Σύνδεση συνδρομητών

Βορειοκορεάτες στο ουκρανικό μέτωπο και η πυρηνική λεπτομέρεια

Τρίτη, 14 Ιανουαρίου 2025 23:33
Φωτογραφία τραυματία βορειοκορεάτη μαχητή την οποία έδωσε στη δημοσιότητα ο ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, με την παραίνεση προς το καθεστώς της Βόρειας Κορέας να αποδεχτεί να ανταλλάξει αιχμαλώτους με Ουκρανούς. Σύμφωνα με τις αναφορές, οι βορειοκορεατικές δυνάμεις είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στο μέτωπο.
Volodymyr Zelensky
Φωτογραφία τραυματία βορειοκορεάτη μαχητή την οποία έδωσε στη δημοσιότητα ο ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, με την παραίνεση προς το καθεστώς της Βόρειας Κορέας να αποδεχτεί να ανταλλάξει αιχμαλώτους με Ουκρανούς. Σύμφωνα με τις αναφορές, οι βορειοκορεατικές δυνάμεις είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στο μέτωπο.

Οι περισσότερες από τις επιπτώσεις της φαύλης επίθεσης της Μόσχας στο ουκρανικό έθνος βαθαίνουν την εκ μέρους της Ρωσίας υπονόμευση της λογικής που διέπει το παγκόσμιο καθεστώς μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων. Η είσοδος της Βόρειας Κορέας στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο υπονομεύει περαιτέρω τη διεθνή πυρηνική τάξη

Μια ιδιαίτερα σκανδαλώδης πτυχή του ρωσο-ουκρανικού πολέμου είναι, από την έναρξή του, τον Φεβρουάριο του 2014, αυτή που αφορά την πυρηνική του διάσταση. Η συμπεριφορά, σε αυτόν τον πόλεμο, όχι μόνο της Μόσχας και του Κιέβου, αλλά και όλων των άλλων μερών, εξαρτάται από την κατοχή ατομικών όπλων από τη Ρωσία και τη μη κατοχή ατομικών όπλων από την Ουκρανία. Η Ρωσία διαθέτει το μεγαλύτερο οπλοστάσιο πυρηνικών κεφαλών στον κόσμο, ενώ η Ουκρανία δεν διαθέτει καν πυρηνικό οπλοστάσιο.

Η Μόσχα δεν διστάζει, τα τελευταία δέκα χρόνια, να υπενθυμίζει επανειλημμένα στον κόσμο την καταστροφική ατομική της ισχύ. Τον Νοέμβριο του 2024, το Κρεμλίνο τροποποίησε δημοσίως το στρατιωτικό δόγμα της Ρωσικής Ομοσπονδίας και μείωσε το όριο της Μόσχας για τη χρήση πυρηνικών όπλων. Αντίθετα, το Κίεβο, το οποίο εγκατέλειψε τις πυρηνικές κεφαλές που κληρονόμησε από τη Σοβιετική Ένωση το 1994 προκειμένου να ενταχθεί στη Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων, ως κράτος που δεν διαθέτει πυρηνικά όπλα, εξακολουθεί να μη διαθέτει κανένα απολύτως όπλο μαζικής καταστροφής με το οποίο να μπορεί να απαντήσει στις ολοένα και πιο σοβαρές απειλές και προκλήσεις του Κρεμλίνου.

Παραδόξως, αυτή η ασύμμετρη κατάσταση νομιμοποιείται, υποστηρίζεται και προστατεύεται, από το διεθνές δίκαιο. Από τη μία πλευρά, η Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων επιτρέπει στη Ρωσία, ως επίσημο κράτος-κάτοχος πυρηνικών όπλων, να κατασκευάζει και να αποκτά ατομικά όπλα. Από την άλλη πλευρά, η Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων απαγορεύει ρητά στην Ουκρανία, ως επίσημο κράτος που δεν διαθέτει πυρηνικά όπλα, να κάνει το ίδιο. Επιπλέον, οι μη πυρηνικοί σύμμαχοι της Ουκρανίας –από τον Καναδά στη Δύση έως την Ιαπωνία στην Ανατολή– δεσμεύονται ομοίως, από τη Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων, από την ιδιότητά τους ως αποκλειστικά και μόνο συμβατικές στρατιωτικές δυνάμεις στην υποστήριξη της Ουκρανίας.

