Είναι ενδιαφέρον ότι σε προπτυχιακό επίπεδο, ο φοιτητής πρέπει να πληροί σημαντικές προϋποθέσεις, επίδοσης και εισοδήματος, για να λάβει 1.467 Ευρώ το χρόνο από το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών. Αυτό είναι ουσιαστικά ένα συμπλήρωμα για αποδεδειγμένα ικανούς φοιτητές. Αντίθετα, όμως, τα πρώτα τρία με δέκα χιλιάδες ευρώ το χρόνο, ανάλογα με τη σχολή που βρίσκεται ο κάθε φοιτητής, είναι κερασμένα από το μπαρμπα-κράτος. Ο φοιτητής δεν χρειάζεται να τηρεί καμία ιδιαίτερη προϋπόθεση – πέρα από το να εισέλθει σε μία σχολή και έπειτα να φροντίσει να αναπνέει. Είτε κοπεί σε όλα τα μαθήματα είτε τα περάσει, το κράτος καταβάλλει αυτά τα χρήματα για να πληρώνει τους καθηγητές και τους διοικητικούς υπαλλήλους, να συντηρεί τις εγκαταστάσεις, να αναπληρώνει αναλώσιμα υλικά κοκ.
Στο σύνολό τους, εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ διοχετεύονται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίς αυστηρές δικλίδες ασφαλείας για τις επιδόσεις των φοιτητών. Όταν ήρθε η ώρα να τεθεί μία μικρή, συμπληρωματική προϋπόθεση για τους λεγόμενους «αιώνιους» φοιτητές, υπήρξε σημαντική αντίσταση. Πατώντας πιθανότατα στο άρθρο 16 του συντάγματος, οι φοιτητές δεν αντιστέκονται απλά σε τέτοιες προϋποθέσεις πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά επιπρόσθετα ζητούν αύξηση των κονδυλίων για την εκπαίδευση. «Ρε μπάρμπα-κράτος», λένε, «δώσε άλλα τόσα για να μας σπουδάσεις».
Ζητούν όμως αυτά τα χρήματα δίχως να εγγυώνται ότι θα πιάσουν τόπο. Ευτυχώς που υπάρχει η Ευρωπαϊκή Ένωση που, για να απελευθερώσει κονδύλια μέσω του ΕΣΠΑ 2007-2013, απαίτησε να γίνεται αξιολόγηση από τα Πανεπιστήμια, τόσο στα προγράμματα σπουδών όσο στις διοικητικές διεργασίες. Μοχλός πίεσης είναι η Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση που εισάγει διαδικασίες αξιολόγησης και ελέγχου σε ένα ιδιαίτερα νωχελικό και αντιδραστικό πανεπιστημιακό μηχανισμό. Πάλι καλά λοιπόν που απαιτεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να αξιοποιηθούν τα χρήματά της, ώστε να είναι πιθανό να πιάσουν τόπο και τα χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου. Μακάρι να είχε και την υποστήριξη των φοιτητών ως άγρυπνων φρουρών της επένδυσης του λαού.
Οι φοιτητές συχνά δεν δείχνουν να συναισθάνονται κάποια ευθύνη, αλλά συμπεριφέρονται σαν να είναι απόλυτο δικαίωμά τους η πρόσβαση στα χρήματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Πρέπει όμως να λάβουμε σοβαρά υπόψη ότι οι διεκδικήσεις των φοιτητών δεν προσομοιάζουν τις διεκδικήσεις άλλων συνδικαλιστικών φορέων οι οποίοι εκφράζουν εργαζόμενους που ζητούν αυτό που θεωρούν ότι αξίζουν για την προσφορά τους στους εργοδότες. Οι φοιτητές δεν προσφέρουν τίποτα εξ αυτής τους της ιδιότητας. Το μόνο που έχουν να προσφέρουν είναι μία προσδοκία ότι η μόρφωσή τους αποτελεί πρωτογενές υλικό για την επιτυχία στο χώρο της μελλοντικής τους εργασίας και θα διαμορφώσει τη βάση ενός καλύτερου μέλλοντος για την Ελλάδα.
