζηγιακουμής ήταν πολλά μαζί. Ο κλασικός φιλόλογος, ο νεοελληνιστής, ο ακάματος ερευνητής της Βυζαντινής Μουσικής Παράδοσης, ο Δάσκαλος, ο αυστηρός επιστήμων και πάνω απ’ όλα ένας σπουδαίος άνθρωπος.
Γιώργος Γεραπετρίτης: το δίκαιο να μην αγνοεί την πραγματικότητα
Δημοσιεύουμε στη συνέχεια το κείμενο της παρέμβασης του υπουργού Εξωτερικών, καθηγητή συνταγματικού δικαίου Γιώργου Γεραπετρίτη, στη συζήτηση της Βουλής, της Πέμπτης 15 Φεβρουαρίου 2024, για το νομοσχέδιο με αντικείμενο τα ομόφυλα ζευγάρια, που πλέον είναι νόμος του κράτους. «Το να αγνοεί το δίκαιο την πραγματικότητα», είπε ο υπουργός, «δεν είναι απλώς μια υπεκφυγή είναι η μεγαλύτερη θεσμική υποκρισία που μπορεί να υπάρξει η οποία κρατά κοινωνικές ομάδες στην αφάνεια». [Το κείμενο είναι απόσπασμα από τα Πρακτικά της Βουλής]
Κανείς πια δεν χρωστάει στον Τσίπρα
Δημήτρης Φύσσας: «γράφω θα πει δεν τα μασάω»
Α, ο Δημήτρης Φύσσας. Ο γενναίος φίλος με το ποδήλατο, που με τόλμη άφησε πίσω την παλιά ζωή του κι έχτισε μια καινούργια, κάνοντας αυτοκριτική για τη φοιτητική του ζωή και τα κνίτικα που πίστευε και υπηρέτησε στη νιότη του με ένα σπουδαίο βιβλίο, το Πλατεία Λένιν, πρώην Συντάγματος, ένα what if για την Ελλάδα που έγραψε το 2005 και απαντούσε στο ερώτημα τι θα μπορούσε να έχει συμβεί αν το 1947 η χώρα είχε μπει σε σοβιετική τροχιά.
Nelly's στη Θεσσαλονίκη
Χορεύτριες με φόντο τον Παρθενώνα, μουσικοί και χορευτές από την Κρήτη, αγρότισσες από τα Ιωάννινα, κυρίες της Νέας Υόρκης και της Αθήνας, ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Κωστής Παλαμάς είναι μόνο κάποιοι από τους πρωταγωνιστές του φωτογραφικού φακού της Έλλης Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη (1899-1998), της γνωστής Nelly’s στην ομότιτλη έκθεση που θα παρουσιαστεί στο MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης (Αποθήκη Α’, Προβλήτα Α’, λιμάνι), από τις 23 Φεβρουαρίου έως τις 28 Απριλίου 2024.
Πώς το Syberia με έκανε ποιητή
Benoît Sokal, Syberia, Microids, Paris, 2002
«Ι am old, I am tired, I am very pleased to have met you, Kate Walker».
