Γνώμες
Ο Λαός ήταν παντού το 1973. Ο δικτάτορας άρχιζε διαγγέλματα με το Ελληνικέ λαέ. Οι αντίπαλοί του αγωνίζονταν για τον βασανισμένο Λαό. Και οι δύο πλευρές τα έδιναν όλα για το Λαό. Όμως κανείς από όσους ήξερα δεν θεωρούσε τον εαυτό του Λαό ή ότι ανήκε στο Λαό. Σε αφηρημένο επίπεδο στριμωχνόμαστε σε στατιστικά κουτιά και χωράμε σε αριθμητικά τσουβάλια όπως το σύνολο που περιέχει όλα τα σύνολα, ακόμη και τον εαυτό του. Αλλά μπροστά στον καθρέφτη δεν σκέφτεσαι Ίδε ένα νιοστό δείγμα Λαού. Ούτε λες Γειά σας είμαι ο τάδε και ανήκω στον Λαό, Είμαι Λαός ή κάτι τέτοιο όταν συστήνεσαι. Λαός είναι άλλοι.
Στο Αντί, πριν γίνω παιδί για όλες τις δουλειές επί τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνια, πήγα ως κριτικός κινηματογράφου, συστημένος από τον Χρήστο Βακαλόπουλο – που από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 ήθελε να γίνει σκηνοθέτης. Για πολύ καιρό, έγραφα κριτικές κινηματογράφου, ανταποκρίσεις από τα φεστιβάλ, μερικές συνεντεύξεις με κινηματογραφιστές. Τα τέλη της δεκαετίας του 1980 το περιοδικό έπαιζε πρωταγωνιστικό ρόλο στην υπόθεση Κοσκωτά, με συνεχή ρεπορτάζ, άρθρα, σχόλια και δημόσιες παρεμβάσεις, δραστηριότητα που του έδωσε μεγάλη κυκλοφορία – το τεύχος με τίτλο εξωφύλλου «Κυβέρνηση απατεώνων», το 1989, πούλησε περί τα 120.000 αντίτυπα.
α) ακρότητα
Δολοφόνησαν εν ψυχρώ 1.400 αμάχους.
Μια ακρότητα, λένε οι 263.000 συγγραφείς.
β) λεπτότητα
Εκ του Κατάρ ο μέγας της Χαμάς ηγέτης ωστόσο δήλωσε: δεν ήταν κάτι το τυχαίο, αυτή η σφαγή: θα την επαναλάβουμε, παρόμοια, όσες φορές κι αν χρειαστεί, έως ότου το κράτος του Ισραήλ εξαφανιστεί.
Και εκ του ιδίου Κατάρ, ο ίδιος, συνεχίζει: εμείς, το έχουμε ανάγκη το αίμα των Παλαιστινίων που χύνεται, αυτό μας εμψυχώνει.
Για αυτά, από λεπτότητα, ούτε νύξη, οι 526.000 συγγραφείς.
Μια από τις παρενέργειες του γρήγορου ρυθμού της ζωής και των τεράστιων εξελίξεων που έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια είναι ότι περιορίζεται ο ιστορικός μας ορίζοντας και η συλλογική μας μνήμη. Είμαστε βουτηγμένοι στο παρόν και στο τώρα, ξεχνώντας πολλές φορές πώς ζούσαν οι άνθρωποι ακόμα και πριν από 20 χρόνια – μια περίοδο σχετικά κοντά μας χρονικά. Πιο συγκεκριμένα, λησμονούμε πώς μπορεί να ένιωθαν την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου ή, πιο συγκεκριμένα, τα χρόνια πριν από την πτώση του τείχους του Βερολίνου. Πολλοί θεωρούν ότι πρόκειται για μια περίοδο χάριτος, ξεγνοιασιάς και αυτοκατάφασης, η οποία βρήκε την πιο λαμπρή της έκφραση στο άρθρο και μετέπειτα βιβλίο του Φράνσις Φουκουγιάμα, Το τέλος της Ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος, όμως, όπως θα εντοπίσουμε τουλάχιστον στο πεδίο της διανόησης, μόνο συναισθήματα ευφορίας και ανακούφισης δεν κατέκλυζαν τους διανοούμενους. Ανάλογα συναισθήματα αγωνίας για το μέλλον της Δύσης διατυπώνονται και σήμερα στον δημόσιο διάλογο, και όχι αδίκως, αντικρίζοντας τη συσπείρωση του Κακού και την περιδίνηση των δυτικών κοινωνιών στο κενό.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι πανίσχυρος. Και δικαιολογημένα. Δεν υπάρχει, ούτε φαίνεται στον ορίζοντα σοβαρή εναλλακτική κυβερνητική πρόταση απέναντί του. Τις τελευταίες μέρες απολαμβάνουμε σκηνές απείρου κάλλους στην Πλεύση Ελευθερίας, βλέπουμε τους Σπαρτιάτες να οδεύουν σούμπιτοι στον εισαγγελέα, παρατηρούμε τον Κασσελάκη να υπονομεύει κάθε παραδοχή για την πομπώδη Αριστερά, ενώ ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ επαναλαμβάνει ως μόνιμη επωδό «ναι, αλλά εμένα με παρακολουθούσανε» με τη γνωστή ντοπιολαλιά του, μετατρέποντας την πολιτική συνθετότητα σε μονοκαλλιέργεια.
Στις 14 Φεβρουαρίου 1945, Βρετανοί και Αμερικανοί βομβάρδισαν με εμπρηστικές βόμβες τη Δρέσδη, παλαιά γερμανική πόλη με μεσαιωνικά ξύλινα κτίρια, όπου εκτός των κατοίκων της είχαν ήδη συρρεύσει χιλιάδες πρόσφυγες των ανατολικών περιοχών. Η πύρινη κόλαση που ξέσπασε ακαριαία κατέκαψε την πόλη και οι νεκροί άμαχοι υπολογίζονται σε 120.000. Ήταν προφανές ότι το ναζιστικό καθεστώς, που είχε προκαλέσει τον πόλεμο, άρα και αυτή την ανείπωτη συμφορά, δεν μπόρεσε να υπερασπίσει τους πολίτες του.
Η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, με έγγραφό της το οποίο διαβιβάζεται στη Βουλή ζητά να δοθεί η σχετική άδεια ώστε «να εξεταστούν με την ιδιότητα του υπόπτου έντεκα βουλευτές των Σπαρτιατών για το αδίκημα της εξαπάτησης εκλογικού σώματος, καθώς φέρονται να ανήκαν μεν στο κόμμα Σπαρτιάτες με επικεφαλής τον Β. Στίγκα, αλλά στην πραγματικότητα να είχαν τη στήριξη και την απόλυτη καθοδήγηση του Κασιδιάρη, έγκλειστου καταδικασμένου πρώην ηγετικού στελέχους της Χρυσής Αυγής».