Η Ελλάδα είναι μάλιστα μία από τις εννιά ευρωπαϊκές χώρες που επενδύουν στην μη καταβολή διδάκτρων στο πανεπιστήμιο. Ανήκει με λίγα λόγια σε μία μειονότητα χωρών που έχουν αποφασίσει ότι το βασικό θεμελιώδες δικαίωμα που αναγνωρίζουμε στα παιδιά για «δωρεάν» εκπαίδευση –στο δημοτικό, στο γυμνάσιο, και στο λύκειο – πρέπει να το επεκτείνουμε στο πανεπιστήμιο. Είναι αξιοσημείωτο ότι είναι η 1η χώρα στις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο ποσοστό φοιτητικού προς συνολικού μαθητικού/φοιτητικού πληθυσμού (ποσοστό 29,4%). Το μπαρμπα-κράτος έχει αποφασίσει ότι θέλει να δει τα παιδιά του απόφοιτους πανεπιστημίου και τα ενθαρρύνει όσο περισσότερο μπορεί. Στο κάτω κάτω, πιστεύει ότι είναι προς όφελος του ίδιου και της κοινωνίας. Υπόσχεται λοιπόν ότι, όταν έρθει η ώρα, θα φροντίσει να σπουδάσει τους νέους της χώρας. Το ίδιο κάνει κι ο κάθε γονιός, προσωπικά, απέναντι στο παιδί του. Του υπόσχεται ότι όταν έρθει η ώρα, θα κάνει τα αδύνατα δυνατά για να το σπουδάσει.
Οι φοιτητές λοιπόν συχνά στέκονται απέναντι στην κοινωνία και στο κράτος και λένε: «Μου το υποσχέθηκες! Πλήρωνε τώρα!» Το δικαίωμά τους δεν προκύπτει από κάποια θεμελιώδη πανανθρώπινη ανάγκη πανεπιστημιακής μόρφωσης (όπως κατ’αντιστοιχία ενδεχομένως υφίσταται γενικώς παραδεκτή ανάγκη βασικής πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), αλλά από την υπόσχεση των προηγούμενων γενεών να σπουδάσουν τα παιδιά τους και να τους δώσουν όσο το δυνατόν περισσότερα εφόδια. Δεν έχουν άδικο λοιπόν οι φοιτητές να διεκδικούν αυτό που τους υποσχέθηκαν. Υπάρχει όμως και η άλλη όψη του νομίσματος: όσα περισσότερα χρήματα λαμβάνουν οι φοιτητές, τόσο μεγαλύτερο το χρέος τους απέναντι στην κοινωνία. Το μέγεθος του χρέους ίσως θα γινόταν καλύτερα αντιληπτό αν το μπαρμπα-κράτος έδινε τα χρήματα απευθείας στους φοιτητές για να πληρώσουν για τις σπουδές τους. Ίσως τότε να καταλάβαιναν ότι τα χρήματα αυτά δεν δίνονται στο βρόντο, ούτε είναι ουρανοκατέβατα. Αντίθετα, προκύπτουν από τις εισφορές του ελληνικού λαού και συνοδεύονται από σημαντική ευθύνη για τη διαχείρισή τους. Ποιος συνειδητοποιημένος φοιτητής θα έγραφε τότε στους τοίχους ή θα προέβαινε σε βανδαλισμούς; Ποιος θα προέβαινε σε καταλήψεις πετώντας μέρος των χρημάτων του τακτικού προϋπολογισμού στον κάλαθο των αχρήστων; Κανένας. Τέτοιες ενέργειες απλά διογκώνουν το λογαριασμό του χρέους και μειώνουν την πιθανότητα να ξεπληρωθεί κάποια στιγμή. Ακραίες μορφές διαμαρτυρίας τέτοιου τύπου είναι μόνο κατανοητές σε ένα ανελεύθερο καθεστώς δικτατορίας, όχι στις σημερινές συνθήκες δημοκρατίας –με τις όποιες αδυναμίες της.
Οι φοιτητές πρέπει να αναλογίζονται τα χρήματα που επενδύονται σε αυτούς. Όχι απλά για να μην τα σκορπούν αλλά για να επιτελούν το σκοπό τους. Για όλους μας, οι φοιτητές είναι οι φορείς της ελπίδας για το νέο και την καινοτομία. Για να μπορούν να φέρουν το νέο, πρέπει να είναι σκεπτικοί απέναντι σε κάθε τί παλαιό, ημών συμπεριλαμβανομένων. Αυτό είναι δεκτό και αναμενόμενο. Μάλιστα, έτσι τους θέλουμε. Να είναι κριτικά σκεπτόμενοι. Να αμφισβητούν τα πάντα, από το μαρξισμό μέχρι το νεοφιλελευθερισμό. Να μην υποτάσσονται εύκολα σε ιδέες και ιδεοληψίες και, πάνω από όλα, να μην συμπεριφέρονται ως κλακαδόροι σε κομματικές νεολαίες. Ως πολίτες, μπορούν να ενταχθούν σε κόμματα, αλλά, ως φοιτητές, έχουν χρέος να τα κρίνουν και να τα βρίσκουν λειψά. Να κρίνουν ιδίως τους καθηγητές τους και τα προγράμματα σπουδών. Να διεκδικούν καλύτερη διαχείριση των χρημάτων που τους δίνονται, όχι να τα πετάνε στο βρόντο. Να μελετούν και να μορφωθούν. Να γίνουν καλύτεροι από εμάς. Δεν είναι μόνο δικαίωμά τους. Είναι υποχρέωση και αποστολή τους.