Helena Romanski
Οι άνθρωποι αποτελούμε εν πολλοίς ένα άθροισμα από τυχαίες και συχνά αντιπαραθετικές μεταξύ τους προσλαμβάνουσες που μας επηρεάζουν καθοριστικά στα χρόνια της διαμόρφωσης, δομώντας μέσα μας ένα υπόστρωμα που μας καθορίζει στο διηνεκές, η διαφυγή από το οποίο προϋποθέτει σχεδόν πάντα μεγάλες αυτοϋπερβάσεις. Η τυχαιότητα των βιβλίων που διαβάσαμε, των τραγουδιών που ακούσαμε, των ταινιών που παρακολουθήσαμε, καθώς και των προσώπων που συναπαντήσαμε, με τα οποία αλληλεπιδράσαμε κι ερωτευτήκαμε συναπαρτίζουν ένα ψηφιδωτό εντός της ψυχής μας, πάνω στο οποίο χτίζεται έπειτα ο υπόλοιπος εαυτός μας. Σίγουρα οι αξίες και οι ιδεολογίες μας έρχονται εν συνεχεία να μας σφυρηλατήσουν, το υπόστρωμα ωστόσο δύσκολα μεταβάλλεται, όση προσπάθεια κι αν καταβληθεί. Στα δε άτομα που γεννηθήκαμε στον λεγόμενο «δυτικό κόσμο» κατά το τελευταίο τέταρτο του παρελθόντος αιώνα, ένας ακόμα κομβικός –και συχνότατα παρασιωπημένος από την «υψηλή» έρευνα– παράγοντας διαμόρφωσης στην προαναφερθείσα εξίσωση είναι και τα video games που αποτέλεσαν σημαντικό τμήμα της παιδικής και νεανικής μας ηλικίας (και σε ορισμένα άτομα από εμάς κι ολόκληρου του υπόλοιπου ενήλικου βίου τους).
Κρίνω εξαιρετικά σημαντική, επομένως, την ανάγκη να τιμηθούν, μάλιστα από ένα περιοδικό που ασχολείται και με τη λογοτεχνία, τόσο η εγγενής ποιητικότητα που φέρει μέσα του το ηλεκτρονικό παιχνίδι Syberia, το οποίο γιόρτασε πρόπερσι τα 20 χρόνια από την πρώτη κυκλοφορία του, όσο και ο ευρηματικός και πρόωρα χαμένος δημιουργός του, Benoît Sokal, που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή, νικημένος από τον καρκίνο. Το Syberia σαφέστατα ούτε κόμισε ένα νέο είδος (βασίστηκε επάνω στις συμβάσεις του είδους των παιχνιδιών adventure) ούτε άλλαξε για πάντα τον κόσμο του video game franchise στην παγκοσμιότητα (παρά τις αρκετές επιγονικές σ’ εκείνο προσπάθειες). Απέδειξε, ωστόσο, και στον πιο άπιστο πως μπορεί να υπάρξει σύγχρονο ευρωπαϊκό ηλεκτρονικό παιχνίδι εφάμιλλο των σινεφίλ και ποιοτικών ταινιών που συγκινεί και προβληματίζει, θέτοντας παράλληλα καίρια ερωτήματα για την πορεία της ζωής των ανθρώπων και τα ιδεολογήματα της ευρωπαϊκής ηπείρου. Και κατέδειξε, επίσης, την αδήριτη ανάγκη ενός μεγάλου τμήματος του κοινού για την ύπαρξη στρωτής και συνεκτικής αφήγησης, κάτι που έχει στερηθεί «από τα πάνω» βάναυσα υπό την επικράτεια του νεωτερικού (και μετανεωτερικού) καλλιτεχνικού παραδείγματος. Αν δεν μπορεί η λογοτεχνία να καλύψει με τις ψευδαισθήσεις των μοντερνισμών αυτή την ανάγκη, θα έρθουν προφανώς οι σειρές, οι ταινίες και τα ηλεκτρονικά παιχνίδια για να το πράξουν οργανικά – η φύση απεχθάνεται το κενό.
Το Syberia, λοιπόν, ακολουθεί την περιπέτεια μιας νεαρής Νεοϋορκέζας δικηγόρου στην Ευρώπη, καθώς και τη σταδιακή της μετάλλαξη. Η Kate Walker, με το σχεδόν κωμικό όνομα και το γιάπικο τουπέ, φτάνει γεμάτη εκνευρισμό στις αρχές του 21ου αιώνα σ’ ένα χωριό των γαλλικών Άλπεων για μια υπόθεση μεταβίβασης ενός εργοστασίου που φαντάζει απλώς τυπική αγγαρεία και ρουτίνα. Η κατάσταση πάντως δείχνει να περιπλέκεται νομικά, όταν η δικηγόρος πληροφορείται πως ο αδερφός της εκλιπούσης ιδιοκτήτριας που θεωρούνταν για δεκαετίες νεκρός έπειτα από ένα νεανικό δυστύχημα βρίσκεται ακόμα στη ζωή και η μεταβίβαση δεν μπορεί να λάβει χώρα δίχως τη σύμφωνη γνώμη του. Η δικηγόρος αποφασίζει να κυνηγήσει η ίδια το κλείσιμο της υπόθεσης και ξεκινά, έτσι, ένα ταξίδι στην ιστορία της νεότερης Ευρώπης, ακολουθώντας τα βήματά του μέσα στις ταραγμένες μεταπολεμικές δεκαετίες και, πίσω απ’ αυτά, ψηλαφώντας την ίδια την πορεία του διχασμένου μεταπολεμικού ευρωπαϊκού κόσμου.
