Γνώμες


Όταν ο Σαρτρ εξωράιζε τα εγκλήματα του Στάλιν με τη φράση «δεν μπορείτε να συζητάτε τις πράξεις του Στάλιν, εφόσον είναι ο μόνος που κατέχει τις πληροφορίες που τις δικαιολογούν», ο Καστοριάδης απάντησε ότι αυτή η συγκάλυψη είναι μία «γελοία κατεργαριά», που θα παραμείνει «το πιο εύγλωττο δείγμα αυτογελοιοποίησης διανοούμενου».

Τα τελευταία 82 χρόνια στην Ελλάδα κυκλοφορεί αναμεσά μας ένας γέρικος ελέφαντας. Στα τεράστια καπούλια του είναι σταμπαρισμένοι ο πυρσός της μεταξικής δικτατορίας της 4ης Αυγούστου και ο φασιστικός διπλούς πέλεκυς της ΕΟΝ. Δεν είναι αόρατος: απλά κανείς δεν μιλάει γι’ αυτόν. Δεν μιλάει για τους αστούς οι οποίοι σιχαίνονταν τους φασίστες του Μεταξά που τους πότιζαν το ρετσινόλαδο του Μανιαδάκη —όταν όμως ήρθε το τελεσίγραφο των Ιταλών δεν αρνήθηκαν να μοιραστούν το χνότο τους με τους φασίστες συστρατιώτες τους· δίπλα τους πολέμησαν για την πατρίδα, που τους ένωνε εκείνη την σκοτεινή ώρα. Ακόμη και οι κομμουνιστές (όσοι δεν ήταν φυλακή και στα ξερονήσια οι οποίοι, σε μία ακόμη μελανή σελίδα της δικτατορίας Μεταξά, δεν απελευθερώθηκαν, αλλά παραδόθηκαν στους Ναζί) πολέμησαν. Πολέμησαν μαζί για να σώσουν την πατρίδα.

Η κοινοτοπία του κακού, εδώ του Ναζισμού, είναι το να μην το θέλεις, να μην το διανοείσαι καν, το να κρίνεις: μόνο να υπακούς, είτε στις εντολές των ανωτέρων σου είτε σε αυτές των στερεοτύπων, των κοινότοπων χαρακτηρισμών και αξιολογήσεων.
Συνθήματα λέμε στη διαδήλωση, εκεί έτσι μιλάμε. Άλλο το να σκεφτόμαστε με συνθήματα, άλλο το να συζητούμε σωρεύοντας συνθήματα - τελικά, το να υπακούμε σε αυτά, μη κρίνοντας. Σωρεύοντας συνθήματα.
Υπακούω και δεν κρίνω, όταν με το που θα μου αμφισβητήσει κάποιος την πεποίθησή μου, αρχίζω να επικαλούμαι, το ένα μετά το άλλο, όλα μου τα θεία στερεότυπα, όσα περισσότερα τόσο πιο πολύ έχω κερδίσει, δεν καταλαβαίνω πως ο άλλος τολμά να μην τα δέχεται, καταλήγω στο να τον εξυβρίσω, κάποτε και να χειροδικήσω και ό,τι ήθελε προκύψει.
Προτού κρίνουμε τον ναζισμό του Μιχαήλ της Μαριούπολης, ας επιχειρήσουμε μια νοερή συζήτηση μαζί του, ξεκινώντας από αυτά που είπε (μη σας φανεί παράδοξο, έτσι διαβάζουμε, έτσι κατανοούμε έναν λόγο, όταν δεν έχουμε ζωντανή συνομιλία). Όχι για να του αποδώσουμε με βεβαιότητα θέσεις και διαλογικές συμπεριφορές , που δεν μπορεί παρά να είναι υποθετικές, όσο για να ελέγξουμε και να κρίνουμε εκείνο που μπορούμε: το πώς εμείς αρθρώνουμε απέναντί του τον δικό μας λόγο, το πόσο κρίνουμε, το πόσο, πού και πώς υπακούμε.

Νa 'ταν και αυτό που ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ εννοούσε όταν, στο Όπως σας Αρέσει, ο Ιάκωβος ο μελαγχολικός έλεγε στον Δούκα: «Όλος ο κόσμος μια σκηνή και οι ανθρώποι, οι άνδρες και ο γυναίκες απλώς ηθοποιοί»; Μπορεί και να ξεχώριζε ένα ιδιαίτερο ταλέντο: εκείνους που μακέλεψαν «αγαπημένα», αλλά όχι αγαπώμενα πρόσωπα, και μετά δήλωναν ότι αυτό που πιότερο ποθούν είναι «να λάμψει η αλήθεια» — αλλά μέχρι αυτό να συμβεί άστραφταν τα φλας των φωτογράφων και έλαμπαν οι προβολείς των τηλεοπτικών στούντιο, εκεί όπου έκαναν τις συντετριμμένες τους δηλώσεις και περιέφεραν τις λυπητερές τους ιστορίες. Ποιος να ξέρει.

Έγραφα για το περιοδικό ΗΧΟΣ & hi-fi από το 1977 μέχρι το 1983, αλλά συνέχιζα να τον αγοράζω και μετά. Στα μουχλιασμένα και σαρακοφαγωμένα πλέον τεύχη του μπορεί να βρει κανείς πολύτιμα κομμάτια της μουσικής ιστορίας του τόπου. Φύσηξα λοιπόν τη σκόνη του αρχείου του ΗΧΟΥ (ένα τμήμα του υπάρχει ψηφιοποιημένο στο διαδίκτυο) και βρήκα μία συνέντευξη του Λεωνίδα Καβάκου, από τον Σεπτέμβριο του 1989.

Ο Λεωνίδας Καβάκος παρακάμπτει τις δύο ορχήστρες που αρνήθηκαν να συμμετάσχουν σε μια μεγάλη συναυλία για την Ουκρανία και, σε συνεργασία με το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (εύγε, επιδεικνύει ωριμότητα, ευαισθησία και αντανακλαστικά), ήδη ανακοίνωσε συναυλία με δυο κουαρτέτα του Μπραμς, με τη συμβολή του ιδίου στο βιολί και τριών ακόμα εξαιρετικών μουσικών: του Ηλία Λιβιεράτου (βιόλα), του Τιμόθεου Γαβριηλίδη Πέτριν (βιολοντσέλο) και του Βασίλη Βαρβαρέσου (πιάνο). Τα έσοδα της συναυλίας θα διατεθούν υπέρ των σκοπών της ανοικοδόμησης του μαιευτηρίου της Μαριούπολης.

Έτσι λοιπόν ήρθε και έγινε: εκεί που ακολουθούσε τον γνώριμό της τον σκοπό η Αριστερά, όπου ΕΟΚ και ΝΑΤΟ παραμένουν το ίδιο φιλελεύθερο συνδικάτο, εκεί που με το «ολιστικό» είχε βρει και κάτι να πει, ξαφνικά βρέθηκε αγκαλιά με τους σφαγείς. Βρέθηκε διά της σιωπής της να συναινεί σε μια θηριωδία, που συμβαίνει στην γειτονιά μας, εδώ πιο πάνω, και η οποία έρχεται πλέον προ ομμάτων.