To πρώτο αφορά την επάρκεια του πρώην πρωθυπουργού στην αγγλική γλώσσα. Ομολογώ πως και τα δικά μου αγγλικά δεν είναι ιδιαιτέρως υψηλού επιπέδου. Αρκούν ωστόσο για να αντιληφθώ πως εκφράσεις του τύπου «Go back, madame Merkel!» μάλλον δεν ανήκουν στο γλωσσικό οπλοστάσιο της χώρας του Μεγάλου Βάρδου. (Έκφραση, η οποία στα ελληνικά θα μπορούσε να αποδοθεί ως «Πίσω, κυρία Μέρκελ», ή επί το λαϊκώτερον «Ουστ, κυρία Μέρκελ»). Πιθανολογώ βεβαίως πως οι μεταφραστές σας ίσως να μη σας είχαν μεταφέρει επακριβώς το νόημα αυτού του «συνθήματος». Κακώς. Διότι σ’ αυτό το σύνθημα, όπως και σε άλλα παρόμοια (λεκτικά και γραφιστικά) συμπυκνωνόταν για αρκετά χρόνια η αντίληψη με την οποία ο κ. Τσίπρας είχε εμποτίσει μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας. Αντίληψη, που συνίστατο στο ότι για την επαπειλούμενη χρεοκοπία του ελληνικού κράτους «φταίνε οι ξένοι και ιδίως οι Γερμανοί». Το περίφημο εκείνο, τουτέστιν: «Το μνημόνιο έφερε την κρίση και όχι η κρίση το μνημόνιο». («The mnimonium brought the crisis and not the crisis the mnimonium» – για να βοηθήσω τους μεταφραστές σας με τα φτωχά αγγλικούλια μου). Όπως, πολύ φοβάμαι πως οι μεταφραστές σας δεν σας είχαν μεταφέρει επακριβώς την υπόσχεση του κ. Τσίπρα –χάρη στην οποία κέρδισε την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος– πως θα καταργήσει το Μνημόνιο «με ένα νόμο και ένα άρθρο» («With one law and one article» - αγγλιστί, στο περίπου).
Πιθανόν, βεβαίως, αυτά να τα θεωρείτε δευτερεύοντα για την πορεία της Ευρώπης, τον –θετικό– ρόλο σας και άλλα συναφή. Σας διαβεβαιώ, ωστόσο, πως εδώ, στη χώρα της «φαιδράς πορτοκαλέας» («The country of the orange tree», νομίζω πως αποδίδεται), το σύνθημα αυτό είχε σοβαρότατες συνέπειες: έπεισε την πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας πως δεν χρειάζονται σοβαρές μεταρρυθμίσεις, μια που αν αποκοπούμε από την «αυταρχική κηδεμονία των ξένων» όλα θα επιστρέψουν σε ένα «ευτυχισμένο παρελθόν», όπου όλοι οι –ίδιοι– «ξένοι» θα μας δανείζουν τζαμπέ κι εμείς θα περνάμε «ζωή και κότα» («life and chicken», στα αγγλικά – μάλλον).
Το παράδοξο είναι πως, ενώ σε κάποιο άλλο σημείο του βιβλίου σας τα «ρίχνετε χοντρά» (ομολογώ πως μου διαφεύγει η αγγλική έκφραση) –και ορθώς– στον Γιώργο Παπανδρέου και στον Αντώνη Σαμαρά γιατί αντιστέκονταν σθεναρά στις μεταρρυθμίσεις, βγάζετε λάδι («You take out oil», πιθανολογώ, αγγλιστί) τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος κατά την πρώτη περίοδο της διακυβέρνησής του έκανε τα ίδια και ακόμη χειρότερα («the same and worse», πάνω-κάτω).
Και έρχομαι στο δεύτερο σημείο του βιβλίου σας που μου έκανε εντύπωση. Την περίοδο, δηλαδή του περίφημου δημοψηφίσματος και της περιώνυμης «κωλοτούμπας» («kolotoumbas», εννοώ, που μάλλον δε χρειάζεται μετάφραση μια που έχει καταγραφεί ως έτσι, διεθνώς). Απ’ ό,τι διαβάζω, λοιπόν, στα σχετικά αποσπάσματα του βιβλίου σας, το θεωρείτε «σημαντική στρατηγική κίνηση», μια που αφού μείνατε έκπληκτοι από το ότι ο έλληνας πρωθυπουργός θα προσφύγει σε δημοψήφισμα, τον ρωτήσατε «ποια θα ήταν η σύσταση της κυβέρνησής του προς τον λαό. “ΟΧΙ, φυσικά” είπε νέτα σκέτα», γράφετε.