Η έρευνα που η Walker πραγματοποιεί φέρνει στην επιφάνεια το τεράστιο πάθος του προαναφερθέντος, Hans Voralberg, για την ανθρωπόμορφη ρομποτική τεχνολογία (η ύψιστη δημιουργία του, το «αυτόματο» Oscar, θα συνοδεύσει τη Walker σ’ ένα κουρδιστό τρένο, έχοντας ιδιαίτερη, μάλιστα, συνείδηση και ενίοτε και ένα ιδιότυπο φλέγμα), καθώς και το μεγάλο όνειρο του βιομήχανου και εφευρέτη που αρνήθηκε τα πάντα και κατέστη πλάνητας για την τελευταία φυλή που δεν άλωσαν ο εκβιομηχανισμός και η νεωτερικότητα, τους μυθικούς Youkols που φέρονται να κατοικούν πλάι σε ζωντανά μαμούθ στο υποτιθέμενο «υπερβόρειο» νησί της Syberia, πέρα από τις σιβηρικές εκτάσεις.
Το ταξίδι της Walker στην Ευρώπη κρατά εντέλει μήνες και η πρωταγωνίστρια διέρχεται μέσω ενός παρηκμασμένου πανεπιστημίου στη Γερμανία με ένα τείχος που συμβολίζει το διαχωρισμό της μεταπολεμικής Ευρώπης, εν συνεχεία μέσω ενός εγκαταλειμμένου τέως σοβιετικού εργοστασίου και σταθμού κοσμοναυτών, για να καταλήξει σε μια ξεχασμένη και πλέον μολυσμένη παραλίμνια ρωσική λουτρόπολη. Η ηρωίδα έρχεται σε επαφή με δεκάδες ήρωες μιας Ευρώπης που χάθηκε, με ορισμένους εξ αυτών να φαντάζουν εφάμιλλοι κλασικών μορφών της λογοτεχνίας, όπως η τέως τραγουδίστρια της όπερας Helena Romanski που καλείται να δώσει για τις ανάγκες ενός φανατικού θαυμαστή της την τελευταία της συναυλία. Τα προαναφερθέντα πρόσωπα εμφανίζονται ως φορείς των αξιών μιας άλλης εποχής, ως εκφραστές φοβιών και διαψεύσεων, όσο, παράλληλα, παρατηρούμε το πέρασμα του Voralberg ολοένα και πιο ανατολικά (ένα μικρό cameo στο παιχνίδι πραγματοποιεί, μάλιστα, και η μορφή του «πατερούλη» Στάλιν). Χαρακτηριστικό είναι πως τις εξελίξεις και τις ενημερώσεις για τη ζωή του τις πληροφορούμαστε μέσω αυτοσχέδιων (και ιδιαίτερα καλαίσθητων, ομολογουμένως) κυλίνδρων ήχου και εικόνας που ο εφευρέτης και πρωτοπόρος έστελνε κατά το πέρασμα των δεκαετιών στην αδερφή του που είχε επιλέξει να ζήσει συμβατικά μένοντας στη Γαλλία και διευθύνοντας την οικογενειακή επιχείρηση. Το πολύμηνο ταξίδι της Walker καταλήγει να την απομακρύνει από τους εργοδότες της, τη μητέρα της, το σύντροφό της και την προηγούμενη συμβατική ζωή της και να τη μεταλλάξει καθοριστικά, ενώνοντας εντέλει το όραμά της μ’ εκείνο του εφευρέτη και πραγματοποιώντας στο τέλος του παιχνιδιού μια τεράστια προσωπική αυτοϋπέρβαση. Στο ταξίδι αυτό, συνοδός για τον παίκτη είναι τα υπέροχα χρώματα και σχέδια των περιοχών που έγιναν με προψηφιακά μέσα, οι διάλογοι που ενίοτε φτάνουν σε τεράστιο σημείο εσωτερικής ενδοσκόπησης, πολιτικοκοινωνικού σχεδιασμού και υπαρξιακού βάθους, αλλά και η μουσική επένδυση που ντύνει καθοριστικά κομβικές στιγμές του παιχνιδιού, δημιουργώντας μια αίσθηση εφάμιλλη της καλής λογοτεχνίας και του ποιοτικού κινηματογράφου.