Έχοντας ήδη καταρρακώσει τη διεθνή πυρηνική τάξη με διάφορους τρόπους, με τις επίσημες και ανεπίσημες εδαφικές επεκτάσεις της στη Μολδαβία, τη Γεωργία και την Ουκρανία, η Μόσχα υπονομεύει επίσης τη λογική του καθεστώτος μη διάδοσης και το γράμμα της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων με την πυρηνική της στάση. Στο προοίμιό της, η Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων ορίζει ότι «τα κράτη πρέπει να απέχουν στις διεθνείς σχέσεις τους από την απειλή ή τη χρήση βίας κατά της εδαφικής ακεραιότητας ή της πολιτικής ανεξαρτησίας οποιουδήποτε κράτους». Ειδικότερα, η χρήση ή η απειλή χρήσης από ένα κράτος με πυρηνικά όπλα εναντίον ενός κράτους χωρίς πυρηνικά όπλα, το οποίο συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του βάσει της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων, είναι απαράδεκτη.

 

Επιπτώσεις της συμμετοχής της Βόρειας Κορέας στον ρωσοουκρανικό πόλεμο

Η λογική της μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων πλήττεται τώρα και από τη συμμετοχή της Βόρειας Κορέας στον ρωσοουκρανικό πόλεμο. Έχοντας ήδη νωρίτερα υποστηρίξει σε μεγάλο βαθμό τον πόλεμο της Ρωσίας με στρατιωτικό εξοπλισμό και πυρομαχικά, η Πιονγκγιάνγκ επέκτεινε τη συνεργασία της με τη Μόσχα το φθινόπωρο του 2024 αρχίζοντας να στέλνει τακτικά βορειοκορεατικά στρατεύματα για να πολεμήσουν εναντίον της Ουκρανίας. Σύμφωνα με πληροφορίες, ορισμένες από τις στρατιωτικές μονάδες της Βόρειας Κορέας έχουν ήδη εμπλακεί σε απευθείας μάχη εναντίον των ουκρανικών δυνάμεων και έχουν αρχίσει να υφίστανται σημαντικές απώλειες. Η εμπλοκή της Βόρειας Κορέας σε αυτή τη σύγκρουση συνεχίζει να επεκτείνει το εύρος και την κλίμακα του πολέμου σε μια παγκόσμια πυρκαγιά.

Βεβαίως, η Βόρεια Κορέα εγκατέλειψε τη Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων το 2003, δηλαδή πολύ πριν από την έναρξη της αυξανόμενης εμπλοκής της σε έναν ευρωπαϊκό πόλεμο. Από την επίσημη αποχώρησή της από τη Συνθήκη πριν από είκοσι και πλέον χρόνια, η Πιονγκγιάνγκ δεν δεσμεύεται από τους κανόνες της. Αισθάνθηκε ελεύθερη να κατασκευάζει, καθώς και να δοκιμάζει τα όπλα της χωρίς περιορισμούς, παρά το γεγονός ότι παραβίασε τη Συνθήκη όσο ήταν μέλος, με ελάχιστες συνέπειες. Η Βόρεια Κορέα είναι πλέον ένα από τα τέσσερα κράτη με πυρηνικά όπλα στον κόσμο που βρίσκονται εκτός της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων (τα άλλα τρία είναι η Ινδία, το Πακιστάν και το Ισραήλ).

Παρόλα αυτά, η αλλαγή του καθεστώτος της Πιονγκγιάνγκ στη διεθνή πυρηνική τάξη μέσω της αποχώρησης από τη Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων είναι επίσης σημαντική για την αξιολόγηση των επιπτώσεων που θα έχει σε αυτήν η συμμετοχή της Βόρειας Κορέας, με χιλιάδες στρατιώτες, στον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας από τον Νοέμβριο του 2024. Ούτε η έναρξη του πολέμου από τη Μόσχα το 2014 και η κλιμάκωσή του το 2022, ούτε η πλήρης συμμετοχή της Πιονγκγιάνγκ σε αυτόν δέκα χρόνια αργότερα μείωσαν τον απόλυτο περιορισμό της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων στην ικανότητα της Ουκρανίας να επιδιώκει τα οφέλη της πυρηνικής αποτροπής έναντι της Ρωσίας. Η επιμελής τήρηση της Συνθήκης θέτει πλέον την Ουκρανία σε μειονεκτική θέση έναντι όχι μόνο ενός αλλά δύο κατόχων ατομικών όπλων - της Ρωσίας ως επίσημου κράτους με πυρηνικά όπλα και της Βόρειας Κορέας ως κράτους με πυρηνικά όπλα εκτός της Συνθήκης.