Πιθανότατα να μην είχατε πληροφορηθεί τις επιπτώσεις που είχε εκείνο το «ΟΧΙ» στο δημοψήφισμα στον βαθύτατο διχασμό της ελληνικής κοινωνίας. Διχασμό, κατά τον οποίο οι οπαδοί του «ΟΧΙ» του κ. Τσίπρα έβριζαν χυδαία «ευρωλιγούρηδες», «πεμπτοφαλαγγίτες» και βεβαίως «γερμανοτσολιάδες» («Fifth columnist» and «Nazi sympathizer», αν σας λέει κάτι ο τελευταίος χαρακτηρισμός) όσους, παρά τη –μειοψηφούσα, όπως αποδείχθηκε– άποψή τους παρέμεναν σταθεροί, και παρά τις ύβρεις και τις κάθε μορφής επιθέσεις, στο σύνθημά τους «Μένουμε Ευρώπη», δημιουργώντας ταυτοχρόνως ένα –ομώνυμο– μέτωπο, το οποίο, σας πληροφορώ, έχει αφήσει σημαντικά ίχνη.
Θεωρώ όμως απίθανο να μην έπεσε στα χέρια σας έστω και μια φωτογραφία από τους πανηγυριώτικους χορούς στην πλατεία Συντάγματος, μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, όσων ήταν πεπεισμένοι πως αυτοί θα έπαιζαν από τότε και στο εξής «νταούλια» κι εσείς θα χορεύατε με «ζουρνάδες» («With daoulia and zournades», αγγλιστί).
Πέρα, ωστόσο, απ’ το αν έπεσε ή όχι στα χέρια σας κάποια αντίστοιχη φωτογραφία ή αν έχετε αντίληψη του τι σημαίνει «βαθύς διχασμός του κοινωνικού ιστού» μιας χώρας (παρεμπιπτόντως, ίσως κάτι αντίστοιχο να διακρίνετε αυτή την εποχή στη ίδια σας την πατρίδα), εντύπωση μου προκαλεί η ευκολία με την οποία χαρακτηρίζετε εκείνη την «κωλοτούμπα» που επακολούθησε, μετά τη γνωστή 17ωρη σύσκεψη, ως «ορθή στρατηγική επιλογή».
Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος: θεωρείτε πράγματι, πολιτικά, ιδεολογικά ή με οποιονδήποτε τρόπο, έντιμο ένας ηγέτης να καλεί την κοινωνία να καταψηφίσει ένα μνημόνιο για να καταλήξει να υπογράψει ο ίδιος ένα νέο – ακόμη δυσμενέστερο; Και τι επιπτώσεις μπορεί να έχει μια τέτοια ριζική στροφή στις –μακροπρόθεσμες– αντιλήψεις αυτής της κοινωνίας; Εκτός βεβαίως εάν θεωρείτε πως η περίφημη αυτή «στρατηγική» συνίσταται στο «άλλα να λέμε και άλλα να κάνουμε». Πράγμα που πολύ φοβάμαι πως είναι ένας από τους κύριους λόγους της απομάκρυνσης των πολιτών από την τρέχουσα πολιτική εξουσία, ενώ τροφοδοτεί ταυτοχρόνως την ανάδειξη ωμών λαϊκιστικών –ακροδεξιάς κοπής, συνήθως– τάσεων. (Με λύπη θα σας παραπέμψω και πάλι στις εξελίξεις που ταλανίζουν το πολιτικό σκηνικό στη χώρα σας).
Φοβάμαι όμως ότι σας κούρασα και σας ζητώ συγγνώμη. Καταλήγοντας, λοιπόν: κατανοώ απολύτως τη γοητεία που σας άσκησε ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος διέθετε «ένα φιλικό, αφοπλιστικό χαμόγελο». ("Α friendly disarming smile", όπως με πληροφορεί αγγλομαθής και φυσιογνωμιστής φίλος – μια που μου ήταν αδύνατο να κατανοήσω τι ακριβώς εννοούσατε).
Θα ήθελα ωστόσο να σας πληροφορήσω, αν δεν το έχετε ήδη υπόψη σας, πως το κόμμα που δημιούργησε, ενέπνευσε ανθρώπους με τις «ευφυείς αντιλήψεις» του (κάτι σαν "delusions" τις είχε μετονομάσει, για να σας βοηθήσω), δίχασε την ελληνική κοινωνία και την υποχρέωσε να πληρώσει πανάκριβα τις διαβόητες «στρατηγικές» του, έχει, προς το παρόν, «τριχοτομηθεί», αλληλοσπαρασσόμενο, ενώ έχει χάσει κάθε στοιχείο αξιοπιστίας στα μάτια της ελληνικής κοινωνίας («Ηas lost all credibility in the eyes of the Greek society», λέω, μάλλον ορθώς, μια που απ’ ό,τι φαίνεται, προχωρώντας την επιστολή, καλυτερεύουν και τα αγγλικά μου).
Ταύτα, αξιότιμη κυρία Μέρκελ, και σας εύχομαι ό,τι καλύτερο την περίοδο αυτή της συνταξιοδότησής σας.