Μια ποιητική εξαίρεση
Το Syberia συνέπεσε με το προσωπικό μου πέρασμα στην εφηβική ηλικία και τις πρώτες ιδεολογικές και κοινωνικοπολιτικές μου αναζητήσεις, διαμορφώνοντας ένα καίριο υπόβαθρο που επηρέασε σημαντικά (και) την ποιητική μου ιδιότητα. Γι’ αυτό και η αγάπη μου για εκείνο θα παραμένει πάντα εφάμιλλη εκείνης της αίσθησης που αφήνει ο πρώτος έρωτας, όταν ο κόσμος φαντάζει ακόμα πεδίο ανεξερεύνητο και αχανές. Ανεξαρτήτως ημών ως ατομικοτήτων, ωστόσο, η αξία του παραμένει σημαντική και αποδεικνύεται περίτρανα από τις δεκάδες επανεκδόσεις του σε άλλες πλατφόρμες, την παγκόσμια επιτυχία του, καθώς και τα παιχνίδια που το ακολούθησαν είτε ως άμεσα sequel (με το Syberia 2 να είναι το μοναδικό που διασώζει κάποιες στιγμές την αίσθηση του αρχικού και το αυτόματο Oscar να πραγματοποιεί εκεί έναν πλήρη εξανθρωπισμό), είτε ως εμμέσως επηρεαζόμενα από αυτό στη φωτογραφία, τον τρόπο παιχνιδιού και στο βάθος της εν γένει ατμόσφαιρας.
Προβάλλοντας ανοιχτά τις αντιθέσεις Αμερικής-Ευρώπης και Δύσης-Ανατολής σ’ έναν αιώνα που η δυτική Ευρώπη τείνει να μιμηθεί την άλλη πλευρά του Ατλαντικού κι απομακρύνεται καίρια από την ανατολική της άκρη, σχολιάζοντας τα βιομηχανοποιημένα ανατολικά καθεστώτα δίχως την ηδονή του νικητή του «τέλους της Ιστορίας» αλλά με μια πραγματική ανθρώπινη ματιά στις ατομικότητες που έμειναν πίσω και φέρνοντας στο προσκήνιο την ανάγκη για διαφυγή από τον μοντέρνο διχασμένο βιομηχανικό κόσμο προς το χρονότοπο του μαγικού νησιού όπου το «θαύμα λειτουργεί ακόμη» (για να θυμηθούμε και τον Σεφέρη), το παιχνίδι του Sokal δομεί έναν κόσμο πειστικό και αυθύπαρκτο που συμπληρώνει την ευρωπαϊκή Ιστορία του τελευταίου αιώνα και τη σχολιάζει με δάκρυ, χιούμορ, αγωνία και αποφασιστικότητα. Το προτείνω, λοιπόν, ανεπιφύλακτα, έστω και είκοσι χρόνια αργότερα, ως συμπλήρωμα και επέκταση της λογοτεχνίας!