Αυτή η καινοφανής κατάσταση καθιστά τον γεωπολιτικό ρόλο της Συνθήκης ακόμη πιο παράδοξο από ό,τι συνέβαινε κατά την καθαρά διμερή φάση του ρωσο-ουκρανικού πολέμου από το 2014 έως το 2023. Η εφαρμογή της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων από την Ουκρανία και τους μη πυρηνικούς συμμάχους της μοιάζει διπλά δυσμενής: τους θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο απέναντι στη Ρωσία, ως ένα από τα επίσημα κράτη της Συνθήκης που διαθέτουν πυρηνικά όπλα, αλλά αναστέλλει επίσης την ακτίνα δράσης τους σε σχέση με τον πόλεμο που διεξάγει η Βόρεια Κορέα εναντίον της Ουκρανίας. Έτσι, η Ουκρανία απειλείται από κράτη με πυρηνικά όπλα δύο διαφορετικών νομικών καθεστώτων, χωρίς να υπάρχει καμία δυνατότητα προσφυγής στο πλαίσιο της Συνθήκης για την αντιμετώπιση αυτής της απίστευτης και πρωτοφανούς κατάστασης.

Καθώς οι στρατιώτες της Βόρειας Κορέας συμμετέχουν τώρα σε έναν ευρωπαϊκό πόλεμο, το Κίεβο και οι Ευρωπαίοι φίλοι του θα ήταν δικαιολογημένο να εξετάσουν το ενδεχόμενο άμεσης στρατιωτικής δράσης κατά της Βόρειας Κορέας. Ωστόσο, σε αντίθεση με τον αντίπαλό τους στην Ανατολική Ασία, η Ουκρανία και οι περισσότεροι από τους συμμάχους της στην Ευρώπη και αλλού είναι κράτη που δεν διαθέτουν πυρηνικά όπλα και απαγορεύεται να κατέχουν ατομικά όπλα από τη Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων, και συνεπώς υπόκεινται στις πυρηνικές απειλές της Βόρειας Κορέας. Η Ουκρανία και άλλες μη πυρηνικές ευρωπαϊκές χώρες επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τη συμμετοχή της Βόρειας Κορέας στον επεκτατικό πόλεμο της Ρωσίας. Ωστόσο, ως κράτη που δεν διαθέτουν πυρηνικά όπλα, περιορίζονται στη δράση τους από την ικανότητα της Πιονγκγιάνγκ να αποτρέψει τυχόν επιθέσεις στο βορειοκορεατικό έδαφος με πυρηνικά αντίποινα.

Η παραβίαση και η απουσία της Βόρειας Κορέας από το καθεστώς μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων της παρέχει ελευθερία διεθνούς δράσης. Αντίθετα, η τήρηση της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων από την Ουκρανία περιορίζει την ικανότητά της να αμυνθεί έναντι της Ρωσίας και της Βόρειας Κορέας, όπως επιτρέπει το άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Περιέργως, επομένως, η Συνθήκη φαίνεται να διευκολύνει τον διεθνοποιημένο πόλεμο καθώς και την διηπειρωτική του επέκταση και να επιτρέπει ή, τουλάχιστον, να μην εμποδίζει την εδαφική επέκταση καθώς και την πυρηνική στάση. Ο Δόκτωρ Τζέκυλ έχει γίνει ο Μίστερ Χάιντ.

Επιπλέον, η νέα εταιρική σχέση της Βόρειας Κορέας με τη Ρωσία, σε σχέση με τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, αγγίζει και άλλες υποχρεώσεις της Μόσχας, βάσει της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων. Τον Ιούνιο του 2024, ο Βλαντιμίρ Πούτιν και ο Κιμ Γιονγκ Ουν υπέγραψαν τη λεγόμενη Συνθήκη Συνολικής Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης, η οποία τέθηκε σε ισχύ στις αρχές Δεκεμβρίου 2024. Η Συνθήκη περιλαμβάνει την υπόσχεση να υπερασπιστούν ο ένας τον άλλον σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης και η Ρωσία υπόσχεται να θωρακίσει τη Βόρεια Κορέα από «εξωεδαφικές» κυρώσεις.

Το Ινστιτούτο για τη Μελέτη του Πολέμου περιέγραψε, την 1η Νοεμβρίου 2024, την ασαφή κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, με τον ακόλουθο τρόπο: «Αν και η συμφωνία [που υπέγραψαν ο Πούτιν και ο Κιμ στις 19 Ιουνίου 2024] δεν προβλέπει ότι η Ρωσία θα βοηθήσει τη Βόρεια Κορέα να αναπτύξει πυραύλους ή πυρηνικά όπλα, η Ρωσία εγκατέλειψε την αντίθεσή της στο παρελθόν στο πυρηνικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας. Επέβαλε βέτο σε ψήφισμα του ΟΗΕ για την αυστηροποίηση των κυρώσεων κατά της Βόρειας Κορέας το 2022 και σε άλλο ψήφισμα του ΟΗΕ για την παράταση της εντολής της επιτροπής παρακολούθησης των κυρώσεων του ΟΗΕ κατά της Βόρειας Κορέας το 2024, τερματίζοντας ουσιαστικά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τις κυρώσεις του ΟΗΕ. [...] Η απόρριψη της αποπυρηνικοποίησης της Βόρειας Κορέας από τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών Λαβρόφ ως «κλειστό θέμα» είναι ενδεικτική της αλλαγής στάσης της Ρωσίας από το 2022, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε προθυμία άμεσης βοήθειας στο πυρηνικό πρόγραμμα της Πιονγκγιάνγκ».

Αν και επίσημα κράτος με πυρηνικά όπλα, η Ρωσία δεν υποστηρίζει πλέον τις κυρώσεις κατά της Βόρειας Κορέας για τη συμπεριφορά της, ιδίως την ανάπτυξη ατομικών όπλων εκτός της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων. Αντιθέτως, η Ρωσία υποστηρίζει έμμεσα και, ίσως, ακόμη και άμεσα τις πυρηνικές φιλοδοξίες της Πιονγκγιάνγκ.

 

Συμπεράσματα

Το καθεστώς μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων δημιουργήθηκε με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων το 1970. Έκτοτε αντλεί τη νομιμοποίησή του από το γεγονός ότι αποτελεί μια συνολική συμφωνία που συμβάλλει στην αποτροπή πυρηνικού πολέμου καθώς και στην αποτροπή της χρήσης ή της απειλής χρήσης πυρηνικών όπλων εναντίον κρατών που δεν διαθέτουν πυρηνικά όπλα. Ωστόσο, σήμερα παράγει μάλλον διαφορετικά αποτελέσματα. Αντί να προάγει τη διεθνή ειρήνη, στην πραγματικότητα βοήθησε τη Ρωσία να ασκήσει επεκτατικές πολιτικές εναντίον της Ουκρανίας - ενός κράτους που εξάλειψε τα πυρηνικά όπλα που κληρονόμησε από την ΕΣΣΔ προκειμένου να ενταχθεί και να συμμορφωθεί με τη Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων.

Σήμερα, οι διαβρωτικές επιπτώσεις του πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας στην παγκόσμια τάξη ασφαλείας επιδεινώνονται περαιτέρω από την αυξανόμενη εμπλοκή της Βόρειας Κορέας, ενός κράτους με πυρηνικά όπλα εκτός της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων, στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο. Προκειμένου να διατηρηθεί και να ενισχυθεί το καθεστώς μη διάδοσης, όλα τα κράτη που έχουν υπογράψει τη Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων θα πρέπει να υποστηρίξουν απερίφραστα την Ουκρανία. Η υποστήριξη αυτή θα πρέπει να περιλαμβάνει στρατιωτική ή μη στρατιωτική υποστήριξη που θα επιτρέψει στο Κίεβο να επιτύχει μια πειστική νίκη στο πεδίο της μάχης, να απελευθερώσει τα εδάφη του που σήμερα κατέχει παράνομα η Ρωσία και να τερματίσει τον πόλεμο με μια δίκαιη ειρήνη.

μετάφραση: Βασίλης Α. Μπογιατζής

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.